Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας (Aρ. 1) (1997) 1 ΑΑΔ 802

(1997) 1 ΑΑΔ 802

[*802]11 Ιουλίου, 1997

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

AΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ EX PARTE ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (AP. 1) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

AΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 113.2 ΚΑΙ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 9, 11 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

(Ν. 33/64) ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 19 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1960 (Ν. 14/60)

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 12017/95 ΤΟΥ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

METAΞY:

ΧΑΡΙΛΑΟY ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ & ΣΙΑ ΛΤΔ,

Ενάγοντα,

v.

ΠΡΕΣΒΕΙΑΣ ΤΗΣ ΡΩΣΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΣ,

Εναγομένων,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ/Η ΟΔΗΓΙΕΣ ΤΟΥ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (ΤΟΥ Ε.Δ. Κ. Γ.

ΓΙΑΣΕΜΗ) ΗΜΕΡ. 20.5.96 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΙΟ

ΠΑΝΩ ΑΓΩΓΗ ΣΤΟΥΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥΣ 2 ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΓΩΓΗ ΣΤΟΥΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥΣ 1 ΠΟΥ [*803]ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ ΣΤΙΣ 14.10.96

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Ε.Δ. Κ. Α.

ΣΟΥΠΑΣΙΗ) ΗΜΕΡ. 7.5.97 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΧΕΙ ΕΠΙΔΙΚΑΣΘΕΙ ΠΟΣΟ ΛΚ 336,733.03 ΠΛΕΟΝ

ΤΟΚΟΥΣ ΠΛΕΟΝ ΕΞΟΔΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ 1 ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ

(Αίτηση Αρ. 81/97).

 

Προνομιακά εντάλματα —  Certiorari — Αίτηση από το Γενικό Εισαγγελέα για χορήγηση άδειας καταχώρησης αίτησης με σκοπό την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari για ακύρωση: (1) κλητηρίου εντάλματος αγωγής κατά της Πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας (2) διαταγμάτων και ή οδηγιών για επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας (3) επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος της πιο πάνω αγωγής στους εναγομένους 1 και (4) απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας κατά των εναγομένων 1 — Αξίωση για αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης μέχρι τελικής εκδίκασης της αίτησης για έκδοση του εντάλματος certiorari — Tα αιτήματα κρίθηκαν δικαιολογημένα και παραχωρήθηκε η αιτούμενη άδεια — Διατάχθηκε επίσης και η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης.

Προνομιακά Eντάλματα — Κατά πόσο ο Γενικός Εισαγγελέας νομιμοποιείται να καταχωρήσει αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης με σκοπό την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari — Εκτενής αναφορά στη σχετική νομολογία.

Λέξεις και Φράσεις — “Διεθνής σχέση” — Ο όρος καλύπτει ευρύτατο φάσμα θεμάτων.

Πολιτική Δικονομία — Αίτηση για επίδοση αγωγής στο εξωτερικό — Δ.2, θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών — Εφαρμοστέες αρχές.

Διεθνές Δίκαιο — Αρχή της ασυλίας και ετεροδικίας μεταξύ κρατών — Αρχή της περιορισμένης ασυλίας — Καλύπτει θέματα που χαρακτηρίζονται ως καθαρά κυβερνητικά (acta imperii) — Η ανέγερση κτιρίου πρεσβείας θεωρείται ως κυβερνητική πράξη.

[*804]Διεθνές Δίκαιο — Πρεσβείες ξένων χωρών — Ασυλία των μελών διπλωματικών αποστολών — Άρθρο 22 της Σύμβασης της Βιέννης του 1961 που κυρώθηκε με τον περί Συμβάσεως της Βιέννης του 1961 περί Διπλωματικών Σχέσεων (Κυρωτικό) Νόμο του 1968, (Ν. 40/68) — Εφαρμοστέες αρχές.

Πρακτική — Επίδοση εκθέσεως απαιτήσεως σε εναγόμενο που δεν καταχώρησε εμφάνιση —Έκδοση απόφασης στην απουσία του.

Η αίτηση για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση των αιτούμενων προνομιακών διαταγμάτων, καταχωρήθηκε από το Γενικό Εισαγγελέα. Με τα εν λόγω διατάγματα ζητείται η ακύρωση:

1. Του κλητηρίου εντάλματος αγωγής εναντίον της πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο και εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

2. Των διαταγμάτων και/ή οδηγιών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με τις οποίες χορηγήθηκε άδεια για επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος εκτός της δικαιοδοσίας.

3. Της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος της πιο πάνω αγωγής στους Εναγομένους 1.

4. Της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εναντίον των εναγομένων 1 για ποσό ΛΚ336.733.

Επίσης αξιώνεται αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης μέχρι της τελικής εκδίκασης της αίτησης για έκδοση του διατάγματος certiorari.

To πρώτο θέμα που εγείρεται στην παρούσα υπόθεση είναι κατά πόσο ο Γενικός Εισαγγελέας, ο οποίος δεν είναι διάδικος, νομιμοποιείται να καταχωρήσει την παρούσα αίτηση.

Αποφασίστηκε ότι:

Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, ο Γενικός Εισαγγελέας νομιμοποιείται να επέμβει και να ζητήσει την έκδοση διατάγματος certiorari για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Η παρούσα υπόθεση αφορά θέματα δημοσίου συμφέροντος, αφού αναφέρεται στις διεθνείς σχέσεις της Κύπρου.  Ο όρος “διεθνής σχέση” καλύπτει ευρύτατο φάσμα θεμάτων, μεταξύ των οποίων είναι η αναγνώριση ξένου κράτους, η δικαιοδοσία των δικαστηρίων εναντίον ξένων κρατών και η διπλωματική ασυλία.

[*805]Το Δικαστήριο διέπραξε νομική πλάνη όταν προχώρησε στην έκδοση άδειας για επίδοση ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στους εναγομένους 2, εκτός της δικαιοδοσίας, χωρίς προηγουμένως να εξασφαλιστεί σχετική άδεια, όπως προνοείται από τη Δ.2 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.  Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι το κλητήριο ένταλμα είναι άκυρο, οπότε συμπαρασύρονται σε ακυρότητα όλες οι μεταγενέστερες διαδικασίες.

Αναφορικά με το θέμα της ασυλίας και ετεροδικίας μεταξύ των κρατών που εγείρεται στην παρούσα υπόθεση, ο γενικός κανόνας είναι ότι κάθε χώρα σέβεται την κυριαρχία της άλλης και δεν την υπάγει στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων της.

Η αρχή της περιορισμένης ασυλίας (restrictive immunity) η οποία έχει υιοθετηθεί κατά τα τελευταία χρόνια από πολλά κράτη, καλύπτει θέματα που χαρακτηρίζονται σαν καθαρά κυβερνητικά (acta imperii).

Η ανέγερση κτιρίου πρεσβείας θεωρείται ακόμα και από τις χώρες που υιοθετούν την αρχή της περιορισμένης ασυλίας ως κυβερνητική πράξη. Η ασυλία δεν εφαρμόζεται μόνο όταν η συναλλαγή είναι καθαρά εμπορική.

Η πρεσβεία της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν αποτελεί χωριστή νομική προσωπικότητα. Είναι απλώς όργανο της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας και αντιπροσωπεύεται νομικά από την κυβέρνησή της. Τα μέλη της διπλωματικής αποστολής χαίρουν ασυλίας και δεν μπορούν να εναχθούν με βάση το Άρθρο 22 της Σύμβασης της Βιέννης του 1961, που κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί Συμβάσεως της Βιέννης του 1961 περί Διπλωματικών Σχέσεων (Κυρωτικό) Νόμο του 1968, Ν. 40/68.

Η είσοδος του δικαστικού επιδότη στο χώρο της πρεσβείας για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος χωρίς απόδειξη της παροχής σχετικής άδειας, συνιστά παράβαση του Άρθρου 22 της Σύμβασης της Βιέννης και είναι ως εκ τούτου παράνομη.

Η απόφαση που εκδόθηκε εναντίον της πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο, είναι εκ πρώτης όψεως λανθασμένη αφού εκδόθηκε με άκυρο κλητήριο ένταλμα, χωρίς να επιδοθεί στους Εναγομένους 1 η έκθεση απαιτήσεως και κυρίως γιατί λήφθηκε εναντίον ανύπαρκτου νομικά προσώπου.

Εν όψει της πρόθεσης του Δικαστηρίου για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για προνομιακό διάταγμα, η μη αναστολή [*806]της απόφασης θα καθιστούσε ουσιαστικά ανέφικτο το σκοπό της έκδοσης των διαταγμάτων που αξιώνονται λόγω της δυνατότητας εκτέλεσης της απόφασης.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι αιτούμενες αξιώσεις κρίνονται ως δικαιολογημένες και εκδίδονται τα αξιούμενα διατάγματα.

Η εκτέλεση της απόφασης εναντίον των εναγομένων 1, αναστέλλεται μέχρι της τελικής έκβασης της αίτησης που θα καταχωρηθεί. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

Eκδόθηκαν τα αιτούμενα διατάγματα. Kαμιά διαταγή για έξοδα.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Rex v. Amendt [1915] 2 K.B. 276,

Γενικός Εισαγγελέας (1989) 1 Α.Α.Δ. 97,

Adams v. Adams (Attorney-General Intervening) [1970] 3 All E.R. 572,

Duff Development Company Limited v. Government of Kelantan and Another [1924] A.C. 797,

Enqelke v. Mussman [1928] A.C. 433,

The Cristina [1938] 1 All E.R. 719,

The Parlement Belge [1880] L.R. 5 P.D. 197,

Kramer Italo Limited v. Government of the Kingdom of Belgium, Embassy of Belgium, Nigeria [1988] 103 I.L.R. 299,

Prentice, Shaw and Schiess Incorporated v. Government of the Republic of Bolivia [1984] 64 I.L.R. 685,

Λούκα v. Cyprus Pipes Industries Limited (1995) 1 A.A.Δ. 163,

Περρέλλα Τζεννάρο (Aρ. 4) (1995) 1 Α.Α.Δ. 933.

Aίτηση.

Aίτηση με την οποία ο Γενικός Eισαγγελέας ζητά να του επιτραπεί να καταχωρήσει αίτηση για την έκδοση προνομιακού δια[*807]τάγματος certiorari, με το οποίο επιδιώκεται η παραπομπή ενώπιον του Aνωτάτου Δικαστηρίου του φακέλου της υπόθεσης Aρ. Aγ. 12017/95 του E.Δ. Λ/σίας και η ακύρωση: α) του κλητηρίου εντάλματος της πιο πάνω αγωγής, β) του διατάγματος με το οποίο χορηγήθηκε άδεια για επίδοση του κλητηρίου εκτός δικαιοδοσίας, γ) της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος στους εναγομένους 1 και δ) η απόφαση του Eπ. Δικ. Λ/σίας εναντίον των εναγομένων 1 για το ποσό £336.733.

Ε. Λοϊζίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α με Μαίρη-Αν Μάρκου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.

NIKOΛAΪΔHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Στις 29.12.1995 καταχωρήθηκε εναντίον της πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο και εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας η αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αρ. 12017/95. Την ίδια μέρα καταχωρήθηκε μονομερής αίτηση (ex parte) για καταχώρηση και σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος και επίδοσης ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος προς τη Ρωσική Ομοσπονδία (εναγόμενους 2) εκτός δικαιοδοσίας.

Στις 20.5.1996 δόθηκε άδεια για επίδοση ειδοποίησης κλητηρίου εντάλματος στους εναγόμενους 2 εκτός δικαιοδοσίας και άδεια για επίδοση διά της διαβιβάσεως της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στο Υπουργείο Εξωτερικών των εναγομένων 2 στη Μόσχα. Ύστερα από διάφορα διαβήματα, στις 7.5.1997 εκδόθηκε απόφαση εναντίον της πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο (εναγόμενοι 1).

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αίτηση για τη σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος καταχωρήθηκε στις 29.12.1995, μετά την καταχώρηση της αγωγής και μέσα στα πλαίσια της αγωγής. Η απόφαση εναντίον των εναγομένων 1 εξασφαλίστηκε ύστερα από αίτηση λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης από οποιονδήποτε των εναγομένων.

Με την παρούσα αίτηση αξιώνεται από το Γενικό Εισαγγελέα η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση προνομιακού διατάγματος Certiorari για παραπομπή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ακύρωση του κλητηρίου εντάλματος της πιο πάνω αγωγής.

Αξιώνεται επίσης η χορήγηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari για ακύρωση των διαταγμά[*808]των και/ή οδηγιών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 20.5.1996, με τις οποίες  χορηγήθηκε άδεια για επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος εκτός της δικαιοδοσίας και/ή διά της απ’ ευθείας διαβίβασης της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Αξιώνεται περαιτέρω άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση Certiorari για την ακύρωση της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος της πιο πάνω αγωγής στους εναγόμενους 1, καθώς και άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari για ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εναντίον των εναγομένων 1 για ποσό Λ.Κ.336.733.  Τέλος αξιώνεται αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης μέχρι της τελικής εκδίκασης της αίτησης για έκδοση του διατάγματος Certiorari που θα καταχωρηθεί.

Η αίτηση καταχωρήθηκε από το Γενικό Εισαγγελέα ο οποίος βέβαια δεν είναι διάδικος στη ρηθείσα αγωγή. Το πρώτο θέμα που χρήζει εξέτασης είναι κατά πόσο ο Γενικός Εισαγγελέας νομιμοποιείται στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης. Σύμφωνα με το Άρθρο 113.2 του Συντάγματος ο Γενικός Εισαγγελέας έχει εξουσία κατά την κρίση του προς το δημόσιο συμφέρον να κινεί, διεξάγει, επιλαμβάνεται και συνεχίζει ή διακόπτει οποιανδήποτε δικαστική διαδικασία.  Το θέμα της νομιμοποίησης του Γενικού Εισαγγελέα απασχόλησε τη νομολογία από πολύ παλιά (βλ. Rex v. Amendt [1915] 2 K.B. 276, που αναφέρθηκε και στην υπόθεση Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (1989) 1 Α.Α.Δ. 97).

Στην υπόθεση Adams v. Adams (Attorney-General intervening) [1970] 3 All E.R. 572, αποφασίστηκε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας έχει το δικαίωμα παρέμβασης σε δικαστικά διαβήματα μεταξύ ιδιωτών όταν υπάρχει πιθανότητα να επηρεαστούν τα προνόμια του Στέμματος, περιλαμβανομένων και των σχέσεων με άλλα κράτη.

Επίσης στην υπόθεση Duff Development Company Limited v. Government of Kelantan and Another [1924] A.C 797, επετράπη κατά την εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον της Βουλής των Λόρδων η εμπλοκή και συμμετοχή του Γενικού Εισαγγελέα, γιατί τα νομικά ερωτήματα που εγείρονταν αφορούσαν άμεσα τις σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με άλλη χώρα.

Στην παρούσα υπόθεση η εκδοθείσα απόφαση ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ της Κύπρου και της Ρωσικής Ομοσπονδίας, λόγω κυρίως των διάφο[*809]ρων θεμάτων που εγείρονται αναφορικά με την υπαγωγή της ξένης αυτής χώρας στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και στη διαδικασία που ακολουθήθηκε, ερωτήματα με τα οποία θα ασχοληθώ στη συνέχεια. Σαφώς η παρούσα υπόθεση αφορά θέματα δημοσίου συμφέροντος, αφού αναφέρεται στις διεθνείς σχέσεις της Κύπρου. Θα πρέπει να πούμε ότι ο όρος “διεθνής σχέση” καλύπτει ευρύτατο φάσμα θεμάτων, από την αναγνώριση ξένου κράτους (όπως έγινε στην υπόθεση Adams v. Adams, ανωτέρω), της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων εναντίον ξένων κρατών (Duff Development, ανωτέρω), μέχρι ακόμα και θέματα διπλωματικής ασυλίας (Enqelke v. Mussman [1928] A.C 433 H.L.).

Εν όψει των πιο πάνω θεωρώ ότι ο Γενικός Εισαγγελέας νομιμοποιείται να επέμβει και να ζητήσει την έκδοση διατάγματος Certiorari για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Η πρώτη θεραπεία που αξιώνεται είναι η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari για ακύρωση του κλητηρίου εντάλματος. Είναι εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα ότι το κλητήριο ένταλμα με το οποίο έχει εγερθεί η αγωγή και το οποίο εκδόθηκε και σφραγίστηκε στις 29.12.1995, είναι εξ υπαρχής άκυρο. Οι λόγοι είναι ότι η αγωγή παρόλον ότι εσκοπείτο να επιδοθεί στους εναγόμενους 2 στο εξωτερικό, καταχωρήθηκε, σφραγίστηκε και πήρε αριθμό από το Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 29.12.1995, χωρίς προηγουμένως να εξασφαλιστεί σχετική άδεια, όπως προνοείται από τη Δ.2 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Βέβαια την ίδια ημέρα καταχωρήθηκε αίτηση για παροχή άδειας για καταχώρηση, η οποία όμως κατατέθηκε μέσα στα πλαίσια της ήδη καταχωρημένης αγωγής και όχι με χωριστή αίτηση.

Το θέμα απασχόλησε και το Επαρχιακό Δικαστήριο, το οποίο στις 20.5.1996 αφού δέκτηκε ότι οι Αγγλικοί Θεσμοί είναι πανομοιότυποι με τους δικούς μας Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας και αφού υπέθεσε ότι η αγγλική πρακτική που εφαρμόζεται δεν πρέπει να διαφέρει από την κυπριακή, κατέληξε ότι είναι δυνατό να υποβληθεί αίτηση με τον τρόπο που υποβλήθηκε και προχώρησε στην έκδοση άδειας για επίδοση ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στους εναγόμενους 2, εκτός της δικαιοδοσίας. Είναι δίκαιο να λεχθεί ότι το Δικαστήριο επεσήμανε την έλλειψη σχετικής άδειας και ζήτησε σχετικές εξηγήσεις, οι οποίες όμως φαίνεται ότι το έπεισαν για την ορθότητα της γραμμής που τελικά ακολουθήθηκε.

Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση το Δικαστήριο προφα[*810]νώς τελούσε υπό νομική πλάνη.  Οι δικοί μας Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας δεν είναι πανομοιότυποι με τους αγγλικούς, γιατί αντίθετα με την πρακτική που ακολουθείται στην Αγγλία, στην Κύπρο δεν υπάρχει ο θεσμός της παράλληλης δικαιοδοσίας. Χαρακτηριστικά η δική μας διατύπωση της Δ.2, θ.2, είναι επιτακτική αφού προνοεί ότι “ no writ of summons for service out of Cyprus all of which notice is to be given out of Cyprus shall be sealed without the leave of the Court or the Judge”. Τα πιο πάνω αποκτούν ιδιαίτερη σημασία εν όψει και του ότι οι εναγόμενοι 1 είναι, όπως θα δούμε πιο κάτω με μεγαλύτερη λεπτομέρεια, ανύπαρκτο νομικά πρόσωπο.

Τα πιο πάνω έχουν σχέση και με τη δεύτερη αξιούμενη θεραπεία που είναι η έκδοση Certiorari για ακύρωση των διαταγμάτων και/ή οδηγιών του Δικαστηρίου ημερ. 20.5.1996 με τις οποίες χορηγήθηκε ακριβώς άδεια για επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος εκτός της δικαιοδοσίας διά της απ’ ευθείας διαβίβασης της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Κατ’ αρχήν αφού δεν έχει ζητηθεί άδεια για σφράγιση με βάση τη Δ.2. θ.2, εκ πρώτης όψεως το κλητήριο ένταλμα είναι άκυρο, οπότε όλες οι μεταγενέστερες διαδικασίες συμπαρασύρονται σε ακυρότητα. Περαιτέρω το Δικαστήριο πριν εκδόσει το συγκεκριμένο διάταγμα με το οποίο χορηγείται άδεια για επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος εκτός της δικαιοδοσίας, δεν φαίνεται να απασχολήθηκε από το ότι οι μεν εναγόμενοι 1 είναι πρεσβεία ξένου κράτους διαπιστευμένη στην Κύπρο, ενώ οι εναγόμενοι 2 ξένο κυρίαρχο κράτος, ούτε και με τις νομικές επιπλοκές του θέματος.

Αναφορικά με το θέμα της ασυλίας και ετεροδικίας που απολαμβάνουν τα κράτη μεταξύ τους έχουν δημιουργηθεί στο Διεθνές Δίκαιο διάφορες θεωρίες. Αρχικά υπήρχε η θεωρία της πλήρους ή απόλυτης ασυλίας, ενώ στη συνέχεια δημιουργήθηκε η θεωρία της περιορισμένης ασυλίας. Ο γενικός κανόνας είναι ότι κάθε χώρα σέβεται την κυριαρχία της άλλης και δεν την υπάγει στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων της. Σύμφωνα με την αρχή par in parem non habet imperium τα δικαστήρια δεν μπορούν να ασκήσουν δικαιοδοσία επί του προσώπου ή της περιουσίας ξένης χώρας, εκτός αν η ίδια η ξένη χώρα δέχεται να υποβληθεί στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου (βλ. The Cristina [1938] 1 All E.R. 719, και The Parlement Belge [1880] L.R. 5 P.D. 197. Βλ. επίσης Cheshire’s Private International Law, Όγδοη Έκδοση, σελ. 96, 97).

Κατά τα τελευταία χρόνια πολλές χώρες έχουν περιορίσει την [*811]ασυλία που παρέχουν μόνο σε θέματα που χαρακτηρίζονται σε καθαρά κυβερνητικά (acta imperii).  Η θέση αυτή είναι γνωστή ως η αρχή της περιορισμένης ασυλίας (restrictive immunity).  Το Αγγλικό Κοινό Δίκαιο φαίνεται πως τα τελευταία χρόνια κλίνει προς την υιοθέτηση ακριβώς της γραμμής της περιορισμένης ασυλίας.

Στην παρούσα υπόθεση δεν είναι αναγκαίο να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσο στην Κύπρο ισχύει η απόλυτη ή η περιορισμένη ασυλία, αφού αναμφισβήτητα η ανέγερση κτιρίου πρεσβείας θεωρείται ακόμα και από τις χώρες που υιοθετούν την αρχή της περιορισμένης ασυλίας ως κυβερνητική πράξη (actus imperii) (βλ. Kramer Italo Limited v. Government of the Kingdom of Belgium, Embassy of Belgium, Nigeria [1988] 103 I.L.R. 299, απόφαση του Εφετείου της Νιγηρίας).  Η ασυλία δεν εφαρμόζεται μόνο όταν η συναλλαγή είναι καθαρή εμπορική (βλ. Prentice, Shaw and Schiess Incorporated v. Government of the Republic of Bolivia [1984] 64 I.L.R. 685, υπόθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Νότιας Αφρικής, όπου αποφασίστηκε ότι η εργοδότηση επιμετρητών ποσοτήτων σε σχέση με την ανέγερση πρεσβείας αναμφίβολα αποτελεί κυβερνητική πράξη (act iure imperii) ).

Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι η πρεσβεία της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν αποτελεί χωριστή νομική προσωπικότητα. Είναι απλώς όργανο της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας και βέβαια αντιπροσωπεύεται νομικά από την κυβέρνησή της. Οι πρεσβείες είναι δευτερεύοντα όργανα του κράτους και αποτελούν μέρος του Υπουργείου Εξωτερικών του διαπιστεύοντος κράτους. Έτσι τα μέλη της διπλωματικής αποστολής χαίρουν ασυλίας και δεν μπορούν να εναχθούν με βάση το άρθρο 22 της Σύμβασης της Βιέννης του 1961, που κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί Συμβάσεως της Βιέννης του 1961 περί Διπλωματικών Σχέσεων (Κυρωτικό) Νόμο του 1968, Ν. 40/68.

Στο κείμενο της αίτησης που καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο γίνεται μνεία της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί Κρατικού Προνομίου που έχει κυρώσει η Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί Ευρωπαϊκής Συμβάσεως περί Κρατικού Προνομίου Ετεροδικίας και Πρόσθετον Πρωτόκολλον (Κυρωτικό) Νόμο του 1976, Ν. 6/76. Όμως δεν έχει προσαχθεί μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι η Ρωσική Ομοσπονδία την έχει επίσης κυρώσει και συνεπώς το Δικαστήριο δεν μπορούσε να εφαρμόσει τις πρόνοιες της διεθνούς αυτής σύμβασης.

Αξιώνεται επίσης η ακύρωση της επίδοσης του κλητηρίου [*812]εντάλματος στους εναγομένους 1, που έγινε από λειτουργούς και/ή υπαλλήλους του δικαστηρίου ή από πρόσωπα εξουσιοδοτημένα κατάλληλα. Σύμφωνα με το άρθρο 22 της Σύμβασης της Βιέννης, οι χώροι της διπλωματικής αποστολής που είναι διαπιστευμένη σ’ ένα κράτος είναι απαραβίαστοι και δεν επιτρέπεται σε πρόσωπα που ενεργούν εκ μέρους του παρ’ ω η διαπίστευση κράτους να εισέρχονται στους χώρους της, εκτός με τη συγκατάθεση του αρχηγού της αποστολής. Με βάση την πρόνοια αυτή, η είσοδος του δικαστικού επιδότη στο χώρο της πρεσβείας για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος χωρίς απόδειξη της παροχής σχετικής άδειας, φαίνεται ότι είναι παράνομη.

Οι ενάγοντες εξασφάλισαν τελικά απόφαση εναντίον των εναγομένων 1, απόφαση της οποίας ζητείται η ακύρωση. Από το φάκελο της υπόθεσης φαίνεται ότι η απόφαση εκδόθηκε με μονομερή αίτηση χωρίς να επιδοθεί στους εναγόμενους η έκθεση απαίτησης. Όπως έχει αναφερθεί και στην υπόθεση Μιχάλης Λούκα v. Cyprus Pipes Industries Limited, Πολ. Εφ. 8435, ημερ. 28.2.1995, δεν επιβάλλεται από τους θεσμούς ως προϋπόθεση η επίδοση της έκθεσης απαίτησης πριν την έκδοση απόφασης λόγω παράλειψης του εναγόμενου να εμφανιστεί, παρέχεται όμως διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να διατάξει τέτοια  επίδοση, η οποία και συνήθως διατάσσεται σε περιπτώσεις όπου η απαίτηση δεν είναι εκκαθαρισμένη. 

Περαιτέρω θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η απόφαση εκδόθηκε εναντίον της πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο η οποία όπως είδαμε πιο πάνω, είναι ανύπαρκτο νομικά πρόσωπο, αφού αποτελεί ουσιαστικά όργανο του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας.  Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι εκ πρώτης όψεως και η απόφαση αυτή είναι λανθασμένη και συνεπώς δικαιολογείται η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari με το οποίο να αξιώνεται η ακύρωσή της για περισσότερους από ένα λόγους.  Φαίνεται ότι εκδόθηκε με άκυρο κλητήριο ένταλμα, χωρίς να επιδοθεί στους εναγόμενους 1 η έκθεση απαίτησης και κυρίως γιατί έχει εξασφαλιστεί εναντίον ανύπαρκτου νομικά προσώπου.

Τέλος αξιώνεται αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης που εξασφαλίστηκε στις 7.5.1997. Νομίζω ότι εν όψει της πρόθεσής μου να παραχωρήσω άδεια για καταχώρηση αίτησης για προνομιακό διάταγμα δεν τίθεται θέμα μη αναστολής της εκτέλεσης της απόφασης μέχρι της τελικής έκβασης της αίτησης που θα καταχωρηθεί. Η μη αναστολή της απόφασης θα καθιστούσε ουσιαστικά [*813]ανέφικτο το σκοπό της έκδοσης των διαταγμάτων που αξιώνονται λόγω της δυνατότητας εκτέλεσης της απόφασης. Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Αναφορικά με τον Τζεννάρο Περέλλα, Αίτ. αρ. 137/95 όπου στις 14.11.1995 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα με το οποίο αναστάληκε η διαδικασία έκδοσης φυγόδικου στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, για όσο χρόνο εκκρεμούσε η αίτηση για έκδοση Certiorari.

Πριν τελειώσω θα ήθελα να επαναλάβω, στην περίπτωση που δεν έχει γίνει σαφές, ότι σε όλα μου τα πιο πάνω συμπεράσματα καταλήγω εκ πρώτης όψεως με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και πάντα έχοντας υπ’ όψη τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος παροχής άδειας για καταχώρηση αίτησης Certiorari.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους βρίσκω τις αιτούμενες αξιώσεις ως δικαιολογημένες και εκδίδω τα αξιούμενα διατάγματα. Παρέχεται άδεια στο Γενικό Εισαγγελέα να καταχωρήσει αίτηση για την έκδοση προνομιακού διατάγματος Certiorari ως οι παράγραφοι (Α), (Β) (Γ) και (Δ) της αίτησης εντός ενός μηνός από σήμερα.

Αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης στην αγωγή Επαρχ. Δικαστηρίου Λευκωσίας αρ. 12017/95, που εξασφαλίστηκε εναντίον των εναγομένων 1, μέχρι της τελικής έκβασης της αίτησης που θα καταχωρηθεί.  Καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα.

Eκδίδονται τα αιτούμενα διατάγματα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο