(1997) 1 ΑΑΔ 916
[*916]30 Ιουλίου, 1997
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
EΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΕΡΤΙΟΡΑΡΙ (CERTIORARI) ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΜΟΥ (PROHIBITION) ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ TRANS DOL SHIPPING LIMITED,
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟ
ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΕΚΔΟΘΕΝ ΤΗΝ 23.7.1997 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝ ΓΕΝΕΙ
ΕΚΔΙΚΑΣΙΝ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ 191/97 ΥΠΟ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ,
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
METAΞY:
ΑLEXANDER IVANOVIC KLIOUEV,
Αιτητής στην Αίτηση Εταιρειών 191/97 Ε.Δ. Λεμεσού,
v.
TRANS DOL SHIPPING LIMITED,
Καθ’ ου η αίτηση στην Αίτηση Εταιρειών,
(Αίτηση Αρ. 92/97).
Προνομιακά Eντάλματα — Certiorari και Prohibition — Αίτηση για χορήγηση άδειας καταχώρησης αίτησης με σκοπό την έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση συντηρητικού διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο, μετά από μονομερή αίτηση, κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 9(1) και 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης — Δεν είχαν καταδειχθεί λόγοι που να δεικνύουν το επείγον του θέματος, ώστε να δικαιολογείται έκδοση του διατάγμα[*917]τος χωρίς να ακουσθεί η άλλη πλευρά — Κρίθηκε ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας, παρά την ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου.
Ο αιτητής στην αίτηση για έκδοση του συντηρητικού διατάγματος, ήταν μέτοχος της αιτήτριας στην παρούσα αίτηση, υπεράκτιας εταιρείας εγγεγραμμένης στην Κύπρο. Στην ίδια εταιρεία εργαζόταν και ο γυιός του, ο οποίος απολύθηκε λόγω οικονομικών ατασθαλιών και αντιμετώπιζε ποινική δίωξη. Ο εν λόγω αιτητής, καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την αίτηση υπ’ αρ. 19/97, για διάλυση της εταιρείας. Επίσης πέτυχε την έκδοση του επίδικου συντηρητικού διατάγματος, μετά από μονομερή αίτηση, με το οποίο εδιατάσσετο η εταιρεία να του επιτρέψει να επιθεωρήσει και λάβει αντίγραφα των βιβλίων, καταστάσεων, τραπεζικών λογαριασμών και άλλων εγγράφων σχετικών με τις εργασίες και την οικονομική της κατάσταση. Περαιτέρω, απαγόρευε στην εταιρεία να αποξενώσει περιουσιακά της στοιχεία εκτός για σκοπούς των εργασιών της και να καταστρέψει ή παραποιήσει βιβλία και άλλα έγγραφά της.
Σχετικό με την υπόθεση είναι και το γεγονός ότι, ανταγωνιστής της εταιρείας, με την βοήθεια του γυιού του αιτητή, κατάφερε να αποσπάσει τέσσερα πλοία από τη διαχείριση της εταιρείας και να τα θέσει υπό τη δική του διαχείριση.
Η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι το εκδοθέν συντηρητικό διάταγμα παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης λόγω του ότι:
Εκδόθηκε με μονομερή αίτηση, χωρίς απόδειξη του επείγοντος του διατάγματος, οι δε συνέπειές του θα είναι καταστροφικές για την εταιρεία.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η μη παροχή στον επηρεαζόμενο ευκαιρίας να ακουστεί, όταν από τη φύση της διαδικασίας του αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα, συνιστά παράβαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης η οποία ακυρώνεται με ένταλμα Certiorari.
2. Η παράδοση όλων των εγγράφων της εταιρείας στα χέρια του αιτητή, εγκυμονεί, εν όψει των συνθηκών της παρούσας υπόθεσης, όχι απλά μεγάλο κίνδυνο για την εταιρεία, αλλά και πλήρη εξαφάνισή της.
3. Ο όρος που τίθεται στο διάταγμα,ότι τα έγγραφα αυτά θα χρησι[*918]μοποιηθούν μόνο για σκοπούς δικαστικής διαδικασίας, μόνο θεωρητική σημασία μπορεί να έχει.
4. Δεν έχουν τηρηθεί οι πρόνοιες του Άρθρου 9(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, που απαιτεί την απόδειξη ενώπιον δικαστηρίου του στοιχείου του επείγοντος, απόδειξη που σύμφωνα με το συγκεκριμένο άρθρο αποτελεί όρο για την ύπαρξη της εξουσίας του Δικαστηρίου, προς έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος μετά από μονομερή αίτηση.
Ο χρόνος των δεκαπέντε ημερών, μεταξύ έκδοσης και εκδίκασης του συντηρητικού διατάγματος, συνιστά παραβίαση του Άρθρου 9(3) του Κεφ. 6. Όμως συμμόρφωση της αιτήτριας με τις πρόνοιες διατάγματος μικρότερης διάρκειας, θα ήταν και πάλι καταστροφική, λόγω της δραστικότητάς του και των κινδύνων που εγκυμονεί.
Εν όψει των ανωτέρω παρέχεται η αιτούμενη άδεια.
Η ισχύς του προσωρινού διατάγματος αναστέλλεται μέχρι την καταχώρηση της αίτησης και εφ’ όσον αυτή καταχωρηθεί μέσα στο χρόνο που προσδιορίστηκε, μέχρι την αποπεράτωσή της. Η διαδικασία της αίτησης 19/97, αναστέλλεται επίσης για την ίδια περίοδο.
Παραχωρήθηκε η αιτούμενη άδεια. Kαμιά διαταγή για έξοδα.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Πιττάκης και Άλλη (1990) 1 Α.Α.Δ. 296,
Μαγκάκη (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068,
Tτοουλιάς (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 62,
Γενικός Εισαγγελέας (1993) 1 Α.Α.Δ. 442,
Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (Aρ. 3) (1996) 1 A.A.Δ. 1066,
Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,
In re Panaretou (1972) 1 C.L.R. 165,
In re Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100,
[*919]In re Loucis P. Loucaides Ltd. (1986) 1 C.L.R. 154,
Stavros Hotel Apartments Ltd. και Άλλοι (Aρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 389,
Aeroflot Russian International Airlines (1996) 1 C.L.R. 145,
BP Cyprus Ltd. (1996) 1 A.A.Δ. 861,
In re Philippou (1986) 1 C.L.R. 568.
Aίτηση.
Aίτηση με την οποία ο αιτητής ζητά άδεια για υποβολή αίτησης για έκδοση των προνομιακών διαταγμάτων certiorari και prohibition, με τα οποία να ακυρώνεται το ενδιάμεσο συντηρητικό διάταγμα ημερ. 23.7.97 του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Γ. Eρωτοκρίτου, Π.E.Δ., Δ. Mιχαηλίδου, A.E.Δ.) στην Aίτηση Eταιρειών 191/97.
Α. Νεοκλέους με Ε. Κουδουνάρη (κα), για τους Αιτητές.
Ρ. Παπαθωμά Καλλίγερου (κα), για τον Καθ’ ου η αίτηση Alexander Ivanovic Kliouev.
NIKOΛAΪΔHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την παρούσα αίτηση αξιώνεται άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διαταγμάτων Certiorari και Prohibition με τα οποία να ακυρώνεται διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερ. 23.7.1997.
H αιτήτρια είναι υπεράκτια εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο, ασχολείται δε με τη διαχείριση πλοίων. Το μετοχικό της κεφάλαιο κατέχεται από τους Alexandre Ivanovic Kliouev με 30%, Andrei Prochoutinski 40% και την Valentina Shoukhareva 30%. Ο γιος του Kliouev, Alexandre Alexandrovic Kliouev, εργαζόταν στην εταιρεία μαζί με τους άλλους δύο μετόχους. Σύμφωνα με τους ενώπιόν μου ισχυρισμούς, σε έλεγχο που έγινε στην εταιρεία τον Φεβρουάριο του 1997, ανακαλύφθηκαν οικονομικές ατασθαλίες και σαν αποτέλεσμα η εργοδότηση του Alexandrovic Kliouev τερματίστηκε, η δε υπόθεση καταγγέλθηκε στην αστυνομία.
Στις 8.7.1997 καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού από τον Ivanovic Kliouev, η υπ’ αρ. 19/97 αίτηση για διάλυση της εταιρείας. Στην ίδια διαδικασία ύστερα από σχετική αί[*920]τηση εκδόθηκε στις 15.7.1997 προσωρινό διάταγμα το οποίο ορίστηκε για τις 22.7.97. Για ακύρωση του διατάγματος καταχωρήθηκε αίτηση Certiorari, αλλά όταν στις 22.7.1997 το συντηρητικό διάταγμα ακυρώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο, η αίτηση αποσύρθηκε στις 23.7.1997.
Την ίδια ημερομηνία, ύστερα από μονομερή αίτηση του Ivanovic Kliouev, εκδόθηκε συντηρητικό διάταγμα σύμφωνα με το οποίο διατάσσεται η εταιρεία όπως επιτρέψει στον αιτητή συνοδευόμενο από το νομικό του σύμβουλο και άλλο πρόσωπο με προσόντα ελεγκτή, να εισέλθει στα γραφεία της εταιρείας με σκοπό να επιθεωρήσει και λάβει αντίγραφα των βιβλίων, καταστάσεων, τραπεζικών λογαριασμών, αποδείξεων πληρωμών και εισπράξεων, οδηγιών προς τις τράπεζες προς τις οποίες η εταιρεία έχει τραπεζικούς λογαριασμούς, συμφωνιών με τρίτα πρόσωπα και γενικά όλα τα έγγραφα που σχετίζονται με τις εργασίες και οικονομική κατάσταση της εταιρείας. Περαιτέρω απαγορεύεται στην εταιρεία η αποξένωση οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων εκτός για σκοπούς εργασιών της εταιρείας και τέλος απαγορεύεται στην εταιρεία η καταστροφή, εξαφάνιση, διάθεση, παραποίηση ή αλλοίωση των βιβλίων και άλλων εγγράφων της.
Το διάταγμα εκδόθηκε με συγκεκριμένους όρους όπως για παράδειγμα ότι ο αιτητής δεσμεύεται όπως μη χρησιμοποιήσει χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου οποιαδήποτε έγγραφα που θα εξασφάλιζε με το διάταγμα για οποιοδήποτε άλλο σκοπό εκτός του σκοπού της παρούσας διαδικασίας ή άλλης διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου. Το προσωρινό διάταγμα ορίστηκε στις 6.8.1997.
Θα πρέπει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι στο πεδίο δραστηριοτήτων της αιτήτριας εταιρείας στην Κύπρο υπάρχει μόνο ένας ανταγωνιστής, ο οποίος με τη βοήθεια του Alexandrovic Kliouev κατάφερε ήδη να αποσπάσει τέσσερα πλοία που βρίσκονταν υπό τη διαχείριση της εταιρείας και να τα θέσει υπό τη δική του διαχείριση.
Άνκαι η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε χωρίς ειδοποίηση σε οποιονδήποτε κατά τη σημερινή διαδικασία παρουσιάστηκε ως εκπροσωπούσα τον Alexandre Ivanovic Kliouev η κα Καλιγέρου στην οποία επετράπη να αγορεύσει και ενστεί στην έκδοση του παρόντος διατάγματος.
Η παρούσα αίτηση βασίζεται ουσιαστικά στον ισχυρισμό ότι [*921]το εκδοθέν συντηρητικό διάταγμα παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης για σειρά λόγων. Έχει εκδοθεί με μονομερή αίτηση χωρίς να αποδειχθεί η ύπαρξη του επείγοντος του διατάγματος, οι συνέπειές του θα είναι καταστροφικές για την εταιρεία αφού συμμόρφωση με αυτό εγκυμονεί τον σοβαρό κίνδυνο τα έγγραφα της εταιρείας και μαζί τους η ειδική τεχνολογική γνώση που η εταιρεία διαθέτει να πέσει στα χέρια ανταγωνιστών και τρίτο γιατί ο χρόνος που υπάρχει από της ημερομηνίας έκδοσής του μέχρι της ημερομηνίας που ορίστηκε ξανά η αίτηση (23.7.1997 με 6.8.1997) είναι μεγάλος.
Είναι αναμφισβήτητο ότι παραβίαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης είναι λόγος ακύρωσης της με ένταλμα Certiorari (Aναφορικά με την αίτηση Αβραάμ Πιττάκη και Άλλης, Αίτηση αρ. 149/89, ημερ. 19.4.1990. Βλέπε επίσης Αναφορικά με Μιχάλη Μαγκάκη, Αίτηση αρ. 161/90, ημερ. 6.12.1990 και Αναφορικά με Χαράλαμπο Ττοουλιά, Αίτηση αρ. 21/89, ημερ. 15.3.1989).
Είναι γνωστή η αρχή ότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού διατάγματος δεν αποτελεί υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ούτε μέσο της εποπτείας της διαδικασίας του πρωτόδικου δικαστηρίου ή της πρακτικής που ακολουθεί (Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα 80/93, ημερ. 22.6.1993). Το ένταλμα Certiorari δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ούτε σαν έφεση υπό μεταμφίεση, ούτε σαν μέσο επανακρόασης του ζητήματος που εγείρεται (Αναφορικά με την εταιρεία Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ, Αίτηση αρ. 174/96, ημερ. 9.10.1996).
Είναι αλήθεια ότι η παράδοση όλων των εγγράφων της εταιρείας, με την ευρύτητα που περιέχει ο όρος σύμφωνα με το συντηρητικό διάταγμα, στα χέρια ενός κάθε άλλο παρά ευνοϊκά διακείμενου προς την εταιρεία ατόμου, όπως είναι ο Ivanovic Kliouev, πατέρας προσώπου που αντιμετωπίζει ποινική δίωξη που ενεργοποίησε η αιτήτρια εταιρεία, μπορεί πράγματι να εγκυμονεί, όχι απλώς μεγάλο κίνδυνο για την εταιρεία, αλλά και το ενδεχόμενο πλήρους εξαφάνισής της από το επιχειρηματικό προσκήνιο, αν τα έγγραφα αυτά στα οποία περιλαμβάνονται, και αντιγράφω από το διάταγμα του Δικαστηρίου, “αντίγραφα συμφωνιών με τρίτα πρόσωπα και γενικά όλα τα έγγραφα που σχετίζονται με τις εργασίες και οικονομική κατάσταση της εταιρείας” καταλήξουν στα χέρια των ανταγωνιστών της.
Ο όρος που τίθεται στο ίδιο διάταγμα ότι τα έγγραφα αυτά θα χρησιμοποιηθούν μόνο για σκοπούς της δικαστικής διαδικα[*922]σίας, θεωρητική μόνο σημασία μπορεί να έχει και καταντά σε απλή έκφραση ευχής. Η όλη πιθανότητα καταστροφής της εταιρείας συμπληρώνεται και με την απαγόρευση διακίνησης των οικονομικών της πόρων που επίσης προβλέπεται από το διάταγμα. Βέβαια η εταιρεία διατηρεί τη δυνατότητα διακίνησης των κεφαλαίων της για σκοπούς της επιχείρησης, αλλά και πάλι θα είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί η τήρηση των όρων του διατάγματος, αφού ουσιαστικά μετατρέπει τον οποιονδήποτε τραπεζικό υπάλληλο σε κριτή που θα πρέπει να αποφασίσει αν η συγκεκριμένη δαπάνη βρίσκεται μέσα στα πλαίσια του συγκεκριμένου διατάγματος.
Δεν μου διαφεύγει η αρχή ότι δεν χωρεί η έκδοση άδειας προνομιακού διατάγματος αν ο αιτητής διαθέτει άλλα ένδικα μέσα, όμως το Ανώτατο Δικαστήριο σε σπάνιες περιπτώσεις και κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις μπορεί να παραχωρήσει άδεια (Αναφορικά με Γεώργιο Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Η παρούσα υπόθεση νομίζω είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις. Παρόλον ότι η αιτήτρια εταιρεία έχει στη διάθεση της άλλα ένδικα μέσα όπως η έφεση ή ακόμα και η ένσταση στην αίτηση, εν τούτοις οι καταστροφικές συνέπειες που εγκυμονούνται σε συνάρτηση με τις όλες περιστάσεις είναι τέτοιες που να δικαιολογούν την έκδοση του αιτουμένου διατάγματος.
Σε σωρεία αποφάσεων έχει τονιστεί ότι η μη παροχή στον επηρεαζόμενο της ευκαιρίας να ακουστεί, όταν από τη φύση της διαδικασίας του αναγνωρίζεται το δικαίωμα αυτό, αποτελεί κλασσική περίπτωση παράβασης των αρχών φυσικής δικαιοσύνης (In re Panaretou (1972) 1 C.L.R 165, In re Antoniοs Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100, In re Loucis P. Loucaides Ltd (1986) 1 C.L.R. 154, 158).
Όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση Ιn Re Stavros Hotel Appartments Ltd και Άλλων, Αίτηση 70/94, ημερ. 20.5.1994, οι επιπτώσεις του διατάγματος που εκδόθηκε στην επιχειρηματική δραστηριότητα της αιτήτριας εταιρείας είναι δραστικές. Η εφαρμογή του έστω και προσωρινά θα θέσει την εταιρεία μπροστά στο φάσμα της ολικής καταστροφής. Το διάταγμα παρά τις ενδεχόμενες καταστροφικές του συνέπειες εκδόθηκε χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στην αιτήτρια εταιρεία να προβάλει τη θέση της. Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου δεν φαίνεται ότι υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος έκδοσης του συγκεκριμένου διατάγματος επειγόντως και χωρίς προηγουμένως να επιδοθεί η αίτηση στην εταιρεία, ιδιαίτερα αν [*923]λάβει κανένας υπ’ όψη το γεγονός ότι η εταιρεία είχε ήδη καταχωρήσει εμφάνιση στην αίτηση για διάλυση. Θεωρώ ότι δεν έχουν τηρηθεί οι πρόνοιες του άρθρου 9(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 που απαιτεί την απόδειξη ενώπιον του δικαστηρίου του στοιχείου του επείγοντος, απόδειξη που σύμφωνα με το συγκεκριμένο άρθρο αποτελεί όρο για την ύπαρξη της εξουσίας του Δικαστηρίου προς έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος μετά από μονομερή αίτηση.
Στην υπόθεση In Re Aeroflot Russian International Airlines, Αίτηση αρ. 26/96, ημερ. 9.2.1996, το Δικαστήριο έλαβε ιδιαίτερα υπ’ όψη ότι παρά τις δραστικές και καταστροφικές επιπτώσεις του συντηρητικού διατάγματος πάνω στην επιχειρηματική δραστηριότητα των αιτητών εκδόθηκε χωρίς να τους δοθεί η ευκαιρία να προβάλουν τη θέση τους.
Τέλος ένα άλλο σημείο που θα μπορούσε να συνηγορήσει υπέρ της έκδοσης του αιτουμένου διατάγματος είναι και το διάστημα των δεκαπέντε ημερών που μεσολαβεί από της ημερομηνίας έκδοσης του συντηρητικού διατάγματος, μέχρι της ημερομηνίας που ορίστηκε για εκδίκαση. Παρόλον ότι το διάστημα αυτό αντικειμενικά μπορεί να μην είναι πολύ μεγάλο, εν τούτοις εν όψει της δραστικότητας και των συνεπειών του διατάγματος θα μπορούσε να θεωρηθεί υπερβολικό. Σύμφωνα με το άρθρο 9(3) του Κεφ.6 διατάγματα που εκδίδονται ex parte παραμένουν σε ισχύ μόνο για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται προς επίδοσή τους στα πρόσωπα που επηρεάζονται. Κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης και κυρίως, όπως είπαμε πιο πάνω, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις επιπτώσεις του διατάγματος θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ο χρόνος των δεκαπέντε ημερών αποτελούσε μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του άρθρου 9(3) του Κεφ.6 (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας BP Cyprus Ltd, Αίτηση αρ. 143/96, ημερ. 1.8.1996 και In Re Philippou (1986) 1 C.L.R. 568). Όμως ακριβώς λόγω της δραστικότητας του διατάγματος και των κινδύνων που εγκυμονεί η συμμόρφωση του ο χρόνος δεν έχει πλέον σημασία γιατί ακόμη κι’ αν το διάταγμα ίσχυε και για μικρότερο χρονικό διάστημα, η συμμόρφωση της αιτήτριας εταιρείας με τις πρόνοιές του μπορούσε να ήταν ούτως ή άλλως καταστροφική.
Εν όψει όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι θα πρέπει να παραχωρηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Prohibition. H αίτηση να καταχωρηθεί μέσα σε δύο εβδομάδες από σήμερα και να οριστεί το ταχύτερο δυ[*924]νατό.
Η ισχύς του διατάγματος που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας αναστέλλεται μέχρι της τελικής εκδίκασης της αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari, εφ’ όσον βέβαια η σχετική αίτηση θα καταχωρηθεί στον πιο πάνω καθοριζομένο χρόνο. Η διαδικασία της αίτησης 191/97 αναστέλλεται επίσης για την ίδια περίοδο. Καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα.
Παραχωρείται η αιτούμενη άδεια. Kαμία διαταγή για έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο