Γεωργίου Παύλος και Άλλοι ν. Aνδρέα Πιερίδη (1997) 1 ΑΑΔ 1194

(1997) 1 ΑΑΔ 1194

[*1194]23 Σεπτεμβρίου, 1997

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟI,

Εφεσείοντες,

v.

ΑΝΔΡΕΑ ΠΙΕΡΙΔΗ,

Εφεσίβλητου.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 8959).

 

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Επιμερισμός ευθύνης — Επικίνδυνο προσπέρασμα — Σύγκρουση στον κύριο δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού, μεταξύ αυτοκινήτου σαλούν που οδηγούσε ο εφεσίβλητος και αρθρωτού οχήματος που οδηγούσε ο εφεσείων, όταν ο τελευταίος στην προσπάθειά του να προσπεράσει προπορευόμενο φορτηγό, απέκοψε την πορεία του εφεσίβλητου — Επιμερισμός ευθύνης 85% για τον εφεσείοντα και 15% για τον εφεσίβλητο — Επικυρώθηκε από το Εφετείο.

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Επιμερισμός ευθύνης — Αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου — Αρχές με βάση τις οποίες δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου — Ποίοι παράγοντες λαμβάνονται υπ’ όψιν στον επιμερισμό ευθύνης.

Το ατύχημα συνέβηκε στο νέο κύριο δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού.  Ο εφεσίβλητος οδηγώντας το σαλούν αυτοκίνητό του κατευθύνετο προς Λευκωσία με ταχύτητα 70-75 μ.α.ω., υπερβαίνοντας κατά 15 μ.α.ω. το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας. Προσπέρασε προπορευόμενο όχημα και παρέμεινε στη δεξιά λωρίδα με σκοπό να προσπεράσει και αρθρωτό όχημα φορτωμένο με εμπορευματοκιβώτιο το οποίο οδηγούσε ο εφεσείων στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Όταν ο εφεσίβλητος το πλησίασε σε απόσταση περίπου 80 μ., το αρθρωτό προχώρησε για να καταλάβει τη δεξιά λωρίδα χωρίς να προειδοποιήσει, ώστε να προσπεράσει προπορευόμενο φορτηγό, το οποίο ο εφεσίβλητος δεν είχε δει. Ο εφεσίβλητος φρέναρε αλλά δεν απεφεύχθη η σύγκρουση λόγω του ότι η απόσταση ήταν σχετικά μικρή και η ταχύτητα του εφεσίβλητου μεγάλη.

[*1195]Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιμέτρησε την ευθύνη σε ποσοστό 85% για τον εφεσείοντα τον οποίο έκρινε ως τον κύριο υπεύθυνο και σε ποσοστό 15% για τον εφεσίβλητο, εν όψει της ταχύτητάς του και λόγω του ότι δεν αντιλήφθηκε το όχημα έμπροσθεν του αρθρωτού.

Η έφεση περιορίστηκε μόνο στον επιμερισμό ευθύνης στα ποσοστά που καθόρισε το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο επιμερισμός ευθύνης αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο εφ’ όσον καταδεικνύεται ότι εφαρμόστηκε εσφαλμένη αρχή δικαίου ή παραγνωρίστηκε ουσιώδες γεγονός ή παράγων.

2.  Στον επιμερισμό ευθύνης λαμβάνονται υπ’ όψιν δύο παράγοντες: η αιτιώδης συνάφεια και η μεμπτότητα.

3.  Στην παρούσα υπόθεση, πρωταρχική και άμεση αιτία του ατυχήματος ήταν η οδική συμπεριφορά του εφεσείοντα.  Επιπρόσθετα η μεμπτότητά του, συνετέλεσε σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από αυτή του εφεσίβλητου, στο δυστύχημα, λόγω της δημιουργίας τεράστιου κινδύνου για μικρότερα οχήματα που θα επιχειρούσαν να τον προσπεράσουν, καθώς επίσης και της παράλειψής του να διαπιστώσει ποία ήταν η πίσω κατάσταση.

4.  Ο επιμερισμός της ευθύνης όπως καθορίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι ορθός.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

British Fame (Owners) v. Macgregor (Owners) [1943] A.C. 197,

Quintas v. National Smelting Co. Ltd. [1961] 1 All E.R. 630,

Brown v. Thompson [1968] 2 All E.R. 708,

Kyriacou v. Aristotelous (1970) 1 C.L.R. 172,

Baker v. Willoughby [1969] 3 All E.R. 1528,

Χριστοδούλου v. Γρηγορίου (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 178.

[*1196]Έφεση.

Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Σ. Z. Nικολαΐδης, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 12/4/93 (Aρ. Aγωγής 1858/85), με την οποία καταμερίστηκε ευθύνη σ’ αυτούς 85% για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος.

Α. Δράκος, για τους Εφεσείοντες.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Εγείρεται ως μόνο θέμα σε αυτή την έφεση η ορθότητα του καταμερισμού ευθύνης για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος. Τα πρωτόδικα ευρήματα αναφορικά με τις περιστάσεις δεν αμφισβητούνται. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων έφερε το 85% της ευθύνης και ο εφεσίβλητος το 15%.  Ο εφεσείων προβάλλει ότι το δικαστήριο έσφαλε στην εκτίμηση του. Προτείνει ότι ο εφεσίβλητος ευθύνεται σε ψηλότερο ποσοστό.

Συνοψίζουμε τα όσα συνθέτουν την περίπτωση στο υπό εξέταση ζήτημα. Ενωρίς το απόγευμα της 5 Νοεμβρίου 1984, ο εφεσίβλητος οδηγούσε το Mercedes σαλούν αυτοκίνητό του στο νέο κύριο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού, κατευθυνόμενος προς Λευκωσία. Διατηρούσε ταχύτητα 70-75 μ.α.ω. ενώ το ανώτατο  επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας ήταν 60 μ.α.ω. Ο καιρός ήταν βροχερός όχι όμως, καθώς φαίνεται, σε βαθμό που να μείωνε την ορατότητα. Σε κάποιο στάδιο ο εφεσίβλητος προσπέρασε προπορευόμενο όχημα και ακολούθως παρέμεινε στη δεξιά λωρίδα με σκοπό να προσπεράσει και άλλο όχημα, αρθρωτό φορτωμένο με εμπορευματοκιβώτιο, το οποίο βρισκόταν σε απόσταση στην αριστερή λωρίδα. Το οδηγούσε ο εφεσείων. Όταν ο εφεσίβλητος το πλησίασε σε απόσταση περίπου 80 μ., το αρθρωτό προχώρησε για να καταλάβει τη δεξιά λωρίδα ώστε να προσπεράσει προπορευόμενο φορτηγό το οποίο ο εφεσίβλητος δεν είχε δει. Ωστόσο, εύρημα αναφορικά με την απόσταση από την οποία ήταν δυνατός ο εντοπισμός του φορτηγού δεν διατυπώθηκε. Ο εφεσείων ενήργησε χωρίς να ελέγξει την κίνηση όπισθεν και χωρίς να παράσχει προειδοποίηση. Απέκοψε έτσι την πορεία του εφεσίβλητου. Ο οποίος φρέναρε. Όμως η σύγκρουση κατέστη αναπόφευκτη επειδή η απόσταση ήταν σχετικά μικρή και η ταχύτητα του εφεσίβλητου μεγάλη.

[*1197]Το δικαστήριο θεώρησε ότι “κύριος υπεύθυνος” για το ατύχημα ήταν ο εφεσείων. Διότι ήταν η δική του αναπάντεχη ενέργεια που δημιούργησε τον κίνδυνο. Συνάμα καταλόγισε ευθύνη και στον εφεσίβλητο τόσο ενόψει ταχύτητας όσο και διότι δεν είχε αντιληφθεί το όχημα έμπροσθεν του αρθρωτού.

Ο καταμερισμός ευθύνης αποτελεί έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου. Το ποιός θα ήταν ο καταμερισμός στον οποίο εμείς θα προβαίναμε δεν είναι το ζητούμενο. Όπως ανέφερε ο δικαστής Wright στην British Fame (Owners) v. Macgregor (Owners) [1943] A.C. 197 (στη σελ. 201) σχετικά με τον καταμερισμό:

“It involves an individual choice or discretion, as to which there may well be differences of opinion by different minds.”

Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο εφόσον καταδεικνύεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο είτε εφάρμοσε εσφαλμένη αρχή δικαίου είτε παραγνώρισε ουσιώδες γεγονός ή παράγοντα. Έτσι ώστε να προκύπτει έκδηλο σφάλμα: βλ. την απόφαση του Willmer L.J. στην Quintas v. National Smelting Co Ltd [1961] 1 All E.R. 630 η οποία επικροτήθηκε στην Brown v. Thompson [1968] 2 All E.R. 708, υιοθετήθηκε στην Solomos Kyriacou v. Nicos Aristotelous (1970) 1 C.L.R. 172 και ακολουθήθηκε έκτοτε.

Δεν διακρίνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου. Διατυπώνουμε το ζήτημα έτσι επιγραμματικά όπως το έθεσε ο δικαστής Reid στην Baker v. Willoughby [1969] 3 All E.R. 1528 (H.L.). Καθώς υποδείχθηκε στην ίδια υπόθεση και επαναλήφθηκε σε σωρεία δικών μας - βλ. ενδεικτικά την Χριστοδούλου v. Γρηγορίου (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 178 - στον καταμερισμό ευθύνης λαμβάνονται υπόψη δύο παράγοντες: η αιτιώδης συνάφεια και η μεμπτότητα. Που θα εξετάσουμε με τη σειρά. Διότι σε αυτό τον τομέα είναι που, καθώς αντιληφθήκαμε, εντάσσονται τα όσα εισηγήθηκε ο συνήγορος του εφεσείοντος προς κατάδειξη σφάλματος πρωτόδικα.

Είναι νομίζουμε προφανές ότι πράγματι, πρωταρχική και άμεση αιτία του ατυχήματος ήταν το ότι ο εφεσείων κατέλαβε χωρίς προειδοποίηση και χωρίς να ελέγξει όπισθεν, τη δεξιά λωρίδα αποκόπτοντας έτσι την πορεία του εφεσίβλητου. Η ταχύτητα του εφεσίβλητου επέτεινε την κατάσταση όπως μπορεί εύλογα να υποτεθεί από την άποψη τουλάχιστον ότι κατέστησε σφοδρότερη τη σύγκρουση και τις συνέπειες πιο σοβαρές. Διότι δεν διακριβώθηκε το κατά πόσο, εάν ο εφεσίβλητος δεν υπερέβαινε το επιτρεπόμενο [*1198]όριο θα αποφεύγετο η σύγκρουση. Η ύπαρξη οχήματος που προπορευόταν του αρθρωτού αποκτά σημασία μόνο ως προειδοποίηση ότι ο οδηγός του αρθρωτού θα είχε λόγο να καταλάμβανε τη δεξιά λωρίδα όσο και αν θα το έπραττε αμελώς. Αλλά, καθώς επισημάναμε, παρέμεινε ανεξακρίβωτη η δυνατότητα έγκαιρου εντοπισμού. Το δικαστήριο απλώς συμπέρανε ότι εφόσον υπήρχε στο δρόμο άφθονη ορατότητα θα έπρεπε να φαινόταν και εκείνο το όχημα. Δεν νομίζουμε όμως ότι εξάγεται κατ’ ανάγκη τέτοιο συμπέρασμα χωρίς αναφορά προς τον όγκο του αρθρωτού, την απόσταση μεταξύ του και του προπορευομένου και το κατά πόσο ο δρόμος βρισκόταν σε απόλυτη ευθεία ή είχε κάποια κλίση αριστερά που θα μείωνε την ορατότητα ή δεξιά που θα την  επαύξανε.

Ως προς την αντίστοιχη μεμπτότητα, το ισοζύγιο είναι ακόμα πιο πολύ σε βάρος του εφεσείοντος. Η ενέργεια του οποίου δημιούργησε τεράστιο κίνδυνο για μικρότερα οχήματα που θα επιχειρούσαν να τον προσπεράσουν. Και που μπορεί να βρίσκονταν ακόμα πιο κοντά από ό,τι το όχημα του εφεσίβλητου.  Γιατί ο εφεσείων δεν ενδιαφέρθηκε να διαπιστώσει ποιά ήταν πίσω η κατάσταση. Ο ίδιος προστατευόταν από τον όγκο του οχήματός του.  Δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για τον οδηγό του αυτοκινήτου που επιχειρούσε προσπέρασμα εφόσον αυτός θα συγκρουόταν με το μπροστινό μέρος του  δικού του αυτοκινήτου.  Και τέλος, η οδική συμπεριφορά του εφεσίβλητου ενείχε μπροστά στο απρόοπτο, δραστικές επιπτώσεις κυρίως για τον ίδιο όχι και για τον εφεσείοντα.

Η έφεση αποτυγχάνει. Και απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο