Tράπεζα Kύπρου Λτδ (Aρ. 5) (1997) 1 ΑΑΔ 1319

(1997) 1 ΑΑΔ 1319

[*1319]10 Οκτωβρίου, 1997

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ (AP. 5), ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (ΓΛ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ, ΑΝΩΤΕΡΟΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΣ) ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ

23 ΙΟΥΛΙΟΥ, 1997 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 8969/97).

(Αίτηση Αρ. 94/97).

 

Προνομιακά Εντάλματα — Certiorari — Αίτηση για έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση προσωρινού διατάγματος με το οποίο αναστέλλετο ο διορισμός των ατόμων που διορίσθηκαν από την αιτήτρια Τράπεζα, ως διαχειριστές και παραλήπτες του ενεργητικού της ενάγουσας εταιρείας, με βάση ομόλογα κυμαινόμενης επιβάρυνσης — Αίτημα των εν λόγω διαχειριστών και παραληπτών για απόκτηση άδειας για επίδοση σ’ αυτούς των σχετικών εγγράφων και επίσης για παρέμβαση στη διαδικασία ακρόασης της αίτησης για έκδοση του διατάγματος Certiorari — Διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου — Διέπεται από τη Δ.59, θ.5(2) και θ.5(3) των Παλαιών Αγγλικών Δικονομικών Θεσμών και είναι πολύ ευρεία.

Προνομιακά Εντάλματα — Δικονομία — Επίδοση αίτησης για χορήγηση προνομιακού εντάλματος — Εφαρμοστέες αρχές.

Η αναστολή του διορισμού δύο ατόμων ως διαχειριστών και παραληπτών (οι υποτιθέμενοι διαχειρισταί), του ενεργητικού της ενάγουσας εταιρείας, επετεύχθη με την έκδοση των προσωρινών διαταγμάτων ημερ. 14.7.97 και 23.7.97. Το προσωρινό διάταγμα [*1320]ημερ. 23.7.97 ανεστάλη στις 25.7.97 σε διαδικασία για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για διάταγμα Certiorari.  Σαν αποτέλεσμα της χορήγησης της άδειας της 25.7.97 έχει καταχωρηθεί η παρούσα Αίτηση 94/97 για έκδοση διατάγματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το προσωρινό διάταγμα ημερ. 23.7.97.

Οι δικηγόροι των υποτιθέμενων διαχειριστών πληροφόρησαν τον Πρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι διορίσθηκαν από τους υποτιθέμενους διαχειριστές της ενάγουσας εταιρείας ως δικηγόροι τους και για τούτο θα ζητήσουν άδεια από το δικαστήριο κατά την ακρόαση της αίτησης, στις 23.9.97, να τους επιδοθούν τα διάφορα έγγραφα και αν το επιθυμούν να λάβουν μέρος στη διαδικασία η οποία εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου.

Η ενάγουσα εταιρεία έφερε ένσταση στο πιο πάνω αίτημα.

Υποστηρίχτηκε εκ μέρους των υποτιθέμενων διαχειριστών ότι:

1. Η εξουσία του Δικαστηρίου για χορήγηση της επίδικης θεραπείας, πηγάζει από τη Δ.59 θ.5(3) των Παλαιών Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών οι οποίοι στην απουσία Κυπριακών Διαδικαστικών Κανονισμών και σύμφωνα με τη νομολογία μας, ακολουθούνται στην Κύπρο.

2. Το οπισθογραφημένο αντίγραφο του προσωρινού διατάγματος της 23.7.97 τους επιδόθηκε, η δε οπισθογράφηση ανέφερε ότι παράλειψή τους να συμμορφωθούν με το διάταγμα θα είχε σαν συνέπεια την τιμωρία τους.

3. Οι υποτιθέμενοι διαχειριστές είναι πρόσωπα που επηρεάζονται από το προσωρινό διάταγμα της 23.7.97 και σαν τέτοιοι έχουν δικαίωμα να ακουστούν.

Ο συνήγορος της αιτήτριας Τράπεζας υιοθέτησε τις θέσεις των υποτιθέμενων διαχειριστών.

Ο συνήγορος της ενάγουσας εταιρείας υποστήριξε ότι:

1. Οι υποτιθέμενοι διαχειριστές καθυστέρησαν να υποβάλουν το αίτημά τους με αποτέλεσμα αυτό να έχει εξουδετερωθεί.

2. Τυχόν παροχή άδειας για παρέμβαση στους υποτιθέμενους διαχειριστές, θα ισοδυναμεί με απόφαση επί του αμφισβητούμενου διορισμού τους, θέμα το οποίο εμπίπτει εντός της αποκλειστι[*1321]κής αρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αγωγή για το θέμα.

3. Η εγκυρότητα διορισμού των υποτιθέμενων διαχειριστών δεν αποτελεί θέμα εξέτασης σε διαδικασία προνομιακού διατάγματος.

4. Το αίτημα γίνεται για σκοπούς παρακώλυσης της διαδικασίας ενώπιον αυτού του δικαστηρίου.

5. Έγκριση του αιτήματος θα συνεπάγεται και διαταγή για επίδοση των σχετικών εγγράφων στον Έφορο Εταιρειών.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δυνάμει της Δ.59 θ.5(2) των Παλαιών Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών, η αίτηση για χορήγηση προνομιακού διατάγματος πρέπει να επιδίδεται σε όλα τα πρόσωπα που επηρεάζονται άμεσα (directly affected).

2.  Η Δ.59 θ.5(3) παρέχει στην ουσία εξουσία στο δικαστήριο να διατάξει επίδοση της αίτησης ακόμη και σε πρόσωπα που δεν επηρεάζονται άμεσα. Η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο δικαστήριο επί του προκειμένου είναι πολύ ευρεία.

3.  Τα θέματα που λαμβάνονται υπ’ όψιν για επίλυση του επίδικου θέματος είναι τα ακόλουθα:

α. Ο διορισμός των υποτιθέμενων διαχειριστών συνιστά επίδικο θέμα στην αγωγή.

β. Ο εν λόγω διορισμός ανεστάλη με το προσωρινό διάταγμα ημερ. 23.7.97.

γ. Η παρούσα διαδικασία για χορήγηση εντάλματος Certiorari στοχεύει στην ακύρωση της αναστολής του διορισμού.

δ. Οι υποτιθέμενοι διαχειριστές δυνατόν να κληθούν να λογοδοτήσουν για διάπραξη του αστικού αδικήματος της παράνομης επέμβασης (tresspass) οσάκις ο διορισμός τους πάσχει.

ε. Οι διαχειριστές που διορίζονται με βάση ομόλογα κυμαινόμενης επιβάρυνσης υπέχουν θέση αντιπροσώπου. Όμως κάτω από ορισμένες περιστάσεις υπέχουν και προσωπική ευθύνη.

[*1322]ζ.          Οι υποτιθέμενοι διαχειριστές επιθυμούν να παραμείνουν ως διαχειριστές έχοντας κάποιο οικονομικό - τουλάχιστο - όφελος να αποκομίσουν από την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

στ.Οι διαχειριστές στην παρούσα υπόθεση, είναι πρόσωπα άμεσα επηρεαζόμενα εντός της έννοιας της Δ.59 θ.5(2). Αλλά και στην αντίθετη περίπτωση το αίτημα πάλι θα εγκρινόταν εν όψει των πιο πάνω παραγόντων και της ευρείας διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.

    Το αίτημα των υποτιθέμενων διαχειριστών εγκρίνεται. Τα έγγραφα της παρούσας διαδικασίας να επιδοθούν στον δικηγόρο τους εντός 3 ημερών από σήμερα. Επίσης δίδονται οδηγίες όπως καθορίσουν τη θέση τους και ακουσθούν στην κυρίως διαδικασία επί των επιδίκων θεμάτων της κυρίως αίτησης. Τα έξοδα επιφυλάσσονται.

Tο αίτημα εγκρίθηκε.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

In re Aeroporos and Others (1988) 1 C.L.R. 302,

Amon v. Raphael Tuck & Sons Ltd [1956] 1 All E.R. 273,

Dollfus Mieg et Compagnie S.A. v. Bank of England [1950] 2 All E.R. 611.

Aίτηση.

Aίτηση με την οποία οι αιτητές ζητούν άδεια για έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση του προσωρινού διατάγματος του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Γλ. Mιχαηλίδης, A.E.Δ.) που εκδόθηκε στις 23/7/97 στην αγωγή αρ. 8969/97.

Π. Πολυβίου, για τους Αιτητές.

Σπ. Ευαγγέλου, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους “υποτιθέμενους διαχειριστές”.

KAΛΛHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Στις 11.7.1997 η αιτήτρια τράπεζα διόρισε τους Ντίνο Παπαδόπουλο και Αντώνη Χ” Ρούσο ως διαχειριστές και παραλήπτες (“οι υποτιθέμενοι διαχειριστές”) του ενεργητικού της Arizona Trading Co. Ltd ((“η ενάγουσα εταιρεία”). Ο διορισμός έγινε με βάση ομόλογα κυμαινόμενης επιβά[*1323]ρυνσης που παρέχουν το δικαίωμα διορισμού παραλήπτη και διαχειριστή. Ακολούθησε αγωγή της ενάγουσας εταιρείας - 8969/97 - εναντίον της αιτήτριας τράπεζας και εξασφάλιση - στις 14.7.97 - προσωρινού διατάγματος το οποίο στην ουσία ανέστελλε τον πιο πάνω διορισμό. Η ισχύς του προσωρινού διατάγματος ανεστάλη σε διαδικασία για χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για ένταλμα Certiorari. Στις 23.7.97, μετά από νέα αίτηση της ενάγουσας εταιρείας, χορηγήθηκε νέο προσωρινό διάταγμα με το οποίο - και πάλιν - αναστέλλετο ο πιο πάνω διορισμός. Το νέο προσωρινό διάταγμα ανεστάλη στις 25.7.97 σε διαδικασία για χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για ένταλμα Certiorari. Σαν αποτέλεσμα της χορήγησης της άδειας της 25.7.97 έχει καταχωρηθεί η παρούσα αίτηση - 94/97 - για έκδοση εντάλματος της φύσεως Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το πιο πάνω προσωρινό διάταγμα, ημερ. 23.7.97. Η αίτηση 94/97 καταχωρήθηκε στις 4.8.97 και ορίστηκε για ακρόαση στις 23.9.97. Η ένσταση της ενάγουσας εταιρείας δεν είχε καταχωριστεί μέχρι τις 23.9.97 και η αίτηση ορίσθηκε για ακρόαση στις 3.11.97 με οδηγίες όπως η ένσταση καταχωρηθεί μέχρι τις 15.10.97.

Οι δικηγόροι των “υποτιθέμενων διαχειριστών” με επιστολή τους, ημερ. 9.9.97, προς τον Πρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον πληροφόρησαν ότι οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” της ενάγουσας εταιρείας τους “έχουν διορίσει δικηγόρους και για τούτο θα ζητήσουν άδεια από το δικαστήριο την 23.9.97” να τους επιδοθούν τα διάφορα έγγραφα και να λάβουν μέρος, αν το επιθυμούν, στη διαδικασία η οποία εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου.

Η ενάγουσα εταιρεία έφερε ένσταση στο πιο πάνω αίτημα. Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένστασή της έχει προβάλει τους πιο κάτω λόγους ενστάσεως:

(1)       Το αίτημα είναι ανεδαφικό, αβάσιμο, εκδικητικό, καταπιεστικό, έχει αλλότριους σκοπούς και κυρίως (α) από τη μια να παρακωλύσει και να καθυστερήσει την εκδίκαση της αίτησης 94/97 και (β)  από την άλλη να εξαναγκάσει και να εκβιάσει την ενάγουσα εταιρεία να καταβάλει τα παράνομα απαιτηθέντα ποσά στην αιτήτρια Τράπεζα.

(2)       Ο υποτιθέμενος διορισμός είναι υπό αμφισβήτηση και αποτελεί ένα από τα επίδικα θέματα στην αγωγή 8969/97, οι δε “υποτιθέμενοι διαχειριστές/παραλήπτες δεν έχουν οποιοδήποτε (νομικό ή άλλο) δικαίωμα παρέμβασης στην παρούσα διαδικασία, ούτε έχουν οποιαδήποτε ιδιότητα ή (νομικό ή άλλο) δικαίωμα για να λάβουν μέρος στην παρούσα διαδικασία”.

(3)       Όχι μόνο οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές/παραλήπτες δεν έχουν το δικαίωμα να ζητούν άδεια από το δικαστήριο να παρέμβουν αλλά κωλύονται από του να υποβάλουν τέτοιο αίτημα, επειδή παρόλο ότι το διάταγμα ημερ. 23.7.97 τους είχε κοινοποιηθεί από τις 23.7.97 δεν προέβησαν στη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων για να το αμφισβητήσουν παρά μόνο λίγες μέρες πριν την ακροάση της αίτησης με αρ. 94/97”.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των “υποτιθέμενων διαχειριστών” υποστήριξε ότι:

(1)       Η εξουσία του δικαστηρίου για χορήγηση της επίδικης θεραπείας πηγάζει από την Δ.59 θ. 5(3)* των Παλαιών Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών οι οποίοι, σύμφωνα με τη νομολογία μας, ακολουθούνται στην Κύπρο (Βλ. In re Aeroporos and Others (1988) 1 C.L.R. 302, 311).

(2)       Το οπισθογραφημένο αντίγραφο του προσωρινού διατάγματος της 23.7.97 επιδόθηκε στους ίδιους η δε οπισθογράφιση ανέφερε ότι παράλειψή τους να συμμορφωθούν με το διάταγμα θα είχε σαν συνέπεια την τιμωρία τους.

(3)       Οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” είναι πρόσωπα που επηρεάζονται από το προσωρινό διάταγμα της 23.7.97 και σαν τέτοιοι έχουν δικαίωμα να ακουσθούν. Δεν ζητούν να γίνουν διάδικοι αλλά να τους επιδοθούν τα σχετικά έγγραφα και να ακουσθούν.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας Τράπεζας υιοθέτησε τις θέσεις του ευπαίδευτου συνήγορου των “υποτιθέμενων διαχειριστών”. Πρόσθεσε ότι οι τελευταίοι είναι εμπλεκόμενα και ενδιαφερόμενα πρόσωπα γιατί οι μετέπειτα ενέργειές τους εξαρτώνται από το αποτέλεσμα της παρούσας διαδικασίας. Μια άλλη θέση του σχετιζόταν με τη φύση της διαδικασίας των προνομιακών ενταλμάτων. Υποστήριξε ότι δεν αποτελεί διαδικασία αστικής θεραπείας αλλά διαδικασία δημοσίου δικαίου. Είναι σαφώς νομολογημένο ότι σε τέτοια διαδικασία - δημοσίου δικαίου - το δικα[*1325]στήριο έχει ευρύτατες εξουσίες να καθορίσει την εξουσία του.

Από την άλλη ο ευπαίδευτος συνήγορος της ενάγουσας εταιρείας επικέντρωσε την επιχειρηματολογία του πάνω στους πιο πάνω λόγους της ένστασης. Υποστήριξε συναφώς:

(1)       Εφόσον το επίδικο αίτημα στηρίζεται κυρίως στο γεγονός ότι οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” είναι εμπλεκόμενα ή ενδιαφερόμενα πρόσωπα σε βαθμό που να δικαιολογείται η παρέμβασή τους η καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος έχει εξουδετερώσει το αιτιολογικό του αιτήματος.

(2)       Αν το δικαστήριο αποφασίσει να παραχωρήσει άδεια παρέμβασης στους “υποτιθέμενους διαχειριστές” θα αποφασίσει ουσιαστικά ένα επίδικο και αμφισβητούμενο σημείο, δηλαδή το διορισμό των διαχειριστών, θέμα το οποίο εμπίπτει εντός της αποκλειστικής αρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αγωγή για το θέμα.

(3)       Το κατά πόσο ο διορισμός των “υποτιθέμενων διαχειριστών” ήταν έγκυρος είναι θέμα που δεν  μπορεί να αποτελέσει θέμα εξέτασης σε διαδικασία προνομιακού εντάλματος.

(4)       Οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” δεν έχουν δικαίωμα παρέμβασης και εφόσον δεν έχουν τέτοιο δικαίωμα το αίτημά τους γίνεται για σκοπούς παρακώλησης της διαδικασίας ενώπιον αυτού του δικαστηρίου.

(5)       Αν το δικαστήριο εγκρίνει το επίδικο αίτημα τότε πρέπει να διατάξει και επίδοση των σχετικών εγγράφων στον Έφορο Εταιρειών.

Λαμβάνω υπόψη μου τη θέση της νομολογίας μας σε σχέση με τη δυνατότητα να ακολουθείται στην Κύπρο η πρακτική που προδιαγράφεται από τους Αγγλικούς Διαδικαστικούς Κανονισμούς σε διαδικασία προνομιακών ενταλμάτων. Όπως υποδεικνύεται στην Aeroporos (πιο πάνω) το Ανώτατο Δικαστήριο έχει με σταθερότητα ακολουθήσει τους Κανονισμούς οι οποίοι ίσχυαν στην Αγγλία κατά το χρόνο της εφαρμογής του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Θεωρώ επομένως ότι στην απουσία Διαδικαστικών Κανονισμών και ενόψει της θέσης της νομολογίας μας μπορούμε να ακολουθήσουμε την Αγγλική πρακτική. Στην κρινόμενη περίπτωση για την επίλυση του επίδικου θέματος θα λάβω υπόψη την πρακτική που προδιαγράφεται από τον θ.5(2)* και θ.5(3) της Δ.59 των Παλαιών Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών.

Δυνάμει της Δ.59 θ.5(2) η αίτηση για χορήγηση προνομιακού εντάλματος πρέπει να επιδίδεται σε όλα τα πρόσωπα που “επηρεάζονται άμεσα” (“directly affected”).

Η Δ.59 θ.5(3) στην ουσία παρέχει εξουσία στο δικαστήριο να διατάξει επίδοση της αίτησης ακόμη και σε πρόσωπα που δεν “επηρεάζονται άμεσα”. Κρίνω, επομένως, ότι η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο δικαστήριο επί του προκειμένου είναι πολύ ευρεία.

Στην παρούσα περίπτωση οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” διορίσθηκαν από την αιτήτρια τράπεζα στις 11.7.97 και η πρώτη αναστολή του διορισμού τους έλαβε χώραν στις 14.7.97.  Μπορεί επομένως να υποτεθεί ότι στο διάστημα που έχει μεσολαβήσει να είχαν εκτελέσει μερικά από τα καθήκοντά τους. Μια από τις θεραπείες που ζητούνται με την αγωγή αναφέρεται σε “δήλωση του δικαστηρίου ότι ο προτεινόμενος από μέρους της ενάγουσας στις 11.7.97 διορισμός των κ.κ. Ντίνου Παπαδόπουλου και Αντώνη Χ” Ρούσου ως διαχειριστών και/ή παραληπτών (managers and/or receivers) της ενάγουσας είναι άκυρος και παράνομος”.  Ένας παραλήπτης δυνατόν να διαπράττει το αστικό αδίκημα του παρανόμως επεμβαίνοντος οσάκις ο διορισμός του πάσχει** (Βλ. Halsbury’ s Laws of England, 3rd ed., Vol. 32, παραγ. 611, σελ. 383).

Για την επίλυση του επίδικου θέματος λαμβάνω κυρίως υπόψη τα πιο κάτω ζητήματα ή παράγοντες:

(1)       Ο διορισμός των “υποτιθέμενων διαχειριστών” αποτελεί επίδικο θέμα στην αγωγή.

(2)       Ο διορισμός εκείνος έχει ανασταλεί με το προσωρινό διάταγμα της 23.7.97.

(3)       Η παρούσα διαδικασία για χορήγηση εντάλματος Certiorari [*1327]στοχεύει στην ακύρωση της αναστολής του διορισμού.

(4)       Οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” δυνατόν να κληθούν να λογοδοτήσουν για διάπραξη του πιο πάνω αστικού αδικήματος.

(5)       Οι διαχειριστές που διορίζονται με βάση ομόλογα κυμαινόμενης επιβάρυνσης υπέχουν θέση αντιπροσώπου. Ωστόσο κάτω από ορισμένες περιστάσεις υπέχουν και προσωπική ευθύνη (Halsbury’s, πιο πάνω, παραγ. 611, σελ. 383).

(6)       Είναι προφανές ότι οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” επιθυμούν να παραμείνουν ως διαχειριστές γιατί έχουν κάποιο οικονομικό - τουλάχιστο -όφελος να αποκομίσουν από την εκτέλεση των καθηκόντων των διαχειριστών.

Θα προσεγγίσω το επίδικο ζήτημα με το να εξετάσω πρώτα κατά πόσο οι διαχειριστές είναι “πρόσωπα άμεσα επηρεαζόμενα” εντός της έννοιας της πιο πάνω Δ.59 θ.5(2). Έχω την άποψη πως το ορθό κριτήριο είναι κατά πόσο το διάταγμα το οποίο επιδιώκεται με την αίτηση Certiorari θα επηρεάσει άμεσα τους “υποτιθέμενους διαχειριστές” στο να απολαύσουν τα νόμιμα δικαιώματά τους (“directly affect the interveners in the enjoyment of their legal rights”) (Βλ. Amon v. Raphael Tuck & Sons Ltd [1956] 1 All E.R. 273, Dollfus Mieg et Compagnie S.A. v. Bank of England [1950] 2 All E.R. 611).

Η απάντηση στο ερώτημα είναι καταφατική. Επιτυχής κατάληξη της αίτησης θα έχει σαν συνέπεια την συνέχιση των καθηκόντων των “υποτιθέμενων διαχειριστών” τα οποία τους έχουν ανατεθεί από την αιτήτρια Τράπεζα και την απόλαυση των τυχόν δικαιωμάτων και ωφελημάτων που συνεπάγονται από την εκτέλεση των σχετικών καθηκόντων. Η απάντησή μου στο πιο πάνω ερώτημα σφραγίζει και την τύχη του αιτήματος. Θα ήθελα ωστόσο να προσθέσω ότι ακόμη και σε περίπτωση αρνητικής απάντησης το αίτημα θα εγκρινόταν έχοντας υπόψη τους πιο πάνω παράγοντες (1-6) και την ευρεία διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο δικαστήριο.

Η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου της ενάγουσας εταιρείας που σχετίζεται με την καθυστέρηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Με βάση τα χρονικά πλαίσια που σχετίζονται με την καταχώριση των σχετικών διαδικασιών, όπως έχουν παρατεθεί πιο πάνω,  θεωρώ ότι οι “υποτιθέμενοι διαχειριστές” δεν έχουν, υπό τις περιστάσεις, ενεργήσει με καθυστέρηση. Σε σχέση με την εισήγησή του όπως σε περίπτωση έγκρισης του αιτήματος δοθούν οδηγίες [*1328]για επίδοση των σχετικών εγγράφων και στον Έφορο Εταιρειών, δεν έχουν τεθεί ενώπιόν μου στοιχεία που να δικαιολογούν την υιοθέτηση τέτοιας πορείας.

Ακολουθεί πως το αίτημα των “υποτιθέμενων διαχειριστών” πρέπει να εγκριθεί. Τα έγγραφα της παρούσας διαδικασίας να επιδοθούν στον δικηγόρο τους εντός 3 ημερών από σήμερα. Δίδονται ωσαύτως οδηγίες όπως καθορίσουν τη θέση τους και ακουσθούν στην κυρίως διαδικασία επί των επιδίκων θεμάτων της κυρίως αίτησης. Τα έξοδα επιφυλλάσσονται.

Tο αίτημα των υποτιθέμενων διαχειριστών εγκρίνεται. Eκδίδεται διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο