Chloe Garment Industry Ltd ν. John Vassiliades Services Ltd (1997) 1 ΑΑΔ 1575

(1997) 1 ΑΑΔ 1575

[*1575]28 Νοεμβρίου, 1997

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

CHLOE GARMENT INDUSTRY LTD,

Εφεσείοντες,

v.

JOHN VASSILIADES SERVICES LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9627).

 

Δικαιοδοσία Δικαστηρίων — Παραπομπή υπόθεσης από αναρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο σε άλλο — Είναι νομικά ανέφικτη — Η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 61 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν.14/60), περιορίζεται μόνο σε περιπτώσεις παράλληλης αρμοδιότητας μεταξύ των δύο δικαστηρίων.

Πολιτική  Δικονομία — Αναστολή διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπου αρμοδιότητας του Δικαστηρίου — Δ.33, θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου απέρριψε την αγωγή των εφεσειόντων λόγω απουσίας κατά τόπου αρμοδιότητας.  Στη συνέχεια όμως προχώρησε και σε εξέταση θέματος ισχυριζόμενης ζημιάς στην αγωγή για να υποδείξει ότι εν πάση περιπτώσει και η αγωγή θα απερρίπτετο αφού δεν αποδείχθηκε καμιά ζημιά.  Τελικά απέρριψε την αγωγή.

Οι εφεσείοντες πρόβαλαν σαν λόγο έφεσης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απορρίπτοντας την αγωγή έπρεπε να την παραπέμψει στο κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο που ήταν το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η κατάληξη περί αναρμοδιότητας θα έπρεπε, κατ’ εφαρμογή της Δ.33, θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, να οδηγήσει αμέσως σε αναστολή της διαδικασίας.

[*1576]2.    Δυνάμει του Άρθρου 61 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60), το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να παραπέμψει οποιαδήποτε αγωγή από ένα δικαστήριο σε άλλο δικαστήριο με αρμοδιότητα. Η εξουσία αυτή περιορίζεται μόνο σε περιπτώσεις όπου υπάρχει μεταξύ των δύο δικαστηρίων παράλληλη αρμοδιότητα. Ως εκ τούτου με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε η υπόθεση των εφεσειόντων να παραπεμφθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ούτε από το δικαστήριο στο οποίο κινήθηκε η αγωγή αλλά ούτε και από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Stefanidou v. Pirgoti (1975) 1 C.L.R. 100,

Κολοκασίδου και Άλλος v. Tσιμεντοποιΐας Bασιλικού Λτδ (1994) 1 A.A.Δ. 87.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Παπαμιχαήλ, E.Δ.), που δόθηκε στις 15.12.92 (Aρ. Aγωγής 1547/90), με την οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Δικαστήριο εστερείτο κατά τόπον δικαιοδοσίας για την εκδίκαση της υπόθεσης και στη συνέχεια απέρριψε την αγωγή.

Α. Σοφοκλέους για Χρ. και Τ. Γεωργιάδη, για τους Εφεσείοντες.

Θ. Σπανού για Λ. Κληρίδη, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες κίνησαν αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου αξιώνοντας εναντίον των εφεσιβλήτων αποζημιώσεις για παράβαση προφορικής συμφωνίας. Οι εφεσίβλητοι ήγειραν προδικαστικά ένσταση ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εστερείτο κατά τόπο αρμοδιότητας. Προέβαλαν ότι η αγωγή δεν είχε σχέση με την Πάφο αλλά με τη Λεμεσό  [*1577]διότι οι εφεσίβλητοι είχαν την έδρα τους στη Λεμεσό, εκεί ήταν που διεξήγαγαν τις εργασίες τους, η συμφωνία επί της οποίας τοποθετείτο η αξίωση είχε γίνει στη Λεμεσό και αφορούσε, στην εκτέλεσή της, την εξαγωγή ενδυμάτων στο εξωτερικό.

Επειδή το ζήτημα της κατά τόπο αρμοδιότητας ήταν άρρηκτα συνυφασμένο με τους ισχυρισμούς που συνέθεταν τις αντίστοιχες θέσεις των διαδίκων, αφέθηκε να εξεταστεί στο πλαίσιο της δίκης. Μετά το πέρας της οποίας το δικαστήριο κατέληξε ότι πράγματι εστερείτο κατά τόπο αρμοδιότητας για τους λόγους που είχαν προβάλει οι εφεσίβλητοι. Η κατάληξη αυτή είχε ως συνακόλουθο, ένεκα της αποδοχής γενικά της εκδοχής των εφεσιβλήτων, ότι οι εφεσίβλητοι δεν έφεραν ευθύνη. Έπειτα όμως το δικαστήριο προχώρησε και σε εξέταση του θέματος της ισχυριζόμενης ζημιάς για να υποδείξει ότι εν πάση περιπτώσει η τύχη της αγωγής δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική διότι καμιά ζημιά δεν είχε αποδειχθεί. Εν τέλει απέρριψε την αγωγή.

Οι εφεσείοντες δεν αμφισβητούν την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι εστερείτο κατά τόπο αρμοδιότητας. Προβάλλεται ως μόνος εναπομείνας λόγος έφεσης ότι:

“.... ενώ το Δικαστήριο συμπέρανε πως στερείται κατά τόπον δικαιοδοσίας εκδίκασης της υπόθεσης που προήλθε από διάρρηξη συμφωνίας που έγινε στη Λεμεσό λανθασμένα προχώρησε περαιτέρω και εξέδωκε απόφαση και απέρριψε την παρούσα αγωγή και δεν την παρέπεμψε στο κατά τόπο αρμόδιο δηλαδή εκείνο της Λεμεσού.”

Συζητώντας την έφεση ενώπιόν μας, η συνήγορος των εφεσειόντων δήλωσε ότι εκείνο που εν τέλει καταλογιζόταν ως σφάλμα στο πρωτόδικο δικαστήριο δεν ήταν ότι απέρριψε την αγωγή αλλά ότι, αφού την απέρριψε, δεν την παρέπεμψε στο κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο που ήταν το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού. Συνόψισε λέγοντας ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου: “..... έπρεπε να απορρίψει την αγωγή λόγω έλλειψης τοπικής αρμοδιότητας και να την παραπέμψει στο αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο.”

Το ζήτημα επιδέχεται σύντομης απάντησης. Κατ’ αρχήν, από τη στιγμή που το δικαστήριο ήταν σε θέση να διαγνώσει ότι εστερείτο αρμοδιότητας, όφειλε να μην προχωρήσει πιο πέρα γιατί, όντας αναρμόδιο, η απόφανσή του επί οποιασδήποτε πτυχής επί της ουσίας της υπόθεσης δεν θα μπορούσε να έχει νόημα. Μιά τέτοια κατάληξη περί αναρμοδιότητας θα έπρεπε, κατ’ εφαρμο[*1578]γή της Δ.33 θ. 10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, να οδηγήσει αμέσως σε αναστολή της διαδικασίας, όπως άλλωστε επεσήμανε το Εφετείο στην υπόθεση Stefanidou v. Pirgoti (1975) 1 C.L.R. 100. Προβλέπεται στον εν λόγω θεσμό ότι:

“O. 33 r. 10:  Where on the trial of any action it appears to the Court before which such action is being tried that it should have been instituted in another Court, the Court trying the action shall not dismiss it but shall stay the proceedings therein and order the plaintiff to pay the defendant’s costs.”

Ως προς την παραπομπή υπόθεσης από ένα δικαστήριο σε άλλο σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, το ζήτημα απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο στις υποθέσεις Εις Πτώχευσιν Άντρη Κολοκασίδου και Χριστάκη Λαζάρου v. Τσιμεντοποιίας Βασιλικού Λτδ, Αιτήσεις Αρ. 176/93 και 210/93 στις οποίες η Ολομέλεια εξέδωσε τις αποφάσεις της στις 18 Φεβρουαρίου 1994. Η πλειοψηφία αποφάσισε ότι η μόνη διάταξη που θα μπορούσε να ενδιαφέρει ήταν το άρθρο 61 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) το οποίο διαλαμβάνει ότι:

“Οιαδήποτε αγωγή δύναται καθ’ οιανδήποτε στιγμήν και εις οιονδήποτε στάδιον ταύτης και κατόπιν αιτήσεως ή άνευ τοιαύτης οιουδήποτε των διαδίκων να παραπεμφθή υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξ οιουδήποτε δικαστηρίου εις οιονδήποτε άλλο δικαστήριον αρμοδίας δικαιοδοσίας και  τοιαύτη αγωγή δύναται να παραπεμφθή είτε εξ ολοκλήρου είτε σχετικώς προς έν μόνον μέρος ταύτης ή της εν αυτή διαδικασίας το οποίον είναι ανάγκη να παραπεμφθή εις τούτο.”

Έπειτα η πλειοψηφία υπέδειξε ότι το άρθρο 61 δεν μπορούσε να έχει εφαρμογή για μεταφορά υπόθεσης από αναρμόδιο σε αρμόδιο δικαστήριο· περιοριζόταν δηλαδή μόνο σε περιπτώσεις όπου υπήρχε μεταξύ των δύο δικαστηρίων παράλληλη αρμοδιότητα. Η απόφαση της πλειοψηφίας είχε ως πρώτο και κύριο λόγο την ορθή ερμηνεία του άρθρου 61. Άλλος πρόσθετος λόγος ήταν η σύμφωνα με την τότε ισχύουσα Δ.64 ακυρότητα της διαδικασίας ενώπιον του αναρμόδιου δικαστηρίου.

Προκύπτει λοιπόν ότι με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε να παραπεμφθεί η υπόθεση των εφεσειόντων από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ούτε από το δικαστήριο στο οποίο κινήθηκε η αγωγή αλλά ούτε και από το Ανώτατο Δικαστήριο, εφόσον μιά τέτοια εξέλιξη δεν καλύπτεται [*1579]από την παρεχόμενη νομοθετική εξουσία για παραπομπή.

Τέλος, ως προς το ότι η αγωγή απορρίφθηκε αντί να ανασταλεί, θεωρούμε ότι ενόψει της δήλωσης της συνηγόρου των εφεσειόντων ότι η έφεση δεν στρέφεται κατά της απόρριψης αλλά κατά της μη παραπομπής, αφαιρείται το έρεισμα για την έκδοση τώρα οποιασδήποτε σχετικής διαταγής. Παρόλον που, στην προκείμενη περίπτωση, δεν βλέπουμε να έχει αυτή η πτυχή πρακτική σημασία.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο