M & Ch Mitsingas Trading Ltd. και Άλλοι ν. The Timberland Co. (1997) 1 ΑΑΔ 1791

(1997) 1 ΑΑΔ 1791

[*1791]23 Δεκεμβρίου, 1997

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

M & CH MITSINGAS TRADING LTD. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,

v.

THE TIMBERLAND CO.,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9514).

 

Aποφάσεις και Διατάγματα — Ενδιάμεσα διατάγματα — Απαγορευτικό διάταγμα δυνάμει του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) — Απόκρυψη ή μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων — Με ποίο κριτήριο καθορίζονται τα γεγονότα που πρέπει να αποκαλυφθούν — Τρόπος εφαρμογής του Άρθρου 32 του Ν.14/60 στην έκδοση ή μη παρεμπίπτοντος διατάγματος.

Aποφάσεις και Διατάγματα — Διακριτική ευχέρεια κατώτερου Δικαστηρίου στην έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος — Δεν παρέχεται πεδίο για επέμβαση από το Εφετείο αν το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε εντός των παραμέτρων του νόμου — Κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος είναι η αδυναμία πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο.

Εμπορικά σήματα — Η προστασία του εμπορικού σήματος, ως αντικειμένου ιδιοκτησίας, υπάγεται στο πολιτικό Δικαστήριο και η αναθεώρηση της εγκυρότητας της εγγραφής του, στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Αστικά αδικήματα — Αθέμιτος ανταγωνισμός — Ο περί Αστικών Αδικημάτων Νόμος, Κεφ. 148, Άρθρο 35 — Εφαρμοστέες αρχές.

Οι εφεσίβλητοι - ενάγοντες καταχώρισαν αγωγή για παραβίαση του εμπορικού τους σήματος, συνισταμένου από τη λέξη Timberland και τη σχηματική παράσταση δέντρου και αθέμιτο ανταγωνισμό και πέτυχαν την έκδοση παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος το οποίο απαγόρευε στους εφεσείοντες - εναγομένους την αντιποίηση των προϊόντων τους και αποζημιώσεις.

[*1792]

Οι εφεσείοντες έφεραν ένσταση στην παράταση του διατάγματος και αξίωσαν την ακύρωσή του. Υποστήριξαν ότι οι εφεσίβλητοι απέκρυψαν ουσιώδη γεγονότα κατά την προβολή του αιτήματός τους για την έκδοση του διατάγματος, ειδικά τα γεγονότα που αφορούσαν την αντιδικία τους με τρίτη εταιρεία. Η αντιδικία των εφεσιβλήτων με την τρίτη εταιρεία επεκτείνεται και στην εγγραφή και χρήση του εμπορικού σήματος Timberland Shoes για υποδήματα με όμοια χαρακτηριστικά προς εκείνα των εφεσιβλήτων.

Το Δικαστήριο επικύρωσε το διάταγμα και παρέτεινε την εφαρμογή του μέχρι το πέρας της διαδικασίας.

Οι εφεσείοντες - εναγόμενοι, εφεσίβαλαν την απόφαση.  Εισηγήθηκαν ότι το διάταγμα έπρεπε να ακυρωθεί για απόκρυψη και/ή μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων, εσφαλμένη απόφαση ότι η έκδοσή του διατάγματος συνιστούσε επείγον ζήτημα ώστε να καθίσταται η έκδοσή του δικαιολογημένη με μονομερή αίτηση και εσφαλμένη διαπίστωση ότι η μη έκδοσή του θα καθιστούσε δυσχερή ή ανέφικτη την αποκατάσταση των εφεσιβλήτων σε μεταγενέστερο στάδιο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, το καθήκον προς αποκάλυψη, συναρτάται προς την καλή πίστη η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε ζητείται η παροχή θεραπείας στην απουσία αντιδίκου.  Το κριτήριο για τα γεγονότα που πρέπει να αποκαλυφθούν είναι αντικειμενικό. Η σημασία της μη αποκάλυψης έγκειται στην αποστέρηση του Δικαστηρίου γνώσης ουσιωδών γεγονότων για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας. Ουσιώδες, για τους σκοπούς αυτούς, είναι κάθε γεγονός το οποίο άπτεται και μπορεί εξ αντικειμένου να επιδράσει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για τη χορήγηση ή όχι της αιτούμενης θεραπείας.

2.  Η εγγραφή του εμπορικού σήματος επ’ ονόματι των εφεσιβλήτων, τους παρέχει τα δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζει ο περί Εμπορικών Σημάτων Νόμος, Κεφ. 268, η δε εγκυρότητα της εγγραφής του, εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Μόνο αρμόδιο για την αναθεώρηση της εγκυρότητάς της, είναι το Ανώτατο Δικαστήριο. Στο πολιτικό Δικαστήριο υπάγεται η προστασία του εμπορικού σήματος ως αντικειμένου ιδιοκτησίας.

3.  Ο αιτών την έκδοση προσωρινού διατάγματος, δεν έχει υποχρέωση να προβάλλει αντεκδικήσεις εκ μέρους τρίτων προς τα δικαι[*1793]ώματά του, τις οποίες αμφισβητεί. Το ουσιώδες ενός ζητήματος προσδιορίζεται στο πλαίσιο της αντιδικίας των μερών. Γεγονότα τα οποία υποχρεούται ο αιτητής να αποκαλύψει σχετίζονται με:

α. το βάσιμο του δικαιώματός του όπως διαγράφεται στο δικόγραφό του,

β. τη σοβαρότητα του ζητήματος το οποίο εγείρεται, και

γ. την πιθανότητα επιτυχίας.

4.  Κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος, είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτητή. Ο αθέμιτος ανταγωνισμός έχει προεκτάσεις, μεταξύ των οποίων και ο επηρεασμός της εμπορικής εύνοιας, που είναι δύσκολο να αποτιμηθούν σε χρήμα ή να εξακριβωθούν με βεβαιότητα.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Adidas v. Jonitexo Ltd (1987) 1 C.L.R. 383,

Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557,

Karydas Taxi Co. Ltd. v. Komodikis (1975) 1 C.L.R. 321,

Acropol Shipping Company Ltd. and Others v. Rossis (1976) 1 C.L.R. 38,

Nemitsas Industries Ltd. v. S. & S. Maritime Lines Ltd. and Others (1976) 1 C.L.R. 302,

Constantinides v. Makriyiorghou and Another (1978) 1 C.L.R. 585,

Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231,

M. & M. Transport v. Eteria Astikon Leoforion (1981) 1 C.L.R. 605,

Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263,

Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού v. Θεωρή, Aίτηση Aρ. 129/90, ημερ. 8/9/90,

Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου v. Χατζηβασίλη, Aίτηση Aρ. 129/90, ημερ. 8.9.90,

[*1794]Φεσσάς (1990) 1 Α.Α.Δ. 704,

A.B.P. Holdings Ltd. και Άλλοι v. Κιταλίδη και Άλλων (Aρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694,

Global Cruises v. Metro Shipping (1989) 1(Ε)  A.A.Δ. 607,

Γρηγορίου v. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248,

Louis Vuitton v. Δέρμοσακ Λίμιτεδ και Άλλης (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 1453,

Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited και Άλλων (1996) 1 A.A.Δ. 597,

Merck v. Republic and Another (1972) 3 C.L.R. 548,

Curzon Tobacco v. Republic (1979) 3 C.L.R. 151,

Granada v. Republic (1985) 3 C.L.R. 207,

McDonalds Corporation v. Παπαπέτρου κ.ά. (1992) 1 C.L.R. 1072.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγόμενους κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Mιχαηλίδου, E.Δ.), που δόθηκε στις 14/7/95 (Aρ. Aγωγής 961/95), με την οποία εκδόθηκε απαγορευτικό διάταγμα το οποίο εμπόδιζε την αντιποίηση των προϊόντων τους και αποζημιώσεις.

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσείοντες.

Ε. Φλουρέντζος, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Το 1994 οι εφεσίβλητοι ενέγραψαν στο μητρώο εμπορικών σημάτων το έμβλημα το οποίο χαρακτηρίζει τα προϊόντα τους (υπόδησης και ένδυσης) - συνιστάμενο από τη λέξη Timberland - και τη σχηματική παράσταση δέντρου (Tree Design).  Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκαν εμπορικά στην Κύπρο. Έξι περίπου μήνες αργότερα ενήγαγαν (ειδικά οπισθογραφημένο κλητή[*1795]ριο ένταλμα) τους εφεσείοντες (εναγομένους) για παραβίαση του εμπορικού τους σήματος και αθέμιτο ανταγωνισμό, αξιώνοντας την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος το οποίο να εμποδίζει την αντιποίηση των προϊόντων τους και αποζημιώσεις.

Ο περί Εμπορικών Σημάτων Νόμος, Κεφ. 268, καθιερώνει ως έννομο αγαθό, το εμπορικό σήμα με αντίστοιχο δικαίωμα προστασίας κάθε παραβίασης. (Βλ. άρθρα 6 και 7 του Κεφ. 268, Kerly’s Law of Trade Marks and Trade Names, 12th Edition, Chapter 15 και Cornish on Intellectual Property, 3rd Edition, σελ. 614 και επέκεινα).

Το άρθρο 35 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου καθιστά την αντιποίηση εμπορευμάτων, κάτω από τις συνθήκες που διαγράφει το άρθρο 35, αστικό αδίκημα γνωστό ως εκείνο του αθέμιτου ανταγωνισμού.  Για να τύχει προστασίας ο ιδιοκτήτης του σήματος και το θύμα του αθέμιτου ανταγωνισμού δεν είναι απαραίτητο η απομίμηση να είναι απόλυτη· αρκεί, να είναι τέτοια που να μπορεί να προκαλέσει σύγχυση ως προς την προέλευση των εμπορευμάτων. (Βλ. μεταξύ άλλων Adidas v. Jonitexo Ltd (1987) 1 C.L.R. 383).  Τόσο η προστασία του εμπορικού σήματος όσο και το αστικό αδίκημα του αθέμιτου ανταγωνισμού, έχουν ως αντικείμενο την καθιέρωση χρηστών εμπορικών ηθών.

Μετά από μονομερή αίτηση των εφεσιβλήτων το Δικαστήριο προέβη στην έκδοση απαγορευτικού διατάγματος βάσει του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Όταν τους γνωστοποιήθηκε οι εφεσείοντες έφεραν ένσταση στην παράτασή του και αξίωσαν την ακύρωσή του. Υποστήριξαν, ότι οι εφεσίβλητοι απέκρυψαν ουσιώδη γεγονότα κατά την προβολή του αιτήματός τους για την έκδοση του διατάγματος ειδικά, τα γεγονότα που αφορούσαν την αντιδικία τους με τρίτα πρόσωπα, την εταιρεία E. Mitsingas Exports Ltd, τα υποδήματα των οποίων, όπως αποκάλυψε η μαρτυρία των εφεσειόντων, φέρουν από το 1983 όμοια χαρακτηριστικά προς εκείνα των εφεσιβλήτων.  Από το 1988 δε, χρησιμοποιούν την ονομασία “Timberland Shoes” ως εμπορική επωνυμία την οποία και ενέγραψαν. Η εταιρεία E. Mitsingas Exports Ltd είναι οι προμηθευτές των υποδημάτων τα οποία διαθέτουν οι εφεσείοντες και τα οποία, ως έκρινε το Δικαστήριο, έφεραν ουσιωδώς όμοια χαρακτηριστικά με τα υποδήματα των εφεσιβλήτων. Η προγενέστερη χρήση, υπέβαλαν οι εφεσείοντες, μπορούσε να παράσχει υπεράσπιση βάσει των προνοιών του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου, Κεφ. 268, γεγονός το οποίο απεκρύβη από το Δικαστήριο κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος.  Η αντιδικία των [*1796]εφεσιβλήτων με την τρίτη εταιρεία επεκτείνεται και σε αυτή τούτη την εγγραφή του εμπορικού σήματος η ορθότητα της οποίας αφήνεται να νοηθεί ότι αμφισβητείται.

Το Δικαστήριο καθοδηγούμενο από τις διατάξεις του άρθρου 32, όπως έχουν ερμηνευθεί σε μεγάλο αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και γενικότερα τις αρχές που διέπουν την παροχή ενδιάμεσης θεραπείας επικύρωσε το διάταγμα και παρέτεινε την εφαρμογή του μέχρι το πέρας της διαδικασίας.  Στην απόφαση γίνεται αναφορά στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του προκειμένου, με ιδιαίτερη έμφαση στην Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557. ( Οι άλλες αποφάσεις που μνημονεύονται είναι, Karydas Taxi Co. Ltd. v. Andreas Komodikis (1975) 1 C.L.R. 321, Acropol Shipping Company Ltd. and Others v. Petros I. Rossis (1976) 1 C.L.R. 38, Nemitsas Industries Ltd. v. S. & S. Maritime Lines Ltd. and Others (1976) 1 C.L.R. 302, Constantinides v. Makriyiorghou and Another (1978) 1 C.L.R. 585, Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231, M. & M. Transport v. Eteria Astikon Leoforion (1981) 1 C.L.R. 605, Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263, Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού ν. Θεωρή, Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου v. Χ”Βασίλη, Χάρης Φεσσάς, Αίτηση Αρ. 129/90, (Απόφαση δόθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου, 1990, δε δημοσιεύτηκε ακόμα), A.B.P. Holdings Ltd. v. Ανδρέα Κιταλίδη κ.ά., Πολ. Έφεση 9033, 17.11.1994).

Το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό ότι υπήρξε ουσιώδης απόκρυψη γεγονότων υιοθετώντας τη θέση ότι δεν ήταν υποχρέωση των εφεσιβλήτων (εναγόντων) να αποκαλύψουν τα της αντιδικίας τους με τρίτους και να προβούν σε έκθεση των αμφισβητούμενων ισχυρισμών τους. Έκρινε ότι η παραβίαση εμπορικού σήματος καθώς και ο αθέμιτος συναγωνισμός ενείχαν συνέπειες για τα δικαιώματα των εφεσιβλήτων που καθιστούσαν την παρεμπόδιση της απομίμησης του εμβλήματός τους επείγον ζήτημα. Διαπίστωσε συγχρόνως ότι η ζημία, η οποία μπορεί να προκληθεί από την αντιποίηση εμπορευμάτων, έχει συνέπειες που δύσκολα μπορεί να ανιχνευθούν και να αποτιμηθούν καθιστώντας δίκαια την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος προς προστασία των δικαιωμάτων των εφεσιβλήτων.

Με την έφεση αμφισβητείται, κατά πρώτο λόγο, η απόφαση ότι δεν υπήρξε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων. Ως εσφαλμένη επίσης προσβάλλεται η απόφαση του Δικαστηρίου ότι η έκδοση του διατάγματος συνιστούσε επείγον ζήτημα ώστε να καθίσταται η έκδοσή [*1797]του δικαιολογημένη με μονομερή αίτηση, καθώς και η διαπίστωση ότι η μη έκδοσή του θα καθιστούσε δυσχερή ή ανέφικτη την αποκατάσταση των εφεσιβλήτων σε μεταγενέστερο στάδιο.

Το καθήκον για την πλήρη αποκάλυψη των γεγονότων, που στοιχειοθετούν το αίτημα για προσωρινό διάταγμα βάσει του άρθρου 9 του Κεφ. 6, και οι συνέπειες από τη μη αποκάλυψη εξηγούνται σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε ορισμένες από τις οποίες έκαμε αναφορά ο κ. Μιχαηλίδης. (βλ. Global Cruises v. Metro Shipping (1989) 1 Α.Α.Δ.(Ε), σελ. 607, 616-619, Άκης Γρηγορίου και Χριστίνας Σταύρου Χριστοφόρου, Πολ. Έφεση 8181, 23.3.1995, Louis Vuitton v. Δερμοσάκ Λίμιτεδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453 και Demstar Limited v. 1. Zim Israel Navigation Co Limited κ.α., 30.5.1996).

Στην Demstar (ανωτέρω - απόφαση Ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι το καθήκον προς αποκάλυψη συναρτάται προς την καλή πίστη η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε ζητείται η παροχή θεραπείας στην απουσία του αντιδίκου. Το κριτήριο για τα γεγονότα που πρέπει να αποκαλυφθούν είναι αντικειμενικό. Το ηθελημένο ή μη της παράλειψης δεν είναι σημαντικό· ούτε η πρόθεση εξαπάτησης αποτελεί προϋπόθεση για την ακύρωση του διατάγματος για τη μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων. Η σημασία της μη αποκάλυψης έγκειται στην αποστέρηση του Δικαστηρίου γνώσης ουσιωδών γεγονότων για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας. Ουσιώδες, για τους σκοπούς αυτούς, είναι κάθε γεγονός το οποίο άπτεται και μπορεί εξ αντικειμένου να επιδράσει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για τη χορήγηση ή όχι της αιτούμενης θεραπείας.  Το ουσιώδες του γεγονότος προσδιορίζεται με αναφορά στα επίδικα θέματα του αιτήματος για απαγορευτικό διάταγμα όπως καθορίζονται από το άρθρο 32 του Ν.14/60. Επιπλέον, σε μονομερείς αιτήσεις, ουσιώδη είναι και τα γεγονότα που σχετίζονται με το επείγον του ζητήματος.

Ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση σε όλα της τα σημεία.  Δεν ήταν υποχρέωσή τους, υποστήριξε, να αναφερθούν στην αντιδικία τους με τρίτους ή σε αμφισβητούμενους, από τους ίδιους, ισχυρισμούς.

Η αντιδικία των εφεσιβλήτων με τρίτους, όπως φαίνεται από τη μαρτυρία η οποία είχε προσαχθεί από τους εφεσείοντες, εκτείνεται και στην εγγραφή του εμπορικού σήματος, θέμα εκτός της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου.  Η εγγραφή του του παρέχει τα δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζει ο νόμος, ο πε[*1798]ρί Εμπορικών Σημάτων Νόμος, Κεφ. 268, η δε εγκυρότητα της εγγραφής του εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Μόνο αρμόδιο, για την αναθεώρηση της εγκυρότητάς της, είναι το Ανώτατο Δικαστήριο. (Βλ. μεταξύ άλλων E. Merck v. Republic and Another (1972) 3 C.L.R. 548, Curzon Tobacco v. Republic (1979) 3 C.L.R. 151 και Granada v. Republic (1985) 3 C.L.R. 207).  Στο πολιτικό Δικαστήριο υπάγεται η προστασία του εμπορικού σήματος ως αντικειμένου ιδιοκτησίας. (Βλ. Mcdonalds Corpor. v. Παπαπέτρου κ.α. (1992) 1 C.L.R. 1072, Kerly’s Law of Trade Marks and Trade Names (ανωτέρω) και Cornish on Intellectual Property (ανωτέρω)).

Στη προκειμένη περίπτωση οι σχέσεις των εφεσιβλήτων με το τρίτο πρόσωπο ήταν ζήτημα για το οποίο είχαν ιδιάζουσα γνώση. Δεν αποτελεί υποχρέωση του αιτούντος την έκδοση προσωρινού διατάγματος να αποκαλύψει γεγονότα για τα οποία δεν έχει άμεση γνώση. Ούτε είναι υποχρέωσή του να προβάλλει αντεκδικήσεις, εκ μέρους τρίτων προς τα δικαιώματά του, τις οποίες αμφισβητεί. Το ουσιώδες ενός ζητήματος προσδιορίζεται στο πλαίσιο της αντιδικίας των μερών. Ότι πρέπει να αποκαλυφθεί, σε κάθε περίπτωση, είναι γεγονότα γνωστά στον αιτητή ή γεγονότα τα οποία θα μπορούσε να ανακαλύψει με εύλογες προσπάθειες, τα οποία σχετίζονται με:

(α)       το βάσιμο του δικαιώματός του όπως διαγράφεται στο δικόγραφό του, και

(β)       τη σοβαρότητα του ζητήματος το οποίο εγείρεται, καθώς και

(γ)        την πιθανότητα επιτυχίας.

Δεν ήταν, εν πάση περιπτώσει, υποχρέωση των εφεσιβλήτων να αποκαλύψουν γεγονότα σχετιζόμενα με τις διεκδικήσεις τρίτων τα οποία θα μπορούσαν να περιορίσουν την πιθανότητα επιτυχίας ανάλογης αγωγής προς εκείνη η οποία ηγέρθη εναντίον των εφεσειόντων. (Σχετική με την έκταση της αποκάλυψης, η οποία επιβάλλεται, είναι η απόφαση στη Γρηγορίου και Άλλοι v. Χριστοφόρου, Πολ. Έφεση 8181, ημερ. 23.3.1995).

Δοθείσας της αποκάλυψης συζητήσιμης υπόθεσης από τους εφεσίβλητους με ορατή την πιθανότητα επιτυχίας η προστασία των δικαιωμάτων τους καθίστατο επείγον ζήτημα λόγω της φύσης των παραβιάσεων και των ζημιογόνων επιδράσεων στα δικαιώματά τους. Το θέμα αντιμετωπίσθηκε από το πρωτόδικο Δι[*1799]καστήριο μέσα στις παραμέτρους που διαγράφει ο νόμος και δεν παρέχεται πεδίο για επέμβαση με την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας επί του προκειμένου.  Το ίδιο ισχύει και για το εύρημα του Δικαστηρίου ότι στην απουσία του προσωρινού διατάγματος θα ήταν, σε περίπτωση τελικής επιτυχίας, αδύνατη η πλήρης αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους. Όπως επισημαίνεται στην Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231, 240, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο επικαλείται στη απόφασή του, το κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο.  Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά, με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία.  Ο αθέμιτος ανταγωνισμός έχει προεκτάσεις, μεταξύ των οποίων και ο επηρεασμός της εμπορικής εύνοιας, που είναι δύσκολο να αποτιμηθούν σε χρήμα ή να εξακριβωθούν με βεβαιότητα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο