Aντωνιάδης Mαΐττας Bασίλειος Nικολάου ν. Παναγιώτη Bάσου Γεωργίου κ.ά. (1998) 1 ΑΑΔ 1

(1998) 1 ΑΑΔ 1

[*1]9 Ιανουαρίου, 1998

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ ΜΑΪΤΤΑΣ,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

1. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΒΑΣΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

2. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΑΣΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

3. ΛΟΥΚΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 8499)

 

Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Ενάγων, επιβάτης μοτοσυκλέττας, ηλικίας 19 χρόνων, υπέστηκε σοβαράς μορφής κλειστή κρανιοεγκεφαλική κάκωση, κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης και εξάρθρωμα της αριστερής κατ’ ισχύον άρθρωσης — Ευρίσκετο σε κώμα για δύο μήνες — Μόνιμα τραύματα:  νευρολογική βλάβη ανερχόμενη μέχρι και 30% της λειτουργίας του περονιαίου νεύρου, δυνατότητα μελλοντικής μετατραυματικής επιληψίας και εγκεφαλική βλάβη — Επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων ΛΚ12.500 — Κρίθηκαν έκδηλα ανεπαρκείς και αυξήθηκαν σε ΛΚ25.000.

[*2]Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Απώλεια μελλοντικών απολαβών — Μείωση ικανότητας εργασίας — Επαγγελματίας ποδοσφαιριστής — Υπέστηκε σωματικές βλάβες σε τροχαίο ατύχημα — Δυνατότητα μόνο για βοηθητική εργασία.

Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Απώλεια μελλοντικών απολαβών — Πολλαπλασιαστής — Επαγγελματίας ποδοσφαιριστής ηλικίας 19 χρόνων κατά το ατύχημα — Απώλεια μελλοντικών απολαβών ΛΚ2.500 ετησίως, λόγω τραυμάτων σε τροχαίο ατύχημα — Πολλαπλασιαστής υπολογίστηκε σε πέντε χρόνια από το πρωτόδικο Δικαστήριο και επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Καθορισμός των αποζημιώσεων για την απώλεια ικανότητας εργασίας από ζημιά που δε σχετίζεται με συγκεκριμένη απώλεια εισοδημάτων στο μέλλον — Η ζημιά προσμετρά ως απώλεια που ανάγεται στις γενικές αποζημιώσεις.

Αποζημιώσεις — Τροχαίο ατύχημα — Καθορισμός αποζημιώσεων — Συνιστά έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου — Πότε παρέχεται πεδίο επέμβασης του Εφετείου — Σταθερή άνοδος του επιπέδου των γενικών αποζημιώσεων.

Αποζημιώσεις — Τροχαίο ατύχημα — Ειδικές αποζημιώσεις — Πρέπει να εξειδικεύονται στην απαίτηση και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα.

Αμέλεια — Συντρέχουσα αμέλεια — Εφαρμοστέες αρχές.

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Εκ προστήσεως ευθύνη — Οδήγηση οχήματος χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη — Ο ιδιοκτήτης δεν υπέχει εκ προστήσεως ευθύνη.

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Επιμερισμός ευθύνης — Σύγκρουση μοτοσυκλέττας και αυτοκινήτου σε διασταύρωση κύριου δρόμου με πάροδο — Παράλειψη του οδηγού της μοτοσυκλέττας να σταματήσει στο σημείο “Αλτ” — Εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο οδηγός της μοτοσυκλέττας ευθύνετο αποκλειστικά για τη σύγκρουση — Επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

Πολιτική Δικονομία — Έφεση — Λόγοι έφεσης — Το Εφετείο εξετάζει μόνο τα θέματα τα οποία προσβάλλονται ευθέως από συγκεκριμένο λόγο έφεσης.

Ο εφεσείων, ενάγων στην αγωγή, ήταν συνεπιβάτης μοτοσυκλέτ[*3]τας που οδηγούσε ο εφεσίβλητος 1 και ανήκε στον εφεσίβλητο 2. Το δυστύχημα έγινε στη συμβολή των οδών Πλούτωνος και Γραβιάς στη Λάρνακα, όταν ο εφεσίβλητος 1 εισήλθε από τη Γραβιάς στην Πλούτωνος (κύριος δρόμος) χωρίς να σταματήσει στο σημείο “Αλτ” με αποτέλεσμα να συγκρουσθεί με το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου 3 το οποίο οδηγούσε κατά μήκος της Πλούτωνος. Ο εφεσίβλητος 3 κατάφερε μόνο, στην προσπάθειά του να αντιδράσει, να εφαρμόσει τα φρένα του χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι το δυστύχημα οφειλόταν αποκλειστικά στην αμέλεια του εφεσίβλητου 1. Επίσης αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος 2 δεν υπείχε εκ προστήσεως ευθύνη λόγω οδηγήσης της μοτοσυκλέττας του από τον εφεσίβλητο 1 χωρίς τη δική του συγκατάθεση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε υπέρ του εφεσείοντα το ποσό των ΛΚ36.829.- εναντίον του εφεσίβλητου 1 και απέρριψε την αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3.

Οι γενικές αποζημιώσεις καθορίστηκαν σε Λ.Κ.12.500.-, αφού λήφθηκε υπόψη η σοβαρότητα των κακώσεων του εφεσείοντα, ο πόνος και η ταλαιπωρία, η θεραπεία και οι εγχειρήσεις που υπέστη και κυρίως η απώλεια των απολαύσεων της ζωής που συμπεριλάμβανε και την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο. Επίσης η δραστική μείωση των δυνατοτήτων του για εξεύρεση εργασίας, πλην βοηθητικής.

Το Δικαστήριο, αναφορικά με το ποσό της απώλειας των μελλοντικών εισοδημάτων του εφεσείοντα από την επαγγελματική ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο, κατέληξε στο ποσό των ΛΚ2.500.- ετησίως ως πολλαπλασιαστέο και στον αριθμό 5 ως πολλαπλασιαστή.

Επιδικάσθηκαν επίσης ειδικές αποζημιώσεις υπέρ του εφεσείοντα για την περίοδο μεταξύ του ατυχήματος και της καταχώρησης της έκθεσης απαιτήσεως.

Με την έφεσή του ο εφεσείων παραπονείται ότι το επιδικασθέν ποσό από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως γενικές αποζημιώσεις, είναι ανεπαρκές. Επίσης προσβάλλει ως εσφαλμένη την κατάληξη ως προς τον πολλαπλασιαστή, την απόρριψη μέρους της απαίτησης για τις ειδικές αποζημιώσεις και την απόρριψη της αγωγής εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3.

Αποφασίστηκε ότι:

[*4]1.            Με τα γεγονότα της υπόθεσης, ορθά κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο εφεσίβλητος 3 δεν υπείχε καμιά ευθύνη για το ατύχημα. Η παράλειψη του εφεσιβλήτου 1 να σταματήσει στο “Αλτ”, δημιούργησε για τον εφεσίβλητο 3 μια αιφνίδια κατάσταση η οποία του στέρησε τη δυνατότητα να αποφύγει τη σύγκρουση ή να λάβει προηγούμενα άλλα μέτρα προφύλαξης από αυτά που έλαβε.

2. Ο καθορισμός των αποζημιώσεων για την απώλεια της ικανότητας για εργασία από ζημιά που δε σχετίζεται με συγκεκριμένη απώλεια εισοδημάτων στο μέλλον, προσμετρά ως απώλεια που ανάγεται στις γενικές αποζημιώσεις και όχι κάτω από συγκεκριμένο κονδύλι μελλοντικής ζημιάς.

3. Η επιδικασθείσα αποζημίωση είναι ανεπαρκής, εν όψει των κακώσεων που υπέστη ο εφεσείων και των συνεπειών τους, καθώς και της δυσκολίας που θα αντιμετωπίσει στην εργοδότησή του λόγω της δυσκολίας για εκμάθηση άλλων επαγγελμάτων εκτός από βοηθητικά και του πόνου, της ταλαιπωρίας και του περιορισμού στις απολαύσεις της ζωής. Το ποσό των ΛΚ25.000 ως γενικές αποζημιώσεις συνιστά εύλογη και δίκαιη αποζημίωση.

4. Ο συντελεστής (multiplier) όπως τον καθόρισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφέρεται μόνο στην απώλεια εισοδημάτων του εφεσείοντα στο ποδόσφαιρο. Η άλλη πιθανή επαγγελματική του σταδιοδρομία σε άλλο επάγγελμα, εκτός του ποδοσφαίρου, με το οποίο κατά το δικηγόρο του εφεσείοντα, θα ασχολείτο μετά τα 34 του χρόνια και η σχετική πιθανή απώλεια, δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί, γιατί θα έλειπε ο πολλαπλασιαστέος. Λήφθηκε δε ορθά υπ’ όψιν κατά τον υπολογισμό των γενικών αποζημιώσεων για πόνο και ταλαιπωρία.

    Ο υπολογισμός του πολλαπλασιαστή από το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι ορθός.

5. Οι ειδικές αποζημιώσεις αναφορικά με τα ποσά (α) ΛΚ1.000 μεταφορικά έξοδα και (β) ΛΚ5.000 για έξοδα μετάβασης του εφεσείοντα στο εξωτερικό για θεραπεία, δεν τεκμηριώνονται με μαρτυρία και ως εκ τούτου ορθά απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο.

6. Ο εφεσίβλητος 1 οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα χωρίς τη συγκατάθεση του εφεσιβλήτου 2 και ως εκ τούτου ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο απάλλαξε τον εφεσίβλητο 2 οποιασδήποτε εκ προστήσεως ευθύνης.

    Όλοι οι λόγοι έφεσης, πλην εκείνου που αφορά το ύψος των γενικών αποζημιώσεων, απορρίπτονται.

[*5]Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς όσον αφορά τις γενικές αποζημιώσεις, με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσιβλήτου 1.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Constantinou v. Salachouris (1969) 1 C.L.R. 416,

Christodoulides v. Kyprianou (1968) 1 C.L.R. 130,

Ioannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd a.o. v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789,

Θεμιστοκλέους v. Παρασκευά (1992) 1 Α.Α.Δ. 498,

Μαυροπετρή v. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66,

Moeliker v. A. Reyrolle and Co. Ltd. [1977] 1 All E.R. 9,

Clarke v. Rotax Aircraft [1975] 3 All E.R. 794,

Σπύρου v. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 298,

Emmanuel a.o. v. Nicolaou a.o. (1977) 1 C.L.R. 15,

Zachariou v. Lioness (1983) 1 C.L.R. 415,

Χριστοδούλου v. Γρηγορίου (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 178,

Georghiou v. Asproftas  a.ο. (No.2) (1988) 1 C.L.R. 441,

Βλάσιος v. Αντωνίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 815,

Fardon v. Harcourt-Rivington [1932] All E.R. 81,

Jones v. Livox Quarries Ltd. [1952] 2 Q.B. 608,

Panayiotou v. Markou (1970) 1 C.L.R. 215,

Charalambides v. Michaelides (1973) 1 C.L.R. 66,

Patsalides v. Yapani a.ο. (1969) 1 C.L.R. 84,

Vakanas v. Thomas a.ο. (1982) 1 C.L.R. 530.

[*6]Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος (Nικολαΐδης, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 13 Ιουνίου, 1991 (Aρ. Aγωγής 1376/87) με την οποία επιδικάσθηκε σ’ αυτόν το ποσό των Λ.K.12.500 ως γενικές αποζημιώσεις για τα τραύματα που υπέστηκε σε τροχαίο ατύχημα και υπολογίσθηκε συντελεστής (multiplier) 5 χρόνων για την απώλεια των μελλοντικών του εισοδημάτων.

Χρ. Α. Θεοδούλου, για τον Eφεσείοντα-Ενάγοντα.

Μ. Χατζηχριστοφής, για τους Eφεσιβλήτους-Εναγομένους 1 και 2.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Eφεσίβλητο-Εναγόμενο 3.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η επίδικη διαφορά δημιουργήθηκε από τροχαίο ατύχημα που συνέβηκε στις 16.12.1985 στη συμβολή των οδών Πλούτωνος και Γραβιάς στη Λάρνακα μεταξύ της μοτοσυκλέττας υπ’ αριθμό εγγραφής RP423 που οδηγείτο από τον εφεσίβλητο 1 με συνεπιβάτη τον εφεσείοντα και του αυτοκινήτου υπ’ αριθμό εγγραφής NT997 που οδηγείτο από τον εφεσίβλητο 3. Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέττας υπ’ αριθμό εγγραφής RP423.

To πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από μακρά ακροαματική διαδικασία επεδίκασε υπέρ του εφεσείοντα - ενάγοντα στην αγωγή - το ποσό των £36.829,- εναντίον του εφεσιβλήτου 1 - εναγομένου 1 στην αγωγή - και απέρριψε την απαίτησή του εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3 - εναγομένων 2 και 3 αντίστοιχα στην αγωγή.

Με την έφεση του ο εφεσείων προσβάλλει το σύνολο των θεμάτων που απασχόλησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφασή του. Με τον πρώτο και τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το επιδικασθέν ποσό για γενικές αποζημιώσεις ως ανεπαρκές ως επίσης και την κατάληξη του Δικαστηρίου ως προς τον πολλαπλασιαστή ως καταφανώς λανθασμένο. Με το δεύτερο λόγο προσβάλλεται η κατάληξη του Δικαστηρίου να απορρίψει μέρος της απαίτησης του εφεσείοντα για τις ειδικές αποζημιώσεις. Με [*7]τους λόγους 4 και 5 προσβάλλεται, ως προς το θέμα της ευθύνης, η απόρριψη της αγωγής έναντι των εφεσιβλήτων 2 και 3.

Πρώτος και τρίτος λόγος εφέσεως

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού περιέγραψε τα σοβαρά τραύματα που υπέστη ο εφεσείων στο ατύχημα επιδίκασε τελικά ποσό £12.500,- ως γενικές αποζημιώσεις. Είναι το παράπονο του εφεσείοντα ότι το ποσό αυτό είναι πολύ χαμηλό και ανεπαρκές υπό τις περιστάσεις.

Κατά το χρόνο του ατυχήματος ο εφεσείων ήταν ηλικίας 19 χρόνων και υπηρετούσε τη θητεία του στην Εθνική Φρουρά.  Ήταν όμως και ένας πολλά υποσχόμενος ποδοσφαιριστής, εγγεγραμμένος στη δύναμη της ομάδας ΕΠΑ, Λάρνακας.

Από το ατύχημα ο εφεσείων υπέστη σοβαράς μορφής κλειστή κρανιοεγκεφαλική κάκωση, κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης και εξάρθρωμα της αριστερής κατ’ ισχύον άρθρωσης. Ο εφεσείων ήταν σε κώμα για δύο μήνες προτού δείξει σημεία βελτίωσης και αποφύγει τον σοβαρό κίνδυνο που απειλούσε τη ζωή του. Διαγνώστηκε παράλυση του αριστερού ποδιού λόγω βλάβης του περονιαίου νεύρου, που προκλήθηκε από το κάταγμα στο πόδι. Υποβλήθηκε σε εγχείριση κατά την οποία διεξήχθηκε επινευρική και περινευρική νευρόλυση του κοινού περιονιαίου και των κλάδων του με τη χρήση μικροσκοπίου. Η περιφερειακή παράλυση του περονιαίου νεύρου βελτιώθηκε σημαντικά ύστερα από τη χειρουργική επέμβαση και την εντατική φυσιοθεραπεία, παρόλο ότι παραμένει ακόμα νευρολογική βλάβη που ανέρχεται μέχρι και 30% της λειτουργίας του νεύρου. Υπάρχει επίσης δυνατότητα μελλοντικής μετατραυματικής επιληψίας.

Από νευρολογικής πλευράς παρέμεινε στον εφεσείοντα ελαφρά ψυχοκινητική επιβράδυνση με διαταραχή των νοητικών λειτουργιών της συγκέντρωσης και της μνήμης. Παρέμεινε επίσης στον εφεσείοντα λόγω του κατάγματος, ελαφρά αδυναμία της ραχιαίας κάμψης του αριστερού άκρου ποδός. Λόγω δε της μακρόχρονης ακινησίας και των επανειλημμένων ουρολοιμώξεων ο εφεσείων παρουσίασε νεφρολιθίαση για την οποία του έγινε λιθοτριψία.

Ο νευροχειρούργος Δρ. Χρ. Κωνσταντινίδης, τη μαρτυρία του οποίου αποδέχθηκε το Δικαστήριο, επιβεβαίωσε ότι το εγκεφαλικό τραύμα άφησε στον εφεσείοντα μεγάλη βλάβη, η οποία, [*8]αν και βελτιώθηκε μετά την πάροδο τριών χρόνων, παρέμεινε σε κάποιο βαθμό μόνιμα. Ο εφεσείων δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει την επαγγελματική του ενασχόληση με το ποδόσφαιρο και θα έχει δυσκολία στην εκμάθηση οποιουδήποτε επαγγέλματος λόγω της ψυχοκινητικής επιβράδυνσης. Μπορεί όμως να εργοδοτηθεί ως κλητήρας ή οποιαδήποτε άλλη βοηθητική εργασία.

Με αυτά τα δεδομένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε με τα εξής όσον αφορά τις γενικές αποζημιώσεις:-

“Σε αυτό το ποσό θα πρέπει να προστεθεί κάποιο ποσό για τον πόνο και ταλαιπωρία του ενάγοντα και κυρίως για την απώλεια των απολαύσεων της ζωής, που στην περίπτωση του ενάγοντα ήταν και η ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο. Επίσης θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι οι δυνατότητες εξεύρεσης εργασίας του ενάγοντα έχουν μειωθεί ριζικά και ο ενάγων μπορεί να ασχοληθεί μόνο σε βοηθητικές δουλειές. Λαμβάνοντας όλα τα πιο πάνω υπ’ όψιν και ιδιαίτερα τη σοβαρότητα των τραυμάτων, τον πόνο και την ταλαιπωρία, τη θεραπεία και τις εγχειρήσεις που υπέστηκε και κυρίως την απώλεια των απολαύσεων της ζωής, βρίσκω ότι ο ενάγων δικαιούται σε αποζημίωση του ύψους των £12.500.-.”

Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο θέμα του ύψους του ποσού των αποζημιώσεων, εκτός εάν πεισθεί, είτε ότι το Δικαστήριο ενήργησε κάτω από λανθασμένη αντίληψη του Νόμου, είτε ότι το επδικασθέν ποσό είναι τόσο υπερβολικό ή ανεπαρκές ούτως ώστε να καθίσταται παντελώς λανθασμένος ο υπολογισμός των αποζημιώσεων των οποίων ο ενάγων δικαιούται (Βλέπε: Constantinou v. Salachouris (1969) 1 C.L.R. 416 και Christodoulides v. Kyprianou (1968) 1 C.L.R. 130).

Οι αρχές που διέπουν την επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων έχουν νομολογηθεί και θα πρέπει ιδιαίτερα να τονισθεί πως, από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαπιστώνεται μια τάση για αύξηση των αποζημιώσεων που επιδικάζονταν στο παρελθόν (Βλέπε: Ioannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd. a.o. v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789 και Θεμιστοκλέους v. Παρασκευάς (1992) 1 Α.Α.Δ. 498).

Στην υπόθεση Κυριάκου Μαυροπετρή v. Γεωργίου Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66 αναφέρονται οι αρχές που εφαρμόζονται σε σχέση με την πιθανότητα απώλειας μελλοντικών εισοδημάτων. [*9]Καθοδηγητική για τον καθορισμό των αποζημιώσεων για την απώλεια της ικανότητας για εργασία από ζημιά που δε σχετίζεται με συγκεκριμένη απώλεια εισοδημάτων στο μέλλον, είναι η απόφαση του Αγγλικού Εφετείου στη Moeliker v. A. Reyrolle and Co. Ltd. [1977] 1 All E.R. 9. Η ζημιά προσμετρά ως απώλεια που ανάγεται στις γενικές αποζημιώσεις και όχι κάτω από συγκεκριμένο κονδύλι μελλοντικής ζημιάς (Βλέπε επίσης: Clarke v. Rotax Aircraft [1975] 3 All E.R. 794).

H καταγραφή των κακώσεων που υπέστη ο εφεσείων και οι συνέπειές τους καθώς και η δυσκολία που θα αντιμετωπίσει στην εργοδότησή του λόγω της δυσκολίας που θα αντιμετωπίσει στην εκμάθηση οποιουδήποτε επαγγέλματος, εκτός από βοηθητικά και ο πόνος, η ταλαιπωρία και ο περιορισμός στις απολαύσεις της ζωής του προδιαγράφουν αφ’ εαυτών ότι η επιδικασθείσα αποζημίωση είναι έκδηλα ανεπαρκής. Εφ’ όσον κρίνεται αναγκαίος ο παραμερισμός αυτού του μέρους της απόφασης, η ευθύνη για τον καθορισμό των γενικών αποζημιώσεων βαρύνει το Εφετείο. Κρίνουμε ότι το ποσό των £25.000,- ως γενικές αποζημιώσεις συνιστά εύλογη και δίκαιη αποζημίωση.

Το μέρος της πρωτόδικης απόφασης, που αφορά τις γενικές αποζημιώσεις για πόνο, ταλαιπωρία και απώλεια των απολαύσεων της ζωής, παραμερίζεται και υποκαθίσταται με το ποσό των £25.000,-.

Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να υπολογίσει τον συντελεστή (multiplier) στο 5 για την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του από την επαγγελματική ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι το ποσό της μελλοντικής απώλειας εισοδήματος του εφεσείοντα από την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο ανήρχετο στις £2.500,- ετησίως. Το ποσό αυτό αποτελεί το πολλαπλασιαστέο. Η κατάληξη αυτή του Δικαστηρίου δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης. Με το περίγραμμα της αγόρευσής του ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα επεχείρησε να εισαγάγει και το θέμα αυτό. Δεν θα το εξετάσουμε. Είναι εμπεδωμένη νομολογιακή αρχή ότι το Εφετείο εξετάζει θέματα τα οποία προσβάλλονται ευθέως από συγκεκριμένο λόγο έφεσης, γεγονός που ελλείπει στην παρούσα έφεση. Το μόνο που προσβάλλεται με το λόγο 3 της έφεσης είναι ο πολλαπλασιαστής.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγοντας στον αριθμό 5 σαν [*10]πολλαπλασιαστή αναφέρει στην απόφασή του:-

“Ο ενάγων κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν 19 χρόνων και κατά την ακρόαση της υπόθεσης ήδη 24 και είχε μπροστά του μια σταδιοδρομία επαγγελματία ποδοσφαιριστή την οποία στερήθηκε. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενασχόληση με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δε διαρκεί για όλη την επαγγελματική ζωή του ατόμου αλλά για λίγα μόνο χρόνια και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που περικλείει ένα τέτοιο επάγγελμα, όπως κινδύνους τραυματισμού κ.λ.π. είμαι της γνώμης ότι ένας συντελεστής (multiplier) 5 χρόνων είναι ο καταλληλότερος για υπολογισμό της απώλειας των μελλοντικών εισοδημάτων του ενάγοντα. Στον υπολογισμό του συντελεστή έλαβα υπ’ όψιν ότι μετά το πέρας της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας ο ενάγων θα έπρεπε να αρχίσει νέα καριέρα, για την οποία όμως ελάχιστα εφόδια θα είχε, αφού από τη μια τίποτε άλλο εκτός από το ποδόσφαιρο δεν τον ενδιέφερε, ενώ από την άλλη καμιά άλλη ουσιαστική επαγγελματική μόρφωση δεν πήρε αφού δεν τέλειωσε καν την Τεχνική Σχολή στην οποία φοιτούσε. Εξάλλου καμιά αναφορά δε γίνεται στα δικόγραφα για άλλο επάγγελμα του ενάγοντα παρόλον ότι μετά τον τερματισμό της καριέρας του σαν ποδοσφαιριστής ο ενάγων, χωρίς ουσιαστικά προσόντα, θα άρχιζε να ψάχνει για δουλειά.”.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος υπέβαλε ότι, μετά τη σταδιοδρομία του ως ποδοσφαιριστής μέχρι την ηλικία των 34 χρόνων, θα μπορούσε να γίνει προπονητής ποδοσφαιρικής ομάδας. Επίσης επεσήμανε ότι ο εφεσείων θα εργάζετο μέχρι τη συντάξιμη ηλικία των 60 χρόνων. Εισηγήθηκε δε τελικά ως συντελεστή που αρμόζει στην παρούσα υπόθεση τον αριθμό 12.

Δε συμφωνούμε με το σκεπτικό του συνηγόρου του εφεσείοντα. Είναι φανερό από την απόφαση του Δικαστηρίου ότι ο συντελεστής, όπως τον καθόρισε, αναφέρεται μόνο στην απώλεια εισοδημάτων του στο ποδόσφαιρο. Η άλλη πιθανή επαγγελματική του σταδιοδρομία σε άλλο επάγγελμα, εκτός του ποδοσφαίρου, μετά την ηλικία των 34 χρόνων του και η σχετική πιθανή απώλεια, δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί γιατί θα έλειπε ο πολλαπλασιαστέος. Λήφθηκε δε, ορθά, υπόψη κατά τον υπολογισμό των γενικών αποζημιώσεων για πόνο και ταλαιπωρία (Βλέπε: Μαυροπετρή και Moeliker (πιο πάνω)).

Το Δικαστήριο επεδίκασε ειδικές αποζημιώσεις υπέρ του εφε[*11]σείοντα για τη χρονική περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας του ατυχήματος και της καταχώρησης της Έκθεσης Απαίτησης, δηλαδή για την περίοδο μεταξύ 16.12.85 και Οκτωβρίου 1988, οπότε η ηλικία του εφεσείοντα ήταν 22 χρόνων. Ο εφεσείων είχε ακόμα 12 χρόνια σταδιοδρομία ως ποδοσφαιριστής.

Συμφωνούμε με την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσον αφορά τον υπολογισμό του πολλαπλασιαστή.  Οι εισηγήσεις του συνηγόρου του εφεσείοντα δε μας έχουν πείσει ότι το Δικαστήριο έσφαλε καθ’ οιονδήποτε τρόπο στον υπολογισμό του.

Ο τρίτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

Δεύτερος λόγος εφέσεως

Με το δεύτερο λόγο έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει την απόφαση του Δικαστηρίου να απορρίψει δύο ποσά, μεταξύ άλλων, που απαιτούσε ως ειδικές αποζημιώσεις και συγκεκριμένα, ποσό £1.000,- ως μεταφορικά του έξοδα και ποσό £5.000,- σαν έξοδα μετάβασής του στο εξωτερικό για θεραπεία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολούμενο με το θέμα αυτό επεσήμανε, ότι για μεν το ποσό των £1.000,- για μεταφορικά έξοδα δεν υπήρξε μαρτυρία που να αποδεικνύει με βεβαιότητα τη δαπάνη, για δε το ποσό των £5.000,-, έξοδα μετάβασης του εφεσείοντα στο εξωτερικό για θεραπεία, και πάλι δεν υπήρξε τέτοια μαρτυρία, ούτε μαρτυρία ιατρική ή άλλη που να δείχνει ότι ένα τέτοιο ταξίδι ήταν αναγκαίο ιατρικά ή έστω χρήσιμο. Η μόνη μαρτυρία που παρουσιάσθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν η αόριστη, όπως τη χαρακτηρίζει, προφορική μαρτυρία της μητέρας του εφεσείοντα.

Είναι εμπεδωμένη νομική αρχή ότι οι ειδικές αποζημιώσεις πρέπει να εξειδικεύονται στην απαίτηση και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα.

Στον McGregor on Damages, 15η έκδοση, παράγραφος 23, σελίδα 15, αναφέρεται:-

“Special damages, on the other hand, are such as the law will not infer from the nature of the act. They do not follow in ordinary course. They are exceptional in their character and, therefore, they must be claimed specially and proved strictly.”.

[*12]Η πιο πάνω αρχή έχει υιοθετηθεί και επιβεβαιωθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σειρά αποφάσεων (Βλέπε, μεταξύ άλλων: Σπύρου v. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1 Α.Α.Δ. 298, Emmanuel v. A. Nicolaou (1977) 1 C.L.R. 15, Zachariou v. Lioness (1983) 1 C.L.R. 415).

Δεν έχουμε πεισθεί από την επιχειρηματολογία του δικηγόρου του εφεσείοντα ότι το Δικαστήριο λανθασμένα απέρριψε τα πιο πάνω ποσά που απαιτούνταν σαν ειδικές αποζημιώσεις.  Από τη νομολογία που έχει εκτεθεί πιο πάνω, ορθά το Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν έχουν αποδειχθεί στο βαθμό που απαιτείτο.

Και ο λόγος αυτός της έφεσης απορρίπτεται.

Τέταρτος λόγος εφέσεως

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή εναντίον του εφεσιβλήτου 2 απαλλάσσοντας οποιασδήποτε εκ προστήσεως ευθύνη. Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέττας που οδηγούσε ο αδελφός του, εφεσίβλητος 1 και στην οποία επέβαινε ο εφεσείων. Το Δικαστήριο είχε ενώπιόν του τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων 1 και 2 την οποία θεώρησε ως ορθή και αληθή. Από τη μαρτυρία αυτή το μόνο συμπέρασμα που μπορούσε να εξαχθεί είναι αυτό στο οποίο κατέληξε το Δικαστήριο. Ότι ο εφεσίβλητος 1 οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα χωρίς τη συγκατάθεσή του εφεσιβλήτου 2 και κατά συνέπεια δεν ήταν δυνατό να υποστηριχθεί οποιαδήποτε σχέση μεταξύ τους. Ορθά κατά συνέπεια το Δικαστήριο απάλλαξε τον εφεσίβλητο 2 οποιασδήποτε εκ προστήσεως ευθύνη.

Ο λόγος 4 της έφεσης απορρίπτεται.

Πέμπτος λόγος εφέσεως

Με τον πέμπτο και τελευταίο λόγο έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει επίσης την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος αρ. 3 δεν υπείχε οποιασδήποτε ευθύνης στο ατύχημα.

Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τα γεγονότα και τα ευρήματα όπως τα βρήκε το Δικαστήριο:

“Στην παρούσα υπόθεση από τα γεγονότα όπως εκτέθηκαν, είναι φανερό ότι ο εναγόμενος 1 εισήλθε από την Γραβιάς στην Πλούτωνος χωρίς να σταματήσει στο σημείο “Αλτ”, και ο ενα[*13]γόμενος 3 προσπαθώντας να αντιδράσει κατάφερε μόνο να εφαρμόσει τα φρένα του χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο εναγόμενος 1 όφειλε να μην εισέλθει στον κύριο δρόμο πριν βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλές να το πράξει και ότι κανένα άλλο όχημα δεν οδηγείτο στην οδό Πλούτωνος σε τέτοια απόσταση που να δημιουργεί κίνδυνο. Κάτω από τις περιστάσεις βρίσκω ότι το δυστύχημα οφείλεται στην αποκλειστική αμέλεια του εναγομένου 1, ενώ ο εναγόμενος 3 διόλου δεν ευθύνεται κάτω από τις περιστάσεις. Παρά την πολύ προσεκτική εξέταση της μαρτυρίας δε στοιχειοθετείται αμέλεια του εναγομένου 3. Οδηγούσε με ταχύτητα 20 μ.α.ω., στην αριστερή πλευρά του δρόμου και προσπάθησε να αντιδράσει όταν παρουσιάστηκε μπροστά του κίνδυνος. Επίσης δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας που να δικαιολογεί το εύρημα ότι ο εναγόμενος 3 ανέμενε ή ήταν εύλογο να αναμένει την έξοδο οποιουδήποτε οχήματος από την οδό Γραβιάς στην Πλούτωνος. Έτσι η αγωγή εναντίον του εναγομένου 3 θα πρέπει να απορριφθεί.”.

Ο δικηγόρος του εφεσείοντα δεν αμφισβήτησε ενώπιόν μας τα γεγονότα. Αμφισβήτησε μόνο την ορθότητα της κατάληξης του Δικαστηρίου και εισηγήθηκε ότι τα γεγονότα δε δικαιολογούσαν την κατάληξή του ότι ο εφεσίβλητος 3 δεν υπέχει συντρέχουσα αμέλεια στο ατύχημα.

Είναι γνωστές οι αρχές που διέπουν το θέμα της αμέλειας και δε θεωρούμε σκόπιμο να τις επαναλάβουμε. Απλά παραπέμπουμε, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις: Κυριάκος Χριστοδούλου v. Γρηγόρης Γρηγορίου (1989) 1 Α.Α.Δ. 178, Christoforou Georghiou as Administrator of the Estate of the Deceased Antonis Christoforou (No. 2) v. Georgios Asproftas and Another (1988) 1 C.L.R. 441, Βλάσιος v. Αντωνίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 815).

Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι αιτία του ατυχήματος ήταν η παράλειψη του εφεσίβλητου 1 να σταματήσει στο σημείο του “αλτ”. Δεν επιμέρισε δε κανένα ποσοστό συντρέχουσας αμέλειας στον εφεσίβλητο 3.

Οι αρχές της συντρέχουσας αμέλειας έχουν εμπεδωθεί από τη νομολογία από παλιά. Στην αγγλική αυθεντία Fardon v. Harcourt-Rivington [1932] All E.R. Rep. 81, στη σελίδα 83 αναφέρεται η ακόλουθη αρχή:-

“The root of this liability is negligence, and what is negligence depends on the facts with which you have to deal. If the [*14]possibility of the danger emerging is reasonably apparent, then to take no precautions is negligence; but if the possibility of danger emerging is only a mere possibility which would never occur to the mind of a reasonable man, then there is no negligence in not having taken extraordinary precautions.”.

Επίσης ο Λόρδος Denning στην αυθεντία Jones v. Livox Quarries Ltd. [1952] 2 Q.B. 608, στη σελίδα 615 αναφέρει:-

“Although contributory negligence does not depend on a duty of care, it does depend on foreseeability. Just as actionable negligence requires the foreseeability of harm to others, so contributory negligence requires the foreseeability of harm to oneself. A person is guilty of contributory negligence if he ought reasonably to have foreseen that, if he did not act as a reasonable, prudent man, he might be hurt himself; and in his reckonings he must take into account the possibility of others being careless.”.

Οι αρχές αυτές έγιναν δεκτές και από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλέπε: Elpiniki Panayiotou v. Georgios Kyriakou Markos (1970) 1 C.L.R. 215, Christos Charalambides v. Polyvios Michaelides (1973) 1 C.L.R. 66, Patsalides v. Yapani and Another (1969) 1 C.L.R. 84, Vakanas v. Thomas and Another (1982) 1 C.L.R. 530).

Τονίζουμε ότι κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της γεγονότα και περιστάσεις στα οποία γίνεται αναγωγή των αρχών της συντρέχουσας αμέλειας όπως έχουν εκτεθεί πιο πάνω.  Και στην παρούσα υπόθεση δεν έχουμε πεισθεί ότι τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι λανθασμένα ή ότι επλανήθη ως προς το Νόμο ή τη νομολογία. Με τα γεγονότα της υπόθεσης ορθά κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος 3 δεν υπείχε καμιάς ευθύνης για το ατύχημα. Φρονούμε ότι, έχοντας υπόψη την αιφνίδια κατάσταση στην οποία βρέθηκε ο εφεσίβλητος 3, ως αποτέλεσμα της αμέλειας του εφεσίβλητου 1 να μη σταματήσει στη συμβολή των δρόμων και στο σημείο του “αλτ”, δεν είχε καθόλου το χρόνο να αποφύγει τη σύγκρουση ή να είχε λάβει προηγούμενα άλλα μέτρα προφύλαξης απ’ αυτά που έλαβε. Και, κατά συνέπεια, ότι δε συνέτεινε σε οποιοδήποτε βαθμό στο ατύχημα.

Ο λόγος 5 της έφεσης, επομένως, απορρίπτεται.

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει μερικώς όσον [*15]αφορά τις γενικές αποζημιώσεις.

Η έφεση εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3 απορρίπτεται με έξοδα.

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσιβλήτου 1.

Τα έξοδα να υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.

H έφεση επιτυγχάνει μερικώς όσον αφορά τις γενικές αποζημιώσεις, με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσιβλήτου 1.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο