Πιττάρα Nτόροθυ ν. Cosmos (Cyprus) Insurance Co Ltd. (1998) 1 ΑΑΔ 193

(1998) 1 ΑΑΔ 193

[*193]30 Iανουαρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΝΤΟΡΟΘΥ ΠΙΤΤΑΡΑ,

Εφεσείουσα-Ενάγουσα,

v.

COSMOS (CYPRUS) INSURANCE CO LTD.,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 9253)

 

Ασφαλιστικό Δίκαιο — Ασφαλιστικό συμβόλαιο — Ασφάλιση έναντι πυρός, οικιακού εξοπλισμού, τιμαλφών και διάρρηξης — Όρος στο συμβόλαιο περιορισμού του χρόνου επιβολής των δικαιωμάτων δυνάμει του συμβολαίου — Δεν παραβιάζει το Άρθρο 28 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, ούτε τα Άρθρα 26, 28 και 30 του Συντάγματος — Υιοθέτηση των αρχών στην Agathangelou v. Motor Union.

Συμβάσεις — Για να είναι έγκυρες πρέπει να συμμορφώνονται προς τις αρχές του Δικαίου των Συμβάσεων — Η εισαγωγή όρου σε σύμβαση που αντίκειται προς τις πιο πάνω αρχές, καθιστά τη σύμβαση παράνομη στην ολότητά της, εκτός εάν είναι εφικτός ο διαχωρισμός του παράνομου όρου από την υπόλοιπη σύμβαση — Άρθρο 23 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149.

Συνταγματικό Δίκαιο — Δικαίωμα του συμβάλλεσθαι — Υπόκειται σε όρους και περιορισμούς βάσει των γενικών αρχών του Δικαίου των Συμβάσεων — Σύνταγμα, Άρθρο 26.1.

H εφεσείουσα ασφάλισε έναντι πυρός τον οικιακό εξοπλισμό και τα τιμαλφή της οικίας της στο Λυθροδόντα.  Η ασφάλιση επεκτάθηκε και σε απώλειες από διάρρηξη.

Η οικία της εφεσείουσας διαρρήχθηκε και κλάπηκαν από αυτή έπιπλα, σκεύη και τιμαλφή αξίας £8.765 (λίρες Αγγλίας).  Το Δικαστήριο απέρριψε την απαίτησή της για το μοναδικό λόγο ότι παρέλειψε να διεκδικήσει με αγωγή την αξία των κλαπέντων εντός τριών [*194]μηνών από την απόρριψη της απαίτησής της από την εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία, όπως προβλέπει το ασφαλιστικό συμβόλαιο.

Με την έφεση αμφισβητείται η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι:

(α)   ο όρος 6, του ασφαλιστικού εγγράφου αποτελεί όρο και του δευτέρου συμβολαίου με το οποίο επεκτάθηκε η ασφάλιση και σε κινδύνους από διαρρήξεις,

(β)   ήταν παραδεκτή η κοινοποίηση στα Ελληνικά της απόρριψης της αξίωσης για αποζημιώσεις,

(γ)   ο όρος 6(α) είναι έγκυρος.

Υποστηρίχθηκε ότι ο όρος αυτός αντίκειται στις πρόνοιες του Άρθρου 28(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 και στα Άρθρα 28 και 30 του Συντάγματος.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Οι λόγοι α) και β) κρίνονται ανεδαφικοί. Με την επέκταση της ασφάλισης σκοπείτο όπως ρητά προβλέπεται, όχι η σύναψη νέας συμφωνίας, αλλά η διεύρυνση της υφισταμένης. Η απόρριψη της αξίωσης μπορούσε να γνωστοποιηθεί με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο. Ούτε μπορούσε να γίνει ποτέ δεκτή η εισήγηση ότι, γραπτή κοινοποίηση θέσης, όχι μόνο δημόσιας αρχής αλλά και ιδιώτη, σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας, αποτελεί απαράδεκτο γλωσσικό μέσο επικοινωνίας.

2. Η θέση των εφεσιβλήτων ότι το Άρθρο 28 του Συντάγματος, δεν καλύπτει και συνεπώς δεν απαγορεύει συμβατικούς όρους που έχουν ως αντικείμενο την αποποίηση συμβατικού δικαιώματος, επιβεβαιώνεται από την Agathangelou v. Motor Union την οποία επικαλέσθηκαν. Στην Agathangelou αποφασίστηκε ότι όροι όπως ο όρος 6(α) δεν έχουν ως αντικείμενο τον περιορισμό του δικαιώματος προσφυγής στο Δικαστήριο αλλά, την παραίτηση από δικαίωμα, στο πλαίσιο της συναλλαγής μεταξύ των συμβαλλομένων.

3.      Η Agathangelou, χωρίς να πραγματεύεται το συνταγματικό θέμα που εγείρεται προς εξέταση, προδιαγράφει και την απάντηση στο εγειρόμενο ζήτημα, του κατά το Σύνταγμα παραδεκτού του όρου 6(α), εφόσον, αποφασίζει ότι το αντικείμενό του δεν είναι ο περιορισμός του δικαιώματος προσφυγής στο Δικαστήριο, αλλά ο κα[*195]θορισμός των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων βάσει της σύμβασης. Ούτε τίθεται θέμα ισότητας ενώπιον του νόμου, εφόσον ο επίδικος όρος αποτελεί επιλογή των συμβαλλομένων αναγόμενη στην ελευθερία του συμβάλλεσθαι, που κατοχυρώνεται στο Άρθρο 26.1 του Συντάγματος.

4. Η προσχώρηση στη σύμβαση και η διαμόρφωση του περιεχομένου της, ανάγεται στην ελευθερία του συμβάλλεσθαι, όπως ορίζεται στο Άρθρο 26 του Συντάγματος. Το δικαίωμα υπόκειται σε περιορισμούς ή δεσμεύσεις βάσει των γενικών αρχών του δικαίου των συμβάσεων, οι οποίες ενσωματώνονται στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149. Εάν ο όρος αντίκειτο προς αυτές θα ήταν παράνομος, γεγονός που θα καθιστούσε τη σύμβαση στην ολότητά της παράνομη, βάσει του Άρθρου 23 του Κεφ. 149, εκτός αν ήταν εφικτός ο διαχωρισμός του.

5. Η υπόθεση Fekkas, την οποία επικαλέσθηκε η εφεσείουσα, διακρίνεται από την παρούσα υπόθεση. Στην υπόθεση εκείνη αποφασίστηκε ότι το Άρθρο 11(2) του περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 171, με τον οποίο περιοριζόταν ο χρόνος έγερσης αγωγής κατά της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, για αστικά αδικήματα, ήταν αντισυνταγματικός διότι αφίστατο του γενικού μέτρου της παραγραφής που καθιερώνει ο περί Παραγραφής Νόμος, Κεφ. 15 για τα αστικά αδικήματα. Ο νομοθετικός περιορισμός, που έθετε το Άρθρο 11(2), κρίθηκε απαράδεκτος για το λόγο ότι συνιστούσε περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 30.1 του Συντάγματος.

6. Το εμπόδιο που αντιμετωπίζει η εφεσείουσα στην προαγωγή της θέσης της, οφείλεται στην απώλεια του δικαιώματος της και όχι στον περιορισμό του συνταγματικού της δικαιώματος να προσφύγει στο Δικαστήριο για τη διεκδίκησή του.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Agathangelou v. Motor Union (1984) 1 C.L.R. 1,

Fekkas v. Electricity Authority of Cyprus (1967) 1 C.L.R. 173,

Νικολάου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά. (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1338,

Μαυρογένης v. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.ά. (Αρ. 3) (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 315,

[*196]Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (1997) 3 Α.Α.Δ. 36,

Barbler v. Connolly, 113 US 27, 28 Law, ed. 923.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nικολαΐδης, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 28 Iουνίου, 1994 (Aρ. Aγωγής 6380/91) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή της για αποζημίωση για την απώλεια αντικειμένων που κάλυπτε η ασφάλεια του οικιακού εξοπλισμού και των τιμφαλών έναντι πυρός και κλοπής.

Γ. Κορφιώτης, για την Eφεσείουσα.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τους Eφεσιβλήτους.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η εφεσείουσα ασφάλισε, έναντι πυρός, τον οικιακό εξοπλισμό και τα τιμαλφή που υπήρχαν στην κατοικία της στο Λυθροδόντα. Η ασφάλιση επεκτάθηκε και σε απώλειες από διάρρηξη. Η ασφάλιση έγινε με την εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία.

Η οικία της εφεσείουσας διαρρήχθηκε και κλάπηκαν από αυτή έπιπλα, σκεύη και τιμαλφή αξίας £8,765 (λίρες Αγγλίας).  Το Δικαστήριο απέρριψε την απαίτησή της για ένα και μοναδικό λόγο, διότι παρέλειψε να διεκδικήσει, με αγωγή, την αξία των κλαπέντων μέσα στην περίοδο των τριών μηνών από την απόρριψη της απαίτησής της, όπως προβλέπει το ασφαλιστικό συμβόλαιο. Η σχετική πρόνοια του συμβολαίου έχει ως ακολούθως:

«If any Claim made upon the Company is rejected by the Company and an Action or Suit be not commenced by the Insured within three Calendar months after such rejection all benefits under this Policy shall be forfeited.»

(Ελληνική μετάφραση ελεύθερη.)

[*197]«Εάν οποιαδήποτε Απαίτηση η οποία υποβάλλεται στην Εταιρεία απορρίπτεται από την Εταιρεία και η Απαίτηση, ή Αγωγή δεν εγερείρεται από τον Ασφαλιζόμενο εντός τριών Ημερολογιακών μηνών αφότου αυτή απορριφθεί όλα τα ευεργετήματα κάτω από το Ασφαλιστικό Έγγραφο θα χάνονται.»

Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο προαναφερθείς όρος συνιστούσε αναπόσπαστο μέρος τόσο του συμβολαίου όσο και της συμφωνίας για την επέκτασή του όπως προκύπτει από την ακόλουθη εισαγωγική διάταξη του δεύτερου ασφαλιστικού εγγράφου.

«Attaching to Policy No. 99/90F934

In the Name of Dorothy Pittaras

and declared to form part thereof as if written or ptinted thereon.»

(Ελληνική μετάφραση ελεύθερη.)

«Επισυνάπτεται στο Ασφαλιστικό Έγγραφο αρ. 99/90F934

Στο Όνομα της Dorothy Pittaras

δηλώνεται ότι αποτελεί μέρος του προαναφερθέντος εγγράφου ως εάν να είχε εγγραφεί ή τυπωθεί σε αυτό.»

Η απαίτηση της εφεσείουσας για αποζημίωση για την απώλεια των αντικειμένων που κάλυπτε η ασφάλεια απορρίφθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1991, με επιστολή διατυπωμένη στα Ελληνικά που στάληκε στη διεύθυνση της κατοικίας της. Είναι παραδεκτό ότι η επιστολή έφθασε στον προορισμό της και το περιεχόμενό της περιήλθε σε γνώση της εφεσείουσας. Της το μετέφρασε ο Κύπριος την καταγωγή σύζυγός της.

Με τη έφεση αμφισβητείται η διαπίστωση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι:

(α) Ο όρος 6, του ασφαλιστικού εγγράφου αποτελεί όρο και του δευτέρου συμβολαίου με τον οποίο επεκτάθηκε η ασφάλιση και σε κινδύνους από διαρρήξεις.

(β) Ήταν παραδεκτή η κοινοποίηση στα Ελληνικά της απόρριψης της αξίωσης για αποζημιώσεις.

(γ) Ο όρος 6(α) είναι έγκυρος.

Υποστηρίχθηκε, ότι ο όρος αυτός αντίκειται στις πρόνοιες [*198]του Άρθρου 28(1), του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 και προσκρούει στις συνταγματικές διατάξεις που καθιερώνουν την ανεμπόδιστη πρόσβαση στο Δικαστήριο, την αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου και την ίση προστασία από τις διατάξεις του. (Άρθρα 28 και 30 του Συντάγματος.)

Οι λόγοι (α) και (β) κρίνονται ανεδαφικοί. Πρώτο, με την επέκταση της ασφάλισης εσκοπείτο, όπως ρητά προβλέπεται, όχι η σύναψη νέας συμφωνίας, αλλά η διεύρυνση της υφιστάμενης. Ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι με το δεύτερο ασφαλιστικό έγγραφο επεκτάθηκε η υπάρχουσα συμφωνία, μαζί και οι βασικοί της όροι, ώστε να καλύπτεται και ο κίνδυνος της διάρρηξης.

Ως προς το (β), ο όρος 6(α), δεν καθιερώνει τρόπο κοινοποίησης της απόρριψης απαίτησης του ασφαλιζομένου. Η απόρριψη μπορεί να γνωστοποιηθεί με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο. Ούτε θα μπορούσε να γίνει ποτέ δεχτή εισήγηση ότι γραπτή κοινοποίηση θέσης, όχι μόνο δημόσιας αρχής αλλά και ιδιώτη, σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας αποτελεί απαράδεχτο γλωσσικό μέσο επικοινωνίας. Επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας είναι, κατά πάντα χρόνο, παραδεχτό μέσο επικοινωνίας σε κάθε τομέα.

Προς επίλυση παραμένει ο τρίτος λόγος της έφεσης ο οποίος εγείρει προς εξέταση νομικό ζήτημα ευρύτερης σημασίας.

Η εφεσείουσα υποστήριξε αφενός, ότι ο όρος 6(α) (του ασφαλιστικού εγγράφου) είναι άκυρος βάσει των προνοιών του άρθρου 28(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, και αφετέρου, ότι αντίκειται στις συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη και την ίση προστασία από το Νόμο, ως θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου. (Άρθρα 30 και 28 του Συντάγματος.)

Οι εφεσίβλητοι απάντησαν ότι το άρθρο 28 δεν καλύπτει και συνεπώς δεν απαγορεύει συμβατικούς όρους που έχουν ως αντικείμενο την αποποίηση συμβατικού δικαιώματος. Η θέση αυτή επιβεβαιώνεται από την Agathangelou v. Motor Union (1984) 1 C.L.R. 1, στην οποία εξετάστηκε όμοιο ζήτημα προς  το υπό συζήτηση στην παρούσα υπόθεση και την οποία επικαλέστηκαν οι εφεσίβλητοι. Αποδοχή του λόγου της Agathangelou τείνει να εκθεμελιώσει το βάθρο στο οποίο στηρίζονται οι ισχυρισμοί  για αντισυνταγματικότητα εφόσον όροι όπως ο όρος 6(α) δεν έχουν [*199]ως αντικείμενο τον περιορισμό του δικαιώματος προσφυγής στο Δικαστήριο αλλά, την παραίτηση από δικαίωμα, στο πλαίσιο της συναλλαγής, μεταξύ των συμβαλλομένων.

Η εφεσείουσα ανταπάντησε ότι η απόφαση στη Υiannis Fekkas v. The Electricity Authority of Cyprus (1967) 1 C.L.R. 173, ενισχύει τους ισχυρισμούς της για το απαράδεχτο, κατά το Σύνταγμα, του όρου 6(α) της σύμβασης. Εξυπακούεται, από την εισήγηση της εφεσείουσας, η θέση ότι εφόσον δεν εξετάστηκε ζήτημα αντισυνταγματικότητας στην Agathangelou ο λόγος της δεν εκτείνεται στην συνταγματική υπόσταση όρων όπως ο 6(α).

Στην Agathangelou αποφασίστηκε ότι όρος ανάλογος προς τον όρο 6(α), δεν περιορίζει το δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο. Συνιστά, όρο αμοιβαία συμφωνηθέντα συνεπαγόμενο παραίτηση από δικαίωμα. Οδηγούμενο στην απόφασή του, το Ανώτατο Δικαστήριο, άντλησε καθοδήγηση από την Ινδική νομολογία, ερμηνευτική αντίστοιχης νομοθετικής διάταξης προς το άρθρο 28(1) του Κεφ. 149, που περιέχεται στον Ινδικό περί Συμβάσεων Νόμο. Δεν έχουμε κληθεί να αποστούμε από το λόγο της Agathangelou, ούτε διαπιστώνεται η ύπαρξη των προϋποθέσεων εκείνων που θα εδικαιολογούσαν τέτοια απόφαση. (Βλ. Νικολάου κ.ά. v. Νικολάου και Άλλοι (1992) 1 Α.Α.Δ. 1338. Μαυρογένης v. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.ά. (Αρ. 3) (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 315).

Ο λόγος της Agathangelou δεν πραγματεύεται το συνταγματικό θέμα το οποίο τίθεται προς εξέταση. Προδιαγράφει όμως, η Agathangelou, και την απάντηση στο εγειρόμενο ζήτημά του κατά το Σύνταγμα παραδεκτού του όρου 6(α), εφόσον, αποφασίζει ότι το αντικείμενό του δεν είναι ο περιορισμός του δικαιώματος προσφυγής στο Δικαστήριο αλλά ο καθορισμός των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων βάσει της σύμβασης. Ούτε τίθεται ζήτημα ισότητας ενώπιον του νόμου ή ίσης προστασίας από τις διατάξεις του εφόσον ο όρος της συμφωνίας αποτελεί επιλογή των συμβαλλομένων αναγόμενη στην ελευθερία του συμβάλλεσθαι που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 26.1 του Συντάγματος.

Σε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (1997) 3 Α.Α.Δ. 36, είχαμε την ευκαιρία να προβούμε σε ανασκόπηση  της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι όπως ορίζεται στο Άρθρο 26 του Συντάγματος. Η ελευθερία, όπως υποδεικνύεται, περιλαμβάνει τόσο την προ[*200]σχώρηση στη σύμβαση όσο και τη διαμόρφωση του περιεχομένου της. Το δικαίωμα μπορεί να τεθεί κάτω από περιορισμούς ή δεσμεύσεις βάσει των γενικών αρχών του δικαίου των συμβάσεων. Οι αρχές αυτές ενσωματώνονται στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149. Σύμφωνα με την Agathangelou (ανωτέρω), ο επίμαχος όρος 6(α) δεν προσκρούει στις πρόνοιες του άρθρου 28(1) του Κεφ. 149. Εάν ο όρος αντίκειτο προς αυτές θα ήταν παράνομος, γεγονός που θα καθιστούσε τη σύμβαση στην ολότητά της παράνομη βάσει του άρθρου 23 του Κεφ. 149, εκτός αν ήταν εφικτός ο διαχωρισμός του.

Ο όρος άπτεται του συνόλου των δικαιωμάτων που παρέχει η σύμβαση και όπως μπορεί να υποτεθεί και του ανταλλάγματος (ασφάλιστρα) για τη συνομολόγηση της συμφωνίας. Δεν θα αποφασίσουμε για το παραδεκτό πιθανού διαχωρισμού· επισημαίνουμε μόνο ότι αν ήθελε κριθεί ότι η παρανομία πλήττει τη συμφωνία στο σύνολό της η εφεσείουσα δεν θα μπορούσε να την επικαλεσθεί προς θεμελίωση των διεκδικήσεών της.

Στη Fekkas, αποφασίστηκε ότι το άρθρο 11(2) του περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 171, με τον οποίο περιοριζόταν ο χρόνος (τρεις μήνες) έγερσης αγωγής κατά της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, για αστικά αδικήματα, ήταν αντισυνταγματικός διότι αφίστατο του γενικού μέτρου της παραγραφής που καθιερώνει ο περί Παραγραφής Νόμος, Κεφ. 15 για τα αστικά αδικήματα. Στην απουσία βάσιμου λόγου ο οποίος να δικαιολογεί τη διάφορη ρύθμιση, η οποία προβλεπόταν από το άρθρο 11(2) του Κεφ. 171, κρίθηκε ότι η διάκριση δεν μπορούσε να αντέξει στη βάσανο της ισότητας. Ο νομοθετικός περιορισμός, που έθετε το άρθρο 11(2), κρίθηκε απαράδεχτος για το λόγο ότι συνιστούσε περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο, που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 30.1 του Συντάγματος. Το Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε με την προσέγγιση στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών στην Barbler v. Connolly (113 US 27; 28 Law, ed. 923), στην οποία αποφασίστηκε ότι η κατίσχυση της αρχής της ευνομίας (due process of law) η οποία κατοχυρώνεται από τη 14η Τροποποίηση του Αμερικανικού Συντάγματος, αποκλείει, μεταξύ άλλων, και τον περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο για τη διεκδίκηση συμβατικών δικαιωμάτων. Δικαιώματα, ανάλογα προς εκείνα τα οποία κατοχυρώνει η 14η Τροποποίηση του Αμερικανικού Συντάγματος, διασφαλίζονται και στην Κύπρο από τα Άρθρα 28 και 30 του Συντάγματος.

[*201]Το εμπόδιο, στην προαγωγή της θέσης της εφεσείουσας παρεμβάλλεται από το γεγονός ότι απεμπόλησε, με τη δική της συμφωνία, το δικαίωμα το οποίο επικαλείται. Το κώλυμα στις διεκδικήσεις της έγκειται στην απώλεια του δικαιώματος και όχι στον περιορισμό του συνταγματικού δικαιώματος να προσφύγει στο Δικαστήριο για τη διεκδίκησή του.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο