Aντωνίου Kύπρος & Yιός Λτδ. κ.ά. ν. Tου πλοίου “Springwood” (Aρ. 1) (1998) 1 ΑΑΔ 215

(1998) 1 ΑΑΔ 215

[*215]30 Ιανουαρίου, 1998

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

1. ΚΥΠΡΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ,

Ενάγων στην Αγωγή Αρ. 193/96,

2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΑΠΠΗΣ, ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΕΣ

    ΖΩΟΤΡΟΦΕΣ ΛΤΔ,

Ενάγων στην Αγωγή Αρ. 194/96,

v.

ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ “SPRINGWOOD” (AΡ. 1),

Εναγομένων.

(Συνεκδικαζόμενες Aγωγές Ναυτοδικείου Aρ. 193/96, 194/96)

 

Απόδειξη — Μαρτυρία — Δεκτότητα μαρτυρίας — Δηλώσεις που περιέχονται σε έγγραφα — Υπό ποίες προϋποθέσεις γίνονται αποδεκτές — Άρθρα 4(1)(β) και 4(2) του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.

Ο μάρτυρας των εναγόντων Μ.Ε. 3, δίδοντας μαρτυρία σε σχέση με τις προσπάθειες που κατέβαλε για να εξασφαλίσει την παρουσία του προσώπου που έκαμε ορισμένες δηλώσεις σε έγγραφα, ως μάρτυρα στη δίκη, συνάντησε την ένσταση της άλλης πλευράς, όταν επιχείρησε να παρουσιάσει επιστολή ημερ. 20/11/97, την οποία οι δικηγόροι του έστειλαν στην Αργεντινή με fax. Η συνήγορος των εναγομένων ισχυρίστηκε ότι η επιστολή ισοδυναμούσε με συνομιλία μεταξύ του γράψαντος την επιστολή και του προσώπου στο οποίο απευθύνεται και το οποίο δεν κλήθηκε ως μάρτυρας. Ήταν ως εκ τούτου εξ ακοής και δεν μπορούσε να γίνει δεκτή.

Αποφασίστηκε ότι:

Και σ’ αυτή την περίπτωση ισχύουν οι κανόνες του δικαίου της απόδειξης αναφορικά με τη δεκτότητα της μαρτυρίας.  Οι κανόνες αυτοί δεν ατονούν και δε χαλαρώνουν, εκτός αν υπάρχει ειδική πρόνοια. (βλ. π.χ. το Άρθρο 4(5) του Κεφ. 9 σε σχέση με τον τρόπο απόδειξης της ανικανότητας του προσώπου που έκαμε τη δήλωση [*216]να παρουσιαστεί ως μάρτυρας - ιατρικό πιστοποιητικό είναι αρκετό). Στην παρούσα περίπτωση δεν έχει τεθεί τίποτε ενώπιον του Δικαστηρίου που να δείχνει ότι το πρόσωπο που συνδέεται με την επιστολή δεν μπορεί να κληθεί ως μάρτυρας. Ως εκ τούτου η ένσταση για τη δεκτότητα της επιστολής πρέπει να επιτύχει.

Η δικηγόρος των εναγομένων ήγειρε ένσταση για τους ίδιους λόγους, όταν ζητήθηκε από τον Μ.Ε. 3 να παρουσιάσει επιστολή (Τεκ. ΙΙΙ) για αναγνώριση. Η εν λόγω επιστολή απευθύνετο, από κάποια εταιρεία από το Buenos Aires, προς τους δικηγόρους των εναγόντων.  Το περιεχόμενό της, σχετίζετο με τη δυνατότητα των προσώπων που έκαμαν τις σχετικές δηλώσεις να παρουσιασθούν ως μάρτυρες, και φέρεται να αποτελεί απάντηση στην επιστολή των δικηγόρων των εναγόντων ημερ. 20.11.97.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Μοναδικός σκοπός της προσκόμισης της επιστολής είναι η ικανοποίηση των προϋποθέσεων της επιφύλαξης του Άρθρου 4(1)(β) του Κεφ. 9.

2.  Το Άρθρο 4(2) του Νόμου επιτρέπει την προσκόμιση τέτοιων δηλώσεων αν, αφού ληφθούν υπ’ όψιν όλα τα περιστατικά της υπόθεσης, το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι “άλλως θα επροξενείτο” αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή δαπάνη. Σε τέτοια περίπτωση μπορεί να αποδεχθεί τη δήλωση ως απόδειξη, ανεξάρτητα από το ότι αυτός που δηλώνει είναι διαθέσιμος, αλλά δεν καλείται ως μάρτυρας.

3.  Το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη όλα τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης έχει ικανοποιηθεί ότι αν δεν επέτρεπε την προσκόμιση, “θα επροξενείτο αδικαιολόγητη καθυστέρηση και δαπάνη”. Ως εκ τούτου, η επιστολή γίνεται αποδεκτή ως απόδειξη, στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στο Δικαστήριο από το Άρθρο 4(2) του Νόμου.

Η ένσταση της υπεράσπισης όσον αφορά τη δεκτότητα της επιστολής ημερομηνίας 20/11/97, προς το εξωτερικό, επιτυγχάνει. Η ένσταση της υπεράσπισης όσον αφορά τη δεκτότητα της απαντητικής επιστολής, ημερομηνίας 26/11/97, από το εξωτερικό, απορρίπτεται.

[*217]Αγωγές Ναυτοδικείου.

Ενδιάμεση απόφαση σε Αγωγές Ναυτοδικείου μετά την υποβολή ένστασης από τους εναγόμενους όταν οι ενάγοντες αποπειράθηκαν να καταθέσουν σαν μαρτυρία ορισμένες δηλώσεις που περιέχονται σε έγγραφα, σαν απόδειξη της αλήθειας του περιεχομένου τους.

Α. Χαβιαράς, για τους Ενάγοντες.

Ν. Ιωάννου, για το Εναγόμενο Πλοίο.

Ex Tempore

KAΛΛHΣ, Δ.: Οι ενάγοντες είχαν επιδιώξει να καταθέσουν ως μαρτυρία ορισμένες δηλώσεις που περιέχονται σε έγγραφα τα οποία έχουν καταρτισθεί στο εξωτερικό - στην Αργεντινή - σαν απόδειξη της αλήθειας του περιεχομένου τους.

Βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις πρόνοιες του άρθρου 4 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, το οποίο θέτει ορισμένες προϋποθέσεις για την παρουσίαση των εγγράφων. Μια από αυτές είναι να κληθεί ως μάρτυρας το πρόσωπο που έκαμε τις δηλώσεις (βλ. άρθρο 4(1) (β)).

Η επιφύλαξη του άρθρου 4(2) (β)* του Νόμου καθιστά δυνατή την προσκόμιση των δηλώσεων αν το πρόσωπο που έκαμε τη δήλωση βρίσκεται εκτός Κύπρου και δεν είναι εύλογα πρακτικό να εξασφαλισθεί η παρουσία του.

Οι ενάγοντες έχουν επανακαλέσει τον Μ.Ε.3, με τη συγκατάθεση της άλλης πλευράς, για να δώσει μαρτυρία σε σχέση με τις προσπάθειες που έχει καταβάλει για να εξασφαλίσει την παρουσία του προσώπου που έκαμε τις δηλώσεις. Όταν του ζητήθηκε να παρουσιάσει μια επιστολή, ημερ. 20.11.97, την οποία οι δικηγόροι του έστειλαν στην Αργεντινή με “fax” η ευπαίδευτη συνήγορος των εναγομένων ήγειρε ένσταση. Πρόβαλε τη θέση ότι η επιστολή ισοδυναμεί με συνομιλία μεταξύ του γράψαντος την επιστολή και του προσώπου στο οποίο απευθύνεται και το οποίο δεν έχει κληθεί ως μάρτυρας. Είναι ως εκ τούτου εξ ακοής και δεν μπορεί να γίνει δε[*218]κτή. Η ευπαίδευτη συνήγορος τόνισε ότι ακόμη και το γεγονός ότι έχουν καταβληθεί προσπάθειες για να εξασφαλιστεί η παρουσία του προσώπου που έχει κάμει τη δήλωση πρέπει να αποδειχθεί με μαρτυρία η οποία συνάδει με τους κανόνες απόδειξης.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εναγόντων υποστήριξε ότι η επιστολή δεν αποτελεί συνομιλία γιατί δεν υπάρχει η απάντηση του παραλήπτη της επιστολής. Απλώς αποτελεί μια επιστολή και σκοπός της κατάθεσής της είναι για να τεθεί η βάση για προσαγωγή μαρτυρίας δυνάμει του άρθρου 4(1) του Κεφ. 9.

Συμφωνώ με τη θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου των εναγομένων. Το δικαστήριο και σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να ενεργεί στη βάση μαρτυρίας που είναι αποδεκτή δυνάμει του δικαίου της απόδειξης. Οι κανόνες του δικαίου της απόδειξης δεν ατονούν και δεν χαλαρώνουν εκτός αν υπάρχει ειδική πρόνοια για τέτοια χαλάρωση (βλ. π.χ. το άρθρο 4(5) του Κεφ. 9 σε σχέση με τον τρόπο απόδειξης της ανικανότητας του προσώπου που έκαμε τη δήλωση να παρουσιαστεί ως μάρτυρας - ιατρικό πιστοποιητικό είναι αρκετό). Δεν έχει τεθεί τίποτε ενώπιον του δικαστηρίου που να δείχνει ότι το πρόσωπο που συνδέεται με την επιστολή δεν μπορεί να κληθεί ως μάρτυρας. Ακολουθεί πως η ένσταση για τη δεκτότητα της επιστολής πρέπει να πετύχει.

Μετά την παρουσίαση ορισμένων εγγράφων, με τη συγκατάθεση της άλλης πλευράς, ζητήθηκε από το Μ.Ε.3 να παρουσιάσει το Τεκ. ΙΙΙ για αναγνώριση. Πρόκειται για επιστολή ημερ. 26.11.97. Απευθύνεται από κάποια εταιρεία ονόματι “Inspectorate de Argentina S.A.”, από το “Buenos Aires” προς τους δικηγόρους των εναγόντων. Φέρεται να έχει υπογραφεί από κάποιο Jorge A. Zucchi.  Και πάλιν η ευπαίδευτη συνήγορος των εναγομένων ήγειρε ένσταση για τους ίδιους λόγους.

Έχω εξετάσει τον τύπο και το περιεχόμενο του εγγράφου όπως, άλλωστε, δικαιούμαι να το πράξω δυνάμει του άρθρου 4(5) του Κεφ. 9. Πρόκειται για επιστολή γραμμένη στο συνηθισμένο επιστολόχαρτο που χρησιμοποιούν οι εταιρείες. Περιέχει τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και τον αριθμό του “Fax” της πιο πάνω εταιρείας. Το περιεχόμενο της σχετίζεται με τη δυνατότητα των προσώπων που έκαμαν τις σχετικές δηλώσεις να παρουσιασθούν ως μάρτυρες. Φέρεται να αποτελεί απάντηση στην πιο πάνω επιστολή των δικηγόρων των εναγόντων ημερ. 20.11.97. Μοναδικός σκοπός της προσκόμισης της είναι η ικανοποίηση των προϋποθέσεων της πιο πάνω επιφύλαξης του άρθρου 4(1) (β) του Κεφ. 9.

[*219]Το άρθρο 4(2) του Νόμου επιτρέπει την προσκόμιση τέτοιων δηλώσεων, αν αφού ληφθούν υπόψη όλα τα περιστατικά της υπόθεσης, ικανοποιηθεί ότι “άλλως θα επροξενείτο” αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή δαπάνη. Σε τέτοια περίπτωση μπορεί να αποδεχθεί τη δήλωση ως απόδειξη ανεξάρτητα από το ότι αυτός που δηλώνει είναι διαθέσιμος αλλά δεν καλείται ως μάρτυρας.    Το δικαστήριο μπορεί να ενεργήσει δυνάμει του άρθρου 4(2) του Νόμου έστω και αν τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την εξασφάλιση της παρουσίας του μάρτυρα - όπως είναι εδώ η περίπτωση - έχουν αποτύχει (βλ. Phipson on Evidence, 9η έκδοση, σελ. 283).

Λαμβάνω υπόψη τα περιστατικά της υπόθεσης. Ιδιαίτερα λαμβάνω υπόψη:

(α)       Τη φύση της διαδικασίας, τον τύπο και το περιεχόμενο της επίδικης επιστολής, και

(β)       Το σκοπό για τον οποίο επιχειρείται η προσκόμιση της επιστολής σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής του δικηγόρου των εναγόντων, ημερ. 20.11.97.

Είμαι ικανοποιημένος ότι αν δεν επιτραπεί η προσκόμιση της επιστολής “θα επροξενείτο αδικαιολόγητη καθυστέρηση και δαπάνη. Στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που μου παρέχεται από το πιο πάνω άρθρο 4(2) του Νόμου αποδέχομαι την επιστολή ως απόδειξη. Η ένσταση της υπεράσπισης αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

H ένσταση της υπεράσπισης όσον αφορά τη δεκτότητα της επιστολής ημερομηνίας 20/11/97, προς το εξωτερικό, επιτυγχάνει. Η ένσταση της υπεράσπισης όσον αφορά τη δεκτότητα της απαντητικής επιστολής ημερομηνίας 26/11/97, από το εξωτερικό, απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο