(1998) 1 ΑΑΔ 1179
[*1179]29 Μαΐου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
THE TIMBERLAND CO OF USA,
Εφεσείοντες-Ενάγοντες,
v.
1. EVANS & SONS LIMITED,
2. EYANΘΗΣ Δ. ΧΑΤΖΗΜΙΤΣΗΣ,
3. ΑΝΝΙΤΣΑ ΧΑΤΖΗΜΙΤΣΗ,
4. ΔΙΟΦΑΝΙΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΤΣΗΣ,
5. ΚΡΙΣΤΗΣ ΧΑΤΖΗΜΙΤΣΗΣ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9776)
Αποφάσεις και Διατάγματα — Ενδιάμεσα διατάγματα — Απαγορευτικό διάταγμα — Εκδοθέν μετά από μονομερή αίτηση σε αγωγή για παραβίαση εμπορικού σήματος και αντιποίηση των προϊόντων των εναγόντων — Ακύρωση του διατάγματος λόγω μη ικανοποίησης της προϋπόθεσης για δυσχέρεια απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, που απαιτείται από το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) για τη χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας — Αποφασίστηκε κατ’ έφεση ότι η ζημιά που προκύπτει από την αντιποίηση εμπορευμάτων και τον αθέμιτο ανταγωνισμό, δύσκολα μπορεί να αποτιμηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο.
Αποφάσεις και Διατάγματα — Ενδιάμεσα διατάγματα — Απαγορευτικό προσωρινό διάταγμα δυνάμει του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) — Εκδοθέν μετά από μονομερή αίτηση — Υποχρέωση του αιτητή να αποκαλύψει όλα τα ουσιώδη γεγονότα — Περιλαμβάνει και υποχρέωση για αποκάλυψη γεγονότων που καθιστούν το αίτημα για έκδοση του διατάγματος επείγον θέμα.
Αποφάσεις και Διατάγματα — Διακριτική ευχέρεια κατώτερου Δικαστηρίου στην έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος — Προϋποθέσεις επέμβασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατ’ έφεση.
Οι εφεσείοντες, Αμερικανική εταιρεία, είναι εγγεγραμμένοι ιδιο[*1180]κτήτες του εμπορικού σήματος “Timberland”, το οποίο χρησιμοποιείται ως το έμβλημα των προϊόντων ένδυσης και υπόδησης, που κατασκευάζουν και διαθέτουν σε πολλές χώρες. Το Μάϊο του 1994 άρχισαν εμπορικές δραστηριότητες στην Κύπρο. Το Φεβρουάριο του 1995 καταχώρησαν αγωγή κατά των εφεσιβλήτων για παραβίαση του εμπορικού τους σήματος και αντιποίηση των υποδημάτων τους. Μόλις καταχωρήθηκε η αγωγή, οι εφεσείοντες εξασφάλισαν, μετά από μονομερή αίτηση, απαγορευτικό διάταγμα, παρεμποδίζον τους εφεσίβλητους να πωλούν ή διαθέτουν υποδήματα με το έμβλημα των προϊόντων τους ή με ουσιωδώς όμοιο προς αυτό έμβλημα.
Οι εφεσίβλητοι έφεραν ένσταση στο διάταγμα, ενώ οι εφεσείοντες αξίωσαν την παράτασή του, βάσει του εδαφίου (3) του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, μέχρι την αποπεράτωση της δίκης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε το διάταγμα λόγω (α) απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων κατά τη στοιχειοθέτηση του μονομερούς αιτήματος για την παροχή ενδιάμεσης θεραπείας και (β) απουσίας του στοιχείου του κατεπείγοντος, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη χορήγηση θεραπείας ερήμην του αντιδίκου.
Τα γεγονότα, τα οποία οι εφεσείοντες παρέλειψαν να αποκαλύψουν, σχετίζοντο με υφιστάμενες, κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος, διαφορές τους με τους προμηθευτές των εφεσιβλήτων , οι οποίοι πρόβαλλαν δικαίωμα σήμανσης των υποδημάτων με έμβλημα όμοιο προς εκείνο των προϊόντων τους.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι ικανοποιούνται κατά το πλείστο, οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) ήτοι αποκάλυψη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας κατά τη δίκη, όχι όμως η τρίτη που συναρτάται με τη δυσχέρεια απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο.
Το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η επίκληση των επικείμενων ξεπουλημάτων από πλευράς εφεσειόντων ως στοιχείου που καθιστούσε το αίτημά τους κατεπείγον, δεν ήταν σοβαρή.
Οι εφεσείοντες υπέβαλαν ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση του προσωρινού διατάγματος, το οποίο, κατά την εισήγησή τους, εσφαλμένα ακυρώθηκε.
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση, τονίζο[*1181]ντας την θεμελίωση του κατεπείγοντος του αιτήματος ως προϋπόθεση για τη χορήγηση θεραπείας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων ανατρέπει τη βάση διατάγματος το οποίο εκδίδεται μετά από μονομερή αίτηση και το καθιστά ακυρωτέο. Ο αιτητής πρέπει να αποκαλύψει γνωστά του γεγονότα ή γεγονότα τα οποία θα μπορούσε να ανακαλύψει με εύλογες προσπάθειες τα οποία σχετίζονται με:
(α) το βάσιμο του δικαιώματός του όπως διαγράφεται στο δικόγραφό του, και
(β) τη σοβαρότητα του ζητήματος το οποίο εγείρεται, και
(γ) την πιθανότητα επιτυχίας.
2. Στην προκείμενη υπόθεση, οι εφεσείοντες αποκάλυψαν όλα τα γεγονότα που συνθέτουν τα αγώγιμα δικαιώματά τους και προσδιόρισαν τα στοιχεία τα οποία καθιστούσαν τα αίτημά τους επείγον.
3. Γεγονότα που σχετίζονται με το κατεπείγον του αιτήματος ενέχουν άμεση σημασία για τη χορήγηση θεραπείας στην απουσία του αντιδίκου. Απόκρυψη γεγονότων, που καθιστούν το αίτημα μη επείγον, αναιρούν τη βασική προϋπόθεση για παροχή ενδιάμεσης θεραπείας στην απουσία του εναγομένου.
4. Το γεγονός των επικείμενων ξεπουλημάτων προσέδιδε επείγοντα χαρακτήρα στο αίτημα των εφεσειόντων, εν όψει της έναρξης εμπορικής δραστηριότητας εκ μέρους τους στην Πάφο. Το ότι το γεγονός δεν αποκαλύφθηκε εξ αρχής δεν αναιρούσε το κατεπείγον του αιτήματος, αλλά το καθιστούσε ολιγότερο δραστικό. Σημασία θα είχε η μη αποκάλυψή του, εάν αφαιρούσε από τα ερείσματα του κατεπείγοντος.
5. Η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο - κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος - είναι ιδιαίτερα εμφανής στην περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού, όπως είναι η παρούσα περίπτωση.
6. Με δεδομένη την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης από τους εφεσείοντες και με ορατή την πιθανότητα επιτυχίας, η προστασία των δικαιωμάτων τους καθίστατο επείγον ζήτημα, λόγω της φύσης των παραβιάσεων και των άμεσων ζημιογόνων επιδράσεων στα δικαιώματά τους.
[*1182]7. Η ζημία από την αντιποίηση εμπορευμάτων, δύσκολα μπορεί να αποτιμηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο, ενώ συγκριτικά ευκολότερο είναι να προσδιοριστεί η ζημία των, κατ’ ισχυρισμό, μιμητών και να εξασφαλιστεί, με την κατάλληλη εγγύηση, σε περίπτωση που η αγωγή θα αποτύχει.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε, επικυρώνεται και ισχύει μέχρι το τέλος της δίκης. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και ενώπιον του Εφετείου επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Odysseos v. Pieris Estates Ltd a.ο. (1982) 1 C.L.R. 557,
Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263,
Γρηγορίου κ.ά. v. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248,
M & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. v. Timberland Co. of USA. (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1791,
Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co. Limited κ.ά. (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 597,
Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598,
Stavros Hotel Appartments Ltd. (1994) 1 Α.Α.Δ. 836,
B.P. Cyprus Ltd. (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 861,
Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231.
Έφεση.
Έφεση από τους ενάγοντες κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Ψαρά-Mιλτιάδου, E.Δ.) που δόθηκε στις 14 Αυγούστου, 1996 (Aρ. Aγωγής 451/95) με την οποία ακυρώθηκε το απαγορευτικό διάταγμα με το οποίο οι εναγόμενοι παραμποδίζονταν από του να πωλούν ή να διαθέτουν υποδήματα με το έβλημα των προϊόντων των εναγόντων ή με έμβλημα ουσιωδώς όμοιο προς αυτό.
[*1183]Ε. Φλουρέντζος, για τους Εφεσείοντες.
Χρ. Μίτσιγγας για Κ. Μιχαηλίδη, για τους Εφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Οι εφεσείοντες, Αμερικανική εταιρεία, είναι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες του εμπορικού σήματος “Timberland”, το οποίο χρησιμοποιείται ως το έμβλημα προϊόντων ένδυσης και υπόδησης, που κατασκευάζουν και διαθέτουν σε μεγάλη κλίμακα, εκτεινόμενη σε πολλές χώρες. Το Μάϊο του 1994 άρχισαν εμπορικές δραστηριότητες στην Κύπρο. Το Φεβρουάριο του 1995 ενήγαγαν τους εφεσίβλητους για παραβίαση του εμπορικού τους σήματος και αντιποίηση των υποδημάτων τους. Ευθύς μετά την καταχώριση της αγωγής, μετά από μονομερή αίτηση των εφεσειόντων, το Δικαστήριο εξέδωσε απαγορευτικό διάταγμα, παρεμποδίζον τους εφεσίβλητους να πωλούν ή διαθέτουν υποδήματα με το έμβλημα των προϊόντων των εφεσειόντων ή με έμβλημα ουσιωδώς όμοιο προς αυτό.
Οι εφεσίβλητοι έφεραν ένσταση στο διάταγμα, ενώ οι εφεσείοντες αξίωσαν την παράτασή του, βάσει του εδαφίου (3) του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 6, μέχρι το τέλος της δίκης.
Η ισχύς διατάγματος, το οποίο εκδίδεται στην απουσία του αντιδίκου, περιορίζεται χρονικά μέχρι τη γνωστοποίησή του στην άλλη πλευρά και την επακόλουθη εμφάνιση ενώπιον του δικαστηρίου, παρατείνεται δε μόνο, εφόσο αυτό κρίνεται δικαιολογημένο από το δικαστήριο.
Αφού άκουσε τους διαδίκους, το Δικαστήριο ακύρωσε το διάταγμα για δύο, ουσιαστικά, λόγους:-
1. Απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων κατά τη στοιχειοθέτηση του μονομερούς αιτήματος για την παροχή ενδιάμεσης θεραπείας· και
2. Απουσία του στοιχείου του κατεπείγοντος, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη χορήγηση θεραπείας ερήμην του αντιδίκου.
Οι λόγοι 1 και 2 συσχετίζονται. Απόκρυψη ουσιωδών γεγο[*1184]νότων, σε σχέση με οποιοδήποτε από τα δύο θέματα, ανατρέπει τη βάση του διατάγματος.
Τα γεγονότα, τα οποία οι εφεσείοντες παρέλειψαν να αποκαλύψουν, είχαν σχέση με υφιστάμενες, κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος, διαφορές τους με τρίτα πρόσωπα, τους προμηθευτές των εφεσιβλήτων, οι οποίοι πρόβαλλαν δικαίωμα σήμανσης των υποδημάτων με έμβλημα όμοιο προς εκείνο των προϊόντων τους.
Δε φαίνεται να αμφισβητήθηκε σοβαρά ο ισχυρισμός των εφεσειόντων - ότι τα υποδήματα τα οποία πωλούν οι εφεσίβλητοι φέρουν σήμα, το οποίο ομοιάζει ουσιωδώς προς το εμπορικό τους σήμα, που αποτελεί το διακριτικό στοιχείο των προϊόντων τους, συνισταμένου από τη λέξη “Timberland” (το όνομα της εταιρείας) και τη σχηματική παράσταση δέντρου.
Ανεξάρτητα από το ακροσφαλές της βάσης της μονομερούς αίτησης, εξαιτίας της απόκρυψης γεγονότων, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, εν πάση περιπτώσει, η έκδοση του διατάγματος δεν ήταν πρόσφορο μέτρο, όπως έτεινε να καταδείξει η αντιστάθμιση του εκατέρωθεν πιθανού επηρεασμού από την έκδοσή του. Η πλάστιγγα της δικαιοσύνης έκλινε υπέρ των εφεσιβλήτων. Το Δικαστήριο αναφέρεται στις τρεις προϋποθέσεις που πρέπει να συνυπάρχουν για τη χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας, όπως ορίζει το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60), και εξηγούνται σε σωρεία αποφάσεων - (βλ., μεταξύ άλλων, Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557· Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263· Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248).
Το Δικαστήριο έκρινε ότι ικανοποιούνται, κατά το πλείστο, οι δύο πρώτες προϋποθέσεις, αποκάλυψη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας κατά τη δίκη, όχι όμως η τρίτη, που συναρτάται με τη δυσχέρεια απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Το Δικαστήριο διαπιστώνει, με τα δικά του λόγια: «..., ότι συντρέχουν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32, αν και όχι σ’ όλο το εύρος του αγώγιμου δικαιώματος των Εναγόντων.» Ελλείπει, όμως, η τεκμηρίωση της τρίτης προϋπόθεσης. Το συμπέρασμα αυτό διατυπώνεται στο ακόλουθο απόσπασμα της απόφασης:-
«Επίσης, έχοντας υπόψη τη δοθείσα μαρτυρία σε συνάρτηση την υφή του αγώγιμου δικαιώματος των Αιτητών, θεωρώ ότι η επέλευση της ζημιάς είναι με ασύνηθη δυσκολία που θα εξευρεθεί, [*1185]εφ’ όσον είναι δεκτόν ότι τα κριτήρια σε αγωγές τέτοιου τύπου, όπως η παρούσα, δεν είναι μόνο καθαρά υλικά (βλ. Copinger & Skone On Copyright 12η Έκδοση, ’It may be observed at this point that in actions for infringement of copyright, passing off and breach of confidence damages are not an adequate remedy since there are difficulties in both ascertaining and quantifying such damage as injury to the plaintiff’s property, business and goodwill”). Ωστόσο ασκώντας την διακριτική μου ευχέρεια απ’ την σκοπιά της προσφορότητας θα απέρριπτα την Αίτηση ακυρώνοντας το εκδοθέν συντηρητικό διάταγμα εν όψει και πάλι της αποκαλυφθείσης καθυστέρησης.»
Οι εφεσείοντες, υπογραμμίζει το Δικαστήριο, ενώ έλαβαν γνώση των δραστηριοτήτων των εφεσιβλήτων, πωλητών υποδημάτων στην Πάφο, αφότου άρχισε η εμπορική τους δραστηριότητα στην Κύπρο, το Μάϊο του 1994, δεν πήραν κανένα μέτρο εναντίον τους μέχρι το Φεβρουάριο του 1995. Η επίκληση των επικείμενων ξεπουλημάτων, ως στοιχείου προσδίδοντος την υφή του κατεπείγοντος στο αίτημά τους, χαρακτηρίστηκε από το Δικαστήριο ως «μη σοβαρή». Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφασή του δίδει το στίγμα στην προσέγγισή του στο θέμα:-
«Στην παρούσα υπόθεση δεν έχουμε να κάνουμε με αργοπορία βδομάδων αλλά με μηνών, από το Μάϊο του 1994 ως το Φεβρουάριο του 1995 που έχει κινηθεί η αγωγή. Η δε επίκληση των επικείμενων ξεπουλημάτων, έχοντας τώρα στην ολότητα τη μαρτυρία ενώπιόν μου, μου φαίνεται τουλάχιστον μη σοβαρή, αφού ο Μ. Γεωργίου ανάφερε ότι είναι το Φεβρουάριο του 1995 που άρχισαν εργασίες στην Πάφο, γεγονός το οποίο επίσης έχει παρασιωπηθεί, ενώ η σχετικότητα του είναι εμφανής, έχοντας υπόψη την υφή του ιδίου του αγωγίμου δικαιώματος ιδιαίτερα του αθέμιτου ανταγωνισμού αλλά και έχοντας υπόψη τις παραμέτρους έκδοσης Συντηρητικών Διαταγμάτων όπως αναλύθησαν πιο πάνω.»
Οι εφεσείοντες υπέβαλαν ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση του προσωρινού διατάγματος, το οποίο, κατά την εισήγησή τους, εσφαλμένα ακυρώθηκε. Προς υποστήριξη των θέσεών τους επικαλέστηκαν, κατά κύριο λόγο, την πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Μ & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. ν. The Timberland Co of USA (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1791.
Στον αντίλογό τους, οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση σε όλα της τα σημεία, δίδοντας ιδιαίτερη έμφαση [*1186]στη θεμελίωση του κατεπείγοντος του αιτήματος ως προϋπόθεση για τη χορήγηση θεραπείας.
Όπως ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, που είναι το πρώτο θέμα το οποίο θα εξετάσουμε, ανατρέπει τη βάση διατάγματος το οποίο εκδίδεται μετά από μονομερή αίτηση και το καθιστά ακυρωτέο. Στην απόφασή του, το πρωτόδικο Δικαστήριο κάμνει εκτεταμένη αναφορά στην απόφασή μας της Ολομέλειας στην Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited κ.ά. (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 597, στην οποία εξηγείται ότι η αποκάλυψη συναρτάται με την καλή πίστη, η οποία πρέπει να επιδεικνύεται σε κάθε εξαιρετική περίπτωση που επιζητείται θεραπεία στην απουσία αντιδίκου. Η απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος επενεργεί καταλυτικά. διασαλεύει τη βάση του διατάγματος, ανεξάρτητα από την ύπαρξη πρόθεσης για εξαπάτηση του δικαστηρίου. Το κριτήριο είναι αντικειμενικό. Συναρτάται (η μη αποκάλυψη) με τις, εξ αντικειμένου, συνέπειες στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, όπως επισημαίνεται στην Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited κ.ά. (ανωτέρω):- (σελ. 601-602)
«Ό,τι ανατρέπει τη βάση του διατάγματος είναι η μή αποκάλυψη γεγονότων εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Στην απουσία τους, η απόφαση του δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής.»
Στη Μ & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. ν. The Timberland Co of USA, (ανωτέρω), αποφασίστηκε ότι το ουσιώδες ενός ζητήματος προσδιορίζεται στο πλαίσιο της αντιδικίας των μερών. Δεν αποτελεί υποχρέωση του αιτούντος η προβολή αντεκδικήσεων τρίτων προς τα δικαιώματά του, τις οποίες αμφισβητεί. Ό,τι πρέπει να αποκαλυφθεί, τονίζεται, σε κάθε περίπτωση, είναι:- (σελ. 1798)
«... γεγονότα γνωστά στον αιτητή ή γεγονότα τα οποία θα μπορούσε να ανακαλύψει με εύλογες προσπάθειες, τα οποία σχετίζονται με:
(α) το βάσιμο του δικαιώματός του όπως διαγράφεται στο δικόγραφό του, και
(β) τη σοβαρότητα του ζητήματος το οποίο εγείρεται, καθώς και
(γ) την πιθανότητα επιτυχίας.»
[*1187]Στην προκείμενη υπόθεση, οι εφεσείοντες αποκάλυψαν όλα τα γεγονότα που συνθέτουν τα αγώγιμα δικαιώματά τους και προσδιόρισαν τα στοιχεία τα οποία καθιστούσαν το αίτημά τους επείγον.
Όπως υποδεικνύεται στην Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited κ.ά., (ανωτέρω), επαναλαμβάνεται στη Μ & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. ν. The Timberland Co of USA, (ανωτέρω), και τονίζεται στη Resola (Cyprus) Ltd. v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598, γεγονότα που σχετίζονται με το κατεπείγον του αιτήματος ενέχουν άμεση σημασία για τη χορήγηση θεραπείας στην απουσία του αντιδίκου. Απόκρυψη γεγονότων, που καθιστούν το αίτημα μη επείγον, αναιρούν τη βασική προϋπόθεση για την παροχή ενδιάμεσης θεραπείας στην απουσία του εναγομένου.
Το υπαρκτό του επείγοντος, όπως υποδεικνύεται σε δύο αποφάσεις του Κωνσταντινίδη, Δ. (In Re Stavros Hotel Appartments Ltd. (1994) 1 Α.Α.Δ. 836, In Re B.P. Cyprus Ltd (1996) 1(B) A.A.Δ. 861) αποτελεί προϋπόθεση για την επίκληση της δικαιοδοσίας κάτω από το Άρθρο 9 του ΚΕΦ. 6.
Διαφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι τα «επικείμενα ξεπουλήματα» δεν αποτελούσαν γεγονός που έτεινε να προσδώσει επείγοντα χαρακτήρα στο αίτημα. Πρόκειται για περίοδο, κατά την οποία οι πωλήσεις είναι σε έξαρση και ο πιθανός επηρεασμός από την αντιποίηση εμπορευμάτων μεγάλος. Η έναρξη εμπορικής δραστηριότητας, εκ μέρους των εφεσειόντων, στην Πάφο, συνιστούσε γεγονός το οποίο καθιστούσε το αίτημα ακόμη πιο επείγον. Το ότι το γεγονός δεν αποκαλύφθηκε εξαρχής, δεν αναιρούσε το κατεπείγον του αιτήματος, αλλά το καθιστούσε ολιγότερο δραστικό. Σημασία θα είχε η μη αποκάλυψή του, εάν αφαιρούσε από τα ερείσματα του κατεπείγοντος.
Στη θεώρηση αιτήματος για την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, για την αποτροπή αντιποίησης εμπορευμάτων, δεν πρέπει να παραγνωρίζονται οι ιδιομορφίες του δυσμενούς επηρεασμού από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Όπως υποδείξαμε στη Μ & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. ν. The Timberland Co of USA, (ανωτέρω), σε συνάρτηση με τα αποφασισθέντα στην Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231, το κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Η αδυναμία αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής στην περίπτωση του αθέμιτου ανταγωνισμού. Το ακό[*1188]λουθο απόσπασμα κατοπτρίζει τη θέση μας:- (σελ. 8)
«Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά, με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία. Ο αθέμιτος ανταγωνισμός έχει προεκτάσεις, μεταξύ των οποίων και ο επηρεασμός της εμπορικής εύνοιας, που είναι δύσκολο να αποτιμηθούν σε χρήμα ή να εξακριβωθούν με βεβαιότητα.»
Όπως αποφασίστηκε στη Μ & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. ν. The Timberland Co OF USA, (ανωτέρω), έτσι και στην παρούσα υπόθεση, διαπιστώνουμε ότι, δοθείσας της αποκάλυψης συζητήσιμης υπόθεσης από τους εφεσείοντες, με ορατή την πιθανότητα επιτυχίας, η προστασία των δικαιωμάτων τους καθίστατο επείγον ζήτημα, λόγω της φύσης των παραβιάσεων και των άμεσων ζημιογόνων επιδράσεων στα δικαιώματά τους.
Αντισταθμίζοντας τις επιπτώσεις από την έκδοση διατάγματος στα δικαιώματα των διαδίκων, με γνώμονα τη δυνατότητα πλήρους απονομής δικαιοσύνης στο τελικό στάδιο, η πλάστιγγα κλίνει υπέρ των εφεσειόντων. Δύσκολα μπορεί να αποτιμηθεί, σε μεταγενέστερο στάδιο, η ζημία από την αντιποίηση εμπορευμάτων, ενώ συγκριτικά ευκολότερο είναι να προσδιοριστεί η ζημία των, κατ’ ισχυρισμό, μιμητών και να εξαφαλιστεί, με την κατάλληλη εγγύηση, σε περίπτωση που η αγωγή αποτυγχάνει.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Το προσωρινό διάταγμα, το οποίο είχε εκδοθεί, επικυρώνεται και η ισχύς του παρατείνεται μέχρι το τέλος της δίκης.
Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και ενώπιον του Εφετείου επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.
H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο