Andreas & Stefanos Cold Stores Trading Ltd. (1998) 1 ΑΑΔ 1274

(1998) 1 ΑΑΔ 1274

[*1274]22 Ioυνίου, 1998

[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (ΑΡ. 33/64),

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ STEFANOS & ANDREAS COLD STORES TRADING LTD. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΥΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡ. 12/5/98 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΝΤΙΜΟΥΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥΣ

ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΠΑΜΠΑΛΛΗ ΚΑΙ ΜΑΔΕΛΛΑ ΣΤΗΝ ΥΠ’ ΑΡ. 193/97 ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ STEFANOS & ANDREAS COLD STORES TRADING  LTD.

(Αίτηση Αρ. 45/98)

 

Προνομιακά εντάλματα — Certiorari και Prohibition — Αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Prohibition για ακύρωση δύο ενδιάμεσων αποφάσεων Επαρχιακού Δικαστηρίου, περί αποδοχής έγγραφης μαρτυρίας — Δυνατότητα παρέμβασης με ένταλμα Certiorari για ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης περί αποδοχής μαρτυρίας — Δυνατότητα παρέμβασης με ένταλμα Certiorari για αποκλεισμό μαρτυρίας που ήδη έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο — Σκοπός έκδοσης των προνομιακών ενταλμάτων είναι η άσκηση διορθωτικού ελέγχου των πρωτόδικων Δικαστηρίων, κατά την απονομή της δικαιοσύνης και όχι η παρέμβαση στην ομαλή εξέλιξη και αποπεράτωση της ακροαματικής διαδικασίας σε κάθε υπόθεση — Δε διαπιστώθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για χορήγηση άδειας.

Κατά τη διαδικασία ακρόασης αίτησης για διάλυση της αιτήτριας εταιρείας, έγιναν δεκτά σαν μαρτυρία, παρά την ένσταση του δικηγόρου της αιτήτριας, τα τιμολόγια για τις απαιτούμενες δημο[*1275]σιεύσεις και δύο επιστολές προς τις εφημερίδες για τη γνωστοποίηση της αίτησης διάλυσης. Οι εν λόγω επιστολές υπογράφηκαν από υπάλληλο του δικηγορικού γραφείου που ενεργούσε για τους δανειστές αλλά ήταν υπόψη της μάρτυρος που τις κατέθεσε. Δεν έγιναν όμως αποδεκτές προς απόδειξη της αλήθειας του περιεχομένου τους, αλλά ως πρωτογενής μαρτυρία.

Οι δύο ενδιάμεσες αποφάσεις, αναφορικά με την αποδοχή ως μαρτυρίας των πιο πάνω εγγράφων, αποτελούν αντικείμενο της παρούσας αίτησης για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Prohibition.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι σημειώθηκε παράβαση των κανόνων της απόδειξης που σχετίζονται με την προσαγωγή έγγραφης μαρτυρίας. Και πως περαιτέρω η παράβαση αυτή οδηγεί σε έμμεση παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

Αποφασίστηκε ότι στην παρούσα υπόθεση εγείρονται θέματα όμοια με την υπόθεση Α. Κωνσταντινίδης κ.ά., στην οποία η αίτηση, που εξετάστηκε, υπό το πρίσμα και της προηγούμενης νομολογίας, κρίθηκε απαράδεκτη.  Ως εκ τούτου είναι αναπόφευκτη η ίδια κατάληξη και στην παρούσα υπόθεση.

Η αίτηση απορρίπτεται.

Aναφερόμενη υπόθεση:

Κωνσταντινίδης κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 847.

Aίτηση.

Aίτηση με την οποία η αιτήτρια εταιρεία ζητά άδεια για υποβολή αίτησης για την έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Prohibition αναφορικά με τις δύο ενδιάμεσες αποφάσεις του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, (Παμπαλλής, Π.Ε.Δ., Μαδέλλα, Ε.Δ.) που δόθηκαν στις 12 Μαΐου, 1998, στην Αίτηση Αρ. 193/97 για τη διάλυση της εταιρείας Stefanos & Andreas Cold Stores Trading Ltd.

Χρ. Χ”Στερκώτης, για την Αιτήτρια.

Cur. adv. vult.

NIKHTAΣ, Δ.: Στις 12/5/98 εκκρεμούσε στο πλήρες Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού η ακρόαση της αίτησης με αρ. 193/97 για διάλυση της αιτήτριας εταιρείας. Από το υλικό που τέθηκε στη διάθε[*1276]ση μου φαίνεται πως, κατά την ημέρα εκείνη, κλήθηκε και κατέθεσε εκ μέρους των δανειστών η Χρύσω Χριστοφόρου. Είναι η λογίστρια του δικηγορικού γραφείου που ενεργεί γι’ αυτούς.

Στην κύρια εξέταση της, η μάρτυς είπε πως αντίτυπο της αίτησης εκκαθάρισης στάληκε στο κυβερνητικό τυπογραφείο και την εφημερίδα “Χαραυγή” για δημοσίευση. Και πως ο λογαριασμός για τις δημοσιεύσεις πληρώθηκε από τους εργοδότες της με βάση τα τιμολόγια που τους έστειλαν οι εφημερίδες. Τα δύο αυτά έγγραφα έγιναν δεκτά σαν μαρτυρία. Ο δικηγόρος της αιτήτριας, που εμφανίζεται γιαυτήν και στην αίτηση για την εκκαθάριση της, έφερε ένσταση στην προσαγωγή τους, αλλά το δικαστήριο έκρινε ότι:

“Με γνώμονα το υπόβαθρο που έχει τεθεί βρίσκουμε τα έγγραφα είναι σχετικά με την παρούσα διαδικασία και γίνονται αποδεκτά ως τεκμήρια.”

To πρακτικό που προσκομίστηκε δεν περιέχει τις αγορεύσεις των δικηγόρων, που αφορούν την ένσταση. Ο κ. Χ”Στερκώτης μου ανέφερε πως η ένσταση που πρόβαλε βασιζόταν στον ισχυρισμό ότι τα τιμολόγια δεν ήταν πρωτότυπα και περαιτέρω ότι η μάρτυς δεν ήταν η συντάκτρια τους. Κατά την αντεξέταση, που ακολούθησε, η αιτήτρια αμφισβήτησε έντονα τη θέση των δανειστών ότι τα τιμολόγια που έγιναν δεκτά αφορούσαν την υπόθεσή της.

Στο επόμενο στάδιο εξέτασης της μάρτυρος έγιναν δεκτές, παρά τη νέα ένσταση του δικηγόρου της αιτήτριας εταιρείας, δύο επιστολές του γραφείου του εργοδότη της, που υπέγραψε άλλος υπάλληλος, αλλά η μάρτυς είχε υπόψη της. Οι επιστολές αυτές [(τεκμ. 1(γ) και 1(δ)] είναι εντολή από το δικηγορικό γραφείο προς τις εφημερίδες για τη γνωστοποίηση της αίτησης διάλυσης. Δεν έγιναν όμως αποδεκτές προς απόδειξη της αλήθειας του περιεχομένου τους, αλλά ως πρωτογενής μαρτυρία. Όπως σημειώνει το δικαστήριο στη σχετική ενδιάμεση απόφαση του, αποδέχθηκε τη μαρτυρία:

“Για τον περιορισμένο σκοπό που έθεσε η συνήγορος με την αγόρευση της οι επιστολές γίνονται δεκτές ως Τεκμ. 5 προς το Κυβερνητικό Τυπογραφείο επιστολή 22/12/97 και ως Τεκμ. 6 επιστολή 7.1.98 προς την εφημερίδα “Χαραυγή”.”

Οι παραπάνω δύο ενδιάμεσες αποφάσεις αποτελούν το αντικείμενο του παρόντος διαβήματος για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και [*1277]prohibition. Το πρώτο για την ακύρωση και παράληλα την προσωρινή αναστολή της απόφασης. Και το δεύτερο για να εμποδιστεί η ολοκλήρωση της ακρόασης.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας εταιρείας ισχυρίζεται πως το πρακτικό αποκαλύπτει εξόφθαλμη νομική πλάνη αναφορικά με τη δεκτικότητα των 4 παραπάνω εγγράφων. Υπάρχουν επομένως οι προϋποθέσεις για τη διορθωτική παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με τα παραπάνω ένδικα μέσα. Ο συνήγορος υποστήριξε πως σημειώθηκε παράβαση των κανόνων του δικαίου της απόδειξης που σχετίζονται με την προσαγωγή έγγραφης μαρτυρίας. Και πως περαιτέρω η παράβαση αυτή οδηγεί σε έμμεση παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Όπως το έχει θέσει, αποστερήθηκε του δικαιώματος να αντεξετάσει τους συντάκτες των εγγράφων, που ήταν και οι μόνοι που μπορούσαν να τα καταθέσουν.

Η νομολογία την οποία παρέθεσε ο συνήγορος αφορά το βαθμό απόδειξης για να επιτραπεί η προώθηση της διαδικασίας στο επόμενο της στάδιο, της καταχώρησης αίτησης. και ακόμη τη σημασία και επιπτώσεις της νομικής πλάνης ως προϋπόθεσης για την ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου κάτω από τις διατάξεις του άρθρ. 155.4 του Συντάγματος. Με βάση τη νομολογία αυτή υποστηρίζεται πως δημιουργείται, ενόψει του υλικού που προσκομίστηκε, εκ πρώτης όψεως υπόθεση που δικαιολογεί τη χορήγηση άδειας.

Δεν έγινε εντούτοις παραπομπή στην υπόθεση Α. Κωνσταντινίδης κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 847, στην οποία ο Κωνσταντινίδης Δ. εξέτασε, ουσιαστικά, όμοιο ζήτημα. Είχε ζητηθεί θεραπεία για certiorari για να αποκλεισθεί μαρτυρία που έγινε δεκτή με ενδιάμεση απόφαση του εκδικάσαντος δικαστηρίου, όπως ακριβώς έχει συμβεί εδώ. Η ομοιότητα δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό το σημείο. Άλλο χαρακτηριστικό είναι ότι υπήρχε ισχυρισμός για παρανομία και λανθασμένες ερμηνευτικές προσπελάσεις νομοθετικών προνοιών, που απέληξαν και σε παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων του αιτητή.  Η αίτηση, που εξετάσηκε υπό το πρίσμα και της προηγούμενης νομολογίας, κρίθηκε απαράδεκτη.

Αξίζει να παραθέσουμε το σκεπτικό, όπως εμφανίζεται στη σύνοψη στη σελ. 848:

“Αποφασίστηκε, ότι:

(1) Το παραδεκτό των γραπτών καταθέσεων ως μαρτυρίας, [*1278]εμπίπτει στη δικαιοδοσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

(2) Δεν είναι επιτρεπτή η έκδοση προνομιακού εντάλματος με σκοπό την υπαγόρευση στο πρωτόδικο Δικαστήριο του τρόπου με τον οποίο θα πρέπει να αποφασίσει επί θέματος που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του.

(3) Επιδιώχθηκε η ανατροπή της ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως εσφαλμένης για να αποκλειστούν οι γραπτές καταθέσεις των αιτητών που ήδη έγιναν δεκτές ως μαρτυρία.

(4) Δεν υπάρχει δυνατότητα παρέμβασης με προνομιακό ένταλμα τύπου certiorari προς αποκλεισμό μαρτυρίας που ήδη έγινε αποδεκτή.”

Οι παραπάνω αιτιολογικές σκέψεις εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, η οποία πρέπει να έχει την ίδια τύχη. Η κατάληξη είναι αναπόφευκτη. Θα πρόσθετα πως διαφορετικά, τα προνομιακά εντάλματα δε θα αποτελούσαν μέσο για διορθωτικό έλεγχο των πρωτόδικων δικαστηρίων, κατά την απονομή της δικαιοσύνης, αλλά δαμόκλεια σπάθη που απειλεί την ομαλή εξέλιξη και αποπεράτωση της ακροαματικής διαδικασίας σε κάθε υπόθεση.

Η αίτηση για χορήγηση άδειας απορρίπτεται.

H αίτηση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο