Σοφοκλέους Nικόλας ν. Eφραίμη Xαριλάου (1998) 1 ΑΑΔ 1645

(1998) 1 ΑΑΔ 1645

[*1645]22 Σεπτεμβρίου, 1998

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]

ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΕΦΡΑΙΜΗ ΧΑΡΙΛΑΟΥ,

Eφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9761)

 

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Eπιμερισμός ευθύνης — Σύγκρουση μοτοσυκλέττας και αυτοκινήτου σε διασταύρωση δρόμων  — Παράλειψη του οδηγού του αυτοκινήτου να σταματήσει σε Αλτ με αποτέλεσμα να ανακόψει την πορεία του οδηγού της μοτοσυκλέττας — Μετά τη σύγκρουσή της επί του αυτοκινήτου, η μοτοσυκλέττα συγκρούστηκε με άλλο αυτοκίνητο που ήλαυνε στην αντίθετη κατεύθυνση — Σημείο πρώτης συγκρούσεως σε απόσταση 2.85 μέτρων από τη γραμμή του Αλτ — Eπιμερισμός ευθύνης σε 80% στον οδηγό του αυτοκινήτου που δεν σταμάτησε στο Αλτ και 20% στον οδηγό της μοτοσυκλέττας που δεν πρόσεξε το αυτοκίνητο από κάποια απόσταση — Ανατράπηκε κατ’ έφεση και αποδόθηκε αποκλειστική ευθύνη στον οδηγό του αυτοκινήτου.

Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Σωματικές βλάβες σε μαθητή ηλικίας δεκαέξι ετών κατά το ατύχημα — Επιπεπλεγμένο συντριπτικό κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης — Δύο χειρουργικές επεμβάσεις — Μόνιμα κατάλοιπα:  λεπτότητα του δέρματος στην περιοχή του τραύματος με αποτέλεσμα να τραυματίζεται εύκολα, περιορισμός των κινήσεων της αριστεράς ποδοκνημικής άρθρωσης, ουλές, βράχυνση 1 εκ. του αριστερού κάτω άκρου η οποία όμως δεν θα έχει λειτουργικές επιπτώσεις — Κίνδυνος μόλυνσης και οστεομυελίτιδας — Επιδικάσθηκαν £10.000 γενικές αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης — Κατ’ έφεση αυξήθηκαν σε £15.000-.

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Οδηγός οχήματος σε κύριο δρόμο, συγκρούεται με όχημα που εισέρχεται από πλαγιόδρομο σε κύριο δρόμο χωρίς να σταματήσει και γενικά χωρίς να βεβαιωθεί ότι η είσοδος του [*1646]είναι ασφαλής — Εφαρμοστέες αρχές ως προς την απόδοση ευθύνης.

Eυρήματα Δικαστηρίου — Αξιοπιστία μαρτύρων — Tο Eφετείο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων, εκτός αν αυτά δεν δικαιολογούνται από την ενώπιόν του μαρτυρία ή αντιστρατεύονται την κοινή λογική.

Η μοτοσυκλέττα του εφεσείοντα, μαθητή ηλικίας δεκαέξι χρόνων κατά το ατύχημα, συγκρούστηκε με το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου σε διασταύρωση κυρίου με δευτερεύοντα δρόμο.  Ο εφεσείων οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα του στον κύριο δρόμο.  Δεν είχε την ευκαιρία να δει τον εφεσίβλητο ούτε και να αντιδράσει, δεδομένου ότι η έξοδος του εφεσίβλητου έγινε σε τέτοια απόσταση που δεν του άφηνε περιθώρια αντίδρασης για να αποφύγει τη σύγκρουση. Ο εφεσείων απώλεσε στη συνέχεια τον έλεγχο της μοτοσυκλέττας του και συγκρούστηκε για δεύτερη φορά με άλλο αυτοκίνητο που ήλαυνε επί του κυρίου δρόμου στην αντίθετη κατεύθυνση.

Η παράλειψη του εφεσίβλητου να σταματήσει στο Αλτ ήταν η αιτία της σύγκρουσης, από την οποία ο εφεσείων υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες, κυρίως στο αριστερό πόδι.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καταμέρισε την ευθύνη κατά 80% στον εφεσίβλητο και 20% στον εφεσείοντα και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσείοντα για £10.000.- αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης.

Με την έφεση του, ο εφεσείων πρόσβαλε το εύρημα ως προς τον επιμερισμό της ευθύνης και επίσης το ύψος των επιδικασθεισών αποζημιώσεων.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο επιμερισμός της ευθύνης στον οποίο το Δικαστήριο προέβη, με βάση ακριβώς τις διαπιστώσεις του επί των γεγονότων, είναι εσφαλμένος. Αφού δέχθηκε ότι η σύγκρουση οφείλετο στην έξοδο του εφεσίβλητου στον κύριο δρόμο με αποτέλεσμα να ανακόψει την πορεία του εφεσείοντα και ότι η έξοδος έγινε σε τέτοια απόσταση που δεν άφηνε περιθώρια στον εφεσείοντα να αντιδράσει, δεν έπρεπε να αποδώσει στον εφεσείοντα ευθύνη, ενόψει της ορατότητας που υπήρχε.  Ο εφεσίβλητος ήταν πλήρως υπεύθυνος για το δυστύχημα.

2.  Ο εφεσείων δεν είχε υποχρέωση να λάβει προφυλάξεις για το ενδεχόμενο εξόδου οχήματος σε λεωφόρο με προτεραιότητα, χωρίς να τηρηθεί το σημείο του Αλτ.

[*1647]3.    Ο εφεσείων υπέστη επιπεπλεγμένο συντριπτικό κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης.  Υποβλήθηκε σε πολύωρη εγχείρηση με εξωτερική οστεοσύνθεση, με αφαίρεση όλων των νεκρωτικών ιστών από τους μύες και το δέρμα.  Μετά την πάροδο οκτώ ημερών, υποβλήθηκε σε περαιτέρω επέμβαση με μεταφορά δέρματος από τον αριστερό μηρό.  Μόνιμα κατάλοιπα είναι ότι το δέρμα στην περιοχή του τραύματος είναι λεπτό και εύκολα τραυματίζεται, ενώ οι κινήσεις της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης είναι περιορισμένες.

     Ο εφεσείων χρειαζόταν τη φροντίδα των γονιών του ακόμα και για τις βασικές του ανάγκες.  Πριν το δυστύχημα ήταν αθλητικός τύπος.  Η παρατεταμένη ορθοστασία του ήταν αδύνατη λόγω άλγους, ενώ απαλλάκτηκε από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ως ακατάλληλος.  Σύμφωνα με τον ίδιο, η κοινωνική του ζωή περιορίστηκε.

4.  Ενόψει της σοβαρότητας των τραυμάτων του εφεσείοντα και τις επιπτώσεις που αυτά είχαν στη ζωή του, το επιδικασθέν πόσο κρίνεται χαμηλό και αυξάνεται στο ποσό των £15.000.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα εις βάρος του εφεσιβλήτου.  Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ανάλογα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321,

Πίτσιλλος v. Ευγενίου (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 691,

Τουμαζή v. Κούλα (1994) 1 Α.Α.Δ. 420,

Χριστοδούλου v. Γρηγορίου (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 178,

Χαραλάμπους v. Στυλιανού (1991) 1 Α.Α.Δ. 284,

Avgousti v. Hadjichristodoulou a.o. (1975) 1 C.L.R. 35,

Φιλίππου v. Μιχαήλ κ.ά. (1997) 1(A) A.A.Δ. 540,

Ανδρέου v. Junguirth (1995) 1 Α.A.Δ. 431,

Αριστοδήμου v. Πέτρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 980.

 

[*1648]Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα 1 κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nικολάου, A.E.Δ.), που δόθηκε στις 12 Iουνίου, 1996 (Aρ. Aγωγής 6355/92), με την οποία καταμερίστηκε ευθύνη σε 80% εναντίον του εναγομένου και 20% εναντίον του ενάγοντα 1 και επιδικάστηκε το ποσό των £10.000 ως γενικές αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης.

Χ. Σταυράκης, για τον Eφεσείοντα.

Α. Δικηγορόπουλος, για τον Eφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: O εφεσείων τραυματίστηκε στις 15.10.1990 όταν η μοτοσυκλέττα που οδηγούσε συγκρούστηκε με το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου στη συμβολή της λεωφόρου Καντάρας με την οδό Ηρακλείου, στη Λευκωσία.  Το πρωτόδικο δικαστήριο κατένημε την ευθύνη σε 80% εναντίον του εφεσίβλητου και 20% εναντίον του εφεσείοντα, υπολόγισε δε το ύψος των αποζημιώσεων επί πλήρους ευθύνης, στο ποσό των £10.000. 

Εναντίον τόσο του καταμερισμού της ευθύνης, όσο και του ύψους των επιδικασθεισών αποζημιώσεων ασκήθηκε η παρούσα έφεση.  Το πρωτόδικο δικαστήριο δέκτηκε ότι ο εφεσείων οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα του επί της λεωφόρου Καντάρας που είναι κύριος δρόμος, πολυσύχναστος, με δύο πορείες κυκλοφορίας που χωρίζονται η κάθε μια σε δύο λωρίδες.  Ο εφεσίβλητος εισήλθε από την οδό Ηρακλείου στη λεωφόρο Καντάρας, έχοντας πρόθεση να διασταυρώσει και να εισέλθει στην οδό Αρχαγγέλου που βρίσκεται απέναντι, παραλείποντας να σταματήσει στο σημείο του αλτ, με αποτέλεσμα να ανακόψει την πορεία του εφεσείοντα. Το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου συγκρούστηκε με το όχημα του εφεσείοντα, ο οποίος στη συνέχεια απώλεσε τον έλεγχο της μοτοσυκλέττας του και συγκρούστηκε για δεύτερη φορά με άλλο αυτοκίνητο που ήλαυνε επί της λεωφόρου Καντάρας στην αντίθετη κατεύθυνση. 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος εισήλθε στη λεωφόρο Καντάρας μέχρι του σημείου συγκρούσεως το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 2.85 μέτρων από [*1649]τη γραμμή του αλτ.

Το Δικαστήριο κατέληξε ότι και ο εφεσείων έχει ποσοστό ευθύνης, το οποίο υπελόγισε στο 20%, γιατί άνκαι εκινείτο πάνω σε κύριο δρόμο όφειλε να αντιληφθεί από κάποια απόσταση ότι ο εφεσίβλητος είχε εισέλθει στο δρόμο ή επιχειρούσε να το πράξει χωρίς να σταματήσει στο αλτ. 

Στο συμπέρασμα αυτό το Δικαστήριο κατέληξε παρά τη θέση του εφεσείοντα, την οποία το Δικαστήριο και καταγράφει, ότι η έξοδος του εφεσίβλητου έγινε σε τέτοια απόσταση και σε τέτοιο χρόνο που δεν άφηνε περιθώρια στον εφεσείοντα να αντιδράσει για να αποφύγει τη σύγκρουση, λόγω, όπως αναφέρει της καλής ορατότητας που υπήρχε.

Έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι στο δικό μας σύστημα η ευθύνη για τη διαπίστωση των γεγονότων ανήκει κατ’ εξοχή στο πρωτόδικο δικαστήριο το οποίο έχει την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να εκτιμήσει την αξιοπιστία τους στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης (Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321).  Η επέμβαση του Εφετείου στα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας (Πίτσιλλος ν. Ευγενίου (1989) 1 Α.Α.Δ. 690, 697).

Στην παρούσα υπόθεση δεν σκοπεύουμε να επέμβουμε στις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου επί των γεγονότων. Όμως δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον καταμερισμό της ευθύνης στον οποίο προέβη με βάση ακριβώς αυτές τις διαπιστώσεις.  Αφού το Δικαστήριο έχει δεκτεί ότι η σύγκρουση ήταν αποτέλεσμα της παράλειψης του εφεσίβλητου να σταματήσει στο σημείο του αλτ με αποτέλεσμα να εισέλθει στη λεωφόρο Καντάρας ανακόπτοντας την πορεία του εφεσείοντα και δεδομένης της επισήμανσης ότι η έξοδός του στη λεωφόρο έγινε σε τέτοια απόσταση που δεν άφηνε οποιαδήποτε περιθώρια στον εφεσείοντα να αντιδράσει, διερωτάται κανένας τι ρόλο μπορεί να παίζει η καλή ορατότητα, που το Δικαστήριο έλαβε υπ’ όψιν εναντίον του εφεσείοντα.

Πρόσωπο που χρησιμοποιεί κύριο δρόμο δεν αναμένεται να προβλέψει ότι άλλος οδηγός σε πάροδο, κατά παράβαση των οδικών του υποχρεώσεων, θα εισέλθει στον κύριο δρόμο χωρίς να σταματήσει και γενικά χωρίς να βεβαιωθεί ότι η είσοδός του [*1650]σ’ αυτό είναι ασφαλής, εκτός αν έχει κάποια ένδειξη πως τέτοια εξέλιξη είναι εύλογα πιθανή (βλέπε Τουμαζή κ.ά. ν. Κούλα (1994) 1 A.A.Δ. 420).

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αυθεντίες τις οποίες ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσίβλητου παρέθεσε προς στήριξη των επιχειρημάτων του δεν μπορούν να χρησιμεύσουν αφού αναφέρονται σε διαφορετικά γεγονότα. Για παράδειγμα στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Γρηγορίου (1989) 1 Α.Α.Δ. 178, ο εφεσείων οδηγούσε στο κέντρο του δρόμου με μεγάλη ταχύτητα, παράγοντες που κρίθηκαν από το Εφετείο ως αποφασιστικής σημασίας για την κατανομή της ευθύνης.  Επίσης στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Στυλιανού (1991) 1 A.A.Δ. 284, σημειώνεται ότι ο ενάγων είχε δει τον εναγόμενο όταν εκείνος είχε ήδη εισέλθει στον κύριο δρόμο και σε απόσταση 20-30 ποδών, σε αντίθεση με την παρούσα υπόθεση στην οποία ο εφεσείων είδε τον εφεσίβλητο όταν ήδη του ήταν αδύνατο να αντιδράσει. Τέλος στην υπόθεση Avgousti v. Hjichristodoulou and Another (1975) 1 C.L.R. 35 τα γεγονότα ήταν επίσης εντελώς διαφορετικά, αφού ο ένας οδηγός οδηγούσε σε τεθλασμένη γραμμή και έγινε αντιληπτός από τον οδηγό του άλλου αυτοκινήτου σε απόσταση 400 ποδών.

Ενόψει όλων των πιο πάνω βρίσκουμε τον καταμερισμό της ευθύνης που έγινε από το πρωτόδικο δικαστήριο και πάντοτε με βάση την εκτίμηση που το ίδιο κάνει επί των γεγονότων, ως εντελώς λανθασμένο. Βρίσκουμε ότι ο εφεσίβλητος ήταν πλήρως υπεύθυνος για το δυστύχημα.

Αν κάτω από τις περιστάσεις του συγκεκριμένου ατυχήματος θεωρούσαμε ότι ο εφεσείων είχε την υποχρέωση να λάβει προφυλάξεις για το ενδεχόμενο εξόδου οχήματος σε λεωφόρο με προτεραιότητα χωρίς να τηρηθεί το σημείο του αλτ, θα επιβάλλαμε στους ώμους των οδηγών τέτοιο βάρος που ουσιαστικά η τροχαία κίνηση θα παρέλυε.

Όπως είδαμε και πιο πάνω το Δικαστήριο επιδίκασε για τα τραύματα του εφεσείοντα υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων επί πλήρους ευθύνης, το ποσό των £10.000.  Και εναντίον αυτής της απόφασης ασκήθηκε έφεση. 

Ο εφεσείων κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν λίγο πάνω από δεξαέξι χρόνων και μαθητής της τρίτης τάξης του Λυκείου.  Μετά τη σύγκρουση έχασε τις αισθήσεις του.  Μεταφέρθηκε στις Πρώτες Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας με φρι[*1651]κτούς πόνους και αιμορραγία στο πόδι.  Στη συνέχεια μεταφέρθηκε από τους γονείς του σε ιδιωτική κλινική. 

Υπέστη επιπεπλεγμένο συντριπτικό κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης. Υποβλήθηκε σε πολύωρη εγχείρηση με εξωτερική οστεοσύνθεση, με αφαίρεση όλων των νεκρωτικών ιστών από τους μύες και το δέρμα. Μετά την πάροδο οκτώ ημέρων υποβλήθηκε σε περαιτέρω επέμβαση με μεταφορά δέρματος από τον αριστερό μηρό.  Του χορηγήθηκε αντιβιωτική αγωγή.  Νοσηλεύτηκε στην κλινική για 40 μέρες. 

Τα τραύματά του επουλώθηκαν και το κάταγμα πορώθηκε μετά την πάροδο οκτώ μηνών, οπότε και του αφαιρέθηκε η εξωτερική οστεοσύνθεση. 

Ο εφεσείων ήταν ανίκανος να παρακολουθήσει τα μαθήματά του για περίοδο τριών περίπου μηνών και στη συνέχεια αναγκάστηκε να παρακολουθήσει ιδιαίτερα μαθήματα.

Παρά την πόρωση του κατάγματος οι μύες της γαστροκνημίας παρέμειναν κολλημένοι και ελλειμματικοί. Σύμφωνα με τον θεράποντα ιατρό του το δέρμα στην περιοχή είναι λεπτό και εύκολα τραυματίζεται, ενώ οι κινήσεις της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης είναι περιορισμένες.  Όλα τα πιο πάνω κρίθηκαν ως μόνιμες βλάβες.

Σε εξέταση που του έγινε δυόμισι περίπου χρόνια μετά το δυστύχημα ο εφεσείων παρεπονείτο για δυσκαμψία της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης και για ευαισθησία του δέρματος στην αφή και τους τραυματισμούς. Στην ίδια εξέταση οι κινήσεις της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης παρέμειναν περιορισμένες, η ραχιαία έκταση κατά 20° και η πελματιαία κατά 5°. Η κάμψη των δακτύλων του αριστερού ποδός ήταν επίσης περιορισμένη. Ο περιορισμός των κινήσεων της ποδοκνημικής άρθρωσης και των δακτύλων ήταν μικρού βαθμού και εκτός της δυσκολίας στο βαθύ κάθισμα δεν αναμενόταν να έχει σοβαρές λειτουργικές επιπτώσεις.

Πέντε χρόνια μετά το δυστύχημα βάδιζε χωρίς χωλότητα. Έφερε ουλή 13 Χ 4 εκ. σε σχήμα “λάμβδα” στην πρόσθια επιφάνεια της κνήμης σε άμεση επαφή με το οστούν, ουλή 18 Χ 4 εκ. στην οπίσθια επιφάνεια της κνήμης από μόσχευμα δέρματος και πέντε κυκλικές εντυπωμένες ουλές στην πρόσθια πλάγια επιφάνεια της κνήμης από τις βελόνες της οστεοσύνθεσης. Παρουσίαζε επίσης ουλή 8 Χ 8 εκ. στην πρόσθια επιφάνεια του δεξιού μηρού [*1652]από τη λήψη του δερματικού μοσχεύματος.

Το αριστερό κάτω άκρο παρουσίαζε 1 εκ. βράχυνση η οποία όμως δεν θα έχει λειτουργικές επιπτώσεις. Ο εφεσείων παρουσιάζει μυική ατροφία 2 εκ. του αριστερού μηρού και της γαστροκνημίας, 1 εκ. περιαρθρική διόγκωση και περιαρθρική σκλήρυνση των μαλακών μορίων στη ψηλάφηση της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης. Διατρέχει συνεχώς κίνδυνο μόλυνσης και κάτω από κάποιες περιστάσεις και οστεομυελίτιδας.

Ο εφεσείων χρειαζόταν τη φροντίδα των γονιών του ακόμα και για τις βασικές του ανάγκες.  Πριν το δυστύχημα ήταν αθλητικός τύπος, ενώ μετά δεν μπορούσε καν να περπατήσει σε μεγάλες αποστάσεις ή να τρέξει.  Η παρατεταμένη ορθοστασία του ήταν αδύνατη λόγω άλγους, ενώ απαλλάκτηκε από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ως ακατάλληλος.  Σύμφωνα με τον ίδιο η κοινωνική του ζωή περιορίστηκε.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντος για να στηρίξει την υπόθεσή του παρέθεσε δύο υποθέσεις.  Την υπόθεση Φιλίππου ν. Μιχαήλ και Άλλου (1997) 1(A) A.A.Δ. 540 και την υπόθεση Κίκης Ανδρέου ν. Junguirth (1995) 1 A.A.Δ. 431.  Καμιά από τις υποθέσεις αυτές δεν είναι χρήσιμες, αφού αναφέρονται σε πολύ σοβαρότερα τραύματα. Αντίθετα σχετική μπορεί να θεωρηθεί η υπόθεση Αριστοδήμου και Άλλος ν. Πέτρου (1995) 1 A.A.Δ. 980.

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη σοβαρότητα των τραυμάτων του εφεσείοντα και τις επιπτώσεις που τα τραύματα αυτά είχαν στη ζωή του, θεωρούμε ότι το επιδικασθέν ποσό είναι τόσο χαμηλό που θα πρέπει να επέμβουμε για τροποποίησή του. Κρίνουμε ότι ένα ποσό £15.000 θα ήταν καταλληλότερο. Ως αποτέλεσμα η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται και τροποποιείται ούτως ώστε ο εφεσίβλητος να θεωρηθεί πλήρως υπεύθυνος για το δυστύχημα, ενώ οι γενικές αποζημιώσεις που επιδικάζονται αυξάνονται στο ποσό των £15.000. 

Η έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ανάλογα.  Τα έξοδα της έφεσης θα βαρύνουν τον εφεσίβλητο.

H έφεση επιτρέπεται με έξοδα εις βάρος του εφεσιβλήτου. H πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ανάλογα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο