(1998) 1 ΑΑΔ 1883
[*1883]20 Οκτωβρίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΔΩΡΑ Α. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ,
Εφεσείουσα-Eναγόμενη 1,
ν.
ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ,
Εφεσίβλητης-Eνάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10151)
Eυρήματα Δικαστηρίου — Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων — Είναι κατ’ εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο έχει τη δυνατότητα να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους — Προϋποθέσεις επέμβασης Eφετείου.
Ο πρωτοφειλέτης υπέγραψε γραμμάτιο συνήθους τύπου, το οποίο υπέγραψαν επίσης ως εγγυητές η εφεσίβλητη (κόρη του πρωτοφειλέτη), η εφεσείουσα (σύζυγος του πρωτοφειλέτη) και δύο άλλα πρόσωπα.
Η εφεσίβλητη υποχρεώθηκε να πληρώσει το χρέος που οφείλετο δυνάμει του πιο πάνω γραμματίου. Στη συνέχεια καταχώρησε αγωγή εναντίον των συνεγγυητών της διεκδικώντας συνεισφορά κατά ίσα μερίδια. Η απαίτησή της βασίζεται στη συμφωνία εγγυήσεως και στον περί Συμβάσεων Νόμο Κεφ. 149, Άρθρο 98 και Άρθρο 104.
Η εφεσείουσα αρνήθηκε ότι υπέγραψε επί του γραμματίου ως εγγυήτρια και ότι η υπογραφή της, όπου υπήρχε, πλαστογραφήθηκε. Aρνήθηκε επίσης ότι ήταν παρούσα κατά την υπογραφή του γραμματίου από τα άλλα συμβαλλόμενα πρόσωπα. Ισχυρίσθηκε επίσης ότι η εναγόμενη 2 ήταν ανίκανη να υπογράφει το όνομά της. Ο ισχυρισμός για ανικανότητα υπογραφής της εναγομένης 2 επιβεβαιώθηκε από την Μ.Υ.1, η μαρτυρία της οποίας κρίθηκε ως αξιόπιστη και σ’ αυτή βασίστηκε το σχετικό εύρημα του δικαστηρίου.
Η μαρτυρία της εφεσείουσας κρίθηκε αναξιόπιστη. Αντίθετα η μαρτυρία της εφεσίβλητης και της Μ.Υ. 1 κρίθηκε αξιόπιστη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον της εφεσείουσας για [*1884]το ποσό των ΛΚ2.250 με τόκο πλέον μέρος των εξόδων.
Η εφεσείουσα επιδιώκει ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης για το λόγο ότι το δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία της εφεσίβλητης ότι η εφεσείουσα υπέγραψε ως εγγυήτρια το επίδικο γραμμάτιο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η υπεράσπιση της εφεσείουσας κατέρρευσε όχι μόνο γιατί η μαρτυρία της κρίθηκε αναξιόπιστη για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση αλλά και για το λόγο ότι το δικαστήριο στηριζόμενο στην ανεξάρτητη μαρτυρία υπαλλήλου της ΣΠΕ Παλλουριώτισσας, διαπίστωσε ότι η εφεσείουσα γνώριζε περί του γραμματίου και του χρέους του πρωτοφειλέτη συζύγου της κατ’ αντίθεση προς όσα αυτή ισχυρίστηκε. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εφεσείουσας για πλαστογραφία δεν τεκμηριώθηκε με την προσαγωγή οποιασδήποτε μαρτυρίας.
2. Η διάσταση που διαπιστώθηκε μεταξύ της μαρτυρίας της εφεσίβλητης και της μαρτυρίας της Μ.Υ.1, συνεκτιμήθηκε από το δικαστήριο στο σύνολο των γεγονότων. Επρόκειτο για θέμα ήσσονος σημασίας που δεν θα μπορούσε να μειώσει την αξιοπιστία της εφεσίβλητης ή να επηρεάσει ή αλλοιώσει το αποτέλεσμα.
3. Δεν δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου για ανατροπή των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην παρούσα υπόθεση, αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Kyriakou v. Aristotelous (1970) 1 C.L.R. 172,
Αθανασίου κ.ά. v. Κουνούνη (1997) 1(B) A.A.Δ. 614,
Κασιέρη κ.ά. v. Κυριάκου (1997) 1(B) A.A.Δ. 1246,
Kades v. Nicolaou a.ο. (1986) 1 C.L.R. 212.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη 1 κατά της απόφασης του Eπαρχια[*1885]κού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παρπαρίνος, A.E.Δ.), που δόθηκε στις 11 Δεκεμβρίου, 1997 (Aρ. Aγωγής 4212/92), με την οποία εκδόθηκε απόφαση υπέρ της ενάγουσας και εναντίον της εναγομένης 1 για το ποσό των ΛK2.250 πλέον τόκους προς 9% από 17.10.91, πλέον μέρος των εξόδων.
Λ. Βραχίμης, για την Eφεσείουσα.
Στ. Χαραλάμπους, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη υποχρεώθηκε να πληρώσει χρέος του πατέρα της οφειλόμενο δυνάμει γραμματίου συνήθους τύπου προς τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Παλλουριώτισσας (ΣΠΕ Παλλουριώτισσας).
Η υποχρέωση της εφεσίβλητης για πληρωμή του χρέους ανέκυψε εκ του λόγου ότι υπέγραψε επί του γραμματίου ως εγγυήτρια του πρωτοφειλέτη με συνεγγυητές την εφεσείουσα και άλλα δύο πρόσωπα.
Η εφεσίβλητη με την αγωγή που καταχώρησε εναντίον των συνεγγυητών της διεκδίκησε συνεισφορά κατά ίσα μερίδια επί του ποσού που τελικά υποχρεώθηκε να πληρώσει στη δανείστρια εταιρεία. Η απαίτηση της εφεσίβλητης εναντίον των συνεγγυητών της ερείδεται στη συμφωνία εγγυήσεως και στον περί Συμβάσεων Νόμο Κεφ. 149 άρθρο 98 και άρθρο 104.
Η εφεσείουσα, πέρα από τη γενική άρνηση των ισχυρισμών της εφεσίβλητης που περιέχονται στην έκθεση απαιτήσεως πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι ουδέποτε υπέγραψε επί του γραμματίου ως εγγυήτρια ενώ στην περίπτωση που υπάρχει επί του γραμματίου υπογραφή του ονόματός της τότε θα πρόκειται περί πλαστογραφίας.
Αναφορικά με τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε η υπογραφή του γραμματίου, η μαρτυρία της εφεσίβλητης είναι ότι ο πρωτοφειλέτης και όλοι οι εγγυητές, περιλαμβανομένης της εφεσείουσας, υπέγραψαν επί του γραμματίου στο γραφείο της ΣΠΕ Παλλουριώτισσας στην παρουσία αλλήλων.
[*1886]Η εφεσείουσα στη μαρτυρία της, αρνήθηκε ότι υπέγραψε επί του γραμματίου ή ότι ήταν παρούσα κατά την υπογραφή του από τα άλλα συμβαλλόμενα πρόσωπα. Η εφεσείουσα πρόβαλε ακόμα τον ισχυρισμό ότι η εναγομένη 2, η οποία φέρεται ως εγγυήτρια και η υπογραφή της φέρεται να υπάρχει επί του γραμματίου, είναι ανίκανη να γράφει και να υπογράφει το όνομά της και στις περιπτώσεις όπου παρίσταται ανάγκη για υπογραφή εγγράφου, αντί υπογραφής θέτει το σημείο της. Ο ισχυρισμός αυτός της εφεσείουσας επιβεβαιώθηκε από την κα Μ. Παπαστυλιανού (ΜΥ1) η μαρτυρία της οποίας κρίθηκε από δικαστήριο ως αξιόπιστη και σ΄ αυτή βασίστηκε το εύρημα του δικαστηρίου ότι η εναγόμενη 2 είναι ανίκανη να υπογράφει.
Ο πρωτόδικος δικαστής αιτιολογεί με επάρκεια τα ευρήματα στα οποία κατέληξε αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων. Η μαρτυρία της εφεσείουσας κρίθηκε αναξιόπιστη και αγνοήθηκε από το Δικαστήριο. Αντίθετα η μαρτυρία της εφεσίβλητης κρίθηκε αξιόπιστη όπως και εκείνη της κας Μ. Παπαστυλιανού (ΜΥ1).
Η εκδοχή της εφεσίβλητης αποτέλεσε τη βάση των ευρημάτων του δικαστηρίου επί του πραγματικού μέρους της υπόθεσης με εξαίρεση βέβαια, τον ισχυρισμό της εφεσίβλητης ότι η εναγόμενη 2 υπέγραψε ως εγγυήτρια επί του γραμματίου. Συνακόλουθα εκδόθηκε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας για το ποσό των ΛΚ2250.- εντόκως προς 9% από 17.10.91 πλέον μέρος των εξόδων.
Η εφεσείουσα επιδιώκει ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης για ένα και μόνο λόγο ο οποίος διατυπώνεται στο εφετήριο ως εξής:
“1. Το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε ως αξιόπιστη και αληθή τη μαρτυρία της ενάγουσας ότι η εναγόμενη 1 υπέγραψε ως εγγυήτρια το επίδικο γραμμάτιο.
Το δικαστήριο απέρριψε ως μη αληθή τη μαρτυρία της ενάγουσας ότι η εναγόμενη 2 υπέγραψε το γραμμάτιο ενώπιον της και απεδέχθη στο σημείο αυτό τη μαρτυρία της εναγομένης 1 καθώς και της Μ.Υ.1 ότι η εναγόμενη 2 δεν ήταν ικανή να υπογράφει. Το μέρος της κατάθεσης της ενάγουσας που αφορούσε τον ισχυρισμό της ότι ήταν παρούσα και είδε την εναγομένη 1 να υπογράφει ως εγγυήτρια το επίδικο γραμμάτιο ήταν τόσον άρρηκτα συνδεδεμένη με την κατάθεση της ότι την ίδια ώρα είδε και την εναγόμενη 2 να υπογράφει, [*1887]ώστε να μην είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό το μέρος της μαρτυρίας που αφορούσε την εναγόμενη 1 και να μη γίνει δεκτό το μέρος που αφορούσε την εναγόμενη 2.
2. Εν’ όψει των ανωτέρω, η απόφαση του δικαστηρίου ως προς τους λόγους για τους οποίους αποδέχτηκε το μέρος της μαρτυρίας της ενάγουσας που αφορούσε την εναγόμενη 1 και όχι το μέρος της μαρτυρίας που αφορούσε την εναγόμενη 2 δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη.”
Είναι γεγονός ότι μεταξύ της μαρτυρίας της εφεσίβλητης και της μαρτυρίας της κας Παπαστυλιανού (ΜΥ2) υπάρχει διάσταση. Αυτή η διάσταση αναφέρεται σ’ ένα μόνο σημείο ήτοι στο κατά πόσο η εναγομένη 2 υπέγραψε στο γραμμάτιο ως εγγυήτρια. Το θέμα έτυχε της προσοχής του πρωτόδικου δικαστηρίου και για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση κρίθηκε πως η συγκεκριμένη διάσταση δεν ήταν ικανή να κλονίσει την καθόλα αξιόπιστη μαρτυρία της εφεσίβλητης ή και τη μαρτυρία της κας Παπαστυλιανού.
Η υπεράσπιση της εφεσείουσας κατέρρευσε όχι μόνο γιατί η μαρτυρία της κρίθηκε ως αναξιόπιστη για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση αλλά και για το λόγο ότι το δικαστήριο στηριζόμενο στην ανεξάρτητη μαρτυρία υπαλλήλου της ΣΠΕ Παλλουριώτισας διαπίστωσε ότι η εφεσείουσα γνώριζε περί του γραμματίου και του χρέους του πρωτοφειλέτη συζύγου της κατ’ αντίθεση προς όσα αυτή ισχυρίστηκε ότι δηλαδή δεν γνώριζε οτιδήποτε σχετικά με το συγκεκριμένο γραμμάτιο. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εφεσείουσας περί πλαστογραφίας της υπογραφής της κλπ παρέμεινε μετέωρος. Η εφεσείουσα παρέλειψε να προσκομίσει οποιαδήποτε επιστημονική ή άλλη μαρτυρία προς θετική απόδειξη του πιο πάνω ισχυρισμού της.
Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι έργο το οποίο πρωτίστως ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο γιατί είναι αυτό το δικαστήριο που έχει μπροστά του και ακούει τους μάρτυρες και μπορεί να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει επί θεμάτων αξιοπιστίας. Αυτό γίνεται μόνο όταν τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου που αφορούν την αξιοπιστία των μαρτύρων καταφαίνονται εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που το δικαστήριο αποδέχθηκε ως αξιόπιστη. Kyriakou v. Aristotelous (1970) 1 C.L.R. 172, Αθανασίου και Άλλος ν. Κουμούνη, Πολ. Εφεση 9041/29.5.97, Ελένης Κασιέρη και Άλλου ν. Γεωργίου Κυριάκου, Πολ. Εφεση 9049/29.9.97.
[*1888]Στην C. Kades v. Chr. Nicolaou and Another (1986) 1 C.L.R .212 στη σελίδα 216 αναφέρεται:
“A witness may either be believed or disbelieved (wholly or in part) according to the view taken of his credibility by the Court.”
Στην προκείμενη περίπτωση το σημείο της μαρτυρίας στο οποίο αναφέρεται η διαπιστωθείσα διάσταση συνεκτιμήθηκε από το δικαστήριο ενταγμένο στο σύνολο των γεγονότων και όχι μεμονωμένα. Επρόκειτο για ζήτημα ήσσονος σημασίας που δεν θα μπορούσε να μειώσει την αξιοπιστία της εφεσίβλητης ή να επηρεάσει ή αλλοιώσει το αποτέλεσμα.
Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο