Medochemie Ltd. ν. UCB S.A. (1998) 1 ΑΑΔ 2159

(1998) 1 ΑΑΔ 2159

[*2159]23 Nοεμβρίου, 1998

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

MEDOCHEMIE LTD.,

Eφεσείοντες-Eναγόμενοι,

ν.

UCB S.A.

Eφεσιβλήτων-Eναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 10061)

 

Eυρεσιτεχνία — Eγγραφή ευρεσιτεχνίας — Συνιστά διοικητική απόφαση — Tα Επαρχιακά Δικαστήρια και το Εφετείο στην άσκηση της δικαιοδοσίας του στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου δεν έχουν εξουσία να εξετάζουν την εγκυρότητα εγγραφής δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας.

Διοικητικό Δίκαιο — Δημόσιο και ιδιωτικό δίκαιο — Η φύση μιας απόφασης, αν δηλαδή εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, ανάγεται μόνο στην κρίση του διοικητικού Δικαστηρίου, στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Αποφάσεις και Διατάγματα — Έκδοση  απαγορευτικού διατάγματος το οποίο απαγόρευε στους εφεσείοντες να επεμβαίνουν επί του προνομίου ευρεσιτεχνίας των εφεσιβλήτων — Καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου η διακρίβωση ύπαρξης των προϋποθέσεων για έκδοση του διατάγματος — Η διακριτική του ευχέρεια ασκήθηκε ορθά μέσα στα πλαίσια των νομικών αρχών στην παρούσα υπόθεση.

Αυτεπάγγελτη εξέταση θεμάτων — Θέματα δημόσιας τάξης — Πολύμηνη καθυστέρηση στην καταχώρηση της έκθεσης απαιτήσεως χωρίς οι αντίδικοι να προβούν σε οποιοδήποτε διάβημα — Εξέταση του θέματος αυτεπάγγελτα από το Εφετείο.

Έφεση — Aκύρωση απαγορευτικού διατάγματος που εκδόθηκε σε αίτηση των εφεσιβλήτων — Καθυστέρηση καταχώρησης της έκθεσης απαιτήσεως από τους εφεσίβλητους — Επίκληση της καθυστέρησης από τους εφεσείοντες ως λόγου που δικαιολογούσε την επιτυχία της έφεσης — [*2160]Διαφοροποίηση των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης από τις αποφάσεις Akis Express και Louis Vuitton.

Πολιτική Δικονομία — Παράλειψη καταχώρησης δικογράφων (έκθεσης απαιτήσεως) — Ποία η εφαρμοστέα διαδικασία για απόρριψη της αγωγής — Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.26, θ.13(1).

Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες είναι οι εγγεγραμμένοι κάτοχοι προνομίου ευρεσιτεχνίας, που αφορά στην ουσία cetirizine.  Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι εισήξαν στην Κύπρο 5 κιλά της επίδικης ουσίας.  Οι εφεσίβλητοι αξίωσαν προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα, βάσει των διατάξεων του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60, με το οποίο να εμποδίζονται οι εφεσείοντες, μεταξύ άλλων, να επεμβαίνουν επί του εν λόγω προνομίου ευρεσιτεχνίας των εφεσιβλήτων.

Οι εφεσείοντες έφεραν ένσταση να γίνει το διάταγμα απόλυτο και αμφισβήτησαν την κατά νόμο εγκυρότητα της εγγραφής του εν λόγω προνομίου ευρεσιτεχνίας. Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων η οποία αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας έφεσης.

Ο συνήγορος των εφεσειόντων εισηγήθηκε ενώπιον του Εφετείου πως το πρωτόδικο Δικαστήριο περιέπεσε σε νομική πλάνη αποφασίζοντας να μη εξετάσει την εγκυρότητα του πιστοποιητικού ευρεσιτεχνίας, που όντως εκδόθηκε στους εφεσίβλητους και κάλεσε το Εφετείο να αποστεί από την απόφαση Codal Synto Ltd v. Bayer A.G., στην οποία αποφασίστηκε ότι η απόφαση του Εφόρου, να εγγράφει και εκδίδει πιστοποιητικά ευρεσιτεχνίας, ανάγεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και ως εκ τούτου τα Επαρχιακά Δικαστήρια και το Εφετείο, στην άσκηση της δικαιοδοσίας του στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου, δεν έχουν εξουσία να εξετάζουν την εγκυρότητα της εγγραφής.  Πρόσθεσε δε πως η νομοθετική εξουσία φαίνεται να συμμερίζεται αυτή την άποψη, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των Άρθρων 58 και 61(3) του περί Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας Νόμου, Ν. 16(1)/1998.

Το Εφετείο ήγειρε αυτεπάγγελτα θέμα καθυστέρησης (17 μήνες) της καταχώρησης της εκθέσεως απαιτήσεως.

Ο δικηγόρος των εφεσειόντων ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και να ακυρωθεί το επίδικο διάταγμα.

Ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων διαφοροποίησε τα γεγονότα της υπό συζήτηση έφεσης από αυτά στην Akis Express και Louis Vuitton, τις οποίες επικαλέσθηκαν οι εφεσείοντες.

[*2161]Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Codal Synto, συνεχίζει να ισχύει εφόσο δεν έχει ανατραπεί από το διοικητικό Δικαστήριο, στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και θα υιοθετηθεί στην παρούσα υπόθεση.  Η πραγματική νομική φύση μιας απόφασης, αποφασίζεται από το αρμόδιο Δικαστήριο.

2.  Καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο στάδιο που ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα και με τα υπόλοιπα στην υπόθεση, ήταν να διακριβώσει αν υφίσταντο οι προϋποθέσεις για την έκδοση του διατάγματος.  Η διακριτική του ευχέρεια ασκήθηκε, υπό τις περιστάσεις, μέσα στα ορθά πλαίσια των νομικών αρχών.

3.  Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου ρυθμίζεται από τους νόμους και τη δικονομία, οι δε διατάξεις τους εφαρμόζονται υποχρεωτικά από τους διαδίκους και το Δικαστήριο. Όπου οι διάδικοι επιδεικνύουν ολιγωρία στη διεκπεραίωση της υπόθεσης, το Δικαστήριο εφαρμόζει τους νόμους και τους δικονομικούς κανόνες.  Έχει δε και εγγενή εξουσία να διασφαλίζει την ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε χειρισμό της υπόθεσης από τους διαδίκους.  Στην περίπτωση του συγκεκριμένου ζητήματος, αν το Πρωτοκολλητείο εφάρμοζε, ως ώφειλε, τη διαδικασία της Δ.26, θ.13(1) για τη μη καταχώρηση της έκθεσης απαιτήσεως, η υπόθεση θα άγετο ενώπιον του Δικαστηρίου, που είχε διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αγωγή.

4.  Η παρούσα υπόθεση όντως διαφοροποιείται από τις υποθέσεις Akis Express και Louis Vuitton, ενόψει της έκδοσης, στην παρούσα υπόθεση, του επίδικου διατάγματος. Η ακύρωσή του από το Εφετείο, για τη μη καταχώρηση της έκθεσης απαιτήσεως από τους εφεσίβλητους και χωρίς οι εφεσείοντες να προβούν σε οποιοδήποτε διάβημα στο πρωτόδικο Δικαστήριο προς συζήτηση του θέματος ενώπιόν του, θα ισοδυναμούσε με άσκηση από το Εφετείο, πρωτόδικης δικαιοδοσίας.

Η έφεση απορρίπτεται. Εκδίδεται διαταγή για καταβολή του ήμισυ των εξόδων στους εφεσίβλητους.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Codal Synto Ltd v. Bayer A.G. (1996) 1(A) A.A.Δ. 197,

[*2162]Akis Express v. Aris Express (1998) 1 A.A.Δ. 149,

Louis Vuitton v. Δερμοσάκ Λτδ κ.ά. (1992) 1(B) A.A.Δ. 1453.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγομένους κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Πούγιουρου, E.Δ.), που δόθηκε στις 28 Aυγούστου, 1997 (Aρ. Aγωγής 1658/97), με την οποία εκδόθηκε απαγορευτικό διάταγμα εμποδίζον τους εναγομένους, μεταξύ άλλων, να επεμβαίνουν επί του προνομίου ευρεσιτεχνίας των εναγόντων.

Γλ.Ταλιάνος, για τους Eφεσείοντες.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Eφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες αξιώνουν με την εκκρεμούσα αγωγή τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, διάφορες θεραπείες που δημιουργούνται από την ισχυριζόμενη παραβίαση από τους εναγόμενους-εφεσείοντες του προνομίου ευρεσιτεχνίας των, αριθμός 1307. Οι εφεσίβλητοι είναι οι εγγεγραμμένοι κάτοχοι του πιο πάνω προνομίου ευρεσιτεχνίας, που αφορά στην ουσία cetirizine, και γι’ αυτό διεκδικούν το αποκλειστικό δικαίωμα κατασκευής και εμπορικής εκμετάλλευσης  του, περιλαμβανομένης και της εξαγωγής του από την Κύπρο.

Το Σεπτέμβρη του 1996 οι εφεσείοντες εισήξαν στην Κύπρο 5 κιλά της επίδικης ουσίας.  Επειδή οι εφεσίβλητοι θεώρησαν πως οι εφεσείοντες θα την εμπορεύονταν, επικοινώνησαν μαζί τους εγγράφως επί του θέματος. Σε ανταπόκριση της πιο πάνω επικοινωνίας οι εφεσείοντες παραδέκτηκαν την αγορά της ουσίας, αλλά δήλωσαν πως δεν είχαν σκοπό να την εμπορευθούν. Οι εφεσίβλητοι, με την υπό συζήτηση ενδιάμεση αίτηση τους ημερ. 13.3.97 αξίωσαν προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα, βάσει των διατάξεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, με το οποίο να εμποδίζονται οι εφεσείοντες, μεταξύ άλλων, να επεμβαίνουν επί του προνομίου ευρεσιτεχνίας των εφεσιβλήτων.  Οι εφεσείοντες, μολονότι παρέδωσαν  όλη την ποσότητα της ουσίας που εισήξαν στους εφεσίβλητους, έφεραν ένσταση να γίνει το διάταγμα απόλυτο.

[*2163]Το Δικαστήριο προχώρησε στην εξέταση του ζητήματος και αφού άκουσε τις αγορεύσεις τω δικηγόρων των διαδίκων, εξέδωσε την απόφαση του στις 28.8.97, αντικείμενο της παρούσας έφεσης.  Το Δικαστήριο αναφέρεται στην απόφαση του στις διατάξεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, τη νομολογία που άπτεται του ζητήματος στην έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, και προβαίνει στις ακόλουθες διαπιστώσεις:  Η εισαγωγή της επίδικης ουσίας από τους εφεσείοντες, καθώς και η εγγραφή του δικαιώματος ευρεσιτεχνίας επ’ ονόματι των εφεσιβλήτων, ήταν παραδεκτά γεγονότα, αμφισβητήθηκε όμως  η κατά νόμο εγκυρότητα της εγγραφής. Ακολούθως, το Δικαστήριο ασχολήθηκε με τα δικαιώματα που παρέχει ο νόμος στον κάτοχο πιστοποιητικού ευρεσιτεχνίας, με ιδιαίτερη αναφορά στο άρθρο 7 του Κεφ.266, και στον περί της Τελικής Πράξης του Γύρου της Ουραγουάης (Κυρωτικό) Νόμο του 1995, και κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου και οι καθοδηγητικές αρχές της νομολογίας επληρούντο, γι’ αυτό και κατέστησε το διάταγμα απόλυτο.

Ο συνήγορος των εφεσειόντων εισηγήθηκε ενώπιον μας πως το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε κατά νόμο, και ως εκ τούτου η απόφαση του πρέπει να ανατραπεί το δε διάταγμα να ακυρωθεί. Η βασική θέση του δικηγόρου είναι πως το πρωτόδικο Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη, αποφασίζοντας να μη εξετάσει την εγκυρότητα του πιστοποιητικού ευρεσιτεχνίας, που όντως εκδόθηκε στους εφεσίβλητους. Δέχεται όμως πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε, ως όφειλε εξάλλου, την απόφαση του Εφετείου μας  στην υπόθεση Codal Synto Ltd v. Bayer A.G. (1996) 1(A) A.A.Δ. 197, όπου ελέχθη πως η απόφαση του Εφόρου, να εγγράφει και εκδίδει πιστοποιητικά ευρεσιτεχνίας, ανάγεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, και ως εκ τούτου τα Επαρχιακά  Δικαστήρια, και το Εφετείο  στην άσκηση της δικαιοδοσίας του στο τομέα του ιδιωτικού δικαίου, δεν έχουν εξουσία να εξετάζουν την εγκυρότητα της εγγραφής. Ο συνήγορος όμως μας κάλεσε να αποστούμε απ’ αυτή την απόφαση, κρίνοντας ως αναγκαία την αναθεώρηση της. Πρόσθεσε μάλιστα πως και η νομοθετική εξουσία φαίνεται να συμμερίζεται αυτή την άποψη, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των άρθρων 58 και 61(3) του περί Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας Νόμου, Ν.16(1)/1998. 

Θα υιοθετήσουμε την απόφαση του Εφετείου μας στην υπόθεση Codal Synto.  Θα διαφωνήσουμε δε με την άποψη του συνηγόρου έστω και αν θεωρηθεί καθ’ υπόθεση ορθή, ότι δηλαδή και η νομοθετική εξουσία υιοθετεί τέτοια θέση ενόψει των δια[*2164]τάξεων των άρθρων 58 και 61(3) του πιο πάνω Νόμου.  Και τούτο, γιατί η φύση μιας απόφασης, αν δηλαδή αυτή εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, δεν ανάγεται στην κρίση άλλης εξουσίας, ή μη μόνο του αρμόδιου Δικαστηρίου.  Ο χαρακτηρισμός μιας απόφασης και η πρόνοια για τη διαδικασία λήψης και αναθεώρησης της, έστω και σε νομοθέτημα, δε σημαίνει πως προσδίδει σ’ αυτή την πραγματική νομική της φύση, που αυτή, επαναλαμβάνουμε, αποφασίζεται από το αρμόδιο Δικαστήριο. Η μόνη περίπτωση να ανατραπεί η απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Codal Synto, είναι να εκφραστεί αντίθετη άποψη από το διοικητικό Δικαστήριο, στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του, βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος.

Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω, στο στάδιο που απασχολείτο το πρωτόδικο Δικαστήριο με αυτό το ζήτημα, και με τα υπόλοιπα στην υπόθεση, δεν αναμενόταν να αποφανθεί τελεσίδικα πάνω σ’ αυτά, αλλά να διακριβώσει αν υφίσταντο οι προϋποθέσεις για την έκδοση του διατάγματος. Κρίνουμε δε, υπό τις περιστάσεις, πως η διακριτική του ευχέρεια ασκήθηκε μέσα στα ορθά πλαίσια των νομικών αρχών.

Το επόμενο θέμα που θα συζητήσουμε ηγέρθη από εμάς στη διάρκεια της ακρόασης της έφεσης. Κατά την αγόρευση του ο συνήγορος των εφεσειόντων ανέφερε πως οι εφεσίβλητοι δεν είχαν καταχωρίσει, μέχρι τότε, την έκθεση απαιτήσεως τους, μολονότι  είχαν περάσει 17 μήνες.  Είναι γεγονός πως ο συνήγορος των εφεσειόντων δεν είχε προβεί σε οποιοδήποτε διάβημα στο επαρχιακό Δικαστήριο για τη θεραπεία της καθυστέρησης, χρησιμοποιώντας τις διατάξεις της Δ.26, θ.1, ούτε και επικαλέσθηκε το γεγονός αυτό στο εφετήριο ως λόγο ακύρωσης του επίδικου διατάγματος.

Θεωρήσαμε όμως το ζήτημα ως δημόσιας τάξης, ενόψει της απόφασης του Εφετείου στην υπόθεση Akis Express v. Aris Express (1998) 1 A.A.Δ. 149, που ακολούθησε το σκεπτικό στη Louis Vuitton v. Δερμοσάκ Λτδ και Άλλης (1992) 1(B) A.A.Δ. 1453. Δώσαμε την ευκαιρία στους δικηγόρους να μελετήσουν το θέμα και να εκφράσουν τις απόψεις τους πάνω σ’ αυτό.

Ο δικηγόρος των εφεσειόντων υποστήριξε την εφαρμογή των αρχών που διατυπώθηκαν στις πιο πάνω αποφάσεις και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και να ακυρωθεί το επίδικο διάταγμα, για τους λόγους που ανέφερε στην αγόρευση του επί της ουσίας της υπόθεσης, αλλά και στη βάση της νομολογίας, όπως καθιερώθη[*2165]κε στις πιο πάνω αποφάσεις.

Ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων διαφοροποίησε τα γεγονότα της υπό συζήτηση έφεσης απ’ αυτά στην Akis Express και Louis Vuitton. Εισηγήθηκε πως οι αρχές της νομολογίας, όπως εκφράστηκαν σε εκείνες τις αποφάσεις, δεν εφαρμόζονται εδώ.  Είπε, συγκεκριμένα, πως στις υποθέσεις εκείνες αιτητής για την έκδοση του διατάγματος ήταν και ο ένοχος της καθυστέρησης στην καταχώριση της εκθέσεως απαιτήσεως, και το Δικαστήριο είχε αρνηθεί την έκδοση του διατάγματος, το οποίο, στη συνέχεια επιδιωκόταν κατ’ έφεση. Εδώ, συνέχισε ο συνήγορος, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε δικαιολογημένο το διάταγμα και το εξέδωσε. Οι εφεσείοντες δεν χρησιμοποίησαν κανένα δικονομικό μέτρο για να εκφράσουν την αντίθεση τους στην καθυστέρηση της καταχώρησης  της έκθεσης απαιτήσεως.  Είπε δε χαρακτηριστικά, τελειώνοντας, πως και 17 χρόνια αν καθυστερούσαν οι εφεσίβλητοι να καταχωρήσουν την έκθεση απαιτήσεως τους, εφόσον οι εφεσείοντες δεν είχαν παράπονο, το Δικαστήριο δεν θα είχε λόγο στο ζήτημα.

Πρώτα, πρέπει να διαφωνήσουμε πλήρως με τη θέση του δικηγόρου των εφεσιβλήτων, όπως εκφράστηκε στη σαρωτική του δήλωση, που παραθέτουμε αμέσως πιο πάνω. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου ρυθμίζεται από τους νόμους και τη δικονομία, οι δε διατάξεις τους εφαρμόζονται υποχρεωτικά από τους διάδικους και το Δικαστήριο. Όπου οι διάδικοι επιδεικνύουν ολιγωρία στη διεκπεραίωση της υπόθεσης, το Δικαστήριο εφαρμόζει τους νόμους και τους δικονομικούς κανόνες. Έχει δε και εγγενή εξουσία να διασφαλίζει την ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε χειρισμό  της υπόθεσης από τους διάδικους.  Για το συγκεκριμένο ζήτημα, να υποδείξουμε πως αν το Πρωτοκολλητείο του Δικαστηρίου λειτουργούσε κανονικά, ως όφειλε, θα εφαρμοζόταν η Δ.26, θ.13(1) με αποτέλεσμα, αφού εδίδετο ειδοποίηση στους εφεσίβλητους για τη μη καταχώριση της έκθεσης απαιτήσεως τους, και μετά την παρέλευση  του χρόνου που αναφέρεται σ’ αυτή, η υπόθεση να αχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, που είχε διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αγωγή.

Έχει δίκαιο όμως ο συνήγορος των εφεσιβλήτων πως διαφοροποιούνται τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση, από εκείνα στην Akis Express και Louis Vuitton.  Εδώ το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε δικαιολογημένη την αίτηση και εξέδωσε το διάταγμα.  Η ακύρωση του από το Εφετείο, για το ότι οι εφεσίβλη[*2166]τοι δεν έχουν καταχωρίσει την έκθεση απαιτήσεως τους, και χωρίς οι εφεσείοντες να προβούν σε οποιοδήποτε διάβημα στο πρωτόδικο Δικαστήριο, έτσι που να καταστεί συζητήσιμο θέμα ενώπιον του, θα ισοδυναμούσε με άσκηση απο μέρους μας πρωτόδικης δικαιοδοσίας. 

Για τους λόγους που αναπτύσσουμε πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται. Οι εφεσίβλητοι δικαιούνται στο ήμισυ των εξόδων τους εδώ, γιατί ανάλογος χρόνος της διαδικασίας χρησιμοποιήθηκε στο θέμα που εμείς εγείραμε.

Η έφεση απορρίπτεται. Εκδίδεται διαταγή για καταβολή του ήμισυ των εξόδων στους εφεσίβλητους.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο