Σωτηρίου Aνδρέας κ.ά. ν. Stelios Stylianides (Holdings) Ltd. κ.ά. (1998) 1 ΑΑΔ 2281

(1998) 1 ΑΑΔ 2281

[*2281]3 Δεκεμβρίου, 1998

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ,

2. INTERREX DEVELOPMENTS LTD.,

Εφεσείοντες-Eναγόμενοι,

ν.

1. STELIOS STYLIANIDES (HOLDINGS) LTD.,

2. ΣΤΕΛΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗ,

Εφεσιβλήτων-Eναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9820)

 

Έφεση — Τροποποίηση λόγων έφεσης — Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται με βάση το συμφέρον της δικαιοσύνης που πρέπει να εξετάζεται μέσα στα πλαίσια των σκοπών της έφεσης και των δικαιωμάτων των δύο πλευρών — Αίτηση για τροποποίηση που στοχεύει στη συμπλήρωση της αιτιολογίας των λόγων έφεσης αντιμετωπίζεται πιο ελαστικά από το Δικαστήριο από την αίτηση με την οποία επιδιώκεται η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης — Καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης για τροποποίηση μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψή της.

Η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε στις 30.9.1996, η έφεση καταχωρήθηκε στις 7.11.1996 και η αίτηση για τροποποίηση των λόγων έφεσης καταχωρήθηκε στις 4.7.1997.  Η αίτηση για τροποποίηση βασίζεται στις πρόνοιες της Δ.35, θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Οι εφεσίβλητοι έφεραν ένσταση και ισχυρίσθηκαν ότι οι αιτούμενες τροποποιήσεις είναι ανεπίτρεπτες γιατί μερικοί από τους λόγους έφεσης δεν αποτελούν στην ουσία λόγους έφεσης ενώ επιπρόσθετα σκοπείται η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης, πράγμα ανεπίτρεπτο από τους σχετικούς Κανονισμούς.

Η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε από την ημερομηνία καταχώρησης της έφεσης μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της παρούσας αίτησης αποδίδεται στο χρονικό διάστημα που παρήλθε για την ετοιμασία των πρακτικών.

[*2282]Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης για τροποποίηση μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη της αίτησης αφού τυχόν έγκρισή της θα ισοδυναμούσε με την παροχή δεύτερης ευκαιρίας στον εφεσείοντα να εφεσιβάλει την πρωτόδικη απόφαση.  Επιπρόσθετα, η καθυστέρηση στην καταχώρηση αίτησης για τροποποίηση, δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το σύνολο των περιστατικών και ιδιαίτερα από τις επιπτώσεις που θα προκύψουν στην εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας της έφεσης.

2.  Όταν οι λόγοι έφεσης είναι άκυροι επειδή εκφράζονται με ασάφεια ή στερούνται πλήρως αιτιολογίας δεν παρέχεται πεδίο διάσωσής τους μέσω της τροποποίησης άκυρης έφεσης.

3.  Αν η αίτηση αποσκοπεί στη θεραπεία ατέλειας, που χωρίς την τροποποίηση πιθανό να οδηγούσε σε απόρριψη της έφεσης, το γεγονός αυτό συνηγορεί υπέρ της αποδοχής της αίτησης.

4.  Το Δικαστήριο είναι πιο ελαστικό στην αποδοχή μιας αίτησης που αποσκοπεί στη διευκρίνιση και συμπλήρωση της αιτιολογίας, παρά στην αποδοχή αίτησης για την επέκταση του πλαισίου της έφεσης με την προσθήκη νέων ανεξάρτητων λόγων από εκείνους που έχουν ήδη καταχωρηθεί.  Η απουσία ικανοποιητικής επεξήγησης για τη μη συμπερίληψη των νέων λόγων στην ειδοποίηση έφεσης και η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψή της.

5.  Στην παρούσα υπόθεση, η τροποποίηση εγκρίνεται αναφορικά με τους λόγους όπου οι τροποποιήσεις που επιζητούνται σκοπεύουν στη συμπλήρωση της απαιτούμενης αιτιολογίας. Οι λόγοι αυτοί είναι οι λόγοι 2-5 της έφεσης οι οποίοι αναφέρονται στην αξιολόγηση της προφορικής και έγγραφης μαρτυρίας των διαδίκων.  Εγκρίνεται επίσης η τροποποίηση του 6ου λόγου έφεσης στην έκταση που σκοπεύει να θεραπεύσει τις ατέλειες και να αιτιολογήσει τον λόγο αυτό της έφεσης.

Η αίτηση επιτρέπεται μερικώς. Οι αιτητές να καταβάλουν τα έξοδα της αίτησης τροποποίησης.

Per Curiam:

Η μη συμμόρφωση προς τις πρόνοιες της Δ.35, θ.4 είναι συχνό φαινό[*2283]μενο, και έχει ως αποτέλεσμα να στερεί από το Δικαστήριο τη δυνατότητα για μια πλήρη και καθαρή εικόνα τόσο των λόγων έφεσης όσο και της απαιτούμενης αιτιολογίας.  Συμμόρφωση προς τις πιο πάνω πρόνοιες θα διέσωζε αρκετό δικαστικό χρόνο, θα μείωνε τα έξοδα που δημιουργούνται από τη διαδικασία τροποποίησης και θα εξουδετέρωνε τον κίνδυνο απόρριψης της έφεσης στην κατάλληλη περίπτωση.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Λοΐζου v. Χαραλάμπους κ.ά. (1996) 1(A) A.A.Δ. 167,

Δημοκρατία v. Lion Insurance Agency Ltd (1995) 3 A.A.Δ. 338,

Panayiotis Georghiou (Catering) Λτδ v. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 323,

Ι.Β.S. Ltd v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1993) 1 Α.Α.Δ. 335,

Δημοκρατία v. Β. Ιωάννου Λτδ. (1996) 3 A.A.Δ. 559,

Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 12,

Κυριακίδης κ.ά. v. Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου (1997) 3 A.A.Δ. 9.

Aίτηση.

Aίτηση με την οποία οι εφεσείοντες ζητούν άδεια του Δικαστηρίου για τροποποίηση των λόγων έφεσης.

Α. Ανδρέου, για τους Eφεσείοντες.

Χρ. Κιτρομηλίδης, για τους Eφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση που βασίζεται στις πρόνοιες της Δ.35 θ.4, οι εφεσείοντες ζητούν την άδεια του Δικαστηρίου για την τροποποίηση των λόγων έφεσης.  Ειδικότερα οι εφεσείοντες ζητούν όπως επιτραπεί,

[*2284](1)  Η προσθήκη συγκεκριμένων ισχυρισμών για πληρέστερη διευκρίνιση των λόγων έφεσης 1-5 και

(2)   Η προσθήκη συγκεκριμένων ισχυρισμών στο λόγο έφεσης 6.

Κατά το στάδιο των αγορεύσεων οι εφεσείοντες υπεστήριξαν ότι οι τροποποιήσεις που αναφέρονται στους λόγους έφεσης 1-5 θα εξεταστούν σωρευτικά για τους τέσσερις πιο πάνω λόγους που θα συμπτυχθούν στην ουσία σε ένα λόγο έφεσης για να εξεταστεί η έφεση πάνω σε μια πιο ορθολογιστική βάση.  Αναφορικά με την τροποποίηση για τον 6ο λόγο έφεσης οι αιτητές ισχυρίζονται ότι άνκαι προβάλλεται ως νέος λόγος έφεσης, εντούτοις η τροποποίηση μπορεί να εγκριθεί αφού ο πρόσθετος λόγος συνδέεται με τους λόγους έφεσης 7 και 8.

Είναι η θέση των εφεσιβλήτων ότι οι αιτούμενες τροποποιήσεις είναι ανεπίτρεπτες γιατί μερικοί από τους λόγους έφεσης δεν αποτελούν στην ουσία λόγους έφεσης ενώ επιπρόσθετα σκοπείται η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης, πράγμα που δεν επιτρέπουν οι σχετικοί Κανονισμοί.

Κρίνουμε σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσουμε τους λόγους έφεσης 1-6 όπως έχουν καταχωρηθεί, στην τροποποίηση των οποίων αποβλέπει η παρούσα αίτηση.

“1.   Ο μάρτυρας των εναγόντων αρ. 4 κ. Μιχάλης Χρυσάνθου         ανάφερε στην προφορική ένορκη μαρτυρία του μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

α) Τόσον ο κ. Σ. Στυλιανίδης όσον και ο κ. Α. Σωτηρίου του έδιδαν αποδείξεις και έγγραφα που δεν ήταν πραγματικά γιατί δεν έγραφαν το ακριβές ποσό που πωλούντο τα διαμερίσματα και το ακριβές ποσό που είσπρατταν.

β) Στα διάφορα έγγραφα που έκαναν έβαζαν τιμές μικρότερες από αυτές που πωλούσαν.

γ)  Το ίδιο έγινε και με οικίσκο που αγόρασε ο ίδιος.

δ) Κατά την περίοδο του έτους 1990 έγιναν πολλές συναντήσεις μεταξύ του κ. Σ. Στυλιανίδη και κ. Α. Σωτηρίου και μάλιστα σε μια από αυτές παρευρίσκετο και ο ίδιος μαζί με κάποιο λογιστή που εκπροσωπούσε τον κ. Α. Σωτηρίου.

2.  Στο μέρος της απόφασης που αναφέρεται και/ή καθορίζεται αξιολόγηση μαρτυρίας δεν αξιολογούν καθόλου την μαρτυ[*2285]ρία του μάρτυρα εναγόντων κ. Μιχάλη Χρυσάνθου και δεν σχολιάζουν καθόλου τα όσα ανάφερε ο μάρτυρας αυτός και που αναφέρονται πιο πάνω στην παράγραφο 1.

3.  Στην παράγραφο αρ. 2 της σελίδας 4 της απόφασης αναφέρουν οι έντιμοι Δικαστές δήθεν την μαρτυρία του μάρτυρα εναγόντων κ. Μιχάλη Χρυσάνθου, όμως δεν αναφέρουν το ουσιώδες μέρος της μαρτυρίας αυτού και ίσως από το λάθος αυτό να δημιουργήθηκε στην σκέψη τους λανθασμένη εικόνα για το πραγματικό ιστορικό της υπόθεσης.

4.  Οι έντιμοι Δικαστές λανθασμένα δεν εσύγκριναν την μαρτυρία του μάρτυρα εναγόντων 4 με την μαρτυρία του εναγόμενου 1.

5.  Ο εναγόμενος 1 τόσο στην έκθεση υπεράσπισης του, παράγραφος 12, όσο και στην προφορική ένορκη μαρτυρία του ανάφερε ότι κατά το έτος 1990 είχεν πολλές συναντήσεις με τον ενάγοντα αρ. 2 και σε μια από αυτές κατάρτισε το πωλητήριο έγγραφο ημερομηνίας 7.11.1990 και/ή το επίδικο έγγραφο.

     Οι έντιμοι όμως Δικαστές αναφέρουν στη σελίδα 9 της απόφασης τους ότι πιστεύουν τον ενάγοντα 2 και δεν πιστεύουν τον εναγόμενο 1 γιατί είχαν διαφορές με τον ενάγοντα 2 και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να συναντηθούν και να συζητήσουν οποιοδήποτε θέμα.

     Η διαπίστωση αυτή των εντίμων Δικαστών είναι τελείως αντίθετη με την μαρτυρία του μάρτυρα αρ. 4 των ιδίων των εναγόντων.

6.  Στην σελίδα 10 παράγραφος 2 της απόφασης των εντίμων Δικαστών αναφέρεται ότι ο Μ.Ε. 3 υπαστυνόμος κ. Ανδρέας Παναγιώτου ανάφερε ότι απέκλεισε ότι οι μονογραφές ήταν του κ. Σ. Στυλιανίδη όμως δεν ανάφερε εάν ήταν του  κ. Α. Σωτηρίου.  Με βάση τη μαρτυρία αυτή δεν αποδείχθηκε ότι έγινε δόλος από τον εναγόμενο 1 και ως εκ τούτου η τελική θέση των εντίμων Δικαστών ότι ο εναγόμενος έκανε δόλο είναι λανθασμένη και ελήφθη η απόφαση αυτή κατά παράβαση του Περί Αποδείξεως Νόμου και της σχετικής επί του θέματος επικρατούσας Νομολογίας (λεπτομέρειες θα αναφερθούν κατά την δικάσιμη).”

Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι η καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης για τροποποίηση μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη [*2286]της αίτησης αφού τυχόν έγκριση της θα ισοδυναμούσε με την παροχή δεύτερης ευκαιρίας στον εφεσείοντα να εφεσιβάλει την πρωτόδικη απόφαση. (Ίδε Λοΐζου ν. Χαραλάμπους κ.ά. (1996) 1(A) A.A.Δ. 167 και Δημοκρατία ν. Lion Insurance Agency Ltd (1995) 3 A.A.Δ. 338).  Επιπρόσθετα έχει αποφασιστεί ότι η καθυστέρηση στην καταχώριση μιας αίτησης για τροποποίηση, δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το σύνολο των περιστατικών και ιδιαίτερα από τις επιπτώσεις που θα προκύψουν στην εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας της έφεσης.  (Ίδε Georghiou (Catering) Λτδ. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 323).

Στην παρούσα περίπτωση σημειώνουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε στις 30/9/96, η έφεση καταχωρήθηκε στις 7/11/96 και η αίτηση τροποποίησης της έφεσης καταχωρήθηκε στις 4/7/97.  Από το σχετικό φάκελο του Δικαστηρίου φαίνεται ότι τα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας είχαν ετοιμαστεί στις 22/5/97. Στις 23/5/97, όταν η έφεση ήταν ορισμένη για προδικασία, ο δικηγόρος των εφεσειόντων ζήτησε μια αναβολή για να εξετάσει κατά πόσο θα ζητούσε την τροποποίηση των λόγων έφεσης.  Το Δικαστήριο όρισε την έφεση στις 7/7/97 για προδικασία με οδηγίες όπως, αν κατεχωρείτο αίτηση για τροποποίηση των λόγων έφεσης, η αίτηση να οριζόταν στις 7/7/97. Η σχετική αίτηση καταχωρήθηκε στις 4/7/97 και ορίστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του Δικαστηρίου στις 7/7/97.  Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια παρατηρούμε ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε καθυστέρηση εκ μέρους των εφεσειόντων ή των δικηγόρων τους. Η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε από την ημερομηνία καταχώρισης της έφεσης μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης της παρούσας, αποδίδεται στο χρονικό διάστημα που παρήλθε για την ετοιμασία των πρακτικών. 

(1)       Προσθήκη ενός σωρευτικού λόγου για τα σημεία της έφεσης 1-5

Οι λόγοι έφεσης 1-5 αναφέρονται στην αξιολόγηση της προφορικής και έγγραφης μαρτυρίας των διαδίκων και διάφορων μαρτύρων.

Με την αιτούμενη τροποποίηση οι εφεσείοντες θέλουν να συμπεριλάβουν στοιχεία ως αιτιολογία των λόγων έφεσης 1-5. Οι εφεσίβλητοι ισχυρίζονται ότι οι λόγοι έφεσης 1, 4 και 5 είναι ουσιαστικά ανύπαρκτοι, ο λόγος 2 στερείται πλήρους αιτιολογίας ενώ ο λόγος 3 δεν συνιστά λόγο έφεσης αλλά απλά έκθεση συμπεράσματος.

Σε ορισμένες περιπτώσεις λόγοι έφεσης είναι άκυροι επειδή εκ[*2287]φράζονται με ασάφεια και παντελή έλλειψη αιτιολογίας. Για το λόγο αυτό δεν παρέχεται πεδίο για τη διάσωση τους μέσω της τροποποίησης άκυρης έφεσης.  (Ίδε I.B.S. Ltd v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1993) 1 Α.Α.Δ. 335).

Αν η αίτηση αποσκοπεί στη θεραπεία μιας ατέλειας, που χωρίς την τροποποίηση πιθανό να οδηγούσε σε απόρριψη της αίτησης, το γεγονός αυτό συνηγορεί υπέρ της αποδοχή της αίτησης. (Ίδε Δημοκρατία ν. Β. Ιωάννου Λτδ (1996) 3 A.A.Δ. 559).

Η Δ.35 θ. 4 όπως έχει τροποποιηθεί προνοεί ότι,

“Κάθε λόγος έφεσης θα καταγράφεται σε ξεχωριστή παράγραφο.  Μετά από κάθε λόγο έφεσης θα καταγράφεται ξεχωριστά η αιτιολογία του.  (Ίδε Κ.Δ.Π. 2956, Παράρτημα 2, ημερομηνίας 24/2/95).”

Έχουμε εξετάσει τις ενστάσεις των εφεσιβλήτων και έχουμε καταλήξει στα πιο κάτω συμπεράσματα:

(1)       Ο λόγος έφεσης 1 δεν αποτελεί στην ουσία λόγο έφεσης αλλά   απλώς περιορίζεται σε αναφορές πάνω σε μαρτυρία που έχει δοθεί.

(2)       Ο λόγος έφεσης 2 άνκαι δεν προβάλλει καθαρά ποιός είναι ο   λόγος έφεσης, εντούτοις μπορεί να εξαχθεί έμμεσα το συμπέρασμα ότι αναφέρεται σε παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αξιολογήσει τη μαρτυρία του μάρτυρα των εναγόντων Μιχάλη Χρυσάνθου.

(3)       Ο λόγος έφεσης 3 δεν προβάλλει συγκεκριμένο λόγο έφεσης    αλλά όμως, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, μπορεί να      εξαχθεί έμμεσα το συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση ήταν      λανθασμένη, αφού δεν υπήρξε αναφορά στο ουσιώδες μέρος της μαρτυρίας του πιο πάνω μάρτυρα Μιχάλη Χρυσάνθου.  Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω ο λόγος έφεσης 3 φαίνεται ότι συνδέεται με το λόγο έφεσης 2.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω έχουμε αποφασίσει,

(1)   Να απορρίψουμε το λόγο έφεσης 1 αφού οι ισχυρισμοί που περιέχει δεν μπορούν να στοιχειοθετήσουν ούτε λόγο έφεσης ούτε την απαραίτητη αιτιολογία.

(2)   Να επιτρέψουμε την αιτούμενη τροποποίηση αναφορικά με τους  λόγους 2, 3,4 και 5, αφού οι τροποποιήσεις που επιζητούνται  σκοπεύουν στη συμπλήρωση της απαιτούμενης αι[*2288]τιολογίας.

(2)       Τροποποίηση του 6ου λόγου έφεσης

Ο 6ος λόγος έφεσης προσβάλλει την εγκυρότητα του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου σύμφωνα με το οποίο ο α΄ εφεσείων υπήρξε ένοχος δόλιας συμπεριφοράς.  Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι με την αιτούμενη προσθήκη στην παράγραφο 6 παρέχονται διευκρινίσεις για ένα υφιστάμενο λόγο έφεσης, αλλά ταυτόχρονα παραδέχονται ότι ουσιαστικά παρατίθεται ένας νέος λόγος έφεσης, σκοπός του οποίου είναι η διασαφήνιση των ήδη υπαρχόντων λόγων έφεσης 7 και 8.

Είναι η θέση των εφεσιβλήτων ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται (i) δεν συνιστούν λόγο έφεσης και (ii) η αιτούμενη προσθήκη δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή γιατί δεν συνιστά αιτιολογία αλλά νέο λόγο έφεσης, κάτι που είναι αντίθετο με τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς.

Η βασική αρχή που διέπει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης που πρέπει να εξετάζεται μέσα στα πλαίσια των σκοπών της έφεσης και των δικαιωμάτων των δύο πλευρών. (Ίδε Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 12).

Το Δικαστήριο είναι πιο ελαστικό στην αποδοχή μιας αίτησης που αποσκοπεί στη διευκρίνιση και συμπλήρωση της επιβαλλόμενης αιτιολογίας, παρά στην αποδοχή αίτησης για την επέκταση του πλαισίου της έφεσης με την προσθήκη νέων ανεξάρτητων λόγων από εκείνους που έχουν ήδη καταχωρηθεί. Η απουσία ικανοποιητικής επεξήγησης για τη μη συμπερίληψη των νέων λόγων στην ειδοποίηση της έφεσης και η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη της. (Ίδε Κυριακίδης κ.ά. ν. Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου (1997) 3 A.A.Δ. 9).

Έχουμε εξετάσει προσεκτικά τις θέσεις και των δύο πλευρών και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στο λόγο έφεσης στοιχειοθετούν λόγο έφεσης που σχετίζεται άμεσα με τους λόγους έφεσης 7 και 8 και ότι η αιτούμενη προσθήκη σκοπεύει να θεραπεύσει τις ατέλειες και να αιτιολογήσει τον 6ο λόγο έφεσης.  Η μόνη επιφύλαξη μας περιορίζεται στη β΄ παράγραφο της αιτούμενης προσθήκης που αναφέρεται σε θέματα που δεν εμπίπτουν μέσα στο πνεύμα του 6ου λόγου έφεσης που κα[*2289]ταπιάνεται με θέματα καταδολίευσης και πλαστογραφίας.  Γι’ αυτό το λόγο η β΄ παράγραφος της αιτούμενης προσθήκης στο λόγο 6 δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω

(1)   Εγκρίνεται η τροποποίηση των λόγων έφεσης 2-5 σύμφωνα με  την παράγραφο Β(α) της αίτησης.

(2)   Εγκρίνεται η τροποποίηση της προσθήκης στο λόγο έφεσης    σύμφωνα με την παράγραφο Β(β) της αίτησης εκτός από τη β΄ παράγραφο της τροποποίησης που αρχίζει με τη λέξη   “Παράλληλα” και τελειώνει με τη λέξη “απόφαση”.

Οι τροποποιημένοι λόγοι έφεσης να καταχωρηθούν εντός 3 εβδομάδων από σήμερα.

Οι αιτητές να καταβάλουν τα έξοδα της αίτησης τροποποίησης.

Δραττόμαστε της ευκαιρίας να σημειώσουμε ότι το φαινόμενο της μη συμμόρφωσης προς τις πρόνοιες της Δ.35 θ. 4 παρατηρείται δυστυχώς συχνά, με αποτέλεσμα ότι τόσο το Δικαστήριο όσο και ο εφεσίβλητος να μην έχουν μια πλήρη και καθαρή εικόνα τόσο των λόγων έφεσης όσο και της απαραίτητης συνοδευτικής αιτιολογίας.  Συμμόρφωση προς τις πιο πάνω πρόνοιες θα διέσωζε αρκετό δικαστικό χρόνο και θα μείωνε τα έξοδα που θα προέκυπταν από την ανάγκη καταφυγής στη διαδικασία τροποποίησης.  Θα προσθέταμε δε ότι θα απεσοβείτο και ο κίνδυνος απόρριψης της έφεσης στην κατάλληλη περίπτωση.

H αίτηση επιτρέπεται μερικώς. Oι αιτητές να καταβάλουν τα έξοδα της αίτησης τροποποίησης.

                                                           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο