A L MANTOVANI SONS LTD ν. CHRISTIS TRAVEL TOURISM LTD (1999) 1 ΑΑΔ 156 A. L. MANTOVANI SONS LTD ν. CHRISTIS TRAVEL TOURISM LTD, Πολιτική Έφεση αρ. 10024., 3 Φεβρουαρίου 1999

(1999) 1 ΑΑΔ 156

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική Έφεση αρ. 10024.

Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΔΔ.

Μεταξύ:

A. L. MANTOVANI & SONS LTD, από τη Λεμεσό,

Εφεσειόντων-Εναγόντων,< /P>

- ν -

CHRISTIS TRAVEL & TOURISM LTD, από τη Λευκωσία,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

- - -

 

Ημερομηνία: 3 Φεβρουαρίου 1999.

Για τους εφεσείοντες: Πρ. Μιχαήλ (κα), εκ μέρους Χρ. Μιτσίδη.

Για τους εφεσίβλητους: Χ. Τσίγκης.

- - -

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

- - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Π.: Μεταξύ των εφεσειόντων ταξιδιωτικών και ναυτιλιακών πρακτόρων και των εφεσιβλήτων, που επίσης ασχολούνται με ταξιδιωτικές και τουριστικές επιχειρήσεις, υπήρξαν συναλλαγές μετά τη διακοπή των οποίων προέκυψε η διαφορά η οποία αποτέλεσε το αντικείμενο της αγωγής ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου.

Οι εφεσείοντες υποστήριξαν, και με την αγωγή τους αξίωσαν, ότι παρέμεινε υπόλοιπο £5,026.69 σεντ, το οποίο οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να τους καταβάλουν. Οι εφεσίβλητοι αρνήθηκαν την ύπαρξη οποιασδήποτε οφειλής και με την υπεράσπισή τους πρόβαλαν ότι οι μεταξύ τους λογαριασμοί είχαν διακανονιστεί. Η μόνη μαρτυρία η οποία προσάχθηκε, προς υποστήριξη της απαίτησης, προήλθε από λογιστή των εφεσειόντων, ο οποίος κατέθεσε ότι σύμφωνα με την κατάσταση των δοσοληψιών μεταξύ των διαδίκων όπως απεικονίζονταν στο λογαριασμό τον οποίο ετηρούσαν, οι εφεσίβλητοι φαίνεται να οφείλουν το ποσό το οποίο διεκδικούν με την απαίτησή τους οι εφεσείοντες. Ο ίδιος δεν είχε προσωπική γνώση για τις συναλλαγές των διαδίκων, ούτε μπορούσε να επιμαρτυρήσει το υπαρκτό των γεγονότων τα οποία αντανακλούνται στους λογαριασμούς.

Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή λόγω της αποτυχίας των εφεσειόντων να αποδείξουν την υπόθεσή τους. Επισημαίνεται στην απόφαση, όχι με αυτά τα λόγια αλλά αυτό νοείται, ότι στο βαθμό που οι λογαριασμοί αντανακλούν γεγονότα, η μαρτυρία του λογιστή για την ύπαρξή τους είναι απαράδεχτη ως εξ ακοής μαρτυρία.

Στην απόφαση του Δικαστηρίου γίνεται αναφορά σε κρίσιμο μέρος της μαρτυρίας του λογιστή στο οποίο διευκρινίζεται ότι η κατάσταση του λογαριασμού αντανακλά χρεώσεις και πιστώσεις στις οποίες το γραφείο των εφεσειόντων στη Λευκωσία προέβη χωρίς ο ίδιος να είναι γνώστης των γεγονότων τα οποία κατοπτρίζουν. Στην απόφαση του Δικαστηρίου επισημαίνεται ότι η απαίτηση των εφεσειόντων δεν βασίζεται σε εκκαθαρισμένο λογαριασμό (account stated), διαπίστωση η οποία είναι ορθή. Η απαίτηση αφορά υπόλοιπο λογαριασμού. Η ύπαρξη του χρέους ήταν εκείνο που οι εφεσείοντες βαρύνονταν να αποδείξουν.

Διάφορη είναι η στοιχειοθέτηση απαίτησης βασισμένης σε εκκαθαρισμένο λογαριασμό και τα κριτήρια για την απόδειξή της. (Bλ. Βullen & Leake and Jacob’s, Precedents of Pleadings, σελ. 187 - 190 και σε σχέση με την υπεράσπιση, σελ. 917.)

Με την έφεση προσβάλλεται το εύρημα το Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε η υπόθεση των εφεσειόντων. Προβλήθηκε σειρά ισχυρισμών ότι το Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία. Στην αγόρευσή τους οι εφεσείοντες επεκτάθηκαν και σε λόγους που δεν περιλαμβάνονται στην έφεση. συγκεκριμένα ότι το Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένο κριτήριο στον καθορισμό του αποδεικτικού βάρους που έπρεπε να αποσείσουν οι ενάγοντες για την απόδειξη της υπόθεσής τους.

Τέλος προσβάλλεται η διαταγή για τα έξοδα με έρεισμα το χρόνο ο οποίος διέρρευσε μεταξύ της καταχώρησης της αγωγής και της εκδίκασής της.

Η έφεση κρίνεται ανεδαφική. Οι λογαριασμοί εμπορευομένου δεν αποτελούν αφεαυτών απόδειξη των γεγονότων που καταγράφουν. Τα γεγονότα που απεικονίζουν πρέπει να αποδειχθούν. Ο λογιστής και ο μόνος μάρτυρας των εφεσειόντων, προς υποστήριξη της απαίτησής τους, δεν ήταν γνώστης των γεγονότων τα οποία εμφανίζουν οι λογαριασμοί. Δεν υπήρχε ίχνος μαρτυρίας το οποίο να αποδεικνύει την ύπαρξη της οφειλής των εφεσιβλήτων προς τους εφεσείοντες. Στην απουσία παραδεκτής μαρτυρίας που να στοιχειοθετεί γεγονότα που θα μπορούσαν να προσμετρήσουν ως αποδεικτικά της υπόθεσης, δεν εγείρεται ζήτημα βάρους απόδειξης. Τέτοιο θέμα μπορεί να εγερθεί μόνο όπου αποδεικνύονται γεγονότα που τείνουν να υποστηρίξουν την απαίτηση. Τότε και μόνο τίθεται θέμα απόσεισης του αποδεικτικού βάρους. (Βλ. Κυριακή Σ. Αθανασίου και Νεόφυτος Αθανασίου, ως Διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Αθανασίου, αποβιώσαντος, τέως από τη Λεμεσό, ν. Αντώνη Κουνούνη, ιατρού, από τη Λεμεσό Πολιτική Έφεση αρ. 9041 - 29.5.1997.)

Στην προκείμενη περίπτωση το κενό στη θεμελίωση της αγωγής των εναγόντων άφησε την απαίτησή τους μετέωρη με αναπόφευκτο επακόλουθο την απόρριψή της. Στην πολιτική δίκη τα έξοδα ακολουθούν κατά κανόνα το αποτέλεσμα. Κανένας βάσιμος λόγος δεν έχει προβληθεί που θα μπορούσε να δικαιολογήσει ανατροπή της διαταγής για τα έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Π.

Δ.

Δ.

 

 

/ΑυΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο