M.C. Michael Developments Ltd ν. Λύδιας Δημητριάδου (1999) 1 ΑΑΔ 140

(1999) 1 ΑΑΔ 140

[*140]29 Iανουαρίου, 1999

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]

M.C. MICHAEL DEVELOPMENTS LTD,

Εφεσείοντες-Eναγόμενοι,

ν.

ΛΥΔΙΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ,

Εφεσίβλητης-Eνάγουσας.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9511)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου — Αξιοπιστία μαρτύρων — Εφετείο, δεν επεμβαίνει σε ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία μαρτύρων, εκτός αν δεν δικαιολογούνται από την ενώπιον του μαρτυρία ή υπάρχει σφάλμα στην κρίση επί τούτων ή επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων.

Η εφεσίβλητη-ενάγουσα καταχώρησε αγωγή εναντίον των εφεσειόντων-εναγομένων αξιώνοντας £1.131 ως αποζημιώσεις για ζημιές που προκάλεσαν στην ακίνητη περιουσία της όταν ανήγειραν πολυκατοικία σε εφαπτόμενη ακίνητη περιουσία.

Η εφεσίβλητη-ενάγουσα ισχυρίσθηκε ότι έγινε συμφωνία μεταξύ της ίδιας και των εναγομένων-εφεσειόντων να τους επιτρέψει να χαλάσουν το περιτοίχισμα της, αφού οι τελευταίοι ανέλαβαν την υποχρέωση να το κτίσουν εκ νέου και να διορθώσουν ότι άλλες ζημιές θα προκαλούσαν στον κήπο και το αποχετευτικό σύστημα της ακίνητης περιουσίας της.

Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι αρνήθηκαν ότι έγινε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων, και αρνήθηκαν επίσης οποιαδήποτε ευθύνη.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε ποσό £510 υπέρ της εφεσίβλητης-ενάγουσας.  Η απαίτηση ως προς τη ζημιά του περιτοιχίσματος απερρίφθη, αφού η εφεσίβλητη-ενάγουσα απέτυχε να αποδείξει ότι βρισκόταν στη δική της περιουσία.

[*141]Η απόφαση εφεσιβλήθηκε από τους εφεσείοντες-εναγόμενους, οι οποίοι εισηγήθηκαν ότι τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς αξιοπιστία των μαρτύρων, ήταν λανθασμένα.

Αποφασίστηκε ότι:

Δεν χωρούσε επέμβαση στα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων, διότι δικαιολογούνταν από τη μαρτυρία και δεν υπήρχε σφάλμα στην κρίση του Δικαστηρίου επί τούτων ή επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Σπύρου v. Χ” Χαραλάμπους (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 298,

Teklima Ltd v. Salamis Tours Ltd (1995) 1 A.A.Δ. 317.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Γεωργίου, E.Δ.) που δόθηκε στις 6 Iουλίου, 1995 (Aγωγή Aρ. 4781/92) με την οποία επιδικάστηκε στην εφεσίβλητη-ενάγουσα το ποσό των £450 ως αποζημίωση για ζημιά που υπέστη το αποχετευτικό σύστημα και £60 για ζημιά που υπέστη το υπόστεγο και το διαχωριστικό από την ανέγερση πολυκατοικίας από τους εφεσείοντες, εναγομένους σε ακίνητη περιουσία η οποία εφάπτεται με την ακίνητη περιουσία της εφεσίβλητης, ενάγουσας, πλέον έξοδα.

Ντ. Παπαδόπουλος για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Eφεσείοντες.

Σπ. Σπυριδάκις, για την Eφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η απαίτηση της εφεσίβλητης-ενάγουσας στην αγωγή ήταν για συνολικό ποσό £1.131 ως αποζημιώσεις δυνάμει συμφωνίας, ή δυνάμει παράνομης επέμβασης, ή δυνάμει αμέλειας.  Η εκδοχή της εφεσίβλητης, όπως προκύπτει από την έκθεση απαίτησης ήταν σε συντομία η ακόλουθη.

Η εφεσίβλητη είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας στη Λευ[*142]κωσία, που εφάπτεται σε ακίνητη περιουσία, επί της οποίας οι εφεσείοντες που ασχολούνται με την ανέγερση οικοδομών, ανήγειραν πολυκατοικία.  Επειδή για την ανέγερση της πολυκατοικίας οι εφεσείοντες έκριναν ότι ήταν ανάγκη να χαλάσουν περιτοίχισμα που βρισκόταν στην ακίνητη περιουσία της εφεσίβλητης, συμφώνησαν περί το τέλος του 1987 να τους επιτρέψει να χαλάσουν το περιτοίχισμα, αφού ανέλαβαν την υποχρέωση να το κτίσουν εκ νέου και να διορθώσουν ότι άλλες ζημιές θα προκαλούσαν στον κήπο και το αποχετευτικό σύστημα της ακίνητης περιουσίας της εφεσίβλητης.

Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανεγέρσεως της οικοδομής, οι εφεσείοντες προκάλεσαν ζημιές στο περιτοίχισμα, στο υπόστεγο της εφεσίβλητης, στο παραδεξάμενο του αποχετευτικού της συστήματος, στο διαχωρισμό του κήπου και της αυλής και στον ίδιο τον κήπο. Μετά από την επανατοποθέτηση του αποχετευτικού από τους εφεσείοντες προέκυψαν προβλήματα και προκαλούνταν αναθυμιάσεις και κατέστη αναγκαίο όπως το αποχετευτικό σύστημα χαλαστεί ξανά και επαναδιορθωθεί. Μετά από συνάντηση τον Οκτώβριο του 1989, στην οποία ήταν παρών εκπρόσωπος των εφεσειόντων και αφού ο ίδιος πρόβαλε την εκτίμηση ότι δεν μπορούσε να γίνει οτιδήποτε περαιτέρω με το αποχετευτικό, συμφώνησε ότι, αν η εφεσίβλητη το διόρθωνε η ίδια, ούτως ώστε να το επαναφέρει στην αρχική του κατάσταση, οι εφεσείοντες θα κατέβαλλαν τα έξοδα.  Όταν εκτέλεσε η εφεσίβλητη την αναγκαία εκσκαφή και επιδιορθώσεις, διαπιστώθηκε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν καλύψει τις σωλήνες με μπετόν, με αποτέλεσμα να υποστούν καθίζηση και διαπιστώθηκε ότι το φρεάτιο δεν είχε την κανονική κλίση, καθώς και η ύπαρξη άλλων ατελειών που δημιουργούσαν προβλήματα.

Οι εφεσείοντες στην υπεράσπιση τους ανέφεραν ότι η ανέγερση της πολυκατοικίας ανατέθηκε σε εργοληπτική εταιρεία και αρνήθηκαν ότι έγινε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ της εφεσίβλητης και των ιδίων, αρνούμενοι επίσης οποιαδήποτε ευθύνη.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο  παρέθεσε τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του και αφού την ανέλυσε κατέληξε στα ευρήματα του.  Επεσήμανε ότι το πρώτο επίδικο θέμα ήταν κατά πόσο είχε συναφθεί οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων και της εφεσίβλητης, απαντώντας το ερώτημα καταφατικά. Ακολούθως, παρατήρησε ότι η εφεσίβλητη ισχυριζόταν ότι είχαν προκληθεί τέσσερις κατηγορίες ζημιών, ήτοι (α) στο αποχετευτικό, (β) στο περιτοίχισμα, (γ) σε υπόστεγο και διαχωριστικό και (δ) σε αλλαγή χώματος του κήπου.

[*143]

Αναφορικά με το (β) ανωτέρω, το Δικαστήριο απέρριψε την απαίτηση της εφεσίβλητης κρίνοντας ότι απέτυχε αυτή να αποδείξει ότι το περιτοίχισμα βρισκόταν μέσα στη δική της περιουσία.  Αναφορικά με τη ζημιά στο αποχετευτικό (α) ανωτέρω, έκρινε ότι είχε αποδειχθεί η υπόθεση και δέχθηκε ότι το κόστος επιδιόρθωσης του αποχετευτικού ανήλθε σε £450.  Από τις δύο υπόλοιπες κατηγορίες δέχθηκε μόνο ότι είχε αποδειχθεί ζημιά ύψους £60 και κατά συνέπεια επεδίκασε ποσό £510 υπέρ της εφεσίβλητης.

Εφεσιβάλλοντας την απόφαση οι εφεσείοντες  βάσισαν την έφεση τους σε δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, ότι το εύρημα του Δικαστηρίου ότι υπήρξε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων ήταν εσφαλμένο, γιατί αυτό βασίστηκε σε εξ ακοής μαρτυρία και δεύτερο, ότι το Δικαστήριο δεν αξιολόγησε, ή κακώς αξιολόγησε τη μαρτυρία ενώπιον του, που σε πολλά σημεία ήταν αντιφατική αναφορικά με τους μάρτυρες της εφεσίβλητης.

Έχοντας εξετάσει με προσοχή το επιχείρημα ότι για να καταλήξει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι υπήρχε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων είχε βασισθεί σε εξ ακοής μαρτυρία, κρίνουμε ότι αυτό είναι ανεδαφικό. Υπήρξε μαρτυρία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ενώ η συμφωνία αρχικά είχε γίνει με τον πατέρα της εφεσίβλητης, ακολούθως υπεισήλθε στη συμφωνία και ο σύζυγος της, ο οποίος ήταν γνώστης των γεγονότων και στον οποίο ο εκπρόσωπος των εφεσειόντων επαναβεβαίωσε την υποχρέωση που ανέλαβαν για να επιδιορθώσουν οποιεσδήποτε ζημιές.  Ως εκ τούτου δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι το Δικαστήριο βασίστηκε σε εξ ακοής μαρτυρία και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε για την ύπαρξη δεσμευτικής συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων ήταν επιτρεπτό, εν όψει της μαρτυρίας.

Ούτε ευσταθεί, κατά τη γνώμη μας, η προσβολή της αξιολόγησης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο εκ μέρουςτων εφεσειόντων.  Οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει σε ευρήματα γεγονότων και αξιοπιστίας μαρτύρων έχει επανειλημμένα αποτελέσει το αντικείμενο απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Στην υπόθεση Σπύρου ν. Χ” Χαραλάμπους (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 298 τονίστηκε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι η αιτιολογία είναι ανεπαρκής, ή ότι τα ευρήματα δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία θεωρούμενη στο σύνολο της.  Επέμβαση γίνεται μόνο στις περιπτώσεις όπου η δικαιοσύνη το απαιτεί λόγω του ότι τα ευρήματα δεν είναι εύλογα επιτρεπτά.  [*144]Ανάλογες αρχές ισχύουν και για την αξιοπιστία των μαρτύρων, όπως τονίστηκε μεταξύ άλλων και στην υπόθεση Teklima Ltd v. Salamis Tours Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. 371.

Έχοντας εξετάσει με προσοχή τη μαρτυρία στην υπόθεση αυτή, καθώς και την ανάλυση που έκαμε το Δικαστήριο και την κατάληξη του, κρίνουμε ότι δεν χωρεί επέμβαση μας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέλυσε με προσοχή τη μαρτυρία και ενδεικτικό της προσοχής αυτής είναι και το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της απαίτησης της εφεσίβλητης απορρίφθηκε, γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι επί των σημείων εκείνων δεν υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία.  Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας το πρωτόδικο Δικαστήριο, περαιτέρω, έλαβε υπόψη του έγγραφα, τα οποία κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον του, που υποστήριζαν την προφορική μαρτυρία που αποδέχθηκε ως ορθή. Δεν υπάρχει οτιδήποτε από τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων που να μας ικανοποιεί ότι το Δικαστήριο εσφαλμενα έκαμε τα ευρήματα του και αξιολόγησε τη μαρτυρία ώστε να δικαιολογεί την εκ μέρους μας ανατροπή των ευρημάτων και συμπερασμάτων του. Αναφορικά δε με το ύψος των ζημιών στο αποχετευτικό, είχε ικανοποιητική μαρτυρία ενώπιον του για να βασίσει το εύρημα του, δηλαδή εκείνη του Μ.Ε.3.

Με βάση τα πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο