Kωμοδρόμου Mαρίνα Γιαννάκη ν. A. Th. Shikkis Motors Ltd και Άλλου (1999) 1 ΑΑΔ 481

(1999) 1 ΑΑΔ 481

[*481]19 Aπριλίου, 1999

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΜΑΡΙΝΑ ΓΙΑΝΝΑΚΗ ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΥ,

Εφεσείουσα-Eνάγουσα,

ν.

1. A.TH. SHIKKIS MOTORS LTD,

2. ΑΝΔΡΕΑ Θ. ΣΙΗΚΗ,

Εφεσιβλήτων-Eναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10119)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου — Επέμβαση Εφετείου — Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις οποίες κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας — Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.

Συμβάσεις — Το πρόσωπο το οποίο υπαναχωρεί νόμιμα από τη σύμβαση, δικαιούται αποζημίωση για κάθε ζημιά την οποία υπέστη συνεπεία της μη εκπλήρωσης της σύμβασης — Άρθρο 75 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149.

Πώληση Αγαθών — Πώληση καθορισμένου εμπορεύματος — Διέπεται από το Άρθρο 19 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου, Κεφ. 267 — Εξέταση εμπορεύματος από αγοραστή και διαπίστωση ότι αυτό ήταν κατάλληλο προς χρήση — Αγοραστής δεν δικαιούται να διεκδικεί θεραπεία για ύπαρξη ουσιώδους ελαττώματος.

Η εφεσείουσα-ενάγουσα αγόρασε από τους εφεσίβλητους-εναγομένους, δυνάμει γραπτής συμφωνίας, ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο στην τιμή των £6.750, και το εξόφλησε μέσα σε τρεις βδομάδες από την αγορά του.  Η συμφωνία διαλάμβανε όρο ότι σε περίπτωση που το αυτοκίνητο θα είχε “σοβαρό πρόβλημα στην κυκλοφορία”, οι εφεσίβλητοι θα δέχονταν “την επιστροφή του (μέσα) με το ίδιο ποσό για ανταλλαγή”.

Η εφεσείουσα καταχώρησε αγωγή κατά των εφεσιβλήτων ισχυριζόμενη ότι το αυτοκίνητο δεν ανταποκρινόταν στον τύπο του αυτοκι[*482]νήτου που περιγράφεται στη γραπτή συμφωνία, ήταν ακατάλληλο και επικίνδυνο για χρησιμοποίηση στο δρόμο και οι εφεσίβλητοι ενώ γνώριζαν την πραγματική του κατάσταση την απέκρυψαν.  Απαιτούσε με την αγωγή της, την επιστροφή του ποσού των £6.750 πλέον τόκους για αντάλλαγμα το οποίο απέτυχε και £750 για έξοδα και ζημιές που υπέστη λόγω παράβασης της συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου από τους εφεσίβλητους.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, αφού έκαμε τις ακόλουθες διαπιστώσεις:

1) Το αυτοκίνητο, προτού αγορασθεί από την εφεσείουσα, εξετάστηκε από τους μηχανικούς της οι οποίοι το βρήκαν σε καλή μηχανική κατάσταση και κατάλληλο για χρήση.

2) Η εφεσείουσα χρησιμοποιούσε το αυτοκίνητο μέχρι το χρόνο που εκδικαζόταν η υπόθεση.

3) Η εφεσείουσα δεν ήταν διατεθειμένη να δεχθεί αντικατάσταση του επίδικου αυτοκινήτου με άλλο ίσης αξίας όπως διελάμβανε η συμφωνία.  Επέμενε δε όπως τούτο αντικατασταθεί με άλλο του ιδίου τύπου με το αυτοκίνητο που αγόρασε από τους εφεσίβλητους, που όμως οι εφεσίβλητοι δεν διέθεταν.

Η εφεσείουσα, εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση, υποστηρίζοντας ότι τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων δεν υποστηρίζονταν από τη μαρτυρία.  Επίσης το αυτοκίνητο είχε ουσιώδες ελάττωμα.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δεν δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων και συνεπώς ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι δεν έγινε ορθή αξιολόγηση της μαρτυρίας κρίνεται αβάσιμος.

2.  Η συμφωνία για την πώληση του αυτοκινήτου, ήταν συμφωνία πώλησης καθορισμένου εμπορεύματος, η οποία διέπεται από το Άρθρο 19 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου Κεφ. 267. Το αυτοκίνητο εξετάστηκε από τους μηχανικούς της εφεσείουσας και δεν διαπιστώθηκε οποιοδήποτε ουσιαστικό ελάττωμα.  Η εφεσείουσα, το αγόρασε κατόπιν συμβουλής των μηχανικών της ότι αυτό ήταν κατάλληλο για χρήση και έκτοτε συνέχισε να το χρησιμοποιεί μέχρι τη δίκη, χωρίς να επικαλεσθεί μέχρι τότε συμβατικά ή άλλα δι[*483]καιώματα.

3.  Αλλά και αν ακόμη γινόταν αποδεκτή η εκδοχή της εφεσείουσας για ύπαρξη ουσιώδους ελαττώματος, πράγμα που ενδεχομένως θα ισοδυναμούσε προς παράβαση ουσιώδους όρου της συμφωνίας, η έφεση δεν θα ευσταθούσε, αφού η εφεσείουσα δεν άσκησε το δικαίωμα που είχε, δυνάμει του Άρθρου 75 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, να τερματίσει τη συμφωνία – γεγονός το οποίο θα επέφερε την ακύρωση της – και να αξιώσει αποζημιώσεις για τη ζημιά που υπέστη λόγω της συγκεκριμένης παράβασης που οδήγησε στην ακύρωση της συμφωνίας.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Φράγκος v. Χουβαρτά (1992) 1 Α.Α.Δ. 39,

Johnson a.ο. v. Agnew [1979] 1 All E.R. 883,

Καλησπέρας v. Δρυάδη κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 867.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Σταυρινίδης, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου, 1997 (Aγωγή Aρ. 2205/91) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή της εφεσείουσας για το ποσό των £6,750 πλέον τόκους προς 9% επί του ποσού αυτού από 27 Mαρτίου, 1991 μέχρι εξοφλήσεως, για παράνομη κατακράτηση και χρήση του ποσού αυτού από τους εφεσίβλητους-εναγομένους, πλέον το ποσό των £750 για έξοδα και ζημιές που υπέστη λόγω παράβασης της συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου από τους εφεσίβλητους-εναγομένους.

Αρ. Κορακίδου, για την Eφεσείουσα.

Κ. Κωνσταντίνου για Δ. Ανδρέου, για τους Eφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Η εφεσείουσα, δυνάμει γραπτής συμφωνίας [*484]ημερομηνίας 8.3.91 αγόρασε και παρέλαβε από τους εφεσίβλητους, οι οποίοι ασχολούνται με αγοραπωλησίες αυτοκινήτων, ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο υπ’ αριθ. εγγραφής UK 837 (στο εξής το αυτοκίνητο) στην τιμή των £6750.  Στις 8.3.91 η εφεσείουσα πλήρωσε έναντι £4400 και στις 27.3.91 εξόφλησε το υπόλοιπο. 

Η συμφωνία διαλάμβανε όρο ότι σε περίπτωση που το αυτοκίνητο θα είχε “σοβαρό πρόβλημα στην κυκλοφορία” οι εφεσίβλητοι θα δέχονταν “την επιστροφή του (μέσα) με το ίδιο ποσό για ανταλλαγή”.

Η εκδοχή της εφεσείουσας όπως διατυπώθηκε στην αγωγή συνοψίζεται στα πιο κάτω:

(α)  Το αυτοκίνητο δεν ανταποκρινόταν στον τύπο του αυτοκινήτου που περιγράφεται στη γραπτή συμφωνία ημερομηνίας 8.3.91 ήτοι “αυτοκίνητο τύπου Peugeot 205 GTI 1900 cc.”  Αυτό, αποτελείτο από εξαρτήματα και μέρη άλλων αυτοκινήτων συναρμολογημένων μεταξύ τους ώστε να μην ανταποκρίνεται στο αντικείμενο της συμφωνίας.

(β)  Λόγω αυτής της κατάστασης το αυτοκίνητο ήταν ακατάλληλο και επικίνδυνο για χρησιμοποίηση στο δρόμο έστω και αν θα εγίνοντο πολλές μηχανικές επιδιορθώσεις. 

(γ)  Οι εφεσίβλητοι ενώ γνώριζαν την πραγματική κατάσταση του αυτοκινήτου την απέκρυψαν.  Ψευδώς και αναληθώς διαβεβαίωσαν την εφεσείουσα ότι το συγκεκριμένο αυτοκίνητο ήταν τύπου Peugeot 205 GTI 1900 cc.

Οι εφεσίβλητοι αντέταξαν ότι το αυτοκίνητο είναι του ιδίου τύπου με αυτό που περιγράφεται στη συμφωνία.  Παραδέχτηκαν ότι στο αυτοκινητο έγιναν μόνο επουσιώδεις αντικαταστάσεις εξαρτημάτων που δεν αλλοίωσαν τον τύπο του αυτοκινήτου και ότι αυτό, ήταν καθόλα κατάλληλο για χρήση στους δρόμους. Προς επίρρωση του τελευταίου ισχυρισμού τους, επικαλέσθηκαν το γεγονός ότι η εφεσείουσα  εξακολούθησε να  κατέχει το αυτοκίνητο και να το χρησιμοποιεί μέχρι τον χρόνο που εκδικαζόταν η αγωγή χωρίς  να τερματίσει τη  συμφωνία. 

Η εφεσείουσα με την αγωγή της που κατεχώρησε εναντίον των εφεσιβλήτων απαιτούσε: 

[*485](α)         £6750 ποσό που πλήρωσε στους εφεσίβλητους για αντάλλαγμα το οποίο απέτυχε πλέον τόκους 9% επί του ποσού αυτού από 27.3.91 μέχρι εξοφλήσεως για παράνομη κατακράτηση και χρήση του ποσού αυτού από τους εναγόμενους.

(β)  £750 για έξοδα και ζημιές που υπέστη λόγω παράβασης της συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου από τους εφεσίβλητους. 

Η εφεσείουσα, με την παρούσα έφεση αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία το δικαστήριο απέρριψε την αγωγή της.  

Η μαρτυρία της εφεσείουσας και του μάρτυρά της εμπειρογνώμονα αυτοκινήτων κ. Λογγίνου κρίθηκε αναξιόπιστη.  Ο πρωτόδικος δικαστής αιτιολογώντας την απόρριψη της μαρτυρίας του κ. Λογγίνου επισημαίνει πως δεν ευσταθούν τα όσα ο κ. Λογγίνος ανέφερε περί ξένου αμαξώματος του αυτοκινήτου με κολλημένα σ’ αυτό διάφορα εξαρτήματα που δεν ήταν εξαρτήματα τύπου Peugeot GTI  και ότι το εμπρόσθιο μέρος του αυτοκινήτου ήταν του τύπου Peugeot 205 11 αλόγων ενώ το οπίσθιο ήταν τύπου Peugeot GTI,  γιατί δεν προέκυψαν τέτοιες διαπιστώσεις κατά τον έλεγχο που έγινε στο αυτοκίνητο από τον Διευθυντή του γκαράζ Peugeot στην παρουσία του Ανώτερου Επιθεωρητή Παναγιώτου και του Αστυνομικού Παναγή.  Από τον  εκείνο τον έλεγχο, προέκυψε πως το μόνο εξάρτημα που δεν ήταν τύπου Peugeot GTI, ήταν οι εμπρόσθιες γέφυρες ανάρτησης του αυτοκινήτου.

Διαπιστώθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η εφεσείουσα, προτού αγοράσει το αυτοκίνητο, εξετάστηκε από τους μηχανικούς της οι οποίοι το βρήκαν σε καλή μηχανική κατάσταση και κατάλληλο για χρήση.  Η εφεσείουσα, αφότου αγόρασε και παρέλαβε το αυτοκίνητο, το είχε συνεχώς στην κατοχή της και το χρησιμοποιούσε μέχρι τον χρόνο που εκδικαζόταν η υπόθεση.  Όταν η εφεσείουσα διαπίστωσε πως υπήρχε κάποιο πρόβλημα στο αυτοκίνητο, ζήτησε από τους εφεσίβλητους την αντικατάστασή του με άλλο.  Οι εφεσίβλητοι αποδέχθηκαν την πρόταση πλην όμως η εφεσείουσα δεν ήταν διατεθειμένη να αποδεχθεί αντικατάσταση του αυτοκινήτου με άλλο ίσης αξίας όπως διελάμβανε η συμφωνία.  Η εφεσείουσα επέμενε όπως τούτο αντικατασταθεί με άλλο, του ιδίου τύπου με το αυτοκίνητο (αντικείμενο της συμφωνίας) που όμως οι εφεσίβλητοι δεν διέθεταν. 

Διαπιστώθηκε τέλος, ότι η εφεσείουσα ουδέποτε τερμάτισε τη γραπτή συμφωνία με τους εφεσίβλητους και ότι αυτή συνέχισε να [*486]κατέχει και χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο μέχρι τη δίκη, γεγονός το οποίο υποδηλώνει ότι η συμφωνία διατηρήθηκε σε ισχύ χωρίς να προκύπτει θέμα καταβολής αποζημιώσεων.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αιτιολογεί με σαφήνεια τους λόγους για τους οποίους έκρινε τη μαρτυρία της ενάγουσας και του εμπειρογνώμονα Λογγίνου ως αναξιόπιστη.  Η διαπίστωση του δικαστηρίου ότι το αυτοκίνητο ανταποκρινόταν στον τύπο που περιγράφεται στη συμφωνία και ότι τούτο ήταν κατάλληλο για χρήση υποστηρίζεται πλήρως από τη μαρτυρία που κρίθηκε ως αξιόπιστη.  Εχουμε τη γνώμη πως τίποτε δεν δικαιολογεί  επέμβασή μας στα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων και συνεπώς ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία κρίνεται αβάσιμος. Βλ. Φράγκος ν. Χουβαρτά (1992) 1 Α.Α.Δ. 39.

Η συμφωνία των διαδίκων προσδιόριζε το αυτοκίνητο που θα επωλείτο.  Επρόκειτο για συμφωνία πώλησης καθορισμένου εμπορεύματος, η οποία διέπεται από το άρθρο 19 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου Κεφ. 267.  Το αυτοκίνητο εξετάστηκε από μηχανικούς της εφεσείουσας χωρίς να διαπιστωθεί οποιοδήποτε ουσιαστικό ελάττωμα.  Η εφεσείουσα, κατόπιν συμβουλής των μηχανικών της ότι το αυτοκίνητο ήταν κατάλληλο για χρήση το αγόρασε και έκτοτε συνέχισε να το χρησιμοποιεί μέχρι την ημέρα της δίκης χωρίς μέχρι τότε να επικαλεσθεί συμβατικά ή άλλα δικαιώματα.

Η έφεση δεν θα μπορούσε να ευσταθήσει έστω και αν γινόταν ακόμα αποδεκτή η εκδοχή της εφεσείουσας για ύπαρξη ουσιώδους ελαττώματος, πράγμα που ενδεχομένως θα ισοδυναμούσε προς παράβαση ουσιώδους όρου της συμφωνίας.  Αν αυτή ήταν η περίπτωση, η εφεσείουσα διατηρούσε το δικαίωμα τερματισμού της συμφωνίας γεγονός το οποίο θα επέφερε την ακύρωσή της και συνακόλουθα θα ανοιγόταν ο δρόμος για αξίωση αποζημιώσεων για τη ζημιά που υπέστη λόγω της συγκεκριμένης παράβασης που οδήγησε στην ακύρωση της συμφωνίας.  Βλ. άρθρο 75 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149, Johnson and Another v. Agnew [1979] 1 All E.R. 883 (HL). 

Η εφεσείουσα δεν άσκησε αυτό το δικαίωμα.  Η συμφωνία διατηρήθηκε σε ισχύ και η εφεσείουσα συνέχισε να κατέχει και χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο μέχρι τη δίκη.  Το γεγονός ότι η εφεσείουσα ζήτησε την αντικατάσταση του αυτοκινήτου με άλλο δεν βελτιώνει τη νομική της θέση.  Το συγκεκριμένο διάβημα της εφεσείουσας [*487]απέρρεε από την ίδια τη συμφωνία και όχι από οποιαδήποτε παράβαση της συμφωνίας η οποία εξακολούθησε να διατηρείται σε ισχύ.

Η ακύρωση (rescission) μιας συμφωνίας επιφέρει τον παραμερισμό της.  Η συμφωνία παύει να αποτελεί πηγή συμβατικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.  Το άρθρο 75 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149 διαφυλάσσει το δικαίωμα του συμβαλλόμενου που ακυρώνει τη σύμβαση για βάσιμο λόγο να διεκδικήσει αποζημιώσεις για ζημιά που έχει υποστεί λόγω ανακοπής ή μη εκπλήρωσης του συμβολαίου. Βλ. Κώστας Καλησπέρας ν. Δάφνου Δρυάδη κ.ά. (1998) 1 A.A.Δ. 867.

Στην προκείμενη περίπτωση η εφεσείουσα δεν προέβη σε κανένα διάβημα για τον τερματισμό της συμφωνίας ούτε και επικαλέσθηκε δικαιώματα απορρέονται από τη συμφωνία γι’ αυτό ορθά κρίθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η αγωγή της εφεσείουσας ήταν νομικά αβάσιμη.

Κανένας από τους προβληθέντες λόγους έφεσης δεν ευσταθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο