Aλεξάνδρου X.Π.Θ. Λτδ ν. Συμβουλίου Aποχετεύσεων Λευκωσίας (1999) 1 ΑΑΔ 630

(1999) 1 ΑΑΔ 630

[*630]28 Απριλίου, 1999

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

Χ.Π.Θ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΛΤΔ,

Εφεσείουσα-Eνάγουσα,

v.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτου-Eναγομένου.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 9836)

 

Συμβάσεις — Σύμβαση για εκτέλεση αποχετευτικών έργων — Αξίωση για επιπλέον εργασία — Η υπόθεση κρίθηκε στη βάση της ερμηνείας των όρων της σύμβασης πλαισιωμένης από το απαραίτητο πραγματικό υπόβαθρο.

Συμβάσεις — Ερμηνεία σύμβασης — Η πάγια ερμηνευτική αρχή είναι ότι η πρόθεση των μερών εξετάζεται από τη γλωσσική αποτύπωση της σύμβασης, δηλαδή, των σκέψεων τους, που για το σκοπό αυτό (η σύμβαση) εξετάζεται συνολικά — Εξωγενείς παράγοντες και υποθέσεις δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

Το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας (το Συμβούλιο), κατακύρωσε προσφορά για την εγκατάσταση αγωγών αποχέτευσης σε τμήμα του αποχετευτικού συστήματος Λευκωσίας, στην εφεσείουσα που υπέβαλε προφανώς τη χαμηλότερη προσφορά.  Ακολούθησε η συνομολόγηση γραπτής συμφωνίας με την οποία η εφεσείουσα ανέλαβε την εκτέλεση του έργου αντί του ποσού £101.719.

Η εφεσείουσα καταχώρησε αγωγή αξιώνοντας από το Συμβούλιο την πληρωμή επιπρόσθετου ποσού £17.887 για εργασίες που ομολογουμένως εκτέλεσε, πάνω στη βάση ότι αποτελούσε επιπλέον εργασία την οποία το Συμβούλιο είχε συμβατική υποχρέωση να καλύψει.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι το Συμβούλιο δεν υπείχε ευθύνη. Η υπόθεση κρίθηκε στη βάση της ερμηνείας των όρων της πιο πάνω συμφωνίας, πλαισιωμένης από το απαραίτητο [*631]πραγματικό υπόβαθρο, που καταγράφεται στη συνέχεια.

Μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού, αλλά προτού ακόμη υποβληθούν οι προσφορές το Συμβούλιο φρόντισε να ανοιχθούν 11 φρεάτια στην επίδικη έκταση, που επιθεώρησαν όλοι οι διαγωνιζόμενοι, συμπεριλαμβανομένης και της εφεσείουσας.  Η ενέργεια αυτή αποσκοπούσε στην ανίχνευση της σύστασης του υπεδάφους έτσι ώστε ο κάθε ενδιαφερόμενος να είναι σε θέση, σε περίπτωση ύπαρξης βράχου, να διαμορφώσει τιμή μονάδας για την ανόρυξη του.  Δεν υπήρξαν ενδείξεις πως υπήρχε βραχώδες πέτρωμα.

Ούτε η εφεσείουσα ούτε άλλος προσφοροδότης έκαμαν πρόσθετο έλεγχο, παρά τις σχετικές πρόνοιες των όρων του διαγωνισμού.  Η εφεσείουσα έδωσε μηδενική τιμή μονάδας για την εκσκαφή και μηδενική τιμή κόστους.

Μετά την έναρξη των εργασιών αποκαλύφθηκε ότι το έδαφος ήταν πετρώδες. Η προϋπολογισθείσα ποσότητα βράχου ορίστηκε σε 400 κ.μ.  Η εφεσείουσα εξόρυξε συνολικά 1.600 κ.μ. βράχου.  Ζήτησε να πληρωθεί το επίδικο ποσό για την εκσκαφή 1.200 κ.μ. βράχου ως επιπλέον εργασία.  Το Συμβούλιο απέρριψε το αίτημα.

Η εφεσείουσα, καταχώρησε έφεση αμφισβητώντας την ορθότητα των ευρημάτων του πρωτόδικου δικαστηρίου και την ερμηνεία που δόθηκε στους όρους της συμφωνίας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Δεν έχει εντοπισθεί οποιαδήποτε παρανόηση των όρων της συμφωνίας, που οδήγησε σε ερμηνευτική παρεκτροπή.  Το δικαστήριο εξ άλλου, σύμφωνα με την πάγια ερμηνευτική αρχή, εξέτασε συνολικά τη συμφωνία με σκοπό να διαπιστώσει την πρόθεση των μερών από τη γλωσσική αποτύπωση της.

2.  Όπως προκύπτει σαφώς από τους όρους της συμφωνίας σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα γενόμενα δεκτά περιστατικά, το Συμβούλιο δεν είχε υποχρέωση να καταβάλει στην εφεσείουσα οποιαδήποτε αμοιβή για εκσκαφές βράχου εφόσον δηλώθηκε μηδενική τιμή.  Δεν είναι περαιτέρω νοητή η επίκληση των όρων της συμφωνίας που αναφέρονται στην εκτέλεση επιπλέον εργασιών γιατί ελλείπουν όλες οι προϋποθέσεις για ενεργοποίηση τους.

3.  Ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο περιορίστηκε στους γραπτούς όρους της συμφωνίας και δεν επεκτάθηκε σε εξωγενείς παράγο[*632]ντες και υποθέσεις, όπως αυτές που έθεσε ενώπιον του Εφετείου ο συνήγορος της εφεσείουσας.

4.  Η εφεσείουσα συνειδητά επέλεξε ή καλύτερα διακινδύνευσε να μη ζητήσει αμοιβή για την εκσκαφή για να εξασφαλίσει κατακύρωση της προσφοράς προς όφελος της.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος v. Χ”Νέστωρος (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 204,

Γεωργική Εταιρεία Δ. Γ. Φούτας v. Εταιρείας Βάσος, Έμποροι Γεωργικών Προϊόντων Λτδ (1993) 1 Α.Α.Δ. 168,

Λάμπρου v. Παράσχου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 397,

Οικονόμου κ.ά. v. Ττοφινή (1993) 1 Α.Α.Δ. 436,

Luxor v. Cooper [1941] A.C. 108.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα εταιρεία εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παπαδοπούλου, Π.E.Δ., Παρπαρίνος, E.Δ.) που δόθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου, 1996 (Aγωγή Aρ. 1852/89) με την οποία απορρίφθηκε η απαίτηση της για ποσό £17.887,80 ως αμοιβή για επιπλέον εργασίες που εξετέλεσε και τις οποίες το εφεσίβλητο Συμβούλιο-εναγόμενο είχε, ως η εφεσείουσα-ενάγουσα ισχυρίζεται, συμβατική υποχρέωση να καλύψει.

Μ. Ιακώβου, για την Eφεσείουσα.

Κ. Αιμιλιανίδης, για το Eφεσίβλητο Συμβούλιο.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Η εφεσείουσα είναι εργοληπτική εταιρεία.  Συμμετέσχε σε δημόσιο διαγωνισμό που προκήρυξε το εφεσίβλη[*633]το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας (εφεξής το Συμβούλιο) για την εγκατάσταση αγωγών αποχέτευσης σε τμήμα μόνο του αποχετευτικού συστήματος Λευκωσίας.  Το Συμβούλιο κατακύρωσε το έργο στην εφεσείουσα, που υπέβαλε προφανώς τη χαμηλότερη προσφορά.  Ακολούθησε η συνομολόγηση γραπτής συμφωνίας που οι διάδικοι υπέγραψαν στις 27/9/87 με την οποία η εφεσείουσα ανέλαβε την εκτέλεση του αντί ποσού £101.719.

Το ζήτημα ήταν - και εξακολουθεί και σε αυτό το στάδιο να είναι - αν το Συμβούλιο φέρει ευθύνη για την πληρωμή επιπρόσθετου ποσού  £17.887 για εργασίες που η εφεσείουσα ομολογουμένως εκτέλεσε.  Η τελευταία αξιώνει το ποσό αυτό πάνω στη βάση ότι αποτελούσε επιπλέον εργασία την οποία το Συμβούλιο είχε συμβατική υποχρέωση να καλύψει. Το ποσό της απαίτησης συνιστούσε συμφωνηθείσα και/ή εύλογη αμοιβή για αυτής της φύσεως  την εργασία.

Το πρωτόδικο δικαστήριο, στην εκτεταμένη απόφαση του, εξήγησε γιατί το Συμβούλιο δεν υπέχει ευθύνη.  Η μαρτυρία που άκουσε και από τις δύο πλευρές δεν είχε την πρωταρχική επίδραση στη διαμόρφωση της κρίσης του.  Άλλωστε, όπως το δικαστήριο παρατηρεί, χωρίς να υπάρχει αντίκρουση, η μαρτυρία δεν παρουσιάζει διάσταση σε οτιδήποτε ουσιαστικό.  Η υπόθεση κρίθηκε στη βάση της ερμηνείας των όρων της παραπάνω συμφωνίας, πλαισιωμένης φυσικά από το απαραίτητο πραγματικό υπόβαθρο, που θα καταγράψουμε στη συνέχεια.

Αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού, αλλά προτού ακόμη υποβληθούν οι προσφορές, το Συμβούλιο φρόντισε να διανοιχθούν 11 φρεάτια (pits) στην επίδικη έκταση, που επιθεώρησαν όλοι οι διαγωνιζόμενοι, μαζί και η εφεσείουσα. Η ενέργεια αυτή του Συμβουλίου αποσκοπούσε στην ανίχνευση της σύστασης του υπεδάφους έτσι ώστε ο κάθε ενδιαφερόμενος να είναι σε θέση, σε περίπτωση ύπαρξης βράχου, να διαμορφώσει τιμή μονάδας (για την οποία προβλέπει η συμφωνία) για την ανόρυξη του.  Πρέπει να λεχθεί εδώ ότι το εγχείρημα δεν έδωσε ενδείξεις πως υπήρχε βραχώδες πέτρωμα.

Ούτε η εφεσείουσα ούτε άλλος προσφοροδότης προέβη σε πρόσθετο έλεγχο, παρά τις σχετικές πρόνοιες των όρων του διαγωνισμού.  Χρειάζεται να υπογραμμίσουμε ότι η ενέργεια του Συμβουλίου σκοπό είχε να διευκολύνει τους προσφοροδότες, οι οποίοι έπρεπε να εξαγάγουν τα δικά τους συμπεράσματα.  Έγινε σαφές ότι δεν παρεχόταν οποιαδήποτε διαβεβαίωση ή διεγγύηση [*634]αναφορικά με τη σύνθεση του υπεδάφους.  Αναφέρει σχετικά η Προσθήκη (Αddendum) 1 της συμφωνίας (τεκμ. 1):

“Τhese pits were opened in order to help interested tenderers to draw their own conclusions regarding the soil conditions prevailing in the area........................................

........ no quarantee is given that the information on soil conditions obtained from the investigation of these pits will be accurate neither the Sewage Board of Nicosia accepts any responsibility whatsoever in this respect.”

Μετά την έναρξη των εργασιών αποκαλύφθηκε πως το υπέδαφος ήταν πετρώδες.  Ας σημειωθεί εδώ ότι η προϋπολογισθείσα ποσότητα βράχου ορίστηκε σε 400 κ.μ.  Είναι σημαντικό ότι η εφεσείουσα έδωσε μηδενική τιμή μονάδας για την εκσκαφή και μηδενική τιμή κόστους κάτω από τις σχετικές στήλες της συμφωνίας (βλ. τίτλο της συμφωνίας: “SCHEDULE OF ITEMS AND PRICES (A-10) ITEM 9 - Rock Excavation”.

Είναι αμοιβαία αποδεκτό ότι η εφεσείουσα εξόρυξε συνολικά 1600 κ.μ. βράχου.  Μετά την αποπεράτωση των εργασιών, στις 19/5/88, η εφεσείουσα ζήτησε να πληρωθεί το επίδικο ποσό για την εκσκαφή 1200 κ.μ. βράχου ως επιπλέον εργασία.  Η ακόλουθη σύντομη παράγραφος της επιστολής τεκμ. 3 εκθέτει την πεμπτουσία των επιχειρημάτων της εφεσείουσας στην πρωτόδικη δίκη αλλά και κατ’ έφεση:

“Our offer to excavate rock at nil price is limited to the quantity of rock stated in the Agreement and not to any quantity or volume of rock which it was practically impossible to predict at the time of our tender.”

To εφεσίβλητο Συμβούλιο δε δέχθηκε ευθύνη και απέρριψε το αίτημα.  Με την εξής συλλογιστική που διαπερνά κάθε δικανικό της επιχείρημα (επιστολή ημερ. 27/5/88, τεκμ. 4):

“Please be advised that we have reviewed this claim and that no payment will be made to you for the rock excavated in this contract. 

As you are aware the Board gave all Tenderers the opportunity to submit a realistic price for rock excavation in the tender for the contract. While all the other Tenderers did, you chose to [*635]take a calculated risk on the estimated quantity even though the Specifications, in Clause 1.2 on page 1-1, warned that the quantities shown in the Tender Form for unit price items are estimates only.  This clause goes on to say that the Contractor shall be entitled to no additional allowance above the unit prices bid for these items by reason of any variation of quantities except as stated in the General Conditions i.e. if the total cost changed the total amount of the contract by more than fifteen per cent. As the unit price quoted was nil this is impossible.”

Παρεμπιπτόντως, δημιουργήθηκε θέμα - και υπήρξε διάσταση μαρτυρίας - κατά πόσο της γραπτής απαίτησης της εφεσείουσας προηγήθηκαν προφορικές παραστάσεις και αξιώσεις για την εύλογη αμοιβή για τα 1200 κ.μ. βράχου.  Το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ότι όντως διατυπώθηκε και προφορική απαίτηση.  Αυτό όμως δεν επηρεάζει καθόλου το θέμα της ευθύνης αναφορικά με το επίμαχο θέμα. 

Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων στην προκείμενη περίπτωση πρέπει να διαπιστωθούν από το ίδιο το κείμενο της συμφωνίας.  Το πρωτόδικο δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση από τη σχετική νομολογία που διέπει την ερμηνεία εγγράφων στην οποία και η πρωτόδικη απόφαση παραπέμπει (Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ν. Χ”Νέστωρος (1989) 1 A.A.Δ. (Ε) 204, Γεωργική Εταιρεία Δ. Γ. Φούτας ν. Εταιρείας Βάσος, Έμποροι Γεωργικών Προϊόντων Λτδ. (1993) 1 Α.Α.Δ. 168 και Λάμπρου ν. Παράσχου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 397), όπως στην απόφαση Οικονόμου κ.ά. ν. Ττοφίνη (1993) 1 Α.Α.Δ. 436.   Χρήσιμη παραπομπή μπορεί να γίνει στον Keating on Building Contracts 5η έκδοση, (1991) σελ. 59 και επ.

Σε θέματα όμως ερμηνείας δεν πρέπει ο ερμηνευτής να ξεχνά την προειδοποίηση του Λόρδου Δικαστή Wright στην υπόθεση Luxor v. Cooper [1941] A.C. 108, 130:

“To some extent decisions on one contract may help by way of analogy or illustration in the decision of another contract.  But however similar the contracts may appear, the decision as to each must depend on the consideration of the language of the particular contract, read in the light of the material circumstances of the parties in view of which the contract is made.”

Πιο αναλυτικά, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε, στηριζόμενο στις πρόνοιες της συμφωνίας, ότι η εφεσείουσα δεν είχε βάσιμη [*636]αξίωση για εκσκαφή βράχου ούτε πέρα από τα 400 κ.μ.  Στην πραγματικότητα η εφεσείουσα συμφώνησε να μη διεκδικήσει την αμοιβή.  Η δε μηδενική τιμή μονάδας δεν αφορούσε μόνο την παραπάνω ποσότητα, όπως ισχυρίζεται η εφεσείουσα, αλλά οποιαδήποτε ποσότητα.

Η διπολικότητα αυτή της απόφασης προσβάλλεται σαν λανθασμένη: (1) σε επίπεδο ευρημάτων/συμπερασμάτων (λόγοι έφεσης 1 και 2). και (2) σε επίπεδο ερμηνευτικό των διαφόρων όρων της συμφωνίας (λόγοι 3 και 4).  Βάλλεται ιδιαίτερα ο διαχωρισμός, που επιχειρεί η πρωτόδικη απόφαση, των εργασιών που προβλέπονται στη συμφωνία σε 3 κατηγορίες για την καθεμιά από τις οποίες ισχύουν διαφορετικοί όροι της.  Τέτοια κατηγοροποίηση, κατά το δικηγόρο της εφεσείουσας, ήταν αδικαιολόγητη και προκάλεσε εκτροπή από το πραγματικό νόημα των συμφωνηθέντων.

Ο επόμενος λόγος (5ος) επικεντρώνεται πάλι στο ερμηνευτικό θέμα.  Στην προσπάθεια για ανεύρεση της πρόθεσης των μερών, το πρωτόδικο δικαστήριο παραγνώρισε αναντίλεκτα γεγονότα.  Δεν έλαβε υπόψη ότι οι δοκιμές που έγιναν από το Συμβούλιο δεν αποκάλυψαν πέτρωμα. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με την ποσότητα των 400 κ.μ. που δηλώθηκε, δημιούργησε στην εφεσείουσα την εντύπωση ότι η ποσότητα του βράχου δεν μπορούσε να υπερβαίνει το όριο αυτό. Παραγνωρίστηκε επίσης πως σε καμιά άλλη περίπτωση η ποσότητα δεν υπερέβαινε τη δηλωθείσα. ότι δεν ήταν δυνατό, λόγω του μεγάλου κόστους ανόρυξης, η εφεσείουσα “να διακινδυνεύσει τη μη είσπραξη αμοιβής”. και ότι το Συμβούλιο καταμετρούσε σχολαστικά την ανορυχθείσα ποσότητα.

Με τον έκτο - και τελευταίο λόγο - η εφεσείουσα παραπονείται για λανθασμένη εφαρμογή των σχετικών νομικών αρχών, κυρίως ότι η παράλειψη της εφεσείουσας να αναφέρει τιμή μονάδας δημιούργησε εναντίον της οποιοδήποτε νομικό εμπόδιο να υποβάλει αξιώσεις στη βάση της εύλογης αμοιβής για τέτοια εργασία.

Δοθέντος ότι η εφεσείουσα αξίωσε αμοιβή για επιπλέον εργασία για τα πρόσθετα 1200 κ.μ. βράχου, το πρωτόδικο δικαστήριο διέκρινε, με βάση και αναφορά σε άρθρα του τεκμ. 1, το είδος των εργασιών που διαλάμβανε, για να δείξει πως η απαίτηση δεν εντασσόταν στις επιπλέον εργασίες, όπως καθορίζονται από τις παραγράφους 51 και 52 του τεκμ. 1, GC-24 -GC-25 και τον όρο 1.35, σελ. 1-18.  Στην περίπτωση αυτή προβλέπεται διαδικασία προσδιορισμού της αμοιβής του εργολάβου από τον επιβλέποντα μηχανικό, αφού αποδειχθεί ότι ο τελευταίος έδωσε την προ[*637]βλεπόμενη γραπτή εντολή για εκτέλεση των επιπρόσθετων εργασιών.

Περαιτέρω, η απόφαση αναφέρεται σε εργασίες που εξειδικεύονται για τις οποίες ισχύει τιμή μονάδας που δεν επηρεάζουν την τιμή της προσφοράς.  Σε αντίθεση με άλλου είδους εργασίες, που επίσης απαριθμούνται, όπου η τιμή μονάδας η οποία συμφωνήθηκε έχει τέτοιο αντίκτυπο στη γενικότερη τιμή της συμφωνίας, όντας αλληλένδετη με την ποσότητα εργασίας που θα εκτελεσθεί.  Η πρωτόδικη απόφαση επισημαίνει, όπως και η ίδια η εφεσείουσα αποδέχεται, ότι η εργασία που εκτελέστηκε εδώ, για την οποία διεκδικείται αμοιβή, εντάσσεται κάτω από τη στήλη 9 σε σχέση με την ανόρυξη βράχου, για την οποία έχουμε δώσει τις λεπτομέρειες πιο πάνω.

Δεν έχουμε εντοπίσει οποιαδήποτε παρανόηση των όρων της συμφωνίας, που οδήγησε σε ερμηνευτική εκτροπή. Η συλλογιστική πορεία που ακολούθησε το πρωτόδικο δικαστήριο έθεσε το ζήτημα στο ορθό του πλαίσιο.  Εξάλλου, σύμφωνα με πάγια ερμηνευτική αρχή η πρόθεση των μερών εξάγεται από τη γλωσσική αποτύπωση της συμφωνίας, δηλαδή, των σκέψεων τους, που για το σκοπό αυτό εξετάζεται συνολικά.  Όπως έκαμε το δικαστήριο στην προκείμενη περίπτωση.

Υπάρχουν ορισμένες καίριες πρόνοιες που ρίχνουν φως στα ερμηνευτικά ερωτήματα.  Απαντάται και το κεντρικό επιχείρημα της εφεσείουσας ότι η μη διεκδίκηση αμοιβής περιορίζεται στα πρώτα 400 κ.μ.  Προβλέφθηκε λοιπόν ειδικά ότι οι ποσότητες που αναφέρθηκαν στη συμφωνία είναι μόνο εκτιμήσεις οι οποίες δε δεσμεύουν.  Η πληρωμή θα εξαρτιόταν από την ποσότητα εργασιών που η εφεσείουσα θα εκτελούσε στην πράξη.  Ο εργολάβος δε θα είχε δικαίωμα σε οποιαδήποτε πρόσθετη αμοιβή για τυχόν διαφοροποιήσεις των ποσοτήτων εργασίας.  Παραθέτουμε αυτούσιο τον όρο αυτό (σελ. 1-1, 1.2, του τεκμ. 1):

“1.2 Estimated Quantities

The quantities shown in the Tender Form for unit price items are estimates only.  Payment for these items will be made on actual measurements of work done during construction.

The Contractor shall be entitled to no additional allowance above the unit prices bid for these items by reason of any variation of quantities, except as stated in the General [*638]Conditions.”

Mε τον όρο 10.2 στη σελ. 10-1 δεν παρέχεται εγγύηση, ρητή ή σιωπηρή, ότι η εκτιμηθείσα ποσότητα που αναφέρεται στο συμβόλαιο θα συνάδει με την τελική για σκοπούς πληρωμής:

“Τhe Estimated Quantity shown opposite each Unit Price in the Form of Tender has been primarily adopted to enable financial comparison of Tenders to be made on a uniform basis and no quarantee is given or implied that the Estimated Quantity will correspond to the Final Payment Quantity which will be determined as hereinafter stated.  The Contractor’s attention is drawn to Item 5 of the Information for Tenderers which indicates the materials to be supplied by the Employer.”

Με το εν λόγω “Item 5” θεωρείται ως προϋπόθεση υποβολής της προσφοράς ότι ο προσφοροδότης θα εξετάσει προσωπικά τα σχέδια και τεχνικές προδιαγραφές καθώς και την περιοχή και θα ενημερωθεί για τις συνθήκες υπό τις οποίες θα εργασθεί.  Συμφωνήθηκε περαιτέρω ότι δε θα γίνει αποδεκτή η προβολή άγνοιας των συνθηκών ή δυσχερειών που μπορεί να συναντήσει ο εργολάβος κατά την εκτέλεση των έργων και ότι η παράλειψη του να προβεί στις αναγκαίες εξετάσεις δε θα θεωρείται ως δικαιολογία (παράγραφος 18):

“......for any failure or omission on the part of the Contractor to fulfill in every detail all the requirements of the said Contract Documents, or will be accepted as a basis for any claims whatsoever or for extension of time.”

Aπό τους όρους της συμφωνίας που παραθέσαμε ενωρίτερα σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα γενόμενα δεκτά περιστατικά προκύπτει σαφώς ότι το Συμβούλιο δεν είχε υποχρέωση να καταβάλει στην εφεσείουσα οποιαδήποτε αμοιβή για ανασκαφές βράχου εφόσον δηλώθηκε μηδενική τιμή.  Δεν είναι περαιτέρω νοητή η επίκληση των όρων της συμφωνίας που αναφέρονται στην εκτέλεση επιπλέον εργασιών γιατί ελλείπουν όλες οι προϋποθέσεις για ενεργοποίηση τους. Στον Keating on Building Contracts, ανωτέρω, στη σελ. 91 αναφέρεται:

“Contracts frequently provide that extras must be ordered in a certain manner.  The purpose of these provisions is usually to prevent aunauthorised or extravagant claims for extras. A frequent requirement is that there must be a written order [*639]signed by the architect and that no extras will be paid for unless so ordered.  In such a contract a proper written order is a condition precedent to payment for extras.”

To ερμηνευτικό έργο του δικαστηρίου έπρεπε να περιορισθεί στους γραπτούς όρους της συμφωνίας και τα συγκείμενα τους, όπως όντως έγινε.  Δεν μπορούσε να επεκταθεί σε εξωγενείς παράγοντες και υποθέσεις, όπως αυτές που έθεσε ενώπιον μας ο δικηγόρος της.

Η εφεσείουσα συνειδητά επέλεξε ή καλύτερα διακινδύνευσε να μη ζητήσει αμοιβή για την εκσκαφή για να εξασφαλίσει κατακύρωση της προσφοράς προς όφελος της.  Αξίζει να μεταφέρουμε το σχετικό εύρημα του δικαστηρίου:

“Η επιλογή των εναγόντων να μη δώσουν τιμή ανά μονάδα για να καταστήσουν την προσφορά τους ελκυστικότερη όπως οι ίδιοι δέχθηκαν διά στόματος του Διευθυντή δεν ισοδυναμεί με μη πρόβλεψη τιμών.  Εις την στήλη που τους παρείχετο η δυνατότητα να δώσουν τιμή πρόβλεψαν και έδωσαν μηδέν με αποτέλεσμα εφόσον το είδος της εργασίας που εξετέλεσαν ήταν το ίδιο ή παρόμοιο (similar) με εργασία κάτω από τη στήλη 9 η αμοιβή δεν μπορεί να υπολογισθεί κατ’ άλλη τιμή παρά την προβλεπομένη που είναι μηδέν.”

Για τους παραπάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται.  Με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο