Xαραλάμπους Nεόφυτος ν. Xαράλαμπου Aβραάμ και Άλλης (1999) 1 ΑΑΔ 1441

(1999) 1 ΑΑΔ 1441

[*1441]28 Σεπτεμβρίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

Εφεσείων,

ν.

1.  ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΑΒΡΑΑΜ,

2.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10309)

 

Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Προσωπικές βλάβες —Εργάτης ηλίκίας 20 χρονών τραυματίστηκε στην κεφαλή και τον αυχένα ως επιβάτης σε όχημα της Δημοκρατίας, το οποίο εκτελούσε διατεταγμένη υπηρεσία — Συνεπεία του δυστυχήματος υπέστη εγκεφαλική διάσειση και ανέπτυξε μετατραυματικό σύνδρομο — Διϊστάμενες ιατρικές απόψεις αναφορικά με τις επιπτώσεις των τραυμάτων — Καθορισμός αποζημιώσεων βάσει μαρτυρίας που κλήθηκε από την υπεράσπιση ότι ο εφεσείων δεν είχε κανένα νευρολογικό πρόβλημα πλην “ελαφρού οριζόντιου νυσταγμού” και ότι βασική επιδίωξη του ήταν η αποκόμιση κέρδους — Επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων £2.500 — Επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

Έφεση — Μαρτυρία εμπειρογνωμόνων — Ιατρική μαρτυρία —Αξιολόγηση της από το Δικαστήριο — Αρχές που εφαρμόζονται —Περιστάσεις υπό τις οποίες επεμβαίνει το Εφετείο.

Ο εφεσείων ηλικίας 20 χρονών, υπηρετούσε ως εργάτης στην Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου. Τραυματίστηκε βασικά στην κεφαλή και τον αυχένα σε οδικό δυστύχημα που έγινε στις 23.8.89, στο δρόμο Λεμεσού-Πάφου, ως επιβάτης σε όχημα της Δημοκρατίας το οποίο εκτελούσε διατεταγμένη υπηρεσία.  Ήταν παραδεκτό, ότι ο εφεσείων υπέστη, συνεπεία του δυστυχήματος, εγκεφαλική διάσειση και ανέπτυξε μετατραυματικό σύνδρομο. Υπήρχε όμως μεγάλο χάσμα ως προς τις επιπτώσεις των τραυμάτων. Οι ιατροί που κάλεσε ο εφεσείων υποστήριξαν ότι ο τραυματισμός του είχε τόσο σοβαρά επακόλουθα αφού δεν εργάστηκε από τότε ούτε μπορεί να αναζητήσει οποιαδήποτε [*1442]απασχόληση πλέον.

Η άλλη εκδοχή είναι ότι η διάσειση, εκτός από την αρχική σύντομη περίοδο, ήταν ασυμπτωματική.  Η θέση των εφεσιβλήτων ήταν ότι ο εφεσείων έκαμε μια συνεχή και συστηματική προσπάθεια εκμετάλλευσης του συμβάντος προς εξασφάλιση οικονομικού πλεονεκτήματος, που ο τραυματισμός δεν δικαιολογούσε καθόλου.

Τα ερείσματα των πιο πάνω θέσεων ανευρίσκονται στη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα υπεράσπισης, επιμελητή νευρολόγου-ψυχιάτρου του νοσοκομείου Πάφου Ηλ. Νικολαϊδη. Ο γιατρός εξέτασε τον εφεσείοντα στις 26.8.89 και δεν διαπίστωσε κανένα ψυχολογικό πρόβλημα πλην “ελαφρού οριζόντιου νυσταγμού”. Γι’ αυτό έκρινε πως ήταν δικαιολογημένη η απόλυσή του.

Η πρωτόδικος δικαστής αφού αξιολόγησε την ιατρική μαρτυρία προτίμησε τη μαρτυρία Νικολαϊδη λόγω του ότι ο γιατρός Νικολαϊδης με πολλή συνοχή και επιστημονική ακρίβεια υποστήριξε τη γνώμη του, σε αντίθεση με τον γιατρό Κ. Κυριακίδη που κλήθηκε από τον εφεσείοντα, του οποίου η γνώμη στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στα παράπονα του εφεσείοντα. Οι γενικές αποζημιώσεις που επιδικάσθηκαν ήταν £2.500 και η ειδική ζημία £160 πλέον τόκοι και έξοδα της αγωγής.

Ο εφεσείων υποστήριξε κατ’ έφεση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παραγνώρισε τη μαρτυρία του με αποτέλεσμα να καταλήξει σε λανθασμένο συμπέρασμα αναφορικά με τη σοβαρότητα της σωματικής του βλάβης και κατ’ επέκταση αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων.  Επίσης υποστηρίχθηκε ότι: 

(α)   Ο γιατρός Νικολαϊδης στηρίχθηκε σε υποκειμενικά συμπεράσματα και όχι σε ιατρική εξέταση, με την έννοια ότι δεν υπέβαλε τον εφεσείοντα σε ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, αρτηριογράφημα και σε αξονική τομογραφία παρά το γεγονός ότι τέτοιες εξετάσεις ενδείκνυνται σε ασθενείς με συμπτώματα όπως εκείνα του εφεσείοντα.

(β)   Λανθασμένα παραγνωρίσθηκε ότι ιατροσυμβούλιο, στο οποίο μετείχε ο Δρ. Νικολαϊδης, έκρινε ότι ο εφεσείων ήταν ανίκανος για εργασία.

(γ)   Η πρωτόδικη απόφαση παραγνώρισε εντελώς τη μαρτυρία των γιατρών του εφεσείοντα Χρ. Φωτίου και Κ. Κυριακίδη καθώς και το ιατρικό πιστοποιητικό του ιατρού Φ. Κωνσταντινίδη.

[*1443]Αποφασίστηκε ότι:

1.  Από την αντεξέταση του εφεσείοντα φαίνεται ότι ήταν υπό συνεχή αμφισβήτηση η γνησιότητα της απαίτησής του. Το δικαστήριο σημείωσε ότι τα προβλήματα του εφεσείοντα δεν είχαν σχέση με το ατύχημα.  Πέραν τούτου, υπήρχε η μαρτυρία Νικολαϊδη και τα πιστοποιητικά των 3 ψυχιάτρων. Η απόφαση είναι αρκετά αναλυτική αναφορικά με όλες τις μαρτυρίες και περιέχει την αιτιολογία που επέβαλε την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα.

2.  Η ιατρική μαρτυρία που προσκόμισε ο εφεσείων δεν αναφέρεται καθόλου στην αναγκαιότητα της εξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) ανωτέρω.

3.  Το πρωτόδικο δικαστήριο προσήγγισε ορθά το θέμα το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο (β) ανωτέρω, ενόψη της παράλειψης του εφεσείοντα να προσάξει κανονική μαρτυρία και να συνδέσει το πιστοποιητικό ανικανότητας του από το ιατροσυμβούλιο των Κοινωνικών Ασφαλίσεων με την υπόθεσή του.

4.  Από ανάγνωση της απόφασης προκύπτει ότι οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα στην παράγραφο (γ) ανωτέρω, είναι ανυπόστατοι.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Vassiliko Cement Works Ltd v. Stavrou (1978) 1 C.L.R. 389,

Νικολάου v. Σταύρου (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 746,

Star Fiber Glass Ltd v. Elneda Trading Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 875,

Paraskevaides (Overseas) Ltd v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789,

Παναγή v. Θεοδώρου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303,

Χριστοφόρου v. Χαραλάμπους (1993) 1 Α.Α.Δ. 560,

Κωνσταντίνου v. Ιωάννου (1993) 1 Α.Α.Δ. 668,

Φιλίππου v. Μιχαήλ (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 540.

Έφεση.

[*1444]

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Μιχαηλίδου, Α.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 30 Ιουνίου, 1998 (Αγωγή Αρ. 43/92) με την οποία επιδικάστηκε στον εφεσείοντα-ενάγοντα ποσό £2.500 γενικές αποζημιώσεις και £160 για ειδική ζημία πλέον τόκους και έξοδα λόγω τραυματισμού που υπέστη συνεπεία τροχαίου δυστυχήματος ενώ βρισκόταν ως επιβάτης σε όχημα της Δημοκρατίας, το οποίο εκτελούσε διατεταγμένη υπηρεσία.

Δ. Χριστοδούλου για Μ. Κυπριανού, για τον Εφεσείοντα.

Στ. Χούρη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Η απόφαση θα δοθεί από το δικαστή Σ. Νικήτα, Δ.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Ο εφεσείων ήταν εργάτης. Υπηρετούσε στην Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου.  Τραυματίστηκε βασικά στην κεφαλή και τον αυχένα σε οδικό δυστύχημα, που έγινε στις 23/8/89, στο δρόμο Λεμεσού-Πάφου.  Bρισκόταν ως επιβάτης σε όχημα της Δημοκρατίας, το οποίο εκτελούσε διατεταγμένη υπηρεσία.  Ήταν 20 χρονών κατά το χρόνο του δυστυχήματος.  Με την αγωγή του κατά του οδηγού και της Δημοκρατίας (που δέχθηκε εκ προστήσεως ολόκληρη την ευθύνη) ζήτησε αποζημιώσεις στην κλίμακα απαιτήσεων £25.000-50.000.  Η πρωτόδικη δικαστής του επιδίκασε ποσό £2.500 γενικές αποζημιώσεις και £160 για ειδική ζημία πλέον τόκους και έξοδα της αγωγής.  Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση, ζητώντας ουσιαστική αύξηση του παραπάνω ποσού των γενικών αποζημιώσεων.

Είναι παραδεκτό ότι ο εφεσείων υπέστη, συνεπεία του δυστυχήματος, εγκεφαλική διάσειση και ανέπτυξε μετατραυματικό σύνδρομο.  Υπάρχει όμως μεγάλο χάσμα στην εκτίμηση των επιπτώσεων.  Είναι η υπόθεση του εφεσείοντα πως ο τραυματισμός του είχε τόσο σοβαρά επακόλουθα που δεν εργάστηκε από τότε ούτε μπορεί να αναζητήσει οποιαδήποτε απασχόληση πια.  Από ιατρικής πλευράς την υπόθεση υποστήριξε, κυρίως, ο ειδικός ψυχίατρος Κώστας Κυριακίδης (Μ.Ε.4).  Τον είχε εξετάσει στις 2/10/97 και εξέδωσε το πιστοποιητικό,  τεκμ. 4, στις 6/10/97.  Σύμφωνα με το πιστοποιητικό αυτό, ο εφεσείων “πάσχει από σοβαρό Μεταδιασειστικό Σύνδρομο, το οποίο τον καθιστά ανίκανο για εργασία”.  Ο γιατρός περαιτέρω αποκλείει οποιαδήποτε πιθανότητα για μελ[*1445]λοντική βελτίωση. 

Την ίδια ουσιαστικά γνώμη είχε και ο γιατρός Χρ. Φωτίου (Μ.Ε.2), που επίσης κάλεσε ο εφεσείων.  Στο δεύτερο πιστοποιητικό του, που εξέδωσε τον Απρίλιο του 1998, ο Δρ. Φωτίου, που είναι ορθοπεδικός χειρούργος-τραυματιολόγος, ανέφερε πως η κατάσταση του εφεσείοντα κυριαρχείται “από το μεταδιασειστικό σύνδρομο, ψυχολογικές διαταραχές και ελαφρά διανοητική καθυστέρηση”.  Ο Δρ. Φωτίου είχε εξετάσει τον εφεσείοντα από την αρχή, λίγες μέρες μετά το δυστύχημα.  Περιγράφει δε τα τραύματα σε έκθεση του ημερ. 1/11/92 (τεκμ. 1).  Οι λεπτομέρειες είναι κατά βάση οι ίδιες.  Και συνάδουν με την περιγραφή των τραυμάτων από τον γιατρό Φ. Κωνσταντινίδη, ορθοπεδικό του νοσοκομείου Πάφου.  Η έκθεση του κατατέθηκε εκ συμφώνου ως μαρτυρία (τεκμ. 3).  Παρενθετικά, ο εφεσείων νοσηλεύθηκε στο νοσοκομείο αυτό για 5 μέρες.  Όταν απολύθηκε, του χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια για ένα μήνα.

Από τα παραπάνω δύο πιστοποιητικά προκύπτει ότι ο εφεσείων έπαθε κρανιοεγκεφαλική κάκωση και διάσειση.  Είχε οίδημα της ινιακής χώρας, ζάλη και κεφαλαλγία.  Επίσης άλγος του αυχένα, που, σύμφωνα με το τεκμ. 1, προκλήθηκε από σοβαρό διάστρεμμα του αυχένα.  Και άλγος στην ποδοκνημική περιοχή, που προήλθε από κάκωση.  Πρέπει εδώ να λεχθεί ότι είναι αμοιβαία αποδεκτό πως ο εφεσείων είχε παροδική απώλεια συνειδήσεως.

Η άλλη εκδοχή είναι ότι η διάσειση, εκτός από την αρχική σύντομη περίοδο, ήταν ασυμπτωματική.  Δεν είχε τις δραματικές επιπτώσεις στην υγεία και τη ζωή του εφεσείοντα για τις οποίες μίλησε στη μαρτυρία του, ότι, δηλαδή, εξακολουθούσε από το 1989 μέχρι τη δίκη του να έχει ζαλάδες, αϋπνίες, αδυναμία στα άκρα. και ότι χωρίς τη λήψη των φαρμάκων εξεδήλωνε επιθετικές και καταστροφικές τάσεις.  Ισχυρίστηκε ακόμη πως δεν βλέπει, ούτε περπατά καλά, παραπατά.  Και το πιο σημαντικό που είπε είναι ότι η κατάσταση του δεν του επιτρέπει να εργαστεί.  Η θέση των εφεσιβλήτων είναι ότι ο εφεσείων έκαμε μια συνεχή και συστηματική προσπάθεια εκμετάλλευσης του συμβάντος για να εξασφαλίσει οικονομικό πλεονέκτημα, που ο τραυματισμός δε δικαιολογούσε καθόλου.

Τα ερείσματα των παραπάνω θέσεων ανευρίσκονται στη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα υπεράσπισης, επιμελητή νευρολόγου-ψυχιάτρου του νοσοκομείου Πάφου Ηλ. Νικολαΐδη.  Ο γιατρός αυτός εξέτασε τον εφεσείοντα στις 26/8/89.  Δε διαπίστωσε [*1446]κανένα νευρολογικό πρόβλημα πλην “ελαφρού οριζόντιου νυσταγμού”. Γιαυτό έκρινε πως ήταν δικαιολογημένη η απόλυση του.  Ο εφεσείων επανεμφανίστηκε στο νοσοκομείο Πάφου τον Ιανουάριο του 1992, παραπονούμενος για άλγος στον αυχένα και στους κροτάφους.  Ο Δρ. Νικολαΐδης νευρολογικά δεν εντόπισε οποιαδήποτε ανωμαλία.  Κατά την άποψη του κανένα αντικειμενικό εύρημα δε δικαιολογούσε τέτοιο συμπέρασμα.  Τον υπέβαλε όμως σε θεραπευτική αγωγή λόγω της εμμονής του ότι εξακολουθούσε να υποφέρει.  Στη συνέχεια ο εφεσείων υπέπεσε σε υπομανιακή κατάσταση και σε μελαγχολία που διάρκεσε μέχρι την 1/9/92.  Ο γιατρός επανειλημμένα διαπίστωσε πως ο εφεσείων δεν ακολουθούσε τη θεραπεία που του σύστησε.  Ο ίδιος ο εφεσείων συνήθιζε να του αναφέρει πως ήθελε να κριθεί ανίκανος για εργασία και να συνταξιοδοτηθεί.  Αυτός ήταν, κατά το μάρτυρα, και ο στόχος του.

Ύστερα από κοινή ιατρική εξέταση από τον Ηλ. Νικολαΐδη με τους ψυχιάτρους Β. Χ”Βασίλη και Α. Αργυρίου εκδόθηκε το πιστοποιητικό τεκμ. 6, ημερ. 7/8/96.  Σύμφωνα με το πιστοποιητικό αυτό, ο εφεσείων, το Μάΐο του 1992 ανέπτυξε συναισθηματική ψύχωση (3 χρόνια, δηλαδή, μετά το δυστύχημα) που όμως δεν μπορούσε να συσχετισθεί με το ατύχημα.  Φαίνεται πως έπαιξε ρόλο στις αντιδράσεις του εφεσείοντα η εμπειρία του πατέρα του (που νοσηλεύθηκε από το γιατρό Νικολαΐδη για την ίδια διαταραχή), ο οποίος εξασφάλισε κυβερνητικό επίδομα αναπηρίας ως “παθών του πολέμου”.

Το παρακάτω απόσπασμα από το τεκμ. 6 καθρεφτίζει την πορεία του εφεσείοντα, όπως επεξηγήθηκε αναλυτικά στην ένορκη μαρτυρία του γιατρού Νικολαΐδη, καθώς και το ανυπόστατο των αιτιάσεων του:

“Εξ όσων φαίνεται κατά την εν συνεχεία πορεία του ιστορικού του θέματος του βασική του επιδίωξη ήταν να αποκομίσει κέρδος από το ατύχημα που συνέβηκε στις 23/8/89.  Η ανάμιξη της προσωπικότητας του, της πνευματικής του κατάστασης και της ψυχολογικής του επένδυσης για να πετύχει τον στόχο του ήταν οι βασικοί παράγοντες της διαιώνισης του θέματος και η ποικιλία των υστερικών, θεατρινιστικών και ψυχοσωματικών εκδηλώσεων.

Ενδιαμέσως καθ’ όλην την διάρκεια της από τους διαφόρους συναδέλφους παρακολούθησης του ήταν και η εμφάνιση της συναισθηματικής ψύχωσης του (ο πατέρας είχε το ίδιο πρόβλημα).  Και φαίνεται ότι στις τελευταίες επισκέψεις που είχε [*1447]στα εξωτερικά ιατρεία μας ήταν σε καλή κατάσταση (5.10.94-31.10.94) και δεν δόθηκε αγωγή.

............................................................................................................

Πιστεύουμεν ότι με την κατάλληλο θεραπεία μπορεί προοδευτικά να εργασθεί.  Δεν ακολούθησεν ουσιαστικό θεραπευτικό σχήμα και σταθερή θεραπευτική σχέση.”

Η πρωτόδικη δικαστής εξέτασε και καθοδηγήθηκε από τις αρχές που διέπουν την αξιολόγηση μαρτυρίας εμπειρογνώμονα.  Παρέπεμψε για το σκοπό αυτό στις υποθέσεις: Vassiliko Cement Works Ltd v. Stavrou (1978) 1 C.L.R. 389, Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 746 και Star Fiber Glass Ltd v. Elneda Trading Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 875.  Επεσήμανε ότι η συμπεριφορά εμπειρογνώμονα στο εδώλιο είναι, όπως και στην περίπτωση κάθε άλλου μάρτυρα, κριτήριο με βάση το οποίο μπορεί να διαγνωσθεί η αξιοπιστία του.  Υπ’ αυτό το πρίσμα και για τους λόγους που έδωσε προτίμησε τη μαρτυρία Νικολαϊδη, απορρίπτοντας συνάμα, χωρίς ενδοιασμούς, τη μαρτυρία Κυριακίδη.  Ας σημειωθεί ότι όλη η ιατρική μαρτυρία παρατίθεται και αναλύεται σε έκταση στην εκκαλούμενη απόφαση. Η δικαστής, δικαιολογώντας την προτίμηση της, είπε ότι ο γιατρός Νικολαΐδης:

“εντυπωσίασε το Δικαστήριο ως μάρτυρας που με πολλή συνοχή και επιστημονική ακρίβεια, υποστήριξε τη γνώμη του σε αντίθεση με το γιατρό Κώστα Κυριακίδη Μ.Ε.4 ο οποίος άφησε φτωχή εντύπωση.  Ο γιατρός Κώστας Κυριακίδης, όπως ο ίδιος δέχεται, εξέτασε τον Ενάγοντα για πρώτη φορά στις 2/10/97 και εξέδωσε το ιατρικό πιστοποιητικό στις 6/10/97 όπου και αποκρυσταλλώθηκε η γνώμη του, (Τεκμ. 4).  Γνώμη που στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στα παράπονα του Ενάγοντα....”

Επιδικάζοντας αποζημιώσεις, το δικαστήριο αναφέρθηκε στις αρχές που διέπουν την έκταση της και τους παράγοντες που επενεργούν στον υπολογισμό της, όπως καθορίστηκαν, εκτός άλλων στις υποθέσεις Paraskevaides (Overseas) Ltd v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789, Παναγή ν. Θεοδώρου και Άλλων (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, 1310, Χριστοφόρου ν. Χαραλάμπους (1993) 1 Α.Α.Δ. 560, Κωνσταντίνου ν. Ιωάννου (1993) 1 Α.Α.Δ. 668 και Ναταλία Φιλίππου ν. Ανδρέα Μιχαήλ (1997) 1 Α.Α.Δ. 540.  Πρέπει όμως να υπογραμμισθεί πως η λυδία λίθος είναι η προσέγγιση του δικαστηρίου στην ιατρική μαρτυρία και ειδικότερα η απόρριψη της μαρτυρίας Κυριακίδη ως αναξιόπιστης όπως και εκείνης του ενάγοντα/εφε[*1448]σείοντα. Η δεκτικότητα μαρτυρίας εμπειρογνώμονα απασχόλησε το δικαστή Jacob πρόσφατα στην υπόθεση Routest Ltd. v. Minories Finance Ltd., Ch. D., 16/5/96.  Παρόλο που η έκφραση γνώμης από εμπειρογνώμονα υπό ορισμένες συνθήκες είναι αποδεκτή σαν μαρτυρία εντούτοις:

“......it by no means follows that the court must follow it .......What really matters in most cases is the reasons given for the opinion.  As a practical matter a well constructed expert’s report containing opinion evidence sets out the opinion and the reasons for it.  If the reasons stand up the opinion does, if not, not.  A rule of evidence which excludes this opinion evidence serves no practical purpose.”

Το πρώτο παράπονο είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παραγνώρισε τη μαρτυρία του εφεσείοντα, τα κύρια σημεία της οποίας έχουμε αναφέρει.  Με αποτέλεσμα να καταλήξει σε λανθασμένο συμπέρασμα αναφορικά με τη σοβαρότητα της σωματικής βλάβης και κατ’ επέκταση αναφορικά με το ύψος των γενικών αποζημιώσεων.  Ο δικηγόρος του εφεσείοντα υιοθέτησε το περίγραμμα που κατέθεσε και προέβη σε σύντομες προφορικές παρατηρήσεις επί των ίδιων θεμάτων.  Στο περίγραμμα ανέφερε ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα για τη σημερινή του κατάσταση δεν αμφισβητήθηκε.  Γιαυτό και είναι ανυπόστατο το συμπέρασμα του πρωτόδικου διακστηρίου ότι συμπτώματα για τα οποία μίλησε ο ενάγων “δεν οφείλονται στις συνέπειες του τροχαίου ατυχήματος”, καθώς επίσης και το περαιτέρω εύρημα ότι “ο ενάγων δημιούργησε όλη αυτή την ιστορία του από τον τραυματισμό του και μετά με αποκλειστικό σκοπό να αποκομίσει κέρδος από το ατύχημα.....”

Και από ένα φευγαλέο βλέμμα στην αντεξέταση του εφεσείοντα φαίνεται πως ήταν υπό συνεχή αμφισβήτηση η γνησιότητα της απαίτησης του.  Το δικαστήριο σημείωσε ότι τα προβλήματα του δεν είχαν σχέση με το ατύχημα.  Πέραν τούτου, υπήρχε η μαρτυρία Νικολαΐδη και τα πιστοποιητικά των 3 ψυχιάτρων (τεκμ. 6 και 7).  Οι αιτιάσεις του εφεσείοντα στο σημείο αυτό είναι παντελώς αβάσιμες.  Άλλωστε δεν ακούσαμε κατά ποίο τρόπο ήταν λανθασμένη η προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Η απόφαση είναι αρκετά αναλυτική αναφορικά με όλες τις μαρτυρίες και περιέχει τα αιτιολογικά ερείσματα που επέβαλλαν την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα.

Δε θα ήταν άσχετο να παραθέσουμε εδώ και τη μαρτυρία Νικολαΐδη, που έγινε δεκτή, στην οποία επέσυρε την προσοχή μας η κα [*1449]Χούρη:

“..............Η προσωπικότητα, η πνευματική του κατάσταση, η ψυχολογική του επένδυση για να πετύχει στο στόχο του ήταν οι βασικοί παράγοντες της διαιώνισης του θέματος και η ποικιλία των υστερικών θεατρινιστικών και η όλη ιστορία έγινε πιο περίπλοκη μετά την εμφάνιση και της συναισθηματικής ψύχωσης. 

Ε. Τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με το δυστύχημα που έπαθε το 89;

Α. Όχι.”

Θα μπορούσαμε στο σημείο αυτό να εξετάσουμε και τον τρίτο λόγο έφεσης, ότι ο γιατρός Νικολαΐδης στηρίχθηκε σε υποκειμενικά ευρήματα και όχι σε ιατρική εξέταση, εννοώντας ότι δεν υπέβαλε τον ενάγοντα σε ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, αρτηριογράφημα και σε αξονική τομογραφία παρά το γεγονός ότι παρόμοιες εξετάσεις ενδείκνυνται σε ασθενείς με συμπτώματα όπως εκείνα του ενάγοντα/εφεσείοντα.  Η απάντηση δεν είναι δύσκολη.  Η ιατρική μαρτυρία που προσκόμισε ο εφεσείων δεν αναφέρεται καθόλου στην αναγκαιότητα τέτοιας εξέτασης.  Ούτε ο Δρ. Κυριακίδης κάμνει, είτε στο πιστοποιητικό είτε στην προφορική του μαρτυρία, οποιαδήποτε νύξη προς την κατεύθυνση αυτή.  Ο γιατρός Νικολαϊδης αντεζεταζόμενος είπε ότι οι εξετάσεις αυτές γίνονται μόνο όταν οι γιατροί το κρίνουν απαραίτητο.  Θα υπομνήσουμε εδώ ότι ήταν ο πρώτος που είδε και εξέτασε τον εφεσείοντα μετά το δυστύχημα.  Αργότερα δε, σε επανειλημμένες περιπτώσεις (10 περίπου φορές), ο εφεσείων επισκέφθηκε το γιατρό Νικολαϊδη ο οποίος, ομολογουμένως, εφόσον ο ίδιος ο εφεσείων επέμεινε πως είχε συμπτώματα, του σύστησε θεραπεία.

Ο εφεσείων περαιτέρω ισχυρίζεται ότι λανθασμένα η δικαστής παραγνώρισε ότι ιατροσυμβούλιο, στο οποίο μετείχε ο Δρ. Νικολαΐδης, έκρινε πως ήταν ανίκανος για εργασία.  Θα διευκρινίσουμε εδώ ότι στη μαρτυρία του ο ενάγων, όπως σημειώνεται στην απόφαση, αναφέρει ότι ιατροσυμβούλιο που τον εξέτασε “τον κήρυξε ανίκανο και σήμερα ζει με επίδομα αναπηρίας που δίνει η κυβέρνηση”.  Όντως, σύμφωνα με την αναντίλεκτη μαρτυρία, υπάλληλος της Επαρχιακής Διοίκησης Πάφου, ανέφερε ότι χορηγήθηκε στον εφεσείοντα κατόπιν αιτήματος του τέτοια σύνταξη αφού υπολογίστηκε από 10/4/93-10/4/94 ποσοστό 85% και από 1/5/94 πλήρης σύνταξη (για 100% ανικανότητα) κατόπιν έκθεσης, σύμφωνα με τον μάρτυρα, “του ιατροσυμβουλίου των Κοινωνικών Ασφαλίσεων”.  Υπογραμμίζεται εδώ ότι η έκθεση που κατατέθηκε προς αναγνώριση δεν έγινε τελικά τεκμήριο με την κατάλληλη μαρτυρία.

[*1450]

Το Δικαστήριο τελικά δεν απέδωσε ιδιαίτερη σημασία για τους λόγους που εξηγεί.  Επειδή ακριβώς δεν έγινε προσπάθεια για να γίνει δεκτό το πιστοποιητικό ως μαρτυρία “δεν είναι δυνατό να διαγνωσθεί ο λόγος για τον οποίο ο ενάγων κρίθηκε ανίκανος”.  Θα λέγαμε πως η δικαστής δεν είχε επιλογή για διαφορετικό χειρισμό.  Ήταν υποχρέωση του εφεσείοντα να προσάξει οποιαδήποτε κανονική μαρτυρία και να συνδέσει το πιστοποιητικό με την υπόθεση του.  Δεν υπάρχει τίποτε μεμπτό στην προσέγγιση αυτή του δικαστηρίου.  Προτού εγκαταλείψουμε το σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί πως η εισήγηση ότι ο γιατρός Νικολαΐδης συμμετείχε  στο εν λόγω ιατροσυμβούλιο δεν τεκμηριώθηκε.  Ούτε καν ερωτήθηκε ο ίδιος κατά την αντεξέταση του.

Με τον τέταρτο - και τελευταίο - λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η πρωτόδικη απόφαση παραγνώρισε εντελώς τη μαρτυρία των γιατρών Χρ. Φωτίου και Κ. Κυριακίδη καθώς και το ιατρικό πιστοποιητικό (τεκμ. 3), που εξέδωσε ο Δρ. Φ. Κωνσταντινίδης. Αναφορικά με αυτό το τελευταίο, στην πρωτόδικη απόφαση ανευρίσκεται η πλήρης διάψευση του ισχυρισμού.  Σε ένα σημείο της αναφέρεται ρητά: “Βρίσκω ότι κατά την πιο πάνω εξέταση διαπιστώνεται ό,τι και στο ιατρικό πιστοποιητικό του Δρ. Κωνσταντινίδη, τεκμ. 3”.  Πρόκειται για αναφορά στην εξέταση της 28/8/89 από τον Ηλ. Νικολαΐδη.  Και παρακάτω στην απόφαση έχουμε σαφές εύρημα που αντικρούει τον ισχυρισμό:

“Καταλήγω ότι ο ενάγων έχει υποστεί τα τραύματα που περιγράφονται στο ιατρικό πιστοποιητικό τεκμ. 3..... ημερομηνίας 4/2/93”. 

Ο ισχυρισμός, επομένως, κρίνεται ανυπόστατος.

Είναι φανερό από την ανάγνωση της απόφασης ότι η μαρτυρία Φωτίου στο πλαίσιο της ειδικότητας του ως ειδικού ορθοπεδικού έγινε δεκτή.  Η μαρτυρία του “..... γίνεται αποδεκτή μέσα στο σύνολο της όλης εικόνας των τραυμάτων του Ενάγοντα η οποία συμπίπτει με εκείνη του Δρ. Κωνσταντινίδη”.  Είναι όμως σωστό ότι απέρριψε τη γνώμη του σε σχέση με τα κατάλοιπα του μετατραυματικού συνδρόμου.  Εξηγώντας ότι η γνώμη αυτή, εφόσον ο μάρτυς δεν έχει και την ειδικότητα του ψυχιάτρου, στερείται οποιασδήποτε αξίας.  Δεν προβλήθηκε οποιοδήποτε επιχείρημα ότι η κρίση αυτή του δικαστηρίου είναι λανθασμένη.

Όπως προκύπτει από το απόσπασμα στο οποίο αναφερθήκαμε [*1451]και αφορά την αξιολόγηση της μαρτυρίας Κυριακίδη, πρέπει να πούμε πως εξειδικεύονται, ύστερα από μακρά ανάλυση και σύγκριση της μαρτυρίας των ψυχιάτρων, οι λόγοι απόρριψης της.  Σε άλλο σημείο προστίθενται και άλλοι:

“Αντίθετα υπεραπλούστευση χαρακτήριζε τη θέση του γιατρού Μ.Ε.4 Κυριακίδη.  Υπεραπλούστευση και ευκολία στην έκφραση γνώμης για ένα τόσο αμφιλεγόμενο θέμα.  Εξέτασε μία φορά τον Ενάγοντα.  Είδε τα ιατρικά πιστοποιητικά των συναδέλφων του.  Δέχθηκε όλα όσα του είπε ο Ενάγων.  Χωρίς την αναγκαίαν βάσανον. Δεν πήρε προηγούμενο κληρονομικό ιστορικό του ασθενή.  Δεν έθεσε άρα ένα τέτοιο ερώτημα προς εξέταση πριν οδηγηθεί στην κατάληξη του.  Εκ των υστέρων στην αίθουσα του Δικαστηρίου συνεκτιμά τον κληρονομικό παράγοντα και τον αποκλείει πάλι με την ίδια ευκολία.  Δεν υπήρχε στην όλη εικόνα κατά την έκδοση και αποκρυστάλλωση της γνώμης του ως ειδικού.”

Δεν έχουμε ακούσει από πλευράς εφεσείοντα κατά ποίον τρόπο ήταν λανθασμένη η αντιμετώπιση της μαρτυρίας αυτής. Η αξιοπιστία των μαρτύρων κρίθηκε από την πρωτόδικη δικαστή μέσα στα όρια που έχει χαράξει η νομολογία.  Δεν τεκμηριώθηκε οτιδήποτε που θα επέτρεπε, από αντικειμενική σκοπιά, οποιαδήποτε διορθωτική ενέργεια από δικής μας πλευράς.

Στο περίγραμμα του ο δικηγόρος του εφεσείοντα, όπως επεσήμανε η κα Χούρη, θέτει θέμα ύψους των αποζημιώσεων και πάνω στη βάση μόνο του πιστοποιητικού Κωνσταντινίδη χωρίς όμως να το θίγει με ιδιαίτερο λόγο έφεσης.  Η επισήμανση είναι σωστή.  Δεν είναι επιτρεπτή η εξέταση του λόγου αυτού.  Θα μπορούσαμε όμως να πούμε πως η αποζημίωση υπήρξε εύλογη και δίκαιη.  Περιέχει μάλιστα ένα στοιχείο γενναιοδωρίας.

Η έφεση απορρίπτεται.  Με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο