Fashion Box S.R.L. ν. Ferro Fashion Ltd (1999) 1 ΑΑΔ 1858

(1999) 1 ΑΑΔ 1858

[*1858]29 Οκτωβρίου, 1999

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

FASHION BOX S.R.L.

KΑΙ ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 6/3/1996

FASHION BOX S.P.A.,

Εφεσείοντες,

ν.

FERRO FASHIONS LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 9984)

 

Πολιτική Δικονομία — Ενδιάμεση αίτηση — Αμφισβητούμενα γεγονότα — Επιβάλλεται η απόδειξη τους από το διάδικο που φέρει το βάρος της απόδειξης, με μαρτυρία που πρέπει να είναι αποδεκτή δυνάμει του δικαίου της απόδειξης — Δ.48, θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

Πολιτική Δικονομία — Ενδιάμεση αίτηση —Ένορκος δήλωση για υποστήριξη ενδιάμεσης αίτησης — Μπορεί να περιέχει πληροφορίες και απόψεις, αν παρατεθούν οι πηγές και οι λόγοι πάνω στους οποίους στηρίζονται — Δ.39, θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

Απόδειξη — Συντηρητικά διατάγματα — Εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει συντηρητικά διατάγματα — Δεν πρέπει να περιορίζεται από τους τεχνικούς κανόνες του αποδεκτού της μαρτυρίας που εφαρμόζονται κατά την εκδίκαση υπόθεσης.

Οι ενάγοντες-εφεσείοντες, εξασφάλισαν μετά από μονομερή αίτηση, συντηρητικό διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στους εναγόμενους-εφεσίβλητους να προβαίνουν σε αθέμιτο ανταγωνισμό των εμπορευμάτων των εφεσειόντων που φέρουν το σήμα “Replay”.  Τους απαγορευόταν επίσης η παραβίαση του εμπορικού σήματος “Replay”, του οποίου οι εφεσείοντες διεκδικούσαν την κυριότητα.

Η αίτηση συνοδευόταν από την ένορκη δήλωση του Γ. Χριστοφή, [*1859]διευθυντή μίας των δύο εταιρειών που διαθέτει τα προϊόντα των εφεσειόντων στην Κύπρο από το 1988.

Στην ένορκη δήλωση του Τ. Ζωίδη που συνόδευε την ένσταση των εφεσιβλήτων, ύστερα από μία γενική άρνηση των ισχυρισμών του κ. Χριστοφή, παρατίθενται τα γεγονότα που αφορούν τους εφεσίβλητους.

Ο κ. Ζωίδης υποστήριξε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60, αφού δεν εμφαίνεται στην ένορκο δήλωση το κατεπείγον της υπόθεσης. Οι εφεσείοντες αντιπροσωπεύονται στην Κύπρο από το 1984, και ενώ οι εφεσίβλητοι λειτούργησαν το κατάστημά τους από το 1986, οι εφεσείοντες άφησαν να παρέλθουν έξι χρόνια πριν λάβουν οποιαδήποτε μέτρα για την προστασία τους.  Οποιαδήποτε ζημιά που πιθανόν να υποστούν οι εφεσείοντες είναι δυνατό να αποτιμηθεί εις χρήμα και συνεπώς το διάταγμα δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί.  Οι εφεσίβλητοι δεν διαπράττουν αδικοπραξία απλώς και μόνο γιατί χρησιμοποιούν την ίδια επωνυμία προς πώληση αγαθών.

Στις 27.11.96 που ήταν ορισμένη η αίτηση για ακρόαση, η συνήγορος των εφεσειόντων ζήτησε να προσκομίσει μαρτυρία αφού τα γεγονότα της ένορκης δήλωσης του κ. Χριστοφή αμφισβητούνταν.  Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση χωρίς να καλέσει την άλλη πλευρά να δώσει τις απόψεις της.

Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για προσωρινό διάταγμα και ακύρωσε το ήδη εκδοθέν, για το λόγο ότι η μαρτυρία του κ. Χριστοφή, συνιστούσε εξ ακοής μαρτυρία, αφού δεν αποκαλυπτόταν η πηγή της πληροφόρησής του.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, οι εφεσείοντες καταχώρησαν την παρούσα έφεση, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή συνιστούσε εξ ακοής μαρτυρία γιατί δεν αποκαλύπτετο η πηγή του.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Αν υπάρχει διάσταση, ως προς τα γεγονότα, μεταξύ του αιτητή και του καταθέτοντος την ειδοποίηση ένστασης, ο αιτητής ή ο ενιστάμενος, θα πρέπει κατά την ακρόαση της αίτησης να είναι έτοιμος να αποδείξει τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται, στο βαθμό που το βάρος απόδειξης τον βαραίνει. (Δ.48, θ.4).

[*1860]2.    Σε ενδιάμεσες αιτήσεις, η ένορκη δήλωση μπορεί να περιέχει πληροφορίες και απόψεις, αν παρατεθούν οι πηγές και οι λόγοι πάνω στους οποίους στηρίζονται (Δ.39, θ.2).

3.  Η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει συντηρητικά διατάγματα θα πρέπει να είναι ελαστική και να μην περιορίζεται από τους τεχνικούς κανόνες του αποδεκτού της μαρτυρίας που εφαρμόζονται κατά την εκδίκαση της υπόθεσης.

4.  Η Δ.41, θ.5(2) των Αγγλικών Θεσμών που είναι ταυτόσημη με τη δική μας Δ.39, θ.2 αναγνωρίζει ότι σε μια επείγουσα κατάσταση, ο ενάγων δυνατόν να μην έχει χρόνο να αναγνωρίσει ή επισημάνει μαρτυρία η οποία θα ήταν αποδεκτή κατά την ακρόαση.

5.  Η θέση του Δικαστηρίου στην παρούσα υπόθεση είναι λανθασμένη για τους ακόλουθους λόγους: 

(α)          Στην ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή γίνεται αναφορά στις πηγές του και επισυνάπτεται πιστοποιητικό εγγραφής του σήματος “Replay” του οποίου ζητείται η προστασία και

(β)          Εκεί όπου υπάρχει αμφισβήτηση των γεγονότων που ενδιαφέρουν για τους σκοπούς της αίτησης θα πρέπει να προσκομίζεται μαρτυρία προς απόδειξή τους.

Εν όψει των πιο πάνω η απόφαση του Δικαστηρίου ακυρώνεται και διατάσσεται η επανεκδίκαση της από άλλο Δικαστή.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Deutsche Ruckversicherung AG v. Walbrook Insurance Co Ltd a.o. [1994] 4 All E.R. 181,

Louis Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453.

Έφεση.

Έφεση από τους ενάγοντες κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Γιασεμής, E.Δ.) που δόθηκε στις 26 Mαΐου, 1997 (Aγωγή Aρ. 11570/93) με την οποία ακυρώθηκε το συντηρητικό διάταγμα ημερομηνίας 28 Δεκεμβρίου, 1993 με το οποίο απαγορευόταν στους εφεσιβλήτους-εναγομένους να προβαίνουν σε αθέμιτο ανταγωνισμό των εμπορευμάτων των εφεσειόντων-εναγόντων που φέρουν το σήμα “Replay” καθώς και σε πα[*1861]ραβίαση του εμπορικού σήματος “Replay” του οποίου οι εφεσείοντες-ενάγοντες διεκδικούσαν την κυριότητα.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τους Eφεσείοντες.

Τ. Χριστοδουλίδης, για τους Eφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ύστερα από μονομερή αίτηση των εναγόντων-εφεσειόντων εκδόθηκε στις 28.12.1993 συντηρητικό διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στους εναγόμενους-εφεσίβλητους να προβαίνουν σε αθέμιτο ανταγωνισμό των εμπορευμάτων των εφεσειόντων που φέρουν το σήμα “Replay”. Τους απαγορευόταν επίσης η παραβίαση του εμπορικού σήματος “Replay”, του οποίου οι εφεσείοντες διεκδικούσαν την κυριότητα. 

Μετά την επίδοση του διατάγματος και την καταχώρηση ένστασης εκ μέρους των εφεσειόντων, το Δικαστήριο προχώρησε στην ακρόαση της αίτησης. Το Δικαστήριο βασίστηκε από την μια στην ένορκη δήλωση του κ. Γιώργου Χριστοφή, διευθυντή μίας των δύο εταιρειών που διαθέτει τα προϊόντα των εφεσειόντων στην Κύπρο από το 1988.  Οι εφεσείοντες διαθέτουν επίσης τα προϊόντα τους από το 1984  μέσω άλλης εταιρείας που έχει την έδρα της στη Λεμεσό. 

Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή οι εφεσείοντες είναι εταιρεία δεόντως εγγεγραμμένη στην Ιταλία και ασχολούνται με την κατασκευή ειδών ένδυσης που φέρουν το σήμα “Replay” το οποίο είναι εγγεγραμμένο στην Ιταλία προς όφελος των εφεσειόντων από το 1983.  Επισυνάφθηκε τέλος πιστοποιητικό ή “δήλωση προστασίας”, που εκδόθηκε στην Ιταλία για το σήμα “Replay”.

Aπό την άλλη, σύμφωνα πάντα με τον κ. Χριστοφή, οι εφεσίβλητοι λειτούργησαν “πριν λίγο καιρό” κατάστημα πωλήσεως ειδών ένδυσης στη Λευκωσία υπό την εμπορική επωνυμία “Replay” όπου πωλούν και διαφημίζουν είδη ένδυσης με το ίδιο εμπορικό σήμα.

Στην ένορκο δήλωση του κ. Τριαντάφυλλου Ζωίδη που συνο[*1862]δεύει την ειδοποίηση ένστασης των εφεσιβλήτων, ύστερα από μία γενική άρνηση των ισχυρισμών του Χριστοφή, παρατίθενται τα γεγονότα που αφορούν τους εφεσίβλητους.  Σύμφωνα με τον κ. Ζωίδη, οι εφεσίβλητοι είναι ιδιοκτήτες από τις 21.3.1986 της εμπορικής επωνυμίας “Replay Wear” την οποίαν ενέγραψαν στον Έφορο Εταιρειών.  Ισχυρίζεται επίσης ότι οι εφεσίβλητοι δεν παράγουν ούτε πωλούν εμπορεύματα με το σήμα “Replay” αλλά νόμιμα χρησιμοποιούν σε εμπορεύματα τα οποία άλλοι τους κατασκευάζουν την εμπορική τους επωνυμία “Replay Wear”. 

Είναι ο ισχυρισμός του κ. Ζωίδη ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/60, αφού δεν εμφαίνεται στην ένορκο δήλωση το κατεπείγον της υπόθεσης.  Κι’ αυτό γιατί οι εφεσείοντες αντιπροσωπεύονται στην Κύπρο από το 1984 και ενώ οι εφεσίβλητοι λειτούργησαν το κατάστημά τους από το 1986, οι εφεσείοντες άφησαν να παρέλθουν έξι χρόνια πριν λάβουν οποιαδήποτε μέτρα για προστασία τους. 

Εξ άλλου, συνεχίζει ο κ. Ζωίδης, η οποιαδήποτε ζημιά που πιθανόν να υποστούν οι εφεσείοντες είναι αποτιμητή εις χρήμα και συνεπώς το διάταγμα δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί, ενώ τέλος το εκδοθέν διάταγμα δεν διατηρεί την υφιστάμενη κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής κατάσταση (status quo), αφού οι εφεσίβλητοι με το διάταγμα στερούνται, νομίμων και κατοχυρωμένων δικαιωμάτων τους που απορρέουν από την εγγεγραμμένη επωνυμία τους “Replay Wear”.

Τέλος οι εφεσίβλητοι ισχυρίζονται ότι δεν διαπράττουν αδικοπραξία απλώς και μόνο γιατί χρησιμοποιούν την ίδια τους επωνυμία προς πώληση αγαθών.

Στις 27.11.1996 που η αίτηση ήταν ορισμένη για ακρόαση η συνήγορος των εφεσειόντων επιζήτησε να προσκομίσει μαρτυρία αφού τα γεγονότα της ένορκης δήλωσης του κ. Χριστοφή αμφισβητούνταν.  Το Δικαστήριο έκρινε σκόπιμο να απορρίψει την αίτηση για μαρτυρία χωρίς να καλέσει την άλλη πλευρά να δώσει τις απόψεις της. 

Μετά τις αγορεύσεις των συνηγόρων, το Δικαστήριο με απόφασή του απέρριψε την αίτηση για προσωρινό διάταγμα και ακύρωσε το ήδη εκδοθέν.  Ο λόγος ήταν ότι θεώρησε ότι η μοναδική μαρτυρία επί του θέματος, η ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή συνιστούσε εξ ακοής μαρτυρία, αφού δεν αποκαλυπτόταν η πηγή της πληροφόρησής του.

[*1863]Εναντίον της πιο πάνω απόφασης οι εφεσείοντες καταχώρησαν έφεση στην οποία εγείρουν αριθμό λόγων. Κατ’ αρχήν προβάλλουν το επιχείρημα ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή συνιστά εξ ακοής μαρτυρία γιατί δεν αποκαλύπτεται η πηγή του.  Αντίθετα σαφώς αναφέρεται ότι πηγές της πληροφόρησής του είναι οι εφεσείοντες και η προσωπική του γνώση.

Κάθε αίτηση που βασίζεται πάνω σε γεγονότα που δεν εμφανίζονται στα δικαστικά αρχεία (court books or records) θα πρέπει να υποστηρίζεται με ένορκη δήλωση (Δ.48, θ.1).  Το ίδιο προβλέπεται και για την ένσταση, τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται θα πρέπει να περιέχονται σε ένορκο δήλωση που συνοδεύει την ειδοποίηση ένστασης. 

Αν υπάρχει διάσταση ως προς τα γεγονότα, μεταξύ του αιτητή και οποιουδήποτε προσώπου που καταθέτει ειδοποίηση ένστασης, ο αιτητής ή ο ενιστάμενος, θα πρέπει κατά την ακρόαση της αίτησης να είναι έτοιμος να αποδείξει τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται, στο βαθμό που το βάρος απόδειξης τον βαραίνει (Δ.48, θ.4).

Οι ένορκες δηλώσεις θα πρέπει να περιορίζονται σε τέτοια γεγονότα τα οποία ο μάρτυρας είναι ικανός να αποδείξει με βάση τη δική του γνώση, αλλά σε ενδιάμεσες αιτήσεις, ένορκη δήλωση μπορεί να περιέχει πληροφορίες και απόψεις, αν παρατεθούν οι πηγές και οι λόγοι πάνω στους οποίους στηρίζονται (Δ.39, θ.2).

Όπως έχει επισημανθεί (Deutsche Ruckversicherung AG v. Walbrook Insurance Co Ltd and others [1994] 4 All E.R. 181) η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει συντηρητικά διατάγματα θα πρέπει να είναι ελαστική και να μην περιορίζεται από τους τεχνικούς κανόνες του αποδεκτού της μαρτυρίας που εφαρμόζονται κατά την εκδίκαση της υπόθεσης. 

Είναι γι’ αυτό το λόγο που η Δ.41, θ.5(2) των Αγγλικών Θεσμών που είναι ταυτόσημη με τη δική μας Δ.39, θ.2, επιτρέπει σε αιτητή να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα που δεν θα μπορούσε με βάση τη δική του γνώση να αποδείξει, χωρίς να απαιτείται από αυτόν στο στάδιο αυτό να αναγνωρίσει ως την πηγή της πληροφόρησης ή της πεποίθησής του πρωτότυπη πηγή μαρτυρίας η οποία να είναι αποδεκτή κατά την εκδίκαση της υπόθεσης.  Ακριβώς η Δ.41, θ.5(2), (και η δική μας Δ.39, θ.2) αναγνωρίζει ότι σε μία επείγουσα κατάσταση, ο ενάγων δυνατόν να μην έχει χρόνο να αναγνωρίσει ή να επισημάνει μαρτυρία η οποία θα ήταν αποδεκτή κα[*1864]τά την ακρόαση. 

Στην παρούσα υπόθεση κατά την ημερομηνία ακρόασης της αίτησης η ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών-εφεσειόντων ζήτησε να προσάξει μαρτυρία, γιατί όλοι οι ισχυρισμοί τους αμφισβητήθηκαν με την ένορκη δήλωση που συνόδευε την ειδοποίηση ένστασης.  Η αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας έγινε μέσα στη φιλοσοφία της υπόθεσης Louis Vuitton, v. Δέρμοσακ Λτδ και άλλη (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453.  Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για παροχή προφορικής μαρτυρίας.  Στη συνέχεια ύστερα από τις αγορεύσεις των συνηγόρων των διαδίκων απέρριψε την αίτηση για συντηρητικό διάταγμα και ακύρωσε το ήδη εκδοθέν με μονομερή αίτηση, με την αιτιολογία ότι η ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή που συνόδευε την αίτηση, αποτελούσε εξ ακοής μαρτυρία, αφού δεν γινόταν αναφορά στην πηγή της πληροφόρησής του.

Η θέση του Δικαστηρίου είναι διπλά λανθασμένη.  Κατ’ αρχήν στην ένορκη δήλωση του κ. Χριστοφή γίνεται αναφορά στις πηγές του.  Στην παράγραφο 1 της ένορκης δήλωσης αναφέρεται σε πληροφορίες που έλαβε από τους ενάγοντες και τους δικηγόρους τους.  Σημειώνεται ότι ο κ. Χριστοφή είναι ο διευθυντής της εταιρείας που είναι ένας εκ των δύο αντιπροσώπων των εναγόντων στην Κύπρο και όπως και ο ίδιος αναφέρει, είναι ενήμερος των γεγονότων της αγωγής.  Στην ίδια ένορκη δήλωση αναφέρεται ότι οι ενάγοντες-εφεσείοντες είναι εταιρεία δεόντως εγγεγραμμένη στην Ιταλία, η οποία έχει κυρώσει τη Σύμβαση των Παρισίων. Τέλος επισυνάπτεται πιστοποιητικό εγγραφής του σήματος “Replay” του οποίου ζητείται η προστασία.

Όμως το Δικαστήριο είναι εσφαλμένο και ως προς την άρνησή του να δεκτεί την προσαγωγή μαρτυρίας για την απόδειξη των ισχυρισμών των αιτητών.  Ο κ. Ζωίδης, δηλώνει απλά ότι αγνοεί και επομένως αρνείται ολόκληρο ουσιαστικά το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του κ. Χριστοφή. 

Πέραν της γενικής αυτής άρνησης οι δύο ένορκες δηλώσεις, η δήλωση του κ. Χριστοφή και η δήλωση του κ. Ζωίδη, ουσιαστικά αναφέρονται σε δύο διαφορετικές ενότητες γεγονότων.  Ο μεν κ. Χριστοφή αναφέρεται στα γεγονότα που αποδεικνύουν την κατοχή του σήματος “Replay” από τους ενάγοντες και την κατά τον ισχυρισμό του πώληση και διαφήμιση από τους εφεσίβλητους ειδών ενδύσεως με το πιο πάνω εμπορικό σήμα.

Αντίθετα ο κ. Ζωίδης πέραν της γενικής άρνησης των ισχυρι[*1865]σμών του κ. Χριστοφή που αναφέραμε πιο πάνω περιορίζεται σε αναφορά στα γεγονότα όπως τα αντιλαμβάνεται από τη δική του πλευρά χωρίς να αναφερθεί σε οποιαδήποτε γεγονότα που καλύπτει ο κ. Χριστοφή. 

Παρ’ όλα αυτά, εν όψει της άρνησης των ισχυρισμών του κ. Χριστοφή στην οποία προβαίνει ο κ. Ζωίδης, νομίζουμε ότι η ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων ορθά θεώρησε ότι γεγονότα άμεσα σχετικά με την αίτηση αμφισβητούνταν και συνεπώς ορθά ζήτησε όπως προσκομίσει μαρτυρία για απόδειξή τους. Το πνεύμα της νομολογίας είναι καθαρό. Εκεί όπου υπάρχει αμφισβήτηση των γεγονότων που ενδιαφέρουν για τους σκοπούς της αίτησης θα πρέπει να προσκομίζεται προφορική μαρτυρία προς απόδειξή τους.

Έτσι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου θα πρέπει να ακυρωθεί.  Ατυχώς, μια και τίθεται θέμα προσαγωγής προφορικής μαρτυρίας προς απόδειξη των προβληθέντων ισχυρισμών, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε να εξετάσουμε τα διάφορα εγειρόμενα θέματα. Έχουμε δε σκόπιμα παραμείνει μακράν των διάφορων ισχυρισμών που εγείρονται, ακριβώς για να αποκλείσουμε έστω και το απομακρυσμένο ενδεχόμενο επηρεασμού της εκδίκασης της αίτησης.

Ενόψει των πιο πάνω η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ακυρώνεται.  Η αίτηση θα εκδικαστεί εξ υπαρχής, από άλλο βέβαια Δικαστή.  Τα έξοδα της έφεσης θα βαρύνουν τους εφεσίβλητους, ενώ τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα αποφασιστούν σύμφωνα με το αποτέλεσμα της νέας διαδικασίας.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο