Ανδρέας Ηλία κ.α. ν. Δημήτρη Σταυρινίδη (2000) 1 ΑΑΔ 874 Ανδρέας Ηλία κ.α. ν. Δημήτρη Σταυρινίδη, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10240, 9 Ιουνίου 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 874

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10240

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.

Μεταξύ:

1. Ανδρέας Ηλία

2. A.A. Pilottos Ltd

Εφεσείοντες

και

Δημήτρη Σταυρινίδη

Εφεσίβλητου

------------------------------

9 Ιουνίου 2000

Για τους Εφεσείοντες: κ. Α. Δημητρίου.

Για τον Εφεσίβλητο: κ. Ε. Πελεκάνο με κ. Μ. Πελεκάνο.

-------------------

Πικής, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χατζηχαμπής, Δ.: Η έφεση αφορά απόφαση με την οποία επιδικάσθησαν στον Εφεσίβλητο αποζημιώσεις για τραυματισμό τον οποίο υπέστη κατά την πορεία της εργοδότησης του από την Εεσείουσα 2 ως αποτέλεσμα αμέλειας του επίσης εργοδοτουμένου από την Εφεσείουσα 2, Εφεσείοντα 1, για την οποία και η Εφεσείουσα 1 ήταν εκ προστήσεως υπεύθυνη. Οι αποζημιώσεις είχαν συμφωνηθεί σε £3.200 επί βάσεως πλήρους ευθύνης. Με την έφεση προσβάλλεται το εύρημα του ευπαιδεύτου δικαστή ότι οι Εφεσείοντες έφεραν αποκλειστική ευθύνη για τον τραυματισμό του Εφεσίβλητου, δοθέντος ότι η θέση τους ήταν ότι αποκλειστική ή συντρέχουσα ευθύνη γι΄ αυτόν έφερε ο Εφεσίβλητος.

Όπως διαπίστωσε και ο ευπαίδευτος δικαστής, το υπόβαθρο των γεγονότων που οδήγησαν στον τραυματισμό του Εφεσίβλητου δεν ήταν υπό αμφισβήτηση. Ο Εφεσίβλητος και ο Εφεσείων 1 ασχολούντο με τη συναρμολόγηση ενός μεγάλου γερανού. Για να επιτευχθεί η σύνδεση του κορμού με τη βάση του γερανού, ο Εφεσείων 1 θα ανύψωνε τον κορμό του γερανού με τη βοήθεια άλλου γερανού σε τέτοιο κατάλληλο σημείο ώστε να ήταν δυνατή η σύνδεση του στη βάση του με "πύρους" που θα τοποθετούσε ο Εφεσίβλητος χρησιμοποιώντας μεγάλο σφυρί. Ακολούθως, ο Εφεσίβλητος θα στερέωνε ένα συρματόσχοινο στον κορμό του γερανού. Για να γίνει αυτό ο Εφεσείων 1 θα έσπρωχνε το συρματόσχοινο χρησιμοποιώντας τον άλλο γερανό ώστε ο Εφεσίβλητος, ο οποίος θα στεκόταν στον κορμό του γερανού, να το στερέωνε σε αυτό. Ήταν στο στάδιο αυτό που συνέβη ο τραυματισμός του Εφεσίβλητου, και είναι εδώ που επικεντρώνεται η ουσία της διαφοράς των διαδίκων ως προς την ευθύνη. Ο μεν Εφεσίβλητος ισχυρίσθηκε ότι, ενώ ο Εφεσείων 1 έσπρωχνε το συρματόσχοινο με τον άλλο γερανό, προέβη σε απότομη κίνηση με αποτέλεσμα το συρματόσχοινο να κτυπήσει τον Εφεσίβλητο και να τον ρίξει στο έδαφος. Οι δε Εφεσείοντες ισχυρίσθησαν ότι ο Εφεσίβλητος έχασε τον έλεγχο του και έπεσε από το γερανό, κακώς έχοντας επιλέξει να εκτελέσει την εργασία ανεβαίνοντας στον ίδιο το γερανό αντί από πλατφόρμα, το δε συρματόσχοινο τον κτύπησε όταν, πέφτοντας, αρπάχθηκε από αυτό και το συρματόσχοινο έπεσε πάνω του.

Ο ευπαίδευτος δικαστής προτίμησε τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου έναντι εκείνης των Εφεσειόντων, καταλήγοντας στο εύρημα ότι ο τραυματισμός του Εφεσίβλητου έγινε υπό τις συνθήκες που αυτός ανέφερε, δηλαδή την απότομη κίνηση στο χειρισμό του άλλου γερανού από τον Εφεσείοντα 1, που συνιστούσε αμέλεια έναντι του Εφεσίβλητου και προκάλεσε την πτώση και τον τραυματισμό του. Διαπίστωσε επίσης ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου την οποία είχε αποδεχθεί, υπεύθυνος για τον τρόπο διεξαγωγής της εργασίας δεν ήταν ο Εφεσίβλητος αλλά ο Εφεσείων 1 και ότι ο Εφεσίβλητος, καθ΄όσον εκτελούσε τις οδηγίες του Εφεσείοντα 1, δεν ήταν ένοχος συντρέχουσας αμέλειας ως προς την έκθεση του εαυτού του σε κίνδυνο, ούτε μπορούσε εν πάση περιπτώσει να θεωρηθεί ως συντρέχουσα αμέλεια ο τρόπος με τον οποίο ο Εφεσίβλητος εκτελούσε την εργασία δοθέντος ότι η πτώση και ο τραυματισμός του οφέιλοντο στον απότομο ελιγμό του Εφεσέιοντα 1.

Οι λόγοι έφεσης στρέφονται ουσιαστικά κατά της αξιολόγησης της μαρτυρίας από τον ευπαίδευτο δικαστή. Αναφέρονται σε αντιφάσεις στη μαρτυρία του Εφεσίβλητου και σε αντιθέσεις της μαρτυρίας του σε σχέση με τα δικόγραφα, εισηγούμενοι ότι η αποδοχή της μαρτυρίας του Εφεσίβλητου δεν μπορεί λογικά να υποστηριχθεί από τη μαρτυρία. Ακόλουθα, εισηγούνται ότι ο ευπαίδευτος δικαστής δεν αιτιολόγησε, εν όψει και τούτων, την προτίμηση του της μαρτυρίας του Εφεσίβλητου έναντι εκείνης των Εφεσειόντων, τις οποίες και δεν αντιπαράβαλε, περιορισθείς σε συνοπτική αξιολόγηση τους. Προσβάλλεται επίσης η κατάληξη του ευπαιδεύτου δικαστή ότι ο Εφεσίβλητος δεν μπορούσε να κριθεί ένοχος συντρέχουσας αμέλειας.

Έχουμε εξετάσει τις λεπτομερείς αναφορές που γίνονται στο περίγραμμα σε αντιφάσεις και αντιθέσεις. Θωρούμε ότι οι αναφορές αυτές στο σύνολο τους συνιστούν αποσπασματική και επί μέρους αντίκρυση της μαρτυρίας η οποία απολήγει κατά το μέγιστο στην υπόδειξη μη σημαντικών διαφορών στα πλαίσια του καθολικού πλαισίου και αποτελεσματικότητας της μαρτυρίας και των δικογράφων και κατ΄ελάχιστο στο σχολιασμό μόνο επιφανειακά δυναμένων να χαρακτηρισθούν ως αντιφάσεις στοιχείων της μαρτυρίας. Ασφαλέστατα δεν ανάγονται σε τέτοιας σημασίας εγγενείς αδυναμίες της μαρτυρίας που να ανατρέπουν το εύλογο των ευρημάτων του δικαστηρίου καθιστώντας τα αδικαιολόγητα και απαράδεκτα ώστε να παρείχετο πεδίο παρέμβασης μας σύμφωνα με τις καλά καθιερωμένες αρχές της νομολογίας. Αυτό επεκτείνεται και στην εισήγηση περί του αναιτιολόγητου της προτίμησης από τον ευπαίδευτο δικαστή της μαρτυρίας του Εφεσίβλητου αντί εκείνης των Εφεσειόντων. Εξ άλλου, η παράλειψη λεπτομερούς αναφοράς σε κάθε λεπτομέρεια της μαρτυρίας και κάθε πτυχή σε σχέση με την οποία μπορούσε να υπάρξει εισήγηση για αντίφαση ουδόλως αντανακλά στο αιτιολογημένο της προσέγγισης του. Ο ευπαίδευτος δικαστής ήταν πλήρως ενήμερος του ουσιώδους επίδικου θέματος, το οποίο επικεντρώνετο στο πώς ακριβώς έγινε ο τραυματισμός σε ένα πολύ περιορισμένο χρονικά σημείο, δηλαδή με τον απότομο χειρισμό του Εφεσείοντα 1 όπως ισχυρίζετο ο Εφεσίβλητος ή με την απώλεια της ισορροπίας του Εφεσίβλητου όπως ισχυρίζετο ο Εφεσείων 1. Έτσι έθεσε το θέμα και παρέθεσε τη σχετική μαρτυρία και, αν και συνοπτικά, δικαιολόγησε την προτίμηση του της εκδοχής του Εφεσίβλητου αντί εκείνης του Εφεσείοντα 1. Όπως ήδη παρατηρήσαμε, η μαρτυρία δεν καθιστούσε την προτίμηση του αυτή αναιτιολόγητη. Δεν υπάρχει πεδίο παρέμβασης μας.

Δεν διαπιστώνουμε επίσης δυνατότητα παρέμβασης μας με το εύρημα του ευπαιδεύτου δικαστή ότι ο Εφεσίβλητος δεν ήταν ένοχος συντρέχουσας αμέλειας. Καθ΄όσον η αιτία του τραυματισμού του Εφεσίβλητου ευρέθη ότι ήταν ο απότομος χειρισμός του συρματόσχοινου από τον Εφεσείοντα 2 και όχι η απώλεια της ισορροπίας του Εφεσίβλητου, δεν υπήρχε, όπως διαπίστωσε ο ευπαίδευτος δικαστής, συσχετισμός του τραυματισμού του Εφεσίβλητου προς τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησε να στερεώσει το συρματόσχοινο, δηλαδή από τον κορμό του γερανού αντί από πλατφόρμα. Και περαιτέρω, καθ΄όσον ο Εφεσίβλητος εν πάση περιπτώσει εκτελούσε τις οδηγίες του Εφεσείοντα 1 ως προς τον τρόπο αυτό διεξαγωγής της εργασίας, δεν μπορούσε να του αποδοθεί ευθύνη και αν ακόμα είχε κριθεί ότι με τον τρόπο αυτό είχε εκθέσει τον εαυτό του σε κάποιο μη αναγκαίο κίνδυνο, τοσούτο μάλλον αφού οι εργοδότες του επέλεξαν να κάνουν μια εργασία με μόνο δύο άτομα ενώ, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου την οποία ο ευπαίδευτος δικαστής απεδέχθη, εχρειάζοντο περισσότερα άτομα για να γίνει η εργασία αυτή με ασφάλεια.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

Π.

 

Δ.

 

Δ.

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο