Πάφος Στόουν Σ. Εστέϊτς Λτδ κ.α. ν. Ευθύμιου Βαλαωρίτη (2000) 1 ΑΑΔ 1090 Πάφος Στόουν Σ. Εστέϊτς Λτδ κ.α. ν. Ευθύμιου Βαλαωρίτη, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 10617 ΚΑΙ 10618, 10618

(2000) 1 ΑΑΔ 1090

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 10617 ΚΑΙ 10618

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10617

Μεταξύ:

1. Πάφος Στόουν Σ. Εστέϊτς Λτδ από την Πάφο

2. Αγαθοκλή Κωνσταντίνου από την Πάφο

3. Ανδρέα κωνσταντίνου από την Πάφο

4. Αδελφοί Κωνσταντίνου Λτδ από την Πάφο

Εφεσειόντων

και

Ευθύμιου Βαλαωρίτη από την Πάφο

Εφεσίβλητου

------------------------------

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10618

Μεταξύ:

1. Πάφος Στόουν Σ. Εστέϊτς Λτδ από την Πάφο

2. Αγαθοκλή Κωνσταντίνου από την Πάφο

3. Ανδρέα κωνσταντίνου από την Πάφο

4. Αδελφοί Κωνσταντίνου Λτδ από την Πάφο

Εφεσειόντων

και

Ανδρέα Παναγιώτου από την Κάτω Πάφο

Εφεσίβλητου

------------------------------

30 Ιουνίου 2000

Εμφανίσεις:

Πολιτική Έφεση 10617

Για τους Εφεσείοντες: κ. Α. Παντελίδης με κ. Κ. Φακοντή και

κ. Α.Σ. Αγγελίδη.

Για τον Εφεσίβλητο: κ. Ντ. Σαβεριάδης.

Πολιτική Έφεση 10618

Για τους Εφεσείοντες: κ. Α. Παντελίδης με κ. Κ. Φακοντή και

κ. Α.Σ. Αγγελίδη.

Για τον Εφεσίβλητο: κ. Ντ. Σαβεριάδης.

--------------------

Πικής, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χατζηχαμπής, Δ.: Οι εφέσεις αυτές αφορούν απόφαση με την οποία, σε αντίστοιχες συνεκδικασθείσες αγωγές, επιδικάσθησαν αποζημιώσεις στους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες εναντίον των Εφεσειόντων 1-Εναγομένων 1 για τραυματισμούς των Εφεσιβλήτων σε οδικό δυστύχημα, επί βάσεως ευθύνης 60% εναντίον των Εφεσειόντων 1 και 40% εναντίον του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10617. Ανάλογα, επιδικάσθηκε στους Εφεσείοντες 1 και εναντίον του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10617 επί ανταπαίτησης τους ποσό αντιπροσωπεύον το 40% του ποσού που επιδικάσθηκε εναντίον τους και προς όφελος του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10618, δεδομένου ότι ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10617 ήταν οδηγός της μοτοσικλέτας η οποία ενεπλάκη στο δυστύχημα και ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10618 συνεπιβάτης της. Το σύνολο των αποζημιώσεων των Εφεσιβλήτων είχε συμφωνηθεί αντίστοιχα σε £265,000 και £5,000 επί βάσεως πλήρους ευθύνης, με αποτέλεσμα οι επιδικασθείσες αποζημιώσεις να ήσαν £159,000 και £5,000 αντίστοιχα, ενώ ποσό £2,000 επιδικάσθηκε στους Εφεσείοντες 1 και εναντίον του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10617 επί της ανταπαίτησης τους ως το 40% του ποσού των £5,000 που είχε επιδικασθεί εναντίον τους και προς όφελος του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10618. Οι αγωγές εναντίον των Εφεσειόντων 2, 3 και 4-Εναγομένων 2, 3 και 4 απορρίφθησαν εφ΄όσον διαπιστώθηκε ότι η προσκομισθείσα μαρτυρία δεν στοιχειοθετούσε ευθύνη τους.

Οι Εφεσείοντες 2, 3 και 4 παραπονούνται ότι κακώς δεν επεδικάσθησαν έξοδα προς όφελος τους εφ΄όσον οι αγωγές εναντίον τους απορρίφθησαν, χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε αιτιολογία προς τούτο. Οι Εφεσείοντες 1 παραπονούνται βασικά για το ότι το δικαστήριο απεδέχθη τη μαρτυρία των Εφεσιβλήτων αντί τη δική τους, πρόσθετα δε και για την κατανομή της ευθύνης, όπως και για την επιδίκαση τόκων επί των αποζημιώσεων των Εφεσιβλήτων. Όσον αφορά την κατανομή της ευθύνης, οι ίδιοι οι Εφεσίβλητοι, με αντεφέσεις τους, παραπονούνται ότι η απόδοση ευθύνης στον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10617 είναι λανθασμένη ή υπερβολική στο ποσοστό του 40%. Το παράπονο αυτό βέβαια μπορεί να εξετασθεί μόνο στην αντέφεση στην Έφεση 10617 αφού ενδιαφέρει μόνο τον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10617, δοθέντος ότι στον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10618 επιδικάσθηκε το σύνολο των αποζημιώσεων του εναντίον των Εφεσειόντων 1 και ότι μόνο ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10617 επηρεάζεται από την κατανομή της ευθύνης ως εκ της ανταπαίτησης των Εφεσειόντων 1 στη δική του αγωγή.

Στην Έφεση 10617 υπάρχει και πρόσθετος λόγος έφεσης (κατά τα άλλα οι λόγοι έφεσης είναι πανομοιότυποι στις δύο εφέσεις), ότι το δικαστήριο, αναφέροντας στην αρχή της απόφασης ότι ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10617 κατέστη τετραπληγικός εξ αιτίας του δυστυχήματος, είχε ως συνέπεια να αντιμετωπίσει την υπόθεση του με πολλή συμπάθεια. Με το λόγο έφεσης αυτό δεν θα έπρεπε να ασχοληθούμε πέραν του να παρατηρήσουμε ότι παντελώς στερείται ερείσματος όσο και αιτιολογίας. Αυτό που τίθεται είναι ότι, ως εκ των συνεπειών του τραυματισμού του Εφεσίβλητου, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος, αισθανόμενος συμπάθεια προς αυτόν, κατέληξε στην απόφαση του επηρεασθείς από τούτο και όχι ενεργώντας δικαστικά. Η πρόταση, τιθέμενη με τέτοια γενικότητα και χωρίς αναφορά σε οτιδήποτε συγκεκριμένο που ενδεχόμενα να τη στήριζε, δεν αιτιολογείται και δεν δικαιολογείται, αφού ισοδυναμεί με εισήγηση ότι σε κάθε περίπτωση πολύ σοβαρού τραυματισμού το δικαστήριο πρέπει εκ προοιμίου να θεωρείται ως ενεργήσαν, αντιδικαστικά, με συμπάθεια προς τον Ενάγοντα. Δεν μας εκπλήττει βέβαια που καμιά αυθεντία δεν παρετέθη σε στήριξη του λόγου έφεσης αυτού.

Η ουσία της έφεσης αφορά την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Δικαστήριο και τα επ΄αυτής ακόλουθα ευρήματα του. Οι αγωγές των Εφεσιβλήτων εβασίζοντο στην εκδοχή ότι ο Εφεσίβλητος 1 έχασε τον έλεγχο της μοτοσικλέτας του όταν πέρασε πάνω από θρυμματισμένα κομμάτια τούβλων τα οποία, εξ αιτίας των Εφεσειόντων 1, βρίσκονταν στο δρόμο, και ακολούθως η μοτοσικλέτα σύρθηκε και συγκρούσθηκε με σωρό τούβλων τα οποία βρίσκονταν στο δρόμο και στο πεζοδρόμιο, προκαλώντας τους τραυματισμούς των Εφεσιβλήτων. Οι Εφεσείοντες, αν και εδέχοντο ότι οι Εφεσείοντες 1 ήσαν ιδιοκτήτες παρακείμενου εργοταξίου και τούβλων έξω από αυτό, αρνούντο ότι η μοτοσικλέτα πέρασε πάνω από σπασμένα τούβλα στο δρόμο, ή ότι αν υπήρχαν σπασμένα τούβλα στο δρόμο ήταν με δική τους ευθύνη, ή ότι αυτά συνέβαλαν στο να γλιστρήσει η μοτοσικλέτα. Από πλευράς των Εφεσιβλήτων εδόθη μαρτυρία τόσο από τους ιδίους και μία άλλη μάρτυρα επιβάτη σε αυτοκίνητο που ακολουθούσε τη μοτοσικλέτα, ως προς τις συνθήκες του δυστυχήματος, όσο και από τον υπάλληλο των Εφεσειόντων 2, 3 και 4 ο οποίος την ίδια μέρα είχε ξεφορτώσει τα τούβλα, ως προς το πώς και πού τα ξεφόρτωσε και ακόμα ένα μάρτυρα που έφθασε στη σκηνή αμέσως μετά το δυστύχημα. Από πλευράς των Εφεσειόντων εδόθη μαρτυρία μόνο από τον αστυνομικό εξεταστή του δυστυχήματος, η ουσία της μαρτυρίας του οποίου ήσαν οι μετρήσεις και παρατηρήσεις του τις οποίες και διατύπωσε σε σχέδιο.

Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος απέρριψε τη μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή και απεδέχθη εκείνη που εδόθη εκ μέρους των Εφεσιβλήτων. Από τη μαρτυρία αυτή προέκυπταν τα ευρήματα του ότι κατά το ξεφόρτωμα τους τα τούβλα έπεσαν τόσο στο πεζοδρόμιο όσο και στο δρόμο και ότι στο δρόμο υπήρχαν θρύψαλα και κομμάτια τούβλων. Ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10617, αντιλαμβανόμενος αυτά και στην προσπάθεια του να τα αποφύγει, έκαμε ελιγμό προς τα αριστερά, ενώ όμως η μοτοσικλέτα περνούσε πάνω από αυτά και εξ αιτίας τους γλίστρησε, ο Εφεσίβλητος έχασε τον έλεγχο της, και η μοτοσικλέτα συγκρούστηκε και ανατράπηκε στο σωρό από τα τούβλα, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου ήταν στο πεζοδρόμιο ενώ μέρος του ήταν μέχρι 1 μέτρο στο δρόμο. Τα ευρήματα αυτά, θεώρησε, θεμελίωναν τόσο αμέλεια όσο και οχληρία εναντίον των Εφεσειόντων 1. Διαπίστωσε όμως και τη συντρέχουσα ευθύνη του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10618 κατά το ότι δεν είχε τη δέουσα παρατηρητικότητα αφού όφειλε να είχε δει τα σπασμένα τούβλα στο δρόμο από απόσταση τουλάχιστον 25-30 μέτρων αντί των 2.5-3 μέτρων που ο ίδιος είπε ότι τα είδε, και, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο, να αντιδρούσε ανάλογα ώστε να τον αποφύγει.

Οι Εφεσείοντες 1 παραπονούνται ότι κακώς δεν έγινε δεκτή η μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή, επί της οποίας και εστηρίζετο η όλη υπεράσπιση, ότι δεν υπήρχαν σπασμένα τούβλα στο δρόμο, και κακώς έγινε δεκτή η μαρτυρία για τους Εφεσίβλητους. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι τους παραπέμπουν κατ΄αρχή στις τροποποιήσεις που είχαν γίνει στην Έκθεση Απαίτησης σε συσχετισμό με τη μαρτυρία, εισηγούμενοι αντίφαση και αναξιοπιστία. Τίποτε τέτοιο δεν διαπιστώνεται. Εκτός του ότι η τελική Έκθεση Απαίτησης εκάλυπτε πλήρως το πράγμα, η βασική θέση των Εφεσιβλήτων για παρουσία θραυσμάτων τούβλων στο δρόμο είχε τεθεί, ως το ουσιαστικό στοιχείο αμέλειας και αιτίας του δυστυχήματος, ευθύς εξ αρχής. Οι δε παραπομπές σε ισχυριζόμενες αντιφάσεις στη μαρτυρία δεν είναι παρά μόνο κατά το πλείστον επουσιώδεις, επιλεκτικές και πολύ αποσπασματικές επιλογές εκτός πλαισίου από το σύνολο μιας μαρτυρίας που όχι μόνο ήταν απόλυτα συνεπής στα καθ΄αυτή αλλά και στήριζε πλήρως τη δικογραφική εκδοχή των εφεσιβλήτων. Ούτε περιορίζετο η μαρτυρία αυτή σε εκείνη των Εφεσιβλήτων αλλά επεκτείνετο στη μαρτυρία δύο ανεξαρτήτων μαρτύρων, που βεβαίωναν την ύπαρξη τεμαχίων τούβλων στο δρόμο, και μάλιστα η μία των οποίων βεβαίωνε και την εκδοχή των Εφεσιβλήτων ότι το δυστύχημα έγινε όταν η μοτοσικλέτα πέρασε πάνω από τα σπασμένα τούβλα χάνοντας τον έλεγχο της, όπως και σε εκείνη του ίδιου του υπαλλήλου των Εφεσειόντων που ξεφόρτωσε τα τούβλα. Έναντι αυτής όμως της μαρτυρίας, που ουσιαστικά συνιστούσε και τη μόνη εκδοχή ενώπιον του δικαστηρίου, δεν υπήρχε παρά η μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή, αφού οι Εφεσείοντες δεν παρουσίασαν άλλους μάρτυρες, την οποία βέβαια το δικαστήριο απόρριψε. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι τους εισηγούνται ότι το δικαστήριο δεν υπέβαλε τη μαρτυρία του αστυνομικού σε ενδελεχή εξέταση ιδιαίτερα επί του θέματος της παρουσίας ή όχι θραυσμάτων τούβλων στο δρόμο. Αντιθέτως όμως, το δικαστήριο αξιολόγησε λεπτομερώς και ποικιλοτρόπως τη μαρτυρία του αστυνομικού και την έκρινε άκρως επισφαλή αν όχι και προκατειλημμένη. Μάλιστα θα παρατηρούσαμε ότι εν πολλοίς η μαρτυρία του αστυνομικού, η οποία και σχολιάζεται στο περίγραμμα, συνίστατο όχι σε παράθεση των ευρημάτων του, όπως θα έπρεπε να περιορίζετο, αλλά σε ανάπτυξη άποψης ως προς το πώς έπρεπε να συσχετισθούν τα ευρήματα του και ως προς το πώς έγινε το δυστύχημα. Η μαρτυρία αυτή δεν έπρεπε ποτέ να είχε γίνει καν δεκτή, τοσούτο μάλλον αφού, όπως και ο ίδιος ο ευπαίδευτος Πρόεδρος παρατηρεί, ο αστυνομικός μετέτρεψε τον εαυτό του σε κριτή της υπόθεσης. Συναφώς, παρατηρούμε και το ότι δεν θεωρούμε εύστοχη την αναφορά των Εφεσειόντων στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία διετάχθη η αναδίκαση (επανεκδίκαση) της υπόθεσης (Πάφος Στόουν Σ. Εστέιτς Λτδ κ.α. ν. Ευθυμίου Βαλαωρίτη κ.α., Πολιτική Έφεση 9263, 25.2.1997) σε στήριξη των εισηγήσεων τους. Εκτός του ότι η διαταγή για αναδίκαση είχε σαν αποτέλεσμα τον παραμερισμό της δοθείσας μαρτυρίας και την επ΄αυτής πορεία της υπόθεσης, η αναδίκαση διατάχθηκε ως εκ της λανθασμένης καθοδήγησης του δικαστηρίου επί της μαρτυρίας και ουδόλως παρέχει έρεισμα για ενίσχυση της μαρτυρίας του αστυνομικού, ούτε ασφαλώς σκοπούσε ή μπορούσε να προδικάσει την άποψη που το δικαστήριο θα ελάμβανε επ΄αυτής κατά την αναδίκαση. Η άποψη εκείνη κρίνεται ευθέως και αποκλειστικώς στα πλαίσια της προκειμένης εκδίκασης, και έτσι κρινόμενη δεν αποκαλύπτεται λανθασμένη. Με αυτά τα δεδομένα, δεν έχει καταδειχθεί η δυνατότητα παρέμβασης μας με την αξιολόγηση της μαρτυρίας από τον ευπαίδευτο Πρόεδρο και τα ευρήματα του, που είναι και η κατ΄εξοχήν αρμοδιότητα του, ως λανθασμένα, αδικαιολόγητα ή μη εύλογα επιτρεπτά.

Με άλλο λόγο έφεσης οι Εφεσείοντες 1 λέγουν ότι το ίδιο το σκεπτικό του δικαστηρίου με το οποίο απεδόθη συντρέχουσα αμέλεια στον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10617, ότι δηλαδή όφειλε να είχε δει τα σπασμένα τούβλα στο δρόμο από αρκετή απόσταση ώστε να μπορούσε να είχε κάνει έγκαιρα ενέργειες για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο, εξουδετερώνει ή μειώνει στο ελάχιστο την οποιαδήποτε ευθύνη των Εφεσειόντων 1. Ο λόγος αυτός συναρτάται και προς την αντέφεση με την οποία ο Εφεσίβλητος 1 παραπονείται ότι η αποδοθείσα σε αυτόν ευθύνη είναι λανθασμένη ή υπερβολική. Η θέση του είναι ότι το δικαστήριο αντελήφθη λανθασμένα τη μαρτυρία θεωρώντας ότι ο Εφεσίβλητος 1 θα μπορούσε να έβλεπε τα σπασμένα τούβλα στο δρόμο από απόσταση 25-30 μέτρων αντί 2.5-30 μέτρων που είπε ότι τα είδε, καθ΄όσον αγνόησε το γεγονός ότι το προπορευόμενο αυτοκίνητο τα απέκρυβε. Όντως, το εύρημα του ευπαιδεύτου Προέδρου εβασίζετο, αφ΄ενός μεν στην αναφορά του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10618 ότι σε κάποιο σημείο ο ίδιος είχε δει τα σπασμένα τούβλα στο δρόμο από 25-30 μέτρα, αφ΄ετέρου δε στη διαπίστωση ότι δεν υπήρχε πρόβλημα ορατότητας. Αυτή η προσέγγιση αποκαλύπτεται λανθασμένη. Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος βασίσθηκε στην εν λόγω αναφορά του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10618 χωρίς να λάβει περαιτέρω υπ΄όψη του, είτε τους εγγενείς περιορισμούς της μαρτυρίας αυτής ως εκ του ότι η αναφορά συσχετίζετο προς την παρατήρηση μιας δεδομένης στιγμής και μάλιστα προερχόμενης από ένα επιβάτη της μοτοσικλέτας ο οποίος, αντίθετα με τον οδηγό, δεν είχε την προσοχή του επικεντρωμένη στα τόσα άλλα πράγματα που ο οδηγός οφείλει να την έχει ώστε να μην αναμένεται να παρατηρεί το κάθε τι στο δρόμο από τέτοια μεγάλη απόσταση, είτε, και ιδιαίτερα, την περαιτέρω αναφορά του ίδιου μάρτυρα ότι ο λόγος που ο οδηγός δεν είχε δει τα σπασμένα τούβλα στο δρόμο προηγουμένως ήταν ότι η ορατότητα του επεριορίζετο από το συνεχώς προπορευόμενο αυτοκίνητο. Το ίδιο λανθασμένη ήταν και η αντίληψη του ευπαιδεύτου Προέδρου ότι σε άλλο σημείο της μαρτυρίας του ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10617 είπε ότι είδε το εμπόδιο των τούβλων στο δρόμο του από απόσταση 8-10 μέτρων, την οποία και πάλι θεώρησε αρκετή ώστε να μπορούσε να είχε αντιδράσει. Ο οδηγός δεν είπε κάτι τέτοιο. Αυτό που είπε ήταν ότι τα κομμάτια τούβλων στο δρόμο απείχαν 8-10 μέτρα από το σωρό των τούβλων.

Η λανθασμένη αντίληψη της μαρτυρίας από τον ευπαίδευτο Πρόεδρο οδηγεί σε ανατροπή των ευρημάτων του αναφορικά με τη συντρέχουσα αμέλεια του οδηγού, επιτυχία της αντέφεσης και αποτυχία του συναφούς λόγου έφεσης. Με δεδομένη τη μαρτυρία ότι ο οδηγός είδε τα σπασμένα τούβλα στο δρόμο από την πολύ μικρή απόσταση των 2.5-3 μέτρων αμέσως μετά την έλευση από αυτά του προπορευόμενου αυτοκινήτου, εκλείπει η δυνατότητα διαπίστωσης συντρέχουσας αμέλειας ως εκ της οφειλής έγκαιρης διαπίστωσης και λήψης μέτρων αντιμετώπισης του κινδύνου, η οποία και μόνη στοιχειοθετούσε, σύμφωνα με την απόφαση, τη συντρέχουσα αμέλεια του οδηγού, τοσούτο μάλλον αφού ο οδηγός έκαμε ελιγμό για να αποφύγει τα τούβλα μόλις τα αντελήφθη. Η περίπτωση, αφορώσα ξαφνικα παρουσιαζόμενο κίνδυνο, είναι ασφαλώς πολύ διαφορετική από εκείνη στην οποία μπορεί να διαπιστωθεί συντρέχουσα αμέλεια ως εκ της δυνατότητας λήψης μέτρων προς αποφυγή έγκαιρα διαπιστώσιμου κινδύνου (ίδε Avgousti v. HjiChristodoulou (1975) 1 CLR 35, Dieti v. Loizides (1978) 1 CLR 233), και εμπίπτει στα πλαίσια των περιπτώσεων στις οποίες λαμβάνονται όλα τα δυνατά μέτρα υπό τις περιστάσεις προς αντιμετώπιση του προβάλλοντος κινδύνου (ίδε Epifaniou v. Hadjigeorgiou (1982) 1 CLR 609). Ακόλουθα, πρέπει να επιδικασθεί στον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10617 ολόκληρο το ποσό των £265,000 που είχε συμφωνηθεί για όλες τις αποζημιώσεις του.

Απομένουν οι λόγοι έφεσης που αφορούν τον τόκο και τα έξοδα των Εφεσειόντων 2, 3 και 4. Ως προς τον τόκο, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος επεδίκασε στον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10617 τόκο (εκτός επί των μελλοντικών απολαβών και μελλοντικών ιατρικών εξόδων) από την ημερομηνία καταχώρισης της πρώτης τροποποιημένης Εκθέσεως Απαιτήσεως (20.3.1989), λαμβάνοντας υπ΄όψη του τόσο τις τροποποιήσεις της Εκθέσεως Απαιτήσεως όσο και τις, κατά την άποψη του, κατά το πλείστον άσκοπες και αχρείαστες αιτήσεις και ενστάσεις των Εφεσειόντων επί διαδικαστικών θεμάτων και τις πολλές αναβολές της ακρόασης οι περισσότερες από τις οποίες εζητήθησαν από τους Εφεσείοντες. Στον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10618 επεδίκασε τόκο από την ημερομηνία γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος εφ΄όσον, όπως θεώρησε, ο ίδιος δεν ευθύνετο για τις καθυστερήσεις. Ένας παράγοντας όμως τον οποίο δεν έλαβε υπ΄όψη του το δικαστήριο ήταν το γεγονός της επανεκδίκασης της υπόθεσης, η οποία διετάχθη στις 25.2.1997, ακόλουθα της επιτυχίας της έφεσης των Εφεσειόντων 1, 2, 3 και 4. Αυτό μετρίαζε σημαντικά τον παράγοντα της καθυστέρησης στην εκδίκαση της υπόθεσης στον οποίο ο ευπαίδευτος Πρόεδρος έθεσε πρωταρχική σημασία. Εξ άλλου, και εκ μέρους των Εφεσιβλήτων είχαν ζητηθεί αναβολές, ενώ η αναφορά σε αχρείαστες αιτήσεις και ενστάσεις των Εφεσειόντων επί διαδικαστικών θεμάτων, ως παράγοντα καθυστέρησης, εκφεύγει των πλαισίων. Τροποποιούμε λοιπόν τη διαταγή για τόκο καθορίζοντας, όπως κρίνεται δίκαιο, ότι, όσον αφορά τον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10717, το ποσό της απόφασης, εξαιρουμένου του ποσού των £63,000 για απώλεια μελλοντικών απολαβών και μελλοντικών ιατρικών εξόδων, θα φέρει τόκο προς 6% ετησίως από την ημερομηνία καταχωρίσεως της τελευταίας τροποποιημένης Εκθέσεως Απαιτήσεως (10.10.1991) μέχρι την ημερομηνία ενάρξεως της πρώτης εκδίκασης της υπόθεσης (12.11.1992) και τόκο 8% ετησίως από τις 25.2.1997 μέχρι σήμερα, από σήμερα δε μέχρι αποπληρωμής ολόκληρο το ποσό της απόφασης θα φέρει νόμιμο τόκο. Όσον αφορά τον Εφεσίβλητο στην Έφεση 10618, τροποποιούμε τη διαταγή για τόκο καθορίζοντας, όπως κρίνεται δίκαιο, ότι το ποσό της απόφασης θα φέρει τόσο 6% ετησίως από την ημερομηνία εγέρσεως του αγωγίμου δικαιώματος (25.10.1983) μέχρι την ημερομηνία ενάρξεως της πρώτης εκδίκασης της υπόθεσης (12.11.1997) και τόκο 8% από τις 25.2.1997 μέχρι σήμερα, από σήμερα δε μέχρι αποπληρωμής νόμιμο τόκο.

Ως προς τα έξοδα των Εφεσειόντων 2, 3 και 4, δεν βλέπουμε λόγο γιατί να μην είχαν επιδικασθεί προς όφελος τους, δεδομένου ότι οι αγωγές εναντίον τους απερρίφθησαν. Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος δεν έδωσε λόγο για την απόφαση του να μην επιδικάσει τα έξοδα αυτά, κατά παρέκκλιση από την αρχή ότι ο επιτυχών διάδικος δικαιούται τα έξοδα του. Παρατηρούμε μάλιστα ότι οι Εφεσείοντες 2, 3 και 4 είχαν αρχικά καταχωρίσει χωριστή υπεράσπιση. Δεν παραγνωρίζουμε όμως και το ότι αφ΄ενός μεν οι αγωγές συνεκδικάσθησαν αφ΄ετέρου δε οι Εφεσείοντες 2, 3 και 4 εκπροσωπούντο από τον ίδιο δικηγόρο. Με αυτά τα δεδομένα, θεωρούμε δίκαιο να επιδικασθούν στους Εφεσείοντες 2, 3 και 4 έξοδα μόνο στην αγωγή που αφορά η Έφεση 10617 και μόνο κατά το ήμισυ.

Οι Εφέσεις επιτυγχάνουν και επιτρέπονται εν μέρει, ως προς τον τόκο και τα έξοδα ανωτέρω, αποτυγχάνουν δε και απορρίπτονται κατά τα λοιπά. Η αντέφεση στην Έφεση 10617 επιτυγχάνει και επιτρέπεται, η δε αντέφεση στην Έφεση 10618 αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Οι πρωτόδικες αποφάσεις τροποποιούνται και συμπληρούνται ως ακολούθως:

1. Το ποσό των αποζημιώσεων του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10617 αυξάνεται από £159,000 σε £265,000. Ποσό £202,000 θα φέρει τόκο 6% ετησίως από 10.10.1991 μέχρι 12.11.1992 και 8% ετησίως από 25.2.1997 μέχρι σήμερα. Από σήμερα και μέχρι αποπληρωμής ολόκληρο το ποσό των £265,000 θα φέρει νόμιμο τόκο.

2. Η απόφαση επί της ανταπαίτησης στην αγωγή που αφορά η Έφεση 10617 παραμερίζεται.

3. Το ποσό των εκ £5,000 επιδικασθεισών αποζημιώσεων του Εφεσίβλητου στην Έφεση 10618 θα φέρει τόκο 6% ετησίως από 25.10.1983 μέχρι 12.11.1992 και 8% ετησίως από 25.2.1997 μέχρι σήμερα, από σήμερα δε και μέχρι αποπληρωμής νόμιμο τόκο.

4. Ο Εφεσίβλητος στην Έφεση 10617 θα καταβάλει το ήμισυ των εξόδων των Εφεσειόντων 2, 3 και 4 στην πρωτόδικη διαδικασία (εξαιρουμένων προηγουμένων διαταγών).

 

Λαμβανομένης υπό όψη της συνολικής έκβασης των εφέσεων και των αντεφέσεων και της μεταξύ των σχέσης, οι Εφεσείοντες 1 θα καταβάλουν τα έξοδα των Εφεσιβλήτων και στις δύο εφέσεις, με δεδομένο όμως ότι έχουν συνεκδικασθεί. Όσον αφορά τις αντεφέσεις, δεν θα υπάρξει διαταγή για έξοδα.

 

 

 

Π.

 

 

Δ.

 

 

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο