Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. ν. Μαρίας Κωνσταντίνου (2000) 1 ΑΑΔ 1034 Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. ν. Μαρίας Κωνσταντίνου, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10562, 26 Iουνίου, 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 1034

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10562

 

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, ΔΔ.

Μεταξύ -

Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε.

Εφεσείουσας/ενάγουσας

- και -

Μαρίας Κωνσταντίνου από την Τόχνη

Εφεσίβλητης/εναγομένης

---------------------

Ημερομηνία: 26 Iουνίου, 2000

Για την εφεσείουσα: Γ. Πιττάτζης

Για την εφεσίβλητη: Α. Ενταφιανός και Μ. Μαντοβάνη (κα)

-----------------

- Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο

δικαστής Σ. Νικήτας -

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΣΟΛΩΝ ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ: Αρχές του 1992 η εφεσείουσα Τράπεζα κίνησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου κατά της εφεσίβλητης και τριών άλλων προσώπων για £3.361. Ένα από αυτά ήταν ο σύζυγος της εφεσίβλητης. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου εκδόθηκε απόφαση υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον όλων των εναγομένων, περιλαμβανομένης της εφεσίβλητης, για το παραπάνω ποσό, πλέον οι τόκοι και τα έξοδα της αγωγής. Εναντίον του συζύγου εκδόθηκε και διάταγμα επιστροφής του αυτοκινήτου, που ήταν αντικείμενο συμφωνίας ενοικιαγοράς μεταξύ των διαδίκων.

Το αυτοκίνητο εκποιήθηκε μετά την ανάκτηση του με ένταλμα παράδοσης. Με το προϊόν της πώλησης πιστώθηκε το χρέος. Παρέμεινε όμως υπόλοιπο. Φαίνεται πως καμιά πληρωμή δεν έγινε έκτοτε. Και το υπόλοιπο, που είναι σήμερα πληρωτέο, ξεπερνά τις £3.000. Η προσπάθεια της Τράπεζας να το εισπράξει με δόσεις απέτυχε. Ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε σχετική αίτηση ημερ. 2/3/99 γιατί, όπως έκρινε, ύστερα από αναφορά στα δεδομένα και τη νομολογία:

“δεν παρέχεται περιθώριο για διαταγή αποπληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους της με περιοδικές πληρωμές.”

Τα παρακάτω γεγονότα αποτέλεσαν κοινό έδαφος. Η συμβίωση της εφεσίβλητης με το σύζυγο της διακόπηκε από το 1997. Υπάρχει δικαστικό διάταγμα διατροφής της θυγατέρας τους αλλά, όπως ισχυρίστηκε, ο σύζυγος της δε συμμορφώνεται με αυτό (το ποσό ορίστηκε σε £70 μηνιαία). Έτσι έχει η ίδια την ευθύνη συντήρησης του παιδιού, που είναι τώρα 10 περίπου χρονών. Ας σημειωθεί ότι ζουν μαζί σε ιδιόκτητο σπίτι στο χωριό της, την Τόχνη.

Η εφεσίβλητη εργάζεται σε υπεραγορά στη Λεμεσό. Είναι περαιτέρω αμοιβαία αποδεκτό ότι κερδίζει £260 το μήνα. Αυτό είναι και το μόνο της εισόδημα. Η ίδια ανεβάζει τα έξοδα της σε £357 περίπου. Λέγει όμως ότι τη διαφορά καλύπτουν οι γονείς της. Στο παραπάνω ποσό περιλαμβάνονται £100 που μηνιαία καταβάλλει στη Σ.Π.Ε. Τόχνης για αυτοκίνητο που αγόρασε το 1998 αντί ποσού £4.500. Πλήρωσε προκαταβολή £2.000 που δανείστηκε και υπάρχει ακόμη οφειλόμενο υπόλοιπο γύρω στις £1.000-£1.200. Για άλλο χρέος που έχει συνάψει το 1995 πληρώνει σε Τράπεζα £37 μηνιαία. Καταβάλλει επίσης £30 για ιδιαίτερα μαθήματα Αγγλικών στην κόρη της ηλικίας, κατά τον κρίσιμο χρόνο, 9 χρονών. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο δικηγόρος της εφεσείουσας εγκατέλειψε λόγο έφεσης που αφορούσε τη συμπερίληψη στα έξοδα διαβίωσης μηνιαίου κονδυλίου £20 για τηλεφωνήματα της μικρής προς τον πατέρα της στο εξωτερικό, όπου ο τελευταίος διαμένει.

Οι αντιρρήσεις της εφεσείουσας επικεντρώθηκαν στα πιο πάνω τρία κονδύλια. Κατά την εισήγηση του δικηγόρου της δεν μπορούσε, κανένα από αυτά, να περιληφθεί στα αναγκαία έξοδα συντήρησης της εφεσίβλητης και της θυγατέρας της. Αν μη τι άλλο το αυτοκίνητο δεν είναι γραμμένο στο όνομα της. Είναι δε παραδεκτό ότι ανήκει στη μητέρα της. Περαιτέρω, τα χρέη αυτά δημιουργήθηκαν μετά τη λήψη της απόφασης εναντίον της. Επίσης, η δαπάνη του ποσού για ιδιαίτερα μαθήματα στα αγγλικά για ένα μικρό παιδί, 9 ετών τότε, δεν ήταν δικαιολογημένη, όπως δέχθηκε ο πρωτόδικος δικαστής.

Η κα. Μαντοβάνη, που τελικά χειρίστηκε την υπόθεση εκ μέρους της εφεσίβλητης, υποστήριξε το εύρημα του δικαστή για τον υπολογισμό του ποσού των διδάκτρων στα έξοδα διαβίωσης. Αναφέρθηκε μάλιστα και σε μεγάλο φάσμα της σχετικής νομολογίας μας. Κυρίως τονίστηκε ότι η απόφαση Anestos Adamou v. Ioannides (1963) 2 C.L.R. 468, έχει υπερκερασθεί από τις τρέχουσες αντιλήψεις αναφορικά με τις οικογενειακές ανάγκες, όπως διαπίστωσε ο Στυλιανίδης Δ., όπως ήταν τότε, σε διϊστάμενη απόφαση του στην υπόθεση Λαϊκή Τράπεζα Λτδ. ν. Χαραλαμπίδης (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 556. Μπορεί εδώ να λεχθεί πως στην υπόθεση Adamou, πιο πάνω, κρίθηκε ότι η υποχρέωση για αποπληρωμή δικαστικού χρέους προηγείται της μεταγενέστερης δαπάνης για παροχή πανεπιστημιακής μόρφωσης σε παιδί του χρεώστη.

Η συνήγορος δέχθηκε ότι το ποσό των £37, για το οποίο δεν υπήρχε δικαστική διαταγή μηνιαίων πληρωμών, δεν έχει προτεραιότητα απέναντι στο εξ αποφάσεως χρέος. Έπρεπε εντούτοις, κατά την άποψη της, να ληφθεί υπόψη. Και πρόσθεσε πως, εν πάση περιπτώσει, η αδυναμία πληρωμής συνάγεται από το γεγονός πως τα χρέη της εφεσίβλητης υπερβαίνουν το εισόδημα της. Ως προς τις δόσεις του αυτοκινήτου, υιοθέτησε το εύρημα του πρωτόδικου δικαστή, που έχει ως εξής:

“Θεωρώ επίσης σαν αναγκαίο το χρέος που δημιούργησε η Καθ΄ης η Αίτηση για την αγορά αυτοκινήτου. Κάτω μάλιστα από τις ιδιαίτερες συνθήκες της αφού διαμένει στην Τόχνη και αναγκάζεται να μεταβαίνει και να εργάζεται καθημερινά στην Λεμεσό χωρίς να υπάρχει άλλος τρόπος για την διακίνησηση της.”

Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συνάπτεται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα της. Διαφορετικά δημιουργείται δυσπιστία για την αποστολή της με ανάλογες διαβρωτικές επιπτώσεις. Με αυτά θέλουμε να τονίσουμε ότι τα προβλεπόμενα από το νόμο μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να καταντούν ατελέσφορα, εκτός στις απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις. Πρέπει να εξισορροπείται η ανάγκη εκτέλεσης με την προοπτική αξιοπρεπούς διαβίωσης του ανθρώπου στο πλαίσιο του κράτους δικαίου.

Παρενθετικά, οι νέες διατάξεις που έχουν εισαχθεί με τον περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμο του 1999 (αρ. 134(1)/99), αναφορικά με την εξέταση του εξ αποφάσεως χρεώστη δε φαίνεται να επηρεάζουν την κρινόμενη περίπτωση. Η εξέταση της οφειλέτιδας ολοκληρώθηκε και εκδόθηκε η απόφαση στις 18/6/99 πριν την έναρξη εφαρμογής του νόμου.

Μια συνοπτική παρουσίαση των ευρύτερων κριτηρίων με βάση τα οποία προσδιορίζεται η περιοδική (συνήθως μηνιαία) δόση για την αποπληρωμή δικαστικού χρέους επιχειρεί η απόφαση Φλαγκοφάς ν. Αταλέζα Λτδ. (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686:

“Ο περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 6, Μέρος ΙΧ - Η διαδικασία έρευνας σχετικά με τα μέσα του εξ αποφάσεως οφειλέτη είναι ανακριτικού χαρακτήρα - Η οικονομική ευχέρεια του οφειλέτη συναρτάται άμεσα με τις ανάγκες του ίδιου και της οικογένειας του για αξιοπρεπή διαβίωση, (στέγαση, διατροφή, ιατρική περίθαλψη, μόρφωση παιδιών, και ευχέρεια για οικονομική διακίνηση του οφειλέτη) - Μετά τη διαπίστωση της οικονομικής ευχέρειας ο επακριβής καθορισμός του ποσού της δόσεως επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου.”

Βλέπουμε λοιπόν ότι η μόρφωση ενός παιδιού αποτελεί παράγοντα που μπορεί να ληφθεί υπόψη. Όμως αυτό δε σημαίνει αυτόματα ότι υπολογίζεται οποιαδήποτε δαπάνη για μόρφωση, ανεξάρτητα από την αναγκαιότητα ή χρησιμότητα της, μόνο και μόνο επειδή το αποφάσισε ο γονέας. Η δαπάνη υπολογίζεται ως έξοδο διαβίωσης σε κατάλληλες περιπτώσεις. Και δε θεωρούμε ότι η κρινόμενη, που αφορά τη διδαχή αγγλικών σε παιδί μόλις 9 χρονών, είναι μια τέτοια περίπτωση.

Η δικηγόρος της εφεσίβλητης αναγνώρισε - και έτσι είναι - ότι μεταγενέστερες του δικαστικού χρέους υποχρεώσεις δεν έχουν προτεραιότητα. Ιδίως όταν δεν υπάρχει καν δικαστική απόφαση εναντίον του χρεώστη γιαυτές. Δε θα συμφωνήσουμε με την εισήγηση της ότι παρά τον κανόνα αυτό, η υστερογενής σύναψη χρέους έχει σημασία και λαμβάνεται υπόψη. Κάτι τέτοιο θα ήταν αντινομικό. Θα εξουδετέρωνε πλήρως την υποχρέωση αποπληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους. Και θα μπορούσε να προβληθεί σε κάθε περίπτωση ως δικαιολογία για αδυναμία πληρωμής.

Ομοίως, δεν ήταν δικαιολογημένη η λήψη υπόψη της μηνιαίας υποχρέωσης των £100 για το αυτοκίνητο. Για το λόγο ότι δεν είναι δυνατό να θεωρείται αναγκαίο έξοδο η αποπληρωμή χρέους τρίτου προσώπου έστω και της μητέρας της. Στη μαρτυρία της, σε κάποιο στάδιο, η εφεσίβλητη ανέφερε πως δεν μπορούσε να έχει η ίδια την κυριότητα του αυτοκινήτου λέγοντας δεν μπορούσα να το έχω γραμμένο πάνω μου το γράψαμε πάνω στη μητέρα μου”. Η δήλωση της δε διευκρινίστηκε περαιτέρω. Δείχνει όμως την ελαφρότητα με την οποία αντιμετώπιζε τις υποχρεώσεις της.

Ο πρωτόδικος δικαστής, εκτιμώντας λανθασμένα τα παραπάνω στοιχεία, δεν άσκησε σωστά τη διακριτική του εξουσία και απέρριψε την αίτηση. Η απόφαση του πρέπει να παραμερισθεί. Δε θα αναπέμψουμε όμως την υπόθεση για επανεκδίκαση. Μπορούμε να εκδώσουμε την κατάλληλη διαταγή αφού διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν ενώπιον μας όλα τα δεδομένα τα οποία και έχουμε συνεκτιμήσει με προσοχή.

Εκδίδουμε διάταγμα πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις £50 εκάστη. Η πρώτη δόση θα πληρωθεί την 1η Ιουλίου 2000 και μετά την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μήνα μέχρι την τελεία εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους ή μέχρι νεωτέρας διαταγής. Τα έξοδα της έφεσης και της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται εναντίον της εφεσίβλητης (αν ζητηθούν).

Ένα τελευταίο, αλλά σύντομο θέμα, αφορά τον ισχυρισμό της εφεσίβλητης ότι, προτού υποβάλει την αίτηση, η εφεσείουσα δε συμμορφώθηκε με την υποχρέωση της να εκδώσει πρώτα ένταλμα κινητών εναντίον της. Το θέμα δε θα εξεταστεί γιατί δεν τέθηκε κατά την πρωτόδικη διαδικασία.

Δ.

Δ.

Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο