Σε ότι αφορά την Βασούλλα Τάσου (Κακουρή) (2000) 1 ΑΑΔ 1372 Σε ότι αφορά την Βασούλλα Τάσου (Κακουρή), ΑΡ. ΑΙΤΗΣΗΣ 152/99, 11 Αυγούστου 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 1372

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

 

ΑΡ. ΑΙΤΗΣΗΣ 152/99

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.

 

Αίτηση για έκδοση διατάγματος CERTIORARI και/ή PROHIBITION (‘Αρθρο 154.4 του Συντάγματος και άρθρο 3 τυ Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμοι του 1964.

Σε ότι αφορά την Βασούλλα Τάσου (Κακουρή), από την Αγία Νάπα

και

Σε ότι αφορά την απόφαση ή και διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου ημερομηνίας 3.6.1999 στη Γενική Αίτηση 39/99 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου.

 

---------------------

 

11 Αυγούστου 2000

Για την αιτήτρια: Γ. Φ. Πιττάτζης.

Για τον καθ΄ου η αίτηση: Ν. Οικονόμου.

 

------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μου, δυνάμει των οποίων χορήγησα άδεια για αίτηση certiorari, έχουν επιβεβαιωθεί. Είναι τα ακόλουθα:

1. Με την αγωγή 284/90 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου στη Λάρνακα αξιώθηκε ορισμένο ποσό ως αξία εργασιών που φέρονταν να εκτελέστηκαν προς όφελος της αιτήτριας. Με την υπεράσπισή της αμφισβητήθηκαν οι ισχυρισμοί του ενάγοντα και υποβλήθηκε ανταπαίτηση.

2. Στις 24.11.93, στο πλαίσιο συμφωνίας των διαδίκων, τερματίστηκε εκείνη η αντιδικία. Η απαίτηση και η ανταπαίτηση απορρίφθηκαν εκ συμφώνου. Συμφωνήθηκε να παραπεμφθούν οι εκατέρωθεν απαιτήσεις στη διαιτησία του κ. Ευάγγελου Κναή και ορίστηκαν τα ακόλουθα: “Η απόφαση του Διαιτητή θα είναι δεσμευτική για τους διάδικους και η παρούσα διευθέτηση αποτελεί συμφωνίαν επί δικαστηρίω οι δε διάδικοι έχουν δικαίωμα να προσφύγουν σε δικαστικά μέτρα για εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας.”.

Στις 11.5.99, με ex parte αίτηση που ταξινομήθηκε ως Γενική Αίτηση με αριθμό 30/99, ζητήθηκε διάταγμα “επιτρέπον την εκτέλεση της Διατητικής απόφασης του Διατητού κυρίου Ευάγγελου Κναή με ημερομηνία 3.8.98 υπέρ του αιτητού και εναντίον της καθ ής η αίτηση εξ Αγ. Νάπας”. Συνοδεύτηκε από ένορκη δήλωση στην οποία επισυνάφθηκε διαιτητική απόφαση του Ευάγγελου Κναή, με χρεωστικό σημείωμα ημερομηνίας 3.8.98. Στηρίχτηκε στην Δ.47 θ. 1 και στη Δ.48 θ 1 - 4 των Θεσμών περί Πολιτικής Δικονομίας. Επίσης, στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

Η αίτηση τέθηκε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή στις 3.6.99 και εγκρίθηκε. Ακολούθησε, στις 13.9.99, αίτηση για πληρωμή του ποσού το οποίο ο Διαιτητής καθόρισε ως οφειλόμενο ως εξ αποφάσεως χρέος, με μηνιαίες δόσεις. ΄Εκρινα πως τίθεται εκ πρώτης όψεως ζήτημα παραβίασης των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και η αντιγνωμία τώρα αφορά ακριβώς σ΄αυτό το ζήτημα. Ειδικά, στο κατά πόσο, κάτω από οποιαδήποτε αντίκρυση των δικονομικών δυνατοτήτων, ήταν επιτρεπτό να επιτραπεί η εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης χωρίς να είχε δοθεί στην αιτήτρια η δυνατότητα να ακουστεί.

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων συμφώνησαν ως προς το γενικό πλαίσιο. Ανέλυσαν πρόνοιες των νόμων και των θεσμών που αναφέρονται σε παραπομπή διαφοράς σε διαιτησία και συμπίπτουν οι απόψεις τους πως

(α) η διαδικασία που ακολουθήθηκε, από την αρχική συμφωνία ως την έγκριση της εx parte αίτησης, δεν εντάσσεται και δεν ευρίσκει έρεισμα στο άρθρο 36 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) και στη Δ.49 των Θεσμών περί Πολιτικής Δικονομίας και

(β) θα ήταν πράγματι δυνατή η υποβολή αίτησης για άδεια προς εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης, όπως προνοεί το άρθρο 21(β) των περι Διαιτησίας Νόμων, Κεφ. 4.

Ο κ. Πιττάτζης επεσήμανε την ομοιότητα του άρθρου 21(β) προς το αντίστοιχο άρθρο 26 της αγγλικής Arbitration Act του 1950 και επικαλέστηκε το Annual Practice του 1976 σελ. 1099 §3784, του 1958 σελ. 1270 και τους Halsbury’s Laws of England 3η έκδοση Τόμος 2 σελ. 50 αναφορικά με την ανάγκη να μή είναι μονομερής η αίτηση για άδεια εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης. Πρόσθεσε πως η Δ.47 στην οποία στηρίκτηκε η αίτηση, είναι εντελώς άσχετη προς το θέμα. Αναφέρεται σε εξωδικαστικά διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει Νόμου ο οποίος προβλέπει τη δυνατότητα εκτέλεσής τους από Δικαστήριο και το ίδιο το παράδειγμα του άρθρου 80(2) του περί Δήμων Νόμου Κεφ. 252 που παρέχει, είναι ενδεικτικό της διαφορετικής φύσης των θεμάτων που καλύπτει.

Ο κ. Οικονόμου αναγνώρισε πως ενδεχομένως είναι ορθή η άποψη ότι χρειαζόταν να είχε υποβληθεί αίτηση δια κλήσεως ώστε να δοθεί και στην άλλη πλευρά η ευκαιρία να ακουστεί. Αναφέρθηκε συναφώς στο Bullen and Leake 13η έκδοση σελ. 221. Υποστήριξε όμως πως η χρησιμοποίηση αίτησης διαφορετικής μορφής ήταν απλή παρατυπία. Αναφέρθηκε στη Δ.64 και, περαιτέρω, στη δυνατότητα που προσφέρει η Δ.48(8)(4) για υποβολή αίτησης προς ακύρωση διατάγματος που εκδόθηκε με βάση ex parte αίτηση. Εν τούτοις, υποστήριξε στη συνέχεια και την άποψη πως ήταν νομότυπη η διαδικασία που ακολουθήθηκε. Εφόσον εφαρμόζονται mutatis mutandis οι θεσμοί περί Πολιτικής Δικονομίας (βλ. άρθρο 30 του Κεφ. 4 και τη Δευτερογενή Νομοθεσία, 2ος τόμος, σελ. 14), οδηγούμαστε στη Δ.47 στην οποία ορθά στηρίχτηκε η αίτηση για άδεια εκτέλεσης. Εν πάση περιπτώσει, αφού η αιτήτρια παρέλειψε να προβεί σε ενέργειες για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης την έκδοση της οποίας, όπως υποστηρίχτηκε, γνώριζε, δεν δικαιούται τώρα να παραπονείται για την έκδοση άδειας εκτέλεσής της.

Καταλήγω ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης και πως η αίτηση πρέπει να επιτύχει. Η εφαρμογή στην περίπτωση του Κεφ. 4 των Θεσμών περί Πολιτικής Δικονομιας δεν σημαίνει και δυνατότητα εφαρμογής θεσμών εντελώς άσχετων και η Δ.47 είναι πράγματι άσχετη. Αντικείμενο της διαδικασίας είναι η άδεια που εκδόθηκε και όχι, αυτή καθ΄εαυτή, η διαιτητική απόφαση. Αναλήφθηκε δικαιοδοσία και δόθηκε άδεια καθοριστικής φύσης και, χωρίς να θέλω να διατυπώσω άποψη αναφορικά με επιμέρους δικονομικά ζητήματα, ενστερνίζομε την άποψη πως η αιτήτρια είχε δικαίωμα να ακουστεί. H παροχή δυνατότητας άσκησης αυτού του δικαιώματος, όπου αυτό υπάρχει, αποτελεί θεμέλιο χωρίς το οποίο δεν μπορεί να υποστυλωθεί νόμιμη διαδικασία και δεν μπορώ να συμφωνήσω με την εισήγηση πως ενδεχομένως εδώ είχαμε απλή παρατυπία. Επίσης δεν μπορώ να συμφωνήσω πως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η Δ.48(8)(4) ως εναλλακτική μέθοδος αντίδρασης. Θεωρώ ότι η δυνατότητα που προσφέρει η Δ.48(8)(4) για υποβολή αίτησης προς παραμερισμό ή τροποποποίηση διαταγής που εκδίδε-ται ex parte, καλύπτει μόνο τις περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι δυνατή η έκδοση τέτοιας ex parte διαταγής. Επομένως, δεν θα με απασχολήσει και το γεγονός ότι εδώ η ex parte αίτηση υποβλήθηκε ως Γενική Αίτηση με δικό της αριθμό, έξω από το πλαίσιο της αρχικής αγωγής.

Η αίτηση επιτυγχάνει, με έξοδα. Η διαταγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 3.6.99 ακυρώνεται.

 

Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ

/ΜΣι.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο