Ανδρέας Ι. Ζαχαρουδιού ν. Ιωάννου Α. Ιωάννου (2000) 1 ΑΑΔ 1614 Ανδρέας Ι. Ζαχαρουδιού ν. Ιωάννου Α. Ιωάννου, ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 110, 29 Σεπτεμβρίου 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 1614

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

&# 9;ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 110

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, Δ.Δ.

Ανδρέας Ι. Ζαχαρουδιού, από τη Λεμεσό,

Εφεσείων

- και -

Ιωάννου Α. Ιωάννου, ανήλικου μέσω της πλησιεστέρας φίλης

και μητέρας του, Άννας Α. Κούτρα-Ζαχαρουδιού, από τη Λεμεσό,

Εφεσιβλήτου

---------------------------

29 Σεπτεμβρίου 2000

Ο εφεσείων παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Για την εφεσίβλητη: Π. Παύλου, γι΄ αυτόν κα. Γ. Νικολάου.

---------------------------

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου

θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με απόφαση, ημερ. 30 Ιουλίου 1999, το Οικογενειακό Δικαστήριο καθόρισε το ύψος του ποσού το οποίο ο εφεσείων είχε υποχρέωση να πληρώνει για τη διατροφή του ανήλικου παιδιού του, σε £100 μηνιαίως από 30 Οκτωβρίου 1997 που καταχωρήθηκε η σχετική αίτηση. Και εξέδωσε διάταγμα ανάλογα. Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης για σωρεία λόγων που αφορούν την αξιολόγηση της μαρτυρίας των δύο συζύγων - ήταν οι μόνοι που κατέθεσαν - τα εξαχθέντα συμπεράσματα και τα εν τέλει ευρήματα στα επίδικα θέματα τα οποία συνίσταντο στα αντίστοιχα εισοδήματα του ιδίου και της συζύγου του και στις οικονομικές ανάγκες του ανηλίκου. Με την αγόρευση του ο εφεσείων προέβη σε επισημάνσεις σε σχέση με τις οποίες ανέπτυξε εκτενή επιχειρηματολογία, παραπονέθηκε για παραλείψεις και ανακρίβειες στα πρακτικά της πρωτόδικης ακρόασης όπως και για λάθη που απέδωσε στον τότε συνήγορο του και επιχείρησε να προσθέσει νέα στοιχεία.

Ο ανήλικος, για τον οποίο ζητήθηκε ο επιμερισμός της οικονομικής συνεισφοράς για τη διατροφή του, γεννήθηκε στις 27 Μαΐου 1997. Η έγγαμη συμβίωση των γονέων του ήταν σύντομη. Τέλεσαν γάμο το Σεπτέμβριο του 1996 και τον Απρίλιο του επόμενου έτους, προτού ακόμα γεννηθεί ο ανήλικος, επήλθε διάσταση. Η οποία εμφανίστηκε να είχε ως αιτία την επιμονή του συζύγου να αλλάξουν κατοικία. Ήταν, καθώς διαβεβαίωσε, έτοιμος να αναλάβει ο ίδιος όλη την οικονομική ευθύνη. Διέμεναν τότε σε οικία που τους είχαν παραχωρήσει δωρεάν οι γονείς της συζύγου οι οποίοι ως εκ τούτου αποσύρθηκαν σε βοηθητικά στο πίσω μέρος. Κατά το σύζυγο, προκαλούνταν προστριβές από τη συχνή παρουσία της πεθεράς του και γι΄ αυτό θεωρούσε απαραίτητη τη μετακόμιση. Η σύζυγος διατήρησε εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη. Και έτσι εν τέλει ο σύζυγος αποχώρησε.

Με τη γέννηση του παιδιού, το οποίο φρόντιζε η σύζυγος, δημιουργήθηκαν μεταξύ των συζύγων και διαφορές σε σχέση τόσο με την πρόσβαση του πατέρα στο παιδί όσο και με τη διατροφή. Με την κορύφωση της όξυνσης στις σχέσεις, κινήθηκε δικαστική διαδικασία. Πρώτα από τον πατέρα για επικοινωνία με το παιδί και ύστερα από τη μητέρα για τη διατροφή του παιδιού. Η παρούσα υπόθεση αφορά τη δεύτερη διαδικασία.

Η αίτηση για διατροφή καταχωρίστηκε στις 30 Οκτωβρίου 1997. Η ακρόαση άρχισε περί το τέλος Απριλίου 1998 και περατώθηκε στις αρχές Ιουνίου του ιδίου έτους. Είχε όμως, πιο πριν, εκδοθεί προσωρινό διάταγμα για συνεισφορά από τον πατέρα, ύψους £100.= μηνιαίως. Η μητέρα ζητούσε εκ μέρους του ανηλίκου, ηλικίας τότε μόνο πέντε μηνών, £200.= μηνιαίως για τη διατροφή του. Στην παράγραφο 5 των γεγονότων στα οποία στηριζόταν η αίτηση, εκτίθεντο τα ακόλουθα:

“Ο ανήλικος Ιωάννης διαμένει με την αιτήτρια στην οικογενειακή στέγη που είναι στην 2η Φάση Αρ. 122 Συνοικισμός Αυτοστέγασης Κολοσσίου, στη Λεμεσό. Τα τρέχοντα καθημερινά και άλλα έξοδα που απαιτούνται για την διατροφή, ένδυση, ιατρικαφαρμακευτικά έξοδα, του ανήλικου ανέρχονται περίπου στο ποσό των Λ.Κ. 200 μηνιαίως. Η αιτήτρια επιφυλάσσεται να αναφερθεί σε λεπτομέρειες κατά την ακρόαση της αίτησης αυτής.”

 

Η θέση του πατέρα ήταν εξ αρχής ότι τα έξοδα του ανηλίκου τα είχαν υπολογίσει μαζί με τη μητέρα περί το τέλος Νοεμβρίου 1997 και συμφώνησαν πως δεν ξεπερνούσαν τις £72.= μηνιαίως.

Η μητέρα στη μαρτυρία της δέχθηκε ότι τα έξοδα, όπως από κοινού τα είχαν υπολογίσει, ανέρχονταν σε £72.= αλλά πρόσθεσε ότι ο υπολογισμός είχε γίνει όταν ο ανήλικος ήταν μόνο τριών μηνών, δηλαδή το Σεπτέμβριο και όχι το Νοέμβριο του 1997 και ότι μεγαλώνοντας ο ανήλικος αυξήθηκαν και τα έξοδα του. Εν τέλει η μητέρα δήλωσε, κατά την αντεξέταση της, ότι τα έξοδα του ανηλίκου κατά τον Οκτώβριο του 1997 που καταχωρήθηκε η αίτηση, δεν ήταν £200.= αλλά μόνο £90.=. Όμως το πρωτόδικο Δικαστήριο το παραγνώρισε αυτό εντελώς.

Εξηγώντας ενωρίτερα, στην κύρια εξέταση της, τα έξοδα του ανηλίκου αναλυτικά κατά τομέα, η μητέρα τα ανέβασε σε πέραν των £200.=. Το Δικαστήριο διέκρινε “προσφυγή της στην υπερβολή προκειμένου να επιτύχει αυξημένη διατροφή για τον ανήλικο”. Κατέληξε, για λόγους που εξήγησε με αναφορά στα ποσά τα οποία διετίθεντο και αφού επεσήμανε κάποια ανειλικρίνεια από μέρους της μητέρας, ότι “το σύνολο των αναγκών του ανηλίκου μετά τις 3.11.98 καλυπτόταν με το ποσό των £120.= το μήνα.” Ωστόσο, το Δικαστήριο ύστερα, χωρίς καμιά εξήγηση, έκρινε ότι “οι ανάγκες του ανηλίκου μπορούν να καλυφθούν πλήρως με το ποσό των £150.= το μήνα”.

Ενόψει της έλλειψης αιτιολογικού ερείσματος δεν μπορεί να παραμείνει αυτή η κρίση. Αλλά και η προηγουμένως διατυπωθείσα πρωτόδικη κατάληξη για ποσό £120.= δεν είναι ικανοποιητική. Διότι είχε ως αφετηρία πως εξ αρχής η δαπάνη για τις ανάγκες του ανηλίκου ανερχόταν στο ποσό που το Δικαστήριο συμπέρανε ότι διέθετε γι΄ αυτό το σκοπό η μητέρα. Η μαρτυρία σχετικά με αυτή την πτυχή δεν ήταν σαφής. Η δε συλλογιστική παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες. Κι αυτά πέρα από το ότι το Δικαστήριο παραγνώρισε πως οι ανάγκες στο σύνολο τους καλύπτονταν με ποσό £72 το Σεπτέμβριο του 1997 και ποσό £90 τον Οκτώβριο του 1997, που καταχωρήθηκε η αίτηση, ενώ η μητέρα ζητούσε από τότε £200.

Το Δικαστήριο βέβαια, ορθά σημείωσε πως οι οικονομικές ανάγκες των παιδιών δεν είναι στατικές και πως ήταν εύκολα κατανοητό ότι, καθώς ανέφερε η μητέρα, “όσο μεγάλωνε το μωρό μεγάλωναν και τα έξοδα”. Αυτό αποκτούσε εδώ ιδιαίτερη σημασία αφού από την καταχώριση της αίτησης μέχρι την έκδοση της απόφασης παρήλθαν σχεδόν τρία χρόνια. Δεν ήταν όμως έτσι που το Δικαστήριο εν τέλει προσήγγισε το ζήτημα. Καθόρισε ένα ποσό ύψους £150 μηνιαίως για ολόκληρη την περίοδο εκκρεμότητας της αίτησης με αποτέλεσμα την επιβολή υποχρέωσης στον πατέρα, κατόπιν επιμερισμού, να καταβάλλει ποσό ύψους £100.= μηνιαίως από 30 Οκτωβρίου 1997 όταν αρχικά, για εκείνο τον χρόνο, συνολικό ποσό μόνο £90.= ήταν αρκετό όπως δέχθηκε και η ίδια η μητέρα.

Κρίνουμε ότι ο καθορισμός του οικονομικού ύψους των δαπανών για τη διατροφή του ανηλίκου, στον οποίο προέβη το Οικογενειακό Δικαστήριο, δεν μπορεί να υποστηριχθεί με αναφορά στη δοθείσα αιτιολογία. Ενόψει τούτου δεν ενδείκνυται να ασχοληθούμε με ο,τιδήποτε άλλο. Η απόφαση θα πρέπει να παραμεριστεί και το διάταγμα να ακυρωθεί και να διαταχθεί επανεκδίκαση από άλλο Δικαστή. Τα έξοδα πρωτόδικα να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της επανεκδίκασης. Για την έφεση δεν εκδίδουμε διαταγή για έξοδα.

Δ.

Δ.

Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο