Πέτρου Μ. Πετράκη ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου των Δικηγόρων (2000) 1 ΑΑΔ 1456 Πέτρου Μ. Πετράκη ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου των Δικηγόρων, ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 4/99, 22 Σεπτεμβρίου, 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 1456

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 4/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΔΔ.

Μεταξύ:

Πέτρου Μ. Πετράκη,

Εφεσείοντα ,

- ν -

Πειθαρχικού Συμβουλίου των Δικηγόρων,

Εφεσιβλήτο υ.

- - - - - -

22 Σεπτεμβρίου, 2000.

Εφεσείων παρών.

Για το εφεσίβλητο Συμβούλιο: κα Ε. Αντωνίου.

- - - - - -

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Α. Κραμβής.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Το Πειθαρχικό Συμβούλιο των Δικηγόρων, κατόπιν ακροάσεως, έκρινε ένοχο αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς το δικηγόρο Θέμη Θωμά και του επέβαλε ποινή προστίμου £250 Η καταδίκη στηρίχθηκε στον Κανονισμό 23* των περί Δεοντολογίας Κανονισμών του 1996.

Η πειθαρχική διαδικασία εναντίον του κ. Θωμά είχε ως αφετηρία την υποβολή παραπόνου από το δικηγόρο Π. Πετράκη από τη Λευκωσία. Σύμφωνα με το παράπονο, ο κ. Θ. Θωμά ανέλαβε την υπεράσπιση προσώπου εναντίον του οποίου είχε ασκηθεί ποινική δίωξη μολονότι γνώριζε εκ των προτέρων ότι η εκ ΛΚ600.- αμοιβή του κ. Πετράκη για υπηρεσίες που ο κ. Πετράκης πρόσφερε στο εν λόγω πρόσωπο για την ίδια υπόθεση, δεν είχε πληρωθεί.

Με την παρούσα έφεση, επιδιώκεται η ανατροπή της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου για την ποινή προστίμου που το Συμβούλιο επέβαλε στον κ. Θ. Θωμά. Υποβάλλεται συναφώς, ότι η ποινή προστίμου των £250.- είναι έκδηλα ανεπαρκής καθότι,

(α) Με δική του παραδοχή ο κ. Θ. Θωμά αποκόμισε όφελος £375.- από το πειθαρχικό του παράπτωμα, ποσό μεγαλύτερο του προστίμου που του έχει επιβληθεί.

(β) Η διάπραξη του πειθαρχικού παραπτώματος εξουδετέρωσε την πίεση που θα μπορούσε να ασκηθεί στον οφειλέτη πελάτη για είσπραξη του ποσού της αμοιβής του κ. Πετράκη.

(γ) Με βάση τις προηγούμενες καταδίκες του για πειθαρχικά παραπτώματα το Πειθαρχικό Συμβούλιο έπρεπε να επιβάλει πολύ πιο αυστηρή ποινή στον κ. Θ. Θωμά.

Μετά την ανακοίνωση της καταδικαστικής απόφασης, απασχόλησε το Πειθαρχικό Συμβούλιο το θέμα της ποινής. Ο τρόπος με τον οποίο το Πειθαρχικό Συμβούλιο προσέγγισε το θέμα φαίνεται στα πρακτικά από τα οποία παραθέτουμε το πιο κάτω απόσπασμα:

"Καλούνται οι ενδιαφερόμενοι και ο Πρόεδρος ανακοινώνει την απόφαση.

Πρόεδρος: Θα θέλαμε τώρα να σας ακούσουμε προτού επιβάλουμε ποινή.

κ. Θ.Θ.: Αυτή ήταν η πίστη μου ότι είχα διοριστεί από το δικαστήριο και δεν ανάλαβα από μόνος μου. Απολογούμαι αν δεν είναι έτσι πράγματα. Σέβομαι την απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, είμαι στη διάθεση του Πειθαρχικού Συμβουλίου να μου πει τί μπορώ να κάμω για να επανορθώσω.

κ. Κλεόπας: Τί προηγούμενες καταδίκες έχετε κ. Θ.Θ.;

κ. Θ.Θ.: Εχω δύο. £50 και £150.

Πρόεδρος: Το Συμβούλιο αποφασίζει, αφού έλαβε υπόψη τις προηγούμενες καταδίκες του αφενός, αλλά και τα ελαφρυντικά στοιχεία της υπόθεσης αφετέρου και ειδικότερα το γεγονός ότι ανέφερε το θέμα της μη αμοιβής του παραπονούμενου στο δικαστήριο και του ότι κατέβαλε προσπάθεια να πληρωθεί ο παραπονούμενος, όπως τον κρίνει επιεικώς και του επιβάλει την ποινή του προστίμου των £250."

 

 

Ο κ. Θ. Θωμά δεν συμμετέσχε στη διαδικασία ακροάσεως της έφεσης μολονότι έγινε στον ίδιο επίδοση της ειδοποίησης έφεσης. Η δικηγόρος της Δημοκρατίας που χειρίσθηκε την έφεση εκ μέρους του εφεσίβλητου Πειθαρχικού Συμβουλίου, υποστήριξε ότι η ποινή προστίμου των £250.- που το Πειθαρχικό Συμβούλιο επέβαλε στον κ. Θ. Θωμά δεν είναι έκδηλα ανεπαρκής αν μεταξύ άλλων, ληφθεί υπόψη ότι το ανώτατο όριο προστίμου που προβλέπει ο νόμος για το συγκεκριμένο αδίκημα είναι £500.-.

Η ευπαίδευτη δικηγόρος προφανώς βρισκόταν σε πλάνη όταν προωθούσε την πιο πάνω εισήγηση. Με το άρθρο 4 του περί Αυξήσεως των Χρηματικών Ποινών Νόμου του 1987 (Ν. 166/87) το ανώτατο ύψος προστίμου που ο νόμος προβλέπει για το συγκεκριμένο πειθαρχικό αδίκημα, αυξήθηκε από £500.- στις £1000.- και συνεπώς η εισήγησή της κας Αντωνίου επί του συγκεκριμένου θέματος είναι εκ των πραγμάτων ανεδαφική. Ομως, κάτω από την ίδια πλάνη πρέπει να τελούσε και ο εφεσείων εφόσον δεν αντέδρασε στα όσα η κα Αντωνίου ανέφερε επί του θέματος.

Φαίνεται από τα πρακτικά (ανωτέρω) ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο προτού προχωρήσει στην επιβολή της ποινής, ζήτησε από το δικηγόρο που προηγουμένως κρίθηκε ένοχος, να πληροφορηθεί κατά πόσο αυτός βαρυνόταν με προηγούμενες καταδίκες. Η απάντηση που έδωσε ο δικηγόρος ήταν, "έχω δύο £50 και £150". Στη συνέχεια το Πειθαρχικό Συμβούλιο προχώρησε στην επιβολή της ποινής των £250.

 

Δεν θα μας απασχολήσει ο τρόπος με τον οποίο το Πειθαρχικό Συμβούλιο των Δικηγόρων επέλεξε να πληροφορηθεί περί των προηγουμένων πειθαρχικών καταδικών του κ. Θ. Θωμά ούτε και η μεμπτότητα που ενδεχομένως υπάρχει στο χειρισμό του θέματος. Δεν θα μας απασχολήσει ακόμα ούτε και η παράλειψη του κ. Πετράκη να μεριμνήσει ο ίδιος για την παρουσίαση των προηγούμενων πειθαρχικών ποινών του κ. Θ. Θωμά ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Τέτοια ζητήματα δεν έχουν εγερθεί και δεν άπτονται άμεσα της ουσίας της υπόθεσης. Αυτό που εν προκειμένω ενδιαφέρει είναι το κατά πόσο στο στάδιο της έφεσης, παρέχεται στον εφεσείοντα η δυνατότητα να προωθήσει ως λόγο ανατροπής της απόφασης του εφεσίβλητου Πειθαρχικού Συμβουλίου για την ποινή, την ηθελημένη ή μη παράλειψη του καταδικασθέντα δικηγόρου για το συγκεκριμένο πειθαρχικό αδίκημα να αναφέρει όλα τα στοιχεία αναφορικά με τις προηγούμενες πειθαρχικές καταδίκες του, προκειμένου να ληφθούν υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής από το Πειθαρχικό Συμβούλιο.

Ο εφεσείων συναφώς εισηγείται ότι προηγούμενη πειθαρχική καταδίκη του κ. Θ. Θωμά η οποία δεν τέθηκε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου για να ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής πρέπει να ληφθεί υπόψη από το Εφετείο με προοπτική να κριθεί ως ανεπαρκής η επιβληθείσα πειθαρχική ποινή και να υποκατασταθεί από το Εφετείο με άλλη πιο αυστηρή.

Αυτό που ουσιαστικά προσπάθησε να επιτύχει ο εφεσείων είναι να προσάξει περαιτέρω μαρτυρία στο Εφετείο μολονότι αυτή η δυνατότητα υπήρχε κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας ενώπιον Πειθαρχικού Συμβουλίου. Για την επιτυχία ενός τέτοιου διαβήματος πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις που έχουν αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία. Βλ. Oleg Blachin άλλως Blochine v. Χριστάκη Αριστείδου, ΠΕ 8971, ημερ. 24.2.97 και Κύπρος Γεωργίου ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ, ΠΕ 10096, ημερ. 26.11.98. Εδώ, η προσπάθεια του εφεσείοντα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία γιατί από τη μια δεν έχουν τηρηθεί οι δικονομικές προϋποθέσεις για την εξέταση του συγκεκριμένου θέματος και από την άλλη για λόγους ουσίας. Θα ήταν εναντίον κάθε αρχής φυσικής δικαιοσύνης αν στην απουσία του επηρεαζόμενου προσώπου γινόταν επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας αναφορικά με προηγούμενες σε βάρος του καταδίκες που δεν είχαν τεθεί προηγουμένως υπόψη του Πειθαρχικού Συμβουλίου, προκειμένου να μεταβληθεί προς το δυσμενέστερο η επιβληθείσα ποινή. Θα ήταν αδιανόητο να ληφθεί υπόψη προηγούμενη καταδίκη του κ. Θ. Θωμά που θα είχε ως συνέπεια να στερηθεί της επιείκειας που δικαιούται χωρίς αυτός να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει κατά πόσο παραδέχεται ή όχι την προηγούμενη καταδίκη που φέρεται ότι τον βαρύνει.

Το επάγγελμα του δικηγόρου είναι ένα από τα ύψιστα κοινωνικά λειτουργήματα. Τα αυστηρά ήθη του επαγγέλματος πρέπει να τηρούνται και να διαφυλάσσονται. Η όποια χαλάρωση των κανόνων δεοντολογίας που διέπουν ή που άπτονται του δικηγορικού επαγγέλματος αντανακλαστικά δημιουργεί δυνητικό κίνδυνο αποσταθεροποίησης του ευρύτερου συστήματος απονομής της δικαιοσύνης του οποίου αναπόσπαστο μέρος είναι οι δικηγόροι.

Στην In Re AB an Advocate (1969) 1 CLR 388 η οποία αφορούσε αντιδεοντολογική συμπεριφορά δικηγόρου κατά παράβαση του Καν. 3 των Κανονισμών λέχθηκε ότι ο σκοπός του κανόνα αυτού είναι η διαφύλαξη της ορθής επαγγελματικής σχέσης και αμοιβαίου σεβασμού που πρέπει να υπάρχει μεταξύ δικηγόρων που ασκούν το επάγγελμα. Η αυστηρή εφαρμογή του κανονισμού ολοένα καθίσταται πιο επιτακτική ενόψει του εντεινόμενου επαγγελματικού ανταγωνισμού και των κάθε λογής έξωθεν προκλήσεων που ενυπάρχουν κατά την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος.

Η συμπεριφορά του κ. Θ. Θωμά υπήρξε εν προκειμένω κατάφορα αντιδεοντολογική. Μολονότι γνώριζε ότι η αμοιβή συναδέλφου του για προσφερθείσες υπηρεσίες προς συγκεκριμένο πρόσωπο και αναφορικά με συγκεκριμένη υπόθεση δεν είχε ακόμα καταβληθεί, εντούτοις, ενεργώντας αντιδεοντολογικά, ανέλαβε την υπόθεση χωρίς να εφαρμόσει ό,τι επιτάσσει η δεοντολογία του επαγγέλματος με αποτέλεσμα ο συνάδελφος του να παραμείνει απλήρωτος.

Θεωρούμε ότι η ποινή προστίμου των £250 που το Πειθαρχικό Συμβούλιο επέβαλε στον κ. Θ. Θωμά για το συγκεκριμένο πειθαρχικό αδίκημα είναι υπό τις περιστάσεις ανεπαρκής και την παραμερίζουμε. Με βάση τα στοιχεία που έχουμε ενώπιόν μας και μπορούμε να λάβουμε υπόψη, κρίνουμε ότι η αρμόζουσα ποινή με την οποία πρέπει να τιμωρηθεί ο κ. Θ. Θωμά για το πειθαρχικό αδίκημα της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς που διέπραξε, είναι η ποινή προστίμου £500.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα. Η απόφαση για την ποινή που το Πειθαρχικό Συμβούλιο των Δικηγόρων επέβαλε στο δικηγόρο Θέμη Θωμά παραμερίζεται και υποκαθίσταται με την απόφασή μας ως ανωτέρω.

 

Δ.

Δ.

Δ.

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο