ΠΟΛΥΦΗΜΟΣ ΧΟΤΕΛΣ ΛΤΔ. ν. Γεώργιος Ν. Μούτση (2000) 1 ΑΑΔ 1809 ΠΟΛΥΦΗΜΟΣ ΧΟΤΕΛΣ ΛΤΔ. ν. Γεώργιος Ν. Μούτση, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10417, 9 Νοεμβρίου 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 1809

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10417

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΗΛΙΑΔΗ, ΔΔ.

ΠΟΛΥΦΗΜΟΣ ΧΟΤΕΛΣ ΛΤΔ., από την Αγία Νάπα,

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι

και

Γεώργιος Ν. Μούτση, από το Παραλίμνι,

Εφεσίβλητος/Ενάγοντας

-------------------------------

9 Νοεμβρίου 2000

Για τους Εφεσείοντες: κ. Π. Αναστασιάδης.

Για τον Εφεσίβλητο: κ. Κ. Ευσταθίου.

-----------------------------------

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

(α) Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα

Στις 28/11/91 η εφεσείουσα υπέγραψε προς όφελος του εφεσιβλήτου γραμμάτιο για το ποσό των £40.000 με το πιο κάτω περιεχόμενο:

ΓΡΑΜΜΑΤΙΟΝ

Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι ΠΟΛΥΦΗΜΟΣ ΧΟΤΕΛ ΛΤΔ την 1/8/1992 χρωστούμεν να πληρώσωμεν στον κ. Γεώργιον Μούτση εκ Παραλιμνίου το ποσόν των £40.000.- (σαράντα χιλιάδες Λ.Κ.) ισάξιον ληφθέν υπ’ εμών σήμερον εις μετρητά.

Παρελθούσης της διορίας μας υποχρεούμεθα στην πληρωμήν τόκων προς 9% ετησίως και εν περιπτώσει αγωγής στην πληρωμήν όλων των Δικηγορικών και Δικαστικών εξόδων.”

 

 

Τρία χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 22/3/94 οι πιο πάνω υπέγραψαν συμφωνία, το περιεχόμενο της οποίας συμπεριλάμβανε τα ακόλουθα:

Συμφωνία

Συμφωνία γενομένη σήμερον την 22αν Μαρτίου 1994 εις Αγία Νάπα μεταξύ του κ. Γεωργίου Μούτση εκ Παραλιμνίου (εν τοις εφ’ εξής ο Α΄ Συμβαλλόμενος) και της Εταιρείας Polyphimos Hotels Ltd εκ Λάρνακος (εν τοις εφ’ εξής ο Β΄ Συμβαλλόμενος).

 

Μαρτυροί τα Ακόλουθα:

Α. Δεδομένου ότι οι Συμβαλλόμενοι εσυνήψαν μεταξύ τους Εγγραφον Συμφωνίαν ημερομηνίας 1ης Νοεμβρίου 1991 και

Β. Δεδομένου ότι ο Β΄ Συμβαλλόμενος σύμφωνα με την πιο πάνω συμφωνία (εν τοις εφ’ εξής η Βασική Συμφωνία) είχε υποχρέωσιν όπως αποζημιώση τον Α΄ Συμβαλλόμενον με το ποσόν των £330.000.= και

Γ. Δεδομένου ότι οι Συμβαλλόμενοι επιθυμούν όπως συμβιβάσουν τις μεταξύ τους διαφορές προς πλήρη και τελείαν εξώφλησιν.

 

Νυν δια ταύτα συμφωνούνται

τα ακόλουθα:-

----------------------------------- ----

1. Ο Β΄ Συμβαλλόμενος αναλαμβάνει να εξωφλήση το ποσόν των ΛΚ200.000.= ως δάνεια που έχει επισυνάψει ο Α΄ Συμβαλλόμενος παρά Τραπεζών σύμφωνα με τους όρους της Βασικής Συμφωνίας.

2. Ο Β΄ Συμβαλλόμενος θα καταβάλει προς τον Α΄ Συμβαλλόμενο το ποσό των ΛΚ4.000.- προς πλήρην και τελείαν εξώφλησιν του ποσού των ΛΚ130.000 μετά των σχετικών τόκων. Το ποσόν των ΛΚ4.000 έχει αποφασισθή κατόπιν συμβιβασμού των Συμβαλλομένων.

3. Με την πληρωμή του πιο πάνω ποσού εκ ΛΚ4.000.= γίνεται πλήρης εξώφλησις πάσης οφειλής πληρωμής από τον Β΄ Συμβαλλόμενον προς τον Α΄ Συμβαλλόμενον για οποιονδήποτε λόγον και ουδέν έχει να απαιτήση ο Α΄ Συμβαλλόμενος προς τον Β΄ Συμβαλλόμενον.

4. Ο Α΄ Συμβαλλόμενος θα διατηρήση οποιανδήποτε προσωπική περιουσίαν έχει υποθηκεύσει σε υποθηκεύσιμον κατάστασιν προς εξασφάλισιν του πιο πάνω ποσού των £200.000.- μέχρι πλήρους εξωφλήσεώς του, ως επίσης και την προσωπικήν του εγγύησιν για τον πιο πάνω σκοπόν.

Ολοι οι όροι της παρούσης συμφωνίας είναι ουσιώδεις όροι Συμφωνίας και ο παραβάτης θα υπόκειται εις αποζημιώσεις.”

 

 

(β) Η εκδοχή του ενάγοντος

Ηταν η θέση του εφεσίβλητου ότι η εφεσείουσα εταιρεία του χρωστούσε το ποσό των £40.000 που αναφέρεται στο γραμμάτιο (τεκμήριο 1) και ότι ο εφεσίβλητος δεν είχε έλθει σε οποιαδήποτε συμφωνία με την εφεσείουσα εταιρεία όπως αναφέρεται στην έγγραφη συμφωνία ημερομηνίας 22/3/93 (τεκμήριο 2). Ο εφεσίβλητος υπεστήριξε ότι μετέβη στα γραφεία της εφεσείουσας για να πάρει “έναντι λεφτά” και υπέγραψε τη β΄ σελίδα του τεκμηρίου 2 στο γραφείο του κ. Γιάννη Παναγή. Οπως φαίνεται από το τεκμήριο 2 η β΄ σελίδα περιέχει την παράγραφο 5 της συμφωνίας, τις υπογραφές των συμβαλλομένων και δύο μαρτύρων και τα στοιχεία τριών επιταγών που συμποσούνται σε £4.000 με τις ημερομηνίες πληρωμής τους. Δεν υπήρχαν άλλα πρόσωπα εκείνη τη στιγμή μέσα στο γραφείο του κ. Γ. Παναγή και ο εφεσίβλητος δεν γνωρίζει ούτε και συνάντησε ποτέ το Γεώργιο Χ” Παναγή που φέρεται να έχει υπογράψει ως μάρτυρας στο τεκμήριο 2. Το μόνο έγγραφο που υπέγραψε ο εφεσίβλητος το κράτησε κ. Γ. Παναγή και ο εφεσίβλητος δεν πήρε αντίγραφο.

 

(γ) Η εκδοχή της εφεσίβλητης

Διευθυντής της εφεσίβλητης εταιρείας κατά τον ουσιώδη χρόνο της παρούσας διαδικασίας ήταν ο κ. Γιάννης Παναγή, δικηγόρος, που είχε στο παρελθόν ασκήσει το δικηγορικό επάγγελμα. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας της 22/3/94 (τεκμήριο 2) η εφεσείουσα εταιρεία (που είχε αναλάβει με έγγραφη συμφωνία ημερομηνίας 1/11/91 να αποζημιώσει τον εφεσίβλητο με το ποσό των £330.000) ανέλαβε την υποχρέωση όπως (α) εξοφλήσει δάνεια ύψους £200.000 που είχε συνάψει ο εφεσίβλητος με διάφορες τράπεζες και (β) να καταβάλει το ποσό των £4.000 προς εξόφληση του παραμένοντος υπολοίπου ποσού προς πλήρη και τελεία εξόφληση. Η έγγραφη συμφωνία της 22/3/94 που συντάχθηκε από τον κ. Γ. Παναγή ιδιοχείρως υπεγράφη στα γραφεία της εφεσείουσας ενώπιον των κκ. Χ” Παναγή και Ρούσου, υπαλλήλων της εταιρείας, που υπέγραψαν σαν μάρτυρες και φωτοαντίγραφο δόθηκε ευθύς αμέσως στον εφεσίβλητο. Για την εξόφληση του ποσού των £4.000 δόθηκαν οι επιταγές που αναφέρονται στη β΄ σελίδα του τεκμηρίου 2, τις οποίες ο εφεσίβλητος εξαργύρωσε. Ηταν η θέση της εφεσείουσας ότι ο εφεσίβλητος είχε εισπράξει προηγουμένως διάφορα άλλα ποσά και παρέμεινε οφειλόμενο ποσό £4.000 που συμπεριλήφθηκε στη συμφωνία 22/3/94 (τεκμήριο 2) προς πλήρη εξόφληση των υποχρεώσεων της εφεσείουσας προς τον εφεσίβλητο. Αντεξεταζόμενος ο κ. Παναγή ανέφερε ότι στις 22/3/94 ενώ υπογραφόταν το τεκμήριο 2, ο εφεσίβλητος κρατούσε το γραμμάτιο των £40.000 αλλά δεν ζήτησε την επιστροφή του γιατί αυτό συμπεριλήφθηκε μέσα στην παράγραφο 3 της συμφωνίας της 22/3/94.

 

(δ) Η πρωτόδικη απόφαση

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού κατέληξε σε συμπέρασμα ότι το έγγραφο της 28/10/94 ήταν σύνηθες γραμμάτιο, προχώρησε να εξετάσει κατά πόσο η συμφωνία της 22/3/94 επηρέαζε την υποχρέωση καταβολής εκ μέρους της εφεσείουσας του ποσού των £40.000. Η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ότι η έγγραφη συμφωνία της 22/3/94 αποτελούσε αποκλειστικά διευθέτηση της προηγούμενης συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων της 1/11/91 (η οποία δεν είχε συμπεριληφθεί ως μέρος των δικογράφων και για την οποία δεν επετράπη να παρουσιαστεί μαρτυρία). Σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο το γραμμάτιο (τεκμ. 1) ουδόλως αναφέρεται στη μετέπειτα συμφωνία της 22/3/94 (τεκμ. 2) και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως διαφορά μεταξύ των διαδίκων. Επιπρόσθετα η γενικότητα της παραγράφου 3 του τεκμ. 2 βρίσκεται μεταξύ των παραγράφων 1, 2 από τη μια και 4 από την άλλη, που αναφέρονται όλες στα δικαιώματα και υποχρεώσεις των διαδίκων που απορρέουν από τη συμφωνία της 1/11/91. Εχοντας δε υπόψη ότι το τεκμ. 2 δεν αναφερόταν σε οποιοδήποτε άλλο θέμα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ερμηνεία του εγγράφου θα έπρεπε να ήταν contra proferentum, δηλαδή έπρεπε να αποδοθεί η λιγότερη ευνοϊκή ερμηνεία για την εφεσείουσα εταιρεία. Συνακόλουθα το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αποφάνθηκε ότι οι πρόνοιες της παραγράφου 3 έπρεπε να περιοριστούν μέσα στα πλαίσια της συμφωνίας της 22/3/94, χωρίς να επηρεάζεται η απαίτηση του εφεσιβλήτου για το ποσό των £40.000 του γραμματίου, εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον της εφεσείουσας.

 

(ε) Η έφεση

Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα εταιρεία ισχυρίζεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε το περιεχόμενο της τρίτης παραγράφου της συμφωνίας της 22/3/94. Ειδικότερα η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι το περιεχόμενο της τρίτης παραγράφου ήταν σαφέστατο και ανεπίδεκτο αμφιβολιών και ερμηνευτικών μεθόδων και ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο χωρίς έρεισμα περιόρισε την καθαρή σε ευρύτητα διατύπωση της τρίτης παραγράφου της συμφωνίας της 22/3/94.

Η ερμηνεία των όρων ενός εγγράφου αποτελεί νομικό θέμα που επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η ευχέρεια αυτή πρέπει να αποσκοπεί στην εξεύρεση των πραγματικών προθέσεων των συμβαλλομένων και η ερμηνεία πρέπει να περιορίζεται μέσα στα πλαίσια των σκέψεων των συμβαλλομένων. Τούτο εξυπακούει ότι όταν μια συμφωνία διατυπώνεται εγγράφως κατόπιν επιθυμίας των συμβαλλομένων, εξωγενής μαρτυρία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή για να αντικρούσει, τροποποιήσει, αφαιρέσει ή προσθέσει στους όρους που έχουν διατυπωθεί στο έγγραφο. (Ιδε Jacobs v. Batavia and General Plantations Trust [1924] 1 Ch. 287). Ενας βασικός κανόνας ερμηνείας ενός εγγράφου είναι ότι οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πρέπει να ερμηνεύονται κατά γράμμα (literal meaning), όπως είναι γενικά κατανοητές (Robertson v. French [1803] 4 East 130). Οπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Beard v. Moira Colliery Co. ([1915] 1 Ch. 257),

“Στην ερμηνεία ενός εγγράφου πρέπει να αποδίδεται σε συνηθισμένες λέξεις η απλή και συνηθισμένη ερμηνεία τους.”

 

Ο Lord Ellenborough C.J. στην υπόθεση Robertson v. French ([1803] 4 East 130, σ. 135 είπε ότι,

“It is to be construed according to its sense and meaning as collected in the first place from the terms used in it, which terms are themselves to be understood in their plain, ordinary and popular sense unless they have generally in respect of the subject-matter, as by the known usage of trade or the like, acquired a peculiar sense different from the popular sense of the same words or unless the context evidently pointed out that they must in the particular instance and in order to effectuate the immediate intention of the parties to that contract be understood in some other and peculiar sense.”

 

Αναφορικά με το ίδιο θέμα ο Jessel M.R. στην υπόθεση Re Levy, ex p. Walton ([1881] 17 Ch.D. 746 τόνισε ότι,

“The grammatical and ordinary sense of the words is to be adhered to, unless that would lead to some absurdity, or some repugnance or inconsistency with the rest of the instrument, in which case the grammatical or ordinary sense of the words may be modified, so as to avoid that absurdity and inconsistency, but no further.”

 

Στην Κύπρο η ερμηνεία του όρου ενός εγγράφου εξετάστηκε πρόσφατα στην υπόθεση Θεολόγου και άλλος ν. Κτηματικής Εταιρείας Νέμεσις Λτδ. (Πολιτική Εφεση 9302 της 24/2/1998) όπου ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Δικαστής Πικής τόνισε ότι,

“Οι αρχές που διέπουν την ερμηνεία σύμβασης είναι καλά καθιερωμένες και δεν χρειάζεται να τις επαναλάβουμε. (Βλ. Saab and another v. Holy Monastery of Ay. Neophytos [1982] 1 CLR 499). Πρέπει να σημειώσουμε ότι, συνεχής είναι η τάση προς εναρμόνιση των αρχών ερμηνείας των συμβάσεων με τα κρατούντα στην καθημερινή ζωή. Το κριτήριο είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο. Για το σκοπό αυτό μπορεί να εμπλουτισθεί η γνώση με την αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων πάντοτε των διαπραγματεύσεων, καθώς και μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων.”

Στην παρούσα περίπτωση η αγωγή του εφεσιβλήτου καταχωρήθηκε στις 11/3/94 και επιδόθηκε στην εφεσείουσα εταιρεία στις 5/4/94. Η συμφωνία με την οποία διευθετήθηκαν οι διαφορές μεταξύ των διαδίκων (τεκμήριο 2) υπεγράφη κατά τους ισχυρισμούς της εφεσείουσας στις 22/3/94. Είναι ορθό ότι στην Εκθεση Υπεράσπισης η εφεσείουσα προβάλλει ακροθιγώς τον ισχυρισμό ότι η απαίτηση για τις £40.000 είχε εξοφληθεί. Ομως ο πιο πάνω ισχυρισμός αναφορικά με την εξόφληση του γραμματίου δεν φαίνεται να συνδέεται με το περιεχόμενο της συμφωνίας της 22/3/94. Δεν υπάρχει ρητή αναφορά του γραμματίου στη συμφωνία της 22/3/94 και η γενικότητα της παραγράφου 3 της συμφωνίας της 22/3/94 δεν φαίνεται να συνδέεται με τις υπόλοιπες παραγράφους. Επιπρόσθετα δεν μπορεί να παραγνωρισθεί ότι η ανάληψη της υποχρέωσης εκ μέρους της εφεσείουσας να καταβάλει το ποσό των £40.000 σύμφωνα με το γραμμάτιο (τεκμήριο 1) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως “διαφορά” μεταξύ των διαδίκων που μπορούσε να ληφθεί υπόψη σε μια συνολική διευθέτηση διαφορών όπως αυτές παρουσιάζονται στη συμφωνία της 22/3/94, το προΐμιο της οποίας περιορίζεται στη βασική συμφωνία της 1/11/91. Στην παρούσα περίπτωση η εφεσείουσα έπρεπε να είχε προβάλει με επαρκή στοιχεία την ισχυριζόμενη εξόφληση του γραμματίου και η παράλειψη αυτή δικαιολογημένα δημιούργησε ερωτηματικά ως προς το αξιόπιστο του ισχυρισμού της. Ερωτηματικά επίσης αφήνει και η παράλειψη της εφεσείουσας να ζητήσει την επιστροφή του γραμματίου (αφού αυτό είχε εξοφληθεί) μόλις υπογράφηκε η συμφωνία της 22/3/94. Η εφεσείουσα έπρεπε να προβάλει τη συγκεκριμένη εξόφληση με επαρκή στοιχεία στην Εκθεση Υπεράσπισης, κάτι που παρέλειψε να πράξει.

Η ουσία του επίδικου θέματος αντικρύζεται αντικειμενικά ως ακολούθως:

(α) Η εφεσείουσα υπέγραψε γραμμάτιο ημερομηνίας 28/8/91 προς όφελος του εφεσιβλήτου και η οφειλή αυτή είναι παραδεκτή εκ μέρους της. Εναντι της πιο πάνω οφειλής ουδένα ποσό καταβλήθηκε.

(β) Η εφεσείουσα υποστήριξε πρωτόδικα ότι το χρέος διευθετήθηκε στο πλαίσιο της συμφωνίας της 22/3/94 μεταξύ των διαδίκων. Οπως έχουμε εξηγήσει τέτοιος ισχυρισμός δεν ηγέρθη ευθέως αλλά ούτε και έμμεσα στην Εκθεση Υπεράσπισης της εφεσείουσας. Μόνο μια αόριστη αναφορά στη μη ύπαρξη της οφειλής με τον ακόλουθο πλάγιο τρόπο: “Την οφειλή αυτή οι εναγόμενοι έχουν εξοφλήσει και/ή δεν έχουν πλέον έναντι του ενάγοντα”.

(γ) Η συμφωνία της 22/3/94, που επετράπη στην εφεσείουσα να επικαλεσθεί, είχε ως ρητό αντικείμενο τη διευθέτηση των διαφορών μεταξύ των διαδίκων αναφορικά με την εκτέλεση άλλης συμφωνίας μεταξύ των δύο μερών, εκείνης της 1/11/91, που ήταν προγενέστερη της οφειλής του γραμματίου. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η εφεσείουσα ήγειρε ένσταση ως προς τη διαφώτιση του υπόβαθρου με αναφορά στις λεπτομέρειες της συμφωνίας της 1/11/91, που δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί ως προσπάθεια συσκότισης του αντικειμένου της 22/3/94.

(δ) Το προΐμιο της συμφωνίας της 22/3/94 προβλέπει ρητά ότι αποκλειστικά αντικείμενο της συμφωνίας ήταν η ρύθμιση των διαφορών που προέκυψαν από την προηγούμενη συμφωνία της 1/11/91. Η δε αναφορά σε “πλήρη και τελείαν εξώφλησιν” θα μπορούσε στο πλαίσιο της συμφωνίας να έχει μια μόνο σημασία, που ήταν η επίλυση πάσης εγερθείσας ή πιθανής διαφοράς μεταξύ των διαδίκων αναφορικά με τις υποχρεώσεις τους που πήγαζαν από τη συμφωνία της 1/11/91.

Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται για τους λόγους που έχουμε ήδη αναφέρει. Η εφεσείουσα καταδικάζεται όπως καταβάλει τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

 

 

Π.

 

 

Δ.

 

 

Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο