Κώστα Ιακώβου ν. Αλέξανδρου Παπαδάκη κ.α. (2000) 1 ΑΑΔ 2079 Κώστα Ιακώβου ν. Αλέξανδρου Παπαδάκη κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10405., 22 Δεκεμβρίου, 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 2079

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10405.

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Δ.

Μεταξύ:

Κώστα Ιακώβου,

Εφεσείοντα

και

1. Αλέξανδρου Παπαδάκη,

2. Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας,

Εφεσιβλήτων.

__________________

22 Δεκεμβρίου, 2000.

Για τον εφεσείοντα: Μ. Βορκάς.

Για τους εφεσίβλητους: Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄

εκ μέρους του Γεν. Εισ.

___________________

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Π. Καλλής.

___________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε σχέση με:

(1) Το ποσό των £60.000 που έχει επιδικασθεί στον εφεσείοντα με την μορφή

γενικών αποζημιώσεων για “πόνο και ταλαιπωρία και απώλεια ανέσεων και

απολαύσεων ζωής”.

 

 

 

(2) Τη λήψη υπόψη, κατά τον υπολογισμό των αποζημιώσεων για την απώλεια

των εισοδημάτων του εφεσείοντα, των ποσών που καταβλήθηκαν σ΄ αυτόν

δυνάμει των διατάξεων του περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμου του 1988

(Ν 114/88).

(3) Την μη επιδίκαση αποζημιώσεων για έξοδα αναγκαίας βοηθού ή νοσοκόμας

και συγκεκριμένα για την υπηρεσία που η μητέρα του εφεσείοντα του

πρόσφερε.

Το τρίτο ζήτημα έχει διευθετηθεί στη διάρκεια της ακρόασης της έφεσης. Ο κ. Μαππουρίδης, εκ μέρους των εφεσιβλήτων, πρότεινε το ποσό των £150 το μήνα για περίοδο 9 μηνών - σύνολο £1350. Η πλευρά του εφεσείοντα έκαμε δεκτή την πρόταση. Επιδικάζουμε, επομένως, ποσό της τάξεως των £1350 σε σχέση με τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει η μητέρα του στον εφεσείοντα.

Για την επύλυση των δύο άλλων θεμάτων θα πρέπει να γίνει αναφορά στα γεγονότα. Ο εφεσίβλητος δέχθηκε πλήρη ευθύνη για τις κακώσεις του εφεσείοντα και η ακρόαση έλαβε χώραν μόνο σε σχέση με το ύψος των αποζημιώσεων.

Το ιστορικό του τραυματισμού του εφεσείοντα και της θεραπείας στην οποία έχει υποβληθεί καταγράφεται με πληρότητα στην πρωτόδικη απόφαση. Μεταφέρουμε το σχετικό απόσπασμα:

“Ενώ ο ενάγων βρισκόταν σε εντεταλμένη υπηρεσία σε στρατιωτική μονάδα της Εθνικής Φρουράς στο Τροόδος σαν μάγειρας, άλλοι συνάδελφοι του ασχολούνταν την ίδια ώρα με τον καθαρισμό του δαπέδου από λεκέδες μπογιάς. Ο εναγόμενος 1, αξιωματικός του στρατοπέδου, έδωσε εντολή να περιλουστεί το δάπεδο με βενζίνη για να γίνει πιο αποτελεσματικός ο καθαρισμός του. Μετά από κάποια ώρα, και ενώ ο ενάγων ασχολείτο με την παρασκευή του φαγητού, έγινε ανάφλεξη. Ο ενάγων ζώστηκε αμέσως στις φλόγες και έρποντας βγήκε καιόμενος σαν λαμπάδα έξω από το μικρό χώρο του μαγειρίου. Συνέχισε να καίεται για μερικά λεπτά μέχρις ότου συνάδελφοι του τον κατέβρεξαν με νερό και ειδοποίησαν ασθενοφόρο το οποίο τον μετάφερε στο Νοσοκομείο Κυπερούντας και αργότερα της Λευκωσίας. Ακολούθησε μια μακρά αλυσίδα από διαφορετικές θεραπείες και επεμβάσεις, τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό, σε μια προσπάθεια να περισωθεί ό,τι απέμεινε από το καμένο κορμί του και να βελτιωθούν οι περιοχές που είχαν καταστραφεί.

.................................. .................................................. ....

Κατά τη μεταφορά του στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας διαπιστώθηκε ότι ο ενάγων είχε υποστεί εκτεταμένα εγκαύματα στην κεφαλή, στο πρόσωπο, στο λαιμό, στο θώρακα και στα άνω και κάτω άκρα. Υπολογίστηκαν σαν εγκαύματα ολικού και μερικού πάχους που καταλάμβαναν περίπου έκταση 40% της επιφάνειας του σώματος του. Η κατάσταση του εκτιμήθηκε σαν πολύ σοβαρή κι αντιμετωπιζόταν με ανάλογη φαρμακευτική αγωγή και συχνές αλλαγές των γαζών στις εγκαυματικές περιοχές. Ο προκαλούμενος πόνος ήταν αβάστακτος, γι΄αυτό και οι αλλαγές γίνονταν αργότερα υπό ολική νάρκωση. Αυτό συνέχισε για ένα μήνα, κατά τον οποίο ο ενάγων έκειτο στο κρεβάτι και αντί τροφής του χορηγούνταν ορροί. Οι πληγές αιμορραγούσαν από παντού και συχνά επροκαλείτο μόλυνση.

Μετά τη σταθεροποίηση της κατάστασης του σε ένα μήνα, δηλαδή στις 10.10.92, στάληκε στην Πλαστική Χειρουργική Μονάδα του Μακάρειου Νοσοκομείου, παρουσιάζοντας ανοικτά τραύματα στις επηρεασθείσες περιοχές για τη σύγκλιση των οποίων υποβλήθηκε σε σειρά πλαστικών χειρουργικών επεμβάσεων από τον δρα Α. Καμμίτση. Οι επεμβάσεις γίνονταν με συχνότητα μιας κάθε εβδομάδα υπό ολική νάρκωση και τοπική θεραπεία πληγών υπό τοπική νάρκωση. Του αφαιρείτο δέρμα από τα πόδια και τα χέρια, ετοποθετείτο σε περιοχές που είχαν περισσότερο επηρεασθεί, υπήρξαν επιπλοκές και αποβολές δέρματος, αλλά και αποδοχές.

Με πρωτοβουλία του Υπουργείου Υγείας, στις 2.2.93 ο ενάγων στάληκε στο Ισραήλ και εισήχθη στο Sheba Medical Center για περαιτέρω διορθωτικές επεμβάσεις. Οι γάζες συνέχισαν να αλλόζονται τακτικά τώρα, χωρίς νάρκωση, αφού το σώμα του ενάγοντα είχε ήδη υπερβεί τα επιτρεπόμενα όρια. Εκεί, υποβλήθηκε σε δύο σημαντικές πλαστικές επεμβάσεις για αφαίρεση των υπερτροφικών ουλών του προσώπου και αντικάτασταση με δερματικό μόσχευμα. Η πρώτη υπήρξε ανεπιτυχής, ενώ η δεύτερη επιτυχής. Κατά την πρώτη, αφαιρέθηκε δέρμα ολικού πάχους από την κάτω πλευρά της κοιλιάς και μεταμοσχεύθηκε στο πρόσωπο, από το οποίο είχε αφαιρεθεί στο ίδιο πάχος ό,τι υπήρχε. Στερεώθηκε με συνδετήρες το δέρμα τούτο. Παρουσιάστηκε σοβαρή αιμορραγία, το δέρμα φαινόταν να μη γίνεται δεκτό, και έτσι τελικά αφαιρέθηκε κάτω από νάρκωση. Δημιουργήθηκε αιμορραγία μετά την ανάσχεση της οποίας ακολούθησε σε λίγες μέρες νέα μεταμόσχευση δέρματος. Τη φορά αυτή αφαιρέθηκε υπό γενική αναισθησία δερματικό μόσχευμα από το πάνω μέρος της κεφαλής και τοποθετήθηκε στο πρόσωπο. Το κενό που δημιουργήθηκε στο κεφάλι καλύφθηκε με δέρμα που λήφθηκε από την πλάτη. Το δέρμα αυτή τη φορά έγινε αποδεκτό από τον οργανισμό στο σημείο όπου τοποθετήθηκε, παρά την εμφανή βέβαια παραμόρφωση που προκάλεσε.

 

Μετά από 14 ημερών περίοδο ανάρρωσης, ο ενάγων επέστρεψε στην Κύπρο και παρακολουθείτο από τον δρα Α. Καμμίτση και αργότερα από την δρα Γεωργία Κουλέρμου. Τον Μάρτιο του 1994 αποστέλλεται και πάλι στο ίδιο ιατρικό κέντρο στο Ισραήλ όπου του γίνονται διορθωτικές επεμβάσεις δέρματος και στα δύο χέρια, όπως και διάνοιξης διόδου στη μύτη από την οποία δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Μετά που επέστρεψε στην Κύπρο, κατά τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, στάληκε ξανά στο Ισραήλ για διορθωτικές επεμβάσεις στα χέρια και στη μύτη, χωρίς όμως επιτυχία. Λόγω της μη ικανοποιητικής γενικά αντιμετώπισης των προβλημάτων του, το Υπουργείο Υγείας αργότερα απέστειλε τον ενάγοντα στην Αγγλία για περαιτέρω επεμβάσεις. Συγκεκριμένα, στις 15.2.96 εισήχθηκε στο Νοσοκομείο BUPA, στο Norwich. Εκεί, για συνεχή περίοδο 5 μηνών, ο νεαρός ενάγων υπέστη τα πάνδεινα. ΄Αλλο υγιές δέρμα δεν υπήρχε διαθέσιμο πλέον στο κορμί του. Για να αναπαραχθεί δέρμα, χρησιμοποιήθηκε μια ιδιάζουσα μέθοδος κατά την οποία τοποθετήθηκε ειδικό μπαλονάκι στο κεφάλι. Δημιουργήθηκε σιγά-σιγά υγρό δέρμα, πλην όμως όταν έφθασε σε όγκο το μέγεθος πορτοκαλιού, από ατυχή συγκυρία έσπασε και έτσι χάθηκε. Τοποθετήθηκε νέο μπαλονάκι στο κεφάλι και άλλο κάτω από τη μασχάλη, η οποία μασχάλη έπρεπε να βρισκόταν για 3 εβδομάδες σε επαφή με το μέτωπο, οπότε αναπόφευκτα και το χέρι του ενάγοντα έπρεπε να βρισκόταν σε ανάλογη στάση ακινησίας. Το κατασκεύασμα που προήλθε από το κεφάλι τοποθετήθηκε στο μέρος του προσώπου, όπου φυτρώνει γενειάδα, το δε άλλο που προήλθε από τη μασχάλη, τοποθετήθηκε στη θέση της μύτης. Σαν αποτέλεσμα, στη θέση της μύτης υπάρχει τώρα ένα ξένο, δύσμορφο κομμάτι σάρκας διαφορετικού χρώματος, στη δε θέση της γενειάδας το ίδιο, όπως είχα και προσωπικά την ευκαιρία να διαπιστώσω βλέποντας τον ενάγοντα στο εδώλιο του μάρτυρα. Μέσω δε της μύτης ελάχιστη ποσότητα αέρα μπορεί να διέλθει, με αποτέλεσμα η μεν αναπνοή να γίνεται σχεδόν αποκλειστικά από το στόμα, η δε όσφρηση να είναι περιορισμένη.”

Τα κατάλοιπα των κακώσεων, η σημερινή κατάσταση του εφεσείοντα μαζί με την πρόγνωση φαίνονται στο ιατρικό πιστοποιητικό της ιατρού Γεωργίας Κουλέρμου η οποία είναι Πλαστική Χειρούργος. Παραθέτουμε αυτούσιο το κυρίως μέρος του πιστοποιητικού:

“Στην τελευταία ιατρική εξέταση η οποία έλαβε χώρα την 2αν Μαΐου 1997 στο Εξωτερικά Ιατρεία της Πλαστικής Χειρουργικής του Νοσοκομείου ‘Αρχ. Μακάριος ΙΙΙ’ Λ/σίας, διαπιστώθηκαν τα εξής:

Α. Περιοχή του Προσώπου και Τριχωτό κεφαλής

1. Η μετωπιαία χώρα φέρει μετεγκαυματική ουλή η οποία είναι ενδεικτική της κατά β΄ σκοπό επουλώσεως του εγκαύματος της περιοχής. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την κακή ποιότητα του δέρματος της μετωπιαίας χώρας και την διχρωμία της περιοχής.

 

Το άνω Τμήμα των παρειών άμφω μέχρι το δέρμα του κάτω βλεφάρου είναι καλυμμένο με μόσχευμα μερικού πάχους το οποίο τοποθετήθηκε για την κάλυψη του εγκαυματικού τραύματος. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια της φυσιολογικής υφής του δέρματος της περιοχής, απώλεια των φυσιολογικών ιδιοτήτων του δέρματος (εφίδρωσης και λίπανσης), απώλεια της φυσιολογικής χροιάς και απώλεια των μιμικών κινήσεων του προσώπου.

2. Η περιοχή του κάτω τμήματος των παρειών άμφω είναι καλυμμένη με τριχωτό δέρμα το οποίο μεταφέρθη από το τριχωτό της κεφαλής.

3. Τα σημεία της προωτιαίας χώρας άμφω δεν καλύπτονται από τρίχες, αποτέλεσμα της τοπικής νεκρώσεως του δέρματος της περιοχής κατά την τελευταία χειρουργική επέμβαση.

4. Η περιοχή της ρινός φέρει δύσμορφες ρικνωτικές ουλές κατά την βάση της, αποτέλεσμα της μη ολοκληρωθείσης τελευταίας επεμβάσεως. Η είσοδος των ρινικών χοανών δεν είναι ανοικτή με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ρινική αναπνοή και ο ασθενής υποχρεούται να αναπνέει από το στόμα.

5. Απώλεια τμήματος της περιφέρειας των πτερυγίων των ώτων, σαν αποτέλεσμα του εγκαύματος.

6. Ρικνωτικές ουλές στις γωνιές του στόματος οι οποίες δεν επιτρέπουν την πλήρη ούτε και ευχερή διάνοιξη του στόματος.

7. Η περιοχή του τριχωτού της κεφαλής φέρει αμφοτεροπλεύρως στις κροταφικές περιοχές μετεγχειρητικές ουλές από προηγηθείσες επεμβάσεις.

 

Β. Περιοχή της δεξιάς, αριστεράς άκρας χειρός όπως και της πηχεοκαρπικής.

1. Η ραχιαία επιφάνεια αμφοτέρων των άκρων χειρών φέρει μετεγκαυματικές ουλές και μετεγχειρητικές ουλές από την τοποθέτηση των μοσχευμάτων για την κάλυψη του εγκαυματικού τραύματος.

2. Στις επιφάνειες αυτές παρατηρείται κακή ποιότητα δέρματος που έχει σαν αποτέλεσμα την αποξήρανση, απολέπινση, εξέλκωση και συνεχή ερεθισμό των τμημάτων στα οποία υπάρχει τάση των ουλών.

3. Ρίκνωση των μεσοδακτυλίων πτυχών και του δέρματος της ραχιαίας επιφάνειας των δακτύλων.

4. Υπεξάρθρημα της 5ης μετακαρποφαλαγγικής αρθρώσεως της αριστεράς άκρας χειρός.

5. Περιορισμός της κινητικότητας και λειτουργικότητας των άκρων χειρών και μείωση της απτικής ικανότητας λόγω της παθολογικής υφής του δέρματος.

 

Γ. Περιοχή των αντιβραχίων.

1. Στις περιοχές των αντιβραχίων παρατηρούνται μετεγκαυματικές ουλές στην περιοχή του δεξιού αντιβραχίου από την τοποθέτηση δερματικών μοσχευμάτων.

2. Μετεγχειρητικές ουλές από την λήψη των δερματικών μοσχευμάτων.

 

Δ. Περιοχή των βραχιόνων άμφω.

Στις περιοχές αμφοτέρων των βραχιόνων παρατηρούνται μετεγκαυματικές ουλές από την λήψη των μοσχευμάτων και από την δημιουργία του σωληνωτού κρημνού από την επιφάνεια του αριστερού βραχίονα για την κάλυψη της ρινός.

 

Ε. Περιοχή των μηρών.

Μετεγκαυματικές ουλές στην πρόσθια και οπίσθια επιφάνεια του δεξιού μηρού και μετεγκαυματικές ουλές στην πρόσθια επιφάνεια του αριστερού μηρός.

 

ΣΤ. Περιοχή της προσθίας επιφάνειας του κορμού.

΄Εντονες μετεγχειρητικές ουλές στην περιομφαλική χώρα και στο υπογάστριο που αντιστοιχούν σε περιοχή από την οποία ελήφθησαν μοσχεύματα ολικού πάχους.

 

Ζ. Περιοχή της οπίσθιας επιφάνειας του κορμού.

Μετεγχειρητικές ουλές στις περιοχές αμφοτέρων των γλουτών από την λήψη μοσχευμάτων.

Η παρούσα τοπική κατάσταση η οποία διεμορφώθη ένεκα των μετεγκαυματικών ουλών, μετεγχειρητικών ουλών και χειρουργικών επεμβάσεων έχει ως εξής:

1. Εγκατάσταση μετεγχειρητικών και μετεγκαυματικών ουλών στις περιοχές οι οποίες έχουν περιγραφεί.

2. Απώλεια της φυσικής χροιάς, υφής και ιδιοτήτων του δέρματος σε όλες τις περιοχές που έχουν τοποθετηθεί μοσχεύματα ή έχουν χειρουργηθεί. Αποτέλεσμα ο ασθενής να παρουσιάζει διχρωμία του δέρματος στα διάφορα μέρη του σώματος, απώλεια της ιδιότητας της εφίδρωσης ώστε να υποφέρει στη ζέστη και να προκαλούνται φαινόμενα όπως καύσος, φαγούρα, ξηρότητα και απολέπινση.

3. Η ξηρότητα αυτή και ο συνεχής ερεθισμός του δέρματος προκαλεί ασταθείς ουλές οι οποίες θα έχουν τον συνεχή κίνδυνο της κακοήθους εξαλλαγής των ουλών σε ακανθοκυτταρικά καρκινώματα του δέρματος.

4. Λόγω της απώλειας του φυσιολογικού δέρματος του προσώπου και της κάλυψης με μοσχεύματα, έχουν απολεσθεί οι μιμικές κινήσεις του προσώπου και οι κινήσεις της έκφρασης. Αποτέλεσμα είναι η απώλεια της εκφραστικής ικανότητας του προσώπου και η μη συμμετοχή του δέρματος του προσώπου στην συναισθηματική έκφραση του ασθενούς. Η τοπική κατάσταση προσομοιάζει με ‘μάσκα’, δηλαδή ο ασθενής φαίνεται σαν να φορά μάσκα πάνω στο πρόσωπο του.

5. Μείωση της λειτουργικότητας των άκρων χειρών λόγω των μετεγκαυματικών ουλών που έχει σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό της κινητικότητας σε ένα βαθμό.

6. Αδυναμία ρινικής αναπνοής και χρήση του στόματος για την λειτουργία της αναπνοής. Αυτό δεν επιτρέπει στον ασθενή ιδιαίτερη σωματική άσκηση λόγω της εύκολης κόπωσης η οποία επέρχεται. Ως εκ τούτου, περιορίζεται η δραστηριότητα του που θα παίξει σημαντικό ρόλο στην επιλογή της εργασίας του.

7. Ψυχολογικά προβλήματα ευερεθιστότητας, έντονου θυμού και κατάθλιψης που έχουν σχέση με την καινούργια όψη την οποία παρουσιάζει ο ασθενής λόγω των εγκαυμάτων που υπέστη και τα οποία θα τον ακολουθούν σε όλη του τη ζωή.

8. Μετά τις τελευταίες επεμβάσεις στου ασθενούς, οι οποίες έγιναν στο Bupa Hospital, Norwich, από τον Dr. O’ Neil, διεπιστώθη ότι ο ασθενής πάσχει από αιμορραγική κατάσταση η οποία δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί. Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου παρουσίασε έντονη αιμορραγία όπου κινδύνευσε η ζωή του. Στη συνέχεια έγιναν εξετάσεις για να διαπιστωθούν οι λόγοι της αιμορραγίας, τόσο στο Νοσοκομείο που νοσηλεύθηκε, όσο και στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, χωρίς να έχει βρεθεί η αιτία. Αυτό το σημείο θα είναι αποτρεπτικό για τις μετέπειτα χειρουργικές του επεμβάσεις.

9. Επίσης κατά τα τελευταία του χειρουργεία, παρουσίασε έντονη δυσκολία ανάνηψης, πιθανώς λόγω των πολλών ναρκώσεων οι οποίες του έχουν χορηγηθεί και χρειάστηκε να νοσηλευτεί μετεγχειρητικά σε Μονάδα Εντατικής Παρακολούθησης μέχρι να ανανήψει. Αυτή η κατάσταση πιθανόν να επιβάλλει την τοπική αναισθησία στις επεμβάσεις που θα ακολουθήσουν, κάτι που θα περιορίζει και το είδος των επεμβάσεων.

Πρόγνωση:

    • Οι ουλές τις οποίες εμφανίζει ο ασθενής θεωρούνται πλέον ότι δεν θα έχουν βελτίωση με φυσική πορεία, παρά μόνο χειρουργικά.
    • Θα χρειαστούν επί πλέον χειρουργικές επεμβάσεις για την αισθητική και λειτουργική αποκατάσταση των διαφόρων τμημάτων του σώματος του, κάποιες από τις οποίες θα συνεχίζονται σε όλη του την ζωή και θα είναι αποτέλεσμα των ρικνώσεων οι οποίες θα προκύπτουν.
    • Λόγω των δύο προβλημάτων, της δυσκολίας της ανάνηψης και της αιμορραγικής προδιάθεσης, τίθεται έντονος προβληματισμός κατά πόσο και με ποιούς τρόπους θα μπορούσαν να συνεχίσουν οι χειρουργικές επεμβάσεις.
    • Η κοινωνική και επαγγελματική ζωή του ασθενούς θα περιορίζεται στα όρια που του επιτρέπει η μετεγκαυματική του κατάσταση. Επαγγελματικά θα εξαρτηθεί από παράγοντες όπως η εύκολη σωματική κόπωση, η στοματική αναπνοή, ο περιορισμός της λειτουργικότητας των άκρων χειρών, η αδυναμία παραμονής στον ήλιο, και η αισθητική του προσώπου.”

Ανάμεσα στις σωματικές κακουχίες τις οποίες υπέστη ο εφεσείων συγκαταλέγεται και ζημιά στους οδόντες. Σύμφωνα με ιατρική βεβαίωση μετά τις επανειλημμένες πλαστικές εγχειρήσεις στο πρόσωπο και την τοποθέτηση μάσκας για μεγάλο χρονικό διάστημα, δημιουργήθηκε ορθοδοντικό ιατρογενές πρόβλημα. Γι΄ αυτό ο εφεσείων υποβλήθηκε σε ορθοδοντική θεραπεία για αποκατάσταση του προβλήματος.

Οι προαναφερθείσες καταστάσεις, στις οποίες είχε εμπλακεί ο εφεσείων, του προκάλεσαν, εκτός των σωματικών κακώσεων και σωρεία ψυχολογικών προβλημάτων. Τις περιγράφει με επάρκεια ο Ειδικός Νευρολόγος-Ψυχιάτρος Νεόφυτος Παπανεοφύτου, σε σχετικό πιστοποιητικό που εξέδωσε στις 22.11.93, ως εξής:

“... Ο πιο πάνω παρακολουθείτο στο Μακάρειο Νοσοκομείο από τις 18.12.93 μέχρι 1.2.93 λόγω σοβαρής Μελαγχολικής αντίδρασης σαν αποτέλεσμα των εγκαυμάτων που παραμόρφωσαν, το πρόσωπο του και άλλα μέρη του σώματος του.

Η εικόνα του σώματος και του εαυτού του άλλαξε από την μια στιγμή στην άλλη και ο Κώστας ήταν αδύνατο να δεχτή τον εαυτό του όπως τον έβλεπε και ένιωθε. Παρουσίαζε έντονα μελαγχολική διάθεση και συνεχώς έκανε σκέψεις αυτοκτονίας. Τις πρώτες βδομάδες της παρακολούθησης, αρνείτο να φάει ή να πιεί και συντηρείτο με ορρούς.

Κατά διαστήματα έκλαιγε απαρηγόρητα, φώναζε και δεν συνεργαζόταν με τη θεραπεία του ενώ κατά την διάρκεια των συναισθηματικών αυτών κρίσεων σε μερικές περιπτώσεις έβγαζε τον ορρό.

Δόθηκε Ψυχολογική υποστήριξη στον ίδιο και την οικογένεια του, καθώς επίσης αντικαταθλιπτική φαρμακευτική αγωγή. Τα πιο πάνω εξ΄ όσων έμαθα συνεχίζονται μέχρι σήμερα, με θεραπεύοντα Ψυχίατρο τον Δρα Γ. Καραβία.

Πρέπει να τονιστεί ότι η Ψυχική κατάσταση του ασθενή είναι έντονα και βαθειά διαταραγμένη. Περιλαμβάνει όχι μόνο μελαγχολικό συναίσθημα και ιδέες και τάσεις αυτοκτονίας αλλά και τραυματική αλλοίωση της εικόνας του εαυτού, που περιλαμβάνει το σωματικό και Ψυχολογικό εγώ, τα όνειρα, τις επιδιώξεις και προσδοκίες του, από τον εαυτό του και τη ζωή.

Το γεγονός ότι υποβαλλόταν και υποβάλλεται ακόμα σε συνεχείς χειρουργικές επεμβάσεις, προσθέτει συνεχώς στην αγωνία και το άγχος του.

Το γεγονός ότι έχουν παραμείνει ουλές στο πρόσωπο και στο σώμα, που παραμορφώνει τα χαρακτηριστικά του συμβάλλει στην συνέχιση της μελαγχολικής κατάστασης.

Η πρόγνωση είναι πτωχή. Προβλέπεται ότι ο Κώστας θα συνεχίσει για πολλά χρόνια να έχει ανάγκη Ψυχολογικής και Ψυχιατρικής στήριξης και βοήθειας ενώ τα ψυχολογικά τραύματα απότοκα του ατυχήματος, θα τον ακολουθούν σε όλη του την ζωή.”

Για την κατάσταση του έδωσε μαρτυρία και ο ίδιος ο εφεσείων. Το πιο κάτω απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση δίνει πολύ παραστατικά την εικόνα:

“Βέβαια, κανένας γιατρός όσο έμπειρος, ακριβολόγος και καταρτισμένος και να είναι δεν θα μπορούσε να περιγράψει το τι αισθανόταν και συνεχίζει να αισθάνεται ένας ασθενής, καλύτερα από ότι μπορεί να περιγράψει ο ίδιος. Οι συγκλονιστικές εμπειρίες που περιέγραψε ο ενάγων έχουν αποτυπωθεί στα σχετικά πρακτικά. Η παράθεση τους στην Απόφαση αυτή θα την καθιστούσε ακόμα πιο ογκώδη. Δεν θα μπορούσα όμως να αποφύγω να αναφερθώ σε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Αναφερόταν, για παράδειγμα, ο ενάγων στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε στο στόμα του. Και είπε:

‘Το στόμα μου δεν μπορεί πλέον να ανοίξει κανονικά. Δεν μπορώ ακόμα ούτε και να γελάσω. Αλλά βέβαια αυτό δεν είναι πρόβλημα, αφού δεν έχω πλέον κανένα λόγο να γελώ ...’.

Αναφορόμενος κάπου αλλού στην κατάθεση του στην ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρισκόταν, ο ενάγων είπε και τα εξής:

‘Οι πόνοι ήσαν από έντονοι μέχρι και φρικτοί. Αισθανόμουν άοπλος, ανίκανος να αντιδράσω. Πολλές ήταν οι φορές που σκέφτηκα την αυτοκτονία, δεν άντεχα άλλο τους πόνους. Αλλά, ήμουν ανίκανος ακόμα και να αυτοκτονήσω.’

Σε σχέση με προβλήματα τα οποία του προκλήθηκαν στην προσπάθεια του να επανακτήσει κάποια επαφή με την κοινωνία, ο ενάγων κατάθεσε και τα εξής χαρακτηριστικά:

‘.... Όταν βγήκα από το Νοσοκομείο, είδα ότι η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να με δεκτεί, επειδή ήμουν διαφορετικός. Αν μου είχαν μείνει κάποιες δυνάμεις, άρχισα να τις χάνω. Οι συγχωριανοί μου έλεγαν στα παιδιά τους πως αν δεν έτρωγαν όλο το φαί τους θα ερχόταν ο Κώστας να τους φάει. Φορούσα πιεστικές μάσκες στο πρόσωπο, στα χέρια, στα άκρα για περίπου 3 χρόνια .........................

Στο γήπεδο δεν τολμώ πλέον να πάω. Μια φορά που δοκίμασα, όλοι με έβλεπαν περίεργα. ΄Ενας έλεγε ότι φορούσα μάσκα, κάποιος άλλος προσπάθησε να μου αφαιρέσει το κομμάτι δέρματος από το πρόσωπο, νομίζοντας ότι ήταν μάσκα ...................

Εσείς εδώ (δηλαδή το Δικαστήριο) έχετε κάποιο επίπεδο. Βλέπετε κάτι το παράξενο, αλλά τουλάχιστον κάνετε ότι δεν βλέπετε. Η κοινωνία είναι όμως πολύ σκληρή ..............................”.

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατά τον υπολογισμό του ύψους του ποσού των γενικών αποζημιώσεων για πόνο, ταλαιπωρία και απώλεια ανέσεων και απολαύσεων της ζωής υπέδειξε ότι η περίπτωση του εφεσείοντα είναι από τις χειρότερες που έχουν εμφανισθεί στα χρονικά των δικαστηρίων. Στην εμπεριστατωμένη απόφαση του προσέγγισε το θέμα ως εξής:

“Πρέπει να ομολογήσω ότι αυτή η πτυχή των γενικών αποζημιώσεων η οποία αφ΄ εαυτής είναι η πιο δύσκολη στην επιμέτρηση και μετατροπή σε χρήμα, καθίσταται ακόμα δυσκολότερη στην περίπτωση αυτού του ενάγοντα. Χρησιμοποιώντας λεκτικό αρκετά παρόμοιο με εκείνο που είχε χρησιμοποιήσει το Εφετείο στην υπόθεση Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66 θα έλεγα το εξής: Ουσιαστικά καλείται εδώ το Δικαστήριο ν΄ αποζημιώσει ένα νέο άνθρωπο - 18 ετών όταν συνέβηκε το ατύχημα - για τα πάνδεινα που υπέστη, την κατασπατάληση της καλύτερης ίσως περιόδου της ζωής του, της νιότης του σε νοσοκομεία, κλινικές με επώδυνες επεμβάσεις και τελικά την μετατροπή του από ένα υγιές, ευπαρουσίαστο νέο άτομο, γεμάτο ελπίδες και όνειρα, σε ένα παραμορφωμένο ανάπηρο. Σε ένα άτομο με πλειάδα προβλημάτων, περιορισμών, αδυναμιών και απαγορεύσεων, και με οριστική απώλεια ουσιαστικών απολαύσεων που για άλλους ανθρώπους της ηλικίας του είναι δεδομένες. Την έξοδο, την διασκέδαση, την εξεύρεση ερωτικού συντρόφου, την δημιουργία οικογένειας, κοινωνικής ζωής, την εργασία και πρόοδο. Και ακόμα, την απώλεια μέρους αισθήσεων, όπως της όσφρησης, της αφής. ΄Ολα ακόμα τα προβλήματα από την παραμόρφωση. Ο φόβος για το τι επιφυλάσσει το αύριο, μια ενδεχόμενη ίσως επιδείνωση της κατάστασης του λόγω της υπερβολικής ευαισθησίας του δέρματος. ΄Ισως απαιτηθούν ακόμα νέες χειρουργικές επεμβάσεις στο τόσο ταλαιπωρημένο κορμί του.

Δεν υπάρχει νομίζω αμφιβολία ότι η περίπτωση του ενάγοντα ως προς και αυτή τη πτυχή, είναι από τις χειρότερες που έχουν εμφανισθεί στα χρονικά των Δικαστηρίων. Δεχόμενος την κατάσταση αυτή πραγμάτων, ο συνήγορος των εναγομένων δέχθηκε ότι η απονομή αποζημιώσεων αναμένεται να είναι δικαιολογημένα ψηλή.

΄Οπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, πρόσφατες αποφάσεις των Δικαστηρίων αποκαλύπτουν μια σταθερή άνοδο του επιπέδου των γενικών αποζημιώσεων, τάση που αντανακλά μεγαλύτερη ευαισθησία για τον ανθρώπινο πόνο, την αγωνία της αναπηρίας και τη ψυχική οδύνη λόγω της περιθωριοποίησης από τις συνήθεις δραστηριότητες του ανθρώπου (Βλ. π.χ. Φοινικαρίδης & άλλη ν. Γεωργίου & άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, Κωνσταντίνου ν. Ιωάννου (1993) 1 Α.Α.Δ. 669). Παραμένει πάντα βέβαια σταθερή και η άλλη αρχή ότι οι αποζημιώσεις πρέπει να είναι κοινωνικά παραδεκτές, στοχεύοντας στην αποκατάσταση και όχι στην τιμωρία. Έρευνα στην Κυπριακή νομολογία δεν φαίνεται να αποκαλύπτει απονομή αποζημιώσεων για παρόμοιας φύσης και έκτασης εγκαύματα με αυτά που υπέστη ο ενάγων. Ο συνήγορος των εναγομένων εισηγήθηκε άντληση καθοδήγησης από υποθέσεις πρόκλησης παραπληγίας μειωμένης σε κάποιο ποσοστό, κατά περίπου 30%. Παρά την πρόκληση βέβαια στον ενάγοντα και κάποιας μορφής σωματικής αναπηρίας, ίσως η αναλογία με παραπληγία τόσο από άποψη τελικών καταλοίπων όσο και πρόκλησης πόνου, ταλαιπωρίας και απώλειας ανέσεων, να μην είναι η καλύτερη που προσφέρεται.”

Αφού στάθμισε κάθε σχετικό παράγοντα το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα ποσό της τάξης των £60.000 δεν θα ήταν εξωπραγματικό και θα συνιστούσε ένα ορθό και δίκαιο υπολογισμό του ύψους του ποσού της πτυχής των γενικών αποζημιώσεων για πόνο, ταλαιπωρία και απώλεια ανέσεων και απολαύσεων της ζωής.

Η έφεση.

Ο κ. Βορκάς, εκ μέρους του εφεσείοντα, υπέβαλε ότι το ποσό των £60.000 που επιδικάσθηκε στον εφεσείοντα “είναι μηδαμινό για να καλύψει την περίπτωση του εφεσείοντα”. Εφόσον για τα “μελλοντικά έξοδα φαρμακευτικών σκευασμάτων έχει επιδικασθεί στον εφεσείοντα ποσό £79.488 πόσα - διερωτήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος - θα πρέπει να πάρει ο εφεσείων χωρίς πλέον ανθρώπινη μορφή για να αποκατασταθεί για τους συνεχιζόμενους πόνους, την αγωνία των αναπηριών του, την ψυχική οδύνη του από την περιθωριοποίηση του, τη γνώση του για παντελή αδυναμία του να εργασθεί, την έλλειψη και κατά μεγάλη πιθανότητα αδυναμία του να εξεύρει ερωτικό σύντροφο, το μεγάλο ενδεχόμενο να μην ξυπνήσει από μια νέα νάρκωση, τον κίνδυνο να υποστεί καρκίνο και τόσο άλλα όπως περιγράφουν οι γιατροί στις μαρτυρίες τους;”

Σκοπός της επιδίκασης αποζημιώσεων είναι να δοθεί στον ενάγοντα αποζημίωση για την ζημιά, απώλεια ή βλάβη που έχει υποστεί. Ο κανόνας αυτός έχει την προέλευση του στην απόφαση του Lord Blackburn στην Livingstone v. Rawyards Coal Co. (1880) 5 App. Cas. 25, 39, στην οποία προσδιόρισε το μέτρο των αποζημιώσεων ως “εκείνο το χρηματικό ποσό το οποίο θα θέσει τον βλαβέντα διάδικο στην ίδια θέση στην οποία θα βρισκόταν αν δεν είχε υποστεί τη βλάβη για την οποία τώρα λαμβάνει την αποζημίωση ή αποκατάσταση”.

Οι αρχές που διέπουν τον προσδιορισμό των αποζημιώσεων συνοψίζονται στην απόφαση του Πική, Δ. - όπως ήταν τότε - στην Paraskevaides (Overseas) Ltd and Another v. Christofi (1982) 1 C.L.R. 789, 793. Παραθέτουμε σε μετάφραση το σχετικό απόσπασμα:

“Στόχος των αποζημιώσεων που επιδικάζονται είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη στην απώλεια και στη ζημιά του διαδίκου που τραυματίστηκε χωρίς να εναποτίθεται υπέρμετρο βάρος πάνω στον αδικοπραγούντα. (Βλ. Fletcher v. Autocar Transporters Ltd (1968) 1 All E.R. 726, Constantinou v. Salahouris (1969) 1 C.L.R. 416). Με άλλες λέξεις, το ποσό που επιδικάζεται πρέπει να είναι κοινωνικά αποδεκτό. Συνεπώς, η κοινωνική δεοντολογία κατά τον ουσιώδη χρόνο είναι σε κάθε περίπτωση παράγοντας σχετικός προς το έργο μας ειδικά σε σχέση με μη χρηματική απώλεια. Η χρηματική ζημιά, ως περισσότερο επιδεκτική μαθηματικού υπολογισμού εξαρτάται λιγότερο από κοινωνικά κριτήρια. Στόχος του εγχειρήματος είναι η κατάληξη, στο τέλος της πορείας, σε αριθμό που είναι δίκαιος και εύλογος κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης.”

(Βλ. και Fysco Constructing Co. Ltd v. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1014, 1028 και Μιχαήλ ν. Φίλιος Γ. Συκοπετρίτης Λτδ., Πολιτική ΄Εφεση 10377 και 10381/29.6.2000).

Η αποζημίωση για αστικά αδικήματα δεν έχει σκοπό την τιμωρία αλλά την αποκατάσταση. Αυτή τούτη η ατέλεια του χρήματος ως μέσου για αποκατάσταση, δεν πρέπει να επενεργεί προς επαύξηση των αποζημιώσεων (Βλ. Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66, 74).

Η κρινόμενη περίπτωση, όπως ορθά παρατήρησε το πρωτόδικο δικαστήριο, είναι από τις χειρότερες που έχουν εμφανισθεί στα χρονικά των δικαστηρίων.

Τα κύρια στοιχεία τα οποία καθιστούν την περίπτωση του εφεσείοντα πρωτοφανή είναι:

(α) Η έκταση των κακώσεων.

(β) Η μακρά και επώδυνη θεραπεία στην οποία έχει υποβληθεί η οποία

περιλάμβανε μεγάλο αριθμό διορθωτικών πλαστικών επεμβάσεων

και μεταμοσχεύσεων δέρματος.

(γ) Τα σωματικά και ψυχολογικά κατάλοιπα των κακώσεων όπως έχουν

προσδιοριστεί από την ιατρική μαρτυρία.

(δ) Η ανάγκη για επιπλέον χειρουργικές επεμβάσεις για την αισθητική και

λειτουργική αποκατάσταση των διάφορων τμημάτων του σώματος του,

κάποιες από τις οποίες θα συνεχίζονται σε όλη του την ζωή και θα είναι

αποτέλεσμα των ρικνώσεων οι οποίες θα προκύπτουν.

(ε) Η υπερευαισθησία που προκλήθηκε στο δέρμα του σώματος του

εφεσείοντα με αποτέλεσμα να επηρεάζεται από τις καιρικές συνθήκες

και να χρήζει συστηματικής ενυδάτωσης και προστασίας, με τη χρησιμο-

ποίηση φαρμακευτικών σκευασμάτων (κρεμών κλπ.) για όλη του τη ζωή.

(στ) Η έκταση της παραμόρφωσης του εφεσείοντα και οι συνεπαγόμενοι

περιορισμοί στην κοινωνική και προσωπική του ζωή.

Πρέπει να λεχθεί ότι το Εφετείο δεν δικαιολογείται να επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου όσον αφορά τις αποζημιώσεις, εκτός αν πεισθεί είτε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε με βάση λανθασμένες νομικές αρχές, είτε ότι το ποσό των αποζημιώσεων είναι τόσο έκδηλα υπερβολικό ή τόσο έκδηλα ανεπαρκές ούτως ώστε να καθίσταται παντελώς λανθασμένος ο υπολογισμός των αποζημιώσεων των οποίων δικαιούται ο ενάγων (βλ. Ioannou v. Howard (1966) 1 C.L.R. 45, Antoniou v. Iordanous and Another (1976) 1 C.L.R. 341, Φοινικαρίδης κ.α. ν. Γεωργίου κ.α. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, Κωνσταντίνου ν. Σταύρου (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 453, Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους, Πολιτική ΄Εφεση 9117/18.4.97 και Παναγιώτου ν. Φραγκίσκου κ.α., Πολιτική ΄Εφεση 9320/30.4.99).

Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει επιδείξει μια σταθερή άνοδο του επιπέδου των γενικών αποζημιώσεων. ΄Εχει τονίσει την ανάγκη για μια πιο δίκαιη και φιλελεύθερη αποτίμηση του ανθρώπινου πόνου και των πολλαπλών στερήσεων που προκαλούν οι αναπηρίες στα θύματα της αμέλειας (Βλ. Ioannou and Paraskevaides (Overseas) (πιο πάνω), Παναγή ν. Θεοδώρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239, Παναγιώτου (πιο πάνω), Αριστοδήμου ν. Θωμά, Πολιτική ΄Εφεση 9320/30.4.99, Μαϊττα ν. Γεωργίου κ.α., Πολιτική ΄Εφεση 8499/9.1.99 και Βρυωνίδη ν. Σωφρονίου, Πολιτική ΄Εφεση 9479/23.9.97). Προηγούμενες αποφάσεις δεν αποτελούν δεσμευτικό προηγούμενο υπό την έννοια της αρχής του stare decisis αλλά παρέχουν καθοδήγηση (βλ. Παναγή, πιο πάνω). Πρέπει, επίσης, να λαμβάνεται υπόψη η συνεχής μείωση της αξία του χρήματος (βλ. Παναγιώτου, πιο πάνω).

Ο εφεσείων ήταν 18 ετών κατά το χρόνο του ατυχήματος και 24 ετών κατά τη δίκη. ΄Εχει υποστεί εκτεταμένες κακώσεις οι οποίες είχαν σαν αποτέλεσμα την υποβολή του σε μακρά και επώδυνη θεραπεία. Τα κατάλοιπα από τις κακώσεις θα τον συνοδεύουν σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Η σοβαρότητα των καταλοίπων είναι τέτοια που έχει θέσει για πάντα τον εφεσείοντα στο περιθώριο. Δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στην μεταμόρφωση του εφεσείοντα η οποία έχει καταλυτικές επιπτώσεις στην κοινωνική και προσωπική του ζωή. Δίνουμε, επίσης, βαρύτητα στο γεγονός ότι δεν θα λήξουν ποτέ τα δεινά του εφεσείοντα οσάν αφορά τον σωματικό πόνο. Θα συνεχίσει να υποβάλλεται σε χειρουργικές επεμβάσεις και θα χρησιμοποιεί καθημερινά φαρμακευτικά σκευάσματα.

Λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών παραγόντων και των στοιχείων που έχουμε προσδιορίσει πιο πάνω θεωρούμε ότι το επιδικασθέν ποσό των £60.000 είναι έκδηλα ανεπαρκές για να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί δίκαιη και εύλογη αποζημίωση για τις κακώσεις που υπέστει ο εφεσείων και για τα κατάλοιπα των κακώσεων που θα τον συνοδεύουν μόνιμα. Το ποσό των £60.000 πρέπει να αντικατασταθεί με ποσό £100.000.

Στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με το δεύτερο - και τελευταίο - ζήτημα που εγείρεται για εξέταση στην παρούσα έφεση.

Με το σχετικό λόγο της έφεσης ο κ. Βορκάς αμφισβήτησε την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου να συνυπολογίσει στην αποζημίωση που επεδίκασε στον εφεσείοντα, αναφορικά με την απώλεια απολαβών του, τα ποσά τα οποία του καταβλήθηκαν και συνεχίζοντο να του καταβάλλονται από το Ταμείο Ανακουφίσεως Παθόντων (το Τ.Α.Π.) δυνάμει του περί Ανακουφίσεων Παθόντων Νόμου του 1988 (Ν 114/88) (ο Νόμος).

Θα αναφερθούμε σε μεταγενέστερο στάδιο στις εισηγήσεις του κ. Βορκά προς υποστήριξη του πιο πάνω λόγου της έφεσης.

Το πρωτόδικο δικαστήριο παρέπεμψε στα άρθρα 61(1) και 65 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 και στις υποθέσεις Mitheo Ltd v. Koudounas (1988) 1 C.L.R. 796, Plummer v. P.W. Wilkins & Son Ltd (1981) 1 All E.R. 91 και Lincoln v. Hayman and Another (1982) 1 W.L.R. 488. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σχετική χορήγηση από το Τ.Α.Π. πρέπει να αφαιρείται από την υπολογιζόμενη αποζημίωση για ειδικές άλλα και για γενικές αποζημιώσεις. Σαν αποτέλεσμα αυτής της κατάληξης του το πρωτόδικο δικαστήριο αφαίρεσε από το ποσό που αντιπροσωπεύει την απώλεια απολαβών μέχρι τη δίκη και από το ποσό που αντιπροσωπεύει την απώλεια απολαβών μετά τη δίκη (για περίοδο 15 ετών) το ποσό της μηνιαίας χορηγίας από το Τ.Α.Π..

Το αγγλικό κοινοδίκαιο έχει αναγνωρίσει δύο παροχές οι οποίες δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των αποζημιώσεων. Αυτές είναι: το προϊόν ασφαλιστικού συμβολαίου και το προϊόν φιλανθρωπίας (the proceeds of benevolence) (Βλ. Nabi v. British Leyland (U.K.) Ltd (1980) 1 W.L.R. 529, 532).

Στη θεμελιακή απόφαση Parry v. Cleaver (1970) A.C. 1 (H.L.) επεξηγείται (στη σελ. 14) ότι ο πραγματικός και ουσιαστικός λόγος για τον οποίο οι εισπράξεις δυνάμει ασφαλιστικού συμβολαίου δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι γιατί ο ίδιος ο ενάγων τις έχει αγοράσει και ότι θα ήταν άδικο και παράλογο να κριθεί ότι τα χρήματα τα οποία με σύνεση δαπάνησε για πληρωμή ασφαλίστρων και το εξ΄ αυτών όφελος θα προκύψει προς όφελος του αδικοπραγήσαντος.

Σε σχέση με το προϊόν φιλανθρωπίας επεξηγείται (βλ. σελ. 14) ότι θα ήταν αηδιαστικό για το αίσθημα δικαιοσύνης του μέσου ανθρώπου και επομένως αντίθετο με τη δημόσια πολιτική, να μειωθούν οι αποζημιώσεις του θύματος έτσι ώστε να μη επωφεληθεί τίποτε από τη φιλανθρωπία των φίλων του ή των συγγενών του ή του κοινού εν γένει και ότι ο μόνος που θα επωφεληθεί θα είναι ο αδικοπραγήσας.

Πριν από την απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής της Βουλής των Λόρδων στην British Transport Commission v. Gourley (1956) A.C. 185 τα δικαστήρια, κατά το κοινοδίκαιο, δεν προέβαιναν σε αφαίρεση από τις αποζημιώσεις που επεδίκαζαν στο θύμα αστικού αδικήματος για την απώλεια της εισοδηματικής του ικανότητας γιατί μέρος της απώλειας του είχε καταβληθεί ή θα του καταβαλλόταν με τη μορφή ωφελημάτων από τρίτους με τους οποίους ο εναγόμενος δεν είχε οποιαδήποτε σχέση. Ωστόσο η υπόθεση Gourley (πιο πάνω) εγκαινίασε μια τάση η οποία ευνοούσε τις αφαιρέσεις. ΄Ετσι στις υποθέσεις Lindstedt v. Wimborne S.S. Co. (1949) 83 Ll.L.R. 19 και Foxley v. Olton (1965) 2 Q.B. 306 το ανεργιακό επίδομα αφαιρέθηκε πρωτόδικα και από το Εφετείο στην Parsons v. B.N.M. Laboratories (1969) 1 Q.B. 306. Οι δύο πρώτες αποφάσεις αφορούσαν υποθέσεις σωματικής βλάβης. Η τελευταία ήταν υπόθεση παράνομης απόλυσης. Το Εφετείο έκρινε ότι δεν θα ήτο ρεαλιστικό να αγνοηθεί το επίδομα ανεργίας.

Σύμφωνα με τον McGregor on Damages, 15η έκδοση, παραγ. 1481, αυτή η τάση έχει κάπως διακοπεί από την κατά πλειοψηφία απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής της Βουλής των Λόρδων στην Parry v. Cleaver (πιο πάνω) με την οποία όλες οι πιο πάνω αποφάσεις έχουν τεθεί σε κίνδυνο. Σταδιακά όμως η πιο πάνω τάση άρχισε και πάλι να αναβιώνει (βλ. Nabi v. British Leyland U.K. (πιο πάνω), Lincoln (πιο πάνω) και Westwood v. Secretary of State for Employment (1985) A.C. 20). Στη Νabi (πιο πάνω) το Εφετείο ακολούθησε την Parsons (πιο πάνω) παρόλο ότι υπέδειξε ότι η τελευταία έπρεπε να αναθεωρηθεί από τη Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων. Παρά την τελευταία θέση που διατυπώθηκε στη Nabi (πιο πάνω) τα δικαστήρια με αυξητική τάση ελάμβαναν υπόψη έναντι της απώλειας εισοδημάτων τα παράπλευρα (collateral) οφέλη που παρέχονται δυνάμει νομοθεσίας άλλης από την περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νομοθεσία. Το πρώτο ήταν το συμπληρωματικό όφελος που παρέχεται δυνάμει της Supplementary Benefits Act, 1976. ΄Ηταν αντικείμενο εξέτασης στην Lincoln (πιο πάνω). Στον ενάγοντα είχε καταβληθεί χορηγία δυνάμει του αρ. 1 της Supplementary Benefits Act, 1976 για την περίοδο μεταξύ του ατυχήματος και της δίκης. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη χορηγία κατά τον καθορισμό των αποζημιώσεων. Το Εφετείο εξέτασε την αρχή που διέπει τα συμπληρωματικά οφέλη (supplementary benefits). Μετά από ταλάντευση ανάμεσα στην αφαίρεση και τη μη αφαίρεση το Εφετείο επικύρωσε την πρώτη λύση. Εξέτασε την αρχή του ζητήματος και κατέληξε στο καθαρό συμπέρασμα ότι η αφαίρεση ήταν η πρέπουσα λύση. ΄Εθεσε το ερώτημα κατά πόσο με την παροχή του οφέλους το κοινοβούλιο είχε πρόθεση όπως ο ενάγων απολαμβάνει το όφελος ανεξάρτητα από την καταβολή αποζημιώσεων. Και συνέχισε ως εξής στη σελ. 492:

“The principle is clear. A plaintiff is entitled to compensation for the loss he has suffered by reason of a tort. No more and no less. A plaintiff cannot recover more than he has lost. On the other hand completely collateral benefits are to be left out of account. Whether benefits are or are not collateral depends upon whether or not they are too remote, and in considering that question the court will always look at the realities: see Bristish Transport Commission v. Gourley (1956) A.C. 185. Two types of benefit have generally been excluded, sums received under insurance policies since they are payable by reason of the plaintiff’s contractual rights against the insurance company, and sums coming to him by benevolence. The latter have not been deducted because it is presumed that the benefactor intended that they should not be deducted.

Where, as here, there is no indication in the statute as to the intention of Parliament I ask myself whether the payment of supplementary benefit is so remote from the damage caused in the accident that it should not be taken into account? The payments were made to the plaintiff because he was in need as a direct cosequence of the injuries he suffered in the accident. They were made as of right, and if they are not deductible from his damages the plaintiff will pro tanto achieve double recovery, which is contrary to the basic principle of damages as compensation for loss actually suffered.

To say that it is wrong that the tortfeasor should benefit from payment of supplementary benefit seems to me to ignore the realities of personal injuries litigation. In the great majority of the cases the damages will be paid by an insurance company, and the effect of not deducting supplementary benefit will be to increase premiums to employers and motorists, who together form a large section of the public. Moreover, if supplementary benefit is not deductible it will be in the interests of plaintiffs not to proceed expeditiously with their claims, so as to increase the element of double recovery.”

 

Σε μετάφραση:

“Η αρχή είναι σαφής. Ένας ενάγων δικαιούται σε αποζημίωση για την απώλεια που έχει υποστεί λόγω του αστικού αδικήματος. Τίποτε περισσότερο, τίποτε ολιγότερο. ΄Ενας ενάγων δεν μπορεί να ανακτήσει περισσότερα από αυτά που έχασε. Από την άλλη τα πλήρως παράπλευρα (collateral) οφέλη δεν πρέπει να υπολογίζονται. Το κατά πόσο οφέλη είναι ή δεν είναι παράπλευρα εξαρτάται από το κατά πόσο είναι ή δεν είναι πολύ απομακρυσμένα και κατά την εξέταση αυτού του ζητήματος το δικαστήριο πάντοτε θα εξετάζει τις πραγματικότητες: βλ. British Transport Commission v. Gourley (1956) A.C. 185.

΄Εχουν γενικώς αποκλειστεί δύο κατηγορίες: ποσά που λήφθηκαν δυνάμει ασφαλιστικού συμβολαίου εφόσον είναι πληρωτέα δυνάμει των συμβατικών δικαιωμάτων του ενάγοντα έναντι της ασφαλιστικής εταιρείας και ποσά που προέρχονται από φιλανθρωπία. Τα τελευταία δεν έχουν αφαιρεθεί γιατί τεκμαίρεται ότι ο δωρητής είχε πρόθεση όπως μη αφαιρούνται.

΄Οπου, όπως είναι εδώ η περίπτωση, δεν υπάρχει ένδειξη στο νόμο για την πρόθεση του νομοθέτη θέτω το ερώτημα κατά πόσο η πληρωμή παράπλευρων οφελών είναι τόσο απομακρυσμένη από τη ζημιά που προκλήθηκε κατά το ατύχημα που δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη; Οι πληρωμές έγιναν στον ενάγοντα γιατί βρισκόταν σε ανάγκη σαν άμεση συνέπεια των τραυμάτων που έχει υποστεί στο ατύχημα. ΄Εγιναν δικαιωματικά και εάν δεν είναι αφαιρετέες από τις αποζημιώσεις του ο ενάγων, σε εκείνη την έκταση, θα πετύχει διπλή αποζημίωση κάτι το οποίο είναι αντίθετο προς τη βασική αρχή των ζημιών ως αποζημιώσεις για την απώλεια που έχει πράγματι υποστεί.

Με το να πούμε ότι είναι εσφαλμένο όπως ο αδικοπραγείσας επωφεληθεί από την πληρωμή του παράπλευρου οφέλους, μου φαίνεται ότι αγνοούμε τις πραγματικότητες της διαδικασίας για προσωπικές βλάβες. Στη μεγάλη πλειοψηφία των υποθέσεων οι αποζημιώσεις πληρώνονται από την ασφαλιστική εταιρεία και οι συνέπειες της μη αφαίρεσης του παράπλευρου οφέλους θα είναι η αύξηση των ασφαλίστρων για τους εργοδότες και για τους αυτοκινητιστές οι οποίοι μαζί αποτελούν ένα μεγάλο μέρος του κοινού. Περιπλέον, εάν το συμπληρωματικό όφελος δεν είναι αφαιρετέο, θα είναι προς το συμφέρον των εναγόντων να μην προχωρούν ταχέως με τις απαιτήσεις τους έτσι ώστε να επαυξάνεται το στοιχείο της διπλής ανάκτησης.”

 

Το σκεπτικό της Lincoln (πιο πάνω) έτυχε εφαρμογής από το δικό μας Εφετείο στην Mitheo Ltd v. Koudounas (1988) 1 C.L.R. 796.

Σαν αποτέλεσμα της υιοθέτησης κρίθηκε ότι τα κοινωνικά ωφελήματα που ήταν πληρωτέα δυνάμει του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων ήταν αφαιρετέα από το ποσό των ειδικών αποζημιώσεων που είχε επιδικασθεί. Αντίθετη κατάληξη - υπέδειξε το Εφετείο - θα ισοδυναμούσε με επιδίκαση διπλής αποζημίωσης, κάτι το οποίο είναι αντίθετο προς τη βασική αρχή των ζημιών ως αποζημίωσης για την πραγματική απώλεια που έχει υποστεί ο ενάγων.

Επίσης στην Hussain v. New Taplow Paper Mills (1988) 1 All E.R. 541 η Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων έκρινε ότι ακόμη και όπου οι εργοδότες έχουν δημιουργήσει ασφαλιστικό σχέδιο δυνάμει του οποίου το επίδομα ασθενείας που πληρώνουν στους υπαλλήλους τους επιστρέφεται στους εργοδότες δυνάμει του σχεδίου, το επίδομα ασθενείας που πληρώνεται ένας από τους υπαλλήλους τους πρέπει πάλιν να ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό της απώλειας απολαβών στην αγωγή του υπαλλήλου για σωματικές βλάβες. Ο Lord Bridges έθεσε το θέμα ως εξής στη σελ. 548:

“It positively offends my sense of justice that a plaintiff, who has certainly paid no insurance premiums as such, should receive full wages during a period of incapacity to work from two different sources, her employer and the tortfeasor. It would seem to me still more unjust and anomalous where, the employer and the tortfeasor are one and the same.”

Σε μετάφραση:

“Θετικά παραβιάζεται το δικό μου αίσθημα δικαιοσύνης όταν ένας ενάγων ο οποίος σίγουρα δεν έχει καταβάλει ασφάλιστρα, πρέπει να παίρνει πλήρη ημερομίσθια στη διάρκεια της ανικανότητας του να εργασθεί από δύο διαφορετικές πηγές, τον εργοδότη του και τον αδικοπραγήσαντα. Μου φαίνεται ακόμη περισσότερο άδικο και ανώμαλο, όπου όπως συμβαίνει εδώ, ο εργοδότης και ο αδικοπραγήσας είναι ένα και το αυτό.”

΄Οπως παρατηρείται στον McGregor (παραγ. 1483) αυτό το αποτέλεσμα θεωρήθηκε ως πλήρως συμβατό με την Parry v. Cleaver (πιο πάνω).

Η αρχή που διατυπώθηκε στην Hussain (πιο πάνω) καλύπτει τόσο την απώλεια απολαβών μέχρι τη δίκη όσο και την απώλεια μελλοντικών απολαβών.

Στη συνέχεια θα αναφερθούμε στη φύση της επίδικης χορηγίας.

Δυνάμει του άρθρου 3(1) του Νόμου 114/88 έχει ιδρυθεί Ταμείο Ανακουφίσεως Παθόντων δια την παροχή ειδικής μηνιαίας σύνταξης στους ανάπηρους και τους εξαρτώμενους τους. Σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρου 2(1) του ιδίου Νόμου “ανάπηρος” σημαίνει τον μερικώς ανάπηρον και τον πλήρως ανάπηρον και “μερικώς ανάπηρος” είναι κάθε μέλος της Δύναμης (δηλ. Εθνικής Φρουράς) το οποίο κατέστη προσωρινά ή μόνιμα ανίκανο προς εργασία σε βαθμό από 16%-99% και του οποίου η ανικανότητα και ο βαθμός της προέρχονται αποκλειστικά από τραύματα ή ασθένεια άμεσα οφειλόμενα στην ενεργό υπηρεσία του στη Δύναμη.

Ο Νόμος 114/88 καθιερώνει ειδική μηνιαία σύνταξη - όχι αποζημίωση - ανεξάρτητα από τα εισοδήματα του δικαιούχου και την οποιαδήποτε - τυχόν - αμέλεια του. Το μόνο κριτήριο είναι η αναπηρία του δικαιούχου. Ο βαθμός αναπηρίας του εφεσείοντα ήταν 80%. ΄Ηταν, επομένως, δικαιούχος.

Οι πόροι του Ταμείου προέρχονται:

“(α) εκ κυβερνητικών χορηγιών.

(β) εκ πάσης δωρεάς ή συνεισφοράς εγκρινόμενης υπό του Υπουργού”.

(βλ. άρθρο 3(2) του Νόμου).

Το ύψος του παρεχόμενου χρηματικού ωφελήματος μπορεί να αυξηθεί, μειωθεί ή διακοπεί σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής αναφορικά προς το βαθμό αναπηρίας και την οικογενειακή κατάσταση του ανάπηρου (βλ. άρθρο 11 (1) (β) του Νόμου). Τέλος το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να διατάξει την διάλυση του Ταμείου “οσάκις κρίνη ότι οι συνθήκαι αι οποίαι κατέστησαν αναγκαίαν την δημιουργίαν του έπαυσαν να υφίστανται”.

Θα εξετάσουμε στη συνέχεια τις εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνήγορου του εφεσείοντα. Ο κ. Βορκάς υπέβαλε ότι η επίδικη πρωτόδικη κατάληξη δεν είναι σύμφωνη με το γράμμα και πνεύμα του πιο πάνω άρθρου 65 του Κεφ. 148.

Το γεγονός ότι σύμφωνα με το άρθρο 65 του Κεφ. 148 δεν λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό των αποζημιώσεων τα ποσά που πληρώνονται βάσει σύμβασης ασφαλείας και τα ποσά που πληρώνονται από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη ότι όλες οι παροχές στις οποίες δεν υπάρχει παρόμοια πρόνοια στο σχετικό νόμο δεν πρέπει, ωσαύτως, να λαμβάνονται υπόψη. Τα δικαστήρια διατηρούν πάντοτε τη δυνατότητα να λάβουν ή να μη λάβουν υπόψη τη σχετική παροχή (βλ. McGregor, πιο πάνω, παραγ. 1494). ΄Επεται πως δεν έχει σημειωθεί παράβαση του άρθρου 65 του Κεφ. 148.

Με έρεισμα το άρθρο 61(1) του Κεφ. 148 ο κ. Βορκάς υπέβαλε ότι ο εφεσείων δεν θα έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει αποζημιώσεις σε περίπτωση διάλυσης του Ταμείου.

Αυτή, όμως, η εισήγηση βασίζεται πάνω σε μια υπόθεση. Πάνω στην υπόθεση διάλυσης του Ταμείου ή την διακοπή της παροχής. Πρέπει να υποδείξουμε ότι και η επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων για πόνο και ταλαιπωρία και για απώλεια ανέσεων και απολαύσεων της ζωής, καθώς και η επιδίκαση αποζημιώσεων για απώλεια μελλοντικών απολαβών, γίνονται πάνω στη βάση της υπόθεσης ότι το θύμα του αστικού αδικήματος θα επιζήσει για κάποια σημαντική περίοδο. Είναι αδιανόητο για τον αδικοπραγήσαντα να κάμνει υποθέσεις και να ισχυρίζεται ότι υπάρχει το ενδεχόμενο θανάτου του θύματος σε σύντομο χρονικό διάστημα και επομένως πρέπει να ληφθεί υπόψη και αυτός ο παράγων κατά τον καθορισμό των αποζημιώσεων. Το ίδιο αδιανόητο είναι και για το θύμα του αστικού αδικήματος να κάμνει υποθέσεις και να ισχυρίζεται ότι υπάρχει το ενδεχόμενο διακοπής της επίδικης παροχής.

Εξέταση λοιπόν του θέματος στη βάση της υπόθεσης που εισηγείται ο κ. Βορκάς θα αποτελούσε ένα εγχείρημα το οποίο στο τέλος δυνατόν να λειτουργήσει εναντίον των συμφερόντων του εφεσείοντα. Η σχετική εισήγηση δεν ευσταθεί.

Με άλλη εισήγηση του ο κ. Βορκάς αναφέρθηκε στη φύση της επίδικης παροχής. ΄Ηταν η θέση του πως ο εφεσείων δεν έχει αποζημιωθεί από το Τ.Α.Π. που σκοπός του είναι η ανακούφιση των παθόντων. Τα επιδόματα που καταβλήθηκαν στον εφεσείοντα - συνέχισε ο κ. Βορκάς - δεν καταβλήθηκαν σαν αποζημίωση αλλά με τη μορφή χορηγήματος “εις ανακούφισην των προβλημάτων που του προξενήθηκαν ενώ υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά κάτι που υποδηλώνει το πνεύμα και το γράμμα του Νόμου 114/88”. Τόσο το γράμμα όσο και το πνεύμα του Νόμου 114/88 - κατέληξε ο κ. Βορκάς - “δεν προσδίδει την έννοια της αποζημίωσης στις χορηγίες/ή επιδόματα ή παροχές που προβλέπει ως το Κεφ. 148 απαιτεί και ή προσδίδει”.

Λαμβάνουμε υπόψη ότι πρόκειται για χρηματικό όφελος που καταβάλλεται ανεξάρτητα από τα εισοδήματα του δικαιούχου και την τυχόν αμέλεια του και με μόνο κριτήριο το βαθμό της αναπηρίας του και το κατά πόσο είναι δικαιούχος δυνάμει του Νόμου.

Ο εφεσείων κατά τον κρίσιμο χρόνο υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά. ΄Εχει τραυματισθεί στη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Εθνική Φρουρά. Στο Νόμο 114/88 δεν υπάρχει ένδειξη ως προς την πρόθεση του Νομοθέτη στην περίπτωση που, όπως είναι εδώ η περίπτωση, ο αδικοπραγείσας και το Ταμείο το οποίο κατέβαλε την επίδικη παροχή είναι ένα και το αυτό. ΄Οπως και στην υπόθεση Lincoln (πιο πάνω) θέτουμε το ερώτημα κατά πόσο η επίδικη παροχή είναι τόσο απομακρυσμένη που δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

΄Εχουμε λάβει υπόψη:

(α) ΄Οτι ο εφεσείων έχει καταστεί δικαιούχος της επίδικης παροχής λόγω του ότι είχε τραυματιστεί στη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Εθνική Φρουρά, και

(β) ΄Οτι ο εφεσείων έχει διεκδικήσει αποζημιώσεις εναντίον του εφεσίβλητου

για κακώσεις που έχει υποστεί στη διάρκεια της πιο πάνω υπηρεσίας του.

Απαντούμε αρνητικά το ερώτημα που έχουμε θέσει. Κρίνουμε ότι η επίδικη παροχή δεν είναι τόσο απομακρυσμένη που δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Επομένως ορθά λήφθηκε υπόψη. Με τη θέσπιση του Νόμου 114/88 ο Νομοθέτης δεν είχε πρόθεση να αποζημιώνεται διπλά μέλος της Εθνικής Φρουράς που υφίσταται κακώσεις στη διάρκεια της υπηρεσίας του στη Δύναμη.

Ακόμη και αν η επίδικη παροχή ήθελε θεωρηθεί ως φιλανθρωπική παροχή και πάλιν έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη. Είναι αλήθεια ότι στην Parry v. Cleaver (πιο πάνω) δεν αποφασίσθηκε κατά πόσο τα κριτήρια δυνάμει των οποίων δεν λαμβάνονται υπόψη οι φιλανθρωπικές παροχές τυγχάνουν εφαρμογής και στην περίπτωση της κρατικής φιλανθρωπίας με τη μορφή μη συμφωνηθέντος οφέλους από το Κράτος Πρόνοιας. Υποδείχθηκε, όμως, ότι μπορεί να υποτεθεί

ότι το Κοινοβούλιο δεν έχει πρόθεση να θεωρηθούν προς όφελος του αδικοπραγήσαντος. Ωστόσο στην απόφαση του Εφετείου στην Hussain (πιο πάνω) (1987) 1 All E.R. 417, 428 υποδείχθηκε ότι ο κανόνας αποκλεισμού των κατά χάριν πληρωμών (ex gratia) εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου υπεύθυνος είναι κάποιος τρίτος και ότι πρέπει να υπάρχει εξαίρεση στο γενικό κανόνα στις περιπτώσεις που η κατά χάριν πληρωμή προέρχεται από τον ίδιο τον αδικοπραγήσαντα. Στην παρούσα υπόθεση αποτελεί κοινό έδαφος ότι τόσο η επίδικη παροχή όσο και το ποσό της αποζημίωσης που έχει επιδικασθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο έχουν κοινή προέλευση. Θα καταβληθούν από τον ίδιο τον αδικοπραγήσαντα - το Κράτος - από τα Κρατικά Ταμεία. Επομένως δεν επωφελείται οποιοσδήποτε τρίτος με το να λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς καθορισμού των αποζημιώσεων η επίδικη παροχή. Κατά συνέπεια, έστω και αν η επίδικη παροχή αποτελεί προϊόν φιλανθρωπίας του Κράτους, αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τους λόγους που έχουν υποδειχθεί στην Hussain (πιο πάνω).

Αντίθετη κατάληξη θα είχε σαν συνέπεια να πετύχει διπλή αποζημίωση ο εφεσείων πορεία που είναι αντίθετη προς την βασική αρχή που διέπει την επιδίκαση αποζημιώσεων (βλ. Lincoln, πιο πάνω).

Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι έρεισμα της κατάληξης μας είναι:

(α) Το γεγονός ότι ο εφεσείων έχει αξιώσει αποζημιώσεις για τραύματα που

υπέστη στη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Εθνική Φρουρά και ότι η

επίδικη παροχή του έχει χορηγηθεί λόγω της υπηρεσίας του στην Εθνική

Φρουρά.

(β) Το γεγονός της κοινής ταυτότητας του αδικοπραγήσαντος με το Τ.Α.Π..

Δεν εξετάσαμε, γιατί δεν χρειάζεται, κατά πόσο οι πληρωμές από το Τ.Α.Π. θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και στις περιπτώσεις που ο αδικοπραγήσας είναι άλλος από το Κράτος.

Τέλος το επιχείρημα του κ. Βορκά για παραβίαση της αρχής της ισότητας, που διασφαλίζεται από το άρθρο 28 του Συντάγματος, είχε σαν έρεισμα τη θέση ότι ο εφεσείων τίθεται σε μειονεκτική θέση με τα “υπόλοιπα θύματα αδικοπραγιών που τυγχάνουν της προστασίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 65 του Κεφ. 148”.

Υπενθυμίζουμε ότι η αρχή της ισότητας τυγχάνει εφαρμογής “επί περιπτώσεων τελουσών υπό τας αυτάς εν γένει συνθήκας” (βλ. Republic v. Arakian (1972) 3 C.L.R. 294, 299).

Στην παρούσα υπόθεση ο εφεσείων, ο οποίος έχει ευεργετηθεί από τη χορηγία του Τ.Α.Π., δεν τελεί υπό τας αυτάς συνθήκας με εκείνους που επωφελούνται από το άρθρο 65 του Κεφ. 148. ΄Επεται πως δεν έχει σημειωθεί παραβίαση του άρθρου 28 του Συντάγματος.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση επιτυγχάνει μερικώς ως εξής:

(α) Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων αυξάνεται από £60.000 σε £100.000 με τόκο όπως υποδεικνύεται στη σελ. 48, παραγ. (β)

της εκκαλούμενης απόφασης.

(β) Επιδικάζεται ποσό £1350 για την υπηρεσία που πρόσφερε στον εφεσείοντα η μητέρα του (βλ. σελ. 2, πιο πάνω), με τόκο επί του

ημίσεως του ποσού όπως υποδεικνύεται στη σελ. 48, παραγ. (α)

της εκκαλούμενης απόφασης.

Η έφεση επιτρέπεται μερικώς, όπως υποδεικνύεται πιο πάνω, με έξοδα.

 

 

Δ.

 

 

Δ.

 

 

Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο