FPP Fish Processing Ltd ν. Nicolaou Aqua Culture Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 2054 F.P.P. Fish Processing Ltd ν. Nicolaou Aqua Culture Ltd, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10563, 19 Δεκεμβρίου, 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 2054

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10563

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.Δ.

 

F.P.P. Fish Processing Ltd

Εφεσείοντες

- και -

Nicolaou Aqua Culture Ltd

Εφεσίβλητοι

___________

19 Δεκεμβρίου, 2000

Για τους εφεσείοντες : κ. Γ. Κορφιώτης.

Για τους εφεσίβλητους : κ. Π. Δ. Πετρίδης.

___________

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα απαγγελθεί από το Δικαστή Νικολαΐδη.

__________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Στις 5.5.1998 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε εκ συμφώνου διάταγμα παραμερισμού απόφασης που είχε εκδοθεί λόγω παράλειψης καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης από τους εναγόμενους-εφεσείοντες. Οι εναγόμενοι σύμφωνα με όρο του εκδοθέντος διατάγματος παραμερισμού της απόφασης, παρέδωσαν στους ενάγοντες εγγυητική επιστολή με την οποία εξασφαλιζόταν η καταβολή του εξ αποφάσεως χρέους, κατέβαλαν δε τα έξοδα.

Οι εφεσείοντες παρέλειψαν να καταχωρήσουν στη συνέχεια σημείωμα εμφάνισης και έτσι στις 11.9.1998 εκδόθηκε ξανά απόφαση εναντίον τους. Ακολούθησε η καταχώρηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αίτησης για παραμερισμό της εκδοθείσας απόφασης. Στην ένορκο δήλωση που συνοδεύει την αίτηση προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι λόγω επαφών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς, εκ παραδρομής οι εφεσείοντες παρέλειψαν να καταχωρήσουν σημείωμα εμφάνισης, παρ΄ όλον ότι έχουν καλή υπεράσπιση.

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αφού έκρινε από τη μια ότι οι εναγόμενοι δεν απέδειξαν εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση και από την άλλη ότι ο απλός ισχυρισμός τους ότι εκ παραδρομής δεν καταχωρήθηκε σημείωμα εμφάνισης ήταν γενικός και αόριστος, με αποτέλεσμα να μην δίδεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα εξέτασης κατά πόσο ο λόγος της παράλειψής τους ήταν εύλογος και σοβαρός.

Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο προέβη σε λανθασμένη άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας παραλείποντας να σταθμίσει δικαστικά τα συμφέροντα των διαδίκων και αποδίδοντας υπέρμετρη σημασία στην ολιγόμηνη καθυστέρηση που προκάλεσε η παράλειψη καταχώρησης του σημειώματος εμφάνισης. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου δεν ανταποκρίνονται στην ενώπιόν του μαρτυρία και αντίκεινται στους κανόνες απόδειξης.

Το θέμα διέπεται από τη Δ.26, θ.14, σύμφωνα με την οποία οποιαδήποτε απόφαση που εκδίδεται ερήμην μπορεί στην κατάλληλη περίπτωση να παραμεριστεί από το Δικαστήριο με τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, όπως το Δικαστήριο θεωρήσει πρέπον.

Η νομολογία είναι πλούσια. Στην υπόθεση Ioannis Kotsapas and Sons Ltd v. Titan Construction and Engineering Company 1961 C.L.R. 317, υιοθετήθηκε η αρχή που τέθηκε στην υπόθεση Evans v. Bartlam (1937) 2 All E.R. 646, ότι εκτός αν το Εφετείο ικανοποιηθεί ότι η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου ασκήθηκε λανθασμένα δεν υπάρχει χώρος για επέμβαση.

Κύριο έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι να αποφασίζει κατά πόσο υπάρχουν ικανοποιητικοί λόγοι που δικαιολογούν την επαναφορά της υπόθεσης. Κατά την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου πρέπει να επιδιώκεται η εξισορρόπηση μεταξύ της ανάγκης διασφάλισης του δικαιώματος του διάδικου, αφ΄ ενός, να ακουστεί η υπόθεσή του και της ανάγκης, αφ΄ ετέρου, για ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, αρχή η οποία συνδέεται στενά με την ανάγκη για τελεσιδικία. Αν επιτραπεί χωρίς ικανοποιητικό λόγο η επαναφορά υπόθεσης, η τελεσιδικία της διαδικασίας θα εξαφανίζεται (Phylactou and others v. Michael (1982) 1 C.L.R. 204, 210).

Από τη μια δεν πρέπει να αποστερείται από διάδικο το δικαίωμά του να ακουστεί η υπόθεσή του, αλλά από την άλλη το Δικαστήριο θα πρέπει να αρνείται την επαναφορά υπόθεσης, αν η συμπεριφορά του διάδικου είναι τέτοια που να πλήττεται το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης.

΄Οπου η συμπεριφορά του αιτούντος τον παραμερισμό της απόφασης είναι ασυγχώρητη, περιφρονητική σε βαθμό υπέρμετρης αγνόησης της δικαστικής διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντίδικου του, το Δικαστήριο μπορεί, κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, να αρνηθεί τον παραμερισμό της απόφασης (βλέπε επίσης Mine and Quarry Services Ltd v. Γεωργίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 26).

Η άνευ αποχρώντος λόγου παράλειψη του εναγόμενου να εμφανιστεί και η αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να αποταθεί για τον παραμερισμό εκδοθείσας απόφασης, μπορεί βάσιμα να αποτελέσουν λόγο για απόρριψη του αιτήματός του (Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη, Π.Ε. 9686, ημερ. 8.8.1997).

Στην παρούσα υπόθεση οι εφεσίβλητοι εξασφάλισαν απόφαση εναντίον των εφεσειόντων η οποία όμως σε μεταγενέστερο στάδιο παραμερίστηκε. Παρά το γεγονός όμως αυτό, οι εφεσείοντες παρέλειψαν ξανά να καταχωρήσουν σημείωμα εμφάνισης, με αποτέλεσμα οι εφεσίβλητοι να εξασφαλίσουν για δεύτερη φορά απόφαση υπέρ τους. Θεωρούμε τη δικαιολογία που προβλήθηκε για την παράλειψη καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης ως ανεπαρκή. Οι εφεσείοντες όφειλαν να είναι προσεκτικοί, ιδιαίτερα εν όψει του ότι οι εφεσίβλητοι είχαν δεκτεί να ακυρωθεί η απόφαση που είχαν εξασφαλίσει.

Η αδράνεια των εφεσειόντων δεν μπορεί να εξηγηθεί με το λόγο που προβάλλεται. Τυχόν ακύρωση της απόφασης που εξασφάλισαν οι εφεσίβλητοι για δεύτερη φορά, θα παραβίαζε το συνταγματικό τους δικαίωμα για εκδίκαση της υπόθεσής τους μέσα σε εύλογο χρόνο και θα έθετε σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία των θεσμών (Μούγης ν. Σπανούδη, Π.Ε. 8942, ημερ. 25.9.1996). Ο λόγος που προβλήθηκε δεν είναι ούτε σοβαρός. Σημειώνουμε ότι δεν εκτίθενται με σαφήνεια τα περιστατικά, μια και οι εφεσείοντες περιορίστηκαν στο να αναφέρουν ότι εκ παραδρομής δεν καταχώρησαν σημείωμα εμφάνισης, ενώ ο ισχυρισμός ότι ο φάκελος της υπόθεσης παρέπεσε λόγω των διαβουλεύσεων, δεν προωθεί την υπόθεσή τους.

΄Οπως σημειώνεται και στην υπόθεση Χρυσάνθου κ.α. ν. Mariala Construction Ltd, Π.Ε. 9153, ημερ. 31.10.1996, η υπόθεση Evans v. Bartlam, ανωτέρω, θέτει μεν ως θέμα πρωταρχικής σημασίας την ύπαρξη καλής υπεράσπισης, όμως τίθεται και θέμα ύπαρξης σοβαρής και εύλογης αιτιολογίας για την απουσία των αιτητών κατά την ακρόαση της αγωγής που είχε ως συνέπεια την έκδοση απόφασης.

Εν όψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι οι εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν ότι το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα και συνεπώς η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον τους, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Δ.

Δ.

Δ.

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο