Stavros Georgiou Son (Scrap Metals) Ltd ν. του πλοίου Lipa (2000) 1 ΑΑΔ 1976 Stavros Georgiou Son (Scrap Metals) Ltd ν. του πλοίου Lipa, Αγωγή Ναυτοδικείου αρ. 151/98, 4 Δεκεμβρίου, 2000

(2000) 1 ΑΑΔ 1976

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

 

Αγωγή Ναυτοδικείου αρ. 151/98

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

 

Μεταξύ -

Stavros Georgiou & Son (Scrap Metals) Ltd

Ενάγουσας

-και -

του πλοίου Lipa σημαίας Λιβερίας τώρα στο

λιμάνι Λεμεσού

Εναγομένου

--------------------------------

Ημερομηνία: 4 Δεκεμβρίου, 2000

Αίτηση ημερ. 2/9/99

Για την αιτήτρια/ενάγουσα: Στ. Βασιλείου (κα) για Α. Θεοφίλου

Για το καθού η αίτηση/ εναγόμενο πλοίο: Γρ. Λεοντίου για Ε. Μοντάνιο

-------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια-ενάγουσα (η ενάγουσα), που είναι τοπική εταιρεία, αξιώνει κατά του υπό ξένη σημαία εναγόμενου πλοίου (το πλοίο), το οποίο κατέπλευσε στο λιμένα Λεμεσού το Μάϊο του 1998, αποζημιώσεις. Αποτελούνται από δυο κονδύλια. Το πρώτο (υπό στοιχείο Α στο κλητήριο ένταλμα) είναι για £5.500. Θα παραθέσω αυτούσιο το αίτημα γιατί φανερώνει και την αιτία αγωγής. Η ενάγουσα απαιτεί το παραπάνω ποσό:

“........για ζημιές και/ή έξοδα και/ή αμοιβές ειδικών για αποκατάσταση και/ή αποζημίωση βλαβών μηχανημάτων των Εναγόντων που επεσυνέβησαν κατά την μεταφορά των επί του Εναγομένου πλοίου από το Tilbury στην Λεμεσό όπου εκφορτώθησαν την ή περί την 29/5/98 κατεστραμμένα και/ή με σημαντικές ζημιές και βλάβες μετά από μετακίνηση άλλου φορτίου και/ή λόγω κακής στοιβασίας και/ή άλλως πως αμελούς μεταφοράς των για την οποία την ευθύνη έχει το Εναγόμενο πλοίο και/ή οι πλοιοκτήτες βάσει των προνοιών της σχετικής συμφωνίας μεταφοράς των ως άνω καταμαρτυρείται στην φορτωτική (Bill of Lading) LON/LIM/009 ημερ. 11/3/98.”

Το δεύτερο κονδύλι της απαίτησης για ποσό £10.000 αφορά την παρεπόμενη, κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, απώλεια χρήσης πλατφόρμας (trailer) και μηχανήματος της ενάγουσας λόγω των ζημιών που υπέστησαν κατά τη μεταφορά τους.

Μετά την άφιξη του στη Λεμεσό, το πλοίο κατασχέθηκε με ένταλμα σύλληψης, που εξέδωσα ύστερα από σχετική αίτηση της ενάγουσας. Την αίτηση της συνόδευσε με ένορκη δήλωση ενός των διευθυντών της, στην οποία επισυνάφθηκε αντίγραφο φορτωτικής με τα παραπάνω στοιχεία στην όψη της. Το πλοίο αφέθη ελεύθερο αφού κατατέθηκε εκ μέρους του τραπεζική εγγύηση για ποσό £18.000 για να εξασφαλισθεί η απαίτηση της ενάγουσας. Στη συνέχεια καταχωρήθηκε αίτηση ημερ. 1/3/99 για ακύρωση του εντάλματος σύλληψης και για παραμερισμό του κλητηρίου της αγωγής. Διαζευκτικά, επιζητείται, με την ίδια αίτηση, μείωση της εγγύησης στο ποσό των £4.000.

Η ενάγουσα ενέστη. Η ένσταση της βασίζεται σε ένορκη δήλωση από τον ίδιο διευθυντή. Οι διάδικοι ζήτησαν να τους δοθεί ημερομηνία ακρόασης και, παράλληλα, να τους επιτραπεί να καταθέσουν γραπτές αγορεύσεις. Σύμφωνα με την πρακτική που επικράτησε στο θέμα αυτό, δόθηκαν οι σχετικές οδηγίες. Προτού όμως συμμορφωθεί, η ενάγουσα υπέβαλε την κρινόμενη αίτηση να της χορηγηθεί άδεια “για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης προς υποστήριξη της ένστασης που καταχωρήθηκε ................ στην αίτηση των εναγομένων ημερ. 1/3/99.............” ή διαζευκτικά άδεια για προσαγωγή προφορικής μαρτυρίας.

Η προτεινόμενη μαρτυρία αφορά την φορτωτική που κατατέθηκε με την αίτηση για έκδοση εντάλματος σύλληψης. Σ’ αυτήν φέρεται ως παραλήπτης των μηχανημάτων η Λαϊκή Τράπεζα Λτδ. Όμως, όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα, αυτή οπισθογραφήθηκε προς όφελος και/ή σε διαταγή της ενάγουσας, η οποία και παρέλαβε τα μηχανήματα, αφού έγινε κάτοχος της φορτωτικής. Η ενάγουσα παραδέχεται ότι είχε στα χέρια της την οπισθογραφημένη φορτωτική προτού καταχωρηθεί η αίτηση της για να συλληφθεί το πλοίο. Η παράλειψη να την προσκομίσει αποδίδεται σε “παραδρομή και/ή λάθος της ενάγουσας.”. Ένας από τους δικηγόρους της ενάγουσας, ο οποίος έκαμε την ένορκη δήλωση στην οποία βασίζεται η υπό κρίση αίτηση, αναφέρει στην παράγρ. 8:

“Το πρωτότυπο της οπισθογραφημένης φορτωτικής μας εδόθη από τους Ενάγοντες μετά την καταχώρηση της ένστασης των και μετά την υποβολή των γραπτών αγορεύσεων των Εναγομένων αφού τους εκαλέσαμε στο γραφείο μας για συζήτηση της υπόθεσης των πριν την υποβολή των γραπτών αγορεύσεων μας.”

Η δικηγόρος της ενάγουσας επικαλέστηκε τις διατάξεις της Δ.33 θ. 7 (ii) για να υποστηρίξει ότι παρέχουν, όπως και το άρθρ. 48 του περί Δικαστηρίων Νόμου, στο δικαστήριο διακριτική εξουσία να ικανοποιήσει το προβληθέν αίτημα. Αναφέρθηκε δε προς ενίσχυση της πρότασης της και σε αριθμό αυθεντιών. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο παρακάτω απόσπασμα από την απόφαση στην Π.Ε. 9103 Παπακόκκινου κ.α. ν. Δήμου Πάφου ημερ. 9/4/98:

“Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η επανακλήτευση μάρτυρα ανήκει στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου. Η εξουσία αυτή πρέπει να ασκείται δικαστικά και με κύριο γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης. Δικαιολογείται μόνο αν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις.......”

Η άλλη περικοπή, που ακολουθεί, είναι από την υπόθεση Tsiartas & Another v. Taliotis (1989) 1 C.L.R. 216, η οποία φανερώνει τη φύση του θέματος που απασχόλησε το Εφετείο:

“Τhe matter is governed by the Civil Procedure Rules, O.33 rule 7 (b). Having stressed that the authorities relating to acceptance of new evidence on appeal have no bearing on this case and having extensively referred to English authorities on the question of allowing evidence in rebuttal, approving at the same time, the summary of the principles of such authorities, as referred in Phipson On Evidence, 13th Edition under the heading “Evidence in rebuttal” para 33-92, the Court.”

Η συνήγορος υπέβαλε ότι πρέπει να δοθεί η ευκαιρία στην ενάγουσα να διορθώσει το λάθος για να θέσει υπόψη του δικαστηρίου όλα τα γεγονότα που σχετίζονται με την ένσταση της στην κύρια αίτηση της ημερ. 1/3/99. Διαφορετικά θα υπάρχει κίνδυνος, αν ακυρωθεί το ένταλμα, η ενάγουσα να στερηθεί του πλεονεκτήματος που εξασφάλισε να εκτελεσει την απόφαση που θα μπορούσε να εκδοθεί προς όφελος της. Εξάλλου, πρόσθεσε, δεν παραβλάπτονται, με την έγκριση του αιτήματος για τη νέα μαρτυρία, τα συμφέροντα του πλοίου.

Ο δικηγόρος του πλοίου διαφωνεί. Εισηγείται πως δεν είναι αυτό το σωστό πλαίσιο της υπόθεσης. Το θέμα είναι αν, όπως εξηγεί, αφού το διάταγμα σύλληψης εκδόθηκε μονομερώς, υπάρχει μεταγενέστερα δικαίωμα για πρόσθετη ή συμπληρωματική μαρτυρία προς αναπλήρωση οποιουδήποτε κενού στη μαρτυρία που θα δικαιολογούσε χορήγηση του διατάγματος. Η μόνη σχετική μαρτυρία είναι εκείνη που παρουσιάζεται για πρώτη φορά και η οποία επηρεάζει την κρίση του δικαστηρίου. Η νομολογία αφορά αιτήσεις για επίδοση κλητηρίου στο εξωτερικό. Η αρχή όμως είναι η ίδια. Με παρέπεμψε δε στις ακόλουθες τρεις υποθέσεις: Luis Vuitton v. Δερμοσάκ Λτδ. κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453 στις σελ. 1455 και 1463, Sons of Afif Yamout κ.α. ν. Schiffahrts Ges Elbe M.B.H. & Co (1994) 1 A.A.Δ. 191 σελ. 193, 194 και στην Αίτηση για Αναθεώρηση στην αγωγή ναυτοδικείου αρ. 157/90 Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited κ.α. ημερ. 30/5/96.

Θα παρατηρούσα ότι η νομολογία στην οποία βασίστηκε η δικηγόρος της ενάγουσας αφορά άλλα, άσχετα, θέματα. Το άρθρ. 48 του ν. 14/60 αναφέρεται στη γενική εξουσία δικαστηρίου να καλεί, είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν αιτήματος από διάδικο, μάρτυρες στη δίκη. Η Δ.33 θ. 7 (ii) (α) οργανώνει τη δομή και τη ροή της πολιτικής δίκης καθορίζοντας τη σειρά με την οποία οι διάδικοι θα καλέσουν μαρτυρία και στη συνέχεια θα αγορεύσουν. Ο θεσμός 7 (ii) (β) προβλέπει για την εξαιρετική περίπτωση που το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει μαρτυρία εκ μέρους του ενάγοντα για να αντικρούσει μαρτυρία του εναγομένου μετά την περάτωση της υπόθεσης του τελευταίου. Είναι η μαρτυρία που είναι γνωστή στο Αγγλικό δίκαιο με τη φράση evidence in rebuttal. Η νομολογία που παρέθεσε η ενάγουσα δεν μπορεί παρά να αγνοηθεί. Είναι φανερό και από τα παραπάνω αποσπάσματα των απoφάσεων στις οποίες παρέπεμψε ότι δεν υπάρχει συνάφεια με το υπό συζήτηση θέμα. Δεν αποτελούν προηγούμενα που υποστηρίζουν την εισήγηση της ενάγουσας. Μήτε η εξουσία επανακλήτευσης μαρτύρων μήτε η εξουσία που απορρέει από το θεσμό 7 (ii) (β) μπορεί να εύρουν πεδίο εφαρμογής στην παρούσα κατάσταση πραγμάτων.

Δέχομαι την εισήγηση ότι η αρχή που εφαρμόστηκε στις υποθέσεις στις οποίες βασίστηκε ο δικηγόρος του πλοίου είναι ευρύτερης εμβέλειας. Δεν περιορίζεται σε αιτήσεις για άδεια επίδοσης αγωγής στην αλλοδαπή. Το κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των περιπτώσεων είναι η εξασφάλιση προσωρινής προστασίας μονομερώς. Ο κανόνας, καθολικής εφαρμογής, είναι ότι δεν επιτρέπεται η επανόρθωση παράλειψης πρωθύστερα έτσι ώστε να μεταβληθεί ή αλλοιωθεί η εικόνα που δόθηκε πρωταρχικά στο δικαστήριο.

Η θέση που διατύπωσε υποστηρίζεται, πιστεύω, από την απόφαση Luis Vuitton, ανωτέρω. Στη σελ. 1453 αναφέρεται ότι:

“Ενδιάμεση αίτηση - Τα γεγονότα που την θεμελιώνουν πρέπει να αποκαλύπτονται σε ένορκη ή ενόρκους δηλώσεις που συνοδεύουν την αίτηση - Δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή πρόσθετης μαρτυρίας ή απαντητικής μαρτυρίας εκ μέρους του αιτητή, ή η καταχώρηση πρόσθετων ενόρκων δηλώσεων.”

Ομοίως στην υπόθεση Sons of Afif Yamout, ανωτέρω, υπογραμμίστηκε ότι υπό παρόμοιες συνθήκες (σελ. 191):

“Δεν μπορεί η μαρτυρία να συμπληρωθεί από μαρτυρία που προσκομίζει ο αντίδικος για υποστήριξη ένστασης του στην έκδοση ή συνέχιση του διατάγματος.”

Τέλος, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Demstar Limited, ανωτέρω, στη σελ. 6:

“Το πρωτόδικο Δικαστήριο επελήφθη της αίτησης για τον παραμερισμό του διατάγματος για επίδοση στο εξωτερικό με αναφορά όχι μόνο στα γεγονότα που στοιχειοθέτησαν την αρχική αίτηση αλλά και στα γεγονότα που είχαν προσκομιστεί στο πλαίσιο της αίτησης για παραμερισμό. Αυτό συνιστά σφάλμα. Σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου τονίζεται ότι τα μόνα σχετικά γεγονότα είναι εκείνα που υποστηρίζουν την αίτηση για τη χορήγηση άδειας για επίδοση στο εξωτερικό. (Βλέπε Salt Electronic S.A. από Βρυξέλλες ν. The Ship “Dominique” & 2 others, Αγωγή Ναυτοδικείου αρ. 165/88, ημερομηνίας 29 Ιουνίου 1989. Amathus Navigation Co Ltd (ανωτέρω).”

Η υπό κρίση αίτηση, αν κοιταχθεί υπό το πρίσμα του κανόνα που υιοθέτησε η νομολογία, δεν μπορεί να πετύχει. Δεν παρέχεται η ευχέρεια για την προσαγωγή της προτεινόμενης μαρτυρίας. Αυτό, όπως προειδοποιεί η υπόθεση Demstar, ανωτέρω, θα ήταν σφάλμα.

Η αίτηση ημερ. 2/9/99 απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος της ενάγουσας-αιτήτριας.

Σ. Νικήτας, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο