Shoham (Cyprus) Ltd ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2000) 1 ΑΑΔ 404

(2000) 1 ΑΑΔ 404

[*404]22 Μαρτίου, 2000

 

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

 

SHOHAM (CYPRUS) LTD,

 

Εφεσείοντες,

 

v.

 

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Εφεσιβλήτων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10390)

 

 

Διοικητικό Δίκαιο ― Νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ― Αρχή Λιμένων Κύπρου ― Απόφαση της Αρχής Λιμένων Κύπρου που συνεπαγόταν την καταβολή χρηματικών ποσών για διευκολύνσεις και υπηρεσίες που πρόσφερε σε ναυτιλιακούς πράκτορες ― Κατά πόσο η εν λόγω απόφαση ενέπιπτε στο πεδίο του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου ― Το κριτήριο για την ταξινόμηση της απόφασης στον ένα ή στον άλλο τομέα είναι ο σκοπός για τον οποίο αυτή λήφθηκε.

 

Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν αγωγή για ανάκτηση δικαιωμάτων από τους εφεσείοντες, ναυτιλιακούς πράκτορες, για τις λιμενικές διευκολύνσεις και υπηρεσίες που τους πρόσφεραν αναφορικά με εμπορευματοκιβώτιο ιδιοκτησίας των εφεσειόντων.  Οι εφεσείοντες αρνήθηκαν ότι είχαν οποιαδήποτε ευθύνη έναντι των εφεσιβλήτων για τα αξιούμενα ποσά.

 

Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν ότι οι εφεσείοντες δεν μπορούσαν να είχαν υπεράσπιση στην προκείμενη υπόθεση διότι η έκδοση των τιμολογίων που αποτελούσαν και τη βάση της αγωγής, αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία προσβάλλεται μόνο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Τέτοια προσφυγή δεν ασκήθηκε από τους εφεσείοντες. Επομένως οι τελευταίοι εμποδίζονται να εγείρουν οποιαδήποτε υπεράσπιση διότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να εξετάσει οποιαδήποτε υπεράσπιση προβάλουν.

 

Οι εφεσείοντες υποστήριξαν ότι η επίδικη διαφορά αφορούσε χρηματική διαφορά που εμπίπτει στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου και για [*405]τον λόγο αυτό το μόνο αρμόδιο να επιληφθεί της διαφοράς ήταν το Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη θέση των εφεσιβλήτων και εξέδωσε απόφαση ως η απαίτηση πλέον έξοδα.

 

Οι εφεσείοντες υποστήριξαν κατ’ έφεση ότι η επίδικη διαφορά δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη που πρέπει να προσβληθεί με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Στην Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, αντικείμενο της διαδικασίας - ήταν όπως και εδώ η περίπτωση - πράξη της Αρχής Λιμένων Κύπρου. Ο Πικής, Δ. - όπως ήταν τότε - έχει προβεί σε εκτεταμένη ανάλυση της νομικής υπόστασης και των εξουσιών της Αρχής Λιμένων Κύπρου, καθώς και των αρχών που διέπουν την ταξινόμηση των διοικητικών πράξεων στο πεδίο του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου.

 

2.  Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-59, πράξεις που απορρέουν από διοικητική αρχή και αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις που διέπονται από διοικητικούς νόμους υπάγονται στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου Επικρατείας.

 

3.  Η διαχείριση των λιμένων σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί της Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973 (Ν. 38/73) όπως τροποποιήθηκε, και των δυνάμει τούτου κανονισμών, αποτελεί τομέα ζωτικής σημασίας, μεταξύ άλλων, για τα οικονομικά πράγματα του τόπου.  Είναι επομένως, βέβαιο ότι το κοινό διατηρεί ειδικό ενδιαφέρον για τη σωστή εφαρμογή των συγκεκριμένων νομοθετικών διατάξεων. Αυτό το ενδιαφέρον αποτελεί έγκυρο λόγο για την ταξινόμηση της επίδικης πράξης της Αρχής Λιμένων στο πεδίο του δημοσίου δικαίου.  Οι πράξεις, αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας, αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις η αναθεώρηση των οποίων ανήκει στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.

 

4.  Εφόσον οι εφεσείοντες δεν είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, ορθά κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν μπορούσαν να εξεταστούν οι υπερασπίσεις τους.

 

[*406]Η έφεση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.

 

Αναφερόμενες υποθέσεις:

 

Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 882,

 

Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218,

 

Λανίτης Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα (1991) 1 Α.Α.Δ. 225,

 

Takis P. Makrides Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1424,

 

Greek Registrar of the Co-Operative Societies etc. v. Nicolaides (1965) 3 C.L.R. 164,

 

Vakana v. Republic, 3 R.S.C.C. 91,

 

Republic v. M.D.M. Estate Development Ltd (1982) 3 C.L.R. 642,

 

Stamatiou v. Electricity Authority of Cyprus, 3 R.S.C.C. 44.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Μαυρονικόλα, Ε.Δ.) που δόθηκε στις 6/11/98 (Αρ. Αγωγής 4117/91) με την οποία κρίθηκε ότι δεν μπορούσαν να εξετασθούν οι υπερασπίσεις που αυτοί ήγειραν σε αξίωση των εναγόντων για το ποσό των £4.690,78 που αντιπροσώπευε δικαιώματα για λιμενικές διευκολύνσεις.

 

Μ. Μοντάνιος, για τους Εφεσείοντες.

 

Μ. Ηλιάδης για Τ. Παπαδόπουλο, για τους Εφεσίβλητους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.

 

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες (οι εφεσίβλητοι) είναι Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου που έχει καθιδρυθεί δυνάμει του περί Οργανισμού Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973 (Ν. 38/73). Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι (οι εφεσείοντες) είναι ιδιωτική εταιρεία [*407]εγγεγραμμένη στην Κύπρο. Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ήταν οι ναυτιλιακοί πράκτορες ή οι αντιπρόσωποι της εταιρείας Zim Israel Navigation Co. Ltd που εδρεύουν στην Χάϊφα. Οι τελευταίοι ήταν ιδιοκτήτες του εμπορευματοκιβωτίου με στοιχεία ΖΙΜU 560 161/5. Οι εφεσίβλητοι κατόπιν αίτησης ή εντολής για λογαριασμό των εφεσειόντων πρόσφεραν λιμενικές διευκολύνσεις και υπηρεσίες σε σχέση με το προαναφερθέν εμπορευματοκιβώτιο “και/ή συγκεκριμένα των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων (REEFER PLUG) για τη διατήρηση του περιεχομένου του”.

 

Οι εφεσίβλητοι επέβαλαν στους εφεσείοντες δικαιώματα για τις διευκολύνσεις ηλεκτρικών εγκαταστάσεων σε σχέση με το πιο πάνω εμπορευματοκιβώτιο, της τάξης των £4,400, και εξέδωσαν σχετικά τιμολόγια τα οποία απέστειλαν στους εφεσειόντες. Πρόσθετα οι εφεσίβλητοι επέβαλαν £22,50 ως δικαιώματα για εισαχθέντα αγαθά εντός του λιμανιού Λεμεσού πλέον £268,28 σεντ ως αποθηκευτικά δικαιώματα. Ήταν ο ισχυρισμός των εφεσιβλήτων στην έκθεση απαίτησης τους, ότι επέβαλαν τα πιο πάνω δικαιώματα εκδίδοντας  σχετική διοικητική πράξη. Είχαν ενεργήσει δυνάμει των περί Αρχής Λιμένων (Καταβλητέα Δικαιώματα) Κανονισμών.

 

Στην αγωγή που ήγειραν οι εφεσίβλητοι εναντίον των εφεσειόντων για την ανάκτηση των πιο πάνω ποσών από τους εφεσείοντες οι τελευταίοι παραδέχθηκαν ότι ήταν “ναυτιλιακοί πράκτορες ή αντιπρόσωποι της Zim Israel Navigation Co. Ltd από την Χάϊφα που είναι οι ιδιοκτήτες και δικαιούχοι του πιο πάνω εμπορευματοκιβωτίου”. Αρνήθηκαν, όμως, τους υπόλοιπους ισχυρισμούς των εφεσιβλήτων και αρνήθηκαν ότι έχουν οποιαδήποτε ευθύνη έναντι των εφεσιβλήτων για τα αξιούμενα ποσά.

 

Ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου οι εφεσίβλητοι πρόβαλαν τη θέση ότι οι εφεσείοντες δεν μπορούν να έχουν υπεράσπιση στην προκειμένη υπόθεση διότι η έκδοση των τιμολογίων που αποτελούν και τη βάση της αγωγής αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία προσβάλλεται μόνο σύμφωνα με το άρθρο 146.1 του Συντάγματος με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Τέτοια προσφυγή δεν είχε ασκηθεί από τους εφεσείοντες. Επομένως οι τελευταίοι εμποδίζονται από το να εγείρουν οποιαδήποτε υπεράσπιση διότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να εξετάσει οποιαδήποτε υπεράσπιση προβάλουν.

 

Οι εφεσείοντες δεν αμφισβήτησαν ότι η Αρχή Λιμένων είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου, η οποία βάσει νομοθετικής διάταξης δύναται να εκδίδει καθοριζόμενες διοικητικές πράξεις. Όμως ήταν [*408]η εισήγηση τους ότι η διαφορά των διαδίκων αφορούσε χρηματική διαφορά που εμπίπτει στο τομέα του ιδιωτικού δικαίου και για το λόγο αυτό δεν μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης από το Ανώτατο Δικαστήριο και το μόνο αρμόδιο να επιληφθεί της διαφοράς είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε αποδεκτή την πιο πάνω θέση των εφεσιβλήτων. Έθεσε το θέμα ως εξής:

 

“Στην προκειμένη υπόθεση το άρθρο 4(2) του περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973 (Ν 38/73 όπως τροποποιήθηκε) καθορίζει τον σκοπό σύστασης της Αρχής, που είναι η διαχείριση και εκμετάλλευση ‘των λιμένων εν τη Δημοκρατία’.

 

Το άρθρο 10(1) του πιο πάνω νόμου καθορίζει τα καθήκοντα της Αρχής. Στην υποπαράγραφο (α) αναφέρει:

 

‘10.(1)  ......................................................................

 

(α) να παρέχη και διατηρή εις τους υπό την δικαιοδοσίαν αυτού λιμένας, επαρκείς και ικανάς λιμενικάς υπηρεσίας και διευκολύνσεις, ως ήθελον εκάστοτε κριθή αναγκαίαι ή επιθυμηταί ως και να επιμελήται τα της οργανώσεως, διοικήσεως και λειτουργίας των τοιούτων λιμένων.’

 

Για επίτευξη των σκοπών της και άσκηση των καθηκόντων της η Αρχή καθορίζει δια κανονισμών τα εκάστοτε πληρωτέα δικαιώματα ‘δια την χρήσιν των υπό την δικαιοδοσίαν αυτής περιοχών λιμένων και των εν αυταίς εγκαταστάσεων και δι’ αγαθά, υπηρεσίας ή διευκολύνσεις παρεχομένας υπό της Αρχής, ως και τους όρους πληρωμής και τον τρόπον επιβολής και εισπράξεων αυτών’ (Βλ. άρθρο 25 του Νόμου 38/73).

 

Ο κανονισμός 4 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Καταβλητέα Δικαιώματα) (Τροποποιητικών) Κανονισμών του 1987 (Κ.Δ.Π. 198/87) προβλέπει τα εξής:

 

‘4 (1) Ο ιδιοκτήτης ή ο πράκτορας ή το πρόσωπο προς το οποίο η κατ’ εντολή του οποίου παρέχεται οποιαδήποτε υπηρεσία ή διευκόλυνση ή άδεια ή υπο την ευθύνη του οποίου τελεί οποιοδήποτε σκάφος, όχημα, ζώο, αγαθό, αντικείμενο ή ιδιοκτησία σε σχέση με τα οποία είναι πληρωτέα οποιαδήποτε δικαιώματα που καθορίζονται στον πίνακα οφείλει χωρίς παράλειψη να ζητήσει από την Αρχή λογαριασμό των δικαιω[*409]μάτων που οφείλονται.

 

(2) Τα εκάστοτε οφειλόμενα στην Αρχή δικαιώματα σύμφωνα με τους παρόντες Κανονισμούς είναι πληρωτέα προς την Αρχή αμέσως μόλις εκδοθεί από την Αρχή ο λογαριασμός που προβλέπεται στην παράγραφο (1) αυτού του Κανονισμού και πρέπει να πληρώνονται αμέσως μόλις αυτά ήθελαν απαιτηθεί από την Αρχή.

 

(3) Δικαιώματα που είναι πληρωτέα με βάση την προηγούμενη παράγραφο, εφόσο δεν πληρωθούν μέσα σε διάστημα τριάντα ημερών από την ημερομηνία της έκδοσης του σχετικού λογαριασμού, φέρουν από της ημερομηνίας έκδοσης του εν λόγω λογαριασμού τόκο προς το ανώτατο επιτρεπόμενο από το νόμο επιτόκιο.’

 

Ο εν λόγω κανονισμός παρέχει το δικαίωμα στους Ενάγοντες να επιβάλουν χρέωση είτε στον ιδιοκτήτη είτε στον πράκτορα είτε στο πρόσωπο προς τον οποίον ή κατ’ εντολή του οποίου παρέχεται οποιαδήποτε υπηρεσία ή διευκόλυνση.

 

Το μέρος ΙΧ των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Καταβλητέα Δικαιώματα) (Τροποποιητικών) Κανονισμών του 1981 (Κ.Δ.Π. 284/81) καθορίζει τα εκάστοτε καταβλητέα στην Αρχή δικαιώματα διά την χρήσιν των ειδικών διευκολύνσεων δι’ εμπορευματοκιβώτια-ψυγεία.

 

Με βάση τις πιο πάνω Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις επιβλήθησαν μονομερώς στους Εναγομένους, από τους Ενάγοντες, τα καταβλητέα στην Αρχή δικαιώματα σε σχέση με τις υπηρεσίες που πρόσφεραν στο επίδικο εμπορευματοκιβώτιο τα οποία και τους κοινοποίησαν (Βλ. τεκμήρια 4 και 5).

 

Η επιβολή των πιο πάνω δικαιωμάτων εμπεριέχεται στις εξουσίες των Εναγόντων και σχετίζεται με την προώθηση ή εκπλήρωση των δημοσίων σκοπών που έχουν εναποτεθεί στην Αρχή. Συνιστά πράξη εξουσίας, δηλαδή πράξη που εκπηγάζει από την άσκηση των εξουσιών της Αρχής και που εξεδόθη εκτός του  πλαισίου συμβατικών σχέσεων της με τους Εναγομένους.

 

(Δημόσιος σκοπός είναι εκείνος για τον οποίο εξ’ αντικειμένου το κοινό ή τμήμα του έχουν εκ της φύσεως των πραγμάτων συμφέρον στην ευόδωση του).

 

[*410]Πράξεις αυτής της κατηγορίας - πράξεις εξουσίας - ανάγονται και επενεργούν στο πεδίο του δημοσίου δικαίου, οι αρχές του οποίου διέπουν την υπόσταση τους.  Εφόσον είναι εκτελεστές υπόκεινται σε αναθεώρηση από το Ανώτατο Δικαστήριο στο οποίο παρέχεται, βάσει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος αποκλειστική αρμοδιότητα για τον έλεγχο της εγκυρότητας τους.

 

Η κατάταξη της πιο πάνω διοικητικής πράξης σε πράξη εξουσίας συνηρτήθη με σκοπό για τον οποίο λήφθηκε η απόφαση σε σχέση με την επίτευξη των σκοπών της Αρχής. Είναι φανερό ότι η είσπραξη δικαιωμάτων για την χρήση των λιμενικών εγκαστάσεων, διευκολύνσεων ή υπηρεσιών από την Αρχήν είναι απαραίτητος για την επίτευξη των σκοπών της όπως αυτοί καθορίζονται από το νόμο.

 

Καταλήγω ότι εφόσον η υπεράσπιση των Εναγομένων συναρτάται με την αναθεώρηση της πιο πάνω διοικητικής πράξης που βρίσκεται εκτός της καθ’ ύλην αρμοδιότητος του Πολιτικού Δικαστηρίου και εφόσον η επίδικη διοικητική πράξη δεν προσβλήθηκε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο μέσα στην προθεσμία των 75 ημερών, οι Ενάγοντες δικαιούνται σε απόφαση.

 

Συνεπώς εκδίδεται υπέρ των Εναγόντων και εναντίον των Εναγομένων απόφαση για το ποσό των £4.690,78 σεντ πλέον τόκο προς 9% από 22.2.91 ότε στάληκε το δεύτερο χρεωστικό σημείωμα (Τεκμήριο 5) και κοινοποιήθηκε προς τους Εναγομένους ολόκληρη η χρέωση (βλ. Κ.Δ.Π. 198/87 άρθρο 4(3)), πλέον τα έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.”

 

Για την πιο πάνω κατάληξη του το πρωτόδικο δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση από τα νομολογηθέντα στις υποθέσεις Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 882, 892, Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218, 222, Λανίτης Λτδ κ.α. ν. Γενικού Εισαγγελέα (1991) 1 Α.Α.Δ. 225, 231 και Takis P. Makrides Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1424.

 

Η έφεση.

 

Η πρωτόδικη κατάληξη έχει αμφισβητηθεί με σειρά λόγων έφεσης. Υποστηρίχθηκε ότι ήταν λανθασμένη για τους πιο κάτω λόγους:

1. Η ούτω καλούμενη διοικητική πράξη αφορά χρηματική διαφορά, που βασικά προέκυψε από τα δύο τιμολόγια (τεκμήρια 4 και 7) των εφεσιβλήτων για κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος για [*411]ένα εμπορευματοκιβώτιο-ψυγείο. Σαν χρηματική διαφορά, η απαίτηση των εφεσιβλήτων ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και υπάγεται στην δικαιοδοσία του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

2. Η απαίτηση των εφεσιβλήτων προέκυψε από μία ιδιωτική συμφωνία/σύμβαση που έγινε στις 24.2.1990 (τεκμήριο 6) για ηλεκτρικές διευκολύνσεις. Η τέτοια συμφωνία/σύμβαση ανάγεται στην σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και υπάγεται στη δικαιοδοσία του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

3. Τα τιμολόγια των εφεσιβλήτων και οι επ’ αυτών γενόμενες χρεώσεις προς τους εφεσείοντες αποτελούν πράξεις διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας των εφεσιβλήτων αναφορικά με συγκεκριμένο πρόσωπο για την εξυπηρέτηση του προσώπου αυτού (και όχι του κοινού εν γένει) και κατά συνέπεια ανάγονται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και υπάγονται στην δικαιοδοσία του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

4. Εφ’ όσον η απαίτηση των εφεσιβλήτων είναι για συγκεκριμένη χρηματική διαφορά δεν υπάγεται και δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη που πρέπει να προσβληθεί με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το άρθρο 146.1 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Η Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου - εισηγήθηκαν οι εφεσείοντες - περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας εκτελεστών διοικητικών πράξεων. Μόνο αποφάσεις που παράγουν δικαιώματα υποκείμενα στο άρθρο 146.1 του Συντάγματος είναι εκτελεστές διοικητικές αποφάσεις. Αναγκαίο συστατικό αυτών είναι η παραγωγή εννόμου αποτελέσματος, που συνίσταται στη δημιουργία, τροποποίηση, ή κατάλυση νομικής κατάστασης, δηλαδή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρα. Κριτήρια για την κατάταξη της πράξης στο δημόσιο δίκαιο - κατέληξαν οι εφεσείοντες - είναι η φύση της πράξης ή απόφασης, το δημόσιο συμφέρον που σκοπεύει να προαγάγει και το ενδιαφέρον του κοινού γενικά ή μέρος αυτού.

 

Κατά την εξέταση του κατά πόσο μια πράξη της διοίκησης εμπίπτει εντός της δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος δικαιοδοσίας πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη η φύση και ο χαρακτήρας της συγκεκριμένης πράξης ή απόφασης. Αυτό το θέμα πρέπει να εξετάζεται επί της ουσίας και υπό τις περιστάσεις της κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης. Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η υπό[*412]σταση του Οργάνου το οποίο έλαβε την απόφαση καθώς και οι περιστάσεις λήψης της. Είναι δυνατό για το ίδιο Όργανο να ενεργει είτε εντός της σφαίρας του ιδιωτικού δικαίου ή εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου, ανάλογα με τη φύση της πράξης του. Αυτό που αποτελεί τον σημαντικό και αποφασιστικό παράγοντα είναι η φύση και ο χαρακτήρας της συγκεκριμένης λειτουργίας, αντικείμενο της προσφυγής. Όπου η λειτουργία του διοικητικού οργάνου έχει σαν πρωταρχικό σκοπό την προαγωγή δημοσίου σκοπού αυτός ο σκοπός έχει θεωρηθεί σαν χαρακτηριστικό πράξης ή απόφασης εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου (Βλ. Greek Registrar of the Co-Operative Societies etc. v. Nicolaides (1965) 3 C.L.R. 164, 170, 171 και Vakana v. Republic, 3 R.S.C.C. 91).

 

Το ότι μια πράξη η οποία πρωτίστως επηρεάζει ιδιωτικά δικαιώματα μπορεί να ενταχθεί στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου λόγω κάποιου ιδιαίτερου συμφέροντος του κοινού στη σωστή εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης έχει τονιστεί στην Republic v. M.D.M. Estate Development Ltd (1982) 3 C.L.R. 642, 655 (απόφαση Ολομέλειας).

 

Αυτό που είναι σχετικό για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης είναι κατά πόσο σε σχέση με τη συγκεκριμένη λειτουργία οι εφεσίβλητοι ενεργούσαν με την ιδιότητα “οργάνου, αρχής ή προσώπου ασκούντων εκτελεστικήν ή διοικητικήν λειτουργίαν”, εντός της έννοιας του άρ. 146.1 του Συντάγματος (Bλ. Stamatiou v. The Electricity Authority of Cyprus, 3 R.S.C.C. 44, 45-46).

 

Στην Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 882, αντικείμενο της διαδικασίας ήταν - όπως είναι και εδώ η περίπτωση - πράξη της Αρχής Λιμένων Κύπρου. Ο Πικής, Δ. - όπως ήταν τότε - έχει προβεί σε εκτεταμένη ανάλυση της νομικής υπόστασης και των εξουσιών της Αρχής Λιμένων Κύπρου, καθώς και των αρχών που διέπουν την ταξινόμηση των διοικητικών πράξεων στο πεδίο του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου.  Έθεσε το θέμα ως εξής (βλ. σελ. 892-894):

 

“Η Αρχή Λιμένων είναι οργανισμός δημόσιου δικαίου στον οποίο έχει εναποτεθεί κρατική ευθύνη και εξουσία για τη λειτουργία και διαχείριση των λιμένων της Δημοκρατίας. Οι λιμένες συνιστούν σημεία ελέγχου εισόδου και εξόδου ατόμων και εμπορευμάτων στη Δημοκρατία. Η διαχείρισή τους συνιστά σημαντική κρατική λειτουργία, συνυφασμένη με την κυριαρχία του κράτους στο χώρο της επικράτειας της Πολιτείας. Το κοινό έχει άμεσο συμφέρον στην ευόδωση των σκοπών της Αρχής και [*413]ανάλογο ενδιαφέρον για την καλή λειτουργία της.

 

Οι πράξεις της Αρχής Λιμένων, όπως και εκείνες κάθε δημόσιας αρχής ή οργάνου, που σχετίζονται με την προώθηση ή εκπλήρωση των δημοσίων σκοπών που έχουν εναποτεθεί σ’ αυτή, συνιστούν πράξεις εξουσίας, δηλαδή πράξεις που εκπηγάζουν από την άσκηση των εξουσιών της Αρχής. Πράξεις αυτής της κατηγορίας - πράξεις εξουσίας - ανάγονται και επενεργούν στο πεδίο του δημοσίου δικαίου, οι αρχές του οποίου διέπουν την υπόστασή τους. Εφόσον είναι εκτελεστές, δηλαδή γενεσιουργοί δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, υπόκεινται σε αναθεώρηση από το Ανώτατο Δικαστήριο στο οποίο παρέχεται, βάσει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος, αποκλειστική αρμοδιότητα για τον έλεγχο της εγκυρότητάς τους.

 

Η λειτουργία δημόσιας αρχής ή οργάνου δεν περιορίζεται μόνο στο πεδίο του δημόσιου δικαίου. Επεκτείνεται και στο ιδιωτικό δίκαιο ό,ποτεδήποτε η αρχή ενεργεί για την προστασία του ταμιευτικού της συμφέροντος (fiscus). Οι πράξεις αυτές χαρακτηρίζονται ως πράξεις διαχείρισης. Έρεισμα για τον καταρτισμό ή σύναψη πράξης διαχείρισης αντλείται όχι από τη δημόσια εξουσία αρχής ή οργάνου, αλλά από τα περιουσιακά τους δικαιώματα βάσει του αστικού δικαίου. Πράξεις διαχείρισης δημόσιας αρχής επενεργούν στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου και αποτελούν αντικείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων κατά το αστικό δίκαιο.

 

...............................................................................................................

 

Πράξεις διαχείρισης διαστέλλονται από πράξεις εξουσίας, ανάλογα με το σκοπό για τον οποίο εκδίδονται και τα συστατικά τους στοιχεία. Στην Κύπρο, έχει κατ’ επανάληψη αναγνωριστεί ότι στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και κατ’ ακολουθία στην αποκλειστική του αρμοδιότητα, υπάγονται μόνο εκτελεστές πράξεις δημόσιων αρχών που επενεργούν στον τομέα του δημόσιου δικαίου ............................................................

Εμπειρική υπήρξε η προσέγγιση στην ταξινόμηση των διοικητικών πράξεων ως προς το πεδίο δικαίου, δημόσιο ή ιδιωτικό, στο οποίο επενεργούν. Η ουσία και όχι ο τύπος ή η μορφή την οποία λαμβάνει η πράξη, συνιστά το κριτήριο για την κατάταξή τους σε πράξεις εξουσίας ή πράξεις διαχείρισης. Η διάκριση των δυο τομέων δικαίου και τα κριτήρια για το διαχωρισμό τους, απασχόλησαν το Ανώτατο Δικαστήριο ειδικά στην Antoniou and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 623, και Machlouzarides v. [*414]Republic (1985) 3 C.L.R. 2342. Ο σκοπός για τον οποίο λαμβάνεται η απόφαση, ή γίνεται πράξη σε συνάρτηση με τις εξουσίες δημόσιας αρχής, αποτελεί το γνώμονα για την ταξινόμησή τους στο ένα ή στο άλλο πεδίο του δικαίου.   Εφόσον η πράξη ανάγεται ή σχετίζεται με την επίτευξη των σκοπών δημόσιας αρχής ή οργάνου, αυτή επενεργεί στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Δημόσιος σκοπός είναι εκείνος για τον οποίο εξ αντικειμένου το κοινό ή τμήμα του έχουν εκ της φύσεως των πραγμάτων συμφέρον στην ευόδωσή του.

 

Στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου εμπίπτουν όχι μόνο πράξεις διαχείρισης δημόσιας αρχής ή οργάνου, αλλά και μονομερείς πράξεις κρατικής εξουσίας που έχουν ως αντικείμενο τη ρύθμιση ή διακανονισμό δικαιωμάτων στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου.”

 

Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-59 σελ. 235, πράξεις που απορρέουν από διοικητική αρχή και αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις που διέπονται από διοικητικούς νόμους υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Συμβουλίου Επικρατείας:  “Ούτω εθεωρήθη παραδεκτώς προσβληθείσα πράξις εκδοθείσα κατ΄ εφαρμογήν διοικητικών νόμων ρυθμιζόντων τα του ελέγχου και της εποπτείας της πολιτείας επί της εν γένει εκμεταλλεύσεως των δασών, δημοσίων τε και ιδιωτικών”.

 

Έχουμε εξετάσει τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση. Από την εξέταση τους προκύπτει ότι η πράξη επιβολής των επίδικων δικαιωμάτων σχετίζεται με την προώθηση ή εκπλήρωση των σκοπών που έχουν εναποτεθεί στην Αρχή Λιμένων Κύπρου. Οι σκοποί αυτοί είναι δημόσιοι γιατί το κοινό έχει συμφέρο στην ευόδωση τους. Η διαχείριση των λιμένων σύμφωνα με τις πρόνοιες του οικείου Νόμου και των δυνάμει τούτου κανονισμών αποτελεί ένα τομέα ζωτικής σημασίας, μεταξύ  άλλων, για τα οικονομικά πράγματα του τόπου. Είναι, επομένως, βέβαιο ότι το κοινό διατηρεί ειδικό ενδιαφέρο για τη σωστή εφαρμογή των συγκεκριμένων νομοθετικών διατάξεων. Αυτό το ενδιαφέρον αποτελεί έγκυρο λόγο για την ταξινόμηση της επίδικης πράξης της Αρχής Λιμένων Κύπρου στο πεδίο του δημόσιου δικαίου.   Σε πλήρη ταύτιση με το πρωτόδικο δικαστήριο θεωρούμε ότι οι πράξεις, αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας, αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, στο πεδίο του δημόσιου δικαίου.  Η δικαιοδοσία για την αναθεώρηση τους ανήκει στο Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει του άρ. 146.1 του Συντάγματος.

 

[*415]Εφόσον οι εφεσείοντες δεν είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο ορθά κρίθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι δεν μπορούσαν να εξεταστούν οι υπερασπίσεις τους. Έπεται πως η έφεση πρέπει να απορριφθεί.

 

Η έφεση απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα γιατί οι εφεσίβλητοι δεν υπέβαλαν περίγραμμα αγόρευσης.

 

Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο