Δημητρίου Γιαννάκης Θ. με την ιδιότητά του σαν διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα Θεόδωρου Δημητρίου Aνδρέα και Άλλος ν. Πέτρου Aνδρέα Aχιλλέα και Άλλης (2001) 1 ΑΑΔ 316

(2001) 1 ΑΑΔ 316

[*316]19 Μαρτίου, 2001

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

1.  ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Θ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ

     ΤΟΥ ΣΑΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ

     ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ,

2.  ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Εφεσείοντες-Ενάγοντες,

ν.

1.  ΠΕΤΡΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΧΙΛΛΕΑ,

2.  ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΠΕΤΡΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10346)

 

Δικαστική απόφαση ― Αιτιολογία ― Παράλειψη του Δικαστηρίου να αξιολογήσει τη μαρτυρία και να καταλήξει σε ευρήματα επί των αμφισβητούμενων γεγονότων έτσι ώστε η απόφαση να περιέχει την απαραίτητη δικαστική κρίση επί όλων των επιδίκων θεμάτων ― Παραμερισμός της απόφασης και διαταγή για αναδίκαση.

Οι εφεσείοντες-ενάγοντες και οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι είναι ιδιοκτήτες γειτονικών κτημάτων.  Στην έκθεση απαίτησης τους οι εφεσείοντες ισχυρίστηκαν ότι κατείχαν πριν το 1911 μια στενή λωρίδα γης η οποία βρίσκεται κατά μήκος του συνόρου των κτημάτων η οποία καλύπτεται όμως από την εγγραφή στο όνομα των εφεσιβλήτων.  Αξίωναν μεταξύ άλλων διάταγμα που να διατάζει την εγγραφή της επίδικης λωρίδας γης στο όνομα τους ούτως ώστε αυτή να αποτελεί ενιαίο σύνολο με τα πιο πάνω τεμάχια τους.  Κατά την ακρόαση, σε σχέση με το θέμα της αδιάλειπτης και εχθρικής κατοχής της επίδικης λωρίδας δόθηκε μαρτυρία από δύο μάρτυρες.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ενάγοντες δεν ισχυρίζονται ότι υπάρχει εχθρική κατοχή αλλά ότι η επίδικη λωρίδα ενεγράφη στον τίτλο των εναγομένων αντί των εναγόντων από λάθος του Κτηματολογίου.  Κατέληξε ότι δεν στοιχειοθετήθηκε θέμα λάθους κατά την εγγραφή στο Κτηματολόγιο και απέρριψε την αγωγή.

[*317]Με την έφεση προσβάλλεται η παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιληφθεί του επίδικου θέματος της εχθρικής κατοχής. Υποστηρίχθηκε ότι ο ισχυρισμός για εχθρική κατοχή αποτελούσε μια εκ των ουσιωδών βάσεων της αγωγής, ωστόσο αγνοήθηκε και/ή δεν εξετάστηκε καθόλου από το πρωτόδικο Δικαστήριο παρόλο ότι οι εφεσείοντες είχαν παρουσιάσει μαρτυρία επί του θέματος της εχθρικής κατοχής της επίδικης λωρίδας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε ασχοληθεί με το θέμα της εχθρικής κατοχής της επίδικης λωρίδας παρόλο ότι το θέμα εκείνο αποτελούσε ένα από τα επίδικα θέματα της αγωγής.

2.  Έχει νομολογηθεί ότι η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει να περιέχει την απαραίτητη δικαστική κρίση πάνω στα επίδικα θέματα που εγείρονται από τα δικόγραφα και την ενώπιον του μαρτυρία.  Αυτή η υποχρέωση υφίσταται ακόμα και στις περιπτώσεις που επίδικα θέματα εγείρονται με μορφή διαζευκτική.

3.  Στην απουσία πρωτόδικης κρίσης επί του επίδικου θέματος της εχθρικής κατοχής το Εφετείο δεν μπορεί να επιληφθεί αυτού του θέματος γιατί ελλείπει η αξιολόγηση της σχετικής μαρτυρίας και η διαμόρφωση ευρημάτων και συμπερασμάτων.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Διατάχθηκε επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο δικαστή σε σχέση με το θέμα της εχθρικής κατοχής. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Βασιλείου κ.ά. ν. Μενελάου κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1125,

Χριστοδούλου ν. Αριστοδήμου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 552,

Κανάρα ν. Πρωτοπαπά (1990) 1 Α.Α.Δ. 175.

Έφεση.

Έφεση από τους ενάγοντες κατά της απόφασης του Επαρχιακού [*318]Δικαστηρίου Λεμεσού (Μαδέλλα, Ε.Δ.) που δόθηκε στις 14/9/98 (Αρ. Αγωγής 6277/90) με την οποία απέρριψε τις αξιώσεις τους για αποζημιώσεις λόγω ζημιών και αποφάνθηκε ότι η επίδικη λωρίδα γης ορθά ενεγράφη στον τίτλο των εναγομένων αντί των εναγόντων από το Κτηματολόγιο.

Χρ. Χ” Στερκώτης, για τους Εφεσείοντες.

Μ. Μελίδης με Μ. Προκοπίου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.:  Με την αγωγή τους (με αρ. 6277/90) εναντίον των εφεσιβλήτων-εναγομένων οι εφεσείοντες-ενάγοντες αξίωσαν τις πιο κάτω θεραπείες:

“α)  Αποζημιώσεις για £3,172 για ζημιές που προκλήθηκαν σε δέντρα και σύστημα άρδευσης σε λωρίδα γης.

 β)  Αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση.

 γ)  Διάταγμα που να διατάζει τους Εναγομένους να παύσουν να επεμβαίνουν στη λωρίδα γης πλάτους 12 ποδών και μήκους 330 ποδών στη νότια πλευρά των ακινήτων με αρ. εγγραφής 18300 και 18301, Τεμάχια 696/3 και 696/2 και 695 αντίστοιχα στο χωριό Πύργος Λεμεσού, να παύσουν την περαιτέρω καταστροφή των δέντρων και να μετακινήσουν την περίφραξη που έβαλαν στο κτήμα των Εναγόντων.

 δ)  Διάταγμα που να διατάζει την εγγραφή της εν λόγω λωρίδας γης επ’ ονόματι των Εναγόντων ούτως ώστε αυτή ν’ αποτελεί ενιαίο σύνολο με τα πιο πάνω τεμάχια τους.”

Την πραγματική βάση για τις πιο πάνω αξιώσεις αποτέλεσαν οι πιο κάτω ισχυρισμοί των εφεσειόντων στην έκθεση απαίτησης τους:

Ο εφεσείων 1 ήταν ο διαχειριστής της περιουσίας του αποθανόντα Θεόδωρου Δημητρίου Ανδρέου τέως από τον Πύργο δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου Λεμεσού με αρ. 14/89.  Ήγειρε την πιο πάνω αγωγή με αυτή του την ιδιότητα.  Ο εφεσείων 2 ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης των ακινήτων με αριθμούς εγγραφής [*319]18300 ημερ. 4.12.79 (Φ/Σχ.54/41, Τεμάχιο 696/3) και 18301 ημερ. 4.12.79 (Φ/Σχ.54/41, Τεμάχια 696/2 και 695) στο χωριό Πύργος Λεμεσού.

Οι εφεσίβλητοι ήταν οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες του ακινήτου με αρ. εγγραφής 14726 ημερ. 20.7.89 (Φ/Σχ.54/41, Τεμάχιο 694) στο χωριό Πύργος κατά 1/2 εξ΄ αδιαιρέτου μερίδιο.  Το τελευταίο συνορεύει με τα πιο πάνω Τεμάχια του εφεσείοντος 2.  Ο εφεσίβλητος 1 απέκτησε το μερίδιο του με δωρεά από τη σύζυγο του εφεσίβλητη 2 κατά ή περί τον Ιούλιο 1989.  Η εφεσίβλητη 2  αγόρασε ολόκληρο το ακίνητο και ενεγράφη ως ιδιοκτήτης του κατά ή περί τις 8.1.77 από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη Μανώλη Χριστοφή Χ” Μανώλη.

Οι εφεσείοντες “και/ή ένας από αυτούς και/ή οι προκάτοχοι τους” κατείχαν πριν το 1911 τα πιο πάνω ακίνητα και μια στενή λωρίδα γης (η επίδικη λωρίδα) πλάτους 12 ποδών περίπου και μήκους 330 ποδών νότια των πιο πάνω ακινήτων τους η οποία λωρίδα σήμερα καλύπτεται από την πιο πάνω εγγραφή των εφεσιβλήτων με αρ. 14726. Τα ακίνητα των εφεσειόντων μαζί με την επίδικη λωρίδα κατείχοντο αδιάλειπτα και αφιλονίκητα από τους εφεσείοντες “και/ή ενός από αυτούς και από τους προκατόχους τους σε τίτλο δυνάμει δωρεάς και/ή δυνάμει κληρονομιάς και/ή δια την υπό του Νόμου προνοούμενη περίοδο παραγραφής και/ή δυνάμει εχθρικής κατοχής τουλάχιστο από το 1911 μέχρι την καταχώρηση της Αγωγής”.  Η επίδικη λωρίδα γης δεν αποτελεί μέρος του πιο πάνω Τεμαχίου 694 των εφεσιβλήτων και κατά λάθος συμπεριλήφθηκε σ΄ αυτό κατά τη γενική χωρομετρία και χαρτογράφιση που έγινε κατά ή περί τα έτη 1919-1921.  Λανθασμένα η επίδικη λωρίδα αυτή συμπεριλήφθηκε στον πιο πάνω τίτλο 14726 του εφεσίβλητου 1 μετά από την αυτοψία που έγινε σε αίτηση διαφοράς συνόρων στο Κτηματολόγιο Λεμεσού με αρ. Α1620/86 που υποβλήθηκε από την εφεσίβλητη 2.  Οι εφεσίβλητοι ή οι προκάτοχοι τους σε τίτλο ουδέποτε κατείχαν την επίδικη λωρίδα η οποία ήταν φυτευμένη με δέντρα από τους προγόνους των εφεσειόντων και η εφεσίβλητη 2 δεν είναι καλή τη πίστει αγοράστρια καθότι όφειλε να γνωρίζει ή γνώριζε όταν αγόραζε το ακίνητο κατά το 1977 ότι η επίδικη λωρίδα ανήκε στους εφεσείοντες.

Κατά τον Γεννάρη του 1990 οι εφεσίβλητοι και/ή οι υπάλληλοι τους επενέβηκαν στην επίδικη λωρίδα γης, χάλασαν τη δόμη ή τον όχθο με τρακτέρ και δημιούργησαν ζημιές στο σύστημα άρδευσης και δέντρα των εναγόντων.

Σε σχέση με το θέμα της αδιάλειπτης και εχθρικής κατοχής της [*320]επίδικης λωρίδας δόθηκε μαρτυρία από τον Μ.Ε. 2 Αντώνη Νεστορή και από τον εφεσείοντα 2. Η μαρτυρία του Μ.Ε. 2 έγινε αποδεκτή από το Πρωτόδικο Δικαστήριο “στην περιορισμένη έκταση - όπως το έθεσε το Πρωτόδικο Δικαστήριο - που μπορεί να βοηθήσει στην εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων”.  Η μαρτυρία του εφεσείοντα 2 δεν έγινε πιστευτή από το Πρωτόδικο Δικαστήριο.

Αφού ανέλυσε και αξιολόγησε τη μαρτυρία το Πρωτόδικο Δικαστήριο έθεσε το θέμα ως εξής:

“Για την επίλυση όμως της διαφοράς των διαδίκων θα πρέπει πρώτα να κριθεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης λωρίδας γης. Και εφόσον η διαφορά των διαδίκων αφορά εγγεγραμμένα κτήματα θα πρέπει από την αρχή να λεχθεί ότι τα πιστοποιητικά εγγραφής περιουσίας αποτελούν εκ πρώτης όψεως μαρτυρία ιδιοκτησίας. Ο διάδικος που ζητά να ακυρώσει τον τίτλο ή μέρος αυτού, δηλαδή οι Ενάγοντες, οφείλουν να αποδείξουν, είτε ότι η εγγραφή έγινε στο όνομα του κατόχου του τίτλου από πλάνη ή λάθος, ή ότι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης έχασε το δικαίωμα του στην περιουσία εξαιτίας εχθρικής κατοχής προς όφελος του προσώπου που το κατέχει (βλέπε Αντώνης Θεοδώρου ν. Χρίστου Θεωρή Χ” Αντώνη (1961) 1 C.L.R. 203, 208).

Το βάρος απόδειξης βρίσκεται στο διάδικο που αμφισβητεί την ορθότητα του τίτλου (βλέπε Σωκράτους ν. Μέζου (1975) 1 C.L.R. 62, 68) που στην προκειμένη περίπτωση είναι οι Ενάγοντες.

Οι Ενάγοντες δεν ισχυρίζονται ότι υπάρχει εχθρική κατοχή αλλά ότι η επίδικη λωρίδα ενεγράφη στον τίτλο των Εναγομένων αντί των Εναγόντων από λάθος του Κτηματολογίου.”

Ήταν η τελική κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η επίδικη λωρίδα γης “ενεγράφη κανονικά ως μέρος του Τεμαχίου 694 των εναγομένων και δεν στοιχειοθετείται θέμα λάθους κατά την εγγραφή στο Κτηματολόγιο”.  

Σαν αποτέλεσμα της πιο πάνω κατάληξης του το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή.

Η έφεση.

Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης έχει αμφισβητηθεί με 15 λόγους έφεσης. Στη διάρκεια της ακρόασης της έφεσης ο ευπαίδευ[*321]τος συνήγορος των εφεσειόντων απέσυρε όλους τους λόγους έφεσης εκτός εκείνου που αναφερόταν στην παράλειψη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιληφθεί του επίδικου θέματος της εχθρικής κατοχής. Υποστήριξε ότι ο ισχυρισμός για εχθρική κατοχή αποτελεί “μιαν εκ των ουσιωδών βάσεων της αγωγής και/ή της υπόθεσης των εφεσειόντων”.  Ωστόσο ο σχετικός ισχυρισμός αγνοήθηκε και/ή δεν εξετάσθηκε καθόλου από το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρόλο ότι οι εφεσείοντες είχαν παρουσιάσει μαρτυρία “επί του θέματος της εχθρικής κατοχής της επίδικης λωρίδας”.  Αντί - συνέχισε ο ευπαίδευτος συνήγορος - να αξιολογήσει ως όφειλε την σχετική μαρτυρία και να προβεί σε διαπιστώσεις και επί του θέματος της εχθρικής κατοχής το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε - στη σελ. 19 της απόφασης του - ότι “οι ενάγοντες δεν ισχυρίζονται ότι υπάρχει εχθρική κατοχή αλλά ότι η επίδικη λωρίδα ενεγράφη στον τίτλο των εναγομένων αντί των εναγόντων από  λάθος του Κτηματολογίου” (Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου).

Ενόψει της πιο πάνω αναφοράς του πρωτόδικου δικαστηρίου και του μοναδικού λόγου της έφεσης στη διάρκεια της ακρόασης της έφεσης είχαμε επιδιώξει να διευκρινιστεί κατά πόσο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας οι εφεσείοντες είχαν εγκαταλείψει τον ισχυρισμό τους για εχθρική κατοχή. Δεν εντοπίσαμε τέτοια εγκατάλειψη στα πρακτικά της διαδικασίας. Με οδηγίες μας ετοιμάσθηκαν και τα πρακτικά των τελικών αγορεύσεων. Παρόλο ότι ο τότε δικηγόρος των εφεσειόντων δεν είχε αναφερθεί ειδικά στο θέμα της εχθρικής κατοχής δεν φαίνεται να το είχε εγκαταλείψει με σχετική δήλωση του.

Διαπιστώνουμε, επομένως, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έχει ασχοληθεί με το θέμα της εχθρικής κατοχής της επίδικης λωρίδας παρόλο ότι το θέμα εκείνο αποτελούσε ένα από τα επίδικα θέματα της αγωγής. Αντίθετα ανέφερε ότι οι “ενάγοντες δεν ισχυρίζονται ότι υπάρχει εχθρική κατοχή”.

Έχει νομολογηθεί ότι η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει να περιέχει την απαραίτητη δικαστική κρίση πάνω στα επίδικα θέματα που εγείρονται από τα δικόγραφα και την ενώπιον του μαρτυρία (Βλ. Βασιλείου κ.ά. ν. Μενελάου κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1125, 1131 και Χριστοδούλου ν. Αριστοδήμου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 552, 555).  Αυτή η υποχρέωση υφίσταται ακόμη και στις περιπτώσεις που επίδικα θέματα εγείρονται με μορφή διαζευκτική (Βλ. Κανάρα ν. Πρωτοπαπά (1990) 1 Α.Α.Δ. 175, 179).

Στην απουσία πρωτόδικης δικαστικής κρίσης επί του επίδικου [*322]θέματος της εχθρικής κατοχής το Εφετείο δεν  μπορεί να επιληφθεί αυτού του θέματος γιατί ελλείπει η αξιολόγηση της σχετικής μαρτυρίας και η διαμόρφωση ευρημάτων και συμπερασμάτων.

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση επιτυγχάνει ως προς το θέμα της εχθρικής κατοχής.  Εκδίδεται διαταγή για επανεκδίκαση της αγωγής σε σχέση με το θέμα της εχθρικής κατοχής από άλλο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.  Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και σε βάρος των εφεσιβλήτων. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Διατάσσεται επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο δικαστή σε σχέση με το θέμα της εχθρικής κατοχής. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο