Xατζημανώλης Aνδρέας Λοΐζου ν. Bacchus Hotel Apartments Ltd., διά του Aνδρέα M. Λοϊζίδη, (Παραλήπτη και Διευθυντή της) και Άλλων (2001) 1 ΑΑΔ 450

(2001) 1 ΑΑΔ 450

[*450]11 Απριλίου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΪΖΟΥ Χ”ΜΑΝΩΛΗΣ,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

BACCHUS HOTEL APARTMENTS LTD, ΔΙΑ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ Μ. ΛΟΪΖΙΔΗ, ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΗΣ,

ΚΑΙ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΑΛΛΩΝ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10654)

 

Έφεση ― Νέος λόγος έφεσης ― Η τροποποίηση ή μη λόγου έφεσης επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται με κριτήριο το συμφέρον της δικαιοσύνης αποτιμούμενο υπό το πρίσμα των σκοπών της έφεσης και των εκατέρωθεν δικαιωμάτων ως προς το τελέσφορο της δικαστικής διαδικασίας ― Τροποποίηση η οποία στοχεύει στην εισαγωγή νέου λόγου έφεσης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

Με αίτησή του στο Εφετείο ο εφεσείων-αιτητής εξαιτείται τροποποίηση των λόγων έφεσης 1, 4 και 6.  Οι εφεσίβλητοι ενέστησαν στο αίτημα για τροποποίηση.  Υποστήριξαν ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις συνιστούν ανάπλαση και επαναπροσδιορισμό των λόγων έφεσης και ότι με αυτές επιδιώκεται η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης εκτός των χρονικών ορίων που ορίζει η Δ.35, θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών και το Άρθρο 30.3 του Συντάγματος.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η άρτια στοιχειοθέτηση των λόγων έφεσης είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.  Αίτημα για την τροποποίηση των λόγων έφεσης προς επίτευξη αυτού του σκοπού εγκρίνεται εφόσον δεν συνεπάγεται το δυσμενή επηρεασμό των συμφερόντων του αντιδίκου.

2.  Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις των λόγων έφεσης 1 και 6 ου[*451]σιαστικά στοχεύουν στην εισαγωγή εκπροθέσμως νέων λόγων έφεσης.  Αυτό δεν μπορεί να επιτραπεί γιατί συνεπάγεται ανάπλαση της έφεσης.  Και στην απουσία ικανοποιητικής εξήγησης για την καθυστέρηση, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι υπό τις περιστάσεις επιτρεπτή εφόσον ο δυσμενής επηρεασμός της άλλης πλευράς είναι εν προκειμένω ορατός.

3.  Με την τροποποίηση του λόγου έφεσης 4 ουσιαστικά επιδιώκεται η διεύρυνση της αιτιολογίας του συγκεκριμένου λόγου έφεσης ο οποίος παραμένει βασικά αναλλοίωτος.

Η αίτηση επιτράπηκε μερικώς, με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 580,

Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 12.

Αίτηση.

Αίτηση από τον εφεσείοντα για τροποποίηση των λόγων έφεσης 1, 4 και 6 και αναρίθμηση των λόγων έφεσης 4, 6 και 7 σε 2, 3 και 4 αντίστοιχα.

Κλ. Στυλιανού, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.

Α. Δημητρίου, για τον Εφεσίβλητο 1-Καθ’ ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση, ο εφεσείων εξαιτείται τροποποίηση των λόγων έφεσης 1, 3, 4 και 6. Ύστερα από δήλωση του δικηγόρου του, το αίτημα περιορίστηκε στους λόγους έφεσης 1, 4 και 6.  Και επειδή οι λόγοι έφεσης 2, 3 και 5 έχουν εγκαταλειφθεί, προτείνεται η αναρίθμηση των λόγων έφεσης 4, 6 και 7 σε 2, 3 και 4 αντίστοιχα.

Οι εφεσίβλητοι ενίστανται στο αίτημα για τροποποίηση.  Είναι η θέση τους ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις συνιστούν ανάπλα[*452]ση και επαναπροσδιορισμό των λόγων έφεσης και ότι με αυτές επιδιώκεται η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης εκτός των χρονικών ορίων που ορίζει η Διαταγή 35 κ. 2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών και το άρθρο 30.3 του Συντάγματος.

Παραθέτουμε τους λόγους έφεσης 1, 4 και 6 με την αντίστοιχη αιτιολογία όπως διατυπώνονται στην ειδοποίηση έφεσης:

Λόγος 1ος: Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το επίδικο γραμμάτιο υπογράφηκε από την εναγόμενη 1 στην απουσία δύο μαρτύρων και άρα δεν αποτελεί  Γραμμάτιο Συνήθους τύπου, εδράζεται σε μαρτυρία που κατά παράβαση των αρχών του δικονομικού δικαίου βρίσκεται εκτός δικογραφίας.

Αιτιολογία:  Η νομολογία έχει επανειλημμένα τονίσει την αναγκαιότητα προδιαγραφής των επιδίκων θεμάτων με σαφήνεια από τις έγγραφες προτάσεις και διεξαγωγή της δίκης κατά μήκος των γραμμών πλεύσης που οριοθετεί η δικογραφία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρόλο που στην απόφασή του αναφέρθηκε στις πιο πάνω αρχές, επιλήφθηκε και αποδέχτηκε ισχυρισμούς που δεν καλύπτονται από τα δικόγραφα.

Λόγος 4ος:  Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε ότι ο ενάγοντας έδωσε προς τους εναγόμενους £25.000 και αυτοί του υποσχέθηκαν ότι θα του επέστρεφαν £30.000.

Αιτιολογία:  Το πρωτόδικο Δικαστήριο βασιζόμενο στη μαρτυρία του εναγόμενου 3, αποδέχτηκε σαν αληθή τον πιο πάνω ισχυρισμό για τον οποίο ουδείς λόγος γίνεται στην Υπεράσπιση του και επίσης χωρίς να τεθεί στον ενάγοντα ο ισχυρισμός αυτός κατά τη μαρτυρία του ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του και των δύο πλευρών τις εκδοχές.

Λόγος 6ος: Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απεδέχθη την εκδοχή του εναγόμενου 3 περί πληρωμής ποσού £25.000 στον ενάγοντα έστω και αν τελικά το Δικαστήριο έκρινε ότι το ποσό αυτό δεν κατέληξε στον ενάγοντα.

Αιτιολογία:  Τέτοιος ισχυρισμός δεν περιέχεται στη δικογραφία, εκτός από κάποιο αόριστο ισχυρισμό στην παράγραφο 5 της Υπερασπίσεως των εναγομένων 3, 4 και 5 “ότι το ειρημένο γραμμάτιο έχει εξοφληθεί από την εναγόμενη 1 και/ή έχει καταβληθεί μεγάλο μέρος του οφειλόμενου ποσού” ο οποίος εκμηδενίζεται από την παράγραφο 6 και τους υπόλοιπους ισχυρισμούς της Υπεράσπισης τους.  Προβλήθηκε για πρώτη φορά ο ισχυρισμός επιστροφής στον ενάγοντα £25.000 από τον εναγόμενο 3 κατά τη μαρτυρία του χωρίς να τεθεί οτιδήποτε σχετικό στον ενάγοντα [*453]και στον Μ.Ε.2 ο οποίος ήταν και άμεσα εμπλεκόμενος.

Ο εναγόμενος 3 μέχρι τις αγορεύσεις επέμενε στον ισχυρισμό ότι πληρώθηκαν οι £25.000 στον ενάγοντα έστω και αν σε κάποια σημεία της μαρτυρίας του παραδέχτηκε ότι ο ενάγοντας δεν πήρε τα χρήματα και αυτό έπρεπε να προβληματίσει το Δικαστήριο για την αλήθεια των ισχυρισμών του εναγόμενου 3.”

Αν γίνει αποδεκτό στην ολότητά του το αίτημα για τροποποίηση, τότε οι τροποποιημένοι λόγοι έφεσης και η αντίστοιχη αιτιολογία τους θα εμφανίζονται στο κείμενο ως εξής:

Λόγος 1ος:  Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το επίδικο γραμμάτιο υπογράφτηκε από την Εναγόμενη 1 στην απουσία δύο μαρτύρων και άρα δεν αποτελεί Γραμμάτιο Συνήθους τύπου, εδράζεται σε μαρτυρία που κατά παράβαση των αρχών του δικονομικού δικαίου βρίσκεται εκτός δικογραφίας.  Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, αφού ακούστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, η οποία δεν περιέχετο στα δικόγραφα, αλλά θεωρήθηκε από το Δικαστήριο ως σχετική και ότι αφορά την πραγματική διαφορά μεταξύ των μερών και τέλος αφού η εν λόγω μαρτυρία δόθηκε χωρίς οποιαδήποτε ένσταση από τους διαδίκους, τότε το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε, βασιζόμενο στο σύνολο της μαρτυρίας, να διαμορφώσει τα δικόγραφα αναλόγως, για να αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές διαφορές μεταξύ των διαδίκων.

Αιτιολογία:  Η νομολογία έχει επανειλημμένα τονίσει την αναγκαιότητα προδιαγραφής των επιδίκων θεμάτων με σαφήνεια από τις έγγραφες προτάσεις και διεξαγωγή της δίκης κατά μήκος των γραμμών πλεύσης που οριοθετεί η δικογραφία.

Περαιτέρω, η νομολογία, έχει αναφερθεί στο καθήκον του Δικαστηρίου για διασαφήνιση των επίδικων θεμάτων που αφορούν την υπόθεση ενώπιον του.  Στην απόφασή του το Δικαστήριο προχωρεί με εξέταση ισχυρισμών των Εναγομένων οι οποίοι δεν περιέχονται στην Υπεράσπιση τους και μάλιστα βασιζόμενος εν μέρει σε αυτούς απορρίπτει την αγωγή.  Πιστεύουμε ότι στην παρούσα περίπτωση το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε πρώτα να τροποποιήσει τα δικόγραφα αναλόγως, ενόψει του συνόλου της σχετικής μαρτυρίας ενώπιόν του, αφού όπως είναι τώρα η απόφαση του Δικαστηρίου, βασίζεται σε θέματα και μαρτυρία εκτός των δικογράφων.

Λόγος 2ος:  Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε στη σελίδα 17 της απόφασης του ότι ο Ενάγοντας έδωσε προς τους Εναγόμενους Λ.Κ. 25.000 και αυτοί του υποσχέθηκαν ότι [*454]θα του επέστρεφαν Λ.Κ. 30.000, αφού στη σελίδα 16 της απόφασης του αναφέρει ότι δέχεται τη μαρτυρία του Ενάγοντα στην ολότητα της, πλην ενός σημείου που δεν αφορά το συνολικό ποσό που δόθηκε από τον Ενάγοντα στους εναγόμενους, αλλά αφορά τις συνθήκες υπογραφής του επίδικου εγγράφου και αφού ο Ενάγοντας στη σχετική επί του θέματος μαρτυρία του αναφέρεται στο ποσό των Λ.Κ. 30.000, ως πληρωθέν προς τους Εναγόμενους.

Αιτιολογία:  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχεται τη μαρτυρία τόσο του Ενάγοντα, αλλά και του Εναγομένου 3 ενώ είναι εκ διαμέτρου αντίθετες και μάλιστα αυτή του Εναγομένου 3 είναι εκτός Υπεράσπισης του. Συγκεκριμένα ο Ενάγοντας απαιτεί το συνολικό ποσό των Λ.Κ.30.000 ενώ ο Εναγόμενος 3 κατά την ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου διαδικασία, ανέφερε ότι ο Ενάγοντας πλήρωσε το ποσό των Λ.Κ.25.000.

Λόγος 3ος:  Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε ως εναλλακτικές βάσεις αγωγής μόνο όσες εκτίθενται στην Απαίτηση του Εναγομένου.

Αιτιολογία:  Αφού το Πρωτόδικο Δικαστήριο:

1) Αποδέχεται ότι ο Ενάγοντας έδωσε λεφτά προς τους Εναγόμενους.

2) Αποδέχεται ότι οι Εναγόμενοι δεν πλήρωσαν τον Ενάγοντα.

3) Εξέτασε λόγους Υπεράσπισης των Εναγομένων εκτός δικογράφων,

θα έπρεπε να εξετάσει και εναλλακτικές βάσεις αγωγής οι οποίες εμπεριέχονται στη μαρτυρία ενώπιον του αλλά οι οποίες δεν αναφέρονται στα δικόγραφα, ενόψει του ευρήματος του ότι ο Ενάγοντας έδωσε χρήματα αλλά δεν πήρε. Ως εκ τούτου εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο διαφοροποίησε την απόφαση του Εφετείου στην Πολιτική Έφεση 9442, όπως αναφέρει στη σελίδα 15 της απόφασής του, με τις περιστάσεις που αφορούν την παρούσα υπόθεση.

Λόγος 4ος:  Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την απαίτηση του Ενάγοντα πάνω στην εναλλακτική βάση αγωγής του χρεωστικού ομολόγου.

Αιτιολογία:  Το περιεχόμενο του τεκμηρίου 1 περιέχει την ανεπιφύλακτη έγγραφη υπόσχεση της Εναγομένης 1 προς τον Ενάγοντα για πληρωμή στις 14.1.90 ποσού Λ.Κ.30.000 με τόκους.  Η [*455]χρησιμοποίηση του λεκτικού “υποχρεούμαι να πληρώσω την 14 Ιανουαρίου 1990 προς τον Ανδρέα Λοϊζου Χ”Μανώλη ...... “ δεν αποδυναμώνει ούτε μετατρέπει σε κάτι άλλο την υπόσχεση της εναγομένης 1.”

Η βασική αρχή η οποία διέπει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσο είναι ή όχι δικαιολογημένο αίτημα για τροποποίηση λόγου έφεσης είναι “το συμφέρον της δικαιοσύνης, αποτιμούμενο υπό το πρίσμα των σκοπών της έφεσης και των εκατέρωθεν δικαιωμάτων ως προς το τελέσφορο της δικαστικής διαδικασίας.”.  Βλ. Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 580. Η πιο πάνω αρχή, επαναλαμβάνεται, πάλι με λόγια του Πική, Π., στην Γ. Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 12:

“Η άρτια στοιχειοθέτηση των λόγων έφεσης όπως επισημαίνεται στην Αντωνίου είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.  Αίτημα για την τροποποίηση των λόγων έφεσης προς επίτευξη αυτού του σκοπού εγκρίνεται εφόσον δεν συνεπάγεται το δυσμενή επηρεασμό των συμφερόντων του αντιδίκου.”

Κατόπιν εξέτασης των τροποποιήσεων που ο αιτητής ζητά να επιφέρει στους λόγους έφεσης διαπιστώνουμε ότι με την προτεινόμενη τροποποίηση του λόγου έφεσης 1 ουσιαστικά επιδιώκεται η εισαγωγή νέου λόγου έφεσης που στοχεύει στον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης λόγω της κατ΄ ισχυρισμόν παράλειψης του δικάσαντος Δικαστηρίου να μεριμνήσει για την αναδιαμόρφωση των δικογράφων ώστε να προσαρμόζεται με αυτά η δοθείσα μαρτυρία.

Με την προτεινόμενη τροποποίηση του λόγου έφεσης 4 ουσιαστικά επιδιώκεται η διεύρυνση της αιτιολογίας διά της παροχής εξηγήσεων που άπτονται του πυρήνα του συγκεκριμένου λόγου έφεσης ο οποίος παραμένει βασικά αναλλοίωτος. Με αυτή την τροποποίηση δεν διαφαίνεται ότι θα προκληθεί με οποιοδήποτε τρόπο δυσμενής επηρεασμός των συμφερόντων των εφεσιβλήτων.

Η προτεινόμενη τροποποίηση του λόγου έφεσης 6 προδήλως εισάγει νέο λόγο έφεσης χωρίς να υπάρχει ουσιαστική συνάφεια μεταξύ του υφιστάμενου λόγου της έφεσης και της προτεινόμενης τροποποίησης.

Συνοψίζοντας, καταλήγουμε πως με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των λόγων 1 και 6 της έφεσης, εισάγονται εκπροθέσμως νέοι λόγοι έφεσης. Αυτό δεν μπορεί να επιτραπεί γιατί η εκπρόθεσμη ει[*456]σαγωγή νέων λόγων έφεσης συνεπάγεται ανάπλαση της έφεσης. Και στην απουσία ικανοποιητικής εξήγησης για την καθυστέρηση, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι υπό τις περιστάσεις επιτρεπτή εφόσον ο δυσμενής επηρεασμός των συμφερόντων της άλλης πλευράς είναι εν προκειμένω ορατός.

Κατόπιν των ανωτέρω το μέρος της αίτησης που αναφέρεται στην εισαγωγή νέων λόγων έφεσης (προτεινόμενη τροποποίηση των λόγων έφεσης 1 και 6) απορρίπτεται.  Γίνεται δεκτό το μέρος της αίτησης που αφορά την τροποποίηση του λόγου έφεσης 4.

Δίδονται οδηγίες για την υποβολή τροποποιημένης έφεσης ως ανωτέρω εντός 15 ημερών.  Τα έξοδα της παρούσας αίτησης θα βαρύνουν τον εφεσείοντα και εκδίδεται ανάλογη διαταγή.

Η�αίτηση επιτρέπεται μερικώς, με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο