Karic Banka D. D. (Cyprus Offshore Banking Unit) ν. Xαρίλαος Αποστολίδης & Σία Λτδ. (2001) 1 ΑΑΔ 530

(2001) 1 ΑΑΔ 530

[*530]30 Απριλίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

KARIC BANKA D.D.

(CYPRUS OFFSHORE BANKING UNIT),

Εφεσείουσα,

v.

ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ & ΣΙΑ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης.

(Πoλιτική Έφεση Αρ. 10883)

 

Πολιτική Δικονομία ― Προδικαστική εξέταση θεμάτων ― Αίτηση βάσει της Δ.27 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ― Απορρίφθηκε, δεν υπήρχε ενώπιον του Δικαστηρίου επαρκής βάση των γεγονότων για προδικαστική εξέταση των υπό αναφορά θεμάτων.

Η εναγόμενη-εφεσείουσα (η εφεσείουσα), υπέβαλε αίτηση - μετά την συμπλήρωση των εγγράφων προτάσεων - για εξέταση προδικαστικώς θεμάτων παρανομίας που εκτίθεντο στην παράγραφο 3(3) της έκθεσης υπεράσπισης και στην παράγραφο 6Α(2) της ανταπαίτησης.

Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση.  Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση αμφισβητώντας την πρωτόδικη άποψη ότι δεν υπήρχε επαρκής βάση γεγονότων για προδικαστική εξέταση των υπό αναφορά θεμάτων.

Αποφασίστηκε ότι:

Η πρωτόδικη άποψη, ότι εν προκειμένω, νομικό ζήτημα σε σχέση με παρανομία θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο κατόπιν πλήρους διακρίβωσης του συνόλου των δεδομένων τα οποία συνέθεταν την περίπτωση και τα οποία δεν υπήρχαν στην ολότητά τους ως σταθερό σημείο αναφοράς σε εκείνο το στάδιο, είναι ορθή.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εναγόμενη εταιρεία κατά της απόφασης του [*531]Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Κληρίδης, Ε.Δ.) που δόθηκε στις 7/7/00 (Αρ. Αγωγής 6003/98) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για ακύρωση της εγγυητικής την οποία εξέδωσε και η οποία βρέθηκε στα χέρια της ενάγουσας και η οποία αξίωσε την πληρωμή του ποσού της πλέον τόκο.

Α. Δικηγορόπουλος με Μ. Κωνσταντίνου, για την Εφεσείουσα.

Α. Ποιητής με Λ. Πελεκάνο, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι Κυπριακή υπεράκτια εταιρεία που διεξάγει τραπεζικές εργασίες. Στις 29 Μαΐου 1997 εξέδωσε και παρέδωσε, σε μη  Κύπριο κάτοικο εξωτερικού, εγγυητική για ποσό ΗΠΑ $600.000.  Η εγγυητική βρέθηκε στα χέρια της εφεσίβλητης η οποία είναι Κυπριακή εργοληπτική εταιρεία. Με την αγωγή εναντίον της εφεσείουσας, η εφεσίβλητη διατείνεται ότι “κατέστη κάτοχος και δικαιούχος” της εγγυητικής και, αφού η εφεσείουσα δεν πλήρωσε, αξιώνει το ποσό της εγγυητικής, πλέον τόκο.

Με την Υπεράσπισή της η εφεσείουσα προβάλλει, στην παράγραφο 3(2) και (3), ότι:

“(2)  Η έκδοση της Εγγυητικής έγινε με τον ρητό και/ή εξυπακουόμενο όρο αναγκαίο για την πρόσδοση εμπορικής υπόστασης στην Εγγυητική ότι η Εγγυητική θα εκτελείτο στο εξωτερικό και/ή ότι δεν θα εγίνετο οποιαδήποτε εκχώρηση της προς πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, αφού τέτοια εκχώρηση θα δικαιολογούσε το συμπέρασμα ότι οι Εναγόμενοι διεξάγουν εμπορικές δραστηριότητες στην Κύπρο, κατά παράβαση και/ή καταστρατήγηση των όρων εκδόσεως της άδειας λειτουργίας των Εναγομένων σαν υπεράκτια Τραπεζική οντότητα.

(3)   Η εκχώρηση της Εγγυητικής από ξένο πολίτη σε Κυπριακή Εταιρεία έγινε και κατά παράβαση των συμφωνηθέντων, αλλά και αντίθετα με την δημόσια πολιτική, μιαίνεται από παρανομία και είναι εξ’ υπαρχής άκυρος.”

[*532]Επιπλέον, με την παράγραφο 6 ανταπαιτεί (Α) δήλωση ότι (1) η εγγυητική απεκτήθη από τον δικαιούχο κατόπιν απάτης και/ή  ψευδών παραστάσεων, (2) πάσχει από παρανομία, (3) κατέστη ανενεργός πριν από την εκχώρηση, (4) είναι εξ υπαρχής άκυρη( και, (Β) διάταγμα ακύρωσης της εγγυητικής.

Μετά τη συμπλήρωση των εγγράφων προτάσεων η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση, ημερ. 17 Δεκεμβρίου 1999, βάσει της Δ.27 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, για εξέταση προδικαστικώς των όσων τίθενται στην παράγραφο 3(3) της Υπεράσπισης και παράγραφο 6Α(2) της Ανταπαίτησης.

Το Δικαστήριο δεν ενέκρινε το αίτημα. Επεσήμανε και εξήγησε, με αναφορά σε λεπτομέρειες, ότι δεν υπήρχε πλήρης εικόνα αδιαμφισβήτητων γεγονότων αναφορικά με τους όρους έκδοσης της εγγυητικής αλλά ούτε και το ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο εντασσόταν και, επομένως, σε εκείνο το στάδιο δεν καθίστατο εφικτή ή πρόσφορη η εξέταση νομικού σημείου. Συνόψισε ως εξής:

“Γενικά φαίνεται να εγείρεται μέσω της αγωγής ένα όχι εύκολο για επίλυση λεπτό θέμα ισχυριζόμενης παρανομίας, σε σχέση με το οποίο η ακρίβεια των γεγονότων είναι σημαντική και το οποίο με τα ισχνοστοιχεία μαρτυρίας που είναι διαθέσιμα στο στάδιο τούτο θα ήταν κατά την άποψη μου πολύ παρακινδυνευμένο να οδηγηθεί σε προδικαστική εκδίκαση με αβέβαιη την δυνατότητα οριστικής απόληξης.”

Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η πρωτόδικη άποψη ότι δεν υπήρχε επαρκής βάση γεγονότων για προδικαστική εξέταση των υπό αναφορά θεμάτων. Δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες. Με την παράγραφο 3(3) της Υπεράσπισης γίνεται αναφορά σε τρία θέματα, τη φυσιογνωμία και το συσχετισμό των οποίων το Δικαστήριο πρωτόδικα συζήτησε. Δικαιολογημένα ήταν που εν τέλει η προσοχή επικεντρώθηκε στο θέμα της παρανομίας. Συμφωνούμε με την πρωτόδικη άποψη ότι, εν προκειμένω, νομικό ζήτημα σε σχέση με αυτή θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο κατόπιν πλήρους διακρίβωσης του συνόλου των δεδομένων τα οποία συνέθεταν την περίπτωση και τα οποία δεν υπήρχαν στην ολότητά τους ως σταθερό σημείο αναφοράς σε εκείνο το στάδιο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο