Alfa Concrete Ltd. και Άλλοι ν. Nεοκλή Θωμά (2001) 1 ΑΑΔ 594

(2001) 1 ΑΑΔ 594

[*594]11 Μαΐου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

1. ALFA CONCRETE LIMITED,

2. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΤΙΟΥ,

3. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

4. ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Aιτητές,

v.

ΝΕΟΚΛΗ ΘΩΜΑ,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Aίτηση Αρ. 2/2001)

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Συνταγματικότητα νόμου ― Το Δικαστήριο εξετάζει θέματα συνταγματικότητας νόμου μόνο όπου αυτό είναι απαραίτητο για την επίλυση της υπό εκδίκαση υπόθεσης ― Κατά πόσο είναι επιτρεπτή η εξέταση τεθέντος θέματος συνταγματικότητας νόμου προδικαστικά.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Παραπομπή στο Ανώτατο Δικαστήριο θεμάτων αντισυνταγματικότητας σύμφωνα με το Άρθρο 144 του Συντάγματος ― Αποκλειστικό αντικείμενο της παραπομπής είναι «απόφαση» καθοριστική για την έκβαση της υπόθεσης.

Λέξεις και Φράσεις ― «Απόφαση» - Ο όρος «απόφαση» για σκοπούς έφεσης, σημαίνει απόφαση καθοριστική για την ποινική ευθύνη του κατηγορουμένου ― Ανάλογη υπήρξε η ερμηνεία του εν λόγω όρου και στο πεδίο της πολιτικής δικαιοδοσίας για σκοπούς έφεσης.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, μετά από αίτημα των κατηγορουμένων και πριν αυτοί απαντήσουν στην κατηγορία που αντιμετώπιζαν, εξέτασε τη συνταγματικότητα του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (Τροποποιητικός) (Αρ. 9) Νόμου του 2000, (Ν. 141(1)/2000) (ο νόμος).  Έκρινε ότι ο νόμος δεν ήταν αντισυνταγματικός. Οι κατηγορούμενοι ζήτησαν την παραπομπή του θέματος με υπόμνημα στο Ανώτατο Δικαστήριο για να κριθεί η ορθότητα ή όχι της απόφασης. Το αίτημα απορρίφθηκε με το δικαιολογητι[*595]κό ότι η απόφαση δεν συνιστούσε απόφαση με την έννοια του όρου στο Άρθρο 149 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 ώστε να είναι δυνατό να αποτελέσει το αντικείμενο παραπομπής.

Το Εφετείο αφού εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσο σωστά έπραξε το πρωτόδικο Δικαστήριο να επιληφθεί του τεθέντος θέματος συνταγματικότητας του νόμου προδικαστικά, και μάλιστα πριν οι κατηγορούμενοι απαντήσουν στην κατηγορία, και αφού τόνισε ότι θέμα αντισυνταγματικότητας νόμου μπορεί να εξεταστεί μόνο όπου αυτό είναι απαραίτητο για την επίλυση της υπό εκδίκαση υπόθεσης, απέρριψε την αίτηση ως στερούμενη αντικειμένου.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Kaouras v. Police (1973) 2 C.L.R. 112,

Κοιλιάρης Λτδ κ.ά. ν. Ιατρικών Υπηρεσιών (1995) 2 Α.Α.Δ. 274,

Κυριάκου ν. Δήμου Έγκωμης (1992) 2 Α.Α.Δ. 414,

Αναστασίου ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 435,

Ανθίας ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 339,

Ιεροδιακόνου κ.ά. ν. Γεωργίου (1998) 1 Α.Α.Δ. 2307,

A. Efthymiou Enterprises Ltd κ.ά. ν. Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 160,

Μαυρονικόλα ν. Φοινιώτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 1659,

Πάφος Στόουν Εστέϊτς ν. Βαλαωρίτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 120,

Apak Agro v. Union Des Co-operatives (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1166,

Χάσικος ν. Χαραλαμπίδης (1990) 1 Α.Α.Δ. 389,

Κυπριανού (2001) 2 Α.Α.Δ. 236.

.

Μονομερής Αίτηση.

Αίτηση με έρεισμα τις διατάξεις του Άρθρου 149 του περί [*596]Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, με την οποία οι αιτητές αξίωσαν την έκδοση διαταγής με την οποία να διατάσσεται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού να υποβάλει υπόμνημα στο Ανώτατο Δικαστήριο εκθέτοντας απόφασή του η οποία εκδόθηκε στην Ποινική Υπόθεση 25123/2000 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού προς θεώρηση της ορθότητάς της.

Α. Χαβιαράς, για τους Αιτητές.

Παρών ο Διευθυντής της κατηγορούμενης-αιτήτριας 1, κατηγορούμενος 4.

Παρών ο Γ. Χαραλαμπίδης, κατήγορος στην ιδιωτική ποινική υπόθεση αρ. 25123/00 που αφορά την παρούσα αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου Θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..

ΠΙΚΗΣ, Π.: Με έρεισμα  τις διατάξεις του Άρθρου 149 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, οι αιτητές αξίωσαν την έκδοση διαταγής με την οποία να διατάσσεται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού να υποβάλει υπόμνημα στο Ανώτατο Δικαστήριο εκθέτοντας απόφασή του η οποία εκδόθηκε στην Ποινική Υπόθεση 25123/2000 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού προς θεώρηση της ορθότητάς της.

Οι αιτητές διώχθηκαν ποινικά για παράλειψη επιστροφής ποσού χρημάτων το οποίο εισέπραξαν από επενδυτές με την προοπτική παροχής σ’ αυτούς τίτλων μετοχών, κατά παράβαση του άρθρου 3 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (Τροποποιητικός) (Αρ. 9) Νόμου του 2000, (Ν.141(1)/2000) (ο νόμος).

Μετά από αίτημα των κατηγορουμένων (αιτητών) το Δικαστήριο εξέτασε τη συνταγματικότητα του νόμου πριν οι κατηγορούμενοι απαντήσουν στην κατηγορία. Έκρινε ότι ο νόμος δεν αντίκειτο στο Σύνταγμα. Παρεπόμενα οι κατηγορούμενοι επικαλούμενοι τις διατάξεις του Άρθρου 149 του Κεφ. 155 ζήτησαν την παραπομπή του θέματος με υπόμνημα στο Ανώτατο Δικαστήριο προς κρίση της ορθότητας της απόφασης του πρωτοδίκου Δικαστηρίου. Το αίτημα απορρίφθηκε με το δικαιολογητικό ότι η τεθείσα απόφαση δεν συνιστούσε «απόφαση» με την έννοια που ενέχει ο όρος στο Άρθρο 149 του Κεφ. 155, ώστε να είναι δυνατό να αποτελέσει το αντικεί[*597]μενο παραπομπής. Ως προς τη σημασία του όρου «απόφαση» - «decision», όπως απαντάται στο αγγλικό πρωτότυπο του νόμου, το Δικαστήριο παρέπεμψε στην Achilleas Charalambous Kaouras v. The Police (1973) 2 C.L.R. 112, στην οποία αποφασίστηκε ότι ο όρος:  (σ.114)

«… "decision", in section 149(1), we reached the view that it means a decision finally disposing of a case»

Επίσης παρέπεμψε στη μεταγενέστερη υπόθεση Κοιλιάρης Λτδ & άλλος ν. Ιατρικών Υπηρεσιών (1995) 2 Α.Α.Δ. 274, 277, 278, στην οποία υπογραμμίστηκε  ότι οι πρόνοιες του Άρθρου 149 του Κεφ. 155 έχουν σε μεγάλο βαθμό υπερσκελιστεί από τις διατάξεις του άρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60)· υποδεικνύοντας συγχρόνως ότι οι πρόνοιες του εδαφίου 8 του Άρθρου 149 προβλέπουν την απεμπόληση του δικαιώματος έφεσης σε περίπτωση υποβολής υπομνήματος. Ο συσχετισμός των δύο μέτρων τείνει να καταδείξει ότι το αντικείμενό τους είναι το ίδιο· η αμφισβήτηση της τελικής απόφασης του δικαστηρίου. Ο όρος «απόφαση» για τους σκοπούς έφεσης, σημαίνει απόφαση καθοριστική για την ποινική ευθύνη του κατηγορουμένου. (Βλ. μεταξύ άλλων Κυριάκου ν. Δήμου Έγκωμης (1992) 2 Α.Α.Δ. 414· Αναστασίου ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 435.) Μόνο εναντίον των τελικών αποφάσεων του ποινικού Δικαστηρίου χωρεί έφεση, εκτός όπου γίνεται ρητή πρόβλεψη περί του αντιθέτου. (Βλ. Ανθίας ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 339.)

Άξιο λόγου είναι ότι και στο πεδίο της πολιτικής δικαιοδοσίας ανάλογη υπήρξε η ερμηνεία του όρου «απόφαση» για σκοπούς έφεσης. Μόνο αποφάσεις καθοριστικές για τα δικαιώματα των διαδίκων, (τελικές ή ενδιάμεσες), μπορεί να αποτελέσουν το αντικείμενο έφεσης. (Βλ. μεταξύ άλλων Νίκος Ιεροδιακόνου κ.ά. ν. Σωτηρούλλας Τηλεμάχου Γεωργίου (1998) 1 Α.Α.Δ. 2307· Α. Efthfymiou Enterprises Ltd κ.ά. ν. Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 160· Μαυρονικόλα ν. Φοινιώτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 1659· Πάφος Στόουν Εστέϊτς ν. Βαλαωρίτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 120· Apak Agro v. Union Des Co operatives (Αρ. 1) (1992) 1 A.A.Δ. 1166· Χάσικος ν. Χαραλαμπίδης (1990) 1 Α.Α.Δ. 389.)

Ο κ. Χαβιαράς υπέβαλε ότι η υπό εξέταση απόφαση θα μπορούσε να ήταν καθοριστική για την έκβαση της ποινικής υπόθεσης εάν ο νόμος κρινόταν αντισυνταγματικός. Η πιθανολόγηση αυτή δεν μεταβάλλει τις παραμέτρους της παραπομπής που προσδιορίζουν ως αποκλειστικό αντικείμενό της,  «απόφαση» καθοριστική για την [*598]έκβαση της υπόθεσης. Αντιδιαστολή των προνοιών του Άρθρου 149 με εκείνες του Άρθρου 148 του ιδίου νόμου, του Κεφ. 155 αποκαλύπτει ότι οποτεδήποτε ο νομοθέτης ηθέλησε να παράσχει εξουσία στο ποινικό δικαστήριο, να επιφυλάξει θέμα προς εξέταση από το Ανώτατο Δικαστήριο σε στάδιο της δίκης, άλλο από το τελικό, το έπραξε ρητά ως η περίπτωση του Άρθρου 148.

Διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις, τις οποίες και διατυπώνουμε, κατά πόσο σωστά έπραξε το πρωτόδικο Δικαστήριο να επιληφθεί του τεθέντος θέματος συνταγματικότητας του νόμου προδικαστικά, και μάλιστα πριν οι κατηγορούμενοι απαντήσουν στην κατηγορία. Το Άρθρο 144 (Bλέπε επίσης The�Attorney General of the Republic v. Mustafa Ibrahim And Others (1964) C.L.R. 195) του Συντάγματος, που στοιχειοθετεί τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου σε συνταγματικά θέματα, καθιστά παραδεκτή την εξέταση της συνταγματικότητας νόμου μόνο εφόσον η επίλυση του θέματος είναι αναγκαία για τη διάγνωση της υπόθεσης η οποία εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου.

Στην απόφασή μας στη Μιχαλάκης Κυπριανού (2001) 2 Α.Α.Δ. 236, υπογραμμίζουμε ότι πάγια υπήρξε η πρακτική του δικαστηρίου, δοθείσας της διάρθρωσης του Άρθρου 144 του Συντάγματος, να εξετάζει θέματα συνταγματικότητας νόμων μόνο όπου αυτό είναι απαραίτητο για την επίλυση της υπό εκδίκαση υπόθεσης. Θέμα αντισυνταγματικότητας νόμου μπορεί να εξεταστεί μόνο εφόσον η αντιμετώπισή του είναι αναγκαία για την επίλυση της ανά χείρας διαφοράς.

Η αίτηση στερείται αντικειμένου. Απορρίπτεται με έξοδα.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο