Iωάννου Mιλτιάδης ν. Vesta Holidays Ltd. και Άλλων (2001) 1 ΑΑΔ 909

(2001) 1 ΑΑΔ 909

[*909]28 Ιουνίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

1. VESTA HOLIDAYS LTD.,

2. ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΛΕΟΝΑΖΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10729)

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως ― Προειδοποίηση ― Άρθρο 11(1) (επιφύλαξη) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν. 24/67), όπως τροποποιήθηκε ― “Ο εργοδοτούμενος θεωρείται, διά τους σκοπούς των Μερών ΙΙ και ΙV του Νόμου, ως απασχολούμενος μέχρι της λήξεως της περιόδου της προειδοποιήσεως .......”.

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως ― Πλεονασμός ― Εργοδότες προσέφεραν εργασία στον εργοδοτούμενο, πριν τον τερματισμό της υπηρεσίας του ― Η προσφερθείσα εργασία απορρίφθηκε λόγω αποστάσεως ― Κατά πόσο ο εργοδοτούμενος εδικαιούτο πληρωμή από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, σύμφωνα με το Άρθρο 20(α) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου.

Ο εφεσείων εργαζόταν ως τεχνικός συντηρητής – υδραυλικός σε ένα από τα τουριστικά συγκροτήματα των εφεσιβλήτων 1 από τις 16/3/87. Στις 27/3/96 οι εφεσίβλητοι απέστειλαν έγγραφη προειδοποίηση στον εφεσείοντα πως η υπηρεσία του θα τερματιζόταν στις 22/5/96. Πριν από τη λήξη της προειδοποίησης και ενώ ο εφεσείων εργαζόταν ακόμη στους εφεσίβλητους, οι τελευταίοι του πρόσφεραν εργασία σε άλλο συγκρότημα τους την οποία όμως απέρριψε, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν της ειδικότητας του γιατί στο μεγαλύτερο μέρος της θα απασχολείτο με τον καθαρισμό πισίνων και επιπλέον, για να μεταβαίνει στην εργασία του θα διένυε απόσταση 16 χιλιομέτρων.

[*910]Ο εφεσείων διεκδίκησε ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησης του από τους εφεσίβλητους 1 και διαζευκτικά πληρωμή από τους εφεσίβλητους 2 σύμφωνα με το Άρθρο 16(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Ν. 24/67 (ο Νόμος) όπως τροποποιήθηκε.

Οι εφεσίβλητοι απέδειξαν στο Δικαστήριο πως ο όγκος των εργασιών τους παρουσίαζε κατά τον ουσιώδη χρόνο σοβαρή μείωση ενώ τα έξοδα λειτουργίας τους αύξηση με αποτέλεσμα να έχουν ζημιές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απόλυση προσωπικού μεταξύ των οποίων και του εφεσείοντα ο οποίος απολύθηκε ως πλεονάζων σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Νόμου.

Αναφορικά με το θέμα της εργασίας που προσφέρθηκε στον εφεσείοντα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, η εργασία αυτή ήταν κατάλληλη γιατί σ’ αυτή ο εφεσείων θα ασχολείτο με καθήκοντα της φύσης της ειδικότητας του, η δε απόσταση των 16 χιλιομέτρων ήταν μικρή, ώστε η μετάβαση στον τόπο εργασίας του να μη θεωρείται ταλαιπωρία σε βαθμό που να καθιστά την προσφερθείσα εργασία ακατάλληλη και επομένως η απόρριψη της από τον εφεσείοντα τον απέκλειε από του να διεκδικεί πληρωμή από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.

Κατ’ έφεση η απόρριψη της αίτησης του εφεσείοντος προσβλήθηκε για δύο λόγους:

1) Η προσφορά της υπαλλακτικής εργασίας προς τον εφεσείοντα δεν έγινε πριν από τον τερματισμό της απασχόλησης του, ο οποίος, όπως ισχυρίστηκε συντελέστηκε με την αποστολή της προειδοποίησης, και

2) Η προσφερθείσα εργασία δεν ήταν κατάλληλη.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η τοποθέτηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η περίοδος προειδοποίησης για όλους τους σκοπούς του Νόμου είναι περίοδος απασχόλησης, της οποίας ο τερματισμός επέρχεται μόνο με την εκπνοή του χρόνου στην προειδοποίηση είναι ορθή.

Είναι φανερό από το μέρος ΙΙΙ του Νόμου στο οποίο προβλέπονται ειδικές διατάξεις για την προειδοποίηση πως διαφοροποιείται στον ίδιο το Νόμο ο τερματισμός της απασχόλησης που συντελείται με τη λήξη της τελευταίας ημερομηνίας της πραγματι[*911]κής απασχόλησης εργοδοτουμένου, και η προειδοποίηση, κατά την περίοδο της οποίας, για όλους τους σκοπούς του Νόμου, συνεχίζεται η εργοδότηση μέχρι τη λήξη της τελευταίας ημερομηνίας στην προειδοποίηση.

2.  Η φύση της εργασίας που προσφέρθηκε στον εφεσείοντα είναι συμβατή με την ειδικότητα του και η απόσταση των 16 χιλιομέτρων που θα ταξίδευε για να μεταβεί στην εργασία του με τα σημερινά δεδομένα είναι πολύ μικρή. Η προσφερθείσα σ’ αυτόν εργασία ήταν, επομένως, κατάλληλη.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Brindle v. H. W. Smith (Cabinets) Ltd [1973] 1 All E.R. 230,

Less v. Arthur Greaves (Lee) Ltd [1974] 2 All E.R. 393,

Adams v. GKN Sankey Ltd [1980] 1 R.L.R. 416, EAT.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών που δόθηκε στις 24/1/00 (Αρ. Αγωγής 564/97) με την οποία απέρριψε την αίτησή του για αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του, από τους εφεσίβλητους 1 βάσει του Άρθρου 3(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 1967, Ν.24/67, όπως τροποποιήθηκε, και διαζευκτικά πληρωμή από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, εφεσίβλητου 2, σύμφωνα με το Άρθρο 16(1) του Νόμου.

Χρ. Χριστοφίδης, για τον Εφεσείοντα.

Χρ. Μ. Γεωργιάδης, για τους Εφεσίβλητους 1.

Στ. Χούρη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους 2.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων-αιτητής διεκδίκησε ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησης του, από τους εφεσίβλητους 1 βάσει [*912]του άρθρου 3(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 1967, Ν.24/67, όπως τροποποιήθηκε, και διαζευκτικά πληρωμή από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, εφεσίβλητου 2, σύμφωνα με το άρθρο 16(1) του Νόμου. Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για τους λόγους που εκθέτουμε πιο κάτω. Με την υπό συζήτηση έφεση του ο αιτητής αμφισβητεί την πρωτόδικη απόφαση, διατυπώνοντας στο εφετήριο δυο νομικούς λόγους. Ακολουθούν τα γεγονότα: Ο εφεσείων εργαζόταν ως τεχνικός συντηρητής - υδραυλικός σε ένα από τα τουριστικά συγκροτήματα των εφεσιβλήτων 1 από 16.3.87, με μηνιαίο μισθό ΛΚ638. Στις 27.3.96 οι εφεσίβλητοι απέστειλαν έγγραφη προειδοποίηση στον εφεσείοντα πως η υπηρεσία του θα τερματιζόταν στις 22.5.96, που θα ήταν και η τελευταία ημέρα εργοδότησης του. Οι εφεσίβλητοι απέδειξαν στο Δικαστήριο, και δεν αμφισβητείται εδώ, πως ο όγκος των εργασιών τους παρουσίαζε κατά τον ουσιώδη χρόνο σοβαρά μείωση ενώ τα έξοδα λειτουργίας τους αύξηση, με αποτέλεσμα να έχουν ζημιές. Γι’ αυτό και αναγκάστηκαν να περιορίσουν τα έξοδα λειτουργίας τους με αναπόφευκτο αποτέλεσμα την απόλυση προσωπικού, που επηρέασε και τον εφεσείοντα, ο οποίος απολύθηκε ως πλεονάζων σύμφωνα με το άρθρο 5 του Νόμου.

Πριν από τη λήξη της προειδοποίησης, και ενώ ο εφεσείων εργαζόταν ακόμη στους εφεσίβλητους, οι τελευταίοι του πρόσφεραν εργασία σε άλλο συγκρότημα τους. Ο εφεσείων όμως αρνήθηκε να την αποδεκτεί. Αιτιολόγησε την απόρριψη της προσφοράς με τον ισχυρισμό πως η εργασία που του προσφέρθηκε δεν ήταν κατάλληλη, μέσα στην έννοια του άρθρου 20(α) του Νόμου, οι παράγραφοι του οποίου αναριθμήθηκαν στο Νόμο 37/88. [(Το άρθρο είχε προηγουμένως τρεις παραγράφους (α), (β) και (γ)  και με τον τροποποιητικό Νόμο διαγράφηκε η (α) και αναριθμήθηκαν οι υπόλοιπες δύο σε (α) και (β)]. Οι λόγοι που ο αιτητής πρόβαλε στο Δικαστήριο ήταν, πως η εργασία που του προσφέρθηκε δεν ήταν της ειδικότητας του, γιατί στο μεγαλύτερο μέρος της θα απασχολείτο με τον καθαρισμό πισίνων ενώ ο ίδιος, όπως είπαμε πιο πριν, ήταν τεχνικός συντηρητής - υδραυλικός. Επιπλέον, για να μεταβαίνει στην εργασία του θα διένυε απόσταση 16 χιλιομέτρων.

Το Δικαστήριο αποφάνθηκε πως η εργασία που προσφέρθηκε στον εφεσείοντα, πριν από τον τερματισμό της υπηρεσίας του, ήταν κατάλληλη γιατί σ’ αυτή ο εφεσείων θα ασχολείτο με καθήκοντα της φύσης της ειδικότητας του ως αδειούχος υδραυλικός - τεχνικός συντηρητής. Η δε απόσταση των 16 χιλιομέτρων ήταν μικρή, ώστε η μετάβαση στον τόπο εργασίας του να μη θεωρείται ταλαιπωρία σε βαθμό που να καθιστά την προσφερθείσα εργασία ακα[*913]τάλληλη, και επομένως η απόρριψη της από τον εφεσείοντα τον απέκλειε από του να διεκδικεί πληρωμή από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, σύμφωνα με το άρθρο 20(α) του Νόμου.

Στην έφεση, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, εγείρονται δυο νομικά σημεία.

(α) Εισηγείται ο δικηγόρος του εφεσείοντα πως η προσφορά της υπαλλακτικής εργασίας δεν έγινε πριν από τον τερματισμό της απασχόλησης του, ο οποίος, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, συντελέστηκε με την αποστολή της προειδοποίησης, και

(β) η προσφερθείσα εργασία δεν ήταν κατάλληλη.

Το Δικαστήριο εξέφρασε την άποψη πως η πρόθεση του νομοθέτη, όπως εκφράζεται στο άρθρο 20 του Νόμου σε συνδυασμό με το άρθρο 11(1), είναι πως η περίοδος προειδοποίησης για όλους τους σκοπούς του Νόμου είναι περίοδος απασχόλησης, της οποίας ο τερματισμός επέρχεται μόνο με την εκπνοή του χρόνου στην προειδοποίηση. Παρέθεσε δε τους τίτλους τριών αγγλικών αποφάσεων, χωρίς οποιαδήποτε συζήτηση του περιεχομένου τους.

Brindle v. H.W.Smith (Cabinets) Ltd [1973] 1 All E.R. 230, Less v. Arthur Greaves (Lee) Ltd [1974] 2 All E.R.393 και Adams v. GKN Sankey Ltd [1980] 1 R.L.R. 416, EAT.

Επισημαίνουμε πως στην Αγγλία η σχετική νομοθεσία, Industrial Relations Act (1971), έχει ειδική επί του προκειμένου, και ρητή, πρόνοια στο άρθρο 23(5), που προβλέπει τα εξής:

«In this Act «the effective date of termination» - (a) in relation to an employee whose contract of employment is terminated by notice, whether given by his employer or by the employee, means the date on which that notice expires; (b) in relation to an employee whose contract of employment is terminated without notice, means the date on which the termination takes effect ............»

Και σε μετάφραση:

«Σ’ αυτό το Νόμο «η ημερομηνία κατά την οποία συντελείται ο τερματισμός (α) σε σχέση με εργοδοτούμενο που η σύμβαση εργοδοσίας του τερματίζεται με προειδοποίηση, είτε δίδεται από τον εργοδότη του είτε από τον εργοδοτούμενο, σημαίνει την ημερομηνία που αυτή η προειδοποίηση λήγει· (β) σε σχέση με εργοδοτούμενο του οποίου η σύμβαση εργασίας τερματίζεται χω[*914]ρίς προειδοποίηση, σημαίνει την ημερομηνία που συντελείται ο τερματισμός.»

Έχουμε τη γνώμη όμως πως η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, και σύμφωνα με το δικό μας Νόμο, είναι ορθή. Η προειδοποίηση περιέχεται σε ξεχωριστό κεφάλαιο, το Μέρος ΙΙΙ του Νόμου, και  προβλέπονται γι’ αυτή ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν τη λειτουργία της. Ο τερματισμός της απασχολήσεως καταλαμβάνει το Μέρος ΙΙ του Νόμου. Είναι σχετική η αναφορά του Δικαστηρίου στο άρθρο 11(1) που προβλέπει τα εξής, και επισημαίνουμε ιδιαίτερα την επιφύλαξη.

«11.-(1)  Εργοδότης ο οποίος δίδει προειδοποίησιν εις εργοδοτούμενον έχει το δικαίωμα να απαιτήση παρά του εργοδοτουμένου όπως ούτος αποδεχθή πληρωμήν αντί προειδοποιήσεως. Η πληρωμή αύτη υπολογίζεται συμφώνως προς τας διατάξεις του Τρίτου Πίνακος:

Νοείται ότι όταν εργοδότης ασκή το δυνάμει του παρόντος εδαφίου δικαίωμα αυτού, ο εργοδοτούμενος θεωρείται, δια τους σκοπούς των Μερών ΙΙ και ΙV, ως απασχολούμενος μέχρι της λήξεως της περιόδου της προειδοποιήσεως την οποίαν θα ελάμβανεν εάν δεν είχε λάβει πληρωμήν αντ’ αυτής.»

Σχετικές είναι επίσης και οι επόμενες διατάξεις του ίδιου άρθρου, δηλαδή της παραγράφου 2 και της επιφύλαξης. Τις παραθέτουμε:

«(2) Εργοδοτούμενος  εις τον οποίον δίδεται προειδοποίησις υπό του εργοδότου έχει το δικαίωμα, εάν λάβη προσφοράν νέας απασχολήσεως παρ ετέρω εργοδότη διαρκούσης της περιόδου της προειδοποίησεως, να εγκαταλείψη την παρά τω εργοδότη αυτού απασχόλησιν άνευ περαιτέρω προειδοποιήσεως, ίνα αναλάβη την νέαν απασχόλησιν:

Νοείται ότι όταν εργοδοτούμενος ασκή το δυνάμει του παρόντος εδαφίου δικαίωμα αυτού, ούτος απόλλυσι το δικαίωμά του προς πληρωμήν δια το υπόλοιπον της περιόδου της προειδοποιήσεως.»

Είναι φανερό από τα πιο πάνω πως διαφοροποιείται στον ίδιο το Νόμο, ακόμη και με την ονομασία που χρησιμοποιείται, ο τερματισμός της απασχόλησης που συντελείται με τη λήξη της τελευταίας ημερομηνίας της πραγματικής απασχόλησης εργοδοτουμένου, και η προειδοποίηση κατά την περίοδο της οποίας, για όλους τους σκο[*915]πούς του Νόμου, συνεχίζεται η εργοδότηση μέχρι τη λήξη της τελευταίας ημερομηνίας στην προειδοποίηση. 

Αναφορικά με το δεύτερο νομικό ζήτημα που εγείρεται στην έφεση δεν θα πούμε πολλά. Συμφωνούμε με την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η φύση της εργασίας που προσφέρθηκε στον εφεσείοντα είναι συμβατή με την ειδικότητα του ως τεχνικός  συντηρητής - υδραυλικός. Η απόσταση των 16 χιλιομέτρων που θα ταξίδευε για να μεταβεί στην εργασία του, με τα σημερινά δεδομένα και τα υπάρχοντα μέσα συγκοινωνίας, είναι πολύ μικρή. Η προσφερθείσα σ’ αυτόν εργασία ήταν, επομένως, κατάλληλη και η απόρριψη της επέφερε το αποτέλεσμα που ορθά διέγνωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο