(2001) 1 ΑΑΔ 1103
[*1103]24 Iουλίου, 2001
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΕΝΗΣ ,
ΜΑΡΙΑ Χ. ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι 2 και 3,
v.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα,
v.
ΛΟΪΖΟΥ ΛΟΪΖΟΥ
Εφεσιβλήτου-Εναγομένου 1.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10660)
Ευρήματα Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου ― Έφεση κατά των συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, πως, σε τροχαίο ατύχημα, η ευθύνη έπρεπε να αποδοθεί και στους δύο οδηγούς εξ ίσου ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.
Ενώ ο ενάγων είχε σταθμευμένο το αυτοκίνητο του στην αριστερή πλευρά του δρόμου κτυπήθηκε στο πίσω μέρος του από το αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 1. Της σύγκρουσης αυτής προηγήθηκε σύγκρουση του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου-εναγόμενου 1 με αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε ο εφεσείων-εναγόμενος 2 ως υπηρέτης και/ή αντιπρόσωπος της ιδιοκτήτριας εφεσίβλητης-εναγόμενης 3. Ο ενάγων ήγειρε αγωγή εναντίον και των τριών εναγομένων, διεκδικώντας αποζημιώσεις.
Στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας οι εναγόμενοι αποδέχθηκαν ότι ο ενάγων δε φέρει καμιά ευθύνη για το ατύχημα και συμφώνησαν το ύψος των αποζημιώσεων στο ποσό των £3.900. Έτσι παρέμεινε σαν μόνο επίδικο θέμα ο καταμερισμός της ευθύνης μεταξύ των εναγομένων.
[*1104]Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε να καταμερίσει την ευθύνη σε κάθε ένα από τους οδηγούς, εναγόμενους 1 και 2 κατά ποσοστό 50%. Απέρριψε δε την αγωγή εναντίον της εναγομένης 3 γιατί δεν αποδείχθηκε η εκ προστήσεως ευθύνη της.
Με την έφεση προσβάλλεται ως λανθασμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να καταμερίσει την ευθύνη μεταξύ των εναγομένων 1 και 2 κατά ίσα ποσοστά.
Αποφασίστηκε ότι:
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία που ήταν ενώπιον του και κατέληξε στα ορθά συμπεράσματα. Δεν υπήρχε οποιοδήποτε περιθώριο επέμβασης για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης κατ’ έφεση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγόμενους 2 και 3 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 27/9/99 (Αρ. Αγωγής 3011/96) με την οποία καταμέρισε την ευθύνη σε κάθε ένα από τους οδηγούς, εναγόμενους 1 και 2, οι οποίοι συγκρούστηκαν με το σταθμευμένο όχημα του ενάγοντα, κατά ποσοστό 50% και απέρριψε την αγωγή κατά της εναγόμενης 3 χωρίς έξοδα.
Γ. Γεωργίου για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Εφεσείοντες-Εναγομένους 2 και 3.
Ν. Ιωάννου, για τον Εφεσίβλητο-Ενάγοντα.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο-Εναγόμενο 1.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ..
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση αφορά τροχαίο ατύχημα που συνέβηκε στην οδό 28ης Οκτωβρίου, στην Έγκωμη στις 10.11.95. Ενώ ο ενάγοντας στην πρωτόδικη διαδικασία είχε σταθμευμένο το αυτοκίνητο του με αρ. εγγραφής DAN281 στην αριστερή πλευρά [*1105]του δρόμου με πορεία προς το Μακάρειο Στάδιο, κτυπήθηκε στο πίσω μέρος του από το αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής DAY150 το οποίο οδηγούσε ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 1. Συνεπεία της σύγκρουσης το αυτοκίνητο του ενάγοντα υπέστη εκτεταμένες ζημιές. Πριν από την πιο πάνω σύγκρουση προηγήθηκε σύγκρουση του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου-εναγομένου 1 με το αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής ABJ399 το οποίο οδηγούσε ο εφεσείων-εναγόμενος 2 ως υπηρέτης και/ή αντιπρόσωπος της ιδιοκτήτριας εφεσίβλητης-εναγόμενης 3. Ο ενάγοντας ήγειρε αγωγή εναντίον και των τριών εναγομένων, διεκδικώντας αποζημιώσεις. Παρέθεσε δε στην αγωγή του λεπτομέρειες της αμελείας τους.
Στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι εναγόμενοι απεδέχθησαν ότι ο ενάγων δεν φέρει καμιά ευθύνη για το ατύχημα και συμφώνησαν το ύψος των αποζημιώσεων στο ποσό των £3.900,=. Έτσι παρέμεινε σαν μόνο επίδικο θέμα ο καταμερισμός της ευθύνης μεταξύ των εναγομένων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού άκουσε τη μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή του ατυχήματος, ο οποίος παρουσίασε και το σχεδιάγραμμα της σκηνής και του εφεσείοντα-εναγομένου 2, κατέληξε να καταμερίσει την ευθύνη σε κάθε ένα από τους οδηγούς, εναγομένους 1 και 2 κατά ποσοστό 50%. Απέρριψε δε την αγωγή εναντίον της εναγομένης 3 χωρίς να επιδικάσει έξοδα γιατί δεν αποδείχθηκε η εκ προστήσεως ευθύνη της.
Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι 2 και 3, καταχώρησαν την παρούσα έφεση αμφισβητώντας την ορθότητά της (α) για τον καταμερισμό της ευθύνης μεταξύ των εναγομένων 1 και 2 και (β) για την μη επιδίκαση εξόδων υπέρ της εναγομένης 3.
Κατά την έναρξη της ακρόασης της έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων απέσυρε τον δεύτερο λόγο έφεσης που αφορούσε την μη επιδίκαση εξόδων υπέρ της εφεσείουσας-εναγόμενης 3. Ενόψει τούτου, ο λόγος έφεσης αρ. 2 απορρίφθηκε. Παρέμεινε μόνο ο λόγος έφεσης αρ. 1 που προσβάλλει ως λανθασμένη την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να καταμερίσει την ευθύνη μεταξύ του εφεσείοντα 2 και του εφεσίβλητου κατά ίσα ποσοστά.
Τα πραγματικά γεγονότα όπως τα ανέφερε στην απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο έχουν ως ακολούθως:-
Την 10.11.95 και ώρα 22.15 ο εφεσείων οδηγούσε το αυτοκίνητό του επί της λεωφόρου Γρίβα Διγενή με πρόθεση να στρίψει προς [*1106]τα δεξιά και να εισέλθει στην οδό 28ης Οκτωβρίου. Την ίδια στιγμή ο εφεσίβλητος οδηγούσε το αυτοκίνητο του επί της ιδίας λεωφόρου με αντίθετη κατεύθυνση με πρόθεση επίσης να στρίψει αριστερά και να εισέλθει στην οδό 28ης Οκτωβρίου. Η οδός 28ης Οκτωβρίου είναι διπλής κατεύθυνσης με δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε κάθε μια. Στη συμβολή των δρόμων υπάρχει νησίδα η οποία διαχωρίζει τις δύο λωρίδες κυκλοφορίας στις οποίες θα εισήρχοντο και οι δύο διάδικοι. Ταυτόχρονα τόσο ο εφεσείων όσο και ο εφεσίβλητος εισήλθαν στην οδό 28ης Οκτωβρίου και αφού διάνυσαν μικρή απόσταση συγκρούστηκαν περίπου στο κέντρο του δρόμου. Ακολούθως ο εφεσίβλητος, λόγω της σύγκρουσης, απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του και προσέκρουσε στο σταθμευμένο αυτοκίνητο του ενάγοντα.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα προβάλλει δύο ισχυρισμούς για τους οποίους πρέπει να ανατραπεί ο καταμερισμός της ευθύνης στον οποίο κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Πρώτο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέδωσε υπέρμετρη σημασία εάν το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου προσέκρουσε στη νησίδα κατά την είσοδο του στην οδό 28ης Οκτωβρίου. Το Δικαστήριο όμως στην απόφαση δεν δέχθηκε ως πραγματική μαρτυρία ότι το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου προσέκρουσε πρώτα στη νησίδα. Αναφέρει τα εξής:-
“Με βάση τα όσα ανέφερα πιο πάνω, κρίνω ότι το σημείο με την ένδειξη Η, δεν μπορεί να θεωρηθεί πραγματική μαρτυρία. Η υπόδειξη του στο μάρτυρα έγινε, όπως ανέφερε, από τρίτα πρόσωπα. Ο ίδιος, όμως, δεν έδωσε πειστικά στοιχεία στο Δικαστήριο ότι εξέτασε το μαύρισμα και με σαφήνεια κατέληξε στα ευρήματα του και ως εκ τούτου, κρίνω ότι ο ισχυρισμός για το σημείο Η παρέμεινε μετέωρος.”.
Η πιο πάνω κατάληξη του Δικαστηρίου είναι ορθή με βάση τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του, την οποία έχουμε διεξέλθει. Η μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή επί του σημείου αυτού βασίσθηκε αποκλειστικά σε υποδείξεις τρίτων προσώπων τα οποία δεν κλήθηκαν να δώσουν μαρτυρία και άρα είναι εξ’ ακοής μαρτυρία. Παρατηρούμε δε ότι το θέμα αυτό δεν έχει τόση σημασία για την έκβαση της παρούσας έφεσης. Συναφώς ο δικηγόρος του εφεσείοντα στο περίγραμμά του αναφέρει:-
“..... η ουσία της υπόθεσης παραμένει το που ήταν το σημείο σύγκρουσης μεταξύ των δύο οχημάτων και όχι το αν σε κάποια απόσταση πριν το σημείο σύγκρουσης τους, το αυτοκίνητο του Εφεσίβλητου-Εναγομένου 1 κτύπησε πάνω στην νησίδα.”:
[*1107]
Ο εφεσείων προσβάλλει επίσης το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η σύγκρουση των δύο οχημάτων έγινε στο κέντρο του δρόμου. Ισχυρίζεται ότι το εύρημα αυτό δεν υποστηρίζεται από τη μαρτυρία. Αντίθετα η μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή απέδειξε ότι το σημείο σύγκρουσης ήταν 30 εκατοστά πέραν του κέντρου του δρόμου προς την πλευρά του εφεσίβλητου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εξής εύρημα:-
“Ενόψει των όσων έχω αναφέρει πιο πάνω και της απουσίας άλλης μαρτυρίας και στοιχείων και της κατάληξης μου ότι η σύγκρουση μεταξύ των οχημάτων του εναγομένου 1 και του εναγομένου 2, επεσυνέβη στο κέντρο του δρόμου, κρίνω ότι η ευθύνη για το επίδικο δυστύχημα βαραίνει εξίσου σε ποσοστό 50% τον καθένα από τους οδηγούς των αυτοκινήτων με αριθμό εγγραφής DAY150 και ABJ399, οι οποίοι εισήλθαν στη λεωφόρο 28ης Οκτωβρίου χωρίς να ασκήσουν τη δέουσα παρατηρητικότητα και οδηγώντας το αυτοκίνητο τους στο κέντρο του δρόμου.”.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο για την κατάληξη του αυτή βασίσθηκε μόνο στη μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή την οποία και αξιολόγησε. Απέρριψε δε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσείοντα.
Ο μάρτυρας-αστυνομικός εξεταστής του ατυχήματος παραδέχθηκε ότι στο σημείο σύγκρουσης δεν υπήρχαν ίχνη σύγκρουσης. Καθοδηγήθηκε, όπως είπε, από τις υποδείξεις των οδηγών των αυτοκινήτων που συγκρούστηκαν καθώς και από τα ίχνη μαυρίσματος επί της ασφάλτου που άφησε το ένα αυτοκίνητο μετά τη σύγκρουση. Δεν απέκλεισε δε το ενδεχόμενο το σημείο σύγκρουσης να είναι ακόμα πιο πίσω από αυτά τα ίχνη και επίσης διευκρίνησε ότι ως σημείο σύγκρουσης εννοεί μια ευρύτερη περιοχή και όχι επακριβές στίγμα, ως η κεφαλή μιας καρφίτσας, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Έχουμε την πεποίθηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία που ήταν ενώπιον του για να καταλήξει στα ορθά συμπεράσματα. Με βάση τη μαρτυρία καταλήγουμε και εμείς στο ίδιο συμπέρασμα πως η ευθύνη που πρέπει να αποδοθεί και στους δύο οδηγούς είναι ίση, δεδομένου ότι και οι δύο διέπραξαν τις ίδιες πράξεις αμέλειας, δηλαδή ότι εισήλθαν στην οδό 28ης Οκτωβρίου χωρίς να ασκήσουν την δέουσα παρατηρητικότητα και επιμέλεια [*1108]οδηγώντας τα αυτοκίνητά τους προς το κέντρο του δρόμου.
Ο δεύτερος ισχυρισμός του εφεσείοντα αναφέρεται στην παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εξάξει συμπεράσματα από τις ζημιές που υπέστηκαν τα ενεχόμενα αυτοκίνητα κατά τη σύγκρουση. Υπέβαλε ότι από τις ζημιές αυτές μπορούσε να εξαχθεί το λογικό συμπέρασμα ότι το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου κινήθηκε διαγώνια μέσα στη λωρίδα κυκλοφορίας που οδηγούσε ο ίδιος και κτύπησε στο αυτοκίνητό του.
Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή του εφεσείοντα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ορθά δεν ασχολήθηκε με το θέμα αυτό το οποίο ουδέποτε τέθηκε ενώπιον του με μαρτυρία. Η μόνη μαρτυρία είναι αυτή του αστυνομικού εξεταστή που ανέφερε, σε μια παράγραφο των πρακτικών, τις ζημιές των αυτοκινήτων χωρίς να προσδιορίσει ποιές απ’ αυτές προήλθαν από την πρώτη σύγκρουση και ποιές από τη δεύτερη σύγκρουση του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου και του σταθμευμένου αυτοκινήτου του ενάγοντα.
Εξάλλου, ο μάρτυρας-αστυνομικός εξεταστής ήταν βέβαιος ότι τα δύο αυτοκίνητα “τρίφτηκαν” πλευρικά κατά την έκφρασή του, κατά τη σύγκρουση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ήταν δυνατό να αναγάγει τον εαυτό του σε εμπειρογνώμονα για να εξάξει οποιαδήποτε συμπεράσματα.
Δεν βρίσκουμε οτιδήποτε που να δικαιολογεί επέμβασή μας για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο