Βασιλείου Γεώργιος Χρ. ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, διά του Γραφείου Γενικού Εισαγγελέα (2001) 1 ΑΑΔ 1414

(2001) 1 ΑΑΔ 1414

[*1414]26 Σεπτεμβρίου, 2001

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙA ΤΟΥ

ΓΡΑΦΕIΟΥ ΓΕΝΙΚΟY ΕΙΣΑΓΓΕΛEΑ,

Εφεσίβλητης-Αποζημιούσας Αρχής.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10763)

 

Αναγκαστική απαλλοτρίωση ― Απαλλοτρίωση μέρους ιδιοκτησίας ακινήτου για κατασκευή δρόμου ― Καθορισμός αποζημιώσεων ―Υπεραξία του υπολοίπου τμήματος του ακινήτου – Αποφασίζεται με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα κατά το χρονο δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης.

Ευρήματα Δικαστηρίου – Ευρήματα αξιοπιστίας πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου ― Δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας.

Μαρτυρία ― Εμπειρογνώμονες ― Μαρτυρία εμπειρογνωμόνων ― Κανόνες αξιολόγησής της.

Με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ημερ. 4/6/93 η εφεσίβλητη (Απαλλοτριούσα Αρχή) εξέφρασε την πρόθεση της όπως απαλλοτριώσει μέρος τεμαχίου, ιδιοκτησίας του εφεσείοντος-αιτητή.  Στις 17/9/93 εκδόθηκε διάταγμα απαλλοτρίωσης, το οποίο δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.  Σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η κατασκευή δρόμου.  Από την απαλλοτρίωση επηρέαστηκε μέρος κτήματος του αιτητή, έκτασης 1245 τ.μ. επί συνόλου 5.686 τ.μ.

Ο εφεσείων με ειδοποίηση παραπομπής, ημερομηνίας 27/10/97 προσέφυγε στο Δικαστήριο για τον καθορισμό της αποζημίωσης, με την οποία απαιτούσε το ποσό των £17.500 πλέον τόκους.  Το Δικαστήριο προέβηκε σε εκτενή ανάλυση της μαρτυρίας των εμπειρογνω[*1415]μόνων των δύο πλευρών, κατέληξε ότι η αξία της απαλλοτριωθείσας έκτασης ανήρχετο στο ποσό των £3.112 μείον επαύξηση εκ £1.944 στο εναπομείναν κτήμα.  Εξέδωσε δε απόφαση υπέρ του αιτητή για το ποσό των £500 με τόκο προς 9% ετησίως από 4/6/93 πλέον £200 έξοδα του εμπειρογνώμονα μάρτυρα του και δικηγορικά έξοδα στην κλίμακα του επιδικασθέντος ποσού.

Κατ’ έφεση ο εφεσείων προέβαλε τρεις λόγους.  Ο πρώτος λόγος προσβάλλει την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Δικαστήριο που κατέληξε στην απόρριψη της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα του.  Ο δεύτερος λόγος προσβάλλει το εύρημα του Δικαστηρίου ότι επήλθε υπεραξία στο εναπομείναν κτήμα από την γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και ο τρίτος λόγος προσβάλλει την απόφαση του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η μαρτυρία εμπειρογνώμονα αξιολογείται όπως και κάθε άλλη μαρτυρία.  Οι κανόνες αξιολόγησης είναι οι ίδιοι τόσο για τις μαρτυρίες εμπειρογνωμόνων όσο και για τις συνήθεις μαρτυρίες.  Σε ευρήματα αξιοπιστίας, η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας.  Τα συμπεράσματα των πρωτόδικων Δικαστηρίων δεν είναι ανατρέψιμα αν είναι δικαίως επιτρεπτά με βάση μαρτυρία και ήταν αδύνατο να λεχθεί ότι ήταν εσφαλμένα.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού προέβη σε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας των δύο εμπειρογνωμόνων, ορθά και εύλογα απέρριψε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του εφεσείοντα.

2.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στηριζόμενο στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ορθά έκρινε ότι η ύπαρξη του δρόμου προ της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης δεν προσδίδει στο κτήμα οποιαδήποτε επαύξηση αν αυτός δεν νομιμοποιηθεί.  Η νομιμοποίηση του δε επήλθε με τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης.

3.  Το γεγονός ότι στην παρούσα υπόθεση ο δρόμος κατασκευάστηκε με διάταγμα επίταξης δεν τη διαφοροποιεί.  Το διάταγμα επίταξης είναι εξ ορισμού προσωρινό και ήταν με την απαλλοτρίωση που ο δρόμος απέκτησε νόμιμη διαχρονική ύπαρξη, προσδίδουσα υπεραξία.

4.  Κατά τον υπολογισμό της επαύξησης ή της μείωσης της αξίας περιουσίας που κατέχεται από τον ιδιοκτήτη μαζί με το απαλλο[*1416]τριωθέν μέρος λαμβάνονται υπόψη τα κατά το χρόνο της δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης υφιστάμενα δεδομένα.  Η διαπίστωση της επαύξησης ή της μείωσης της αξίας της υπόλοιπης περιουσίας είναι θέμα πραγματικό.  Τα δεδομένα που λαμβάνονται υπόψη για το σκοπό αυτό είναι τα φυσικά και νομικά χαρακτηριστικά του κτήματος που υφίστανται κατά το χρόνο της γνωστοποίησης και τα, κατά τον ίδιο χρόνο, ευλόγως προβλεπτά.

5.  Η τελική κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι επήλθε επαύξηση στην αξία του εναπομείναντος κτήματος στα ποσοστά που επεδίκασε, βασίστηκε στη μαρτυρία την οποία αποδέχθηκε και τα ευρήματα του ήταν εύλογα και ορθά.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Αγησιλάου ν. Χρίστου (1989) 1 Α.Α.Δ. 713,

Star Fiberglass Ltd v. Elneda Trading Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 875,

Χειμώνα ν. Γεωργίου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 108,

Mesaritis v. Republic (1988) 1 C.L.R. 534,

Soteriou a.o. v. Republic (1988) 1 C.L.R. 589,

Γέριμου ν. Δημοκρατίας (1999) 1 Α.Α.Δ. 827,

Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1985) 1 C.L.R. 217,

Δημοκρατία ν. Ττοφή κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1735,

Νικολαΐδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 1 Α.Α.Δ. 1362.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 22/2/00 (Αρ. Παραπομπής 82/96) η οποία απέρριψε τον καθορισμό της αξίας του απαλλοτριωθέντος μέρους του κτήματός του στο ζητούμενο από αυτόν ποσό και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσείοντα για το ποσό των £500 με τόκο προς 9% από 4.6.93, πλέον £200 έξοδα του εμπει[*1417]ρογνώμονα-μάρτυρα του και δικηγορικά έξοδα στην κλίμακα του επιδικασθέντος ποσού, αφού βρήκε επαύξηση εκ £1.944 στο εναπομείναν κτήμα.

Α. Σ. Αγγελίδης με Χρ. Βασιλειάδη, για τον Εφεσείοντα.

Στ. Χαραλάμπους, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ..

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης με αριθμό Δ.Π. 919, ημερομηνίας 4.6.93 η εφεσίβλητη (Απαλλοτριούσα Αρχή) εξέφρασε την πρόθεση της όπως απαλλοτριώσει μέρος του τεμαχίου 725, Φύλλο/Σχέδιο 47/25 στο Όμοδος, ιδιοκτησίας του εφεσίβλητου. Στις 17.9.93 εκδόθηκε διάταγμα απαλλοτρίωσης με αριθμό Δ.Π. 1449, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η κατασκευή του σύγχρονου δρόμου Ερήμης-Μανδριών-Ομόδους. Από την απαλλοτρίωση επηρεάστηκε μέρος του κτήματος του αιτητή, έκτασης 1.245 τ.μ. επί συνόλου 5.686 τ.μ.

Ο εφεσείων με Ειδοποίηση Παραπομπής, ημερομηνίας 27.10.1997 προσέφυγε στο Δικαστήριο για τον καθορισμό της αποζημίωσης, με την οποία απαιτούσε το ποσό των £17.500 πλέον τόκους προς 9% από την 1.1.89 ή διαζευκτικώς τόκο προς 9% από 4.6.93.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την ακρόαση της Παραπομπής, άκουσε τη μαρτυρία δύο εμπειρογνωμόνων-εκτιμητών, ενός για κάθε πλευρά, όπως και τη μαρτυρία του γυιού του εφεσίβλητου.

Στην μακροσκελή απόφαση του το Δικαστήριο κατέληξε, αφού προέβηκε σε εκτενή ανάλυση της μαρτυρίας των εμπειρογνωμόνων, ότι η αξία της απαλλοτριωθείσας έκτασης ανήρχετο στο ποσό των £3.112 μείον, όπως βρήκε, επαύξηση εκ £1.944 στο εναπομείναν κτήμα.  Εξέδωσε δε απόφαση υπέρ του εφεσείοντα για το ποσό των £500 με τόκο προς 9% από 4.6.93, πλέον £200 έξοδα του εμπειρογνώμονα-μάρτυρα του και δικηγορικά έξοδα [*1418]στην κλίμακα του επιδικασθέντος ποσού.

Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση από τον εφεσείοντα, ο οποίος προβάλλει τρεις λόγους.  Ο πρώτος λόγος προσβάλλει την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Δικαστήριο που κατέληξε στην απόρριψη της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα του.  Ο δεύτερος λόγος προσβάλλει το εύρημα του Δικαστηρίου ότι επήλθε υπεραξία στο εναπομείναν κτήμα από τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης. Ο τρίτος προσβάλλει την απόφαση του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα.

Πρώτος λόγος έφεσης

Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας των δύο εμπειρογνωμόνων.  Κατέληξε να απορρίψει τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του εφεσείοντα και να δεκτεί στην ολότητά της τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της εφεσίβλητης. Αναφέρει τα εξής στη σελίδα 13 της απόφασής του:-

“Έχω επίσης παρακολουθήσει με μεγάλη προσοχή τους δύο εκτιμητές που σαν εμπειρογνώμονες κατέθεσαν στο Δικαστήριο για τις εκτιμήσεις τους όσον αφορά την αξία του κτήματος, την επιζήμια επίδραση ή την επαύξηση που επήλθε σ’ αυτό λόγω της απαλλοτρίωσης.

Μεταξύ των δύο εκτιμητών προτιμώ τη μαρτυρία του κ. Αθηνόδωρου Χριστοφόρου, εκτιμητή της Αποζημιούσας Αρχής και απορρίπτω εκείνη του κ. Κοτσώνη για τους λόγους που θα παραθέσω πιο κάτω.”.

Και συνεχίζει, το πρωτόδικο Δικαστήριο, παραθέτοντας τους λόγους για τους οποίους απέρριψε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του εφεσείοντα που καταλαμβάνουν τέσσερις σχεδόν σελίδες (σελ. 14-17). Δεν θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε ολόκληρο το κείμενο της επίδικης απόφασης επί του θέματος.  Έχουμε μελετήσει το σκεπτικό του Δικαστηρίου και θεωρούμε ότι ορθά και εύλογα απέρριψε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του εφεσείοντα.  Η λεπτομερής ανάλυση των λόγων που προβάλλει το Δικαστήριο, οι οποίοι κρίνονται ως ορθοί, απαντά σε όλες τις επί μέρους αιτιάσεις που προβάλλει ο εφεσείων στον πρώτο λόγο έφεσης.

Είναι σταθερή η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία εμπειρογνώμονα αξιολογείται όπως και κάθε άλλη μαρτυρία. Οι κανόνες αξιολόγησης είναι οι ίδιοι τόσο για τις [*1419]μαρτυρίες εμπειρογνωμόνων όσο και για τις συνήθεις μαρτυρίες. Έχει πολλάκις λεχθεί ότι, σε ευρήματα αξιοπιστίας, η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας. Τα συμπεράσματα των πρωτόδικων Δικαστηρίων δεν είναι ανατρέψιμα αν είναι δικαίως επιτρεπτά με βάση τη μαρτυρία και ήταν αδύνατο να λεχθεί ότι ήταν εσφαλμένα (Βλέπε: Αγησιλάου ν. Χρίστου (1989) 1 Α.Α.Δ. 713, Star Fiberglass Ltd. v. Elneda Trading Ltd. (1992) 1 Α.Α.Δ. 875 και Ανδριάνθη Γ. Χειμώνα ν. Μιχαλάκη Γεωργίου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 108).

Βασικό παράπονο του εφεσείοντα, όπως αναφέρεται στον πρώτο λόγο έφεσης και στην ανάλυση που επιχειρείται στη σελίδα 5 του περιγράμματος του δικηγόρου του, είναι το εξής:-

“Εφ’ όσον υπήρχε διαφωνία των δύο εκτιμήσεων, έπρεπε το Πρωτόδικο Δικαστήριο να αξιολογήσει - να αναλύσει και να συγκρίνει τις μαρτυρίες (όχι τους μάρτυρες) και να καταλήξει στα ευρήματα του με αναφορά σε όσα προέκυπταν από ότι θα έκρινε επιστημονικά και πραγματικά αξιόπιστο από τις δύο μαρτυρίες.”.

Αλλά, αυτό πράγματι έκανε το Δικαστήριο. Δεν αρκέσθηκε στις εντυπώσεις που άφησαν οι εμπειρογνώμονες. Σχολιάζει ένα προς ένα τα στοιχεία που ο εμπειρογνώμονας του εφεσείοντα παρουσίασε και καταλήγει στην απόρριψη της μαρτυρίας του.  Πέραν τούτου, το Δικαστήριο έκρινε τη μαρτυρία του αναξιόπιστη αναφέροντας τα εξής στη σελίδα 14 της απόφασης:-

“Ο κ. Κοτσώνης δεν εντυπωσίασε καθόλου το Δικαστήριο σαν μάρτυρας, που σκοπός του ήταν να βοηθήσει το Δικαστήριο με τις επιστημονικές του γνώσεις. Αντίθετα, η όλη προσπάθεια του ήταν πώς να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του πελάτη που τον διόρισε με αποτέλεσμα, αρκετές φορές ν’ αναιρεί τον εαυτό του στην αντεξέταση ή ν’ αποφεύγει να δώσει σαφείς απαντήσεις ή να δίνει διφορούμενες απαντήσεις και ακόμη να δηλώνει άγνοια σε θέματα που η ιδιότητα του σαν εκτιμητής δεν του επέτρεπε. Αναφέρομαι σε ορισμένα παραδείγματα. .....................”.

Κατά συνέπεια ο πρώτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

[*1420]Δεύτερος λόγος έφεσης

Ο εφεσείων προσβάλλει ως εσφαλμένη την κρίση του Δικαστηρίου ότι επήλθε επαύξηση στο εναπομείναν κτήμα, μετά την απαλλοτρίωση. Ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρεγνώρισε το γεγονός ότι ο δρόμος κατασκευάσθηκε πριν καν δημοσιευθεί η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης με αναπόφευκτη συνέπεια η οποιαδήποτε επαύξηση, κατά τον εφεσείοντα, εάν υπήρξε, να πραγματοποιήθηκε σε προγενέστερο χρόνο. Προσέτι ισχυρίζεται ότι η απόφαση του Δικαστηρίου ως προς την επαύξηση της αξίας ήταν αναιτιολόγητη.

Το Δικαστήριο ασχολήθηκε με το θέμα της κατασκευής του δρόμου, πριν την γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης, γεγονός που ήταν αποδεκτό από την εφεσίβλητη. Ο επίδικος δρόμος κατασκευάσθηκε, πράγματι, από την εφεσίβλητη πριν την γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, αφού είχε εκδώσει προγενέστερα διάταγμα επίταξης, αλλά ουδέποτε ενεγράφη ως δημόσιος και ο εφεσείων δεν απέκτησε οποιαδήποτε νομικά δικαιώματα, ως π.χ. δικαίωμα διαχωρισμού του κτήματος του σε οικόπεδα. Τονίζουμε ότι το επίδικο κτήμα εφάπτετο μονοπατιού, πλάτους 4-6 ποδών, που δεν του έδιδε δικαίωμα διαχωρισμού σε οικόπεδα.

Το Δικαστήριο, στηριζόμενο στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έκρινε ότι η ύπαρξη του δρόμου προ της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης δεν προσδίδει στο κτήμα οποιαδήποτε επαύξηση αν αυτός δε νομιμοποιηθεί.  Η νομιμοποίηση του δε επήλθε με τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης.

Η κατάληξη αυτή του Δικαστηρίου είναι ορθή και σύμφωνη με τη νομολογία.

Στην υπόθεση Μaroulla Xenofontos M. Mesaritis v. Republic (1988) 1 C.L.R. 534 και στη σελίδα 539 έχουν λεχθεί τα εξής:-

“No account could be taken of the unlawfully constructed road nor could its existence be taken into consideration for the development of the property. Passage thereon could at any stage be stopped at the instance of the owners of the property.  The road came into existence only after the acquisition. It became sο upon the acquisition of the property and its conversion into a lawfully constructed road. Therefore, any betterment brought about to the remainder of the property of [*1421]the Claimant was the result of the acquisition of the property and the learned trial Judge was  correct in this approach that the betterment was the result of the scheme authorised to be carried out by the Notice of Acquisition.”.

Επίσης, στην υπόθεση Demetris Soteriou and Others v. Republic (1988) 1 C.L.R. 589, έχουν λεχθεί τα πιο κάτω στη σελ. 593:-

“Therefore, such road without the acquisition order published on 23rd September, 1983 which sanctioned the notice published on 8th October, 1982, could not be considered as a public road but it was the product of trespass on appellants’ property and all other properties mentioned in the revocation order and thus an illegal road which, had there been no proper acquisition order, it could have been destroyed by the owners of the properties and in any event could not have given a right of access to the appellants through the adjoining properties. As such it would not be considered in law as having added a betterment to the remainder of the property.”.

(Bλέπε επίσης: Σωτήρης Γέριμου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 1 Α.Α.Δ. 827).

Το γεγονός ότι στην παρούσα υπόθεση ο δρόμος κατασκευάσθηκε με διάταγμα επίταξης δεν τη διαφοροποιεί. Το διάταγμα επίταξης είναι εξ ορισμού προσωρινό και ήταν με την απαλλοτρίωση που ο δρόμος απέκτησε νόμιμη διαχρονική ύπαρξη, προσδίδουσα υπεραξία.

Παραπονείται επίσης ο εφεσείων ότι το Δικαστήριο γενικά και αναιτιολόγητα θεώρησε ότι κάθε διαπλάτυνση του οδικού δικτύου επενεργεί αυτόματα στην επαύξηση της αξίας ενός κτήματος.

Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή του εφεσείοντα. Το Δικαστήριο ασχολήθηκε με σχολαστικότητα με το θέμα. Αφού απέρριψε, ορθά όπως αναφέραμε προηγουμένως, τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του εφεσείοντα, ανέλυσε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της εφεσίβλητης, την οποία και τελικά αποδέχθηκε. Με ειδική μελέτη ο εμπειρογνώμονας της εφεσίβλητης, παραθέτοντας έξι συγκριτικά στην περιοχή, κατέληξε ότι επήλθε επαύξηση κατά 25% στο ανατολικό τμήμα και 20% στο δυτικό τμήμα του κτήματος. Ο εμπειρογνώμονας της εφεσίβλητης στήριξε τη θέση του στο γεγονός ότι με την κατασκευή του δρόμου το επίδι[*1422]κο κτήμα έχει αποκτήσει πρόσβαση σε δημόσιο δρόμο, ενώ προηγουμένως εφαπτόταν μονοπατιού πλάτους 4-6 ποδών, με προβληματική προσπέλαση, με συνέπεια να μπορεί να αξιοποιηθεί οικιστικά. Αιτιολόγησε δε τη θέση του με την παράθεση έξι συγκριτικών στην περιοχή.

Κατά τον υπολογισμό της επαύξησης ή της μείωσης της αξίας περιουσίας που κατέχεται από τον ιδιοκτήτη μαζί με το απαλλοτριωθέν μέρος λαμβάνονται υπόψη τα κατά το χρόνο της δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης υφιστάμενα δεδομένα (Βλέπε, άρθρο 10 του Νόμου 15/62 όπως τροποποιήθηκε). Η διαπίστωση της επαύξησης ή της μείωσης της αξίας της υπόλοιπης περιουσίας είναι θέμα πραγματικό. Τα δεδομένα που λαμβάνονται υπόψη για το σκοπό αυτό είναι τα φυσικά και νομικά χαρακτηριστικά του κτήματος που υφίστανται κατά το χρόνο της γνωστοποίησης και τα, κατά τον ίδιο χρόνο, ευλόγως προβλεπτά. (Βλέπε: Βίας Δημητρίου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1985) 1 C.L.R. 217, Μεσαρίτης (πιο πάνω), Δημοκρατία ν. Χριστοφή Κ. Ττοφή και Άλλων (1997) 1 Α.Α.Δ. 1735 και Σάββας Α. Νικολαΐδης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1998) 1 Α.Α.Δ. 1362).

Η τελική κατάληξη του Δικαστηρίου ότι επήλθε επαύξηση στην αξία του εναπομείναντος κτήματος στα ποσοστά που επιδίκασε, βασίστηκε στη μαρτυρία την οποία αποδέχθηκε και τα ευρήματα του ήταν εύλογα και ορθά. Η δημιουργία και ιδιαίτερα η νομιμοποίηση του δρόμου, που έγινε με την επίδικη απαλλοτρίωση, είναι στοιχεία που από μόνα τους επιφέρουν αύξηση στην αξία του επίδικου κτήματος, το οποίο εφάπτεται του δρόμου. (Βλέπε: Σωτήρης Γέριμου ν. Δημοκρατίας (1999) 1
Α.Α.Δ. 827
).

Και ο λόγος αυτός της έφεσης απορρίπτεται.

Τρίτος λόγος έφεσης

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε δικηγορικά έξοδα υπέρ του εφεσείοντα στην κλίμακα με βάση το επιδικασθέν ποσό της απόφασης και το ποσό των £200 για τα έξοδα του εμπειρογνώμονα του.

Δεν έχουμε πράγματι αντιληφθεί γιατί εγείρει τέτοιο θέμα ο εφεσείων. Στο περίγραμμα του δικηγόρου δεν αναπτύσσεται ο λόγος αυτός παρά μόνο επαναλαμβάνεται κατά γράμμα αυτούσιος ο λόγος όπως αναφέρεται στην ειδοποίηση έφεσης.

[*1423]

Δεν έχει τεκμηριωθεί λόγος για τον οποίο δικαιολογείται ανατροπή του τρόπου με τον οποίο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο