Γρηγορίου Γεώργιος ν. Χριστάκη Στεφάνου και Άλλης (2001) 1 ΑΑΔ 1493

(2001) 1 ΑΑΔ 1493

[*1493]4 Οκτωβρίου, 2001

[ΚΑΛΛΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,

Εφεσείων,

v.

1. ΧΡΙΣΤAΚΗ ΣΤΕΦAΝΟΥ,

2. ΠΗΝΕΛOΠΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10750)

 

Έφεση — Επαναφορά απορριφθείσας έφεσης λόγω μη καταχώρησης περιγράμματος αγόρευσης δυνάμει της Δ.35, θ. 13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας — Δεν παρέχεται στο Εφετείο τέτοια δικαιοδοσία εκτός σε περιπτώσεις όπου η άρνηση επαναφοράς θα παραβίαζε το δικαίωμα που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος.

Η έφεση απορρίφθηκε στις 28.2.2001 λόγω μη καταχώρησης περιγράμματος αγόρευσης του εφεσείοντος μέσα στην καθορισθείσα προθεσμία, που ήταν μέχρι τις 7.1.2001 η δε αίτηση για επαναφορά υπεβλήθη στις 25.5.2001.

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση εκτίθενται σε ένορκη δήλωση δικηγόρου του γραφείου που εχειρίζετο την υπόθεση στην οποία αναφέρετο ότι ήταν ο ίδιος ο εφεσείων που διαπίστωσε στις 6.4.2001 ότι η έφεση είχε απορριφθεί, οπότε και ειδοποίησε τους δικηγόρους του.

Ο λόγος της παράλειψης της συμμόρφωσης προς τις εκδοθείσες οδηγίες του Δικαστηρίου για την καταχώρηση του περιγράμματος αγόρευσης ήταν η απώλεια του φακέλλου της υπόθεσης λόγω αναδιοργάνωσης του γραφείου οπόταν δεν ήταν δυνατή η παρακολούθηση της υπόθεσης. Υποστηρίχθηκε επίσης ότι η παράλειψη ήταν καλόπιστη και δεν ήταν αποτέλεσμα καταστρατήγησης των κανονισμών.

Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση παρατηρώντας [*1494]ότι υπήρξε αδιαφορία για την πορεία της υπόθεσης και καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης.

Αποφασίστηκε ότι:

Οι λόγοι που επικαλέσθηκε ο εφεσείων για να δικαιολογήσει την καθυστέρηση υποβολής του περιγράμματος αγόρευσης, δεν έχουν τεκμηριωθεί με μαρτυρία.  Εν πάση περιπτώσει όμως, η επίκληση της απώλειας του φακέλου λόγω αναδιοργάνωσης του γραφείου και φόρτου εργασίας δεν συνιστά λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντος που να αποκαλύπτει κάτι τόσο εξαιρετικό ή απρόβλεπτο και εκτός ελέγχου που να ικανοποιεί τα καθορισθέντα από τη νομολογία κριτήρια για επαναφορά απορριφθείσας έφεσης.  Περαιτέρω η έφεση απορρίφθηκε μετά από δύο μήνες περίπου από την εκπνοή της προθεσμίας για καταχώρηση του περιγράμματος, οι δε δικηγόροι του εφεσείοντος δεν καταχώρησαν την αίτηση για επαναφορά πριν από την πάροδο σχεδόν τριών εβδομάδων αφότου οι εφεσείοντες τους είχαν πληροφορήσει για την απόρριψη της έφεσης.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Α. Ν. Stasis Estates Co Ltd (Avlida Hotel) v. Iωάννου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1082,

Cyprus Import Corporation Ltd v. Σενέκης (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1108,

Ξενοφώντος ν. Χ”Αράπη (1999) 1 Α.Α.Δ. 221.

Αίτηση.

Αίτηση από τον εφεσείοντα για επαναφορά της έφεσης η οποία απορρίφθηκε λόγω μη καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσής του, εντός της καθορισθείσας προθεσμίας.

Ν. Αγγελίδης για Ξ. Ξενόπουλο, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.

Αρ. Ιωάννου για Α. Ιωάννου, για τους Εφεσίβλητους-Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΑΛΛHΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικα[*1495]στής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η αίτηση επιδιώκει την επαναφορά της έφεσης η οποία απορρίφθηκε λόγω μη καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσης του Εφεσείοντα μέσα στην καθορισθείσα προθεσμία. Οι οδηγίες του δικαστηρίου εδόθησαν στις 23.11.2000 και, σύμφωνα με αυτές, το περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα θα έπρεπε να καταχωρηθεί μέχρι τις 7.1.2001. Η έφεση απορρίφθηκε στις 28.2.2001, η δε αίτηση για επαναφορά υπεβλήθη στις 25.5.2001.

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και γίνεται από δικηγόρο του γραφείου που χειρίζεται την υπόθεση, αναφέρεται ότι ήταν ο ίδιος ο Εφεσείων που διαπίστωσε στις 6.4.2001 ότι η έφεση είχε απορριφθεί, οπότε και ειδοποίησε τους δικηγόρους του.  Η δικαιολογία που δίδεται για την παράλειψη καταχώρισης του περιγράμματος είναι στην παράγραφο 3 της ένορκης δήλωσης:

“Η παράλειψη μας οφείλετο εις το γεγονός ότι εκ παραδρομής χάθηκε ο φάκελος της υποθέσεως λόγω αναδιοργάνωσης του γραφείου μας και έτσι δεν κατέστει δυνατή η παρακολούθηση της υποθέσεως και ότι περαιτέρω η παράλειψη καταχωρήσεως περιγράμματος συνιστά καλόπιστη παράλειψη λόγω και του τεράστιου φόρτου εργασίας, που επέφερε, μεταξύ άλλων, η εν λόγω αναδιοργάνωση.”

Η καθυστέρηση χαρακτηρίζεται περαιτέρω ως προϊόν ατυχίας και κακής τύχης λόγω ειδικών περιστάσεων και όχι ως αποτέλεσμα αδιαφορίας ή πρόθεσης καταστρατήγησης των κανονισμών. Λέγεται δε ότι η επαναφορά της έφεσης απαιτείται χάριν του συμφέροντος της δικαιοσύνης να ακουσθεί ο Εφεσείων και να προβάλει την υπόθεση του σύμφωνα με το Άρθρο 30 του Συντάγματος, τα Άρθρα 6 και 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης.  Επικουρικά, λέγεται επίσης ότι δεν θα επηρεασθούν τα ουσιαστικά δικαιώματα των Εφεσιβλήτων, ότι ο Εφεσείων έχει πολύ καλή υπόθεση και μάλιστα και σε άλλη σχετική υπόθεση μεταξύ των μερών.

Οι Εφεσίβλητοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση, παρατηρώντας ότι υπήρξε αδιαφορία για την πορεία της υπόθεσης και καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης. Υποδεικνύεται επίσης ότι η αναφορά σε αναδιοργάνωση του γραφείου ως αιτία για τη μη καταχώρηση του περιγράμματος είναι γενική και αόριστη και δεν καταδεικνύει λόγο πέραν των δυνάμεων του Εφεσείοντα. Δεν γίνονται επίσης δεκτές οι άλλες αιτιάσεις του Εφεσείοντα. Επισημαίνουμε [*1496]ιδιαίτερα την αναφορά στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση στο ότι κατά τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2001 οι δικηγόροι των Εφεσιβλήτων επικοινώνησαν επανειλημμένα με τους δικηγόρους του Εφεσείοντα για να πληροφορηθούν σε ποιο στάδιο ήταν η έφεση και ουδέν τους ανεφέρθη για απώλεια του φακέλου, ήσαν δε οι ίδιοι οι δικηγόροι των Εφεσιβλήτων που επικοινώνησαν με το Πρωτοκολλητείο και πληροφορήθησαν την απόρριψη της έφεσης, πληροφορώντας αυτοί ακόλουθα και τον Εφεσείοντα σχετικά.

Οι αρχές που διέπουν το θέμα, στις οποίες μας ανέφερε και η ευπαίδευτη συνήγορος για τους Εφεσίβλητους, δεν είναι υπό αμφισβήτηση. Στην πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση A.N. Stasis Estates Co Ltd (Avlida Hotel) v. Ιωάννου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1082, έγινε ανασκόπηση τους, την οποία και παραθέτουμε από τις σελίδες 1085:

“Πριν από την πρόσφατη τροποποίηση του Κανονισμού 13(ε), δεν υπήρχε κανονιστική πρόνοια για την επαναφορά έφεσης απορριφθείσας λόγω παράλειψης υποβολής του περιγράμματος αγορεύσεως του Εφεσείοντα μέσα στα καθορισθέντα χρονικά πλαίσια. Όμως, ότι παρείχετο δυνατότητα βάσει της σύμφυτης εξουσίας του δικαστηρίου για επαναφορά έφεσης απορριφθείσας άλλως παρά στις περιπτώσεις για τις οποίες γίνεται ειδική κανονιστική πρόνοια, καθιερώθηκε στην υπόθεση Τουβλοποιεία Παλαικύθρου Γίγας Λτδ ν. Ουστά (αρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 109, ορθολογίζοντας την προηγούμενη νομολογία (Makrides Europa v. Vassos Eliades Ltd (1984) 1 C.L.R. 189) στην οποία, όπως παρατηρήθηκε, δεν απεκαλύπτετο η δικαιοδοτική βάση στην οποία είχε στηριχθεί το δικαστήριο. Συγχρόνως, καθορίσθησαν και τα πλαίσια της άσκησης της εξουσίας αυτής. Όπως το έθεσε ο Πικής, Δ., ως ήτο τότε, δίδοντας την απόφαση του δικαστηρίου, στη σ. 113:

“Οι θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας οι οποίοι υφίσταντο κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, υπόκεινται κατά την εφαρμογή τους (Άρθρο 188.1) σε εναρμονισμό προς το Σύνταγμα [βλ. μεταξύ άλλων, The United Bible Societies (Gulf) ν. Χατζηκακού (1990) 1 Α.Α.Δ. 395]. Η προσαρμογή αυτή περιορίζει την εξουσία για επαναφορά έφεσης η οποία απορρίπτεται βάσει της Δ.35 θ.13 στις περιπτώσεις που η επαναφορά έχει ως λόγο τη διασφάλιση του δικαιώματος του διαδίκου που κατοχυρώνει το Άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος. Αυτό είναι το θεμέλιο της δικαιοδοσίας μας και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θα εξετάσουμε το εγερθέν θέμα.”

[*1497]

Η πιο πάνω υπόθεση αφορούσε τη δυνατότητα επαναφοράς έφεσης απορριφθείσας δυνάμει της Δ.35 θ.13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η αρχή είναι βέβαια η ίδια και στην περίπτωση του Κανονισμού 13(ε) πριν από την τροποποίηση του, όπως ήταν η περίπτωση στην υπόθεση Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 698. Ο Νικήτας, Δ., ο οποίος έδωσε την απόφαση του δικαστηρίου, είπε στη σ. 703:

“Οι παραπάνω θεσμοί προδικασίας δεν περιέχουν πρόνοιες για την αναβίωση έφεσης που απορρίφθηκε λόγω μη συμμόρφωσης προς τις διατάξεις τους. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι αποκλείεται η ανάληψη δικαιοδοσίας. Σε ανάλογη περίπτωση, που έφεση απορρίφθηκε, κάτω από τη Δ.35, θ.13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, για την παράλειψη του εφεσείοντα να εμφανιστεί κατά την ακρόαση, κρίθηκε ότι το δικαίωμα που κατοχυρώνει το άρθρ. 30.3(β) του Συντάγματος ήταν η μοναδική δικαιοδοτική βάση για την άσκηση αρμοδιότητας επαναφοράς: Τουβλοποιεία Γίγας Λτδ. ν. Ουστά (Αρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 109. Όμως την άσκηση της εξουσίας αυτής δεν τη χαρακτηρίζει αφειδία.”

Και αφού παρέθεσε με επιδοκιμασία το πιο πάνω απόσπασμα από τη Γίγας, προχώρησε να υποδείξει, με αναφορά και σε ανάλογα σχετική νομολογία, γιατί η δυνατότητα επαναφοράς είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένη.  Όπως το έθεσε στη σ. 704:

“Ο διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου για να πετυχαίνει την παράταση προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. Θα αποτελούσε ένα εύσχημο τρόπο υπερφαλάγγισης των δικονομικών διατάξεων. Από τη συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα αυτά εξαρτάται η απρόσκοπτη απονομή της δικαιοσύνης και συνακόλουθα το κύρος της.    Μας ενισχύουν, σε αυτή τη θέση, τα λεχθέντα στην υπόθεση Grand Metropolitan Nominee (No 2) Co Ltd v. Evans, The Times Law Reports, May 15, 1992:

“The Court should not be astute to find excuses for such failure since obedience to orders of the court is the foundation on which its authority is founded.”

.........................................................................................................

Διαφορετική αντιμετώπιση θα δημιουργούσε επικίνδυνα ρήγ[*1498]ματα στην απονομή της δικαιοσύνης.”

Οι παράμετροι του θέματος εξετάσθησαν και στην Cyprus Import Corporation Ltd ν. Σενέκης (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 1108.  Ο Πικής, Π., δίδοντας την απόφαση του δικαστηρίου, τόνισε ότι το ίδιο το δικαιοδοτικό βάθρο της δικαιοδοσίας καθορίζει και τα όρια της. Στη σ. 1113 είπε, αφού παρέθεσε το πιο πάνω απόσπασμα από τη Γίγας:

Το δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνει το Άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος, αποβλέπει στη διασφάλιση πρέπουσας ευκαιρίας στο διάδικο να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του δικαστηρίου και την παροχή σ’ αυτό επαρκούς χρόνου για την προπαρασκευή της υπόθεσης του.  Απολήγει στην κατοχύρωση δικαιώματος για την παροχή λογικής ευκαιρίας στο διάδικο να θέσει την υπόθεση του ενώπιον του δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση, εξασφαλίστηκε το δικαίωμα αυτό στην εφεσείουσα.

Μόνο όπου λόγοι πέραν της θελήσεως του διαδίκου εμποδίζουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού, εγείρεται θέμα επαναφοράς της έφεσης, γιατί, σ’ εκείνη την περίπτωση, τεκμαίρεται ότι ο διάδικος στερήθηκε της ευκαιρίας να παρουσιάσει την υπόθεσή του.  Αυτό δε συμβαίνει εκεί όπου η μη άσκηση του δικαιώματος οφείλεται σε αδιαφορία, αμέλεια, ή σφάλμα του.

Παρέθεσε δε με επιδοκιμασία το πιο πάνω απόσπασμα από τη Βαρδιάνος (σ. 1114).

Ο Πικής, Π., σχολίασε και μια επί μέρους πτυχή του πράγματος, σε αναφορά με παραπομπή που είχε γίνει στην υπόθεση Άλκης Χατζηκυριάκος (Μπισκότα Φρου-Φρου) Λτδ ν. Terzian Trading House Ltd (Αρ.1) (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 102, στην οποία είχε εγκριθεί αίτημα για παράταση του χρόνου για την υποβολή του περιγράμματος το οποίο είχε γίνει μετά από την εκπνοή του καθορισθέντος χρόνου αλλά πριν από την απόρριψη της έφεσης. Όπως είπε στη σ. 1112:

“Και στην προκειμένη περίπτωση, αν υποβαλλόταν αίτημα για την παράταση του χρόνου μετά την 1η Απριλίου και πριν την απόρριψη της έφεσης, θα παρεχόταν, ανάλογα με τα γεγονότα, η ευχέρεια έγκρισης του.  Διακρίνεται η περίπτωση της παράτασης του χρόνου για την υποβολή περιγράμματος [*1499]σε αίτημα που υποβάλλεται ενώ η έφεση ευρίσκεται εν ζωή, από εκείνη όπου το διάβημα γίνεται μετά την απόρριψη της έφεσης. Στη δεύτερη περίπτωση, το αντικείμενο είναι η αναβίωση τελειωθείσας έφεσης, εξ ου και ο λόγος για επαναφορά της στη ζωή.”

Η τροποποίηση του Κανονισμού 13(ε) με την εισαγωγή πρόνοιας η οποία διέπει την επαναφορά απορριφθείσας έφεσης, και εισάγει έτσι θεσμική βάση άσκησης της σχετικής εξουσίας του δικαστηρίου αντί αποκλειστικά της προηγούμενης σύμφυτης εξουσίας του, δεν αλλοιώνει τα πράγματα στην ουσία τους αφού τα πλαίσια της θεσμικής εξουσίας παραμένουν τα ίδια.  Ο Κανονισμός 13(ε) προνοεί:

“Νοείται ότι έφεση ή αντέφεση που απορρίπτεται, δυνάμει του παρόντος Κανονισμού, επαναφέρεται όταν αποδεικνύεται ότι η μη καταχώριση περιγράμματος αγόρευσης, οφείλεται σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα ή αντεφεσείοντα ανάλογα με την περίπτωση, με αποτέλεσμα η μη επαναφορά της να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος να ακουστούν.”

Όπως υπέδειξε ο Νικήτας, Δ., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στις υποθέσεις Ρουβανιάς Λτδ ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2525, 14.4.2000, και Σωτήρης Παναγιώτου Λτδ ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2539, 14.4.2000, στη σ. 5:

“Ο κανονισμός αυτός αποτελεί απόηχο της απόφασης Τουβλοποιεία Παλαικύθρου Γίγας Λτδ ν. Μαρούλας Ουστά (αρ. 1) (1994)  1 Α.Α.Δ. 109, ότι η δικαιοδοσία αυτή περιορίζεται “στις περιπτώσεις όπου η επαναφορά έχει ως λόγο τη διασφάλιση του δικαιώματος του διαδίκου που κατοχυρώνει το άρθρ. 30.3(β) του Συντάγματος.”

Παρατηρώντας ότι ο γενικός κανόνας είναι ότι υπάρχει ταύτιση διαδίκου και δικηγόρου, με παραπομπή στο πιο πάνω απόσπασμα από τη Βαρδιάνος (σ. 1114), είπε στις σελίδες 6-7:

“Το κριτήριο της επαναφοράς περικλείεται στη φράση πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα ή αντεφεσείοντα.  Εκφράζει με σαφήνεια την πρόθεση των συντακτών του Κανονισμού να περιορίσουν στο ελάχιστο το πεδίο άσκησης της δικαιοδοσίας για επαναφορά.  Προφανώς γιατί διαφορετική αντιμετώπιση θα μπορούσε να δημιουργήσει επικίνδυνα ρήγ[*1500]ματα στην εφαρμογή της αρχής της τελεσιδικίας. .........................................................................................................

................. Η φράση δεν μπορεί παρά να σημαίνει εξαιρετικό έκτακτο ή σπάνιο συμβάν ή περίσταση, που είναι απρόβλεπτο και εκτός ελέγχου.””

Εδώ δεν υπάρχει οτιδήποτε στην αίτηση που να την τοποθετεί στα πλαίσια των πιο πάνω αρχών, ούτε έχουμε παραπεμφθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον Εφεσείοντα σε οποιαδήποτε νομολογία οι παράμετροι της οποίας να μπορούσαν να καλύψουν την προκείμενη περίπτωση.  Κατ’ αρχή παρατηρούμε ότι ο ισχυρισμός στην ένορκη δήλωση των Εφεσιβλήτων, ότι κατά την περίοδο που θα έπρεπε να καταχωρείτο το περίγραμμα επικοινώνησαν με τους δικηγόρους του Εφεσείοντα σχετικά με την πορεία της υπόθεσης και δεν τους ελέχθη οτιδήποτε για απώλεια του φακέλου, παρέμεινε αναπάντητος και αναντίλεκτος, επηρεάζοντας έτσι και το υπόβαθρο του ίδιου του ισχυρισμού του Εφεσείοντα για απώλεια του φακέλου. Ύστερα βέβαια, ο ίδιος ο ισχυρισμός για απώλεια του φακέλου λόγω αναδιοργάνωσης του γραφείου και φόρτου εργασίας είναι ο ίδιος όντως τόσο γενικός και αόριστος που να έχει πολύ περιορισμένη, αν οποιαδήποτε, αξία. Εν πάση περιπτώσει όμως, η επίκληση της απώλειας του φακέλου λόγω αναδιοργάνωσης του γραφείου και φόρτου εργασίας δεν συνιστά λόγο πέραν των δυνάμεων του Εφεσείοντα που να αποκαλύπτει κάτι τόσο εξαιρετικό ή απρόβλεπτο και εκτός ελέγχου, όπως δείχνουν ιδιαίτερα και οι υποθέσεις Σενέκης (ανωτέρω) και Ξενοφώντος ν. Χ”Αράπη (1999) 1 Α.Α.Δ. 221. Παρατηρούμε περαιτέρω ότι η έφεση δεν απορρίφθηκε παρά μόνο σχεδόν δύο μήνες μετά την εκπνοή της προθεσμίας για καταχώριση του περιγράμματος, οι δε δικηγόροι του Εφεσείοντα δεν προέβησαν σε οποιαδήποτε ενέργεια πριν από την καταχώριση της αίτησης και πληροφορήθησαν την απόρριψη της έφεσης από τους δικηγόρους των Εφεσιβλήτων στις 6.4.2001, ακόμα δε και τότε δεν καταχώρισαν την αίτηση παρά μόνο μετά πάροδο σχεδόν τριών εβδομάδων.  Η όλη αυτή πορεία δεν δανείζει ιδιαίτερη στήριξη στην επίκληση ενδιαφέροντος και κακοτυχίας.

Η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο