Χριστόπουλος Φεραίος ν. Χρ. Γεωργιάδης Λτδ. (2001) 1 ΑΑΔ 1713

(2001) 1 ΑΑΔ 1713

[*1713]21 Νοεμβρίου, 2001

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΦΕΡΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

v.

ΧΡ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10710)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου — Πρωτογενή ευρήματα και ευρήματα αξιοπιστίας των μαρτύρων του πρωτόδικου Δικαστηρίου — Ήταν ευλόγως επιτρεπτά, ενόψει της προσαχθείσας μαρτυρίας, και δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος για επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή τους.

Απόδειξη — Έγγραφα — Κατάθεση φωτοαντιγράφου επιστολής — Δεν είναι επιτρεπτή αν δεν υπάρχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις που να δικαιολογούν την κατάθεση αντιγράφου αντί του πρωτότυπου εγγράφου.

Ο εφεσείων είναι ενοικιαστής καταστήματος στην πολυκατοικία των εφεσιβλήτων στην γωνία των οδών Λήδρας και Ρηγαίνης. Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν αγωγή εναντίον του εφεσείοντος διεκδικώντας αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση η οποία προκλήθηκε από την τοποθέτηση στο μεσότοιχο, προς την πλευρά εισόδου της πολυκατοικίας δύο συσκευών κλιματισμού για τις ανάγκες του καταστήματος. Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε αποζημιώσεις ΛΚ330 εναντίον του εφεσείοντος και εξέδωσε διάταγμα αφαίρεσης των συσκευών και διάταγμα απαγορεύον την τοποθέτηση τέτοιων συσκευών.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση. Οι λόγοι έφεσης στρέφονται εναντίον των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ήταν ενοικιαστής ο ίδιος ο εφεσείων και όχι η εταιρεία Φεραίος Λτδ. Προσβλήθηκε επίσης η διαπίστωση ότι ο εφεσείων ουδέποτε πληροφόρησε τους εφεσίβλητους για την τοποθέτηση των συσκευών κλιματισμού, ότι ουδέποτε πήρε την [*1714]έγκριση τους για την εγκατάστασή τους και ότι το δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι ειδοποίησαν προφορικώς τον εφεσείοντα να απομακρύνει τις συσκευές.

Αποφασίστηκε ότι:

Οι διαπιστώσεις και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου συνάδουν πλήρως προς την προσαχθείσα μαρτυρία η οποία αξιολογήθηκε και κρίθηκε αξιόπιστη. Τα ευρήματα αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι ευλόγως επιτρεπτά ενώ οι διαπιστώσεις επί των γεγονότων συνάδουν με την προσαχθείσα μαρτυρία.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Κυθρεώτης κ.ά. ν. Milington-Ward (2001) 1 Α.Α.Δ. 1480,

Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321,

Καννάουρου ν. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35,

Λάρκου ν. Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κοντέας (2001) 1 Α.Α.Δ. 1399.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 25/11/99 (Αρ. Αγωγής 9059/94) με την οποία αφού κρίθηκε ότι ενοικιαστής του καταστήματος των εναγόντων ήταν πάντοτε ο εναγόμενος προσωπικά και ότι αιτία των ζημιών στην πολυκατοικία των εναγόντων ήταν η διαρροή νερού από τις συσκευές κλιματισμού που εγκατέστησε ο εναγόμενος, επεδικάστηκαν αποζημιώσεις Λ.Κ. 330 υπέρ των εναγόντων και εκδόθηκαν διατάγματα αφαίρεσης των συσκευών και μη εγκατάστασης τέτοιων στο μέλλον.

Κ. Μιχαηλίδης, για τον Εφεσείοντα.

Σπ. Σπυριδάκης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

[*1715]ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι είναι ιδιοκτήτες πολυκατοικίας στην οδό Ρηγαίνης αρ. 4 στη Λευκωσία και καταστήματος στη Λήδρας (στο εξής “η πολυκατοικία” και “το κατάστημα” αντίστοιχα). Η πολυκατοικία και το κατάστημα είναι μέρη του ιδίου κτιριακού συγκροτήματος· μεσότοιχος χωρίζει την είσοδο της πολυκατοικίας από το κατάστημα.

Οι εφεσίβλητοι, με αγωγή  εναντίον του εφεσείοντα, διεκδίκησαν αποζημιώσεις. Ισχυρίστηκαν ότι ο εφεσείων είναι ο ενοικιαστής του καταστήματος και ότι πριν από χρόνια, εγκατέστησε παράνομα στο μεσότοιχο, προς την πλευρά της εισόδου της πολυκατοικίας και άνωθεν του ψευδοτάβανου, δύο συσκευές κλιματισμού για τις ανάγκες του καταστήματος. Αφού πέρασε καιρός από τότε παρατηρήθηκε, στις 4.9.94 και 9.9.94, διαρροή νερού από τις συσκευές. Από τη διαρροή του νερού, προκλήθηκαν ζημιές  στους τοίχους της εισόδου της πολυκατοικίας και στην ηλεκτρική εγκατάσταση. Οι ζημιές, αντικείμενο της απαίτησης, υπολογίστηκαν στις ΛΚ420. Οι εφεσίβλητοι θεώρησαν τον εφεσείοντα υπεύθυνο εξ αμελείας για το ζημιογόνο γεγονός. Διαζευκτικά, στήριξαν την απαίτησή στο αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης. Ζητήθηκε επίσης η έκδοση διατάγματος αφαίρεσης των συσκευών από τα σημεία εγκατάστασης και διατάγματος απαγορεύοντος την τοποθέτηση τέτοιων συσκευών.

Ο εφεσείων αρνήθηκε ότι είναι ενοικιαστής του καταστήματος. Ισχυρίστηκε ότι το 1956 ενοικίασε το κατάστημα από τους εφεσίβλητους. Κατά τη διάρκεια της ενοικίασης, ίδρυσε την οικογενειακή εταιρεία Φεραίος Λτδ από την οποία οι εφεσίβλητοι εισέπρατταν τα ενοίκια και με τη συμπεριφορά τους αναγνώρισαν την εν λόγω εταιρεία ως την ενοικιάστρια του καταστήματος. Παραδέχεται ωστόσο στην υπεράσπισή του ότι “κατά ή περί τα έτη 1970 και 1984 τοποθέτησε συστήματα κλιματισμού τύπου “air cooler” εις τον εξωτερικόν τοίχο του ως άνω καταστήματος ο οποίος βλέπει προς την είσοδο της πολυκατοικίας των εναγόντων” και λέγει εν προκειμένω “ότι είχε δικαίωμα εν πάση περιπτώσει να εγκαταστήσει συνήθη συστήματα κλιματισμού, όπως τα επίδικα που εγκατέστησεν, όπως έπραξαν και οι λοιποί ενοικιασταί των υποστατικών της ρηθείσης πολυκατοικίας των εναγόντων η οποία αποτελείτο και αποτελείται από καπαρέ, καταστήματα και γραφεία”.

[*1716]Ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι λόγω της συμπεριφοράς των εφεσιβλήτων υπάρχει νομικό κώλυμα  (estoppel) το οποίο εμποδίζει τους εφεσίβλητους από την περαιτέρω προώθηση των αξιώσεών τους. Τέλος ο εφεσείων, αρνήθηκε ότι επενέβη παρανόμως επί της περιουσίας των εφεσιβλήτων ή ότι ευθύνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο για ζημιές που τυχόν θα αποδείξουν ότι υπέστησαν οι εφεσίβλητοι.

Το πρωτόδικο δικαστήριο ύστερα από αξιολόγηση της μαρτυρίας διαπίστωσε τα ακόλουθα:

(α)   Ενοικιαστής του καταστήματος ήταν πάντοτε και συνεχίζει να είναι ο εφεσείων.

(β)   Ο εφεσείων ουδέποτε πληροφόρησε τους εφεσίβλητους για την τοποθέτηση των συσκευών κλιματισμού και ουδέποτε πήρε την έγκριση ή συγκατάθεσή τους.

(γ)   Μόλις οι εφεσείοντες διαπίστωσαν την ύπαρξη των συσκευών διαμαρτυρήθηκαν προς τον εφεσείοντα τον οποίο κάλεσαν να τις μετακινήσει.  Ουδέποτε οι εφεσίβλητοι ανέχθηκαν την παραμονή των εν λόγω συσκευών μέσα στο ψευδοτάβανο όπου είχαν τοποθετηθεί.

(δ)   Αιτία της πρόκλησης των ζημιών που υπέστησαν οι εφεσίβλητοι ήταν η διαρροή νερού από τη λειτουργία των δύο συσκευών κλιματισμού.

(ε) Το ύψος των ζημιών καθορίστηκε στις ΛΚ330.-.  Η αξίωση για ποσό £90.- που αφορούσε αποκατάσταση σουβάδων και βάψιμο δεν επιδικάστηκε γιατί η μαρτυρία που δόθηκε για το συγκεκριμένο κονδύλι δεν έγινε αποδεκτή επειδή ο μάρτυρας που κατέθεσε δεν ήταν ειδικός.

Στη βάση των πιο πάνω διαπιστώσεων, εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα για το ποσό των £330.- Εκδόθηκε επίσης  διάταγμα αφαίρεσης των συσκευών και διάταγμα απαγορεύον την τοποθέτηση τέτοιων συσκευών.  Τα έξοδα επιδικάστηκαν υπέρ των εφεσιβλήτων.

Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε η παρούσα έφεση. Επειδή οι λόγοι έφεσης 1 και 2 είναι επάλληλοι, θα συνεξετασθούν. Στο εφετήριο διατυπώνονται ως εξής:

Πρώτος Λόγος

[*1717]

Το Πρωτόδικον Δικαστήριον εσφαλμένα δεν εδέχθη κατά την κυρίως εξέτασιν του Εφεσείοντος την κατάθεσιν και σημείωσιν ως Τεκμηρίων της αποδείξεως εισπράξεως ενοικίων υπό των Εφεσιβλήτων υπ’ αρ. 30428 ημερ. 17.1.1986 καθώς και την επιστολήν του δικηγόρου Ξένιου Λ. Ξενόπουλου ημερ. 18.3.1992 προς την εταιρείαν Φεραίος Λτδ τα οποία ήτο εις την κατοχήν του εφεσείοντος.”

Δεύτερος Λόγος

Εν όψει της αρνήσεως του Δικαστηρίου να δεχθή την κατάθεσιν και σημείωσιν ως Τεκμηρίων των ως άνω εγγράφων, το Δικαστήριον εσφαλμένα απεφάσισεν ότι ενοικιαστής του υποστατικού εις την γωνίαν των οδών Ρηγαίνης και Λήδρας εις Λευκωσίαν ήτο ο Εφεσείων και ουχί η εταιρεία Φεραίος Λτδ.”

Είναι εν προκειμένω η θέση του εφεσείοντα ότι αποστερήθηκε του δικαιώματος να παρουσιάσει ολόκληρη τη μαρτυρία του και ότι εσφαλμένα το δικαστήριο αποφάσισε ότι ήταν απαραίτητη η επίδοση ειδοποίησης για προσαγωγή εγγράφων προς τους εφεσίβλητους καθότι, τα εν λόγω έγγραφα βρίσκονταν στην κατοχή του εφεσείοντα και όχι των εφεσιβλήτων.

Ο πρώτος λόγος έφεσης δεν συνάδει πλήρως προς την πραγματικότητα όπως αυτή εμφανίζεται μέσα από τα πρακτικά της υπόθεσης. Κατά το στάδιο της κύριας εξέτασης του κου Χριστόπουλου Φεραίου δεν επιχειρήθηκε κατάθεση της επιστολής του κ. Ξενόπουλου, ημερομηνίας 18.3.92, όπως εσφαλμένα αναφέρεται στον πρώτο λόγο έφεσης. Η προσπάθεια κατάθεσης της εν λόγω επιστολής από πλευράς εφεσείοντα, έγινε κατά το στάδιο της αντεξέτασης μάρτυρα των εφεσιβλήτων.  Ο συνήγορος του εφεσείοντα παρουσίασε στο μάρτυρα φωτοαντίγραφο της επιστολής για να το καταθέσει. Από πλευράς εφεσιβλήτων προβλήθηκε ένσταση επειδή το έγγραφο ήταν φωτοαντίγραφο. Χωρίς να είχε αντιταχθεί ο,τιδήποτε βάσιμο από πλευράς εφεσείοντα, το δικαστήριο με ενδιάμεση απόφασή του δεν επέτρεψε την κατάθεση του φωτοαντιγράφου γιατί δεν υπήρχαν, καθώς διαπίστωσε, οι εκ του νόμου προϋποθέσεις που θα δικαιολογούσαν την κατάθεση αντιγράφου αντί του αρχικού (πρωτότυπου) εγγράφου δηλαδή, της καλύτερης δυνατής μαρτυρίας. Αναμφίβολα, η απόφαση ήταν ορθή. Πρόκειται για στοιχειώδες ζήτημα που άπτεται του δικαίου της απόδειξης ώστε να μη χρειάζεται να πούμε ο,τιδήποτε άλλο. Ωστόσο, παρατηρούμε πως δεν εί[*1718]χε ζητηθεί όπως το συγκεκριμένο φωτοαντίγραφο σημειωθεί ως τεκμήριο για αναγνώριση ώστε να αντεξεταστεί επί τούτου ο μάρτυρας ενώ το πιο σημαντικό, είναι ότι ο εφεσείων ουδέποτε επιχείρησε μετά το άνοιγμα της υπεράσπισης να παρουσιάσει το αρχικό έγγραφο το οποίο, στην κανονική πορεία των πραγμάτων, λογικά πρέπει να βρισκόταν είτε στην κατοχή του ιδίου, είτε στην κατοχή της Φεραίος Λτδ ή σε περίπτωση απώλειας, καταστροφής κλπ του αρχικού τούτου εγγράφου να θέσει το νομικό εκείνο υπόβαθρο που θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για προσαγωγή δευτερεύουσας μαρτυρίας. Ο εφεσείων, είχε λοιπόν τη δυνατότητα να καταθέσει το έγγραφο αν επιμελώς ενεργούσε για να τύχουν εφαρμογής οι κανόνες του δικαίου της απόδειξης και οι σχετικοί δικονομικοί κανόνες που διέπουν το θέμα.

Καθόσον αφορά την κατάθεση της απόδειξης υπ’ αριθμ. 30428 ημερ. 17.1.1986, είναι γεγονός ότι το δικαστήριο λανθασμένα δεν επέτρεψε την κατάθεση της. Πρόκειται για απόδειξη που φέρεται ότι εξέδωσαν οι εφεσίβλητοι, το περιεχόμενο της οποίας, καθώς προκύπτει από την αγόρευση του κ. Χ”Τζοβάνη κατά τη δίκη, είναι ότι οι εφεσίβλητοι εισέπραξαν από την εταιρεία Φεραίος Λτδ ποσό £600.- έναντι ενοικίων.  Το περιεχόμενο της εν λόγω απόδειξης φαίνεται πως ήταν σχετικό με το επίδικο θέμα του προσδιορισμού του πραγματικού ενοικιαστή του καταστήματος ενώ ταυτόχρονα υπήρχαν και οι προϋποθέσεις δεχτότητας της απόδειξης ως στοιχείου μαρτυρίας της υπόθεσης.

Ωστόσο, για ό,τι αφορούσε το θέμα του προσδιορισμού του ενοικιαστή του καταστήματος, υπήρξε πληθώρα μαρτυρικού υλικού στη βάση του οποίου το Δικαστήριο θα μπορούσε να καταλήξει με βεβαιότητα σε ασφαλή συμπεράσματα. Ο ίδιος ο εφεσείων κατέθεσε πως δεν έγινε συμφωνία ενοικίασης του καταστήματος στη Φεραίος Λτδ. Και όταν στην κύρια εξέταση υποβλήθηκε στον εφεσείοντα η ερώτηση ποιος πληρώνει τα ενοίκια του καταστήματος που ενοικιάζει (ο εφεσείων), αυτός απάντησε ότι τα ενοίκια τα καταβάλλει η Φεραίος Λτδ. Στον εφεσείοντα υποβλήθηκαν καθοδηγητικές ερωτήσεις κατά την κύρια εξέταση με προοπτική εκμαίευσης απαντήσεων που θα ταίριαζαν με τον ισχυρισμό ότι ο ενοικιαστής του καταστήματος ήταν η Φεραίος Λτδ. Οι απαντήσεις που δόθηκαν συνεκτιμώμενες στο σύνολό τους καθόλου δεν κατατείνουν στην απόδειξη του προαναφερθέντα ισχυρισμού. Αντίθετα το συμπέρασμα που μπορούσε εύλογα να εξαχθεί είναι ότι εξακολουθούσε να είναι ο ίδιος ο ενοικιαστής του καταστήματος και ότι τα ενοίκια πληρώνονταν από τη Φεραίος Λτδ, μαρτυρία συνάδουσα πλήρως με τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων που κρίθηκε ως αξιόπιστη.

[*1719]

Η διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ενοικιαστής του καταστήματος είναι ο εφεσείων είναι ορθή.  Δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας τείνουσας να αποδείξει την συνομολόγηση νέας συμφωνίας μεταξύ των εφεσιβλήτων, ιδιοκτητών του καταστήματος, και των κατ’ ισχυρισμό νέων ενοικιαστών Φεραίος Λτδ. Η πληρωμή του ενοικίου από την εν λόγω εταιρεία, συνιστά μονομερή πράξη του ενοικιαστή, η οποία δεν επέφερε οποιαδήποτε μεταβολή του υφιστάμενου καθεστώτος ενοικίασης. Και αναμφίβολα δεν εξυπακούεται η συνομολόγηση νέας σύμβασης μισθώσεως εκ μόνου του γεγονότος της πληρωμής ενοικίου από τη Φεραίος Λτδ.  Βλ. Νίκος Κυθρεώτης κ.ά. ν. Άθου Μιχαηλίδη Milington-Ward (2001) 1 Α.Α.Δ. 1480.

Κατόπιν των ανωτέρω καταλήγουμε ότι οι λόγοι έφεσης 1 και 2 είναι αβάσιμοι.

Ο λόγος έφεσης 3 έχει ως αντικείμενο τη διαπίστωση του δικάσαντος δικαστηρίου ότι ο εφεσείων ουδέποτε πληροφόρησε τους εφεσίβλητους για την τοποθέτηση των συσκευών κλιματισμού, ότι ουδέποτε πήρε την έγκριση ή συγκατάθεσή τους για την εγκατάσταση των εν λόγω συσκευών και ότι το δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι ειδοποίησαν προφορικώς τον εφεσείοντα να απομακρύνει τις συσκευές.

Η εκδοχή των εφεσιβλήτων υποστηρίζεται από το μάρτυρα Ε. Βογαζιανό (ΜΕ1) και τον Γ. Γεωργιάδη (ΜΕ2) διευθυντή-σύμβουλο των εφεσιβλήτων.  Η μαρτυρία τους κατόπιν προσεκτικής αξιολόγησης ορθά κρίθηκε ως αξιόπιστη. Είναι προφανές ότι ο τρίτος λόγος έφεσης προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση με αναφορά στα πρωτογενή ευρήματα τα οποία, κατά τον εφεσείοντα, είναι ακροσφαλή.  Το παράπονο δεν ευσταθεί.  Τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου συνάδουν πλήρως προς την προσαχθείσα μαρτυρία η οποία, ύστερα από ενδελεχή αξιολόγηση, κρίθηκε αξιόπιστη.  Μόνο αν διαπιστώναμε ότι τα πρωτογενή ευρήματα καταφαίνονται εξ αντικειμένου ως ανυπόστατα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η επέμβασή μας. Αυτό δεν συμβαίνει και συνεπώς ούτε ο λόγος έφεσης 3 ευσταθεί. Τα ευρήματα του δικαστηρίου που εκδίκασε πρωτοδίκως την υπόθεση σε σχέση με την αξιοπιστία των μαρτύρων ήταν ευλόγως επιτρεπτά ενώ οι διαπιστώσεις επί των γεγονότων συνάδουν με την προσαχθείσα μαρτυρία. Βλ. Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321, Καννάουρου ν. Σταδιώτη κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35, Νίκου Λάρκου ν. Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κοντέας (2001) 1 Α.Α.Δ. 1399.

[*1720]

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο