Αντωνίου Αθηνούλα και Άλλος ν. Ταμείου Προνοίας Υπαλλήλων Ξενοδοχειακής Βιομηχανίας (2002) 1 ΑΑΔ 204

(2002) 1 ΑΑΔ 204

[*204]15 Φεβρουαρίου, 2002

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

1. ΑΘΗΝΟΥΛΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

Εφεσείοντες,

ν.

ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10732)

 

Εταιρεία ― Ανύπαρκτη εταιρεία ― Ο συμβαλλόμενος εκ μέρους εταιρείας πριν από τη σύστασή της είναι προσωπικά υπεύθυνος για την τήρηση των όρων της σύμβασης.

Δικαιοδοσία Δικαστηρίων ― Έλλειψη δικαιοδοσίας ― Το Δικαστήριο δεν πρέπει να απορρίπτει την υπόθεση, αλλά μόνο να αναστέλλει τη διαδικασία.

Ταμεία Προνοίας ― Κατά πόσο τα Ταμεία Προνοίας νομιμοποιούνται να εμφανίζονται με το δικό τους όνομα σε δικαστική διαδικασία ― Άρθρο 7(1) του περί Ταμείων Προνοίας Νόμου του 1981 (Ν. 44/81), όπως τροποποιήθηκε.

Στις 21.9.1994 η εφεσείουσα υπέγραψε σύμβαση ενοικίασης ακινήτου στη Λευκωσία εκ μέρους της εταιρείας C.P. & A.A. Catering Ltd  με αντισυμβαλλόμενο το εφεσίβλητο Ταμείο. Ο 2ος εφεσείων υπέγραψε τη συμφωνία ως εγγυητής της εφεσείουσας.  Η ενοικίαση θα είχε χρονική διάρκεια μέχρι 31.12.1996 με δικαίωμα ανανέωσης από τον ενοικιαστή για ακόμα δύο χρόνια.  Το ακίνητο θα χρησιμοποιείτο ως κέντρο αναψυχής.  Το ακίνητο αρχικά δεν καλυπτόταν από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983 (Ν. 23/83), αλλά αργότερα περιλήφθηκε με τον τροποποιητικό Ν. 102(Ι)/95.

Η εταιρεία ποτέ δεν συστάθηκε.  Η εταιρεία J.K. & A.A. Catering Ltd πού ήταν ενοικιάστρια στη βάση γραπτής σύμβασης ημερ. 25.8.1992 για περίοδο μέχρι 31.12.1994, και την οποία θα αντικαθιστούσε η εταιρεία C.P. & A.A. Catering Ltd που θα προέβαινε σε νέα ενοικίαση του ακινήτου για διεξαγωγή της ίδιας επιχείρησης, παρέμεινε εγγεγραμμέ[*205]νη.  Το ακίνητο τελούσε υπό καθεστώς ενοικίασης και η επιχείρηση, συνεχιζόταν όπως και πριν, υπό τη διεύθυνση της εφεσείουσας.  Οι αποδείξεις για τα λίγα ενοίκια που πληρώθηκαν μετά την υπογραφή του εγγράφου ημερ. 21.9.1994, το οποίο προοριζόταν ως νέα σύμβαση ενοικίασης, εκδόθηκαν από το εφεσίβλητο Ταμείο στο όνομα της ανύπαρκτης C.P. & A.A. Catering Ltd.  Επιστολή της 1ης εφεσείουσας προς το εφεσίβλητο Ταμείο, εμφάνιζε την ίδια ως την ενοικιάστρια του ακινήτου.  Στις 8.11.1995 το εφεσίβλητο Ταμείο απηύθυνε προς την C.P. & A.A. Catering Ltd ειδοποίηση τερματισμού της υφιστάμενης ενοικίασης λόγω μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της.

Το Εφεσίβλητο Ταμείο καταχώρησε Αίτηση στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων αξιώνοντας, μεταξύ άλλων, καθυστερημένα ενοίκια από 1.11.1994, έξοδα για κοινόχρηστα και διάταγμα ανάκτησης κατοχής.  Οι εφεσείοντες υπέβαλαν ένσταση αναφορικά με τον τίτλο της Αίτησης υποστηρίζοντας ότι, βάσει του Άρθρου 14(2) του περί Ταμείων Προνοίας Νόμου του 1981 (Ν. 44/81), όπως τροποποιήθηκε, (ο Νόμος), μόνο η Διαχειριστική Επιτροπή νομιμοποιείται να αντιπροσωπεύει το εφεσίβλητο Ταμείο δικαστικώς.

Το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση.

Το Δικαστήριο κατέληξε ότι η εφεσείουσα, βάσει των όρων του εγγράφου της 21ης.9.1994, ήταν η ενοικιάστρια.  Έκρινε παράλληλα ότι με την ειδοποίηση τερματισμού ημερ. 8.11.1995 την οποία το εφεσίβλητο Ταμείο απηύθυνε στην ανύπαρκτη C.P. & A.A. Catering Ltd, η ενοικίαση δεν θα μπορούσε να τερματισθεί αφού ενοικιαστής ήταν η εφεσείουσα. Επομένως η εφεσείουσα δεν κατέστη θέσμιος ενοικιαστής και το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είχε δικαιοδοσία.  Το Δικαστήριο ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία και δεν εξέδωσε διαταγή για έξοδα.

Με την έφεση προσβάλλεται η πρωτόδικη άποψη ότι σε δικαστική διαδικασία το Ταμείο εμφανίζεται με το δικό του όνομα και όχι μέσω της διαχειριστικής Επιτροπής, καθώς και το εύρημα ότι ενοικιαστής ήταν η εφεσείουσα.  Προβάλλεται δε ότι, ενόψει της κατάληξης περί έλλειψης δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο θα έπρεπε να απέρριπτε την Αίτηση και ότι εν πάση περιπτώσει θα έπρεπε να απέρριπτε την αξίωση εναντίον του 2ου εφεσείοντος λόγω έλλειψης σύνδεσής του με την, κατά το Δικαστήριο, ενοικίαση της εφεσείουσας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το Ταμείο, ως νομικό πρόσωπο βάσει του Άρθρου 7(1) του Νόμου, [*206]νομιμοποιείται να εμφανίζεται με το δικό του όνομα σε δικαστική διαδικασία αλλά και γενικότερα σε έγγραφα που αφορούν τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε δικαιοπραξία.

2.  Η ανυπαρξία της C.P. & A.A. Catering Ltd δικαιολογεί το εύρημα ότι η εφεσείουσα συμβαλλόταν προσωπικά.

3.  Στη βάση της Αντωνιάδης κ.ά. ν. Γιαννή, το Δικαστήριο δεν πρέπει να απορρίπτει την υπόθεση, αλλά μόνο να αναστέλλει τη διαδικασία.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Κώστα ν. Κυριάκου (2001) 1 Α.Α.Δ. 65,

Αντωνιάδης κ.ά. ν. Γιαννή (1998) 1 Α.Α.Δ. 2052.

Έφεση.

Έφεση από τους καθ’ ων η αίτηση κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας που δόθηκε στις 4/6/99 (Αρ. Αίτησης 319/96) με την οποία έκρινε ότι η 1η εφεσείουσα δεν κατέστη θέσμιος ενοικιαστής του επίδικου ακινήτου και ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.

Μ. Βασιλείου για Ε. Μαρκίδου, για τους Εφεσείοντες.

Π. Δημητρίου, για τον Εφεσίβλητο.

Οι Εφεσείοντες είναι παρόντες.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Με γραπτή σύμβαση ημερ. 25 Αυγούστου 1992 το εφεσίβλητο Ταμείο Προνοίας Υπαλλήλων Ξενοδοχειακής Βιομηχανίας ενοικίασε στην  εταιρεία J.K. & A.A. Catering Ltd, για περίοδο μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1994, ακίνητο αποτελούμενο από τέσσερα καταστήματα με τον εξοπλισμό τους και χώρο στάθμευσης, στο Εμπορικό Κέντρο Ξένιος που βρίσκεται στη γωνία Λεωφ. Αρχ. Μα[*207]καρίου και Καρπενησίου στη Λευκωσία.  Το ακίνητο θα χρησιμοποιείτο ως κέντρο αναψυχής αλλά προβλεπόταν πως ο ιδιοκτήτης δεν θα έφερε ευθύνη για εξασφάλιση των αναγκαίων αδειών. 

Η  εταιρεία, με μέτοχους τότε την εφεσείουσα και την κα Κ. Ιωάννου, ο γιος της οποίας - ο κ. Καμέρης - ήταν διευθυντής, ανέλαβε κατοχή.  Το ακίνητο λειτούργησε ως καφετηρία,  προσφέροντας και φαγητά αλλά δεν διέθετε άδεια για οινοπνευματώδη ποτά.  Σε κάποιο στάδιο, πριν από τη λήξη της ενοικίασης, διευθετήθηκε μεταξύ των δύο μετόχων η αποχώρηση της μιας, της κας Κ. Ιωάννου, ενώ η άλλη, η εφεσείουσα, θα ίδρυε νέα εταιρεία την C.P. & A.A. Catering Ltd που θα προέβαινε σε νέα ενοικίαση του ακινήτου για διεξαγωγή της ίδιας επιχείρησης. Το εφεσίβλητο Ταμείο αποδέχθηκε τον τερματισμό της υφιστάμενης ενοικίασης και τη σύναψη νέας με την εταιρεία που θα ιδρύετο.  Κατ’ ακολουθίαν ο κ. Καμέρης, ως διευθυντής της J.K. & A.A. Catering Ltd, ο οποίος είχε υπογράψει και την πρώτη σύμβαση ενοικίασης, υπέγραψε στις 31 Αυγούστου 1994 την πράξη τερματισμού ή “ακύρωσης” της, όπως την χαρακτήρισαν τα μέρη.

Μετά, στις 21 Σεπτεμβρίου 1994 καταρτίστηκε νέα, εμφανιζόμενη ως σύμβαση ενοικίασης μεταξύ του εφεσίβλητου Ταμείου και της φερόμενης ως εταιρείας C.P. & A.A. Catering Ltd εκ μέρους της οποίας υπέγραψε η εφεσείουσα, με εγγυητή τον αδελφό της, τον 2ο εφεσείοντα. Η ενοικίαση προοριζόταν να ήταν για περίοδο μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1996 με δικαίωμα ανανέωσης, από τον ενοικιαστή, για ακόμα δύο χρόνια.  Προστέθηκε, με μονογραφημένο υστερόγραφο, πως η σύμβαση θα ίσχυε “από την στιγμή της διάλυσης της Εταιρείας J.K. & A.A.”.

Εταιρεία C.P. & A.A. Catering Ltd ποτέ δεν συστάθηκε.  Η  εταιρεία J.K. & A.A. Catering Ltd  παρέμεινε εγγεγραμμένη παρά την    αποχώρηση  της μετόχου  κας Κ. Ιωάννου. Το ακίνητο τελούσε υπό  καθεστώς  ενοικίασης και η επιχείρηση, υπό τη διεύθυνση της 1ης εφεσείουσας, συνεχιζόταν. Πάντως, σε σχέση με την ταυτότητα του ενοικιαστή θα πρέπει να σημειωθούν και τα εξής στοιχεία.  Πρώτο, οι αποδείξεις για τα λίγα ενοίκια που πληρώθηκαν μετά την υπογραφή του εγγράφου ημερ. 21 Σεπτεμβρίου 1994, το οποίο προοριζόταν ως νέα σύμβαση ενοικίασης, εκδόθηκαν από το εφεσίβλητο Ταμείο στο όνομα της ανύπαρκτης C.P. & A.A. Catering Ltd. Δεύτερο, επιστολές που στάληκαν  εκ  μέρους του εφεσίβλητου  Ταμείου προς την C.P. & A.A. Catering Ltd απαντήθηκαν από δικηγόρους, προφανώς με  οδηγίες της 1ης εφεσείουσας, χωρίς  να  προβάλλεται ότι ενοικιαστής συνέχιζε να ήταν η J.K. & A.A. Catering Ltd η σύμ[*208]βαση της οποίας εμφανιζόταν ως τερματισθείσα την 31 Αυγούστου 1994. Τρίτο, και σημαντικότερο, επιστολή της 1ης εφεσείουσας προς το εφεσίβλητο Ταμείο, εμφάνιζε την ίδια ως την ενοικιάστρια του ακινήτου.  Στις 8 Νοεμβρίου 1995, το εφεσίβλητο Ταμείο απηύθυνε προς την C.P. & A.A. Catering Ltd ειδοποίηση τερματισμού της υφιστάμενης ενοικίασης λόγω μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της.

Το ακίνητο, το οποίο συμπληρώθηκε κατά το 1990 ή 1992, αρχικά δεν καλυπτόταν από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983 (Ν. 23/83), αλλά αργότερα περιλήφθηκε με τον τροποποιητικό Ν. 102(Ι)/95.  Με την Αίτηση στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, από την απόφαση του οποίου ασκήθηκε η παρούσα έφεση, το Εφεσίβλητο Ταμείο αξίωνε, μεταξύ άλλων, καθυστερημένα ενοίκια από την 1 Νοεμβρίου 1994, έξοδα για κοινόχρηστα και διάταγμα ανάκτησης κατοχής.

Το ότι δεν πληρώθηκαν ενοίκια για την περίοδο από 1 Νοεμβρίου 1994, η 1η εφεσείουσα εν τέλει το παραδέχθηκε με δήλωση του συνηγόρου της στη διάρκεια της δίκης. Ωστόσο προβλήθηκε προκαταρκτικά ως ένσταση ότι προέκυπτε, από τον ίδιο τον τίτλο της Αίτησης, θεμελιακό ελάττωμα αφού ως αιτητής εμφανιζόταν το Ταμείο ενώ, κατά τους εφεσείοντες, βάσει του άρθρου 14(2) του περί Ταμείων Προνοίας Νόμου του 1981 (Ν. 44/81), όπως τροποποιήθηκε, νομιμοποιείται μόνο η Διαχειριστική Επιτροπή.  Προβλέπεται στο άρθρο 14(2) ότι:

“(2)  Η Διαχειριστική Επιτροπή εκάστου ταμείου προνοίας επιμελείται των υποθέσεων του ταμείου και αντιπροσωπεύει τούτο δικαστικώς και εξωδίκως”.

Η άλλη πλευρά επικαλέστηκε το άρθρο 7(1) βάσει του οποίου:

“Το ταμείον προνοίας αποκτά νομικήν προσωπικότητα επί τη εγγραφή του εις το μητρώον, η οποία απόλλυται επί τη διαλύσει του ταμείου.”

Το Δικαστήριο, με ενδιάμεση απόφαση, ημερ. 3 Ιουλίου 1998, απέρριψε την ένσταση. Έκρινε ότι ορθά κινήθηκε η διαδικασία στο όνομα μόνο του Ταμείου ως αυθύπαρκτου νομικού προσώπου.  Εξήγησε ότι η πρόνοια περί αντιπροσώπευσης του Ταμείου από τη Διαχειριστική Επιτροπή “δικαστικώς και εξωδίκως”  σημαίνει μόνο ότι το Ταμείο ενεργεί μέσω της Διαχειριστικής Επιτροπής για τη διεκπεραίωση πράξεων σε σχέση με είτε  δικαστηριακές υποθέσεις είτε άλ[*209]λες.

Απασχόλησε ως  κεντρικός άξονας της  ουσίας της υπόθεσης το ποιός ήταν ο ενοικιαστής του ακινήτου μετά την υπογραφή του εγγράφου ημερ. 21 Σεπτεμβρίου 1994 το οποίο αφορούσε την ανύπαρκτη εταιρεία C.P. & A.A. Catering Ltd.  Κατατέθηκαν έγγραφα και προσήχθη εκτενής προφορική μαρτυρία για την οποία χρειάστηκε μεγάλο χρονικό διάστημα παρόλον που κατέθεσαν μόνο  τέσσερα  άτομα:  από τη μια μεριά ο κ. Φ. Ορφανού,  διοικητικός γραμματέας του εφεσίβλητου Ταμείου και από την άλλη οι εφεσείοντες και, τέλος, ο κ. Καμέρης ο οποίος κλήθηκε από το Δικαστήριο.  Το Δικαστήριο  θεώρησε  αξιόπιστη τη μαρτυρία του κ. Ορφανού και του κ. Καμέρη  αναφορικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες κατεχόταν το ακίνητο, και απέρριψε τη μαρτυρία της 1ης  εφεσείουσας ενώ, ας σημειωθεί, η μαρτυρία του 2ου εφεσείοντος δεν είχε προσθέσει ο,τιδήποτε σημαντικό επί του επίμαχου θέματος. Σε σχέση με την κακή εντύπωση που απεκόμισε για την 1η εφεσείουσα, το Δικαστήριο ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής:

“Πιστεύουμε ότι με διάφορα ψεύδη και τεχνάσματα προσπαθεί να κρατά την κατοχή και την εκμετάλλευση της καφετερίας αυτής χωρίς να πληρώνει ενοίκια τα οποία ξεπέρασαν τις £50.000.-.”

Με τη διαπίστωση πως η ενοικίαση της J.K. & A.A. Catering Ltd τερματίστηκε την 31 Αυγούστου 1994, πως η C.P. & A.A. Catering Ltd η οποία εν συνεχεία με το έγγραφο ημερ. 21 Σεπτεμβρίου 1994 εμφανίστηκε να συμβάλλεται μέσω της 1ης εφεσείουσας ήταν ανύπαρκτη, και με δεδομένο ότι το ακίνητο κατεχόταν υπό καθεστώς ενοικίασης, το Δικαστήριο  κατέληξε  ότι  ενοικιάστρια  ήταν η ίδια η 1η εφεσείουσα βάσει των όρων του εγγράφου της 21ης Σεπτεμβρίου 1994.  Έκρινε παράλληλα πως με την ειδοποίηση τερματισμού ημερ. 8 Νοεμβρίου 1995, την οποία το εφεσίβλητο Ταμείο απηύθυνε στην ανύπαρκτη C.P. & A.A. Catering Ltd, η ενοικίαση δεν θα μπορούσε να τερματισθεί αφού ενοικιαστής ήταν η 1η εφεσείουσα.  Το κατά πόσο η ειδοποίηση ήταν από πλευράς περιεχομένου ικανοποιητική απέφυγε να το  εξετάσει.  Επομένως η 1η εφεσείουσα δεν κατέστη θέσμιος ενοικιαστής και το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν απέκτησε δικαιοδοσία.  Αυτό το ζήτημα της δικαιοδοσίας, το οποίο απασχόλησε στο τέλος της υπόθεσης, απέβη κρίσιμο.  Το Δικαστήριο ανέστειλε την ενώπιον του διαδικασία και δεν εξέδωσε διαταγή για έξοδα.

Με την έφεση αμφισβητείται  η πρωτόδικη άποψη ότι σε δικα[*210]στική διαδικασία το Ταμείο εμφανίζεται με το δικό του όνομα και όχι μέσω της Διαχειριστικής Επιτροπής, καθώς και το εύρημα ότι ενοικιαστής ήταν η 1η εφεσείουσα και όχι η J.K. & A.A. Catering Ltd.  Προβάλλεται δε ότι, ενόψει της κατάληξης περί έλλειψης δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο θα έπρεπε να απέρριπτε την Αίτηση και όχι να ανέστελλε την ενώπιόν του διαδικασία και ότι εν πάση  περιπτώσει θα έπρεπε να  απέρριπτε την αξίωση εναντίον του 2ου εφεσείοντος λόγω έλλειψης σύνδεσης του με την, κατά το Δικαστήριο, ενοικίαση της 1ης εφεσείουσας.

Συμμεριζόμαστε την πρωτόδικη άποψη αναφορικά με το ζήτημα του τίτλου της Αίτησης.  Η έννοια του άρθρου 14(2) του Νόμου είναι, καθώς μας φαίνεται, πως σε ό,τι δικαστικώς η εξωδίκως χρειάζεται να επιτελεστεί το Ταμείο ενεργεί μέσω της Διαχειριστικής Επιτροπής που το αντιπροσωπεύει.  Όμως το Ταμείο, ως νομικό πρόσωπο βάσει του άρθρου 7(1), νομιμοποιείται να εμφανίζεται με το δικό του όνομα σε δικαστική διαδικασία αλλά και γενικότερα σε έγγραφα που αφορούν τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε δικαιοπραξία.  Ως προς το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ενοικιάστρια ήταν η 1η εφεσείουσα δεν διακρίναμε οποιοδήποτε σφάλμα στην προσέγγιση του Δικαστηρίου, στην αξιολόγηση της μαρτυρίας ή στα συμπεράσματα. Η ανυπαρξία της C.P. & A.A. Catering Ltd σήμαινε στην προκείμενη περίπτωση πως η 1η εφεσείουσα συμβαλλόταν προσωπικά: βλ. Κώστα ν. Κυριάκου (2001) 1 Α.Α.Δ. 65. Το υστερόγραφο ότι η σύμβαση θα ίσχυε μετά τη διάλυση της J.K. & A.A. Catering Ltd θα είχε νόημα για το ενδεχόμενο ίδρυσης νέας εταιρείας σε αντικατάσταση της παλαιάς και απώλεσε την όποια σημασία του από τη στιγμή που, καθώς προκύπτει, την ενοικίαση την ανέλαβε στην πραγματικότητα η ίδια η 1η εφεσείουσα. Ως προς τον 2ο εφεσείοντα, το Δικαστήριο δεν χρειαζόταν να επεκταθεί.  Ορθά ήταν που περιορίστηκε στα απολύτως αναγκαία ευρήματα που αφορούσαν το προκύψαν ζήτημα δικαιοδοσίας. Τέλος, η αναστολή αντί η  απόρριψη της Αίτησης, ζήτημα που δεν φαίνεται να έχει εν προκειμένω πρακτική σημασία, υποστηρίζεται από την Αντωνιάδης  κ.ά. ν. Γιαννή (1998) 1 Α.Α.Δ. 2052.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο