(2002) 1 ΑΑΔ 237
[*237]25 Φεβρουαρίου, 2002
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
1. ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.,
2. ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
ν.
1. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΑΛΩΝΕΥΤΗΣ ΛΤΔ,
2. ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΑΛΩΝΕΥΤΗ,
3. ΕΥΡΙΔΙΚΗΣ ΑΛΩΝΕΥΤΗ,
4. ΜΙΧΑΗΛ ΑΛΩΝΕΥΤΗ,
5. M.E. GOOD VALUE SUPPLIERS LTD,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11026)
Πολιτική Δικονομία ― Δικόγραφα ― Τροποποίηση δικογράφων ― Πότε είναι επιτρεπτή ― Καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης για τροποποίηση ― Κατά πόσο συνιστά κώλυμα στην έκδοση διατάγματος τροποποίησης δικογράφων ― Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ― Παράγοντες που συνεκτιμούνται στην άσκησή της ― Εκτενής αναφορά αυθεντιών και ανάλυσή τους.
Η έφεση έχει ως αντικείμενο το διάταγμα τροποποίησης τριών παραγράφων της έκθεσης απαιτήσεως.
Η θέση των εφεσειόντων είναι ότι με τις τροποποιήσεις που έχουν εγκριθεί εισάγονται νέοι ισχυρισμοί και νέες βάσεις αγωγής που αναπόφευκτα συνεπάγονται επαναπροσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων πράγμα ανεπίτρεπτο και κατ’ αντίθεση αρχών της νομολογίας επί του θέματος. Οι εφεσείοντες θίγουν και το ζήτημα του χρόνου υποβολής της αίτησης για τροποποίηση και ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέδωσε την πρέπουσα βαρύτητα στο γεγονός ότι η αίτηση για τροποποίηση υποβλήθηκε μετά από πολλή καθυστέρηση. Τέλος οι εφεσείοντες κατ’ επίκληση της Διαταγής 20, καν. 1Α των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας εισηγούνται πως δεν έπρεπε να επιτραπούν οι ζητούμενες τροποποιήσεις καθ’ όσον αφορά τις προτεινόμενες αξιώσεις επειδή αυτές δεν περιλαμβάνονται στην οπισθογράφηση της απαίτησης.
[*238]
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο ενάγων μπορεί να αλλάξει, μετατρέψει ή επεκτείνει την αρχική του απαίτηση σε οποιοδήποτε βαθμό και να αξιώνει περαιτέρω ή άλλη θεραπεία χωρίς τροποποίηση του κλητηρίου νοουμένου ότι δεν αλλάζει τελείως την αιτία της αγωγής όπως εκτίθεται στην οπισθογράφηση και δεν εισάγει μια νέα και επιπρόσθετη αιτία αγωγής η οποία δεν θα μπορεί ευχερώς να εκδικασθεί μαζί με την αρχική απαίτηση.
2. Οι ζητούμενες τροποποιήσεις είναι οπωσδήποτε εκτεταμένες. Ωστόσο, η φύση των εν λόγω τροποποιήσεων, η σχετικότητα και η διαπλοκή τους με τα επίδικα θέματα καθιστούσαν ενδεδειγμένη την εκδίκαση όλων των νέων θεμάτων με την αρχική απαίτηση. Το κατά πόσο η αίτηση για τροποποίηση έγινε καλόπιστα είναι ζήτημα του οποίου η εξέταση ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί ότι πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε ολοσχερώς εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια. Δεν έχουν τεθεί στοιχεία ενώπιον του Εφετείου που θα δικαιολογούσαν ένα τέτοιο συμπέρασμα.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1 A.A.Δ. 33,
Federal Bank of Lebanon v. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44,
Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934,
Associated Leisure Ltd v. Associated Newspapers Ltd [1970] 2 All E.R. 754,
Astor Manufacturing and Exporting Co. κ.ά. ν. A. G. Levendis κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726,
World Tide Shipping Corporation of Liberia v. Vassiliko Cement Work Ltd (1988) 1 C.L.R. 488.
Έφεση.
[*239]
Έφεση από τους εναγόμενους κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 17/1/01 (Αρ. Αγωγής 943/96) με την οποία ενέκρινε μερικώς αίτηση για τροποποίηση της έκθεσης απαιτήσεως.
Δ. Βασιλειάδου για Γ. Τριανταφυλλίδη, για τους Εφεσείοντες.
Μ. Βορκάς, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής, Δ..
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον ενδιάμεσης απόφασης με την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο, ενέκρινε μερικώς, αίτηση για τροποποίηση της έκθεσης απαιτήσεως. Η αίτηση υποβλήθηκε μετά από την έναρξη της ακρόασης, στο στάδιο της μαρτυρίας του δεύτερου μάρτυρα των εναγόντων και είναι η τρίτη αίτηση που υποβάλλεται για τροποποίηση του ιδίου δικογράφου.
Τα επίδικα θέματα ουσίας, αφορούν οικονομικές διαφορές των διαδίκων που προέκυψαν στα πλαίσια των μεταξύ τους συναλλαγών.
Οι τροποποιήσεις που οι ενάγοντες / εφεσίβλητοι ζήτησαν να επιφέρουν στην έκθεση απαιτήσεως, ταξινομούνται στην αίτηση σε οκτώ παραγράφους και σχετίζονται ή αφορούν τα πιο κάτω θέματα όπως επιμελώς συνοψίζονται στην εκκαλούμενη απόφαση.
“1. Προσθήκη περαιτέρω ισχυρισμών ως προς πράξεις ή παραλείψεις των εναγομένων οι οποίες κατά τους ενάγοντες οδήγησαν στην καταστροφή της μεγάλης ποσότητας εμπορεύματος που θα εξήγετο, και συνακόλουθα ως προς την ημερομηνία τερματισμού του δικαιώματος χρέωσης των εναγόντων με έξοδα.
2. Ότι οι ενέγγυες πιστώσεις τις οποίες άνοιξαν και/ή εξέδωσαν οι εναγόμενοι 1 υπέρ αντισυμβαλλομένων των εναγόντων εμπόρων του εξωτερικου ήσαν 7 και όχι 3.
3. Ότι οι εναγόμενοι 1 σε σχέση με τις πιστώσεις αυτές χρέωσαν τους ενάγοντες με ποσά που συμποσούνται σε £855.831.02.
[*240]
4. Ότι οι ενάγοντες πιστώθηκαν ή πρέπει να πιστωθούν με συνολικό ποσό £1.061.208.40 είτε λόγω απευθείας πληρωμών που έκαναν, οι ίδιοι και αγοραστές τους από το Ισραήλ ή λόγω χρημάτων που δικαιούνται οι εναγόμενοι να εισπράξουν από αγοραστές του Ισραήλ, καθώς επίσης και λόγω του ότι εμπόρευμα αξίας £210.851 καταστράφηκε με υπαιτιότητα των εναγομένων 1. Επομένως ότι οι ενάγοντες κανένα ποσό δεν οφείλουν στους εναγομένους 1.
5. Ότι οι ενάγοντες αρ. 1 καθ’ υπόδειξη των εναγομένων 1 κατάθεσαν σαν ασφάλεια ποσό £200.000 εντόκως προς 9% ετήσια, ο δε ενάγων αρ. 2 διάφορα άλλα επί μέρους ποσά επίσης εντόκως, και ότι οι ενάγοντες δικαιούνται στην επιστροφή από τους εναγομένους των ποσών αυτών με τους τόκους τους.
6. Λόγω των ανωτέρω οι ενάγοντες 1 επιδιώκουν να προσθέσουν θεραπεία με την οποία ζητούν απόφαση υπέρ τους για τα πιο πάνω ποσά, τα οποία στην περίπτωση των εναγόντων 1 ανέρχονται σε £365.607.82 πλέον τόκους από 22.12.99 και στην περίπτωση του ενάγοντα 2 ποσά εκ £129.021.32, £286.846.90, £39.094.06, £34.750.29 και £402.017.23, πλέον τόκους επί ενός εκάστου, από διαφορετικές ημερομηνίες.
7. Ότι εξαιτίας της καταστροφής 283 τόνων σισαμιού με υπαιτιότητα των εναγομένων 1, εκτός της αξίας τους οι ενάγοντες υπέστησαν και περαιτέρω ζημιά στη βάση απώλειας διαφυγόντος κέρδους την οποία και εξειδικεύουν με λεπτομέρειες και σε σχέση με την οποία επιδιώκουν να προσθέσουν νέα αξίωση για ποσό £55.468.”
Η έφεση έχει ως αντικείμενο το διάταγμα τροποποίησης μόνο κατά την έκταση που αυτό αναφέρεται στις παραγράφους (Γ), (Ε) και (ΣΤ) της αίτησης που έχουν εγκριθεί ολοσχερώς.
Με την παρα. (Γ) της αίτησης, επιδιώκεται τροποποίηση της παρ. 22 της έκθεσης απαίτησης διά της προσθήκης στο τέλος της παραγράφου, στοιχείων αναφορικά με πιστώσεις που εξειδικεύονται και οι οποίες, εκ λάθους δεν έχουν συμπεριληφθεί στο δικόγραφο. Ορθά διαπίστωσε ο πρωτόδικος δικαστής ότι η εισαγωγή των πρόσθετων στοιχείων, έστω και καθυστερημένα, δεν συνιστά προσθήκη νέας βάσης αγωγής ούτε αποτελεί παρέκκλιση από την καθορισθείσα πορεία των πραγμάτων. Η προσθήκη των προαναφερθέντων [*241]στοιχείων απλά θα συνιστούσε διεύρυνση της υφιστάμενης πραγματικής βάσης και συνακόλουθα της αξίωσης, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με την ορθή εκτίμηση του δικάσαντος δικαστηρίου, εύκολα και χωρίς ζημιογόνα επακόλουθα θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί από τους εναγόμενους/εφεσείοντες.
Με την παρα. (Ε) της αίτησης επιδιώκεται η προσθήκη μετά την παρα. 29 της έκθεσης απαίτησης 15 νέων παραγράφων με αρίθμηση 30-44. Ο δικαστής που εκδίκασε την αίτηση, διαπίστωσε ότι οι προτεινόμενες νέες παρα. 30 και 31 μπορούν να προστεθούν για τους ίδους λόγους που εγκρίθηκε η τροποποίηση που αφορά η παρα. (Γ) ανωτέρω. Η διαπίστωση είναι ορθή εφόσον οι δυο αυτές παράγραφοι αναφέρονται στις ίδιες πιστώσεις της παρα. (Γ) ανωτέρω και τα γεγονότα συμπλέκονται. Καθ’ όσον αφορά τις παρα. 32-35 οι οποίες και πάλιν αναφέρονται στις ενέγγυες πιστώσεις διαπιστώθηκε ότι εμπεριέχουν επιπρόσθετους ισχυρισμούς των εναγόντων/εφεσιβλήτων προς υποστήριξη της ήδη εκτεθείσας θέσης τους σύμφωνα με την οποία, ενώ δεν χρωστούσαν στους εναγόμενους/εφεσίβλητους οι τελευταίοι, παράτυπα χρέωναν και παράνομα δεν πίστωναν (τους ενάγοντες) με κάποια ποσά με αποτέλεσμα οι ενάγοντες να υποστούν ζημιά την οποία διεκδικούν. Το δικαστήριο, αποδέχθηκε εν προκειμένω τον ισχυρισμό των εναγόντων/εφεσιβλήτων ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις (παρα. 32-35) προέκυψαν ύστερα από ενδελεχέστερη και άλλη μελέτη και ότι με αυτές, ουσιαστικά επιδιώκεται η ορθότερη και καλύτερη παρουσίαση των θέσεων των εναγόντων αναφορικά με το πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσής τους χωρίς να εισάγεται νέα βάση αγωγής ή νέα αξίωση ούτε πρόκειται οι εναγόμενοι να υποστούν ζημιά ή αδικία εξαιτίας της τροποποίησης.
Προβλημάτισε το πρωτόδικο δικαστήριο η έγκριση των παρα. 36-43 των οποίων προτείνεται η εισαγωγή. Είναι γεγονός ότι με αυτές εισάγεται νέο στοιχείο στην αντιδικία που αναφέρεται σε ισχυρισμούς σύμφωνα με τους οποίους, οι ενάγοντες 1 και 2, κατόπιν υπόδειξης των εναγομένων, κατέθεσαν σημαντικά ποσά σε λογαριασμούς προς περαιτέρω εξασφάλιση, των οποίων διεκδικείται τώρα η επιστροφή με τόκο. Ωστόσο, όπως ορθά διαπιστώνεται, οι συγκεκριμένες εξασφαλίσεις παρουσιάζονται ότι δόθηκαν για τις ενέγγυες επίδικες πιστώσεις και τις άλλες διευκολύνσεις προς τους ενάγοντες και όχι για οποιαδήποτε άλλη δοσοληψία άσχετη με τις επίδικες. Και εφόσον στην αγωγή καταλογίζεται ευθύνη στους εναγόμενους για κατ’ ισχυρισμό παράνομο και/ή αντισυμβατικό τερματισμό των μεταξύ των διαδίκων συμφωνιών και εκ τούτου οι ενάγοντες διεκδικούν αποζημιώσεις και θεραπείες ακύρωσης των [*242]εξασφαλίσεων, ορθά κατά τη γνώμη μας κρίθηκε πρωτοδίκως ότι οι επιπρόσθετοι αυτοί ισχυρισμοί μπορούν να ενταχθούν στο πλαίσιο των επίδικων κύριων συμφωνιών και να αποτελέσουν βάση αξίωσης ενταγμένη στην υπάρχουσα βάση αγωγής. Πρόκειται, καθώς εύστοχα αναφέρεται στην εκκαλούμενη απόφαση, για ένα ακόμα ζημιογόνο αποτέλεσμα της ίδιας πάντα κατ’ ισχυρισμό επιλήψιμης ενέργειας των εναγομένων για την οποία ζητείται χρηματική αποκατάσταση πέρα από τη ζητούμενη. Το δικαστήριο αποδέχθηκε ότι η μη συμπερίληψη των εν λόγω γεγονότων και της πρόσθετης αξίωσης οφείλεται σε καλόπιστο λάθος. Αναφορικά με την προτεινόμενη για εισαγωγή παρα. 44 κρίθηκε πως οι λεπτομέρειες της επίδικης ζημιάς και/ή διαφυγόντος κέρδους που κατ’ ισχυρισμόν υπέστησαν οι ενάγοντες εξ αιτίας της καταστροφής 283 τόνων σισαμιού είναι ζήτημα που έχει άμεση σχέση με το επίδικο θέμα του σισαμιού όπου γίνεται αναφορά στην παρ. 17 της έκθεσης απαίτησης και πρόκειται περί απλής παράλειψης των εναγόντων να εκθέσουν τις προτεινόμενες λεπτομέρειες. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις το δικαστήριο επέτρεψε την προσθήκη των λεπτομερειών.
Τέλος το δικαστήριο επέτρεψε, όπως ήταν άλλωστε λογικό, τις τροποποιήσεις της παρα. (ΣΤ) της αίτησης με τις οποίες επιδιώκεται η προσθήκη στο αιτητικό μέρος της έκθεσης απαιτήσεως όλων των αξιώσεων οι οποίες αντιστοιχούν στις προαναφερθείσες προτεινόμενες τροποποιήσεις.
Η θέση των εφεσειόντων είναι ότι με τις τροποποιήσεις που έχουν εγκριθεί εισάγονται νέοι ισχυρισμοί και νέες βάσεις αγωγής που αναπόφευκτα συνεπάγονται επαναπροσδιορισμό των επίδικων θεμάτων πράγμα ανεπίτρεπτο και κατ’ αντίθεση αρχών της νομολογίας επί του θέματος. Βλ. Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1 Α.Α.Δ. 33 και Federal Bank of Lebanon v. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44.
Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας παρέχουν δυνατότητα τροποποίησης των δικογράφων. Η Διαταγή 25 καν. 1 προβλέπει:
“The Court or a judge may, at any stage of the proceedings allow either party to alter or amend his indorsment or pleadings, in such manner and on such terms as may be necessary for the purpose of determing the real questions in controversy between the parties.”
Στην Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934 έχει ειπωθεί ότι η σύγχρονη τάση είναι να επιτρέπουν τα δικαστήρια τροποποιήσεις στις κατάλληλες υποθέσεις ακόμα και όταν μια τέτοια τροποποίηση είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης νοουμένου βέβαια ότι δεν θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα. Στην ίδια απόφαση γίνεται αναφορά στην αγγλική υπόθεση Associated Leisure Ltd v. Associated Newspapers Ltd [1970] 2 All E.R. 754 στην οποία αναφέρονται τα εξής:
“I start with the principle, well settled, that an amendment ought to be allowed, even if it comes late, if it is necessary to do justice between the parties, so long as any hardship done thereby can be compensated in money. That principle applies here.”
Οι εφεσείοντες θίγουν το ζήτημα του χρόνου υποβολής της αίτησης για τροποποίηση και ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν απέδωσε την πρέπουσα βαρύτητα στο γεγονός ότι η αίτηση για τροποποίηση υποβλήθηκε μετά από πολλή καθυστέρηση. Στην Astor Manufacturing and Exporting Co και Άλλων ν. A.G. Levendis και Άλλων (1993) 1 Α.Α.Δ. 726 ειπώθηκαν τα εξής αναφορικά με τον παράγοντα του χρόνου:
“Ο παράγοντας χρόνος είναι σχετικός. Δεν είναι όμως εκ προοιμίου και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας. Το ίδιο ισχύει για τον κάθε ένα από τη σειρά παραγόντων που η νομολογία καθιέρωσε ως διαδραματίζοντας ρόλο. Η διακριτική εξουσία του δικαστηρίου ασκείται αφού συνυπολογισθούν τα σχετικά στο πλαίσιο των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης.”
Οι εφεσείοντες, κατ’ επίκληση της Διαταγής 20 καν. 1Α* , εισηγούνται πως δεν έπρεπε να επιτραπούν οι ζητούμενες τροποποιήσεις καθ’ όσον αφορά τις προτεινόμενες αξιώσεις επειδή αυτές δεν περιλαμβάνονται στην οπισθογράφηση της απαίτησης. Και εφόσον δεν έχει ζητηθεί η τροποποίηση της οπισθογράφησης της απαίτησης δεν έπρεπε να επιτραπεί η τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης. Στην World Tide Shipping Corporation of Liberia v. Vassiliko Cement Work Ltd (1988) 1 C.L.R. 488 αποφασίστηκε ότι ο ενάγοντας μπορεί να αλλάξει, μετατρέψει ή επεκτείνει την αρχική του απαίτηση σε οποιοδήποτε βαθμό και να αξιώνει περαιτέρω ή άλλη θεραπεία χωρίς τροποποίηση του κλητηρίου νοουμένου ότι δεν αλλάζει τελείως την αιτία της αγωγής όπως εκτίθεται στην οπισθο[*244]γράφηση και δεν εισάγει μια νέα και επιπρόσθετη αιτία αγωγής η οποία δεν θα μπορεί ευχερώς να εκδικασθεί μαζί με την αρχική απαίτηση.
Οι ζητούμενες τροποποιήσεις είναι οπωσδήποτε εκτεταμένες. Ωστόσο, η φύση των εν λόγω τροποποιήσεων, η σχετικότητα και η διαπλοκή τους με τα επίδικα θέματα καθιστούσαν ενδεδειγμένη την εκδίκαση όλων των νέων θεμάτων με την αρχική απαίτηση. Το κατά πόσο η αίτηση για τροποποίηση έγινε καλόπιστα είναι ζήτημα του οποίου η εξέταση ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί ότι πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε ολοσχερώς εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια. Ενώπιόν μας δεν έχουν τεθεί στοιχεία που θα δικαιολογούσαν ένα τέτοιο συμπέρασμα.
Η κατάληξή μας είναι ότι η εκκαλούμενη απόφαση είναι ορθή από κάθε άποψη και δικαίως το πρωτόδικο δικαστήριο ενέκρινε τις επίδικες τροποποιήσεις.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο