Lion Insurance Agency Ltd ν. Τάγιας Κωνσταντίνου (2002) 1 ΑΑΔ 265

(2002) 1 ΑΑΔ 265

[*265]28 Φεβρουαρίου, 2002

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

LION INSURANCE AGENCY LTD.,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

ν.

ΤΑΓΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσίβλητης-Καθ’ης η αίτηση.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10988)

 

Μηχανοκίνητα Οχήματα ― Ασφάλεια υπέρ τρίτου ― Υποκατάστατη επίδοση στην ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει του Άρθρου 15Β του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια υπέρ τρίτου) Νόμου, όπως τροποποιήθηκε ― Αίτηση από την ασφαλιστική εταιρεία για ακύρωση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ― Κατά πόσο η ασφαλιστική εταιρεία είχε το δικαίωμα καταχώρησης της αίτησης ως “ενδιαφερόμενο πρόσωπο” δυνάμει της Δ.48, θ.8(4) των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

Στις 2.4.1998 η εφεσίβλητη (ενάγουσα στην αγωγή αρ. 3490/98 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας) καταχώρησε αγωγή εναντίον του εναγόμενου Π. Λουκά για αποζημιώσεις λόγω αμέλειάς του κατά την οδήγηση μηχανοκινήτου οχήματος και πρόκλησης τροχαίου ατυχήματος.  Η αγωγή δεν επιδόθηκε για περίοδο πολύ μεγαλύτερη του έτους.  Στις 16.11.99 η εφεσίβλητη εξασφάλισε διάταγμα ανανέωσης του κλητηρίου εντάλματος και στις 8.5.00 διάταγμα για υποκατάστατη επίδοσή του στην εφεσείουσα-αιτήτρια.  Το τελευταίο αυτό διάταγμα προφανώς είχε εκδοθεί δυνάμει του Άρθρου 15Β του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια υπέρ τρίτου) Νόμου, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 16(Ι)/2000.  Σύμφωνα με το διάταγμα ημερ. 8.5.2000 το κλητήριο της αγωγής επιδόθηκε στην εφεσείουσα.

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απερρίφθη η αίτηση της εφεσείουσας-αιτήτριας που είχε σαν στόχο την έκδοση διατάγματος που να ακυρώνει το κλητήριο ένταλμα και/ή την αγωγή και/ή την επίδοση της αγωγής και/ή τα διατάγματα του Δικαστηρίου που εκδόθηκαν στις [*266]16.11.99 και στις 8.5.2000.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρόλον ότι δέχθηκε τη θέση της εφεσείουσας ότι δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιόν του που να οδηγεί στο ότι οι LION INSURANCE AGENCY LTD ήταν οι ασφαλιστές του εναγομένου απέρριψε την αίτηση με το σκεπτικό ότι η εφεσείουσα δεν ήταν επηρεαζόμενο πρόσωπο εν τη εννοία της Δ.48, θ.8(4) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ούτε ενομιμοποιείτο να καταχωρήσει την αίτηση (locus standi) γιατί δεν είχε προηγουμένως παρέμβει στη διαδικασία. 

Η εφεσείουσα προέβαλε δύο λόγους έφεσης:

1) Το Δικαστήριο καθοδηγήθηκε λανθασμένα από τη νομολογία που παρέθεσε, και

2) Το εύρημα του ότι η εφεσείουσα δεν είναι “επηρεαζόμενο πρόσωπο” είναι λανθασμένο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η παρούσα υπόθεση διαφοροποιείται από τις αυθεντίες στις οποίες βασίστηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Το περιεχόμενο του Άρθρου 15Β περιέχει μόνο ουσιαστικές διατάξεις δικαίου.  Η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποδώσει σ’ αυτό και δικονομικές προεκτάσεις δεν ευσταθεί.

2.  Προφανής στόχος του Άρθρου 15Β είναι η δημιουργία ενός νέου και ουσιαστικού δικαιώματος απευθείας αγωγής του ενάγοντος κατά του ασφαλιστή (έστω στην ίδια έκταση με εκείνο του ενάγοντα κατά του εναγομένου) ως αυτός να ήταν ο εναγόμενος.  Κατά συνέπεια η εφεσείουσα, ως άμεσα επηρεαζόμενο πρόσωπο, είχε το δικαίωμα καταχώρησης της αίτησης (locus standi) δυνάμει της Δ.48, θ.8(4).

Η έφεση επιτράπηκε. Η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στην εφεσείουσα ακυρώθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

S.P.P. Projects Ltd v. Integral Equipment Sarl (1993) 1 C.L.R. 762,

Padley v. Dobson (1999) 1 Α.Α.Δ. 1583,

Heli-Air v. Drescher (1988) 1 C.L.R. 234,

[*267]Murfin v. Ashbridge & Martin [1941] 1 All E.R. 231,

Padley v. Dobson (1999) 1 A.A.Δ. 1583,

Κόσμος Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Χ”Σάββα (2001) 1 A.A.Δ. 612.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια-ασφαλιστική εταιρεία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 10/11/00 (Αρ. Αγωγής 3490/98) με την οποία απέρριψε την αίτησή της για παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής και των διαταγμάτων του Δικαστηρίου τα οποία κατέστησαν εφικτή την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος σ’ αυτή για το λόγο ότι δεν είχε προηγουμένως παρέμβη στη διαδικασία.

Γ. Λουκαΐδης, για την Εφεσείουσα.

Καμία εμφάνιση για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ..

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Στις 2.4.1998 η εφεσίβλητη (ενάγουσα στην αγωγή αρ. 3490/98 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας) καταχώρησε αγωγή εναντίον του εναγόμενου Παντελή Λουκά για αποζημιώσεις λόγω αμελείας του κατά την οδήγηση μηχανοκινήτου οχήματος και πρόκλησης τροχαίου ατυχήματος.

Η αγωγή της εφεσίβλητης παρέμεινε χωρίς επίδοση στον εναγόμενο για περιόδο πολύ πέραν του έτους.  Στις 16.11.99 (19½ μήνες μετά την καταχώρηση της) η εφεσίβλητη εξασφάλισε διάταγμα ανανέωσης του κλητηρίου εντάλματος για περίοδο έξι μηνών, δηλαδή μέχρι την 17.5.2000.  Πέντε μήνες αργότερα, στις 10.4.2000 η εφεσίβλητη καταχώρησε αίτηση για υποκατάστατη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στους ασφαλιστές, όπως τους ονόμαζε, την LION INSURANCE AGENCY LTD., εφεσείοντες στην παρούσα έφεση.  Στις 8.5.2000 το Δικαστήριο ενέκρινε την αίτηση και εξέδωσε διάταγμα για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στους εφεσείοντες στο οποίο καθορίζετο ο χρόνος εμφάνισης και ο τρόπος επίδοσης μεταγενέστερων αιτήσεων.

[*268]Το πιο πάνω διάταγμα εκδόθηκε προφανώς δυνάμει του άρθρου 15Β του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια υπέρ τρίτου) Νόμου, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 16(Ι)/2000, ημερ. 4.2.2000.

Το άρθρο 15Β έχει ως εξής:-

“Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου όπου λόγω μη διαμονής του εναγόμενου στη Δημοκρατία δεν είναι δυνατή η επίδοση σ’ αυτόν μέσα στη Δημοκρατία του κλητηρίου εντάλματος σε οποιαδήποτε αγωγή, επίδοση στον ασφαλιστή, που διατάσσεται από το δικαστήριο κατόπιν αιτήσεως για υποκατάστατη επίδοση, λογίζεται ως επίδοση στον εναγόμενο. Σε τέτοια περίπτωση ο ασφαλιστής έχει το δικαίωμα καταχωρήσεως εμφανίσεως και διορισμού δικηγόρου εκ μέρους και για λογαριασμό του εναγόμενου.

(2)  Οποιαδήποτε απόφαση που εκδίδεται σε αγωγή που έχει επιδοθεί με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δε θα είναι εκτελεστή εναντίον του εναγόμενου, αλλά ο ενάγων θα έχει έναντι του ασφαλιστή τα ίδια δικαιώματα τα οποία θα είχε, αν η αγωγή είχε επιδοθεί προσωπικά στον εναγόμενο.”

Τα δικαιώματα που αναφέρονται στο πιο πάνω άρθρο είναι τα αναφερόμενα στο άρθρο 10(1) του Νόμου, για ικανοποίηση από τον ασφαλιστή της δικαστικής απόφασης εναντίον του εναγόμενου.

Στις 11.5.2000, σύμφωνα με το πιο πάνω διάταγμα, ημερ. 8.5.2000, το κλητήριο της αγωγής επιδόθηκε στους εφεσείοντες.

Στις 3.8.2000 οι εφεσείοντες καταχώρησαν αίτηση με την οποία αξιούσαν:-

“Διάταγμα του Δικαστηρίου παραμερίζον και/ή ακυρώνον το κλητήριο ένταλμα και/ή την αγωγή και/ή την όλη διαδικασία και/ή την επίδοση της αγωγής και/ή το διάταγμα του Δικαστηρίου εκδοθέν την 16/11/1999 κατόπιν EX PARTE αίτησης του ενάγοντα και/ή το διάταγμα του Δικαστηρίου εκδοθέν την 8/5/2000 κατόπιν EX PARTE αίτησης του ενάγοντα.”

Ο συνήγορος των εφεσειόντων έστρεψε την προσοχή του στην προσβολή των διαταγμάτων του Δικαστηρίου ημερ. 16.11.1999 και 8.5.2000, όπως έχουν αναφερθεί προηγουμένως και που κατέστησαν εφικτή την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος σ’ αυτούς.  Ορθά κατά την άποψη μας.  Όπως ορθά αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστή[*269]ριο “ο παραμερισμός επίδοσης κλητηρίου εντάλματος που διατάχθηκε από το Δικαστήριο  δεν εξετάζεται ανεξάρτητα από το διάταγμα με το οποίο εγκρίθηκε η επίδοση (βλ. S.P.P. Projects Ltd. v. Integral Equipment Sarl (1993) 1 C.L.R. 762).  Ο παραμερισμός τέτοιας επίδοσης διέρχεται μέσα από την προσβολή και ακύρωση του διατάγματος που την ενέκρινε.”

Σκοπός του άρθρου 15Β του Νόμου είναι η εξυπηρέτηση των σύγχρονων αναγκών. Παρέχει τη δυνατότητα στον ζημιωθέντα από τροχαίο ατύχημα να εισπράξει αποζημίωση από τον ασφαλιστή από τον οποίο θα εισέπραττε με βάση το άρθρο 10(1) του Νόμου εάν ο αδικοπραγήσας ήταν στην Κύπρο, του επιδίδετο η αγωγή και καταδικάζετο σε αποζημιώσεις. Σύμφωνα με την Phillis Padley v. Dorothy Mary Dobson κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1583 το άρθρο 15Β δημιουργεί ένα νέο και ουσιαστικό δικαίωμα απευθείας αγωγής του ενάγοντα κατά του ασφαλιστή ως αυτός να ήταν ο εναγόμενος.

Οι εφεσείοντες αρνούνται την υπόσταση τους σαν ασφαλιστές.  Στην ένορκη δήλωση τους που συνοδεύει την αίτηση τους αναφέρουν ότι είναι αντιπρόσωποι-μεσίτες των Lloyd’s Λονδίνου που είναι οι αδειούχοι ασφαλιστές στην Κύπρο.  Αναφέρουν ακόμα ότι είναι με τους Lloyd’s Λονδίνου που το ενεχόμενο με την εφεσίβλητη-ενάγουσα όχημα είχε ασφαλιστική κάλυψη-συμβόλαιο και πως οι Lloyd’s Λονδίνου είναι οι ασφαλιστές που θα κληθούν να εξοφλήσουν τυχόν απόφαση στην αγωγή.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε την πιο πάνω θέση των εφεσειόντων.  Αναφέρει τα εξής:-

“Γεγονότα επί του ζητήματος εκθέτουν μόνο οι αιτητές, που μάλιστα δεν αμφισβητούνται στην ειδοποίηση προθέσεως ενστάσεως (αντιπαρέρχομαι για σκοπούς συζήτησης τη μη συμμόρφωσή της με τη νέα Δ.48, θ.4). Απλά στις υποπαραγράφους (α) - (δ) της παραγράφου 8 της ενόρκου δηλώσεως που υποστηρίζει την ένσταση αναπτύσσεται νομική επιχειρηματολογία.

Ενδιαφέρει περισσότερο πως ουδέν γεγονός που να οδηγεί στο ότι οι LION INSURANCE AGENCY LTD. ήταν οι ασφαλιστές του εναγομένου είχε τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου στην αίτηση της 10.4.2000.  Ούτε καν υποστήριξε κάτι τέτοιο ο ομνύοντας τότε στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης.  Η αίτηση δεν θα έπρεπε να είχε εγκριθεί.”

[*270]Ενόψει των πιο πάνω το Δικαστήριο δεν έκρινε σκόπιμο να επιληφθεί και του έτερου ζητήματος της ισχυριζόμενης αντικανονικής ανανέωσης του κλητηρίου εντάλματος με το διάταγμα της 16.11.99.

Παρά την πιο πάνω κατάληξη του το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε το δικαιοδοτικό πλαίσιο της αίτησης με αναφορά στη νομιμοποίηση των εφεσειόντων να καταχωρήσουν τέτοια αίτηση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγούμενο από τη νομολογία (Heli-Air v. Drescher (1988) 1 C.L.R. 234, S.P.P. Project Ltd. v. Integral Equipment Sarl (πιο πάνω) και Murfin v. Ashbridge & Martin [1941] 1 All E.R. 231) απέρριψε την αίτηση με το σκεπτικό ότι οι εφεσείοντες δεν ήσαν επηρεαζόμενο πρόσωπο ούτε ενομιμοποιούντο να καταχωρήσουν την αίτηση (locus standi) γιατί δεν είχαν προηγουμένως παρέμβει στη διαδικασία βασιζόμενο στην αυθεντία Heli-Air (πιο πάνω).  Aναφέρει το Δικαστήριο στην απόφαση του:-

“Διαφαίνεται πως αίτηση βάσει της Δ.48, θ.4 για το ζήτημα του παραμερισμού της διαταγής για την επίδοση θα μπορούσε να καταχωριστεί είτε από τον εναγόμενο είτε από πρόσωπο που προηγουμένως είχε παρέμβει στη διαδικασία [βλ. Heli-Air (πιο πάνω)].

Οι LION INSURANCE AGENCY LTD. προφανώς εσυλλογίστηκαν πως αφού η θέση των ήταν πως δεν ήταν οι ασφαλιστές εν τη εννοία του άρθρου 15Β (πιο πάνω) δεν θα ήταν ορθό ή και επιτρεπτό να καταχωρίσουν εμφάνιση υπό διαμαρτυρία εκ μέρους του εναγομένου ή/και χωρίς τέτοια εμφάνιση να αιτηθούν στο όνομά του την αίτηση.  Έκριναν προφανώς πως δεν ήταν ορθό ή πως δεν εδικαιούντο καν να εμφανίζονται και να ενεργούν εξ ονόματος του εναγομένου.

Τούτο, η άρνηση τους δηλαδή ότι είναι οι ασφαλιστές εν τη εννοία του άρθρου 15Β, οδηγεί σε ανατροπή της πραγματικής βάσης της αίτησής τους. Δεν είναι επηρεαζόμενοι (person affected) εν τη εννοία της Δ.48 θ.8(4) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, αφού δεν είναι αυτοί που θα κληθούν να πληρώσουν την αξίωση αν εκδοθεί απόφαση.  Αυτό διατείνονται και στην ένορκο δήλωση προς υποστήριξη της αίτησής τους.

Γεγονός παραμένει πως τους επιδόθηκε μια αγωγή. Αν δεν ήθελαν να αδιαφορήσουν και αισθάνοντο πως έπρεπε να παρουσιαστούν στην υπόθεση εμμένοντες στο ότι μπορεί να επηρεά[*271]ζονται από την εξέλιξή της, έπρεπε να είχαν παρέμβη πρώτα και μετά να καταχωρούσαν εξ ονόματός τους την αίτηση.”

Οι εφεσείοντες προσβάλλουν την πιο πάνω απόφαση του Δικαστηρίου ως λανθασμένη με δύο λόγους έφεσης.  Πρώτο ότι το Δικαστήριο καθοδηγήθηκε λανθασμένα από τη νομολογία που παρέθεσε και δεύτερο ότι είναι λανθασμένο το εύρημα του ότι οι εφεσείοντες δεν είναι “επηρεαζόμενο πρόσωπο”.

Σπεύδουμε από τώρα να δηλώσουμε ότι και οι δύο λόγοι έφεσης ευσταθούν.

Ως προς τον πρώτο λόγο οι αυθεντίες που παρέθεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο για να στηρίξει τη θέση του ότι οι εφεσείοντες έπρεπε να παρέμβουν προτού καταχωρήσουν την αίτηση και ότι δεν είναι επηρεαζόμενο πρόσωπο, σύμφωνα με τη Δ.48 θ.8(4), διαφοροποιούνται από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Στην αυθεντία Heli-Air (πιο πάνω) αποφασίσθηκε ότι τρίτο πρόσωπο - μη διάδικος στην αγωγή - δεν έχει δικαίωμα, βάσει της Δ.48 θ.8(4), να αιτηθεί την ακύρωση συντηρητικού διατάγματος που εκδόθηκε εναντίον του εναγομένου. Στην αγγλική αυθεντία Murfin (πιο πάνω) απερρίφθη αίτηση ασφαλιστικής εταιρείας - μη διάδικος στην αγωγή - για ακύρωση διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης στον εναγόμενο. Κρίθηκε ότι η ασφαλιστική εταιρεία δεν είχε locus standi να καταχωρήσει την αίτηση στο όνομα της, αλλά στο όνομα του εναγομένου.  Η αυθεντία αυτή ανάγεται στο έτος 1941 και παρόμοια διάταξη ως η Δ.48 θ.8(4) δεν υπάρχει στην Αγγλική Δικονομία.

Στην παρούσα υπόθεση, η οποία διαφοροποιείται από τις πιο πάνω αυθεντίες, εμπλέκεται το άρθρο 15Β του σχετικού νόμου, όπως καταγράφεται στην αρχή της απόφασης μας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αν και δεν αρνείται ότι το περιεχόμενο του άρθρου 15Β περιέχει ουσιαστικές διατάξεις δικαίου εν τούτοις προχωρεί να αποδώσει σ’ αυτό και δικονομικές προεκτάσεις.  Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή.  Το περιεχόμενο του άρθρου 15Β περιέχει μόνο ουσιαστικές διατάξεις δικαίου.  Η θέση αυτή έχει επιβεβαιωθεί από δύο αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, την Padley v. Dobson (1999) 1 Α.Α.Δ. 1583 και Kόσμος Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ. ν. Σάββα Χ”Σάββα (2001) 1 Α.Α.Δ. 612.

Στην Padley v. Dobson (πιο πάνω) έχουν λεχθεί τα εξής:-

“Το άρθρο 15Β μπορεί να προνοεί ότι επίδοση στον ασφαλιστή κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου για υποκατάστατη επίδοση [*272]λογίζεται ως επίδοση στον εναγόμενο, το εδάφιο (2) όμως καθιστά καθαρό ότι δεν πρόκειται για πραγματική υποκατάστατη επίδοση, καθ’ όσον προνοεί ότι η απόφαση που θα εκδοθεί δεν θα είναι εκτελεστή εναντίον του εναγομένου και ότι απλώς ο ενάγων έχει έναντι του ασφαλιστή τα ίδια δικαιώματα που θα είχε αν η αγωγή είχε επιδοθεί στον εναγόμενο.  Το άρθρο 15Β λοιπόν δεν διέπει στην πραγματικότητα το διαδικαστικό θέμα της υποκατάστατης επίδοσης μάλλον, ώστε ενδεχόμενα να είχε εφαρμογή η Δ.10 θ.2 αναλογικά, παρά δημιουργεί ένα νέο και ουσιαστικό δικαίωμα απευθείας αγωγής του ενάγοντα κατά του ασφαλιστή (έστω στην ίδια έκταση με εκείνο του ενάγοντα κατά του εναγομένου) ως αυτός να ήτο ο εναγόμενος. Το δικαίωμα αυτό είναι ευρέως γνωστό ως απευθείας αγώγιμο δικαίωμα με ουσιαστική υφή (right of direct action) σε πολλές δικαιοδοσίες, ιδιαίτερα στις Η.Π.Α. από δεκαετίες και εξυπηρετεί τις σύγχρονες πραγματικότητες, όπως προφανώς επιδιώκει και το άρθρο 15Β.”

Και στην Κόσμος (πιο πάνω) αναφέρονται τα εξής, επιβεβαιώνοντας την Padley σε σχέση με την ερμηνεία του άρθρου 15Β:-

“Σαφώς, νομίζουμε, αποσκοπεί στη διαφοροποίηση της βασικής προϋπόθεσης για τη γέννηση της ευθύνης του ασφαλιστή.  Εννοούμε την έκδοση απόφασης κατά του εναγομένου.  Η έκδοση τέτοιας απόφασης προϋποθέτει, βέβαια, επίδοση της αγωγής στον εναγόμενο. Χωρίς τέτοια επίδοση δεν θα ήταν δυνατό να διαγνωστεί εγκύρως η ευθύνη του. Η υποκατάστατη επίδοση, όπως την ρυθμίζουν οι διαδικαστικοί κανονισμοί, συνιστά τρόπο έγκυρης επίδοσης. Εγκρίνεται υπό το θεμελιακό δεδομένο που ευλόγως διασφαλίζει γνωστοποίηση της διαδικασίας στον εναγόμενο ώστε να του παρέχεται η δυνατότητα να ακουστεί. Το άρθρο 15Β υπερβαίνει αυτήν την ανάγκη. Δεν στοχεύει στην εισαγωγή συστήματος υποκατάστατης επίδοσης κατά διαφοροποίηση ή εμπλοκή στα ρυθμιζόμενα με διαδικαστικές πρόνοιες.  Δεν ενδιαφέρεται για τη διασφάλιση της πράγματι επίδοσης στον εναγόμενο.  Εισάγει στην ουσία τη δυνατότητα γέννησης της υποχρέωσης στον ασφαλιστή χωρίς επίδοση στον εναγόμενο.”

Καταλήγουμε κατά συνέπεια ότι οι εφεσείοντες, ως άμεσα επηρεαζόμενο πρόσωπο, είχε το δικαίωμα καταχώρησης της αίτησης (locus standi) δυνάμει της Δ.48 θ.8(4).

Η έφεση γίνεται δεκτή και η  πρωτόδικη απόφαση ανατρέπεται.  [*273]Η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στους εφεσείοντες ακυρώνεται.

Επιδικάζονται έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση υπέρ των εφεσειόντων.

H έφεση επιτρέπεται. Η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στην εφεσείουσα ακυρώνεται.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο