Ανάγνου Παναγιώτης ν. Alco Filters (Cyprus) Ltd (2002) 1 ΑΑΔ 918

(2002) 1 ΑΑΔ 918

[*918]28 Ιουνίου, 2002

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΑΓΝΟΥ,

Εφεσείων-Ενάγων,

ν.

ALCO FILTERS (CYPRUS) LTD,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10821)

 

Αμέλεια ― Εργατικό ατύχημα ― Ευθύνη εργοδότη να μη εκθέτει τον εργοδοτούμενό του σε «περιττούς» κινδύνους στην εργασία του ― Ποίος κίνδυνος θεωρείται αχρείαστος (unnecessary) ― Παραβίαση από πλευράς των εργοδοτών του καθήκοντος επιμέλειας δεν εντοπίζεται στις πιθανότητες εκδήλωσης του κινδύνου αλλά στο προβλεπτό του και στη δυνατότητα αποτροπής του με λογικά προσιτά μέσα.

Αμέλεια ― Καθήκον προσοχής προς τον πλησίον ― Ποίος θεωρείται ως «πλησίον».

Ο εφεσείων, εργοδοτούμενος των εφεσιβλήτων, τραυματίστηκε σοβαρά στα δάκτυλα του δεξιού του χεριού κατά την εκτέλεση της εργασίας του ως χειριστής «πρέσας» (πιεστηρίου).  Η μόνη μαρτυρία που προσάχθηκε στο Δικαστήριο για τις συνθήκες του ατυχήματος ήταν η μαρτυρία του εφεσείοντος.  Η μαρτυρία αποκάλυψε ότι είχαν συμβεί και άλλα δυστυχήματα «κατά την λειτουργία των πρεσών», το τελευταίο πολλά χρόνια πριν το δυστύχημα στο οποίο ενεπλάκη ο εφεσείων.

Η λειτουργός του Γραφείου Εργασίας που εξέτασε τα περιστατικά του ατυχήματος, δεν εντόπισε οποιαδήποτε μηχανική βλάβη στην πρέσα, συνέστησε όμως, την εισαγωγή χειρολαβών κατά τη λειτουργία της πρέσας, η χρήση των οποίων θα απέτρεπε την πρόκληση ατυχήματος.

Η εισαγωγή χειρολαβών θεσμοθετήθηκε ως αναγκαίο εφόδιο από την 1.1.1997 δηλαδή σε ημερομηνία μεταγενέστερη του ατυχήματος.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι ενυπήρχε κίνδυ[*919]νος για το ατύχημα αλλά ότι αυτός ήταν πολύ απομακρυσμένος, τόσο που να μην επιβάλλετο η λήψη προστατευτικών μέτρων από τους εφεσίβλητους έναντι του εφεσείοντος.

Το μόνο ζήτημα που απασχόλησε το Δικαστήριο ήταν εκείνο της ευθύνης. Οι αποζημιώσεις, τις οποίες θα εδικαιούτο ο εφεσείων εάν επετύγχανε, συμφωνήθηκαν σε «£6.000 με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης».

Ο εφεσείων αμφισβήτησε κατ’ έφεση την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εργοδότης δεν παραβίασε το καθήκον επιμέλειας προς τον εργοδοτούμενο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Από τη σχετική νομολογία διαγιγνώσκεται η τάση εναρμόνισης του καθήκοντος προς τον γείτονα με τις επιταγές του ανθρωπισμού.

2.  Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου διαπνέεται από το σφάλμα ότι το απομακρυσμένο του κινδύνου - έστω σε μεγάλο βαθμό, «πολύ» - συνιστά αφ’ εαυτού, λόγο για τη θεώρηση του συστήματος εργασίας ως ασφαλούς.  Η θέση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη σχετική νομολογία.

3.  Το κριτήριο για τον προσδιορισμό του καθήκοντος επιμέλειας δεν εντοπίζεται στις πιθανότητες εκδήλωσης του κινδύνου αλλά στο προβλεπτό του και στη δυνατότητα αποτροπής του με λογικά προσιτά μέσα.

4.  Στην προκείμενη περίπτωση, ο κίνδυνος ήταν μεν απομακρυσμένος αλλά ήταν υπαρκτός. Εγειρόταν, επομένως, καθήκον του εργοδότη προς αποτροπή του.  Οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να πάρουν τα απαιτούμενα προστατευτικά μέτρα εκθέτοντας τον εφεσείοντα σε αχρείαστο κίνδυνο (unnecessary) risk, γεγονός που στοιχειοθετεί και την ευθύνη τους για το ατύχημα.

5.  Στον ίδιο τον εφεσείοντα δεν αποδόθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο καμιά ευθύνη για συμβολή του στο ατύχημα, ούτε και θα μπορούσε να του αποδοθεί.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Υποκαθίσταται με απόφαση υπέρ του εφεσείοντος για το συμφωνηθέν ποσό των £6.000,00, πλέον τόκο προς 8% από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, ήτοι της [*920]26ης Απριλίου 2000, με έξοδα υπέρ του ενάγοντος.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Εκδόθηκε απόφαση υπέρ του εφεσείοντος ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Harris v. Bright’s [1953] 1 All E.R. 395,

Hicks v. British Transport Com. [1958] 2 All E.R. 39,

Smith v. Baker & Sons [1891-4] All E.R. Rep. 69,

Athanassiou v. Attorney-General (1969) 1 C.L.R. 160,

Manthopoulos Plastics v. HadjiIosif (1983) 1 C.L.R. 291,

Δήμος Λεμεσού ν. Χαραλάμπους (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 423,

Στρατμάρκο Λτδ ν. Μιχαήλ (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 453,

Κωνσταντίνου ν. Phassouri Plantations (1992) 1 A.A.Δ. 720,

Panayi v. Galatariotis (1972) 7 J.S.C. 776,

G.I.P. Constructions v. Neophytou a.o. (1983) 1 C.L.R. 669,

British Railways Board v. Herrington (1972) 1 All E.R. 749,

Φραγκεσκίδης Λτδ ν. Μάμα (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 70,

Δημοκρατία ν. Παπαζησίμου (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 599,

Πολυμετάλ Λτδ κ.ά. ν. Κωνσταντίνου (1998) 1 Α.Α.Δ. 393,

Μιχαήλ ν. Ιωάννου & Παρασκευαΐδης Λτδ κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1494,

Thake v. Maurice [1986] 1 All E.R. 497,

Tziellas v. The Ship ‘Nadalena H’ (1982) 1 C.L.R. 807.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού [*921]Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 26/4/00 (Αρ. Αγωγής (13154/97) με την οποία έκρινε ότι ο εναγόμενος - εργοδότης του ενάγοντα δεν παραβίασε το καθήκον επιμέλειάς του προς αυτόν όσον αφορά τον τραυματισμό του ενάγοντα σε εργατικό ατύχημα.

Φρ. Αθανασιάδου με Λ. Λοΐζου για Ε. Νεοφύτου, για τον Εφεσείοντα.

Ν. Χρυσομηλά για Στ. Ερωτοκρίτου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Η υπόθεση αφορά εργατικό δυστύχημα. Ο εφεσείων εργοδοτείτο από τους εφεσίβλητους ως χειριστής «πρέσας» (πιεστηρίου), όπως αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση, η οποία χρησιμοποιείτο για τη διαμόρφωση μικρών τεμαχίων λαμαρίνας κυκλικής μορφής (ροδέλες), διαμέτρου 5 εκ.  Επρόκειτο για μεγάλο μηχάνημα, βάρους δέκα τόνων και ύψους ίσου, όπως περιγράφεται, με εκείνο του εφεσείοντος – ενάγοντος.  Το πρότυπο (καλούπι) για τη διαμόρφωση των ροδελών είχε δύο μέρη – ένα στερεωμένο στο κάτω μέρος της τράπεζας εργασίας και ένα δεύτερο κινητό στο πάνω μέρος, που ανεβοκατέβαινε ενώ η μηχανή ήταν σε λειτουργία.  Ο τρόπος λειτουργίας της μηχανής προσδιορίζεται με σαφήνεια στο κείμενο της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, από την οποία παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:-

«Για να τεθεί σε λειτουργία η πρέσα, με τον χειροκίνητο τρόπο, ο χειριστής προβαίνει κατά σειρά στις ακόλουθες ενέργειες:  Ανεβάζει με το χέρι το προστατευτικό κάγκελο (προφυλακτήρα) που βρίσκεται στην πρόσοψη της πρέσας, θέτει σε ειδική υποδοχή του σταθερού μέρους του καλουπιού το προς διαμόρφωση τεμάχιο λαμαρίνας, κατεβάζει τον προφυλακτήρα και, αφού τον κλείσει, πατά ποδοκίνητο μοχλό (πατίδι) που βρίσκεται στο δάπεδο.  Με το πάτημα του μοχλού δίδεται εντολή στο κινητό μέρος του καλουπιού το οποίο κατεβαίνει με δύναμη, κτυπά το τεμάχιο λαμαρίνας το οποίο και διαμορφώνει και στην συνέχεια ανεβαίνει. Ακολουθεί εκτίναξη του διαμορφωμένου τεμαχίου σε ειδικό κουτί με βαλβίδα αέρος. Με την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας, ο χειριστής, ανοίγει και πάλιν τον προφυλακτήρα, τοποθετεί νέο τεμάχιο λαμαρίνας και η εργασία επαναλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο. 

[*922]Ο προφυλακτήρας που υπάρχει στην πρόσοψη της πρέσας και ο οποίος φαίνεται στην φωτογραφία Τεκμήριο 1, έχει τοποθετηθεί για ασφάλεια του χειριστή.  Για περαιτέρω ασφάλεια η πρέσα, δηλαδή το κινητό μέρος του καλουπιού, δεν εργάζεται εκτός και αν κλείσει εντελώς ο προφυλακτήρας.»

Ως προς τις συνθήκες του δυστυχήματος και τα περιβάλλοντα αυτό περιστατικά, παραπέμπουμε και πάλιν στην πρωτόδικη απόφαση:-

«Η μόνη μαρτυρία που προσήχθηκε στο Δικαστήριο για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το δυστύχημα είναι αυτή του ενάγοντα.  Σύμφωνα με αυτή, κατά τον χρόνο που έγινε το ατύχημα εργαζόταν μόνος στο χώρο που βρισκόταν η πρέσα.  Την εφοδίαζε με τεμάχια λαμαρίνας χρησιμοποιώντας τον χειροκίνητο τρόπο και έχοντας συνεχώς πατημένο το πατίδι γιατί αυτές ήταν οι οδηγίες που είχε. 

Το ατύχημα, είπε, έγινε όταν άνοιξε με το αριστερό χέρι τον προφυλακτήρα και με το δεξί τοποθετούσε στην ειδική υποδοχή του σταθερού μέρους τεμάχιο λαμαρίνας προς διαμόρφωση.  Τότε έπεσε το κινητό μέρος του καλουπιού και του προξένησε τραυματισμό σε δάκτυλα του δεξιού του χεριού.  Αυτό τον τρομοκράτησε, δεν μπορούσε να πιστέψει τι έγινε και έτρεξε για βοήθεια προς το γραφείο του διευθυντή.  Στην συνέχεια τον μετέφεραν για νοσηλεία σε ιδιωτική κλινική.

Το γιατί έπεσε το κινητό μέρος, ενώ είχε ανοικτό τον προφυλακτήρα, δεν μπορεί να το ξέρει.  Κανονικά, είπε, δεν έπρεπε να πέσει γιατί όταν ο προφυλακτήρας είναι ανοικτός το κινητό μέρος του καλουπιού είναι αδύνατο να λειτουργήσει.»

Η μαρτυρία αποκάλυψε ότι είχαν συμβεί και άλλα δυστυχήματα «κατά την λειτουργία πρεσών».  Το τελευταίο ατύχημα είχε συμβεί πολλά χρόνια πριν το δυστύχημα στο οποίο ενεπλάκη ο εφεσείων και προτού τοποθετηθεί στο πιεστήριο προφυλακτήρας.

Η λειτουργός του Γραφείου Εργασίας, που εξέτασε τα περιστατικά του δυστυχήματος, δεν εντόπισε οποιαδήποτε μηχανική βλάβη στην πρέσα, συνέστησε, όμως, την εισαγωγή ιδιοσυσκευών (χειρολαβών) κατά τη λειτουργία της πρέσας, η χρήση των οποίων θα απέτρεπε την έκθεση του χεριού κάτω από το κινητό μέρος του καλουπιού και, κατ’ επέκταση, την πρόκληση του δυστυχήματος. 

Η εισαγωγή τέτοιων ιδιοσυσκευών θεσμοθετήθηκε ως αναγκαίο εφόδιο από την 1η Ιανουαρίου, 1997, δηλ. σε ημερομηνία μεταγενέστερη του δυστυχήματος. Άλλες οδηγίες που δόθηκαν μετά το δυστύχημα, προς διαφύλαξη της ασφάλειας του χειριστή της πρέσας, ήταν «να πατά το πατίδι αφού κλείσει τον προφυλακτήρα».  Η τήρηση τέτοιας διαδικασίας και πάλιν θα απέτρεπε το δυστύχημα.

Άλλη σύσταση, που έγινε στους εφεσίβλητους από το Υπουργείο Εργασίας, ήταν να περιφράξουν το μηχάνημα με προφυλακτήρες σ’ όλες τις πλευρές της πρέσας, προσθήκη η οποία, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δε θα απέτρεπε το δυστύχημα.   

Το εύρημα του Δικαστηρίου, μετά από συνεκτίμηση του συνόλου της μαρτυρίας, ήταν ότι υπήρχε ο κίνδυνος πτώσης του κινητού μέρους του καλουπιού, χωρίς να κλείσει ο προφυλακτήρας που εξέθετε την ασφάλεια του χειριστή σε κίνδυνο, πλην ο κίνδυνος αυτός ήταν «πολύ απομακρυσμένος», τόσο που να μην επιβάλλετο η λήψη προστατευτικών μέτρων έναντί του.  Το Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από τη φύση του καθήκοντος του εργοδότη να διαφυλάσσει την ασφάλεια του εργοδοτουμένου έναντι προβλεπτών κινδύνων στον τόπο εργασίας, κατέληξε ότι το καθήκον αυτό εξικνείται στη λήψη των μέτρων εκείνων που θα απέτρεπαν την έκθεση του εργοδοτουμένου σε «περιττούς κινδύνους». Τέτοιοι κίνδυνοι αναφέρονται ως εκείνοι οι οποίοι είναι προβλεπτοί και η δαπάνη για την αποτροπή τους δεν είναι δυσανάλογη προς τον κίνδυνο του οποίου επιδιώκεται η αποτροπή*.

 

Το μόνο ζήτημα, που απασχόλησε το Δικαστήριο, ήταν εκείνο της ευθύνης.  Οι αποζημιώσεις, τις οποίες θα εδικαιούτο ο εφεσείων εάν επετύγχανε, συμφωνήθηκαν σε «£6,000 με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης». 

Οι εφεσίβλητοι επωμίστηκαν τα έξοδα νοσηλείας του εφεσείοντος και κατέβαλαν σ’ αυτό το ποσό των £2.400,00, που αντιπροσώπευε τους μισθούς του για όσο χρόνο έμεινε μακράν της εργασίας του.  Η συμφωνία των διαδίκων έκαμνε πρόνοια και για τον συνυ[*924]πολογισμό αυτού του ποσού στις αποζημιώσεις, σε περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι ο εφεσείων ήταν υπόλογος για συντρέχουσα αμέλεια.   

Το εύρημα του Δικαστηρίου – ότι ενυπήρχε ο κίνδυνος για το δυστύχημα αλλά ότι αυτός ήταν πολύ απομακρυσμένος – δεν αμφισβητήθηκε από καμιά πλευρά και είναι με βάση αυτό το δεδομένο που πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα της ευθύνης του εργοδότη για το δυστύχημα, σε συσχετισμό πάντοτε με τα μέσα που θα μπορούσαν να ληφθούν για την αποτροπή του.  Με την έφεση του, ο εφεσείων θέτει υπό αμφισβήτηση την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εργοδότης δεν παραβίασε το καθήκον επιμέλειας προς τον εργοδοτούμενο. 

Η πρόσφατη νομολογία, αγγλική και κυπριακή, υπογραμμίζει τη σημασία του κοινού ανθρωπισμού στον προσδιορισμό της φύσης και έκτασης του καθήκοντος προς τον πλησίον, προς το γείτονα, προς το άτομο στο οποίο οφείλεται καθήκον επιμέλειας για τη διαφύλαξη της ασφάλειάς του. 

Στην G.I.P. Constructions v. Neophytou and Another (1983) 1 C.L.R. 669, και με αναφορά στην απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής της Βουλής των Λόρδων στην British Railways Board v Herrington [1972] 1 All ER 749, διαγιγνώσκεται η τάση εναρμόνισης του καθήκοντος προς το γείτονα με τις επιταγές του ανθρωπισμού. 

Η απόφαση στην British Railways Board v. Herrington, (ανωτέρω), αφορούσε τα καθήκοντα του κατόχου ακινήτου προς το συνάνθρωπό του, προς το γείτονα, έστω και αν αυτός παρανόμως ευρίσκετο στο ακίνητο.

Όπως υποδεικνύεται από το Ανώτατο Δικαστήριο στην G.I.P. Constructions v. Neophytou and Another, (ανωτέρω):- (σελ. 677):-

“The paramount consideration that permeates every notion of duty lies in the need to act with humanity towards fellow citizens.”

(Ελληνική μετάφραση, ελεύθερη:-

«Το πρωταρχικό κριτήριο, το οποίο διαπερνά κάθε έννοια καθήκοντος, εντοπίζεται στην ανάγκη συμπεριφοράς προς το συμπολίτη με ανθρωπισμό.»)   

Στη μεταγενέστερη απόφαση Φραγκεσκίδης Λτδ. ν. Μάμα (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 70, (απόφαση πλειοψηφίας), υπογραμμίζεται ότι [*925]τα όρια του καθήκοντος προς το γείτονα προσδιορίζει η ανθρωπιστική συμπεριφορά, η οποία αναμένεται από τον κάθε ένα στον προγραμματισμό των πράξεών του και την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του. Ανάλογη θέση υιοθετείται στη Δημοκρατία ν. Παπαζησίμου (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ.599 και στις αποφάσεις Πολυμετάλ Λτδ, κ.ά. ν. Κωνσταντίνου (1998) 1 Α.Α.Δ. 393, Μιχαήλ ν. Ιωάννου & Παρασκευαΐδης Λτδ. κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1494. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι οι εφεσίβλητοι δεν υπείχαν ευθύνη προς τον εφεσείοντα, γιατί ο κίνδυνος πτώσης του κινητού μέρους του καλουπιού, τη στιγμή που ο προφυλακτήρας ήταν ανοικτός, ήταν πολύ απομακρυσμένος.  Η κρίσιμη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου περιέχεται στο ακόλουθο απόσπασμα:-

«Ο κίνδυνος να συμβεί κάτι τέτοιο ήταν πολύ απομακρυσμένος και, οι εναγόμενοι, εύλογα ήταν με την πεποίθηση ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί όπως δεν ξανασυνέβη στα 14 και πλέον χρόνια λειτουργίας της πρέσας.  Το γεγονός ότι στην μακρά αυτή περίοδο δεν ξαναέπεσε το κινητό μέρος του καλουπιού με ανεβασμένο τον προφυλακτήρα, αποτελεί, κατά την άποψη μου, ισχυρό στοιχείο ότι το σύστημα λειτουργίας της πρέσας ήταν εύλογα ασφαλισμένο.»

Η προσέγγιση του Δικαστηρίου διαπνέεται από το σφάλμα ότι το απομακρυσμένο του κινδύνου – έστω, σε μεγάλο βαθμό, «πολύ» –  συνιστά, αφ’ εαυτού, λόγο για τη θεώρηση του συστήματος εργασίας ως ασφαλούς.  Η θέση αυτή έρχεται σε άμεση αντίθεση με την αρχή που υιοθετείται στη Φραγκεσκίδης Λτδ. ν. Μάμα, (ανωτέρω), και ειδικά με το λόγο που διατυπώνεται στο ακόλουθο απόσπασμα, σε μία από τις αποφάσεις πλειοψηφίας:- (σελ. 91)

«Το ότι η πιθανότητα εκδηλώσεως του κινδύνου ήταν μικρή (slight) δεν απαλλάττει τον κάτοχο των υποστατικών από τη λήψη προστατευτικών μέτρων εφόσο ο κίνδυνος είναι προβλεπτός, όπως ήταν στην παρούσα υπόθεση.»

(Βλέπε, μεταξύ άλλων, Thake v Maurice [1986] 1 All ER 497.)

Το κριτήριο για τον προσδιορισμό του καθήκοντος επιμέλειας δεν εντοπίζεται στις πιθανότητες εκδήλωσης του κινδύνου αλλά στο προβλεπτό του και στη δυνατότητα αποτροπής του με λογικά προσιτά μέσα. 

Αποτελεί, όντως, καθήκον του εργοδότη, όπως σημειώνει και το [*926]πρωτόδικο Δικαστήριο, να μην εκθέτει τον εργοδοτούμενό του σε «περιττούς» κινδύνους στην εργασία του. Αχρείαστος (unnecessary) είναι ο κίνδυνος, καθώς εξηγείται στην Tziellas v. The Ship ‘Nadalena H’ (1982) 1 C.L.R. 807, ο οποίος είναι, αφενός, προβλεπτός  και, αφετέρου, αποφευκτός, με τη λήψη των κατάλληλων προφυλακτικών μέτρων.  Στην ίδια απόφαση, τονίζεται ότι, με την πρόοδο της τεχνολογίας και με την ανάπτυξη των μέσων για την αποτροπή κινδύνων, ευκολότερη καθίσταται τόσο η πρόβλεψη των κινδύνων όσο και η εξουδετέρωσή τους. 

Στην προκείμενη υπόθεση, ο κίνδυνος ήταν απομακρυσμένος μεν αλλά υπαρκτός.  Εγειρόταν, επομένως, καθήκον του εργοδότη προς αποτροπή του, που, ως η μαρτυρία απoκάλυψε, ήταν εύκολο εγχείρημα, με τον εφοδιασμό του χειριστή της πρέσας με χειρολαβές, η απόκτηση των οποίων ήταν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ευχερής.  Οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να πάρουν το προστατευτικό αυτό μέτρο και, ως εκ τούτου, εξέθεσαν τον εργοδοτούμενό τους, τον εφεσείοντα, σε αχρείαστο κίνδυνο (unnecessary risk), γεγονός που στοιχειοθετεί και την ευθύνη τους για το δυστύχημα.

Άλλο μέτρο προστασίας του εργοδοτουμένου ήταν η παροχή πριν το δυστύχημα των οδηγιών, που δόθηκαν μετά  την εκδήλωσή του, για κινητοποίηση του μηχανισμού με την πίεση του πατιδιού μετά το κλείσιμο του προφυλακτήρα και ποτέ πριν.

Παραβίασαν οι εφεσίβλητοι το καθήκον επιμέλειας προς τον εφεσείοντα.

Στον ίδιο τον εφεσείοντα καμιά ευθύνη δεν αποδόθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο για συμβολή του στο δυστύχημα, ούτε και θα μπορούσε να αποδοθεί.

Υπό το φως των ανωτέρω, η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Υποκαθίσταται με απόφαση υπέρ του εφεσείοντος για το συμφωνηθέν ποσό των £6.000,00, πλέον τόκο προς 8% από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, ήτοι της 26ης Απριλίου, 2000, με έξοδα υπέρ του ενάγοντος.

Η�έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσείοντος ως ανωτέρω.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο