Ζήνωνος Αντρέας και Άλλοι ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (2002) 1 ΑΑΔ 927

(2002) 1 ΑΑΔ 927

[*927]28 Ιουνίου, 2002

 [ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

1.  ΑΝΤΡΕΑΣ ΖΗΝΩΝΟΣ,

2.  ΑΝΤΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,

3.  ΜΕΛΠΩ ΑΝΤΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,

4.  ΛΕΝΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΣΠΑΝΟΥ,

5.  ΒΑΣΟΥΛΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΣΠΑΝΟΥ,

6.  ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΖΗΝΩΝΟΣ,

7.  ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

8.  ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,

ν.

ΛΑΪΚΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ (ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΙΣ) ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11058)

 

Συμβάσεις ― Ερμηνεία ― Το κριτήριο είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο ― Για το σκοπό αυτό μπορεί να εμπλουτισθεί η γνώση με την αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων πάντοτε των διαπραγματεύσεων, καθώς και μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων.

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου.

Βάσει συμφωνιών, που συνομολογήθηκαν μεταξύ εφεσιβλήτων και εφεσειόντων - (τεκμήρια 6 και 6Α) - οι πρώτοι χορήγησαν δάνειο £45.000,00 σε δύο από τους εφεσείοντες - στον 1 και 2 - την αποπληρωμή του οποίου εγγυήθηκαν οι υπόλοιποι από αυτούς.  Επιπροσθέτως, οι εφεσείοντες 3, 4 και 5 παρείχαν εξασφάλιση για την αποπληρωμή του χρέους, με την υποθήκευση ακίνητης περιουσίας τους.

Οι εφεσίβλητοι ήγειραν αγωγή κατά των εφεσειόντων για παράλειψη των τελευταίων να αποπληρώσουν το χρέος τους προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους λόγους:

Οι σχετικές συμφωνίες – τεκμήρια 6 και 6Α ήταν άκυρες λόγω απουσίας ανταλλάγματος και διότι λήφθηκαν κάτω από συνθήκες δό[*928]λου και απάτης.  Η μόνη συμφωνία, την οποίαν υπέγραψαν είναι εκείνη η οποία περιέχεται στο τεκμήριο 4, που διαλαμβάνει τη συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων 1 και 2, αφενός, και των εφεσιβλήτων, αφετέρου, βάσει της οποίας η τράπεζα θα χορηγούσε σ’ αυτούς δάνειο £45.000,00.  Οι συμφωνηθέντες όροι καθόριζαν:

α) Το χορηγούμενο δάνειο θα εχρησιμοποιείτο για την αποπληρωμή υφιστάμενων χρεών των εφεσειόντων 1 και 2 στους εφεσίβλητους.

β) Την παροχή της συγκατάθεσης των εφεσειόντων 1 και 2 στη μεταβίβαση πέντε αδειών ταξί, ώστε να καταστεί δυνατή η διάθεση των αυτοκινήτων που αυτοί απόκτησαν με χρηματοδότηση της τράπεζας, προς αποπληρωμή μέρους του τότε υπάρχοντος χρέους τους.

γ)  Την εγγύηση αποπληρωμής του χρέους από τους υπόλοιπους εφεσείοντες, και

δ) Την παροχή ασφάλειας για τον ίδιο λόγο από τους εφεσείοντες 3, 4 και 5, με την υποθήκευση περιουσίας τους.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι:

α) Τα τεκμήρια 6 και 6Α συνιστούσαν έγκυρες συμβάσεις.

β) Δικαιωματικά αναζητήθηκε από τους εφεσίβλητους η αποπληρωμή των οφειλών των εφεσειόντων, ανερχόμενη στο ποσό το οποίο διεκδικούσαν.

Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων για το οφειλόμενο ποσό των £50.828,73 και, παράλληλα, εξέδωσε διατάγματα εκποίησης των υποθηκών.

Με την έφεση προσβάλλονται οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου ως προς τη νομική υπόσταση των τεκμηρίων 4, 6 και 6Α, τα ευρήματά του αναφορικά με τους σκοπούς του δανείου, το αναξιόπιστο της μαρτυρίας των εφεσειόντων 1 και 2, η απόρριψη της θέσης ότι οι συμφωνίες στα τεκμήρια 6 και 6Α εστερούντο ανταλλάγματος και το εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε καμιά παραπλάνηση, εκ μέρους των εφεσιβλήτων, σε σχέση με την εξασφάλιση της υπογραφής των εφεσειόντων.

Αποφασίστηκε ότι:

[*929]1.      Το κριτήριο για ερμηνεία σύμβασης είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο.  Για το σκοπό αυτό μπορεί να εμπλουτισθεί η γνώση με την αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων πάντοτε των διαπραγματεύσεων, καθώς και μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων.

2.  Στην κρινόμενη περίπτωση, το υπόβαθρο των συμφωνιών – τεκμήρια 6 και 6Α – δεν ήταν άλλη συμφωνία, ούτε ήταν σκοπός των τεκμηρίων αυτών η αντικατάσταση προγενέστερης σύμβασης.  Το τεκμήριο 4 προδιέγραψε τους όρους για την παροχή δανείου στους εφεσείοντες 1 και 2.  Δε στοιχειοθέτησε, αφ’ εαυτού, ούτε δικαιώματα ούτε και υποχρεώσεις.  Συμβατικά δικαιώματα και υποχρεώσεις ανέκυψαν από τις συμβάσεις που ακολούθησαν – τεκμήρια 6 και 6Α – οι οποίες στοιχειοθετήθηκαν σύμφωνα με τις παραμέτρους που προδιέγραψε το τεκμήριο 4.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321,

Καννάουρου κ.ά. ν. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35,

Στυλιανού ν. Nicolettos Textiles Industry Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 859,

Mustafa v. Κακουρή κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 165,

Θεολόγου κ.ά. ν. Κτηματικής Εταιρείας Νέμεσις Λτδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 407,

Stefanos & Andreas Cold Stores Trading Limited v. Εταιρείας Αναψυκτικών ΚΕΑΝ Λτδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 1806.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 1/3/01 (Αρ. Αγωγής 7085/97) με την οποία κρίθηκε ότι οι ενάγοντες δικαιωματικά αναζήτησαν την πληρωμή των οφειλών των εναγομένων προς αυτούς και εξέδωσε υπέρ των εναγόντων απόφαση για ποσό £50.828,73 πλέον διάταγμα εκποίησης ενυπόθηκης ακίνητης περιουσίας των εναγομένων 3, 4 και 5.

[*930]

Α. Ευτυχίου, για τους Εφεσείοντες.

Τ. Κατσικίδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Βάσει συμφωνιών, που συνομολογήθηκαν μεταξύ εφεσιβλήτων και εφεσειόντων – (τεκμήρια 6 και 6Α) – οι πρώτοι χορήγησαν δάνειο £45.000,00 σε δύο από τους εφεσείοντες – στον 1 και 2 – την αποπληρωμή του οποίου εγγυήθηκαν οι υπόλοιποι από αυτούς.  Επιπροσθέτως, οι εφεσείοντες 3, 4 και 5 παρείχαν εξασφάλιση για την αποπληρωμή του χρέους, με την υποθήκευση ακίνητης περιουσίας τους. 

Οι εφεσίβλητοι ενήγαγαν τους εφεσείοντες για παράλειψη των τελευταίων να αποπληρώσουν το χρέος τους, αποποιούμενοι οποιαδήποτε υποχρέωση, προβάλλοντας προς τούτο σειρά λόγων, τους οποίους εξέθεσαν στην υπεράσπισή τους.  Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και ο ισχυρισμός ότι οι σχετικές συμφωνίες – τεκμήρα 6 και 6Α – που στοιχειοθετούν την οφειλή και την εξασφάλισή της, ήταν άκυρες, επειδή δεν ανταποκρίνονταν στα συστατικά στοιχεία σύμβασης, εξαιτίας της απουσίας ανταλλάγματος, και διότι λήφθηκαν κάτω από συνθήκες δόλου και απάτης.  Η τελευταία υπεράσπιση συναρτάται με τον ισχυρισμό ότι το έγγραφο, στο οποίο καταγράφεται η συμφωνία – τεκμήριο 6, είχε υπογραφεί εν λευκώ από τους εφεσείοντες και ότι το περιεχόμενό του, που συμπληρώθηκε αργότερα από τους εφεσίβλητους, δεν ενσωματώνει τα συμφωνηθέντα.  Είναι η θέση των εφεσειόντων 1 και 2 ότι η μόνη συμφωνία, την οποία υπέγραψαν, είναι εκείνη η οποία περιέχεται στο τεκμήριο 4, που διαλαμβάνει τη συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων 1 και 2, αφενός, και των εφεσιβλήτων, αφετέρου, βάσει της οποίας η τράπεζα θα χορηγούσε σ’ αυτούς δάνειο £45.000,00.  Οι συμφωνηθέντες όροι καθόριζαν:-

(α)   Το χορηγούμενο δάνειο θα εχρησιμοποιείτο για την αποπληρωμή υφιστάμενων χρεών των εφεσειόντων 1 και 2 στους εφεσίβλητους.

(β)   Την παροχή της συγκατάθεσης των εφεσειόντων 1 και 2 στη μεταβίβαση πέντε αδειών ταξί, ώστε να καταστεί δυ[*931]νατή η διάθεση των αυτοκινήτων που αυτοί απόκτησαν με χρηματοδότηση της τράπεζας, προς αποπληρωμή μέρους του τότε υπάρχοντος χρέους τους.

(γ)   Την  εγγύηση αποπληρωμής του χρέους από τους υπόλοιπους εφεσείοντες· και

(δ)   Την παροχή ασφάλειας για τον ίδιο λόγο από τους εφεσείοντες 3, 4 και 5, με την υποθήκευση περιουσίας τους.

Αφού το Δικαστήριο άκουσε μαρτυρία εκατέρωθεν, αναφορικά με τις συνθήκες συνομολόγησης των τεκμηρίων 6 και 6Α, και με τα γεγονότα που ακολούθησαν τα συμφωνηθέντα στο τεκμήριο 4, μεταξύ των οποίων και το γεγονός ότι οι εφεσείοντες 1 και 2 συγκατένευσαν στη μεταβίβαση των αδειών ταξί «Τ» στους νέους αγοραστές, αποφάσισε ότι:-

(α)   Τα τεκμήρια 6 και 6Α  συνιστούσαν έγκυρες συμβάσεις.

(β)   Δικαιωματικά αναζητήθηκε από τους εφεσίβλητους η αποπληρωμή των οφειλών των εφεσειόντων, ανερχόμενη στο ποσό το οποίο διεκδικούσαν. 

Συνακόλουθα, το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων για το οφειλόμενο ποσό των £50.828,73 και, παράλληλα, εξέδωσε διάταγματα εκποίησης των υποθηκών. 

Με την έφεση προσβάλλονται:-

(α)   Οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου ως προς τη νομική υπόσταση των τεκμηρίων 4, 6 και 6Α.

(β)   Τα ευρήματα του Δικαστηρίου αναφορικά με τους σκοπούς του δανείου.  Συγκεκριμένα προσβάλλεται η απόρριψη της θέσης των εφεσειόντων ότι σκοπός του δανείου ήταν η χρηματοδότησή τους για επαναδραστηριοποίηση και όχι η αποπληρωμή υφιστάμενου χρέους.

(γ)   Το αναξιόπιστο της μαρτυρίας των εφεσειόντων 1 και 2.

(δ)   Η απόρριψη της θέσης των εφεσειόντων 1 και 2 ότι οι συμφωνίες, που περιέχονται στα τεκμήρια  6 και 6Α, εστερούντο ανταλλάγματος και ήταν γι’ αυτό το λόγο άκυρες, λόγος ο οποίος συμπλέκεται με το λόγο έφεσης (α)· και

[*932]

(ε) Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε καμιά παραπλάνηση, εκ μέρους των εφεσιβλήτων, σε σχέση με την εξασφάλιση της υπογραφής των εφεσειόντων στα τεκμήρια 6 και 6Α, λόγος και πάλιν αλληλένδετος με τη νομική υπόσταση του τεκμηρίου 4. 

Δύο είναι τα ουσιαστικά ζητήματα τα οποία τίθενται με την έφεση και τα οποία χρήζουν εξέτασης:-

1.  Η κρίση του Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων, στην οποία θεμελιώνονται, μεταξύ άλλων, τα ευρήματά του για τα κρίσιμα γεγονότα· και

2.  Η νομική υπόσταση των Τεκμηρίων 6 και 6Α.

Σειρά τεκμηρίων κατατέθηκαν από τους εφεσίβλητους, αναφορικά με την παραχώρηση του δανείου στους εφεσείοντες 1 και 2 και τη διάθεση του ποσού των £45.000,00 στους ίδιους.  Αυτά επιμαρτυρούν: (α) τη χρέωση του λογαριασμού των εφεσειόντων 1 και 2 με το ποσό των £45.000,00 – τεκμήριο 7 – και (β) την εξόφληση ανάλογου χρέους των ιδίων ατόμων προς την τράπεζα – τεκμήριο 8.  Ο ισχυρισμός των εφεσειόντων 1 και 2 – ότι τους δόθηκε ποσό μόνο £40.000,00 – καταρρίπτεται από τα έγγραφα αυτά. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε ενδελεχή θεώρηση της εκατέρωθεν μαρτυρίας, πριν προβεί στα ευρήματά του.

Όπως έχει κατ’ επανάληψη λεχθεί, μόνο όπου παρέχονται λόγοι που, εξ αντικειμένου, τείνουν να κλονίσουν τα ευρήματα του Δικαστηρίου, παρέχεται πεδίο στο Εφετείο να επέμβει σ’ αυτά – (βλ. Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321· Καννάουρου κ.ά. ν. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35· Στυλιανού ν. Nicolettos Textiles Industry Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 859· Mustafa v. Κακουρή κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 165).  Στην προκείμενη περίπτωση, όχι μόνο δεν έχει προταθεί τέτοιος λόγος, αλλά, αντίθετα, όλες οι αντικειμενικές ενδείξεις συγκλίνουν προς τα ευρήματα του Δικαστηρίου. Το προϋπάρχον χρέος των εφεσειόντων 1 και 2 προς τους εφεσίβλητους ήταν υπαρκτό, εξασφαλισμένο με υποθήκες των εφεσειόντων 3, 4 και 5, οι οποίες καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν με νέες, ως ασφάλεια για το νέο δάνειο.  Η χορήγηση νέου δανείου και οι όροι, κάτω από τους οποίους αυτό θα παραχωρείτο, προδιαγράφονται στο τεκμήριο 4, ενώ, παράλληλα, καθορίζεται και αυτός τούτος ο σκοπός του δανείου, που ήταν η εξόφληση υφιστάμενων υποχρεώ[*933]σεων των εφεσειόντων 1 και 2. 

Οι συμφωνίες, που ακολούθησαν και ενσωματώνονται στα τεκμήρια 6 και 6Α, ήταν απόρροια της συμφωνίας που καταγράφεται στο τεκμήριο 4.  Αρκεί μόνο να σημειωθεί ότι το τεκμήριο 4 πρόβλεπε την παροχή εγγυήσεων και διασφαλίσεων ως προϋπόθεση για τη χορήγηση του δανείου, η οποία εκπληρώθηκε με τη συνομολόγηση των συμφωνιών που ακολούθησαν – τεκμήρια 6 και 6Α.  Οι συμβάσεις, που ακολούθησαν, υλοποίησαν τα προδιαγραφέντα στο τεκμήριο 4, το οποίο καθόρισε τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση του δανείου, σημαντικότερη των οποίων ήταν η σύναψη σύμβασης σύμφωνα με τους καθοριζόμενους όρους. 

Ως προς τις αρχές που διέπουν την ερμηνεία των συμβάσεων, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στο ακόλουθο απόσπασμα από την απόφασή μας στη Θεολόγου κ.ά. ν. Κτηματικής Εταιρείας Νέμεσις Λτδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 407:-

«Οι αρχές που διέπουν την ερμηνεία σύμβασης είναι καλά καθιερωμένες και δεν χρειάζεται να τις επαναλάβουμε. (Βλ. Saab and Another v. Holy Monastery Ay. Neophytos (1982) 1 C.L.R. 499).  Πρέπει να σημειώσουμε ότι, συνεχής είναι η τάση προς εναρμόνιση των αρχών ερμηνείας των συμβάσεων με τα κρατούντα στην καθημερινή ζωή.  Το κριτήριο είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο. Για το σκοπό αυτό μπορεί να εμπλουτισθεί η γνώση με την αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων πάντοτε των διαπραγματεύσεων, καθώς και μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων.  Μαρτυρία που αναφέρεται στους υποκειμενικούς παράγοντες μπορεί να γίνει δεκτή μόνο σε αγωγή για διόρθωση του εγγράφου (rectification). (Βλ. ICS v. West Bromwich BS [1998] 1 All E.R. 98 (HL)).  Το αντικείμενο βέβαια της ερμηνείας παραμένει πάντοτε η έννοια των όρων της συμφωνίας κατά το μέσο λογικό άνθρωπο.  Η έννοια, η οποία μεταδίδεται σ΄ αυτόν, για τα συμφωνηθέντα.»

Βλέπε, επίσης, Stefanos & Andreas Cold Stores Trading Limited v. Εταιρείας Αναψυκτικών ΚΕΑΝ Λίμιτεδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 1806.

Στην προκείμενη περίπτωση, το υπόβαθρο των συμφωνιών – τεκμήρια 6 και 6Α – δεν ήταν άλλη συμφωνία, ούτε ήταν σκοπός των τεκμηρίων αυτών η αντικατάσταση προγενέστερης σύμβασης.  Το [*934]τεκμήριο 4 προδιέγραψε τους όρους για την παροχή δανείου στους εφεσείοντες 1 και 2.  Δε στοιχειοθέτησε, αφ’ εαυτού, ούτε δικαιώματα ούτε και υποχρεώσεις.  Συμβατικά δικαιώματα και υποχρεώσεις ανέκυψαν από τις συμβάσεις που ακολούθησαν – τεκμήρια 6 και 6Α – οι οποίες στοιχειοθετήθηκαν σύμφωνα με τις παραμέτρους που προδιέγραψε το τεκμήριο 4. 

Κρίνουμε την έφεση ανεδαφική.  Απορρίπτεται με έξοδα.

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο