Δημητρίου Γεώργιος ν. Κλεόβουλου Συμεωνίδη (2002) 1 ΑΑΔ 1018

(2002) 1 ΑΑΔ 1018

[*1018]11 Ιουλίου, 2002

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

ν.

ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΥ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10854)

 

Συμβάσεις ― Παρανομία ― Πρέπει να αναφέρεται ρητώς στα δικόγραφα ― Έκδηλη παρανομία ― Μόνο όταν η παρανομία είναι έκδηλη εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου ― Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις οποίες κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.

Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ― Αναβολή ακροάσεως αγωγής ― Αλλεπάλληλες αναβολές λόγω απουσίας μάρτυρος στο εξωτερικό ― Υποβολή νέου αιτήματος για αναβολή κατά την ημέρα ορισμού της υπόθεσης προς συμπλήρωση της ακρόασης και όταν ο μάρτυρας ήταν πλέον στην Κύπρο αλλά σύμφωνα με ιατρικό πιστοποιητικό είχε άδεια απουσίας από την εργασία του ― Το ιατρικό πιστοποιητικό δεν ήταν αρκετό να θεμελιώσει αδυναμία προσέλευσης ― Χειρισμός πρωτόδικου Δικαστηρίου, επικροτήθηκε κατ’ έφεση.

Ο εφεσίβλητος αξίωσε από τον εφεσείοντα το ποσό των £9.100 ως το υπόλοιπο της συμφωνηθείσας αξίας 100 κατσίκων και 120 εριφίων τα οποία, όπως ήταν ο ισχυρισμός του, του πώλησε και παρέδωσε.  Ο εφεσείων αρνήθηκε ότι ο ίδιος είχε αγοράσει οτιδήποτε από τον εφεσίβλητο και ισχυρίσθηκε ότι η δοσοληψία δεν τον αφορούσε, αλλά ότι συνόδεψε κάποιο Α. Μαλτέζο στη μάντρα του εφεσίβλητου και εκείνος είχε αγοράσει 55 αίγες και 65 ερίφια έναντι της συμφωνηθείσας τιμής των £4.900.  Στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων ο εφεσείων ισχυρίσθηκε ότι η συμφωνία πώλησης ήταν παράνομη επειδή δεν υπήρχε πι[*1019]στοποιητικό ιδιοκτησίας και δεν τηρήθηκε η κατά νόμο διαδικασία, σύμφωνα με τα Άρθρα 4 και 5 του περί Πιστοποιητικών Ζώων Νόμου, Κεφ. 29.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε πως ενόψει της φύσης της υπεράσπισης του εφεσείοντος δεν του επιτρεπόταν να εγείρει τέτοιο θέμα αλλά το εξέτασε και στην ουσία του.  Σημείωσε πως δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί η ιδιοκτησία των ζώων από τον εφεσίβλητο που ήταν παραδεκτό πως ασχολείτο με την εκτροφή ζώων και παρέπεμψε στα δύο πιστοποιητικά που εκδόθηκαν (τεκμήρια 1 και 2) ενόψει της επίδικης πώλησης.  Δεν διαπίστωσε, επομένως, παρανομία και έκρινε πως η εισήγηση ήταν, εν πάση περιπτώσει, αβάσιμη.

Κατ’ έφεση ο εφεσείων αμφισβήτησε:

α) Την ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η μαρτυρία του εφεσίβλητου ήταν αληθινή, και

β) την ορθότητα της απόρριψης της εισήγησής του πως η αγωγή θα έπρεπε να είχε απορριφθεί ούτως ή άλλως, ως στηριγμένη σε παράνομη και συνεπώς ανύπαρκτη πώληση.

Η εισήγηση του εφεσείοντος για παρανομία περιορίστηκε κατ’ έφεση στο ότι, κατά την έκδοση των δύο πιστοποιητικών, δεν είχαν καταμετρηθεί τα ζώα ενώ κατά την έκδοση του δεύτερου δεν ήταν παρών ο αγοραστής.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η αξιολόγηση της μαρτυρίας ήταν ορθή και δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε που να δικαιολογεί την παρέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.

2.  Το Δικαστήριο παρεμβαίνει αυτεπαγγέλτως προς καταστολή παρανομίας όποτε αυτή προκύπτει εκδήλως.  Στην παρούσα υπόθεση δεν παρέχεται έδαφος για περαιτέρω διερεύνηση του θέματος αυτού. Ελλείπουν εξ αντικειμένου κρίσιμα στοιχεία στα οποία, βεβαίως, δεν είχε στραφεί η προσοχή του εφεσίβλητου μέχρι και τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας.

3.  Δεν διακρίνεται έρεισμα που να στηρίζει την άποψη περί έκδηλης παράβασης του Κεφ. 29 για τους λόγους που επικαλέσθηκε ο εφεσείων.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

[*1020]Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ayia Napa Nissi Development Ltd κ.ά. ν. Παπαμιχαήλ (1992) 1 Α.Α.Δ. 549,

Χρίστου ν. S.D. Clinic Co. Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 2039.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 31/5/00 (Αρ. Αγωγής 1918/97) με την οποία επεδίκασε υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγομένου ποσό £9.100 ως υπόλοιπο οφειλόμενο και μη καταβληθέν της συμφωνηθείσας αξίας 100 κατσίκων και 120 εριφίων τα οποία ο ενάγων πώλησε και παρέδωσε στον εναγόμενο.

Κ. Ευσταθίου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Φλωρίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δοθεί από το δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Ο εφεσίβλητος αξίωσε από τον εφεσείοντα το ποσό των £9.100 ως το υπόλοιπο, μετά την καταβολή του ποσού των £900, της συμφωνηθείσας αξίας 100 κατσίκων και 120 εριφίων τα οποία, όπως ήταν ο ισχυρισμός του, του πώλησε και παρέδωσε. Ήταν η υπεράσπιση του εφεσείοντα πως δεν είχε ο ίδιος αγοράσει οτιδήποτε από τον εφεσίβλητο. Είχε συνοδεύσει κάποιο Α. Μαλτέζο στη μάντρα του εφεσίβλητου και εκείνος είχε αγοράσει 55 αίγες και 65 ερίφια έναντι της συμφωνηθείσας τιμής των £4.900, έναντι των οποίων ο Α. Μαλτέζος κατέβαλε τις £900.  Η δοσολοψία δεν τον αφορούσε.

Κατέθεσαν ως μάρτυρες από τη μια πλευρά ο εφεσίβλητος, ο Πρ. Κούππα που ήταν παρών μέχρι ενός σημείου, ο Γ. Γεωργίου, Κοινοτάρχης του Πέρα Χωρίου Νήσου και οι Θ. Βενιζέλου και Χρ. Ηρακλέους υπάλληλοι στο Συμβούλιο Βελτιώσεως Πέρα Χωρίου Νήσου.  Από την άλλη, μόνο ο εφεσείων  και είναι το πρώτο παράπονό του πως στερήθηκε της ευκαιρίας να παρουσιάσει την υπόθεσή του αφού απορρίφθηκε αίτημά του για αναβολή ώστε να εξασφαλισθεί η παρουσία  και του Α. Μαλτέζου ως μάρτυρα.  Κατά τα άλλα αμφισβητεί:

[*1021](α)       Την ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως ήταν η μαρτυρία του εφεσείοντα, όπως σε ορισμένα σημεία υποστηριζόταν και από τους άλλους μάρτυρες, ιδίως του Πρ. Κούππα, που ήταν η αληθινή, και

(β)  την ορθότητα της απόρριψης της εισήγησής του πως η αγωγή θα έπρεπε να είχε απορριφθεί ούτως ή άλλως, ως στηριγμένη σε παράνομη και συνεπώς ανύπαρκτη πώληση.

Η άρνηση αναβολής

Όταν στις 25.6.99 κατέθεσε και ο εφεσείων υποβλήθηκε εκ μέρους του αίτημα για αναβολή επειδή ο Α. Μαλτέζος βρισκόταν στον Ισραήλ όπου θα υποβαλλόταν, μετά από δολοφονική απόπειρα εναντίον του, σε εγχείρηση στο πόδι.  Δεν υπήρξε ένσταση και η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 9.7.99 και στη συνέχεια, επειδή, όπως δηλώθηκε, ο μάρτυρας εξακολουθούσε να βρίσκεται στο εξωτερικό, για τις 10.9.99 και 27.9.99, για “προγραμματισμό”.  Ορίστηκε, λοιπόν, η υπόθεση προς συμπλήρωση της ακρόασης στην παρουσία των δικηγόρων και των δυο πλευρών, για τις 27.10.99 οπότε υποβλήθηκε και το νέο αίτημα για αναβολή.  Ο Α. Μαλτέζος ήταν πλέον στην Κύπρο αλλά σύμφωνα με ιατρικό πιστοποιητικό που προσκομίστηκε, είχε άδεια απουσίας από την εργασία του από 1.10.99 μέχρι 30.11.99.

Επικροτούμε το χειρισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Η υπόθεση αναβαλλόταν ακριβώς με αναφορά στην απουσία του μάρτυρα και ευστόχως σημειώθηκε πως όταν έγινε ο τελικός προγραμματισμός δεν υπήρξε επιφύλαξη ως προς τη δυνατότητα συμπλήρωσης της ακρόασης κατά την ημερομηνία που δόθηκε.  Όπως και το γεγονός ότι το ιατρικό πιστοποιητικό δεν ήταν αφ΄εαυτού δηλωτικό αδυναμίας του μάρτυρα,  ο οποίος ας σημειωθεί δεν είχε καν κλητευθεί, να εμφανιστεί.  Είχε εκδοθεί σχεδόν προ μηνός, συνιστούσε μόνο άδεια απουσίας από την εργασία του και δεν ήταν αρκετό για να θεμελιώσει αδυναμία προσέλευσης.

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας

Ο εφεσίβλητος άφησε το πρωτόδικο Δικαστήριο με τις καλύτερες εντυπώσεις ως ένας ειλικρινής απλοϊκός άνθρωπος που εμπιστεύθηκε τον εφεσείοντα και του οποίου η μαρτυρία, ως εκεί που ήταν δυνατό, υποστηριζόταν και από τους άλλους μάρτυρες.  Είχε μιλήσει για τις οικονομικές του δυσκολίες και την επιθυμία του να πωλήσει το κοπάδι του σε υπάλληλο του εφεσείοντα,  τον οποίο  πολύ υποληπτόταν.  Διευθετήθηκε συνάντηση στη μάντρα του και [*1022]έφθασε εκεί με τα αυτοκίνητά του ο εφεσείων.  Μαζί εισήλθαν στη μάντρα για τις λεπτομέρειες και ήταν σαφής η συμφωνία τους για την αγορά από τον ίδιο των ζώων που αναφέρθηκαν έναντι του ποσού των £10.000, με τη ρητή διαβεβαίωση πως το υπόλοιπο, αφού του καταβλήθηκε τότε το ποσό των £900, θα του το εξοφλούσε την επομένη.  Ο Α. Μαλτέζος δεν ήταν καν εκεί σε εκείνο το στάδιο και αυτή η ουσιώδης λεπτομέρεια επιβεβαιώθηκε από τον Πρ. Κούππα.  Αυτός ήταν στη μάντρα του εφεσίβλητου για άλλο σκοπό, είδε τους διάδικους να εισέρχονται στα υποστατικά και ήταν αργότερα που έφθασε και παρέμεινε έξω από τη μάντρα ο Α. Μαλτέζος.  Τα ζώα φορτώθηκαν στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα από τους δικούς του υπαλλήλους και η εκδοχή του πως απλώς θέλησε να βοηθήσει τον Α. Μαλτέζο, στον οποίο  υποτίθεται μάλιστα ότι δάνεισε και το ποσό των £900 που εκείνος πλήρωσε στον εφεσίβλητο, απορρίφθηκε ως ψευδής.

Ήταν Κυριακή, το γραφείο του Κοινοτάρχη ήταν κλειστό και, όπως εξήγησε ο εφεσίβλητος, συμφωνήθηκε να συναντηθούν την επομένη.  Με την παράκληση όμως του εφεσείοντα να εκδοθεί πιστοποιητικό για ένα μέρος των ζώων (55 αίγες και 65 ερίφια) στο όνομα του Α. Μαλτέζου.  Όπως βεβαιώθηκε και από τους υπαλλήλους του Συμβουλίου, τη Δευτέρα πράγματι εκδόθηκε πιστοποιητικό για τον εφεσίβλητο ως ιδιοκτήτη και τον Α. Μαλτέζο ως το πρόσωπο στο οποίο το αναφερθέν μέρος των ζώων πωλήθηκε.  Αυτά στην παρουσία του Α. Μαλτέζου και αφού ο εφεσείων, επειδή δεν είχε εμπιστοσύνη σε εκείνο, εξασφάλισε τηλεφωνικώς επαναβεβαίωση της επιθυμίας του εφεσείοντα να εκδοθεί εκείνο το πιστοποιητικό στο όνομα του Α. Μαλτέζου, ενόψει δικής τους διευθέτησης.  Eπίσης τον βεβαίωσε πως θα τον επισκεπτόταν την επομένη  για τη διευθέτηση του υπολοίπου χωρίς όμως να τηρήσει την υπόσχεσή του.  Ο εφεσίβλητος μερίμνησε για την έκδοση και δεύτερου πιστοποιητικού ιδιοκτησίας για τα υπόλοιπα ζώα το οποίο κράτησε, για να καταλήξει όμως με καταγγελία στην αστυνομία όταν πληροφορήθηκε πως ο εφεσείων είχε εξασφαλίσει ο ίδιος άλλο πιστοποιητικό, στο οποίο εμφανιζόταν ως πωλητής άλλο πρόσωπο για τον ίδιο αριθμό ζώων.  Οι λεπτομέρειες σε σχέση με αυτή την πτυχή δεν ενδιαφέρουν ούτε και τίθεται ζήτημα αναφοράς σε εξ ακοής μαρτυρία. Όπως προέκυψε, με πρωτοβουλία του Συμβουλίου, ζητήθηκε εκείνο το πιστοποιητικό (τεκμήριο 3) από τον εφεσείοντα ο οποίος και το παρέδωσε χωρίς διαμαρτυρία γεγονός που επίσης σημειώθηκε στην πρωτόδικη απόφαση.

Ο εφεσείων προβάλλει τώρα το γενικό ισχυρισμό πως ήταν εσφαλμένη η προσέγγιση και αξιολόγηση της μαρτυρίας με τη μόνη [*1023]ειδική εξήγηση πως δεν ενίσχυε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου ο Πρ. Κούππας. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε και δεν διαπιστώνουμε λάθος στην πρωτόδικη απόφαση που θα επέτρεπε παρέμβασή μας σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας.

Η κατ’ ισχυρισμόν παρανομία

Έχουμε δει πως δεν τέθηκε τέτοιο θέμα στην υπεράσπιση του εφεσείοντα. Υποβλήθηκε εισήγηση στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων και, όπως τη συνοψίζει το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφορούσε στην κατ΄ισχυρισμό έλλειψη πιστοποιητικού ιδιοκτησίας και στη μή τήρηση  της κατά νόμο διαδικασίας, σύμφωνα δηλαδή με τα άρθρα 4 και 5 του περί Πιστοποιητικών Ζώων Νόμου, Κεφ. 29.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε πως ενόψει της φύσης της υπεράσπισης του εφεσείοντα δεν του επιτρεπόταν να εγείρει τέτοιο θέμα αλλά το εξέτασε και στην ουσία του.  Σημείωσε πως δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί η ιδιοκτησία των ζώων από τον εφεσίβλητο που ήταν παραδεκτό πως ασχολείτο με την εκτροφή ζώων και παρέπεμψε στα δυο πιστοποιητικά που εκδόθηκαν (τεκμήρια 1 και 2) ενόψει της επίδικης πώλησης.  Δεν διαπίστωσε, επομένως, παρανομία και έκρινε πως η εισήγηση ήταν, εν πάση περιπτώσει, αβάσιμη.

Στην ειδοποίηση έφεσης και στο περίγραμμα αγόρευσης του εφεσείοντα, προσδιορίζεται ως το υπόβαθρο του παραπόνου του η άποψη πως ήταν άκυρη η κατ΄ισχυρισμό πώληση “αφ΄ης στιγμής δεν κατείχε, (ο εφεσίβλητος) πιστοποιητικό ιδιοκτησίας πριν ούτε και παρέδωσε έγκυρο πιστοποιητικό ιδιοκτησίας κατά ή μετά την ισχυριζόμενη πώληση”.

Πράγματι, όμως, ήταν παραδεκτά όσα σημείωσε το Πρωτόδικο Δικαστήριο και ουδέποτε τέθηκε το θέμα, κατά την εξέταση και την αντεξέταση των μαρτύρων, της κατοχής ή μή άλλων πιστοποιητικών, πριν την επίδικη πώληση.  Μάλιστα, έχουμε δει στα πρακτικά την αναφορά του εφεσίβλητου στο γεγονός της προγενέστερης καταγραφής των ζώων του από τον κοινοτάρχη.  Θεωρούμε ότι ευστόχως ο εφεσίβλητος επικαλείται επί του προκειμένου τη νομολογία μας σύμφωνα με την οποία το Δικαστήριο παρεμβαίνει αυτεπαγγέλτως προς καταστολή παρανομίας όποτε αυτή προκύπτει εκδήλως. (Βλ. Ayia Napa Nissi Development Ltd κ.ά. ν. Παπαμιχαήλ (1992) 1 Α.Α.Δ. 549 και Αντιγόνη Χρίστου ν. S.D. Clinic Co Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 2039.  Δεν παρέχεται, λοιπόν, έδαφος για περαιτέρω διερεύνηση αυτού του θέματος.  Ελλείπουν εξ αντικειμένου κρίσιμα στοιχεία στα οποία, βεβαίως, δεν είχε στραφεί η προσοχή του εφεσίβλητου μέχρι και τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικα[*1024]σίας.  Και αυτό, πέρα από το ότι, και να υπήρχε το υπόβαθρο, θα παρέμενε ως ξεχωριστό θέμα το κατά πόσο θα αναδυόταν εν πάση περιπτώσει έκδηλη παρανομία που θα επηρέαζε το κύρος της πώλησης όταν, ούτως ή άλλως, εκδόθηκαν τα αναφερθέντα πιστοποιητικά ιδιοκτησίας. Σημειώνουμε εδώ πως στην Αντιγόνη Χρίστου (ανωτέρω) κρίθηκε πως η φύση των εκατέρωθεν επιχειρημάτων αποχαρακτήριζε την όποια ενδεχόμενη παρανομία ως έκδηλη.

Αναφερθήκαμε στα πιο πάνω παρά το ότι θα ήταν ίσως δυνατό να εκληφθεί πως με τις δηλώσεις εκ μέρους του εφεσείοντα κατά την ακρόαση της έφεσης, η εμβέλεια της εισήγησής του για παρανομία περιορίστηκε ώστε να αναφέρεται σε άλλο εντελώς ξεχωριστό ζήτημα. Θα το εξετάσουμε όμως και αυτό ως δυνάμενο να ενταχθεί στο γενικό ισχυρισμό πως τα πιστοποιητικά που εκδόθηκαν δεν ήταν έγκυρα. Μας αναφέρθηκε πως η παρανομία την οποία είχε υπόψη του ο εφεσείων αφορά στο ότι, κατά την έκδοση των δυο πιστοποιητικών, δεν είχαν καταμετρηθεί τα ζώα ενώ, επιπρόσθετα, κατά την έκδοση του δεύτερου δεν ήταν παρών ο αγοραστής.  Είναι και αυτά αβάσιμα.  Και να ήταν δυνατό να κοιτάξουμε πίσω από τα πιστοποιητικά όπως αυτά δόθηκαν στον εφεσίβλητο, δεν διακρίνουμε έρεισμα που να στηρίζει την άποψη περί έκδηλης παράβασης του Κεφ. 29, για τέτοιους λόγους. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο