Λάμπρου Στέλλα ν. Λάμπρου Λάμπρου (2002) 1 ΑΑΔ 1092

(2002) 1 ΑΑΔ 1092

[*1092]19 Ιουλίου, 2002

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΜΠΡΟΥ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

ν.

ΛΑΜΠΡΟΥ ΛΑΜΠΡΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Καθ’ου η αίτηση.

(Έφεση Αρ. 147)

 

Πολιτική Δικονομία ― Πρακτική ― Λανθασμένη περιγραφή ονόματος (misnomer) ― Η διόρθωσή της ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ― Το Δικαστήριο δεν πρέπει να επιτρέπει σε άτομα να αποκτούν πλεονέκτημα από μια λανθασμένη περιγραφή ονόματος όταν όλοι γνωρίζουν την πραγματικότητα.

Πολιτική Δικονομία ― Δικόγραφα ― Τροποποίηση δικογράφων ― Διαταγή 25, θεσμός 1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ― Εφαρμοστέες αρχές.

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της πρωτόδικης απόφασης με την οποία είχε απορριφθεί αίτηση της εφεσείουσας-αιτήτριας, στηριζόμενη στη Διαταγή 25, θεσμός 1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, για τροποποίηση του ονόματος του ανήλικου γιού της, όπως είχε συμπεριληφθεί στο διάταγμα φύλαξης και επιμέλειας του, από “Γιώργος Λάμπρου” σε “Ανδρέας Λάμπρου”.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στις αρχές που διέπουν την τροποποίηση δικογράφων στην αγγλική νομολογία και στην κυπριακή νομολογία, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 25 όπως συνοψίσθηκαν στην υπόθεση Σ. Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation Ltd κ.ά. (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 33, αποφάνθηκε ότι η αναφορά σε λανθασμένο όνομα (misnomer) μπορούσε να διορθωθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 25, θεσμού 1, όπως επίσης και σύμφωνα με τη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου.

[*1093]

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση εναντίον του εφεσίβλητου.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ευριπίδου ν. Καννάουρου (1985) 1 C.L.R. 24,

United Sea Transport Co. Ltd v. Ζάκου (1980) 1 C.L.R. 510,

Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) v. Ν.Κ. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44,

Agini v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (1999) 1 Α.Α.Δ. 11,

William Patric Jack v. Philiappa Estates Ltd (1988) 1 C.L.R. 607,

Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 934,

Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation Ltd κ.ά. (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 33,

Spyropoullos v. Transavia Holland N.V. Amsterdam (1979) 1 C.L.R. 421,

Alexander Mountain & Co. v. Rumere Ltd [1948] 2 All E.R. 482,

Etablissement Baudelot v. R.S. Graham and Co. Ltd [1953] 1 All E.R. 149,

Pearlman (Veneers) S.A. v. Bartels [1954] 3 All E.R. 659,

Mercer Alloys Corporation a.o. v. Rolls Royce Ltd [1972] 1 All E.R. 211,

Ορφανίδης ν. Μιχαηλίδης (1968) 1 C.L.R. 295,

Katarina Shipping v. Ship “Poly” (1978) 1 C.L.R. 486,

Έλληνας ν. Χριστοδούλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 438,

Ferro Fashions Ltd v. Fashion Box SRL (1999) 1 A.A.Δ. 1858.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια κατά της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 17/10/01 (Αρ. Αίτησης 81/99) με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της μητέρας του ανηλίκου [*1094]για την τροποποίηση του ονόματος του ανηλίκου όπως είχε συμπεριληφθεί στο διάταγμα φύλαξης και επιμέλειας, από “Γιώργος Λάμπρου” σε “Ανδρέας Λάμπρου”.

Α. Χ” Σέργης, για την Εφεσείουσα.

Δ. Παυλίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση εξετάζει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της μητέρας του ανηλίκου για την τροποποίηση του ονόματος του ανηλίκου όπως είχε συμπεριληφθεί στο διάταγμα φύλαξης και επιμέλειας, από “Γιώργος Λάμπρου” σε “Ανδρέας Λάμπρου”.

(α)  Τα γεγονότα, η πρωτόδικη απόφαση και η έφεση

Στις 5/7/99 το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε εκ συμφώνου διάταγμα με το οποίο η φύλαξη και επιμέλεια του ανήλικου τέκνου των διαδίκων ανατέθηκε στην εφεσείουσα.  Κατά την έκδοση του διατάγματος εκ μέρους της εφεσείουσας παρουσιάσθηκε η δικηγόρος κα Χαραλάμπους και ο εφεσίβλητος προσωπικά.  Φαίνεται ότι το διάταγμα εκδόθηκε λανθασμένα με αναφορά στον ανήλικο “Γιώργο Λάμπρου” αντί στο όνομα του “Ανδρέα Λάμπρου” που ήταν το πραγματικό όνομα του ανήλικου τέκνου των διαδίκων.  Πιστοποιητικό γέννησης που έχει κατατεθεί δείχνει ότι το ορθό όνομα του ανηλίκου είναι Ανδρέας.

Στις 28/8/2001 η εφεσείουσα καταχώρησε αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο με την οποία ζητούσε την τροποποίηση του πιο πάνω διατάγματος ούτως ώστε το όνομα του ανηλίκου να διορθωθεί από “Γιώργος Λάμπρου” σε “Ανδρέας Λάμπρου”.  Η εφεσείουσα υπεστήριξε ότι το λάθος οφειλόταν σε λανθασμένη σύνταξη της αίτησης που είχε καταχωρηθεί για τη φύλαξη και επιμέλεια του ανηλίκου και ότι το λάθος είχε υποπέσει πρόσφατα στην αντίληψη της.

Ο εφεσίβλητος έφερε ένσταση στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος γιατί η αίτηση

(i) Ηταν παράτυπη και

(ii)   Αποσκοπούσε στην καθυστέρηση της εκδίκασης άλλης αίτησης που είχε καταχωρήσει ο εφεσίβλητος.

[*1095]

Οι δύο πλευρές δεν κάλεσαν μάρτυρες προς υποστήριξη των θέσεων τους και το Δικαστήριο μετά τις αγορεύσεις των δικηγόρων, απέρριψε την αίτηση.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού προέβηκε σε μια ενδελεχή ανάλυση της σχετικής νομολογίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι

(i)   Η αίτηση δεν ενέπιπτε μέσα στις πρόνοιες της Δ.25, θ.6,

(ii)  Δεν μπορούσε να υπάρξει τροποποίηση αφού το διάταγμα που εκδόθηκε ήταν αποτέλεσμα συμβιβασμού, και ότι

(iii) Η Διαταγή 64 δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί στην παρούσα περίπτωση.

Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε λανθασμένα τις νομικές αρχές που έχει καθιερώσει η σχετική νομολογία.

(β) Η νομική πλευρά

Η Διαταγή 25, θεσμός 1, πάνω στην οποία βασίζεται η αίτηση, προνοεί ότι,

“The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, allow either party to alter or amend his indorsement or pleadings, in such manner and on such terms as may be just, and all such amendments shall be made as may be necessary for the purpose of determining the real question in controversy between the parties.”

Σε μετάφραση,

“Το Δικαστήριο ή ο Δικαστής μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, να επιτρέψει σε οποιοδήποτε διάδικο να μεταβάλει ή τροποποιήσει την οπισθογράφηση ή τα δικόγραφά του, κατά τέτοιο τρόπο και με τέτοιους όρους που θα ήταν δίκαιο, και όλες αυτές οι τροποποιήσεις πρέπει να γίνονται όπως θα ήταν αναγκαίο προς το σκοπό καθορισμού των πραγματικών ζητημάτων τα οποία αμφισβητούνται μεταξύ των διαδίκων.”

Η πιο πάνω διάταξη έτυχε ερμηνείας σε μεγάλο αριθμό υποθέσεων όπου τονίστηκε ότι η τροποποίηση δικογράφων μπορεί να επιτραπεί όταν αυτή είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς μεταξύ [*1096]των διαδίκων, εκτός από περιπτώσεις που η τροποποίηση μπορεί να επιφέρει βλάβη στον αντίδικο ή όταν ο αιτητής κινείται με κακή πίστη.  (Ίδε Ευριπίδου ν. Καννάουρου (1985) 1 C.L.R. 24, United Sea Transport Co. Ltd. v. Ζάκου (1980) 1 C.L.R. 510, Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) v. Ν.Κ. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44, Άννα Latouf Agini v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (1999) 1 Α.Α.Δ. 11, William Patric Jack v. Philiappa Estates Ltd (1988) 1 C.L.R.. 607, Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου & άλλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934 και Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation Ltd. και άλλων (1989) 1(E) A.Α.Δ. 33).

Οι προεκτάσεις της Διαταγής 25 για την τροποποίηση δικογράφων πριν από την έκδοση απόφασης εξετάστηκαν σε αριθμό υποθέσεων. Στην υπόθεση Spyropoullos v. Transavia Holland N.V. Amsterdam (1979) 1 C.L.R. 421, η εναγόμενη εταιρεία άλλαξε το όνομα της πριν την καταχώριση της αγωγής.  Το λάθος αποκαλύφθηκε μετά την καταχώριση της Έκθεσης Υπεράσπισης και ο ενάγων καταχώρησε αίτηση για την τροποποίηση του τίτλου.  Η αίτηση έγινε δεκτή αφού αφορούσε μια περίπτωση λανθασμένου ονόματος που μπορούσε να διορθωθεί.

Στην Αγγλική υπόθεση Alexander Mountain & Co. v. Rumere Ltd. [1948] 2 All E.R. 482, ο ενάγων συνεταιρισμός παρέδωσε ένα αριθμό σωλήνων στην εναγόμενη εταιρεία.  Η αγωγή που καταχωρήθηκε εναντίον της εναγόμενης εταιρείας έφερε τον τίτλο “Alexander Mountain and Co” αλλά λόγω του θανάτου του Alexander Mountain, που μείωσε τον αριθμό των συνεταίρων σε ένα, ο τίτλος της αγωγής έπρεπε να τροποποιηθεί και να αντικατασταθεί με τον τίτλο “Doris Mountain, widow, executrix of Alexander Mountain”.  Το Αγγλικό Εφετείο μετά από μια ενδελεχή εξέταση του θέματος αποφάνθηκε ότι μπορούσε να δοθεί η σχετική άδεια, αφού η τροποποίηση αφορούσε αναφορά σε λανθασμένο όνομα που δεν μπορούσε να επηρεάσει την ουσία της υπόθεσης.

Η τροποποίηση λανθασμένου ονόματος σε τίτλο αγωγής εξετάστηκε και στην επίσης Αγγλική υπόθεση Etablissement Baudelot v. R.S. Graham and Co. Ltd. [1953] 1 All ER 149.  Στην πιο πάνω υπόθεση η αγωγή καταχωρήθηκε από τους κληρονόμους της διαθήκης ενός Γάλλου που είχε πεθάνει, για την αξία εμπορευμάτων που είχαν πωληθεί και παραδοθεί.  Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι ενεργούσαν σαν εταιρεία που είχε συσταθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του Γαλλικού νόμου, που δεν ήταν ορθό.  Όταν το λάθος ανακαλύφθηκε, οι ενάγοντες ζήτησαν την τροποποίηση του τίτλου για να συμπεριλάβουν τα ονόματα των προσώπων που συναλλάττονταν [*1097]στην επιχείρηση του αποθανόντος. Το Αγγλικό Εφετείο αποφάνθηκε ότι η αίτηση θα έπρεπε να γίνει δεκτή, αφού μια λανθασμένη αναφορά στον τίτλο της αγωγής δεν μπορούσε να επηρεάσει την ουσία της διαφοράς που το Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει.

Οι αρχές που διέπουν την τροποποίηση δικογράφων σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 25 συνοψίσθηκαν στην υπόθεση Σ. Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation Ltd. και άλλων (1989) 1(E) A.Α.Δ. 33, από το Δικαστή Πική (όπως ήταν τότε) ως ακολούθως:

“(1)  Η τροποποίηση της δικογραφίας επιτρέπεται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας δεδομένου ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που την καθιστούν απαραίτητη για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.

(2) Στον προσδιορισμό των συμφερόντων της δικαιοσύνης όπως διαγράφονται στη συγκεκριμένη υπόθεση συνεκτιμούνται και οι επιπτώσεις από την τροποποίηση στα δικαιώματα και συμφέροντα του αντιδίκου.  Η διεξαγωγή της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο καθιερώνεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος ως θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε διαδίκου.

(3)  Η τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα εφόσον δεν προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά στον αντίδικο δηλαδή ζημιά άλλη από εκείνη που μπορεί να θεραπευθεί με την έκδοση της κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα. Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της καθυστέρησης στη διατύπωση των θέσεων του αιτητή ποικίλει ανάλογα με το στάδιο κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση.  Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση ανάλογα επαυξάνει και το βάρος το οποίο πρέπει να αποσείσει ο αιτητής για την έκδοση διατάγματος για την τροποποίηση.

(4)  Η έναρξη της δίκης δεν δημιουργεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στην επιδίωξη της τροποποίησης υπεράσπισης.  Στο στάδιο αυτό όμως η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου ασκείται με φειδώ, λαμβάνοντας υπόψη τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα του αντιδίκου.  Στην υπόθεση Hipgrave v. Case, 28 Ch. D. 361 υποδείχθηκε ότι το Δικαστήριο αντιμετωπίζει με διστακτικότητα αιτήσεις για τροποποίηση της δικογραφίας κατά τη δίκη.”

Το ερώτημα αν μια τροποποίηση μπορεί να επιτραπεί μετά την έκ[*1098]δοση απόφασης εξετάστηκε στην υπόθεση Pearlman (Veneers) S.A. v. Bartels [1954] 3 All ER 659, τα γεγονότα της οποίας είναι παρόμοια με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.  Στην πιο πάνω υπόθεση η ενάγουσα εταιρεία πέτυχε την έκδοση απόφασης στα Αγγλικά δικαστήρια για αποζημιώσεις για παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων εναντίον του εναγομένου Bernhard Bartels.  Όταν προσπάθησαν να εκτελέσουν την απόφαση σε Γερμανικά δικαστήρια, ο εναγόμενος ισχυρίστηκε ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Josef Bartels και όχι Bernhard Bartels.  Η ενάγουσα εταιρεία καταχώρησε αίτηση στα Αγγλικά δικαστήρια για την τροποποίηση του κλητηρίου εντάλματος, των πρακτικών της διαδικασίας και το περιεχόμενο της απόφασης για την τροποποίηση του ονόματος του εναγομένου.  Το Αγγλικό Εφετείο αποδέχθηκε την αίτηση.  Όπως έθεσε το θέμα ο Δικαστής Denning,

“When the substantive judgment is not being altered, but only the title of the action, it is to my mind quite plain that this court has ample jurisdiction to correct any misnomer or misdescription at any time whether before or after judgment.” 

Η πιο πάνω αναφορά του Λόρδου Denning υιοθετήθηκε αργότερα στην υπόθεση Mercer Alloys Corporation and another v. Rolls Royce Ltd. [1972] 1 All ER 211, που αφορούσε τροποποίηση του ονόματος ενός εκ των διαδίκων μετά την έκδοση εκ συμφώνου απόφασης, όπου ο Δικαστής Davies τόνισε ότι εκτός από την Αγγλική Διαταγή 15, θεσμός 6(2) (οι πρόνοιες της οποίας είναι παρόμοιες με εκείνες της δικής μας Διαταγής 25, θεσμού 1), το Δικαστήριο έχει σύμφυτη εξουσία να επιτρέψει εκείνες τις τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. 

Έχουμε εξετάσει τους λόγους της έφεσης και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση θα πρέπει να παραμερισθεί.

Στην παρούσα περίπτωση η αίτηση για τη φύλαξη και επιμέλεια του ανήλικου τέκνου αναφερόταν στο όνομα “Γιώργος” αντί “Ανδρέας”. Αυτή η λανθασμένη αναφορά ονόματος (misnomer) ήταν γνωστή στους δικηγόρους του εφεσιβλήτου, όπως αυτό έγινε δεκτό με δήλωση του ευπαίδευτου συνήγορου του εφεσιβλήτου κατά την ακροαματική διαδικασία της έφεσης, ότι η καταχώριση του ονόματος “Γιώργος” στην αίτηση ήταν αποτέλεσμα λάθους.  Έχοντας υπόψη την πιο πάνω δήλωση μας εκπλήττει η συμπεριφορά των δικηγόρων του εφεσιβλήτου να αποδεχθούν την έκδοση διατάγματος φύλαξης και επιμέλειας του ανήλικου “Γιώργου” αντί του [*1099]“Ανδρέα” και η μετέπειτα στάση του εφεσιβλήτου να μην αποδέχεται την αίτηση για τροποποίηση, γνωρίζοντας ότι η έκδοση του διατάγματος ήταν αποτέλεσμα λάθους.  Η αναφορά σε λανθασμένο όνομα (misnomer) μπορούσε να διορθωθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 25, θεσμού 1, όπως επίσης και σύμφωνα με τη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου.  (Ιδε Ορφανίδης ν. Μιχαηλίδης (1968) 1 C.L.R. 295, Katarina Shipping v. Ship “Poly” (1978) 1 C.L.R. 486, Έλληνας ν. Χριστοδούλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 438 και Mercer Alloys Corporation and another v. Rolls Royce Ltd. [1972] 1 All ER 211).  Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Ferro Fashions Ltd. v. Fashion Box SRL (1999) 1 A.A.Δ. 1858:

“Η διόρθωση λανθασμένου ονόματος είναι θέμα που ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, το οποίο δεν πρέπει να επιτρέπει σε άτομα να αποκτούν πλεονέκτημα από μια λανθασμένη περιγραφή ονόματος, όταν όλοι γνωρίζουν την πραγματικότητα.”

Έχοντας υπόψη την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνουμε σκόπιμο να εξετάσουμε κατά πόσο τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση η Δ.64.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος (Α) της αίτησης ημερομηνίας 28/7/2001. Ο εφεσίβλητος καταδικάζεται όπως καταβάλει τα έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.

Η�έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση εναντίον του εφεσίβλητου.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο