Amazing Trading Ltd ν. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων (2002) 1 ΑΑΔ 1136

(2002) 1 ΑΑΔ 1136

[*1136]24 Ιουλίου, 2002

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

AMAZING TRADING LTD,

Εφεσείουσα-Εναγόμενη,

ν.

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντος.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10767)

 

Διοικητικό Δίκαιο ― Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Καταναλώσεως ― Απόφαση για επιβολή δασμού αποτελεί διοικητική απόφαση η οποία μπορεί να προσβληθεί μόνο με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Εάν η απόφαση για επιβολή δασμού δεν προσεβλήθη, αυτός καθίσταται απαιτητός με αγωγή, στην οποία η νομιμότητα της απόφασης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

Στις 17.9.97 ο εφεσίβλητος καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσείουσας για καταβολή διαφοράς δασμού, που ανερχόταν σε £4.995, βάσει του Άρθρου 176 των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, Ν. 82/67, όπως τροποποιήθηκε.  Η εφεσείουσα στην υπεράσπιση της ήγειρε θέματα ουσίας, αμφισβήτησε δηλαδή τη νομιμότητα και ορθότητα του επίδικου δασμού.  Ο εφεσίβλητος καταχώρησε αίτηση με την οποία ζητούσε να προδικαστεί νομικό σημείο που ήγειρε στην έκθεση απαιτήσεώς του με το οποίο δήλωνε πως το επίδικο ποσό των δασμών οφειλόταν από την εφεσείουσα βάσει έγκυρης διοικητικής απόφασης του, η νομιμότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.  Υπήρξε ένσταση στην πιο πάνω αίτηση αλλά το Δικαστήριο προχώρησε στη συζήτηση της.  Το Δικαστήριο συμφώνησε με την εισήγηση του δικηγόρου της Δημοκρατίας που εμφανιζόταν για τον εφεσίβλητο και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου με έξοδα.

Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας ότι η επιστολή του εφεσίβλητου προς αυτή ημερ. 17.4.96 με την οποία ζητούσε την πληρωμή του επίδικου δασμού ήταν βεβαιωτική της προηγούμενης πάγιας απόφασης του εφεσίβλητου και, ως εκ τούτου, δεν περιείχε εκτε[*1137]λεστή διοικητική απόφαση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση στη βάση της νομικής αρχής η οποία προκύπτει σαφώς από το πιο πάνω εισαγωγικό σημείωμα.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εναγόμενη εταιρεία κατά της απόφασης του �Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 31/3/00 (Αρ. Αγωγής 11399/97) με την οποία έκρινε την εγκυρότητα της διοικητικής απόφασης του ενάγοντα με την οποία επέβαλε στην εναγόμενη να καταβάλει τη διαφορά του δασμού ύψους £4.995,- για την εισαγωγή από αυτή διαφόρων εμπορευμάτων και εξέδωσε απόφαση για την πληρωμή του επίδικου δασμού.

Α. Παπαντωνίου, για την Εφεσείουσα.

Ι. Λουκαΐδου Πολυκάρπου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Μεταξύ των ετών 1994-1995 η εφεσείουσα-εναγόμενη εισήγαγε διάφορα εμπορεύματα.  Στη διασάφηση εισαγωγής διεκδίκησε προτιμησιακή μεταχείριση παρουσιάζοντας σχετικά πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR1. Ο ενάγων-εφεσίβλητος, Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων, δέχθηκε την πληρωμή προτιμησιακών δασμών.  Τον Μάιο όμως 1995 ο εφεσίβλητος ερεύνησε το ζήτημα και, μεταξύ άλλων, απευθύνθηκε στις αγγλικές τελωνειακές αρχές για την επαλήθευση των πιστοποιητικών EUR1, που παρουσίασε η εφεσείουσα.  Οι έρευνες οδήγησαν στη διαπίστωση πως εσφαλμένα επιβλήθηκε δασμός με προτιμησιακό συντελεστή γιατί τα πιστοποιητικά EUR1 που εκδόθηκαν δεν ήσαν αυθεντικά ή περιείχαν ψευδείς δηλώσεις αναφορικά με την πραγματική προέλευση των εισαχθέντων εμπορευμάτων.  Ως αποτέλεσμα ο εφεσίβλητος ζήτησε από την εφεσείουσα να καταβάλει τη διαφορά του δασμού που ανερχόταν σε £4.995.  Η εφεσείουσα δεν ανταποκρίθηκε, μολονότι της ζητήθηκε τούτο αρκετές φορές. Συγκεκεριμένα ο εφεσίβλητος με επιστολή του ημερομηνίας 17.4.96 απαίτησε από την εφεσείουσα να καταβάλει στο δημόσιο το πιο πάνω ποσό.  Η τελευταία αρνήθηκε.  Ο εφεσίβλητος  καταχώρισε, στις 17.9.97 αγωγή εναντίον της [*1138]εφεσείουσας, βάσει του άρθρου 176 των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, Ν.82/67, όπως τροποποιήθηκε. Η εφεσείουσα στην υπεράσπιση της ήγειρε θέματα ουσίας, αμφισβήτησε δηλαδή τη νομιμότητα και ορθότητα του επίδικου δασμού.  Στις 2.10.98 ο εφεσίβλητος καταχώρισε αίτηση με την οποία ζητούσε όπως το νομικό σημείο που εγειρόταν στην παράγραφο 11 της έκθεσης απαίτησης του προδικαστεί, γιατί αν τούτο αποφασιζόταν θα οδηγούσε στην τελεσιδικία ολόκληρη την αγωγή.  Στη σχετική παράγραφο 11 της έκθεσης απαίτησης ο εφεσίβλητος δήλωνε πως το επίδικο ποσό των δασμών οφειλόταν από την εφεσείουσα βάσει έγκυρης διοικητικής απόφασης του, η νομιμότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.  Υπήρξε ένσταση στην πιο πάνω αίτηση αλλά το Δικαστήριο, πολύ ορθά, προχώρησε στη συζήτηση της.  Συμφώνησε δε με την εισήγηση της δικηγόρου της Δημοκρατίας, που εμφανίζόταν για τον εφεσίβλητο, με  αποτέλεσμα να διαπιστώσει πως δεν απέμενε ο,τιδήποτε άλλο να αποφασιστεί στην υπόθεση, και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου με έξοδα.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της εφεσείουσας, το θέμα της οποίας ανέπτυξε και σε συντομία ενώπιον μας, εγείρεται βασικά ένα σημείο.  Εισηγείται πως η επιστολή του εφεσίβλητου προς την εφεσείουσα, ημερ. 17.4.96, με την οποία ζητούσε την πληρωμή του επίδικου δασμού, δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική απόφαση, το περιεχόμενο της, ισχυρίστηκε ο συνήγορος, ήταν ενοχλητικό, γιατί σ΄αυτή επαναλαμβανόταν η απαίτηση του εφεσίβλητου που υπέβαλε και προηγουμένως στην εφεσείουσα χωρίς αποτέλεσμα.  Με λίγα λόγια, ο συνήγορος είπε πως η επιστολή αυτή ήταν βεβαιωτική  της προηγούμενης πάγιας απόφασης του εφεσίβλητου και, ως εκ τούτου, δεν περιείχε εκτελεστή διοικητική απόφαση.

Ο δικηγόρος της εφεσείουσας λειτουργεί, κατά τη γνώμη μας, κάτω από νομική πλάνη.  Δεν έχει καμιά σημασία αν στην επιστολή της 17.4.96 εκδηλωνόταν διοικητική απόφαση ή βεβαιωτική προηγούμενης.  Το καταλυτικό στοιχείο είναι πως το θέμα, στο σύνολο του, ανάγεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.  Η επιβολή των εισαγωγικών δασμών και η οποιαδήποτε αμφισβήτηση τους εμπίπτει στο πεδίο του δημοσίου δικαίου, στο οποίο αποκλειστική δικαιοδοσία έχει το Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Εφόσον η απόφαση του εφεσίβλητου για την επιβολή του πρόσθετου δασμού, αντικείμενο της διαφοράς, δεν προσεβλήθη, τούτο καθίσταται απαιτητό με αγωγή, στην οποία η νομιμότητα της [*1139]απόφασης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.  Ενόψει των ανωτέρω η έφεση απορρίπτεται με £500 έξοδα.

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο