Tsouloftas Constructions Limited και Άλλοι ν. Φίλιππου Μυλωνά και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 1514

(2002) 1 ΑΑΔ 1514

[*1514]10 Οκτωβρίου, 2002

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10724)

TSOULOFTAS CONSTRUCTIONS LIMITED,

Εφεσείοντες,

ν.

1. ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΜΥΛΩΝΑ,

2. ΚΛΕΙΩ Φ. ΜΥΛΩΝΑ,

Εφεσιβλήτων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10753)

1. ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΥΛΩΝΑ,

2. ΚΛΕΙΩ Φ. ΜΥΛΩΝΑ,

Εφεσείοντες,

ν.

TSOULOFTAS CONSTRUCTIONS LIMITED,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 10724, 10753)

 

Συμβάσεις ― Αποζημιώσεις ― Παράβαση σύμβασης ― Ο περί Συμβάσεων Νόμος, Κεφ. 149, Άρθρο 73(1) ― Καθορισμός αποζημιώσεων με βάση την πραγματική ζημιά που προκαλείται στο αναίτιο μέρος από την αθέτηση σύμβασης.

Συνεταιρισμός ― Υποχρέωση επίδειξης ύψιστου βαθμού καλής πίστης από κάθε μέλος συνεταιρισμού έναντι άλλου μέλους αυτού ― Η καλή πίστη απαιτεί όπως οι συνεταίροι δεν θα αποκτούν προσωπικό πλεονέκτημα εις βάρος του συνεταιρισμού.

Η εταιρεία Tsouloftas Constructions Ltd (η εταιρεία) και το ζεύγος Φίλιππου και Κλειώς Μυλωνά συνέστησαν συνεταιρισμό με την επω[*1515]νυμία «Τσουλόφτας και Μυλωνάς» με κύριο σκοπό την εκμετάλλευση και ανάπτυξη γης και κτιρίων.  Στις κερδοζημιές του συνεταιρισμού η εταιρεία συμμετείχε κατά 50% και το ζεύγος Μυλωνά κατά 25% έκαστος.  Ο συνεταιρισμός, ταυτόχρονα με τη σύστασή του, αγόρασε από την Κλειώ Μυλωνά, αντί τιμήματος £42.000, ποσοστό 55% τεμαχίου γης στη Γερμασόγεια.  Η Κλειώ είχε ήδη εξασφαλίσει άδεια οικοδομής για την ανέγερση στο εν λόγω τεμάχιο δύο συγκροτημάτων και ο συνεταιρισμός είχε πρόθεση να ανεγείρει ένα από αυτά χρησιμοποιώντας τα υφιστάμενα σχέδια και άδεια οικοδομής.  Συμφωνήθηκε επίσης όπως η Κλειώ καταβάλει το 45% των εξόδων ορισμένων απαραίτητων κατασκευών όπως κλιμακοστάσιο, ανελκυστήρα, διαδρόμους κ.λ.π..  Η ανέγερση της οικοδομής ανατέθηκε από το συνεταιρισμό στην εταιρεία εργολαβικά αντί £140.000.  Οι εργασίες άρχισαν αλλά η οικοδομή δεν συμπληρώθηκε μέχρι το Μάιο του 1991 παρόλο ότι υπήρχε πρόνοια στη σχετική συμφωνία ότι αυτό θα εγίνετο εντός του Οκτωβρίου του 1988.  Το Σεπτέμβριο του 1994 και αφού εν τω μεταξύ είχαν προκύψει διαφωνίες που οδήγησαν στη διακοπή των εργασιών, ολόκληρο το ακίνητο πωλήθηκε διά δημοσίου πλειστηριασμού για ποσό £232.000.  Η εταιρεία από την πώληση εισέπραξε ως μερίδιο ποσό £63.800.  Με την αγωγή της αξίωνε από το ζεύγος Μυλωνά, μεταξύ άλλων, και ποσό £62.250 που αντιπροσώπευε αξίωση της ως εργολάβου του έργου και επίσης αποζημιώσεις πέραν των £100.000 για τερματισμό της συμφωνίας εργολαβίας και διαφυγόντα κέρδη, λόγω αθέτησης των συμφωνιών συνεταιρισμού και εργολαβίας και παράνομο τερματισμό τους.

Το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι απαιτήσεις της εταιρείας που εδράζονταν στη συμφωνία εργολαβίας ημερ. 13.10.1986 δεν ήταν δυνατό να ικανοποιηθούν εφόσον αυτή δεν είχε την απαιτούμενη άδεια για ανέγερση του συγκεκριμένου έργου, κατά παράβαση των διατάξεων του περί Εγγραφής Εργοληπτών Νόμου του 1973, Ν. 97/73, όπως τροποποιήθηκε.

Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο τερματισμός της συμφωνίας πώλησης της Κλειώς του 55% του τεμαχίου της προς την εταιρεία έγινε χωρίς την υπαιτιότητα της εταιρείας και γι’ αυτό η τελευταία, ως το αναίτιο μέρος, είχε δικαίωμα, βάσει του Άρθρου 73(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, σε αποζημιώσεις για τη ζημιά που είχε υποστεί.  Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον του ζεύγους Μυλωνά για ποσό £49.564, πλέον τόκους και έξοδα.  Ταυτόχρονα απέρριψε την ανταπαίτηση που το ζεύγος Μυλωνά είχε εναντίον της εταιρείας για £96.347,50 για, μεταξύ άλλων, καθυστερήσεις, κακοτεχνίες και παραλείψεις.

[*1516]Η εταιρεία καταχώρησε την έφεση υπ’ αρ. 10724 και αμφισβήτησε το ύψος των αποζημιώσεων. Το ζεύγος Μυλωνά καταχώρησε την έφεση υπ’ αρ. 10753 και αμφισβήτησε την ορθότητα των συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το ποσό των επιδικασθεισών αποζημιώσεων προς την εταιρεία.

Αποφασίστηκε ότι:

Η συλλογιστική του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη για τους ακόλουθους λόγους:

1.  Η εταιρεία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία πώλησης του τεμαχίου.  Συμβαλλόμενοι είναι η Κλειώ από τη μια και ο συνεταιρισμός από την άλλη.  Ακόμα και κυρίως, η συμφωνία πώλησης συμπληρώθηκε και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων ολοκληρώθηκαν με την εκπλήρωση των αναληφθεισών υποχρεώσεων εκατέρωθεν.  Η Κλειώ Μυλωνά ως πωλήτρια, εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της που ήταν η μεταβίβαση του συμφωνηθέντος ποσοστού επ’ ονόματι του συνεταιρισμού, ελεύθερου οποιουδήποτε εμπράγματου βάρους και η παράδοση της κατοχής ενός μέρους του ακινήτου.  Στις υποχρεώσεις της ως πωλήτριας, δεν περιλαμβανόταν η υποχρέωση να βεβαιωθεί ότι η πολυκατοικία που ο αγοραστής είχε πρόθεση να ανεγείρει, θα τελείωνε.  Η τυχόν αθέτηση της σύμβασης εργολαβίας, που αποδόθηκε από το Δικαστήριο στο ζεύγος Μυλωνά, δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τη σύμβαση πώλησης.

2.  Όπως η κατάσταση προκύπτει μέσα από την πρωτόδικη απόφαση, οι μόνες αξιώσεις που μπορούν να εγερθούν από την εταιρεία θα πρέπει να βασίζονται στη συμφωνία σύστασης του συνεταιρισμού.  Κι’ αυτή τη συμφωνία το ζεύγος Μυλωνά δεν φαίνεται να αθέτησε, τουλάχιστον όχι για τους λόγους που προβλήθηκαν.  Κατ’ ακολουθίαν η αγωγή της θα έπρεπε να απορριφθεί.

3.  Ίσως η Κλειώ προκαλώντας την πώληση του ακινήτου να μη ενήργησε καλή τη πίστει, όπως αναμένεται να ενεργούν τα μέλη συνεταιρισμού έναντι άλλου μέλους.  Το θέμα αυτό δεν εγείρεται στα δικόγραφα και γι’ αυτό το Εφετείο δεν μπορεί να ασχοληθεί σχετικά.

4.  Ο Φίλιππος Μυλωνάς δεν ευθύνεται για τη συμπεριφορά της Κλειώς, ακόμα κι’ αν αυτή ήταν υπεύθυνη σε καταβολή αποζημιώσεων.  Συνεπώς, η εναντίον του αγωγή θα πρέπει, ούτως ή άλλως, να απορριφθεί.

5.  Ακόμα θα μπορούσε ίσως να εγερθεί, η επίσης μη προβαλλόμενη [*1517]στα δικόγραφα, τυχόν κακή πίστη και του άλλου συνεταίρου, δηλαδή της εταιρείας Tsouloftas Constructions Ltd, η οποία παρουσίασε τον εαυτό της ως οντότητα με συγκεκριμένα προσόντα, τα οποία στο τέλος, όπως κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν ανύπαρκτα.

6.  Οι συνεταίροι μοιράστηκαν κατ’ αναλογία το προϊόν της πώλησης της πολυκατοικίας που αποτελούσε και το ενεργητικό του συνεταιρισμού. Αξίωση για υπεραξία, όπως την ονόμασε στο δικόγραφο της η εταιρεία, δεν είναι δυνατόν να ευσταθήσει.

Εν όψει των ανωτέρω η Π.Ε. 10753 επιτυγχάνει και η Π.Ε. 10724 απορρίπτεται.

Η Π.Ε. 10753 επιτράπηκε με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση εναντίον της εταιρείας. Η Π.Ε. 10724 απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χατζηκυριάκου (Μπισκότα Φρου Φρου) Λτδ ν. X”Ευσταθίου (1997) 1 Α.Α.Δ. 305,

Carmichael v. Evans [1904] 1 Ch. 486,

Lock v. Lynam, 4 Ir. Ch. 188.

Έφεση.

Έφεση από τους ενάγοντες (Π.Ε. 10724) κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 23/12/99 (Αρ. Αγωγής 3889/93) για αύξηση του ποσού των αποζημιώσεων Λ.Κ.48.032 το οποίο επιδικάστηκε υπέρ αυτών και εναντίον των εναγομένων αφού κρίθηκε ότι αυτοί ήταν το αναίτιο μέρος στον τερματισμό της μεταξύ τους συμφωνίας εργολαβίας ημερ. 12/9/86 στην οποία ο συνεταιρισμός ο οποίος συνεστήθη μεταξύ των διαδίκων ανέθεσε την ανέγερση κτιρίων σε τεμάχιο στη Λεμεσό και ταυτόχρονα απέρριψε την ανταπαίτηση των εναγομένων εναντίον των εφεσίβλητων για £96.347,50 για, μεταξύ άλλων, καθυστερήσεις, κακοτεχνίες και παραλείψεις και Έφεση από τους εναγόμενους (Π.Ε.10753) για οκτώ λόγους, μεταξύ των οποίων, ότι το Δικαστήριο λανθασμένα επιδίκασε στους ενάγοντες-εφεσίβλητους αποζημιώσεις που δεν αξιώνονται στα δικόγραφα, αφού οι εφεσίβλητοι [*1518]περιόρισαν την αξίωσή τους σε αποζημιώσεις που στηρίζονται αποκλειστικά στη συμφωνία εργολαβίας.

Α. Θεοφίλου, για τους Εφεσείοντες στην Π.Ε. 10724 και για τους Εφεσίβλητους στην Π.Ε.10753.

Α. Γιωρκάτζης, για τους Εφεσίβλητους στην Π.Ε. 10724 και για τους Εφεσείοντες στην Π.Ε. 10753.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγελθεί από το Δικαστή Νικολαΐδη.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ασκήθηκαν εφέσεις και από τις δύο πλευρές.  Η Π.Ε.10753 ασκήθηκε από τους εναγόμενους και στρέφεται, για διάφορους λόγους που θα δούμε στη συνέχεια, εναντίον της ορθότητας της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Αντίθετα, η Π.Ε.10724 ασκήθηκε από τους ενάγοντες και σκοπό έχει την αύξηση της αποζημίωσης που επιδικάστηκε σ’ αυτούς.  Οι δύο εφέσεις συνεκδικάστηκαν.

Η εταιρεία Tsouloftas Constructions Ltd (εφεσίβλητοι στην Π.Ε. 10753 και εφεσείοντες στην Π.Ε.10724, στο εξής «οι εφεσίβλητοι») είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη γαιών και ανέγερση κτιρίων.  Στις 12.9.1986 συνεβλήθη γραπτώς με το ζεύγος Φίλιππο και Κλειώ Μυλωνά (εφεσείοντες στην Π.Ε.10753 και εφεσίβλητοι στην Π.Ε.10724). Συνέστησαν ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «Τσουλόφτας και Μυλωνάς» (στο εξής «ο συνεταιρισμός»).

Ο συνεταιρισμός ενεγράφη στις 3.10.1986 και είχε ως κύριο σκοπό την εκμετάλλευση και ανάπτυξη γαιών και κτιρίων. Στις κερδοζημιές του συνεταιρισμού οι εφεσίβλητοι συμμετείχαν κατά 50% και το ζεύγος Μυλωνά κατά 25% έκαστος.

Στις 12.9.1986, ταυτόχρονα με την υπογραφή της σύμβασης για τη σύστασή του, ο συνεταιρισμός αγόρασε από την Κλειώ Μυλωνά, αντί τιμήματος £42.000, ποσοστό 55% του Τεμαχίου υπ’ αρ. 174/2, Φ/Σχ. LIV/52, τοποθεσία Καρακασλής, στη Γερμασόγεια της επαρχίας Λεμεσού.

Η Κλειώ είχε ήδη εξασφαλίσει άδεια οικοδομής για την ανέ[*1519]γερση στο εν λόγω τεμάχιο δύο συγκροτημάτων αποκαλουμένων «Block A» και «Block Β».  Ο συνεταιρισμός είχε πρόθεση να ανεγείρει το «Block A», χρησιμοποιώντας τα υφιστάμενα σχέδια και άδεια οικοδομής.

Συμφωνήθηκε επίσης όπως η Κλειώ καταβάλει το 45% των εξόδων ανέγερσης ορισμένων κατασκευών που, λόγω της φύσης των αρχιτεκτονικών σχεδίων και της σχέσης μεταξύ των δύο συγκροτημάτων, ήταν απαραίτητες, όπως κλιμακοστάσιο, ανελκυστήρας, διάδρομοι κλπ.  Σύμφωνα με τα κοινώς παραδεκτά γεγονότα που κατατέθηκαν, οι εφεσίβλητοι, με την πιο πάνω συμφωνία πώλησης, κατέστησαν εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες των 275/1000 του όλου ακινήτου.  Η ανέγερση της οικοδομής ανατέθηκε από το συνεταιρισμό στους εφεσίβλητους εργολαβικά αντί £140.000.  Οι εργασίες ανέγερσης άρχισαν, αλλά, παρ’ όλον ότι η σχετική συμφωνία προνοούσε την αποπεράτωση του σκελετού εντός του Ιουλίου του 1987 και τη συμπλήρωση της οικοδομής εντός του Οκτωβρίου του 1988, μέχρι το Μάιο του 1991 η οικοδομή δεν είχε ακόμα συμπληρωθεί.

Μεταξύ των εφεσίβλητων και του ζεύγους Μυλωνά έγιναν διάφορες ενδιάμεσες συμφωνίες. Σύμφωνα με μια από αυτές που υπογράφτηκε το Μάρτη του 1990 (Τεκμήριο 4Β), ο πρώτος όροφος της πολυκατοικίας θα ανήκε εξ ολοκλήρου στο ζεύγος Μυλωνά, ενώ ο δεύτερος όροφος στους εφεσίβλητους.  Τα υπόλοιπα διαμερίσματα και καταστήματα θα ανήκαν στο συνεταιρισμό.

Στη συνέχεια προέκυψαν διαφωνίες και το ζεύγος Μυλωνά αρνήθηκε την πληρωμή ενός διατακτικού.  Η άρνηση αυτή θεωρήθηκε από το Δικαστήριο ως η αιτία της διακοπής των εργασιών.  Σε μεταγενέστερο στάδιο, στις 9.1.1994, ύστερα από αίτηση της Κλειώς Μυλωνά, ολόκληρο το τεμάχιο πωλήθηκε διά δημόσιου πλειστηριασμού για ποσό £232.000.  Οι εφεσίβλητοι από την πιο πάνω πώληση εισέπραξαν ως μερίδιο ποσό £63.800.

Με την αγωγή τους εναντίον του ζεύγους Μυλωνά οι εφεσίβλητοι αξιώνουν διάφορες θεραπείες. Μια από αυτές ύψους £62.250 αντιπροσώπευε αξίωση που είχαν ως εργολάβοι του έργου.  Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται και ποσό £2.500 που το ζεύγος Μυλωνά παρέλειψε να καταβάλει στους εφεσίβλητους για τις υπηρεσίες που η εταιρεία τους παρείχε στο συνεταιρισμό, σύμφωνα με την παραγρ. 7 της συμφωνίας.

Διεκδικούν επίσης αποζημιώσεις πέραν των £100.000 για τερματισμό και/ή ματαίωση της συμφωνίας εργολαβίας και διαφυγόντα [*1520]κέρδη, λόγω αθέτησης των συμφωνιών συνεταιρισμού και εργολαβίας και παράνομο τερματισμό τους. Αξιώνουν ακόμα δήλωση ότι δικαιούνται στο 50% της αξίας της ανεγερθείσης ημιτελούς πολυκατοικίας, όπως αυτή θα εκτιμηθεί από δύο ανεξάρτητους εκτιμητές.  Τέλος, ζητούν £45.000, γιατί λόγω της μη συμπλήρωσης της πολυκατοικίας, το ζεύγος Μυλωνά επωφελείται την υπεραξία της πολυκατοικίας.

Το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι εφεσίβλητοι δεν κατείχαν την απαιτούμενη για το συγκεκριμένο έργο άδεια, κατά παράβαση των διατάξεων του περί Εγγραφής Εργοληπτών Νόμου του 1973, Ν.97/73, όπως τροποποιήθηκε. Έτσι, αφού εμποδίζονταν βάσει του άρθρου 5(4) να επιδιώξουν δικαστικά την αμοιβή τους, οποιαδήποτε απαίτησή τους που εδραζόταν στη συμφωνία εργολαβίας ημερ. 13.10.1986 δεν ήταν ήταν δυνατόν να ικανοποιηθεί.

Στη συνέχεια το Δικαστήριο εξέτασε τη συμφωνία ημερ. 12.9.1986, με την οποία η Κλειώ πώλησε στο συνεταιρισμό το 55% του τεμάχιού της. Κατέληξε ότι αφού ο συνεταιρισμός δεν άσκησε το δικαίωμα τερματισμού της συμφωνίας εργολαβίας, αλλά αντίθετα αποδέκτηκε την καθυστέρηση, η διακοπή των εργασιών ήταν αποτέλεσμα της παράλειψης πληρωμής από το ζεύγος Μυλωνά του διατακτικού.  Συνεπώς, οι εφεσίβλητοι ήταν το αναίτιο μέρος στην αθέτηση της σύμβασης και έτσι, βάσει του άρθρου 73(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, είχαν δικαίωμα αποζημιώσεων για τη ζημιά ή απώλεια που υπέστηκαν ως εκ της αθέτησης (Χατζηκυριάκου (Μπισκότα Φρου Φρου) Λτδ ν. Χ”Ευσταθίου (1997) 1 Α.Α.Δ. 305).

Ύστερα από διάφορους υπολογισμούς το Δικαστήριο έκρινε ότι οι εφεσίβλητοι εδικαιούντο ποσό £121.759.  Αφού όμως είχαν εισπράξει  από τον πλειστηριασμό £63.800, αλλά και ως εργολάβοι, ένα επιπρόσθετο ποσό £9.927, πέραν των πληρωμών για τις εκτελεσθείσες εργασίες, εδικαιούντο σε πληρωμή του ποσού των £48.032.  Στο ποσό αυτό προσέθεσε £1.532  που οφείλονταν για τις υπηρεσίες των εφεσίβλητων στο συνεταιρισμό «και κατ’ επέκταση στους εναγόμενους», για να καταλήξει σε απόφαση εναντίον του ζεύγους Μυλωνά για ποσό £49.564, πλέον τόκους και έξοδα.  Συνάμα απέρριψε την ανταπαίτηση που το ζεύγος Μυλωνά είχε εναντίον των εφεσίβλητων για £96.347,50 για, μεταξύ άλλων, καθυστερήσεις, κακοτεχνίες και παραλείψεις.

Το ζεύγος Μυλωνά με οκτώ λόγους έφεσης αμφισβητεί την ορθότητα των συμπερασμάτων του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Επειδή [*1521]τα θέματα ουσίας προκύπτουν από την Π.Ε.10753 θα ασχοληθούμε πρώτα με αυτή.  Η Π.Ε.10724  περιορίζεται μόνο σε αμφισβήτηση του ύψους των αποζημιώσεων.

Οι Φίλιππος και Κλειώ Μυλωνά, εφεσείοντες στην Π.Ε.10753, με τον πρώτο λόγο έφεσης ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα επιδίκασε στους ενάγοντες-εφεσίβλητους αποζημιώσεις που δεν αξιώνονται στα δικόγραφα, αφού οι εφεσίβλητοι περιορίζουν την αξίωσή τους σε αποζημιώσεις που στηρίζονται αποκλειστικά στη συμφωνία εργολαβίας. Αφού λοιπόν το Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι δεν δικαιούνται σε ικανοποίηση οποιασδήποτε αξίωσης που βασίζεται στη συμφωνία εργολαβίας, δεν θα έπρεπε να επιδικάσει οποιεσδήποτε αποζημιώσεις, γιατί με αυτό τον τρόπο επιβραβεύεται η παρανομία και/ή η καταστρατήγηση του Νόμου 97/93. 

Πέραν τούτου, σύμφωνα πάντα με τους εφεσείοντες, από τη δοθείσα μαρτυρία και τα δικόγραφα δεν είναι δυνατόν να στοιχειοθετηθεί η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι υπήρχε συμβατική σχέση μεταξύ των διαδίκων πέραν της συνιδιοκτησίας που να δικαιολογεί την απόφαση για αποζημιώσεις. Υποστηρίζουν ότι, αφού το Δικαστήριο έκρινε ότι ο συνεταιρισμός είναι ενεργός θα έπρεπε να αποφασίσει κατά πόσο οι αποζημιώσεις που επιδίκασε αφορούν το συνεταιρισμό ή τους συνεταίρους ή ένα εξ αυτών.  Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η συμφωνία πώλησης του ακινήτου μεταξύ της Κλειώς Μυλωνά και του συνεταιρισμού ημερ. 12.9.1986 δίδει δικαίωμα στους εφεσίβλητους για αποζημιώσεις, μια και οι εργασίες σταμάτησαν υπαιτιότητι της Κλειώς. Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι, ακόμα κι’ αν σωστά επιδικάζονταν αποζημιώσεις, αυτές θα έπρεπε να επιδικαστούν εναντίον της Κλειώς και όχι εναντίον και του Φίλιππου Μυλωνά.

Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται περαιτέρω (τρίτος λόγος έφεσης), ότι το ποσό των αποζημιώσεων που επιδικάστηκε είναι λανθασμένο για διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς είναι και το ότι αφού το ακίνητο πωλήθηκε σε δημόσιο πλειστηριασμό, η τιμή που εξασφαλίστηκε καθορίζει, κατά το δυνατόν, αντικειμενικά και την αξία του ακινήτου.

Παραπονούνται ακόμα (τέταρτος λόγος έφεσης) ότι το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι οι ίδιοι είναι το υπαίτιο μέρος για οποιεσδήποτε ζημιές είναι λανθασμένο κι’ αυτό γιατί οι εφεσίβλητοι δεν αμφισβήτησαν το δικαίωμα της Κλειώς να προχωρήσει στην προώθηση της πώλησης του ακινήτου σε δημόσιο πλειστηρια[*1522]σμό. Συνεπώς δεν είναι δυνατόν η Κλειώ και πολύ περισσότερο ο Φίλιππος, ο οποίος σε καμιά σχετική ενέργεια δεν είχε προβεί, να τιμωρούνται για άσκηση νόμιμου δικαιώματος.

Ενώ η αιτία αγωγής, συνεχίζει το ζεύγος Μυλωνά (πέμπτος λόγος έφεσης) δεν είναι η αθέτηση της συμφωνίας συνεταιρισμού, το Δικαστήριο προχωρεί ως να υπάρχει τέτοια αιτία αγωγής.

Με τον έκτο λόγο έφεσης υποστηρίζουν ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, ενώ με την απόφασή του απορρίπτει την ανταπαίτησή τους, αποδέχεται ότι οι εφεσίβλητοι, ως εργολάβοι εισέπραξαν ένα επιπρόσθετο ποσό £9.927, πέραν των εκτελεσθεισών εργασιών, το συμψηφίζει όμως με τις αποζημιώσεις που τους επιδίκασε.  Οι άλλοι δύο λόγοι έφεσης αναφέρονται στα έξοδα.

Στο περίγραμμα οι πιο πάνω λόγοι έφεσης συνοψίζονται στη θέση ότι το Δικαστήριο περιέπλεξε στις διαπιστώσεις του τις διάφορες ιδιότητες των διαδίκων με αποτέλεσμα να καταλήξει σε λανθασμένα συμπεράσματα.

Η θέση των εφεσειόντων είναι ορθή.  Κατ’ αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι η βάση του πρώτου λόγου έφεσης δεν ευσταθεί, γιατί δεν είναι ορθό ότι η αξίωση των εφεσίβλητων στηρίζεται αποκλειστικά στη συμφωνία εργολαβίας. Στην έκθεση απαίτησης αναφέρονται τα ουσιώδη γεγονότα και φανερώνεται η πολύπλοκη σχέση των διαδίκων, που δεν περιορίζεται βέβαια μόνο στη σύμβαση εργολαβίας. Ακόμα, οι αξιώσεις Γ και Γ(1) των αιτουμένων θεραπειών είναι φανερό ότι στηρίζονται σε άλλη σχέση και όχι στην εργολαβία.  Αλλού εντοπίζεται η λανθασμένη προσέγγιση.

Η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι οποιαδήποτε απαίτηση των εφεσίβλητων που εδράζεται στη συμφωνία εργολαβίας, ημερ. 13.10.1986, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, δεν έχει αμφισβητηθεί κατ’ έφεση.  Έτσι, με το μέρος αυτό της απόφασης δεν θα ασχοληθούμε.  Το ίδιο ισχύει και για την επιδίκαση ποσού £1.532 για παροχή υπηρεσιών από τους εφεσίβλητους στο συνεταιρισμό, υποχρέωση που προβλέπεται από τη συμφωνία συνεταιρισμού.

Το Δικαστήριο δέκτηκε ότι η αποπεράτωση της πολυκατοικίας δεν κατέστη δυνατή λόγω της μη εξόφλησης από το ζεύγος Μυλωνά του διατακτικού, παράλειψη που ήταν και η αιτία διακοπής των εργασιών.  Αφού το ακίνητο και η επ’ αυτού πολυκατοικία πωλήθηκε με δημόσιο πλειστηριασμό, συνεχίζει το Δικαστήριο, οι εφεσίβλητοι υπό την ιδιότητά τους, φανταζόμαστε, ως ένας των εταίρων [*1523]του συνεταιρισμού Τσουλόφτας και Μυλωνάς, απώλεσαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν το κέρδος που ανέμεναν.  Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ποσό που ο διαιτητής που είχε διοριστεί αποφάσισε ότι απαιτείτο για αποπεράτωση της οικοδομής και αφού ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατη η αποκατάσταση των αναιτίων εφεσίβλητων στην προ της πώλησης κατάσταση, μια και το ακίνητο είχε ήδη μεταβιβαστεί, το Δικαστήριο προχώρησε σε υπολογισμό του ποσού που, κατά τη γνώμη του, οι εφεσίβλητοι εδικαιούντο με βάση τη συμφωνία πώλησης.

Η συλλογιστική που ακολουθήθηκε είναι εσφαλμένη για περισσότερους του ενός λόγους.  Κατ’ αρχάς οι εφεσίβλητοι δεν είναι συμβαλλόμενοι στη συμφωνία πώλησης του τεμαχίου.  Συμβαλλόμενοι είναι η Κλειώ από τη μια και ο συνεταιρισμός από την άλλη.  Ακόμα και κυρίως, η συμφωνία πώλησης συμπληρώθηκε και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων ολοκληρώθηκαν με την εκπλήρωση των αναληφθεισών υποχρεώσεων εκατέρωθεν.  Η Κλειώ Μυλωνά ως πωλήτρια, εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της που ήταν η μεταβίβαση του συμφωνηθέντος ποσοστού επ’ ονόματι του συνεταιρισμού, ελεύθερου οποιουδήποτε εμπράγματου βάρους και η παράδοση της κατοχής ενός μέρους του ακινήτου.  Στις υποχρεώσεις της ως πωλήτριας, δεν περιλαμβανόταν η υποχρέωση να βεβαιωθεί ότι η πολυκατοικία που ο αγοραστής είχε πρόθεση να ανεγείρει, θα τελείωνε.  Η τυχόν αθέτηση της σύμβασης εργολαβίας, που αποδόθηκε από το Δικαστήριο στο ζεύγος Μυλωνά, δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τη σύμβαση πώλησης.  Το Δικαστήριο υπονοεί ότι η Κλειώ παρέβη την υποχρέωσή της που πηγάζει από τη συμφωνία πώλησης του τεμαχίου, να υπογράψει κάθε αναγκαίο έγγραφο για την έκδοση χωριστών τίτλων μετά τη συμπλήρωση της πολυκατοικίας. Η παράβαση αυτή, όπως τουλάχιστον αντιλαμβανόμαστε, είναι και o λόγος για τον οποίο επιδικάστηκαν αποζημιώσεις εναντίον του ζεύγους Μυλωνά. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα.  Η υποχρέωση αυτή της Κλειώς θα προέκυπτε στο μέλλον.  Η πολυκατοικία ποτέ δεν συμπληρώθηκε και συνεπώς δεν προέκυπτε θέμα έκδοσης χωριστών τίτλων.

Το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι εργασίες διακόπηκαν λόγω παράλειψης του ζεύγους Μυλωνά να καταβάλει το αναλογούν σ’ αυτούς ποσό του διατακτικού, για εργασία που είχε εκτελεστεί από τους εφεσίβλητους στην πολυκατοικία.  Αποτέλεσμα ήταν η μη συμπλήρωση των εργασιών και η ζημιά των εφεσίβλητων υπό την ιδιότητά τους βέβαια ως ομορρύθμων εταίρων στο συνεταιρισμό.  Όμως, αν ο συνεταιρισμός δεν κατόρθωσε να εξοφλήσει τις οφειλές του προς τρίτο, αυτός είναι υπεύθυνος προς τον εργολάβο για[*1524]τί αυτός δεν εκπλήρωσε τις συμβατικές του υποχρεώσεις.  Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι κανένα ποσό δεν μπορεί να αξιωθεί από τους εφεσίβλητους υπό την ιδιότητά τους ως εργολάβων, γιατί δεν κατέχουν την κατάλληλη άδεια. Όμως αυτό σημαίνει ότι ούτε το ποσό του διατακτικού θα μπορούσε νόμιμα να ζητηθεί. Άρα δεν τίθεται θέμα αθέτησης της συμφωνίας με τον εργολάβο, ούτε από το συνεταιρισμό, αλλά ούτε και από το ζεύγος Μυλωνά.

Όπως η κατάσταση προκύπτει μέσα από την πρωτόδικη απόφαση, οι μόνες αξιώσεις που μπορούν να εγερθούν από τους εφεσίβλητους θα πρέπει να βασίζονται στη συμφωνία σύστασης του συνεταιρισμού.  Κι’ αυτή τη συμφωνία το ζεύγος Μυλωνά δεν φαίνεται να αθέτησε, τουλάχιστον όχι για τους λόγους που προβλήθηκαν. Κατ’ ακολουθίαν η αγωγή τους θα έπρεπε να απορριφθεί.

Παραμένει κάποιο θέμα.  Η πράξη της Κλειώς Μυλωνά να ζητήσει την διά δημόσιου πλειστηριασμού πώληση ολόκληρου του ακινήτου δεν συνιστά αθέτηση των υποχρεώσεών της με βάση τη συμφωνία πώλησης, όμως η Κλειώ δεν παύει να είναι ένας των συνεταίρων της ομόρρυθμης εταιρείας Τσουλόφτας και Mυλωνάς.  Δυνατόν η ιδιότητά της αυτή να της δημιουργεί συγκεκριμένες υποχρεώσεις ασυμβίβαστες με την πράξη της να ζητήσει την πώληση του ακινήτου της. 

Σύμφωνα με τον όρο 11(β) της σύμβασης σύστασης της ομόρρυθμης εταιρείας «έκαστος συνέταιρος υποχρεούται όπως είναι δίκαιος και πιστός προς τους συνεταίρους του και κατά πάντα χρόνον δίδει εις αυτούς πλήρεις πληροφορίας και αληθείς εξηγήσεις επί όλων των ζητημάτων των αφορούντων τας εργασίας του Συνεταιρισμού και θα παρέχει κάθε δυνατήν βοήθειαν διά την διεξαγωγήν των εργασιών αυτού προς αμοιβαίον όφελος και συμφέρον των Συνεταίρων.»

In societatis contractibus fides exuberet.  Ο ύψιστος βαθμός καλής πίστης αναμένεται από κάθε μέλος συνεταιρισμού έναντι άλλου μέλους (Lindley on Partnership, 14η Έκδοση, σελ. 430). Επιπροσθέτως της υποχρέωσης τήρησης των κανόνων καλής πίστης έναντι των συνεταίρων του, κάθε συνεταίρος οφείλει σ’ αυτούς να είναι έντιμος στις συμφωνίες με τρίτα πρόσωπα και το καθήκον αυτό επεκτείνεται και σε συναλλαγές που κείνται εντελώς εκτός των εργασιών του συνεταιρισμού (Carmichael v. Evans [1904] 1 Ch. 486).  Η καλή πίστη απαιτεί όπως κανένας συνεταίρος δεν θα αποκτά προσωπικό πλεονέκτημα εις βάρος του συνεταιρισμού. (Για το απαιτούμενο επίπεδο συμπεριφοράς μεταξύ συνεταίρων βλέπε Lock v. [*1525]Lynam, 4 Ir. Ch.188).

Ίσως η Κλειώ προκαλώντας την πώληση του ακίνητου να απέκλεισε ουσιαστικά το συνεταιρισμό από το ενδεχόμενο να υλοποιήσει το σκοπό του και τους συνέταιρους από του να πραγματοποιήσουν την αρχική τους πρόθεση, την επικερδή εκμετάλλευση της πολυκατοικίας.  Το θέμα δεν εγείρεται στα δικόγραφα. Το Δικαστήριο δεν είχε την ευκαιρία να κατευθύνει προς αυτή την κατεύθυνση την προσοχή του και γι’ αυτό δεν μπορούμε να ασχοληθούμε σχετικά.

 

Όμως, όπως κι’ αν έχουν τα πράγματα, ο Φίλιππος Μυλωνάς δεν ευθύνεται για τη συμπεριφορά της Κλειώς, ακόμα κι’ αν αυτή ήταν υπεύθυνη σε καταβολή αποζημιώσεων. Συνεπώς, η εναντίον του αγωγή θα πρέπει, ούτως ή άλλως, να απορριφθεί. 

Ακόμα θα μπορούσε ίσως να εγερθεί, η επίσης μη προβαλλόμενη στα δικόγραφα, τυχόν κακή πίστη και του άλλου συνεταίρου, της εταιρείας Tsouloftas Constructions Ltd, η οποία παρουσίασε τον εαυτό της ως οντότητα με συγκεκριμένα προσόντα, τα οποία στο τέλος, όπως κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν ανύπαρκτα.  Αναμφίβολα στη σύσταση του συνεταιρισμού μεγάλη σημασία έπαιξαν οι ιδιότητες της εταιρείας των εφεσίβλητων και η δυνατότητά της να ενεργεί ως εργολάβος. Γι’ αυτά μάλιστα τα προσόντα και ικανότητες συμφωνήθηκε όπως οι εφεσίβλητοι εισπράττουν και συγκεκριμένη αμοιβή για τις υπηρεσίες που θα προσέφεραν «προσωπικώς στο συνεταιρισμό επί καθημερινής βάσεως, διά την καλυτέραν εκπλήρωσιν και εκτέλεσιν» των σκοπών του συνεταιρισμού. 

Όπως ήδη είδαμε, οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες δεν ισχυρίστηκαν ότι η Κλειώ είχε παραβεί την απαιτούμενη μεταξύ των συνεταίρων καλή πίστη.  Περιορίστηκαν να απαιτήσουν αποζημιώσεις γιατί οι εναγόμενοι παρέλειψαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς αυτούς ως εργολάβους, ζημιώνοντας έτσι το συνεταιρισμό ή ακόμα να αξιώσουν την υπεραξία της πολυκατοικίας που κατά τον ισχυρισμό τους επωφελήθηκε το ζεύγος Μυλωνά. 

Όσον αφορά την αξία του ακινήτου και το μερίδιο των εφεσιβλήτων, αρκεί να λεχθεί ότι η πολυκατοικία πωλήθηκε, μετά την έγερση της αγωγής, σε δημόσιο πλειστηριασμό.  Οι συνέταιροι μοιράστηκαν κατ’ αναλογία το προϊόν της πώλησης της πολυκατοικίας που αποτελούσε και το ενεργητικό του συνεταιρισμού.  Αξίωση για υπεραξία, όπως την ονόμασαν στο δικόγραφό τους οι εφεσίβλητοι, δεν είναι δυνατόν να ευσταθήσει.  Δεν μπορούμε να επισημάνουμε [*1526]αιτία αγωγής επί της οποίας να την βασίσουμε.  Εξ άλλου κανένας δεν επωφελήθηκε αυτής της κατ’ ισχυρισμόν υπεραξίας, αφού η πολυκατοικία πωλήθηκε και οι συνιδιοκτήτες μοιράστηκαν το πλειστηρίασμα.

Εν όψει όλων των πιο πάνω είναι φανερό ότι η Π.Ε. 10753 επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί.  Οι εφεσίβλητοι δεν απέδειξαν οποιανδήποτε αξίωσή τους και συνεπώς η αγωγή τους θα πρέπει να απορριφθεί.  Το ίδιο και η έφεσή τους, η Π.Ε. 10724.

Οι εναγόμενοι αξιώνουν με ανταπαίτηση αποζημιώσεις για κακοτεχνίες και για κάποια ποσά που οι ενάγοντες εισέπραξαν πέραν της εκτελεσθείσας εργασίας. Όσον αφορά τις κακοτεχνίες το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τη σχετική απαίτηση, αφού δεν δέκτηκε τη σχετική μαρτυρία.Το συμπέρασμα αυτό δεν έχει εφεσιβληθεί και συνεπώς δεν μπορούμε να επέμβουμε.  Παραμένει μόνο το ποσό των £9.927 το οποίο το Δικαστήριο δέκτηκε ότι οι ενάγοντες εισέπραξαν πέραν των εκτελεσθεισών εργασιών και το οποίο συμψήφισε και έλαβε υπ’ όψιν στον υπολογισμό των αποζημιώσεων. 

Οι ενάγοντες δεν δικαιούνται, όπως είδαμε, αποζημιώσεις.  Δικαιούνται όμως ποσό £1.532 για παροχή υπηρεσιών προς το συνεταιρισμό, δυνάμει της συμφωνίας συνεταιρισμού, που τους επιδικάστηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο, μια και, όπως είδαμε, το μέρος αυτό της απόφασης δεν εφεσιβλήθηκε.

Η Π.Ε. 10753 επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται πλην του μέρους με το οποίο επιδικάστηκε στους ενάγοντες ποσό £1.532, ως ανωτέρω. Εκδίδεται απόφαση υπέρ των εναγομένων και εναντίον των εναγόντων για ποσό £9.927, πλέον νόμιμο τόκο.  Τα έξοδα  της πρωτόδικης διαδικασίας και τα έξοδα της έφεσης θα βαρύνουν τους ενάγοντες.  Αφού οι δύο εφέσεις που συνεκδικάστηκαν αφορούσαν το ίδιο ουσιαστικά θέμα, αποφασίσαμε να μην εκδόσουμε οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα στην Π.Ε. 10724.

Η Π.Ε. 10753 επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση εναντίον της εταιρείας. Η Π.Ε. 10724 απορρίπτεται χωρίς έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο